Η σημασία της έννοιας του “πανκ” δεν χωράει σε καλούπια, και, ως εκ τούτου, δύσκολα μπορεί να οριστεί. Είναι στάση ζωής; Μουσικό είδος; Μια επανάσταση στο κατεστημένο; Έχει πολιτικές προεκτάσεις; Punk is dead; Συνεχίζει να ζει; Παρά το όλο μπέρδεμα, το πανκ παρουσιάζεται στερεοτυπικά ως προνόμιο των λευκών μουσικών της εργατικής τάξης. Αν και όπως ανέφερε ο Charlie Brinkhurst-Cuff, «η πανκ μουσική δεν είναι αποκλειστικό κτήμα των λευκών, παρόλο που εκ πρώτης όψεως έτσι μπορεί να φαίνεται στους ανθρώπους της γενιάς μου», συμπληρώνοντας: «Όπως πολλές πτυχές της ποπ κουλτούρας, η ιστορία της έχει ασπρίσει». Για να τιμήσουμε την αληθινή πανκ εξέγερση που υπήρχε πάντα στη μαύρη κουλτούρα και συνεχίζει να υπάρχει μέχρι σήμερα, παραθέτουμε μερικούς μόνο από τους πρωτοπόρους του πανκ κινήματος που άλλαξαν το παιχνίδι και άφησαν το αποτύπωμά τους στην ιστορία της μουσικής.
Poly Styrene
Παρόλο που το πανκ συγκρότημα X-Ray Spex της δεκαετίας του 1970 κατάφερε να κυκλοφορήσει μόνο ένα άλμπουμ, το εκκεντρικό πενταμελές συγκρότημα δημιούργησε ένα υπέροχα χαοτικό soundtrack για την εφηβική εξέγερση που παραμένει επίκαιρο μέχρι σήμερα. Αιχμή του δόρατος του χαρακτηριστικού ήχου τους ήταν η Poly Styrene, μία από τις πιο αεικίνητες και επιδραστικές καλλιτέχνιδες που αναδείχθηκαν από το πανκ κίνημα. «Θέλω απλώς να είμαι σαν εμένα», δήλωσε την εποχή εκείνη στο NME. «Είπα ότι δεν ήμουν σύμβολο του σεξ και ότι αν κάποιος επιχειρούσε να με παρουσιάσει ως τέτοιο, θα ξύριζα το κεφάλι μου επί τόπου».
Don Letts
Δεν μπορείς να μιλάς για πρωτοπόρους στο πανκ χωρίς να κάνεις αναφορά στον Don Letts, τον δημιουργικό πολυπράγμονα και πρωτοπόρο της υποκουλτούρας που συχνά πιστώνεται ότι εισήγαγε τους παλλόμενους ήχους της τζαμαϊκανής ρέγκε στην πανκ σκηνή του Λονδίνου.
Από το να παίζει ρέγκε δίσκους σε πανκ βραδιές στο Roxy, μέχρι το να μανατζάρει τους Slits και να ιδρύσει το δικό του συγκρότημα, τους Electric Dread, ο Letts μετέφερε τις μουσικές του εμμονές σε μια γενιά που διψούσε για αλλαγή. «Ο Don θα είναι πάντα μια σημαντική μορφή για τη νεολαιίστικη κουλτούρα της Βρετανίας, επειδή μεταφέρει τα βιώματά και την ιστορία του», δήλωσε ο σχεδιαστής Nicholas Daley στις αρχές του έτους. «Και συνεχίζει να συνεργάζεται με μια πληθώρα ανθρώπων και να είναι πάντα πρόθυμος να συνεργαστεί με τους δημιουργούς».
Basement 5
Οι Basement 5 ήταν μια reggae punk fusion μπάντα από το Λονδίνο που ιδρύθηκε το 1978. Ο πρώτος τους τραγουδιστής ήταν ο Winston Fergus και στη συνέχεια ο Don Letts. Μια από τις πρώτες τους εμφανίσεις ήταν το support για το ντεμπούτο των Public Image Ltd. στο Λονδίνο την ημέρα των Χριστουγέννων του 1978. Τα τραγούδια τους αποτύπωναν την πολιτική κατάσταση που επικρατούσε στη Μεγάλη Βρετανία επί κυβέρνησης της Μάργκαρετ Θάτσερ: ανεργία στους νέους, απεργίες, ρατσισμός και εξαθλίωση της εργατικής τάξης.
