Τρίτη 15 Νοεμβρίου, ανδρικές φυλακές Κορυδαλλού. Οι σιδερένιες πόρτες ανοιγοκλείνουν στο πέρασμα μας. Είναι βαριές και κάνουν θόρυβο. Οι φύλακες ελέγχουν βιαστικά τα σακίδια μας. Πρέπει να αφήσω ταυτότητα και κινητό στην υποδοχή. Διασχίζω τον προαύλιο χώρο μόνο με μπλοκάκι και στυλό στο χέρι και κλειδώνω τις εικόνες στο μυαλό μου. Το βλέμμα μου κοντοστέκεται στο άδειο γήπεδο ποδοσφαίρου, σε ένα παρτέρι με άνθη που εκφύονται άναρχα ενώ δυο παγώνια, μερικά κοκόρια και κάμποσες γάτες δείχνουν να απολαμβάνουν την ελευθερία τους πάνω στο χορτάρι. Οι σκέψεις γύρω από την εμπειρία του εγκλεισμού και τη συνομιλία του μέσα και του έξω κόσμου μου βασανίζουν ήδη το νου. Ο φακός της φωτογραφικής μηχανής του συναδέλφου μου Γιάννη Παπαϊωάννου, έπειτα από ειδική άδεια, ανοίγει λίγο πριν φτάσουμε στον χώρο της προβολής των ταινιών που δημιούργησαν οι κρατούμενοι υπό την καθοδήγηση του Αντώνη Κόκκινου, του σκηνοθέτη του «Τέλους Εποχής» που παραδίδει ,εδώ και κάποια χρόνια, κύκλους μαθημάτων κινηματογράφου στις φυλακές Κορυδαλλού και προσφάτως και στις γυναικείες φυλακές του Ελαιώνα.
Έξω από την αίθουσα της εκδήλωσης, έχουν μαζευτεί όλοι οι συντελεστές- οι περισσότεροι εκ των οποίων διαμένουν ακόμα σε κάποια από τις πτέρυγες των Φυλακών- και κάποιοι εξωτερικοί προσκεκλημένοι όπως εμείς. Η ανάγκη για δημιουργία των ανθρώπων που έχουν την εμπειρία εγκλεισμού επισκιάζει τα πάντα. Είναι σαφείς από την πρώτη στιγμή. Έχουν ανάγκη από κίνητρα τέχνης και έχουν χρόνο για να σκεφτούν τη ζωή τους και να αναθεωρήσουν πολλά. «Οι μόνες ώρες που δεν λέμε ποιος πούλησε πιο πολλά ναρκωτικά και ποιος σκότωσε πιο πολλούς είναι οι ώρες των μαθημάτων κινηματογράφου και των γυρισμάτων» λέει ένας κρατούμενος. Οι κρατούμενοι που έχουν εργαστεί για τις ταινίες δείχνουν να θέλουν να επικοινωνήσουν την εμπειρία τους. «Εγώ είμαι ο πρωταγωνιστής στην ταινία Τα πάντα ρει. Μπορεί να συζητήσουμε ότι θέλετε σύντομα έξω γιατί περιμένω να αποφυλακιστώ σύντομα μετά το δικαστήριο και θέλω να ασχοληθώ με τον κινηματογράφο», μας λέει ο Νικόλας Γαβανώλης. Στη συνέχεια όταν τον βλέπουμε πάνω στο πανί να υποδύεται τον «σκληρό αρχηγό της φυλακής», μας είναι ξεκάθαρο πως η επιθυμία του έχει έρεισμα. Δεν είναι ο μόνος που δείχνει να έχει ένα χάρισμα που δεν θα είχε την ευκαιρία να το ανακαλύψει εάν δεν είχε βρεθεί έγκλειστος και εάν δεν είχε παρακολουθήσει το εκπαιδευτικό σεμινάριο κινηματογράφου στη φυλακή.
