Ο «Τέλειος Αμερικανός» έφερε, προ 10ετίας, την… «Τέλεια Καταιγίδα» ως προς την παρακαταθήκη του Walt Disney.
Η όπερα του συνθέτη Φίλιπ Γκλας με επίκεντρο τον Walt Disney, άνοιξε το 2011 ξανά τον ασκό του Αιόλου, διχάζοντας κοινό σε ΗΠΑ και Βρετανία αφού παρουσίαζε τον «πατέρα» του Μίκι Μάους ως έναν ακραιφνή μακαρθιστή, αντισημίτη και ρατσιστή.
Που τελειώνει η αλήθεια και που ξεκινάει το ψέμα ως προς την προσωπικότητα του Disney;
Η όπερα του Glass, που έκανε πρεμιέρα το 2011, είναι βασισμένη στο βιβλίο «The perfect American» του αμερικανού Πίτερ Στέφαν Γιούνκ που εκδόθηκε το 2001.
Οι οπαδοί του μεγαλύτερου κινηματογραφικού παραμυθά του 20ου αιώνα ξεσηκώθηκαν τότε γιατί το λιμπρέτο του συγγραφέα αμφισβητεί ευθέως την προσωπικότητα του Ντίσνεϊ παρουσιάζοντάς τον ως έναν ακραιφνή αντικομμουνιστή, αντισημίτη, ρατσιστή και κυρίως έναν εγωκεντρικό μεγαλομανή που έτρεμε στην ιδέα να πεθάνει και να μην καταφέρει να μεταλαμπαδεύσει εγκαίρως τις γνώσεις του στις επόμενες γενιές.
Η όπερα αφηγείται τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του αμερικανού σχεδιαστή κινουμένων σχεδίων και βασίζεται σε μια φανταστική εξιστόρηση των συνθηκών εργασίας στο εργοστάσιο καρτούν του Ντίσνεϊ από έναν υπάλληλό του, τον (φανταστικό) Βίλχελμ Νταντίν.
Ο Νταντίν, βλέποντας τον εργοδότη του ανίκανο να παράγει έστω ένα τοσο δα παραμύθι της προκοπής (το βιβλίο ισχυρίζεται πως ο Ντίσνεϊ δεν μπορούσε να σχεδιάσει ούτε την… υπογραφή του), αναγκάζεται να παράγει καθημερινά χιλιάδες σχέδια, τα οποία μετέπειτα σφετερίζεται ο Ντίσνεϊ, παρουσιάζοντας τα για δικές του, πρωτότυπες δημιουργίες.
Κι όταν ο υπάλληλος αναγκάζεται να οργανώσει ένα εργατικό συνδικάτο για να διεκδικήσει τα εργασιακά του δικαιώματα, ο εργοδότης του τον απολύει, καταστρέφοντας του όλη τη ζωή.
Το σενάριο γράφτηκε με «μαγιά» τα γεγονότα του 1941, όταν σχεδιαστές και τεχνικοί κινουμένων σχεδίων στα στούντιο του Ντίσνεϊ κατέβηκαν σε απεργία οργανωμένη από τα εργατικά συνδικάτα.
Την επόμενη μέρα, ο «Θείος Γουόλτ», όπως τον αποκαλούσαν, με δήλωσή του στο περιοδικό «Variety» κατάγγειλε ότι το Χόλιγουντ έχει διαβρωθεί από κομμουνιστές. Αφού κατηγόρησε τη Συντεχνία των Καρτουνιστών Οθόνης (Screen Cartoonist Guild) ως «κομμουνιστική εμπροσθοφυλακή», υποστηρίζοντας ότι η απεργία αποτέλεσε οργανωμένη ενέργεια κομμουνιστικής επιρροής, λίγες εβδομάδες μετά, ίδρυσε μαζί με πολλούς άλλους αστέρες του Χόλιγουντ, την «Κινηματογραφική συμμαχία για τη διατήρηση του αμερικανικού ιδεώδους» (Motion Picture Alliance for the Preservation of American Ideals) ενάντια στον «κομμουνιστικό κίνδυνο».