Το 1980 υπέγραψαν στην Island Records με τον τραγουδιστή Dennis Morris. Ηχογράφησαν το ντεμπούτο άλμπουμ τους, 1965-1980, με τον παραγωγό Martin Hannett, το οποίο κυκλοφόρησε στις 11 Αυγούστου. Η μπάντα διαλύθηκε λίγο αργότερα, με αρκετά μέλη να σχηματίζουν τους Urban Shakedown.
Bad Brains
Οι Hardcore πάνκηδες Bad Brains μπορεί να εκδιώχθηκαν από την Ουάσινγκτον το 1977, αλλά σήμερα ακούγονται όσο κάθε μπάντα που μπορεί να βρείτε σε κάποιο ιδρωμένο, στενό υπόγειο στέκι. Αν και προφανώς – αυτοί προηγήθηκαν. Με τα αστραπιαία ντραμς, τα έντονα κιθαριστικά riffs και τα κοφτερά φωνητικά τους, οι Bad Brains έσπρωξαν τα ηχητικά όρια και επαναπροσδιόρισαν τις αντιλήψεις του κόσμου για το πώς έμοιαζε ένα γκρουπ ρασταφάδων στη δεκαετία του 1970. «Πραγματικά, δεν με νοιάζει τι ακούει ο κόσμος», σχολίασε κάποτε ο μπασίστας του συγκροτήματος Darryl Jenifer. «Και δεν με νοιάζει αν οι μαύροι ακούσουν ποτέ τους Bad Brains- αυτό δεν είναι δική μου ευθύνη. Εγώ το μόνο που έχω να κάνω είναι να παραμείνω δημιουργικός και να συνεχίσω να κάνω αυτό που κάνω».
Αντιδρώντας στον ρατσισμό, οι Bad Brains άρχισαν να εμφανίζονται σε μαύρες και λευκές γειτονιές, φέρνοντας το πανκ στον μαύρο πληθυσμό. Το συγκρότημα περιλάμβανε την ρέγκε στις συναυλίες του και δημιούργησε ένα νέο στυλ, το Rasta-core. Μέχρι το 1986, όταν η hardcore πανκ σκηνή της Ουάσιγκτον άλλαξε μουσικά στυλ, οι Bad Brains επέστρεψαν και συνεργάστηκαν με τον παραγωγό της ρέγκε Ric Ocasek για να κυκλοφορήσουν το I Against I (1986), το οποίο είχε διεθνή επιτυχία. Το συγκρότημα εξακολουθεί να κάνει περιοδείες σε όλο τον κόσμο και έχει κυκλοφορήσει 13 άλμπουμ.
D.H. Peligro
Μακροχρόνιος ντράμερ του πιο επιδραστικού πανκ συγκροτήματος του Σαν Φρανσίσκο, των Dead Kennedys – και ένας από τους πρώτους μαύρους μουσικούς που μπήκαν στη συντριπτικά λευκή πανκ ροκ σκηνή. Μπορεί από μόνος του να μην ήταν καμία ηγετική ή συνθετική δύναμη, αλλά ήταν εκείνος που έφερε τον hardcore ήχο στους DK. Γεννημένος ως Darren Henley το 1959, ο Peligro μεγάλωσε στο Σεντ Λούις του Μιζούρι και έφτασε στο Σαν Φρανσίσκο σε ηλικία 15 ετών. Στην αρχή, ζούσε σε ένα φορτηγάκι στην οδό Folsom Street και σύντομα, έγινε τακτικός θαμώνας στο διαβόητο πανκ στέκι της Valencia Street το Deaf Club. Εκεί βρήκε και τους συντρόφους του στο πρώτο του συγκρότημα, τους SSI. Μπήκε στους Dead Kennedys το 1981 – τρία χρόνια μετά τη δημιουργία τους το 1978 – αντικαθιστώντας τον ιδρυτικό ντράμερ Ted (κατά κόσμον Bruce Slesinger).
