Ήταν το (πλέον πολύ μακρινό) 1992, ακριβώς τριάντα χρόνια πριν.
Ενα 17χρονο κορίτσι – που καλά καλά δεν έχει καν ενηλικιωθεί – στήνεται δίπλα σε έναν από τους μεγαλύτερους (τότε μουσικούς και μετέπειτα και κινηματογραφικούς) αστέρες της εποχής εκείνης, τον Μαρκ Γουόλμπεργκ ή «Μάρκι Μαρκ», και περιμένει τον φωτογράφο και τον σκηνοθέτη να έρθουν και να φωνάξουν «φύγαμε, γυρνάμε» [we’re shooting].
H Kέιτ Μος μπορεί να είναι μόλις 17μιση ετών, αλλά δεν είναι καν «νεούδι» στο χώρο: υπέγραψε το πρώτο της συμβόλαιο, με την συγκατάθεση των γονιών της ασφαλώς, με το πρακτορείο μοντέλων Storm το 1988, σε ηλικία μόλις 14 ετών, όταν την εντόπισε η σκάουτερ μοντέλων Sarah Doukas να περπατάει στο αεροδρόμιο JFK της Νέας Υόρκης, κατά την διάρκεια μιας επίσκεψής της εκεί με την οικογένειά της, μετά από ένα ταξίδι τους στις Μπαχάμες.
Η Μος, για τις ανάγκες της φωτογράφησης και του σποτ, στέκεται αμήχανα δίπλα στον Γουόλμπεργκ, o οποίος είναι «καυτός» από το τραγούδι «Good Vibrations» του 1991 που ηχογράφησε ως Marky Mark And The Funky Bunch.
Ο φωτογράφος και ο σκηνοθέτης τής λένε να αφαιρέσει το σουτιέν της. Εκείνη το βγάζει απρόθυμα -έχει, βλέπετε, και ένα μικρό σύμπλεγμα κατωτερότητας καθώς διαθέτει ένα πολύ μικρό, σχεδόν υποτυπώδες, στήθος. Πώς να συγκριθεί το στήθος της δίπλα σε εκείνο των υπόλοιπων καλλονών της εποχής, της Εύα Χερτζίκοβα ή της Σίντι Κρόφορντ;
Η Μος ακολουθεί τις εντολές τους και μένει μόνο με το Calvin Klein εσώρουχό της, καλύπτοντας με τα χέρια της τις ρώγες της, οι οποίες έχουν σκληρύνει όχι από το κρύο που επικρατεί μέσα στο στούντιο, αλλά από τον φόβο της.
Τής λένε να κάνει μερικές βόλτες στο πλατό των γυρισμάτων, προκειμένου να νιώσει άνετα. Εκείνη το κάνει, εξίσου απρόθυμα και όπως όταν έβγαλε το σουτιέν μου συγκρατούσε το μικροσκοπικό της στήθος.
Αλλά επειδή είναι η Κέιτ Μος, μια κοπέλα που (έμαθε να) δουλεύει στις πασαρέλες και τα catwalks από τα 14 της χρόνια, παίρνει γρήγορα το κολάι, παρόλο που μοιάζει εντελώς φοβισμένη – τόσο τρομαγμένη, ώστε κάποιος της δίνει ένα αγνώστου ταυτότητας χάπι και αυτή το «κατεβάζει» μαζί με λίγο νερό.
Έκανε μερικές βόλτες γύρω από τον Γουόλμπεργκ, ο οποίος πόζαρε σαν κόκορας σε κοτέτσι με μισοκατεβασμένο το παντελόνι του κατά τα ενδυματολογικά ειωθότα της εποχής εκείνης -είχε ανέκαθεν αυτό το αλαζονικό «μάτσο» στυλάκι ο Βοστονέζος μουσικός και ηθοποιός.
Μέχρι που ο σκηνοθέτης φώναξε «cut» και η Μος ενημερώθηκε ότι η φωτογράφηση και το γύρισμα είχε τελειώσει.
