Το 1938 μπορεί να ήταν μια καλή χρονιά για πολλούς, αλλά όχι για τον Φρανκ Σινάτρα. Τριάντα χρόνια πριν τραγουδήσει το “That’s Life”, ο 23χρονος «γαλανομάτης θαύμα» βρέθηκε να φιλάει το έδαφος, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Είχε μπλεχτεί σε μερικούς καβγάδες στο παρελθόν, αλλά εκείνη τη νύχτα έκανε πρεμιέρα σε ένα κελί του Νιου Τζέρσι. Η αιτία; Ένα «πρόβλημα» που γράφεται με τα γράμματα «γ-υ-ν-α-ί-κ-α». Όπως θα τραγουδούσε αργότερα, «σηκώθηκε και ξαναμπήκε στον αγώνα», αλλά εκείνη τη στιγμή είχε μια ιο επείγουσα αγωνία: να βρει την εγγύηση για να βγει. Το παράπτωμα; Κρατηθείτε: κατηγορήθηκε για την αποπλάνηση μιας παντρεμένης γυναίκας.
Ο Φρανκ Σινάτρα μπορεί να έχει μείνει στην ιστορία για πολλά: από τη φωνή που έλιωνε τις καρδιές μέχρι τη φήμη του ως «γυναικοκατακτητής», αλλά η πιο λαμπερή πλευρά του συχνά απουσιάζει από τις επίσημες βιογραφίες του. Στα τέλη της δεκαετίας του ’40, ενώ τραγουδούσε στη Νέα Υόρκη, ανέβηκε στο Χάρλεμ για να παρακολουθήσει ένα σόου του Will Maston Trio, για το οποίο είχε ακούσει διθυράμβους. Αν το όνομα Maston δεν σας λέει κάτι, να σας συστήσουμε τον τραγουδιστή της μπάντας: έναν νεαρό άνδρα που ονομαζόταν Σάμι Ντέιβις Τζούνιορ (Sammy Davis Jr.).
Ο Σινάτρα έμεινε άφωνος. Περίμενε να τελειώσει η παράσταση και κάλεσε τον Σάμι στην επόμενη εμφάνισή του. Όμως την επόμενη εβδομάδα, ο Σάμι ήταν άφαντος. Ο Φρανκ γύρισε ξανά στο Χάρλεμ και τον ρώτησε γιατί. Η απάντηση ήταν ωμή: «Ήρθα, αλλά δεν με άφησαν να μπω».
Ο Σινάτρα, έξαλλος, βγήκε από το θέατρο όπου εμφανιζόταν, έσκισε το συμβόλαιό του μπροστά στον διευθυντή και δεν ξαναπάτησε εκεί. Όταν ο Σάμι αποκλείστηκε από το Copacabana, ο Φρανκ σταμάτησε να τραγουδάει και εκεί. Σε ένα Λας Βέγκας που μύριζε διακρίσεις, όταν ο Σάμι δεν μπορούσε να μείνει στο ίδιο ξενοδοχείο, ο Σινάτρα τού έδωσε το δικό του δωμάτιο. Μετά από ένα τροχαίο που άφησε τον Σάμι τυφλό από το ένα μάτι, ο Φρανκ κάλυψε όλους τους ιατρικούς λογαριασμούς του.
Όταν τον ρωτούσαν γιατί έκανε όλα αυτά, ο Σινάτρα είχε μια απλή, αφοπλιστική απάντηση: «Είναι ο αδερφός μου».
Όποτε ο Σινάτρα διοργάνωνε πάρτι, συνήθιζε να σηκώνει το ποτήρι του και να δίνει την εμβληματική του πρόποση: «Είθε να ζήσετε μέχρι τα 100, και η τελευταία φωνή που θα ακούσετε να είναι η δική μου.»
Κι αν ο ίδιος δεν έφτασε να σβήσει 100 κεράκια: η ζωή τον άφησε στα 82 του, στις 14 Μαΐου 1998, από καρδιακή προσβολή στο Cedars-Sinai Medical Center στο Λος Άντζελες, η φωνή του εξακολουθεί να ζει. Είναι εκεί, μια μυσταγωγία πέρα από το φυσικό τάγμα των πραγμάτων. Κάθε χρόνο, τέτοια εποχή τον ακούμε και τον θυμόμαστε.