Το να είναι μαύρος σε μια κυρίως λευκή μουσική υποκουλτούρα δεν ήταν πάντα εύκολο για τον Peligro. Είχε δηλώσει κάποτε στον μουσικό και δημοσιογράφο Mark Prindle ότι «ένιωθε λίγο νευρικός» σχετικά με τη θέση του στους Dead Kennedys από την αρχή που μπήκε, ενώ δεν είχε ξεχάσει ποτέ ότι αντιμετώπισε απροκάλυπτο ρατσισμό -ακόμη και ως συνθέτης τραγουδιών αργότερα σε ένα δημοφιλές συγκρότημα. Για ένα διάστημα, γύρω στο 1988 έπαιξε για λίγο και με τους Red Hot Chili Peppers το 1988, αλλά απολύθηκε λόγω προβλημάτων που με τη χρήση ουσιών. Παρόλα αυτά, η κληρονομιά του Peligro είναι συνδεδεμένη με τους Dead Kennedys, τους οποίους πολλοί θεωρούν ως το πιο σημαντικό punk συγκρότημα από την Bay Area. Με ένα όνομα που παραπέμπει σε έναν δολοφονημένο πρόεδρο και ονόματα τραγουδιών όπως το “Too Drunk to Fuck” και “Nazi Punks Fuck Off”, το συγκρότημα σόκαρε το κοινό και έβαλε ένα αριστερό πολιτικό στίγμα για πάντα στην τοπική σκηνή του Σαν Φρανσίσκο.
Death
Πολύ πριν από τους Clash, τους Sex Pistols ή τους Ramones , οι αδελφοί Bobby, David και Dannis Hackney σχημάτισαν ένα από τα πρώτα proto-punk συγκροτήματα το 1973, ονομάζοντας το συγκρότημά τους Death. Μεγαλωμένοι στο Ντιτρόιτ, οι μουσικές τους προτιμήσεις ήταν ποικίλες. Έλκονταν από τους ρυθμούς των βιομηχανικών ήχων του Ντιτρόιτ, καθώς και από τους ήχους της R&B, του gospel, της soul, της funk, της Motown, της reggae, του Alice Cooper, και των rock συγκροτημάτων που έκαναν περιοδείες και ηχογραφούσαν στο Ντιτρόιτ, όπως οι The Who και οι Rolling Stones.
Ξεκίνησαν ως soul μπάντα αλλά πολύ σύντομα εγκατέλειψαν τον συγκεκριμένο ήχο μόλις άκουσαν τον σκληρό, χαοτικό ρυθμό των Stooges. Όπως έγραψε ο Peter Margasak στο Chicago Reader, ο κιθαρίστας τους «ώθησε το γκρουπ σε μια hard-rock κατεύθυνση που προοιωνιζόταν το πανκ, και ενώ αυτό σίγουρα δεν συνέβαλε στη δημοτικότητά τους στα μέσα της δεκαετίας του ’70, σήμερα φαίνονται πολύ μπροστά από την εποχή τους». Λειτουργώντας εκτός της λευκής, υπόγειας proto-punk σκηνής της πόλης, οι Death δημιούργησαν έναν μοναδικό, σκληρό και επιθετικό ήχο με rhythm and blues επιρροές.
Αφού αρνήθηκαν μια δισκογραφική συμφωνία που τους έκανε ο Clive Davis της Columbia Records, επειδή ήθελε να αλλάξουν το όνομά τους, οι Death ίδρυσαν τη δική τους δισκογραφική, την Tryangle. Παρήγαγαν οι ίδιοι τους δίσκους τους, αλλά δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν ραδιοφωνική μετάδοση. Η disco ήταν τότε στη μόδα και ο έλεγχος των playlist από τους τοπικούς ραδιοφωνικούς παραγωγούς περνούσε στους εταιρικούς συμβούλους. Οι Death διαλύθηκαν το 1977. Η ανακάλυψη και η κυκλοφορία των demos τους το 2009, ηχογραφημένων στα μέσα της δεκαετίας του ’70, οδήγησε στην αναβίωσή τους και στην αναγνώρισή τους ως πρωτοπόρους του proto-punk. Το συγκρότημα ξεκίνησε περιοδείες παγκοσμίως το 2010, και οι αδελφοί Hackney ήταν το θέμα του ντοκιμαντέρ A Band Called Death (2012). Από την επανεμφάνιση των Death, οι δισκογραφικές εταιρείες Drag City Records και Tryangle Records κυκλοφόρησαν τρία άλμπουμ συλλογών, τέσσερα singles, και ένα LP με παλιό και νέο υλικό, το N.E.W. (2015).