Τα φώτα σβήνουν. Η προβολή των ταινιών ξεκινά. Οι «Γάτες του Κορυδαλλού» μας παρασέρνουν σε έναν αναπάντεχα τρυφερό κόσμο που κρύβεται μέσα στα κελιά. Η αγάπη των κρατουμένων για τις γάτες κατακλύζει την αίθουσα. Οι φυλακισμένοι δίνουν ονόματα στα γατάκια που γεννιούνται μέσα στις πτέρυγες ανάμεσα στα απλωμένα τους ρούχα, φροντίζουν καθημερινά για την τροφή τους, παλεύουν για να εξασφαλίσουν τη έγκριση του συγκελίτη τους ώστε να συμβιώσουν όλοι μαζί αρμονικά και όταν αποφυλακίζονται φεύγουν με την έγνοια «τι θα απογίνουν τα ζωάκια τους».
Το φιλμ μικρού μήκους που ακολουθεί «Τα πάντα ρει» είναι μια τεράστια γροθιά στο στομάχι. Οι σχέσεις μεταξύ των φυλακισμένων και του αρχηγού των κρατουμένων παρουσιάζει μια άλλη όψη της φυλακής. Το ίδιο και η ταινία «Θανατοποινίτης», στην οποία πρωταγωνιστεί ο Γιάννης Στάνκογλου. Η βία που υφέρπει ακόμα και κάτω από τα πούλια του τάβλι εκτονώνεται κάποιες φορές με κρότο.
Τα φώτα ανάβουν. Το χειροκρότημα είναι θερμό. Το ερώτημα τι απομένει μέσα σε ένα κελί όταν ο φακός σβήνει, υποθέτω, πως πλέον θα καίει τη σκέψη των περισσοτέρων. Τον λόγο παίρνει ο Γρηγόρης Παπαδόγκωνας, ένας κρατούμενος που έχει εκτελέσει χρέη βοηθού σκηνοθέτη και έχει κάνει έρευνα για την ταινία Τα πάντα ρει : «Εδώ κατάλαβα πως μπορώ να κάνω κι άλλα πράγματα εκτός από τα άσχημα που έχω κάνει. Τελειώνοντας αυτό το πρότζεκτ, βγήκα πλουσιότερος». Είναι πρόδηλο πως μέσα από αυτόν τον κύκλο μαθημάτων, οι κρατούμενοι άρχισαν να βλέπουν κόσμο διαφορετικά. «Ο κινηματογράφος με έκανε να ξεφεύγω από την πραγματικότητα της φυλακής» μου λέει ένας απόφοιτος του προγράμματος κινηματογράφου στις φυλακές. «Θα ήθελα να κάνω μια ταινία. Είναι όνειρο ένα σενάριο, ένα βιβλίο» προσθέτει ένας άλλος κρατούμενος που συμμετείχε στην ταινία.
Έχει φτάσει η ώρα της απονομής των πιστοποιητικών. Η Διευθύντρια των Φυλακών Κορυδαλλού, Μαρία Στέφη παίρνει το λόγο και διαβεβαιώνει τους παρευρισκόμενους πως θα κάνει ότι περνά από το χέρι της για να συνεχιστούν τα καλλιτεχνικά προγράμματα στη φυλακή. Η ρήση του Αντρέ Μπαζέν, που επαναλαμβάνει συχνά πυκνά στις κουβέντες μας ο Αντώνης Κόκκινος «ο κινηματογράφος είναι ένα ανοιχτό παράθυρο στον κόσμο» βρίσκει μια άλλη θέση μέσα μου. Σαν να αποκτά νέο νόημα όταν την ακούω να αρθρώνεται ενόσω βρίσκομαι κι εγώ πίσω από τα κάγκελα.