Η κληρονομιά του είναι μαγευτική: 1.400 ηχογραφήσεις, 31 χρυσοί δίσκοι, εννιά πλατινένιοι, τρεις διπλά πλατινένιοι και ένας τριπλά πλατινένιος. Περισσότερα από 150 εκατομμύρια άλμπουμ πουλήθηκαν παγκοσμίως, συν 60 ταινίες. Όπως ανέφερε και το CNBC, ο Σινάτρα δεν ήταν απλώς ένας τραγουδιστής· ήταν μια εποχή από μόνος του, ένας θρύλος που το ίχνος του συνεχίζει να λάμπει με την πάροδο των δεκαετιών.
Γεννημένος σε μια εποχή γεμάτη προκλήσεις, στις 12 Δεκεμβρίου του 1915, ο Σινάτρα κατάφερε να αναδειχθεί από τα σκοτεινά σοκάκια του Χόμποκεν στο λαμπερό προσκήνιο της μουσικής σκηνής. Με την ακαταμάχητη γοητεία του και τη μοναδική φωνή του, κατόρθωσε να κερδίσει τις καρδιές εκατομμυρίων. Η «Φωνή» του έγινε θρύλος, και οι θαυμαστές του δεν τον αποκαλούν απλώς έναν ακόμη καλλιτέχνη· τον θεωρούν μια ξεχωριστή θεότητα.
Όταν η “Φωνή” συνάντησε τον Q
Κάποτε ένας νεαρός τρομπετίστας από το Σικάγο, ο Κουίνσι Τζόουνς (Quincy Jones), ξεκίνησε τη μαγική του διαδρομή ως ενορχηστρωτής και διευθυντής ορχήστρας για θρύλους όπως η Dinah Washington, ο Dizzy Gillespie και η Sarah Vaughan τη δεκαετία του ’50. Όμως, ήταν η συνεργασία του με τον Φρανκ Σινάτρα που τον ανέβασε στη διεθνή σκηνή, χαρίζοντάς του μια θέση στο πάνθεο της μουσικής.
Ήταν Ιούνιος του 1958 όταν ο Τζόουνς, τότε ήδη καταξιωμένος στην Ευρώπη πριν κερδίσει τη φήμη στην πατρίδα του, έλαβε ένα τηλεφώνημα που έμοιαζε σχεδόν εξωπραγματικό. Από το γραφείο της Πριγκίπισσας Γκρέις του Μονακό, του μετέφεραν την επιθυμία του Φρανκ Σινάτρα να συγκεντρώσει μια ορχήστρα για μια συναυλία στο Sporting Club του πριγκιπάτου, με σκοπό τη στήριξη του Ταμείου Προσφύγων των Ηνωμένων Εθνών. Η ιδέα να συνεργαστεί με έναν από τους μεγαλύτερους μουσικούς του καιρού του τον γέμισε ανείπωτη χαρά. Επέλεξε προσωπικά 55 κορυφαίους μουσικούς και ξεκίνησε μαζί τους, με ένα τρένο, για τη μαγευτική Γαλλική Ριβιέρα.
Η πρώτη συνάντησή του με τον Σινάτρα ήταν λιτή αλλά αξέχαστη. Ο τραγουδιστής, με το βλέμμα που έμοιαζε να διαπερνά την ψυχή, δεν είπε πολλά. «Δεν μου είπε πάνω από δέκα προτάσεις όλη την ώρα που δουλεύαμε», θυμόταν ο Jones. Όταν ο Σινάτρα μπήκε στον χώρο της πρόβας, τον κοίταξε με εκείνα τα ατσάλινα γαλάζια μάτια και απλώς του είπε: «Έχεις ακούσει τους δίσκους. Ξέρεις τι να κάνεις.»
Η συναυλία ήταν ένας θρίαμβος, με τον Σινάτρα να δίνει την πιο λιτή αλλά σημαδιακή επιβεβαίωση στον Τζόουνς: «Ναι, πολύ καλή δουλειά, Q». Ωστόσο, πέρασαν έξι χρόνια πριν οι δυο τους συναντηθούν ξανά επαγγελματικά. Ήταν το 1964 όταν ο Σινάτρα, σχεδόν σαν από το πουθενά, τηλεφώνησε στον Q. Τον ρώτησε αν θα μπορούσε να αναλάβει την ενορχήστρωση και τη διεύθυνση μιας στούντιο ηχογράφησης που σχεδίαζε με τον σπουδαίο Κάουντ Μπέιζι (Count Basie) και την ορχήστρα του.