Pure Hell
Στα μέσα της δεκαετίας του 1970, η Νέα Υόρκη έγινε το κέντρο της υπόγειας proto-punk σκηνής. Σε αντίθεση με τους Death στο Ντιτρόιτ, οι Pure Hell ήταν μέρος αυτής της λευκής σκηνής, μαζί με τους Dictators, την Patti Smith και τους Richard Hell & the Voidoids. Το τετραμελές σχήμα με τα δερμάτινα, τα τατουάζ και το σκοτεινό του στυλ, συχνά αναφέρεται ως ένα από τα πρώτα αμιγώς αφροαμερικανικά πανκ συγκροτήματα, καθώς όταν το 1974 μπούκαραν με φόρα στη νεοϋορκέζικη σκηνή, στο πλευρό των New York Dolls βρήκαν τις αδελφές ψυχές τους. «Οι Dolls μας συμπάθησαν αμέσως», σχολίασαν οι ίδιοι. «Τους θυμίζαμε τους εαυτούς τους όταν ήταν νεότεροι. Λίγο αλήτες, λίγο μουσικοί, το ίδιο καλούπι». Περιέργως, το πρώτο τους άλμπουμ Noise Addiction κυκλοφόρησε 30 και πλέον χρόνια αργότερα – αλλά κάλλιο αργά παρά ποτέ. Ο ήχος τους περιγράφηκε ως «πιο δυνατός, πιο γρήγορος και πιο προκλητικός από τα πιο πειραματικά του είδους» (Noise Addiction και I Feel Bad, 1978).
Το συγκρότημα έγινε επίσης γνωστό για την ασυνήθιστη εμφάνισή του (περούκες και ψηλοτάκουνα) και για την εντυπωσιακή θεατρική σκηνική του παρουσία. Παρά τις επιτυχημένες εμφανίσεις στη Νέα Υόρκη και τις ευρωπαϊκές περιοδείες, οι Pure Hell αντιμετώπισαν ρατσισμό. Παρόμοια με τις εμπειρίες των Death, οι δισκογραφικές εταιρείες ήθελαν να αλλάξουν το όνομα και το μουσικό στυλ τους για να συμμορφωθούν με τα φυλετικά στερεότυπα. Αρνούμενοι να συμμορφωθούν, το συγκρότημα έχασε δισκογραφικές συμφωνίες, ευκαιρίες για εμφανίσεις και καριέρα. Μέχρι το 1980, οι Pure Hell εξαφανίστηκαν από τη σκηνή. Η ανακάλυψη των master tapes του συγκροτήματος, ηχογραφημένων το 1979 και κυκλοφορημένων το 2006, αναβίωσε την κληρονομιά τους ως καινοτόμοι πρωτοπόροι του proto-punk.
Mykki Blanko
Ως καλλιτέχνης που εμφανίστηκε τα τελευταία πέντε χρόνια, η Mykki Blanco μπορεί να φαντάζει σαν παραφωνία σε αυτή τη λίστα, αλλά το πρωτοποριακό punk πνεύμα της ατρόμητης riot-grrrl ράπερ της Νέας Υόρκης δεν πρέπει να παραγνωριστεί. Με μια ανατρεπτική στάση απέναντι στο φύλο, το είδος και το καλλιτεχνικό μέσο, η Blanco έχει επαναπροσδιορίσει τι σημαίνει να είσαι punk στο παρόν. «Επέλεξα το όνομα Mykki Blanco ως φόρο τιμής στην περσόνα της Lil’ Kim, Kimmy Blanco, αλλά και επειδή μου άρεσε το όνομα DeeDee Ramone – ένα θηλυκό όνομα σε μια τραγουδίστρια του πανκ ροκ», δήλωσε η ίδια το 2012 στο Dazed. «Δεν μεγάλωσα ραπ- μεγάλωσα μέσα στην riot-grrrl queercore σκηνή».
Η συμβολή των μαύρων μουσικών στην εξέλιξη του πανκ και είναι αναμφισβήτητη και η κληρονομιά τους συνεχίζει να επηρεάζει την παγκόσμια μουσική σκηνή. Οι μαύροι μουσικοί, παρ’ όλες τις αντιξοότητες που βίωσαν, άνοιξαν νέους δρόμους και δημιούργησαν μοναδικούς ήχους που συνεχίζουν να εμπνέουν μουσικούς και πάνκηδες σε όλο τον κόσμο.
➸ Διαβάστε επίσης: Οι ιστορίες πίσω από τις φωτογραφίες 4 εμβληματικών εξωφύλλων punk άλμπουμ
➸Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Twitter και Instagram.