«Αν ήμουν γάτα, θα ήθελα να είμαι στον Κορυδαλλό», δηλώνει ενώπιον όλων η εισαγγελέας Ξένη Δημητρίου, έχοντας διαπιστώσει ιδίοις όμμασι την φροντίδα που δείχνουν οι κρατούμενοι στα ζωντανά πλάσμα των φυλακών. Η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ξένη Δημητρίου στηρίζει εδώ και χρόνια τα καλλιτεχνικά προγράμματα μέσα στις φυλακές. «Αυτές οι ταινίες θα πρέπει να κατέβουν σε διεθνή φεστιβάλ. Εσείς νομίζετε πως είναι παιχνίδι αλλά είναι δουλειές που αξίζουν. Ξέρετε μεθαύριο φεύγω για ένα διεθνές φεστιβάλ στην Ιταλία για ταινίες που έχουν γυριστεί στα σωφρονιστικά ιδρύματα. Η Ιταλία πρωτοπορεί στην τέχνη μέσα στη φυλακή» λέει εξηγώντας πως στο συγκεκριμένο φεστιβάλ θα προβληθούν ταινίες από τις φυλακές πολλών χωρών, όχι όμως από την Ελλάδα και καταλήγοντας πως είναι κρίμα καθώς οι ταινίες που μόλις προβλήθηκαν στις ανδρικές φυλακές Κορυδαλλού είναι πραγματικά σπουδαίες. «“Οι γάτες του Κορυδαλλού” κατέβηκαν στο Φεστιβάλ της Δράμας και τις κόψανε», αναφέρει με πικρία ο Αντώνης Κόκκινος. «Το πρόβλημα της κοινωνίας μας είναι ένα πρόβλημα επικοινωνίας», καταλήγει επικαλούμενος τον Χάρολντ Πίντερ. «Μέσα από τη συμμετοχική διαδικασία ο άνθρωπος γίνεται πιο ανθρώπινος», συμπληρώνει ο Παύλος Κοντογιαννίδης, ο οποίος συμμετείχε ως ηθοποιός σε μια από τις πρώτες ταινίες των κρατουμένων, τον «Θανατοποινίτη».
Ο Αντώνης Κόκκινος, o οποίος έχει την καλλιτεχνική επιμέλεια όλων των ταινιών, είναι γεμάτος όνειρα για όλους τους ανθρώπους ανεξαιρέτως. Ίσως γιατί παραμένει ο ίδιος ένας άνθρωπος φτιαγμένος από το υλικό των ονείρων, φράση δανεική από τον Σαίξπηρ.«Έχω ήδη προτείνει την προβολή αριστουργημάτων κατά τη διάρκεια των μαθημάτων. Προσπαθώ οι ταινίες που είδατε να ταξιδέψουν σε όλα τα σωφρονιστικά ιδρύματα της χώρας».
Περιπλανιέμαι στους διαδρόμους με δυο κρατούμενους που με ξεναγούν διαδοχικά. «Εδώ είναι το ΙΕΚ μας», μου λέει ο ένας περήφανα. «Εκεί είναι η αίθουσα υπολογιστών. Κι εδώ είναι το ανοιχτό πανεπιστήμιο». Μου δείχνει ένας άλλος. Μπαίνω στο σχολείο της φυλακής, που βρίσκεται ανάμεσα στην αίθουσα θεάτρου και το χώρο μαγειρικής, και περιεργάζομαι τα βιβλία μιας μικρής βιβλιοθήκης. «Έχουμε και μεγάλη βιβλιοθήκη με 11.000 τίτλους βιβλίων», παρεμβαίνει ένας σωφρονιστικός υπάλληλος.
Μου είναι δύσκολο να αφήσω πίσω μου τη φυλακή. Κάποιοι μου αφηγούνται τις ιστορίες τους και τις βλέπω να εκτυλίσσονται μπροστά μου σαν ταινίες. Έχουν καλλιεργήσει την αφηγηματική του δεινότητα, έχουν διευρύνει τα γνωστικά τους πεδία, έχουν βρει έναν λόγο να ξυπνούν το πρωί και έχουν ανακαλύψει έναν νέο στόχο για το μέλλον. Ναι, είναι αρκετοί εκείνοι που θέλουν να ασχοληθούν επαγγελματικά με το χώρο του θεάματος, του κινηματογράφου και του θεάτρου. Και δεν είναι λίγοι εκείνοι που ανακάλυψαν ένα αληθινό ταλέντο αφότου έπιασαν την κάμερα στα χέρια τους. Έχουν να πουν, άλλωστε, τόσες πολλές συναρπαστικές ιστορίες ζωής, που ίσως να είναι ανυπολόγιστη η κινηματογραφική τους αξία. Αρκεί κάποιος να συνεχίζει να βάζει την τέχνη μέσα στον εγκλεισμό. Τότε μπορεί και να έχουμε το δικαίωμα να μιλήσουμε για την επανένταξη των αποφυλακισθέντων στην κοινωνία και γιατί όχι στο χώρο του θεάματος και για τον αποστιγματισμό της συνθήκης του εγκλεισμού. Η σιδερένια πόρτα κλείνει πίσω μας. Όχι όμως μέσα μας.