Μέσα στο στούντιο, ο Τζόουνς έζησε από κοντά την απίστευτη αφοσίωση του Σινάτρα στη μουσική. Παρατηρώντας τη σχολαστικότητα και τον επαγγελματισμό του τραγουδιστή, ένιωσε τη βαθιά αγάπη του για τη μουσική των big bands και τους μουσικούς που έδιναν ζωή σε αυτήν. Ο ίδιος ο Τζόουνς θυμόταν: «Από την εποχή του με τον Tommy Dorsey και τον Harry James, σε μπάντες όπου οι οργανοπαίκτες ήταν οι αληθινοί πρωταγωνιστές και οι τραγουδιστές απλώς το διάλειμμα, ο Σινάτρα προσέγγιζε τη συνεργασία με μεγάλες μπάντες σαν μια σχεδόν θρησκευτική εμπειρία, γεμάτη σεβασμό και δέος».
Οι ηχογραφήσεις, που ενορχήστρωσε ο Κουίνσι Τζόουνς , κυκλοφόρησαν με τον τίτλο “It Might As Well Be Swing”, περιλαμβάνοντας το αριστούργημα “Fly Me To The Moon”, το οποίο χαιρετίστηκε αμέσως ως κλασικό. Για τον Τζόουνς, αυτή η συνεργασία με τον Σινάτρα ήταν κάτι περισσότερο από καλλιτεχνική επιτυχία. Ήταν ένα βήμα σε έναν ανώτερο κόσμο, όπως παραδέχτηκε ο ίδιος το 2001: «Ανατρέχοντας πίσω, εκείνο το τηλεφώνημα από τον Frank ήταν ένα κομβικό σημείο στην καριέρα μου και στη ζωή μου». Μια στιγμή μοιάζει να συνδέει δύο αστέρια, φωτίζοντας την τροχιά τους μέσα στη μουσική αιωνιότητα.
Strangers in the night
Όμως, αν υπάρχει ένας δίσκος που να αποτυπώνει την ουσία του Σινάτρα (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρόκειται περί προσωπικής εκτίμησης, αλλά καθαρά αντικειμενικής), αυτός δεν μπορεί να είναι άλλος από το “Strangers In The Night” του 1966.
Ο δίσκος μοιάζει με ένα ονειρικό μωσαϊκό, ένας αρμονικός χορός ανάμεσα σε κλασικές μελωδίες, αξεπέραστα standards και παιχνιδιάρικες pop νότες. Από το εμβληματικό κομμάτι του τίτλου, το οποίο, λέγεται, ότι ο Σινάτρα μισούσε να ερμηνεύει (!) μέχρι την αναπάντεχα απολαυστική διασκευή του “Downtown” της Petula Clark, κάθε νότα σε αυτόν τον δίσκο δίνει και έναν αστείρευτο παλμό ζωής. Ήταν ο πέμπτος και τελευταίος δίσκος του που σκαρφάλωσε στο #1 των Pop Albums chart, με το ομότιτλο τραγούδι να αγγίζει επίσης την κορυφή.
Το “Strangers In The Night” πέρασε στην αιωνιότητα, φτάνοντας σε πλατινένια αναγνώριση (1 εκατομμύριο αντίτυπα), ένας από τους ελάχιστους δίσκους του πέρα από τα «Χριστουγεννιάτικα» άλμπουμ και τις διάφορες συλλογές που κάθε τόσο έβγαιναν και κατάφερναν τέτοιο επίτευγμα.
Ωστόσο, αυτός ο δίσκος σήμανε το τέλος της πολυετούς συνεργασίας του Σινάτρα με τον Νέλσον Ρίντλ (Nelson Riddle) και την ορχήστρα του, μια σύμπραξη που σε κάθε δίσκο τους έμοιαζε με κεραυνό μέσα σε γυάλινη σφαίρα. Γιατί, ας μην γελιόμαστε, πέρα από την φωνή, από την πρώτη ως την τελευταία νότα, ο δίσκος σφύζει από την υπογραφή του Riddle, γεμάτος συναισθηματική ένταση και μια απίστευτη νοσταλγική αρμονία. Σήμερα, 58 χρόνια μετά την κυκλοφορία του, η μαγεία του ηχεί το ίδιο εκθαμβωτική, σαν να έχει φτιαχτεί για να αιωρείται στην αιωνιότητα.