Η σημασία της έννοιας του “πανκ” δεν χωράει σε καλούπια, και, ως εκ τούτου, δύσκολα μπορεί να οριστεί. Είναι στάση ζωής; Μουσικό είδος; Μια επανάσταση στο κατεστημένο; Έχει πολιτικές προεκτάσεις; Punk is dead; Συνεχίζει να ζει; Παρά το όλο μπέρδεμα, το πανκ παρουσιάζεται στερεοτυπικά ως προνόμιο των λευκών μουσικών της εργατικής τάξης. Αν και όπως ανέφερε ο Charlie Brinkhurst-Cuff, «η πανκ μουσική δεν είναι αποκλειστικό κτήμα των λευκών, παρόλο που εκ πρώτης όψεως έτσι μπορεί να φαίνεται στους ανθρώπους της γενιάς μου», συμπληρώνοντας: «Όπως πολλές πτυχές της ποπ κουλτούρας, η ιστορία της έχει ασπρίσει». Για να τιμήσουμε την αληθινή πανκ εξέγερση που υπήρχε πάντα στη μαύρη κουλτούρα και συνεχίζει να υπάρχει μέχρι σήμερα, παραθέτουμε μερικούς μόνο από τους πρωτοπόρους του πανκ κινήματος που άλλαξαν το παιχνίδι και άφησαν το αποτύπωμά τους στην ιστορία της μουσικής.
Poly Styrene
Παρόλο που το πανκ συγκρότημα X-Ray Spex της δεκαετίας του 1970 κατάφερε να κυκλοφορήσει μόνο ένα άλμπουμ, το εκκεντρικό πενταμελές συγκρότημα δημιούργησε ένα υπέροχα χαοτικό soundtrack για την εφηβική εξέγερση που παραμένει επίκαιρο μέχρι σήμερα. Αιχμή του δόρατος του χαρακτηριστικού ήχου τους ήταν η Poly Styrene, μία από τις πιο αεικίνητες και επιδραστικές καλλιτέχνιδες που αναδείχθηκαν από το πανκ κίνημα. «Θέλω απλώς να είμαι σαν εμένα», δήλωσε την εποχή εκείνη στο NME. «Είπα ότι δεν ήμουν σύμβολο του σεξ και ότι αν κάποιος επιχειρούσε να με παρουσιάσει ως τέτοιο, θα ξύριζα το κεφάλι μου επί τόπου».
Don Letts
Δεν μπορείς να μιλάς για πρωτοπόρους στο πανκ χωρίς να κάνεις αναφορά στον Don Letts, τον δημιουργικό πολυπράγμονα και πρωτοπόρο της υποκουλτούρας που συχνά πιστώνεται ότι εισήγαγε τους παλλόμενους ήχους της τζαμαϊκανής ρέγκε στην πανκ σκηνή του Λονδίνου.
Από το να παίζει ρέγκε δίσκους σε πανκ βραδιές στο Roxy, μέχρι το να μανατζάρει τους Slits και να ιδρύσει το δικό του συγκρότημα, τους Electric Dread, ο Letts μετέφερε τις μουσικές του εμμονές σε μια γενιά που διψούσε για αλλαγή. «Ο Don θα είναι πάντα μια σημαντική μορφή για τη νεολαιίστικη κουλτούρα της Βρετανίας, επειδή μεταφέρει τα βιώματά και την ιστορία του», δήλωσε ο σχεδιαστής Nicholas Daley στις αρχές του έτους. «Και συνεχίζει να συνεργάζεται με μια πληθώρα ανθρώπων και να είναι πάντα πρόθυμος να συνεργαστεί με τους δημιουργούς».
Basement 5
Οι Basement 5 ήταν μια reggae punk fusion μπάντα από το Λονδίνο που ιδρύθηκε το 1978. Ο πρώτος τους τραγουδιστής ήταν ο Winston Fergus και στη συνέχεια ο Don Letts. Μια από τις πρώτες τους εμφανίσεις ήταν το support για το ντεμπούτο των Public Image Ltd. στο Λονδίνο την ημέρα των Χριστουγέννων του 1978. Τα τραγούδια τους αποτύπωναν την πολιτική κατάσταση που επικρατούσε στη Μεγάλη Βρετανία επί κυβέρνησης της Μάργκαρετ Θάτσερ: ανεργία στους νέους, απεργίες, ρατσισμός και εξαθλίωση της εργατικής τάξης.