Τρίτη 15 Νοεμβρίου, ανδρικές φυλακές Κορυδαλλού. Οι σιδερένιες πόρτες ανοιγοκλείνουν στο πέρασμα μας. Είναι βαριές και κάνουν θόρυβο. Οι φύλακες ελέγχουν βιαστικά τα σακίδια μας. Πρέπει να αφήσω ταυτότητα και κινητό στην υποδοχή. Διασχίζω τον προαύλιο χώρο μόνο με μπλοκάκι και στυλό στο χέρι και κλειδώνω τις εικόνες στο μυαλό μου. Το βλέμμα μου κοντοστέκεται στο άδειο γήπεδο ποδοσφαίρου, σε ένα παρτέρι με άνθη που εκφύονται άναρχα ενώ δυο παγώνια, μερικά κοκόρια και κάμποσες γάτες δείχνουν να απολαμβάνουν την ελευθερία τους πάνω στο χορτάρι. Οι σκέψεις γύρω από την εμπειρία του εγκλεισμού και τη συνομιλία του μέσα και του έξω κόσμου μου βασανίζουν ήδη το νου. Ο φακός της φωτογραφικής μηχανής του συναδέλφου μου Γιάννη Παπαϊωάννου, έπειτα από ειδική άδεια, ανοίγει λίγο πριν φτάσουμε στον χώρο της προβολής των ταινιών που δημιούργησαν οι κρατούμενοι υπό την καθοδήγηση του Αντώνη Κόκκινου, του σκηνοθέτη του «Τέλους Εποχής» που παραδίδει ,εδώ και κάποια χρόνια, κύκλους μαθημάτων κινηματογράφου στις φυλακές Κορυδαλλού και προσφάτως και στις γυναικείες φυλακές του Ελαιώνα.
Έξω από την αίθουσα της εκδήλωσης, έχουν μαζευτεί όλοι οι συντελεστές- οι περισσότεροι εκ των οποίων διαμένουν ακόμα σε κάποια από τις πτέρυγες των Φυλακών- και κάποιοι εξωτερικοί προσκεκλημένοι όπως εμείς. Η ανάγκη για δημιουργία των ανθρώπων που έχουν την εμπειρία εγκλεισμού επισκιάζει τα πάντα. Είναι σαφείς από την πρώτη στιγμή. Έχουν ανάγκη από κίνητρα τέχνης και έχουν χρόνο για να σκεφτούν τη ζωή τους και να αναθεωρήσουν πολλά. «Οι μόνες ώρες που δεν λέμε ποιος πούλησε πιο πολλά ναρκωτικά και ποιος σκότωσε πιο πολλούς είναι οι ώρες των μαθημάτων κινηματογράφου και των γυρισμάτων» λέει ένας κρατούμενος. Οι κρατούμενοι που έχουν εργαστεί για τις ταινίες δείχνουν να θέλουν να επικοινωνήσουν την εμπειρία τους. «Εγώ είμαι ο πρωταγωνιστής στην ταινία Τα πάντα ρει. Μπορεί να συζητήσουμε ότι θέλετε σύντομα έξω γιατί περιμένω να αποφυλακιστώ σύντομα μετά το δικαστήριο και θέλω να ασχοληθώ με τον κινηματογράφο», μας λέει ο Νικόλας Γαβανώλης. Στη συνέχεια όταν τον βλέπουμε πάνω στο πανί να υποδύεται τον «σκληρό αρχηγό της φυλακής», μας είναι ξεκάθαρο πως η επιθυμία του έχει έρεισμα. Δεν είναι ο μόνος που δείχνει να έχει ένα χάρισμα που δεν θα είχε την ευκαιρία να το ανακαλύψει εάν δεν είχε βρεθεί έγκλειστος και εάν δεν είχε παρακολουθήσει το εκπαιδευτικό σεμινάριο κινηματογράφου στη φυλακή.
