Το 1888, πέντε γυναίκες δολοφονήθηκαν στη γειτονιά Whitechapel του ανατολικού Λονδίνου από έναν άγνωστο δολοφόνο που έμεινε στην ιστορία ως “Jack the Ripper”. Από τότε, η υπόθεση παραμένει αδιάλυτη και αινιγματική και έγινε πηγή περισσότερων από 100 μυθιστορηματικών βιβλίων και αμέτρητων πολιτιστικών εκφράσεων. Τι είναι όμως αυτό που καθιστά αυτή την ιστορία τόσο διαχρονικά γοητευτική και αυτήν την αινιγματική φιγούρα να παραμένει τόσο βαθιά ριζωμένη στη συλλογική φαντασία;

Η υπόθεση του Jack the Ripper δεν είναι απλώς άλλη μια σειρά δολοφονιών που έμεινε ατιμώρητη. Ενσωματώνει μια πολλαπλή συνθήκη: είναι κοινωνικό έγκλημα, ιστορικό παράδειγμα, πολιτισμικό σύμβολο και τελικά ένας μύθος που συνεχίζει να μας «στοιχειώνει». Ο Τζακ συνεχίζει να γοητεύει όχι μόνο λόγω της ανατριχιαστικής φύσης των εγκλημάτων, αλλά κυρίως εξαιτίας του ανεπίλυτου μυστηρίου γύρω από την ταυτότητά του. Το γεγονός ότι οι φόνοι δεν εξιχνιάστηκαν ποτέ, χωρίς δίκη ή καταδίκη, άφησε μια αφήγηση με ανοιχτό τέλος και αυτή η αβεβαιότητα ελκύει μέχρι σήμερα τη φαντασία συγγραφέων, καλλιτεχνών και κοινού.

Την εποχή των φόνων, οι βικτωριανές εφημερίδες έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του μύθου. Με εντυπωσιακές εικόνες και σκοτεινό ύφος, δημοσιεύματα όπως αυτά στο Illustrated Police News παρουσίαζαν σκηνές φόβου και παραφυσικού, αναμειγνύοντας αληθινά εγκλήματα με γοτθικό θέαμα. Η δημοσιογραφική αυτή προσέγγιση τροφοδότησε τη λαϊκή φαντασία και θεμελίωσε τη φιγούρα του Αντεροβγάλτη στο συλλογικό ασυνείδητο.

Από την πραγματική ιστορία στο πέρασμα του στους αιώνες

Η εποχή και το χρονικό πλαίσιο του Λονδίνου του 1888, και ειδικά η φτωχή γειτονιά του East End/Whitechapel, που βρέθηκε αντιμέτωπη με τον συνδυασμό φτώχειας, μετανάστευσης, κοινωνικής ανισότητας και ελλιπούς αστυνόμευσης. Αυτά τα στοιχεία κατέστησαν το έγκλημα «τοπικό σύμβολο» και μια αντανάκλαση φόβων για τη βία, την αστάθεια και την κατάρρευση των θεσμών. Έτσι, η ανομία του δολοφόνου έμοιαζε με μεγεθυμένη εικόνα των κοινωνικών προβλημάτων της εποχής. Η ανωνυμία του δράστη που ποτέ δεν συνελήφθη και η ταυτότητά του δεν που αποκαλύφθηκε. Η έλλειψη της επίλυσης της υπόθεσης δημιούργησε ένα κενό το οποίο το συλλογικό ασυνείδητο γέμισε με υποθέσεις, φήμες, θεωρίες. Για αυτόν τον λόγο, ο Jack the Ripper έγινε σύμβολο «αόρατης αλλά πανταχού παρούσας» βίας και ένας «θηριομορφικός» φόβος που δεν μπορεί να εντοπιστεί ούτε να τιμωρηθεί εύκολα.

Πρώτη σελίδα εφημερίδας με ρεπορτάζ για μια δολοφονία που διέπραξε ο Τζακ ο Αντεροβγάλτης, Σεπτέμβριος 1888.

Οι εικονογραφημένες εκδόσεις του τύπου “penny dreadfuls” αναπαρήγαγαν τις ιστορίες με αισθητική τρόμου και υπερβολής, ενισχύοντας τη λαϊκή φαντασία. Τα φρικιαστικά σκίτσα και τα «γράμματα από το δράστη» (όπως στο γνωστό “From Hell”) συνέβαλαν στη δημιουργία της εικόνας ενός ανελέητου δολοφόνου με μυθικά χαρακτηριστικά. Η διεθνής εξάπλωση του μύθου οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε αυτή τη μαζική αναπαραγωγή της ιστορίας και της εικόνας.