Ο Σινάτρα είχε τη φήμη του “One-Take Charlie” — προτιμούσε την ενέργεια από την τελειότητα, τελειώνοντας τις ηχογραφήσεις του με έναν ρυθμό που θα έκανε ακόμα και τον πιο υπομονετικό παραγωγό να ιδρώσει. Όπως λέει και το ρητό, κάποιες φορές το γρήγορο είναι καλύτερο από το τέλειο. Και μιας και μιλάμε για ενέργεια, οι κραυγές των γυναικών στις συναυλίες του Σινάτρα δεν ήταν πάντα αυθόρμητες, όπως λέγεται. Ο μάνατζέρ του φρόντιζε να πληρώνει 5 δολάρια σε «στρατηγικά» τοποθετημένες θαυμάστριες για να ενθαρρύνουν το πλήθος.
Επίσης, ο μύθος του συνδέεται και με πολλές φήμες για σχέσεις με τη Μαφία. Ακόμα και ο ίδιος τραγούδησε για τον διαβόητο Λάκι Λουτσιάνο (Lucky Luciano), τον μεγάλο και τρανό αρχιτέκτονα του οργανωμένου εγκλήματος, όταν ήταν στη φυλακή. Για έναν καλλιτέχνη που λάτρευε το φως της δημοσιότητας, οι σκιές των σχέσεων αυτών προσθέτουν έναν αέρα μυστηρίου. Ο Σινάτρα ήταν γνωστός για τη θυελλώδη του σχέση με την Άβα Γκάρντνερ (Ava Gardner), αλλά και για τα βαθιά συναισθηματικά του σκαμπανεβάσματα. Μια άλλη, από τις πιο παράξενες ιστορίες του, ήταν η απόπειρα του Σινάτρα και του Τζο ΝτιΜάτζιο (Joe DiMaggio) να πιάσουν τη Μέριλιν (Marilyn Monroe) στα πράσα με άλλον άντρα. Το μόνο πρόβλημα… Μπούκαραν στο λάθος σπίτι, κάνοντας μια γραμματέα που την έλεγαν Florence Kotz πλουσιότερη κατά $75,000 μετά από μήνυση. Βέβαια, ο ίδιος περιέγραφε τον εαυτό του ως «μανιοκαταθλιπτικό 18 καρατίων», δείχνοντας πως πίσω από τη γοητεία υπήρχε ένας ευάλωτος άνθρωπος. Έφτασε μάλιστα στο σημείο να προσπαθήσει να βάλει τέλος στη ζωή του τέσσερις φορές.
Η νύχτα που ο θρύλος έσπασε
Το πιο αλλόκοτο κεφάλαιο στη ζωή του Φρανκ Σινάτρα, μια πληγή που ποτέ δεν έκλεισε, στοιχειώνοντας την ψυχή του με το φόβο και την ευθραυστότητα που μπορεί να φέρει η διασημότητα ήταν λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1963. Στις 10 Δεκεμβρίου δέχθηκε ένα τηλεφώνημα που έμοιαζε να έχει βγει από σενάριο μιας κακής γκανγκστερικής ταινίας. Στην άλλη άκρη της γραμμής βρίσκονταν δύο τύποι, οι οποίοι κρατούσαν τον γιο του, Φρανκ Τζούνιορ, όμηρο από τις 8 Δεκεμβρίου. Η απαίτηση; Ένα αστρονομικό ποσό για την εποχή: 240.000 δολάρια. Ο Σινάτρα, δίχως δεύτερη σκέψη, έσπευσε να πληρώσει.
Το έγκλημα ήταν, το λιγότερο, περίεργο. Οι απαγωγείς; Δύο πρώην συμμαθητές λυκείου, ο Μπάρι Κίναν και ο Τζο Άμσλερ, οι οποίοι αποφάσισαν πως το να αρπάξουν τον γιο ενός ζωντανού θρύλου ήταν ο πιο γρήγορος δρόμος για εύκολο χρήμα. Αλλά όχι οποιουδήποτε θρύλου. Του Φρανκ Σινάτρα, που οι συνδέσεις του εκτείνονταν από τους Κένεντι μέχρι τη Μαφία. Αν μη τι άλλο, το μότο τους ήταν ξεκάθαρο: «ή όλα ή τίποτα».