Όσο γρήγορα, όμως, πήρε η Κέιτ το κολάι, άλλο τόσο η συγκεκριμένη εμπειρία της – η πρώτη της τηλεοπτική καμπάνια για τα εσώρουχα Calvin Klein και αυτή που, ουσιαστικά, την καθιέρωσε στον κόσμο του μόντελινγκ και την κατέστησε ως όνομα πρώτου βεληνεκούς – λειτούργησε ταυτόχρονα και ως καμπανάκι κινδύνου και παράλληλα ως μια είδους «επιφοίτηση» για την μελλοντική της πορεία στο χώρο αυτό.
«Η φρικτή αυτή εμπειρία ακόνισε το ένστικτό μου, με αποτέλεσμα έκτοτε να καταλαβαίνω το λάθος από χιλιόμετρα μακριά», δήλωσε μια προ μηνών συνέντευξή της στο podcast Desert Island Discs του BBC Radio 4 και στην οικοδέσποινα Lauren Laverne, προσθέτοντας ότι «ένιωσα για πρώτη φορά να αντικειμενοποιούμαι και να είμαι ευάλωτη και φοβισμένη».
Η Μος απέδωσε την αμήχανη εμφάνισή της στο πλευρό του Μάρκι Μαρκ «σε ένα κράμα άγχους και φόβου», παραδεχόμενη ότι το αγνώστου ταυτότητας χάπι που της έδωσαν να πιεί δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα βάλιουμ, ένα ηρεμιστικό δηλαδή, προκειμένου να χαλαρώσει.
«Νομίζω ότι έπαιξαν με αυτήν ακριβώς την ευαλωτότητά μου. Ήμουν πολύ νέα και αθώα και στον ίδιο τον Calvin άρεσε πολύ αυτό», είπε η Mος, τονίζοντας, παράλληλα, ότι ο Μάρκι Μαρκ όχι απλά δεν έκανε τίποτα για να την κάνει να νιώσει καλύτερα, αλλά υπήρξε μία από τις αιτίες που τής δημιουργήθηκε αυτό το αλγεινό συναίσθημα.
«Δεν έχω και πολύ καλές αναμνήσεις [απ’ αυτόν]. Ήταν πολύ “μάτσο” για τα γούστα μου και όλα περιστρέφονταν γύρω από εκείνον, ενώ είχε και ένα τεράστιο entourage [συνοδεία] γύρω του. Εγώ ήμουν απλώς αυτό το μοντέλο», είπε, επισημαίνοντας παράλληλα ότι αυτή η κακή γεύση συνεχίστηκε και τις επόμενες, των γυρισμάτων, ημέρες:
«Δεν ήμουν εγώ αυτή. Δεν μου άρεσε αυτό που έκανα. Εκανα να σηκωθώ από το κρεβάτι μου δυο βδομάδες. Νόμιζα ότι θα πέθαινα», είπε και πρόσθεσε ότι «έπαθα νευρικό κλονισμό».
Είχε προηγηθεί, όπως θυμάται, η πρώτη της άσχημη εμπειρία, το 1989, όταν ξέσπασε σε κλάματα στην επίμονη απαίτηση των φωτογράφων της να φωτογραφηθεί τόπλες. Τότε αναγκάστηκε όπως αποκάλυψε να αποχωρήσει από μια φωτογράφηση.
«Είχα την πρώτη μου φρικτή εμπειρία για έναν κατάλογο σουτιέν. Ήμουν μόλις 15 μάλλον και ο φωτογράφος μου είπε: “Βγάλε το μπλουζάκι σου” και το έβγαλα. Ημουν πολύ ντροπαλή τότε για το σώμα μου. Και μετά μού είπε: “Βγάλε το σουτιέν σου” και ένιωθα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, οπότε πήρα τα πράγματά μου και έφυγα τρέχοντας».