Τα φώτα σβήνουν. Η προβολή των ταινιών ξεκινά. Οι «Γάτες του Κορυδαλλού» μας παρασέρνουν σε έναν αναπάντεχα τρυφερό κόσμο που κρύβεται μέσα στα κελιά. Η αγάπη των κρατουμένων για τις γάτες κατακλύζει την αίθουσα. Οι φυλακισμένοι δίνουν ονόματα στα γατάκια που γεννιούνται μέσα στις πτέρυγες ανάμεσα στα απλωμένα τους ρούχα, φροντίζουν καθημερινά για την τροφή τους, παλεύουν για να εξασφαλίσουν τη έγκριση του συγκελίτη τους ώστε να συμβιώσουν όλοι μαζί αρμονικά και όταν αποφυλακίζονται φεύγουν με την έγνοια «τι θα απογίνουν τα ζωάκια τους».
Το φιλμ μικρού μήκους που ακολουθεί «Τα πάντα ρει» είναι μια τεράστια γροθιά στο στομάχι. Οι σχέσεις μεταξύ των φυλακισμένων και του αρχηγού των κρατουμένων παρουσιάζει μια άλλη όψη της φυλακής. Το ίδιο και η ταινία «Θανατοποινίτης», στην οποία πρωταγωνιστεί ο Γιάννης Στάνκογλου. Η βία που υφέρπει ακόμα και κάτω από τα πούλια του τάβλι εκτονώνεται κάποιες φορές με κρότο.
Τα φώτα ανάβουν. Το χειροκρότημα είναι θερμό. Το ερώτημα τι απομένει μέσα σε ένα κελί όταν ο φακός σβήνει, υποθέτω, πως πλέον θα καίει τη σκέψη των περισσοτέρων. Τον λόγο παίρνει ο Γρηγόρης Παπαδόγκωνας, ένας κρατούμενος που έχει εκτελέσει χρέη βοηθού σκηνοθέτη και έχει κάνει έρευνα για την ταινία Τα πάντα ρει : «Εδώ κατάλαβα πως μπορώ να κάνω κι άλλα πράγματα εκτός από τα άσχημα που έχω κάνει. Τελειώνοντας αυτό το πρότζεκτ, βγήκα πλουσιότερος». Είναι πρόδηλο πως μέσα από αυτόν τον κύκλο μαθημάτων, οι κρατούμενοι άρχισαν να βλέπουν κόσμο διαφορετικά. «Ο κινηματογράφος με έκανε να ξεφεύγω από την πραγματικότητα της φυλακής» μου λέει ένας απόφοιτος του προγράμματος κινηματογράφου στις φυλακές. «Θα ήθελα να κάνω μια ταινία. Είναι όνειρο ένα σενάριο, ένα βιβλίο» προσθέτει ένας άλλος κρατούμενος που συμμετείχε στην ταινία.
Έχει φτάσει η ώρα της απονομής των πιστοποιητικών. Η Διευθύντρια των Φυλακών Κορυδαλλού, Μαρία Στέφη παίρνει το λόγο και διαβεβαιώνει τους παρευρισκόμενους πως θα κάνει ότι περνά από το χέρι της για να συνεχιστούν τα καλλιτεχνικά προγράμματα στη φυλακή. Η ρήση του Αντρέ Μπαζέν, που επαναλαμβάνει συχνά πυκνά στις κουβέντες μας ο Αντώνης Κόκκινος «ο κινηματογράφος είναι ένα ανοιχτό παράθυρο στον κόσμο» βρίσκει μια άλλη θέση μέσα μου. Σαν να αποκτά νέο νόημα όταν την ακούω να αρθρώνεται ενόσω βρίσκομαι κι εγώ πίσω από τα κάγκελα.