Οι δύο 23χρονοι από το Λος Άντζελες παρακολουθούσαν τον Φρανκ Τζούνιορ για εβδομάδες. Μετά από μερικές αδέξιες προσπάθειες, αποφάσισαν να δράσουν στις 8 Δεκεμβρίου, ενώ ο Σινάτρα έδινε παράσταση στο Harrah’s Club Lodge, στη λίμνη Tahoe. Με την αυτοπεποίθηση δύο ηθοποιών (κακού θρίλερ), εμφανίστηκαν έξω από το καμαρίνι του Τζούνιορ στις 9 μ.μ., προσποιούμενοι πως έκαναν μια παράδοση. Μόλις μπήκαν, έβγαλαν πιστόλια. Έδεσαν έναν άτυχο φίλο του Σινάτρα που βρέθηκε στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή, έδεσαν τα μάτια του στόχου τους με έναν επίδεσμο και τον έβγαλαν από μια πλαϊνή πόρτα. Με έναν συνδυασμό τύχης και απροσεξίας από την πλευρά των αρχών, κατάφεραν να περάσουν από μπλόκα και ακόμη και από έναν έλεγχο της αστυνομίας, φτάνοντας τελικά στο κρησφύγετό τους στα προάστια του Λος Άντζελες. Εν τω μεταξύ, οι πράκτορες του FBI συναντήθηκαν με τους γονείς του Φρανκ Τζούνιορ ξεχωριστά. Όλοι υπέθεσαν πως το κίνητρο ήταν ξεκάθαρα οικονομικό. Οι αρχές συμβούλευσαν τον Σινάτρα να περιμένει την αναπόφευκτη απαίτηση λύτρων, δίνοντάς τους χρόνο να αναλάβουν δράση. Και έτσι ξεκίνησε μια υπόθεση που έμελλε να γίνει μια από τις πιο παράδοξες στιγμές της ζωής του Φρανκ Σινάτρα.
Το επόμενο βράδυ, ο Τζον Έργουιν, ο μεσάζοντας για τα λύτρα που είχαν ορίσει οι Κίναν και Άμσλερ, τηλεφώνησε στον Φρανκ Σινάτρα (τον πρεσβύτερο), απαιτώντας 240.000 δολάρια για την επιστροφή του 19χρονου γιου του. Ο Σινάτρα έδωσε τα χρήματα στο FBI, που φρόντισε να τα φωτογραφήσει ένα προς ένα. Σύμφωνα με τις οδηγίες του Έργουιν, η παράδοση έγινε στις 11 Δεκεμβρίου, ανάμεσα σε δύο σχολικά λεωφορεία στο Σεπουλβέντα της Καλιφόρνια. Οι Κίναν και Άμσλερ μάζεψαν τα λεφτά, και ο Έργουιν απελευθέρωσε τον Φρανκ Τζούνιορ στο Μπελ Έρ. Ο νεαρός κατέφυγε στο σπίτι της μητέρας του, Νάνσι, αφού πρώτα ενημέρωσε έναν φύλακα ασφαλείας για την ταυτότητά του. Στη συνέχεια, είπε στους πράκτορες του FBI όσα θυμόταν, τα οποία ήταν περιορισμένα, αφού παρέμενε με δεμένα τα μάτια κατά τη διάρκεια της απαγωγής. Όμως, η τύχη τους δεν κράτησε πολύ. Ο ίδιος ο Έργουιν αποκάλυψε όλη την ιστορία στον αδελφό του, ο οποίος, με τη σειρά του, τα ξεφούρνισε όλα στους πράκτορες του FBI στο Σαν Ντιέγκο.