Εφυγε τρέχοντας για έναν ακόμη λόγο: ένα χρόνο πριν είχαν χωρίσει, πολύ επεισοδιακά, οι γονείς της και αυτό, όπως παραδέχθηκε, την έκανε επιρρεπή στις καταχρήσεις και στους εθισμούς που παραλίγο να εκτροχιάσουν την καριέρα της. Αλκοόλ και ναρκωτικά συγκεκριμένα, τα οποία προμηθευόταν από ντίλερς που κατοικοέδρευαν στο σκληρό προάστιο του Κρόιντον του Λονδίνου, εκεί όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε.
«Άρχισα να καπνίζω τσιγαριλίκια και να κάνω παρέα με ανθρώπους πολύ μεγαλύτερους από μένα, πολλά μεγαλύτερα αγόρια που με πήραν υπό την προστασία τους και με προστάτεψαν. Με πήγαιναν στο Λονδίνο με το τρένο. Άλλαζα ρούχα από τη σχολική μου στολή και πήγαινα σε bar», θυμάται για τότε.
Mετά από αυτό, ήρθε η διαφημιστική εκστρατεία της Levi’s για τα τζιν παντελόνια της, η «Levi’s For Girls» το 1990, όπου η Μος φωτογραφήθηκε από την Corinne Day.
«Δεν ήμουν πολύ ευγενικός μαζί της»
Και επειδή ο χρόνος τελικά είναι ο καλύτερος γιατρός και γιατρεύει τις πληγές, πριν δυο χρόνια, ο ίδιος ο Γουόλμπεργκ δέχτηκε μια πολύ συγκεκριμένη ερώτηση για εκείνη την θρυλική και αξιομνημόνευτη μέχρι και σήμερα καμπάνια. «Νομίζω πως ήμουν λίγο τραχύς τότε. Δεν ήμουν πολύ εκλεπτυσμένος και ευγενικός [μαζί της]. Ας το θέσουμε με αυτό τον τρόπο», παραδέχθηκε, προς τιμήν του, το 2020, μιλώντας στον Guardian.
Σε αντίθεση με την καριέρα του Γουόλμπεργκ που ακολούθησε μια διαρκώς ανοδική πορεία, η αντίστοιχη της Μος σκόνταψε σε πολλά… σαμαράκια.
Μιλώντας για τις φωτογραφίες που είχε τραβήξει η Day για τη βρετανική Vogue το 1993 και θεωρήθηκαν πως προωθούσαν το πρότυπο heroin-chic [αποστεωμένες, λόγω χρήσης ηρωίνης, κοπέλες], η ίδια σημειώνει πως «τότε, έγινα ο αποδιοπομπαίος τράγος για τα προβλήματα πολλών ανθρώπων».
Στην συγκεκριμένη φωτογράφηση, η Μος είχε φωτογραφηθεί στο δικό της διαμέρισμα με τα εσώρουχά της, πιο αδύνατη από ποτέ, κάτι που είχε πυροδοτήσει φήμες για πιθανή χρήση ναρκωτικών εκ μέρους της και νευρική ανορεξία. Ωστόσο, η ίδια το ξεκαθάρισε κατηγορηματικά πρόσφατα:
«Ποτέ δεν υπήρξα ανορεξική. Ποτέ δεν ήμουν. Ποτέ επίσης δεν πήρα ηρωίνη στην ζωή μου. Ήμουν αδύνατη γιατί δεν έτρωγα στις φωτογραφήσεις ή τα ντεφιλέ μόδας», λέει ενθυμούμενη πως ειδικά στα μέσα της δεκαετίας του ’90, η μόνη της παρηγοριά ήταν η σχέση της με τον Τζόνι Ντεπ.
Ηταν η μοναδική φορά που ένιωσε ότι κάποιος την φρόντιζε και γι’ αυτό όταν χώρισαν το 1998, η ζωή της άλλαξε προς το χειρότερο. «Ξέχασα πως είναι να εμπιστεύεσαι κάποιον. Ηταν ένας εφιάλτης. Έκλαιγα για χρόνια μετά τον χωρισμό μου αυτό».