Το 1980 υπέγραψαν στην Island Records με τον τραγουδιστή Dennis Morris. Ηχογράφησαν το ντεμπούτο άλμπουμ τους, 1965-1980, με τον παραγωγό Martin Hannett, το οποίο κυκλοφόρησε στις 11 Αυγούστου. Η μπάντα διαλύθηκε λίγο αργότερα, με αρκετά μέλη να σχηματίζουν τους Urban Shakedown.
Bad Brains
Οι Hardcore πάνκηδες Bad Brains μπορεί να εκδιώχθηκαν από την Ουάσινγκτον το 1977, αλλά σήμερα ακούγονται όσο κάθε μπάντα που μπορεί να βρείτε σε κάποιο ιδρωμένο, στενό υπόγειο στέκι. Αν και προφανώς – αυτοί προηγήθηκαν. Με τα αστραπιαία ντραμς, τα έντονα κιθαριστικά riffs και τα κοφτερά φωνητικά τους, οι Bad Brains έσπρωξαν τα ηχητικά όρια και επαναπροσδιόρισαν τις αντιλήψεις του κόσμου για το πώς έμοιαζε ένα γκρουπ ρασταφάδων στη δεκαετία του 1970. «Πραγματικά, δεν με νοιάζει τι ακούει ο κόσμος», σχολίασε κάποτε ο μπασίστας του συγκροτήματος Darryl Jenifer. «Και δεν με νοιάζει αν οι μαύροι ακούσουν ποτέ τους Bad Brains- αυτό δεν είναι δική μου ευθύνη. Εγώ το μόνο που έχω να κάνω είναι να παραμείνω δημιουργικός και να συνεχίσω να κάνω αυτό που κάνω».
Αντιδρώντας στον ρατσισμό, οι Bad Brains άρχισαν να εμφανίζονται σε μαύρες και λευκές γειτονιές, φέρνοντας το πανκ στον μαύρο πληθυσμό. Το συγκρότημα περιλάμβανε την ρέγκε στις συναυλίες του και δημιούργησε ένα νέο στυλ, το Rasta-core. Μέχρι το 1986, όταν η hardcore πανκ σκηνή της Ουάσιγκτον άλλαξε μουσικά στυλ, οι Bad Brains επέστρεψαν και συνεργάστηκαν με τον παραγωγό της ρέγκε Ric Ocasek για να κυκλοφορήσουν το I Against I (1986), το οποίο είχε διεθνή επιτυχία. Το συγκρότημα εξακολουθεί να κάνει περιοδείες σε όλο τον κόσμο και έχει κυκλοφορήσει 13 άλμπουμ.
D.H. Peligro
Μακροχρόνιος ντράμερ του πιο επιδραστικού πανκ συγκροτήματος του Σαν Φρανσίσκο, των Dead Kennedys – και ένας από τους πρώτους μαύρους μουσικούς που μπήκαν στη συντριπτικά λευκή πανκ ροκ σκηνή. Μπορεί από μόνος του να μην ήταν καμία ηγετική ή συνθετική δύναμη, αλλά ήταν εκείνος που έφερε τον hardcore ήχο στους DK. Γεννημένος ως Darren Henley το 1959, ο Peligro μεγάλωσε στο Σεντ Λούις του Μιζούρι και έφτασε στο Σαν Φρανσίσκο σε ηλικία 15 ετών. Στην αρχή, ζούσε σε ένα φορτηγάκι στην οδό Folsom Street και σύντομα, έγινε τακτικός θαμώνας στο διαβόητο πανκ στέκι της Valencia Street το Deaf Club. Εκεί βρήκε και τους συντρόφους του στο πρώτο του συγκρότημα, τους SSI. Μπήκε στους Dead Kennedys το 1981 – τρία χρόνια μετά τη δημιουργία τους το 1978 – αντικαθιστώντας τον ιδρυτικό ντράμερ Ted (κατά κόσμον Bruce Slesinger).