O αντικομμουνισμός του λέγεται ότι συνοδευόταν και από αντισημιτισμό, αφού το 1938 κάλεσε στις ΗΠΑ την κινηματογραφίστρια Λένι Ρίφενσταλ, επίσημη προπαγανδίστρια των Ναζί, με σκοπό την προώθηση της ταινίας της «Olympia».
Ο επίσημος βιογράφος του Ντίσνεϊ, Νιλ Γκάμπλερ, αρνείται μεν τον αντισημιτισμό του Ντίσνεϊ, παραδέχεται ωστόσο την προθυμία του Ντίσνεϊ να συναναστρέφεται πολιτικά και κοινωνικά με δηλωμένους αντισημίτες.
Το 1928 παρουσίασε τον πιο γνωστό ήρωα καρτούν του 20ου αιώνα, τον Μίκυ Μάους, στην μικρού μήκους ταινία κινουμένων σχεδίων «Ατμόπλοιο Γουίλι», ενώ σταθμός στην καριέρα του υπήρξε η ταινία «Φαντασία» το 1940.
Ο Ντίσνεϊ γύρισε συνολικά 600 ταινίες, όπως η «Χιονάτη και οι 7 Νάνοι», «Μπάμπι» και «Η Λαίδη και ο Αλήτης», κερδίζοντας 22 Όσκαρ και συνολικά 59 υποψηφιότητες για το χρυσό αγαλματάκι. Πέθανε το 1966 από καρκίνο των πνευμόνων κι ο μύθος λέει πως το σώμα του διατηρείται καταψυγμένο σε μια κλινική κρυογονικής και ότι οι γιατροί θα το ξεπαγώσουν, όταν θα βρεθεί το φάρμακο για το καρκίνο.
«Ο Walt Disney κατά βάθος ήταν προοδευτικός άνθρωπος»
Ο γράφων απευθύνθηκε για επιπλέον πληροφορίες και μια άλλη άποψη στον Αμίντ Αμίντι, βραβευμένο συγγραφέα βιβλίων γύρω από την ιστορία των κινουμένων σχεδίων και ιδρυτή της ιστοσελίδας www.cartoonbrew.com και βαθύ γνώστη σε οτιδήποτε αφορά τον Disney.
Κύριε Amidi, υπάρχουν σαφείς αποδείξεις πως ο Ντίσνεϊ ήταν όντως ρατσιστής ή αντισημίτης;
«Απολύτως καμία. Έχοντας μελετήσει την ιστορία του Ντίσνεϊ μπορώ να σας πω πως δεν υπάρχει καμία απόδειξη πως ο ίδιος θεωρούσε φυλετικά κατώτερη μια ιδιαίτερη κατηγορία ανθρώπων, όπως τους Εβραίους, τους μαύρους, τους Ασιάτες ή ακόμη και τις γυναίκες. Πρέπει να λάβουμε υπόψη μας πως εκείνα τα χρόνια του Μεσοπολέμου -και λίγο μετά- ούτως ή άλλως οι επαγγελματικές ευκαιρίες ήταν λιγοστές για κάποιες μειονότητες και φυσικά τις γυναίκες –κι αυτό δεν ίσχυε μόνο για όσους δούλευαν για λογαριασμό του Ντίσνεϊ, αλλά σε ολους τους επαγγελματικούς τομείς της αμερικανικής ζωής. Και μπορώ να σας πω με βεβαιότητα πως ο «Θείος Γουόλτ» ήταν στην πραγματικότητα πολύ πιο προοδευτικός άνθρωπος απ’ ότι τον παρουσιάζουνε, αφού από τις αρχές του 1930 ειχε προσλάβει να εργάζονται για λογαριασμό του πολλοί άνθρωποι ασιατικής, εβραϊκής ή μεξικάνικης καταγωγής, καθώς και αρκετές γυναίκες».