Επίσης η συνεχής επεξεργασία του μύθου μέσα στη λογοτεχνία, τις τέχνες και τα μέσα όπως μυθιστορήματα, κόμικς, ταινίες, τηλεοπτικές σειρές, podcasts, εκθέσεις κάνουν τον Τζακ να εμφανίζεται σε κάθε μέσο και μορφή. Χαρακτηριστικό είναι ότι δημιουργήθηκε και ένας όρος, ο λεγόμενος “Ripperology”, για την ειδική μελέτη της υπόθεσης. Μέσα από αυτές τις αναπαραστάσεις, η ιστορία μεταμορφώνεται σε καθρέφτη των σύγχρονων ανησυχιών που έχουν να κάνουν με την έμφυλη βία, την ανισότητα, την αφάνεια της εξουσίας, τη σύγχυση ανάμεσα στο πραγματικό και το μυθοπλαστικό. Η εικαστική και καλλιτεχνική επεξεργασία του θέματος ενισχύει τη διαχρονικότητά του και καλλιτέχνες όπως ο Walter Sickert ενσωμάτωσαν τον μύθο στις δημιουργίες τους, συνδυάζοντας γοτθικά στοιχεία με κοινωνική κριτική. Οι σύγχρονες εκθέσεις και εγκαταστάσεις στο Whitechapel επαναφέρουν το ιστορικό περιβάλλον και το μετατρέπουν σε πολιτιστικό τόπο μνήμης και προβληματισμού.

Ακόμη, το γεγονός ότι ο Jack the Ripper «ζει» σε ποικίλα είδη ψυχαγωγίας, από immersive θεάματα έως τουριστικές περιηγήσεις, από ντοκιμαντέρ έως παραστατικά podcasts, σηματοδοτεί ότι δεν πρόκειται μόνο για ιστορικό γεγονός αλλά για πολιτιστικό φαινόμενο με πολλαπλές «ζωές». Η συνεχής απορία του «ποιος ήταν» και η δυνατότητα ερμηνείας και αναδιατύπωσης της ιστορίας σε κάθε εποχή καθιστούν τον μύθο ανθεκτικό στο χρόνο.

Γιατί τον συζητάμε ακόμα

Δεν είναι όμως μόνο η μορφή ή η αναπαράσταση που εξηγεί την επιμονή του. Υπάρχει και ένα βαθύτερο ψυχολογικό επίπεδο ο Αντεροβγάλτης «στοιχειώνει» γιατί αντιπροσωπεύει τους φόβους μας για το άγνωστο που περιφέρεται δίπλα μας, για τη βία που δεν είδαμε να έρχεται, για το γεγονός ότι η κοινωνία μπορεί να αποτύχει να υπερασπιστεί τους πιο ευάλωτους. Οι γυναίκες που ήταν τα θύματα στο Whitechapel γίνονται σύμβολα της έκθεσης στο χάος και της αδυναμίας των θεσμών να τις προστατεύσουν. Εντούτοις, η δυνατότητα επαναφοράς της ιστορίας σε κάθε εποχή καθώς και η εκ νέου ανάγνωση της μέσα από σύγχρονους προβληματισμούς, κάνει τον μύθο περισσότερο χρήσιμο από απλά ενδιαφέρον. Μπορούμε να δούμε τον Jack the Ripper ως μια «κατασκευή» που αντικατοπτρίζει τις δικές μας ανησυχίες για την εξουσία, τη γνώση, την ορατότητα και τη δικαιοσύνη.

Ο Τζακ ο Αντεροβγάλτης παραμένει ένας ζωντανός μύθος που εξελίσσεται, μέσα από τη δημοσιογραφία, τη λογοτεχνία, την τέχνη, τον κινηματογράφο και τα σύγχρονα ψηφιακά μέσα, παραμένει σύμβολο φόβου και αινίγματος. Η ανωνυμία του, η αγριότητα των εγκλημάτων του και η έλλειψη τελεσίδικης απάντησης τον καθιστούν διαρκή πηγή έμπνευσης και συλλογικού προβληματισμού. Στην προσπάθειά μας να τον «κατανοήσουμε», ίσως αποκαλύπτουμε περισσότερα για τις δικές μας σύγχρονες φοβίες παρά για τον ίδιο. Έτσι, ο Jack the Ripper εκτός από ένας ξακουστός δολοφόνος του 1888, είναι και θρυλικό είδωλο της ανασφάλειας που πάντα θα κρύβεται από τη μάσκα της ιστορίας.

 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.