Το να είναι μαύρος σε μια κυρίως λευκή μουσική υποκουλτούρα δεν ήταν πάντα εύκολο για τον Peligro. Είχε δηλώσει κάποτε στον μουσικό και δημοσιογράφο Mark Prindle ότι «ένιωθε λίγο νευρικός» σχετικά με τη θέση του στους Dead Kennedys από την αρχή που μπήκε, ενώ δεν είχε ξεχάσει ποτέ ότι αντιμετώπισε απροκάλυπτο ρατσισμό -ακόμη και ως συνθέτης τραγουδιών αργότερα σε ένα δημοφιλές συγκρότημα. Για ένα διάστημα, γύρω στο 1988 έπαιξε για λίγο και με τους Red Hot Chili Peppers το 1988, αλλά απολύθηκε λόγω προβλημάτων που με τη χρήση ουσιών. Παρόλα αυτά, η κληρονομιά του Peligro είναι συνδεδεμένη με τους Dead Kennedys, τους οποίους πολλοί θεωρούν ως το πιο σημαντικό punk συγκρότημα από την Bay Area. Με ένα όνομα που παραπέμπει σε έναν δολοφονημένο πρόεδρο και ονόματα τραγουδιών όπως το “Too Drunk to Fuck” και “Nazi Punks Fuck Off”, το συγκρότημα σόκαρε το κοινό και έβαλε ένα αριστερό πολιτικό στίγμα για πάντα στην τοπική σκηνή του Σαν Φρανσίσκο.
Death
Πολύ πριν από τους Clash, τους Sex Pistols ή τους Ramones , οι αδελφοί Bobby, David και Dannis Hackney σχημάτισαν ένα από τα πρώτα proto-punk συγκροτήματα το 1973, ονομάζοντας το συγκρότημά τους Death. Μεγαλωμένοι στο Ντιτρόιτ, οι μουσικές τους προτιμήσεις ήταν ποικίλες. Έλκονταν από τους ρυθμούς των βιομηχανικών ήχων του Ντιτρόιτ, καθώς και από τους ήχους της R&B, του gospel, της soul, της funk, της Motown, της reggae, του Alice Cooper, και των rock συγκροτημάτων που έκαναν περιοδείες και ηχογραφούσαν στο Ντιτρόιτ, όπως οι The Who και οι Rolling Stones.
Ξεκίνησαν ως soul μπάντα αλλά πολύ σύντομα εγκατέλειψαν τον συγκεκριμένο ήχο μόλις άκουσαν τον σκληρό, χαοτικό ρυθμό των Stooges. Όπως έγραψε ο Peter Margasak στο Chicago Reader, ο κιθαρίστας τους «ώθησε το γκρουπ σε μια hard-rock κατεύθυνση που προοιωνιζόταν το πανκ, και ενώ αυτό σίγουρα δεν συνέβαλε στη δημοτικότητά τους στα μέσα της δεκαετίας του ’70, σήμερα φαίνονται πολύ μπροστά από την εποχή τους». Λειτουργώντας εκτός της λευκής, υπόγειας proto-punk σκηνής της πόλης, οι Death δημιούργησαν έναν μοναδικό, σκληρό και επιθετικό ήχο με rhythm and blues επιρροές.
Αφού αρνήθηκαν μια δισκογραφική συμφωνία που τους έκανε ο Clive Davis της Columbia Records, επειδή ήθελε να αλλάξουν το όνομά τους, οι Death ίδρυσαν τη δική τους δισκογραφική, την Tryangle. Παρήγαγαν οι ίδιοι τους δίσκους τους, αλλά δεν κατάφεραν να εξασφαλίσουν ραδιοφωνική μετάδοση. Η disco ήταν τότε στη μόδα και ο έλεγχος των playlist από τους τοπικούς ραδιοφωνικούς παραγωγούς περνούσε στους εταιρικούς συμβούλους. Οι Death διαλύθηκαν το 1977. Η ανακάλυψη και η κυκλοφορία των demos τους το 2009, ηχογραφημένων στα μέσα της δεκαετίας του ’70, οδήγησε στην αναβίωσή τους και στην αναγνώρισή τους ως πρωτοπόρους του proto-punk. Το συγκρότημα ξεκίνησε περιοδείες παγκοσμίως το 2010, και οι αδελφοί Hackney ήταν το θέμα του ντοκιμαντέρ A Band Called Death (2012). Από την επανεμφάνιση των Death, οι δισκογραφικές εταιρείες Drag City Records και Tryangle Records κυκλοφόρησαν τρία άλμπουμ συλλογών, τέσσερα singles, και ένα LP με παλιό και νέο υλικό, το N.E.W. (2015).