«Αν ήμουν γάτα, θα ήθελα να είμαι στον Κορυδαλλό», δηλώνει ενώπιον όλων η εισαγγελέας Ξένη Δημητρίου, έχοντας διαπιστώσει ιδίοις όμμασι την φροντίδα που δείχνουν οι κρατούμενοι στα ζωντανά πλάσμα των φυλακών. Η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ξένη Δημητρίου στηρίζει εδώ και χρόνια τα καλλιτεχνικά προγράμματα μέσα στις φυλακές. «Αυτές οι ταινίες θα πρέπει να κατέβουν σε διεθνή φεστιβάλ. Εσείς νομίζετε πως είναι παιχνίδι αλλά είναι δουλειές που αξίζουν. Ξέρετε μεθαύριο φεύγω για ένα διεθνές φεστιβάλ στην Ιταλία για ταινίες που έχουν γυριστεί στα σωφρονιστικά ιδρύματα. Η Ιταλία πρωτοπορεί στην τέχνη μέσα στη φυλακή» λέει εξηγώντας πως στο συγκεκριμένο φεστιβάλ θα προβληθούν ταινίες από τις φυλακές πολλών χωρών, όχι όμως από την Ελλάδα και καταλήγοντας πως είναι κρίμα καθώς οι ταινίες που μόλις προβλήθηκαν στις ανδρικές φυλακές Κορυδαλλού είναι πραγματικά σπουδαίες. «“Οι γάτες του Κορυδαλλού” κατέβηκαν στο Φεστιβάλ της Δράμας και τις κόψανε», αναφέρει με πικρία ο Αντώνης Κόκκινος. «Το πρόβλημα της κοινωνίας μας είναι ένα πρόβλημα επικοινωνίας», καταλήγει επικαλούμενος τον Χάρολντ Πίντερ. «Μέσα από τη συμμετοχική διαδικασία ο άνθρωπος γίνεται πιο ανθρώπινος», συμπληρώνει ο Παύλος Κοντογιαννίδης, ο οποίος συμμετείχε ως ηθοποιός σε μια από τις πρώτες ταινίες των κρατουμένων, τον «Θανατοποινίτη».
Ο Αντώνης Κόκκινος, o οποίος έχει την καλλιτεχνική επιμέλεια όλων των ταινιών, είναι γεμάτος όνειρα για όλους τους ανθρώπους ανεξαιρέτως. Ίσως γιατί παραμένει ο ίδιος ένας άνθρωπος φτιαγμένος από το υλικό των ονείρων, φράση δανεική από τον Σαίξπηρ.«Έχω ήδη προτείνει την προβολή αριστουργημάτων κατά τη διάρκεια των μαθημάτων. Προσπαθώ οι ταινίες που είδατε να ταξιδέψουν σε όλα τα σωφρονιστικά ιδρύματα της χώρας».
Περιπλανιέμαι στους διαδρόμους με δυο κρατούμενους που με ξεναγούν διαδοχικά. «Εδώ είναι το ΙΕΚ μας», μου λέει ο ένας περήφανα. «Εκεί είναι η αίθουσα υπολογιστών. Κι εδώ είναι το ανοιχτό πανεπιστήμιο». Μου δείχνει ένας άλλος. Μπαίνω στο σχολείο της φυλακής, που βρίσκεται ανάμεσα στην αίθουσα θεάτρου και το χώρο μαγειρικής, και περιεργάζομαι τα βιβλία μιας μικρής βιβλιοθήκης. «Έχουμε και μεγάλη βιβλιοθήκη με 11.000 τίτλους βιβλίων», παρεμβαίνει ένας σωφρονιστικός υπάλληλος.
Μου είναι δύσκολο να αφήσω πίσω μου τη φυλακή. Κάποιοι μου αφηγούνται τις ιστορίες τους και τις βλέπω να εκτυλίσσονται μπροστά μου σαν ταινίες. Έχουν καλλιεργήσει την αφηγηματική του δεινότητα, έχουν διευρύνει τα γνωστικά τους πεδία, έχουν βρει έναν λόγο να ξυπνούν το πρωί και έχουν ανακαλύψει έναν νέο στόχο για το μέλλον. Ναι, είναι αρκετοί εκείνοι που θέλουν να ασχοληθούν επαγγελματικά με το χώρο του θεάματος, του κινηματογράφου και του θεάτρου. Και δεν είναι λίγοι εκείνοι που ανακάλυψαν ένα αληθινό ταλέντο αφότου έπιασαν την κάμερα στα χέρια τους. Έχουν να πουν, άλλωστε, τόσες πολλές συναρπαστικές ιστορίες ζωής, που ίσως να είναι ανυπολόγιστη η κινηματογραφική τους αξία. Αρκεί κάποιος να συνεχίζει να βάζει την τέχνη μέσα στον εγκλεισμό. Τότε μπορεί και να έχουμε το δικαίωμα να μιλήσουμε για την επανένταξη των αποφυλακισθέντων στην κοινωνία και γιατί όχι στο χώρο του θεάματος και για τον αποστιγματισμό της συνθήκης του εγκλεισμού. Η σιδερένια πόρτα κλείνει πίσω μας. Όχι όμως μέσα μας.