Ποιος ο ρόλος του Ντίσνεϊ στη «Μαύρη Λίστα» του Χόλιγουντ που περιείχε ολους τους κομμουνιστές της βιομηχανίας του θεάματος;
«Ο Ντίσνεϊ όντως κλήθηκε να καταθέσει τον Οκτώβριο του 1947 ως «φιλικός μάρτυρας» στην Επιτροπή Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων του Κογκρέσου σχετικά με τους ανθρώπους του Χόλιγουντ που κατηγορούνταν πως μέσα από τους δημιουργίες τους προβάλλουν τους ιδέες του κομμουνιστικού ιδεώδους. Τους ο ρόλος του δεν ήταν σημαντικός γιατί η Επιτροπή ειχε «βάλει στο μάτι» σκηνοθέτες κι ηθοποιούς που συμμετείχαν σε κανονικές ταινίες κι όχι κινούμενα σχέδια. Επιπλέον, κανείς από τους εργαζομένους στα στούντιο του Ντίσνεϊ δεν απολύθηκε λόγω των πολιτικών του πεποιθήσεων τη δεκαετία του 1950».
Walt Disney, ο «ρουφιάνος» και ο «βασιλιάς» των στερεοτύπων
Στις ταινίες κινουμένων σχεδίων του, οι γυναίκες είναι πειθήνια όντα που μπορούν να καταφέρουν κάτι στη ζωή τους με μόνο τους όπλο την εξωτερική τους εμφάνιση και οι Ινδιάνοι είναι άγριοι «ερυθρόδερμοι», με βιαία ένστικτα και απρόβλεπτη συμπεριφορά.
Το χειρότερο στερεότυπο είναι αυτό του μαύρου σκλάβου, όπως παρουσιάζεται κεκαλυμμένα στην ταινία «Ντάμπο», όπου το μαύρο πούλι ονομάζεται «Τζιμ Κρόου» (οι νόμοι Jim Crow θεσπίστηκαν το 1876 ως μέσο διαχωρισμού λευκών και μαύρων σε κοινωνικές εκδηλώσεις).
Ο Ντίσνεϊ κατηγορήθηκε επίσης και ως «ρουφιάνος» και «καρφί», καθώς τον Οκτώβριο του 1947, ενώπιον της Επιτροπής Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων του Κογκρέσου κατέδωσε τέσσερις υπάλληλους του ως «φανερούς κομμουνιστές», προκειμένου να αποδείξει ότι δεν είχε σχέση με το κομμουνιστικό κόμμα: τον σκηνογράφο και συνδικαλιστή Χέρμπερτ Σόρελ, τον κομίστα Ντέιβιντ Χίλμπερμαν και τους ατζέντηδες καλλιτεχνών Γουίλιαμ Πόμερανς και Μόρις Χάουαρντ.
Ετσι δημιουργείται η πρώτη Μαύρη Λίστα του Χόλιγουντ.
«Ο ίδιος ο Ντίσνεϊ, ως άνθρωπος, δεν ήταν τόσο αγαπητός όσο το όνομα που άφησε ως παρακαταθήκη του. Απαιτούσε από τους υπαλλήλους του την ίδια σκληρή δουλειά που απαιτούσε από τον εαυτό του, ενώ δεν αισθανόταν καθόλου άνετα μέσα σε ένα περιβάλλον όπου βρίσκονταν άλλοι Εβραίοι, μαύροι ή συνδικαλιστές», σημειώνει ένα προ ετών άρθρο της βρετανικής Independent, προσθέτοντας πως «όσον αφορά στο υλικό που επέλεγε για τις ιστορίες του, αυτό ειχε να κάνει με εύκολους συναισθηματισμούς, συντηρητικές αξίες, ευχάριστα φινάλε κι επιφανειακούς χαρακτήρες, όλα κάτω από την πρόφαση πως δήθεν απευθύνονταν σε μικρά παιδιά».