Pure Hell
Στα μέσα της δεκαετίας του 1970, η Νέα Υόρκη έγινε το κέντρο της υπόγειας proto-punk σκηνής. Σε αντίθεση με τους Death στο Ντιτρόιτ, οι Pure Hell ήταν μέρος αυτής της λευκής σκηνής, μαζί με τους Dictators, την Patti Smith και τους Richard Hell & the Voidoids. Το τετραμελές σχήμα με τα δερμάτινα, τα τατουάζ και το σκοτεινό του στυλ, συχνά αναφέρεται ως ένα από τα πρώτα αμιγώς αφροαμερικανικά πανκ συγκροτήματα, καθώς όταν το 1974 μπούκαραν με φόρα στη νεοϋορκέζικη σκηνή, στο πλευρό των New York Dolls βρήκαν τις αδελφές ψυχές τους. «Οι Dolls μας συμπάθησαν αμέσως», σχολίασαν οι ίδιοι. «Τους θυμίζαμε τους εαυτούς τους όταν ήταν νεότεροι. Λίγο αλήτες, λίγο μουσικοί, το ίδιο καλούπι». Περιέργως, το πρώτο τους άλμπουμ Noise Addiction κυκλοφόρησε 30 και πλέον χρόνια αργότερα – αλλά κάλλιο αργά παρά ποτέ. Ο ήχος τους περιγράφηκε ως «πιο δυνατός, πιο γρήγορος και πιο προκλητικός από τα πιο πειραματικά του είδους» (Noise Addiction και I Feel Bad, 1978).
Το συγκρότημα έγινε επίσης γνωστό για την ασυνήθιστη εμφάνισή του (περούκες και ψηλοτάκουνα) και για την εντυπωσιακή θεατρική σκηνική του παρουσία. Παρά τις επιτυχημένες εμφανίσεις στη Νέα Υόρκη και τις ευρωπαϊκές περιοδείες, οι Pure Hell αντιμετώπισαν ρατσισμό. Παρόμοια με τις εμπειρίες των Death, οι δισκογραφικές εταιρείες ήθελαν να αλλάξουν το όνομα και το μουσικό στυλ τους για να συμμορφωθούν με τα φυλετικά στερεότυπα. Αρνούμενοι να συμμορφωθούν, το συγκρότημα έχασε δισκογραφικές συμφωνίες, ευκαιρίες για εμφανίσεις και καριέρα. Μέχρι το 1980, οι Pure Hell εξαφανίστηκαν από τη σκηνή. Η ανακάλυψη των master tapes του συγκροτήματος, ηχογραφημένων το 1979 και κυκλοφορημένων το 2006, αναβίωσε την κληρονομιά τους ως καινοτόμοι πρωτοπόροι του proto-punk.
Mykki Blanko
Ως καλλιτέχνης που εμφανίστηκε τα τελευταία πέντε χρόνια, η Mykki Blanco μπορεί να φαντάζει σαν παραφωνία σε αυτή τη λίστα, αλλά το πρωτοποριακό punk πνεύμα της ατρόμητης riot-grrrl ράπερ της Νέας Υόρκης δεν πρέπει να παραγνωριστεί. Με μια ανατρεπτική στάση απέναντι στο φύλο, το είδος και το καλλιτεχνικό μέσο, η Blanco έχει επαναπροσδιορίσει τι σημαίνει να είσαι punk στο παρόν. «Επέλεξα το όνομα Mykki Blanco ως φόρο τιμής στην περσόνα της Lil’ Kim, Kimmy Blanco, αλλά και επειδή μου άρεσε το όνομα DeeDee Ramone – ένα θηλυκό όνομα σε μια τραγουδίστρια του πανκ ροκ», δήλωσε η ίδια το 2012 στο Dazed. «Δεν μεγάλωσα ραπ- μεγάλωσα μέσα στην riot-grrrl queercore σκηνή».
Η συμβολή των μαύρων μουσικών στην εξέλιξη του πανκ και είναι αναμφισβήτητη και η κληρονομιά τους συνεχίζει να επηρεάζει την παγκόσμια μουσική σκηνή. Οι μαύροι μουσικοί, παρ’ όλες τις αντιξοότητες που βίωσαν, άνοιξαν νέους δρόμους και δημιούργησαν μοναδικούς ήχους που συνεχίζουν να εμπνέουν μουσικούς και πάνκηδες σε όλο τον κόσμο.
➸ Διαβάστε επίσης: Οι ιστορίες πίσω από τις φωτογραφίες 4 εμβληματικών εξωφύλλων punk άλμπουμ
➸Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Twitter και Instagram.