Μέσα σε λίγες ώρες, οι Κίναν και Άμσλερ συνελήφθησαν, ενώ το μεγαλύτερο μέρος των λύτρων εντοπίστηκε. Ένα μέρος των χρημάτων βρέθηκε σε θυρίδα ασφαλείας που ο Μπάρι Κίναν μοιραζόταν με τον φίλο του, Ντιν Τόρενς, μέλος του μουσικού ντουέτου Jan and Dean. Ο Τόρενς κλήθηκε να καταθέσει στη δίκη, αρχικά ισχυριζόμενος ότι δεν είχε ιδέα για τα σχέδια του φίλου του να απαγάγει τον Φρανκ Τζούνιορ. Όμως, όταν βρέθηκε αντιμέτωπος με κατηγορίες ψευδορκίας, άλλαξε το τροπάριο του, παραδεχόμενος ότι είχε δανείσει στον Κίναν 1.000 δολάρια. Πρόσθεσε, όμως, πως ποτέ δεν πίστευε ότι ο Μπάρι θα προχωρούσε με το σχέδιο. Το αποτέλεσμα; Η καριέρα του Jan and Dean πήρε απότομη κατηφόρα λόγω αυτής της «άβολης» σύνδεσης.
Επίσης, από την μεριά της η υπεράσπιση προσπάθησε να πείσει ότι ο ίδιος ο Φρανκ Τζούνιορ είχε ενορχηστρώσει την απαγωγή για να τραβήξει την προσοχή στη μέτρια καριέρα του. Θα μπορούσε, βέβαια, απλώς να κουβαλάει μια πινακίδα που να γράφει «ΕΙΜΑΙ Ο ΓΙΟΣ ΤΟΥ ΦΡΑΝΚ ΣΙΝΑΤΡΑ», αλλά εν πάση περιπτώσει, η θεωρία αυτή δεν έπεισε κανέναν, ούτε το δικαστήριο. Οι συνωμότες καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη και 75 χρόνια επιπλέον, αν και το εφετείο τους εξασφάλισε πολύ μικρότερες ποινές (ο Άμσλερ και ο Έργουιν εξέτισαν τρία χρόνια και έξι μήνες, ενώ ο Κίναν τέσσερα χρόνια και έξι μήνες).
Βέβαια, για δεκαετίες, ο Φρανκ Τζούνιορ κουβαλούσε τη σκιά αυτών των υποψιών, αποφεύγοντας ερωτήσεις για το περιστατικό. Παρά τις φήμες, κατάφερε τελικά να χαράξει τη δική του πορεία, ακόμη και μέσω καρτούν, εμφανιζόμενος μαζί με τον Μπράιαν και τον Στούι Γκρίφιν στο “Family Guy”.
Ο Φρανκ Σινάτρα, ο άνθρωπος με τη φωνή που μπορούσε να αιχμαλωτίσει την ψυχή και το βλέμμα που διαπερνούσε καρδιές, υπήρξε κάτι περισσότερο από ένας καλλιτέχνης. Ήταν ένας ζωντανός μύθος, μια φιγούρα που γλιστρούσε ανάμεσα στα όρια του ανθρώπινου και του θεϊκού. Από τις αξέχαστες ερμηνείες του όπως το My Way και το Fly Me To The Moon, μέχρι τις στιγμές του πίσω από τα φώτα, όπου συνεργαζόταν με τιτάνες όπως ο Count Basie και ο Quincy Jones, ο Σινάτρα απέδειξε ότι η τέχνη του δεν ήταν απλώς μουσική, αλλά μια μορφή ζωής.
Και, παρόλο που η λάμψη του συχνά περιπλέκονταν με ιστορίες για τη Μαφία, απαγωγές και θρυλικές συναυλίες, τίποτα δεν μπορεί να επισκιάσει το μεγαλείο της φωνής του και την ικανότητά του να παραμένει αιώνια σχετικός.
Αλλά ο Σινάτρα δεν μπορεί να περιοριστεί σε λέξεις, ούτε να χωρέσει σε ένα μόνο άρθρο. Είναι η αντήχηση ενός κόσμου γεμάτου όνειρα, παθιασμένες ερμηνείες και μυστήριο. Ένας κόσμος όπου η κάθε του νότα ήταν μια υπενθύμιση ότι, τελικά, η τέχνη μπορεί να υπερβεί τη θνητότητα. Και έτσι, όπως το φεγγάρι συνεχίζει να «ταξιδεύει» στον ουρανό, έτσι και ο Φρανκ Σινάτρα θα παραμένει για πάντα ένας φάρος στην απέραντη θάλασσα της μουσικής.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Inst agram.
Το 1938 μπορεί να ήταν μια καλή χρονιά για πολλούς, αλλά όχι για τον Φρανκ Σινάτρα. Τριάντα χρόνια πριν τραγουδήσει το “That’s Life”, ο 23χρονος «γαλανομάτης θαύμα» βρέθηκε να φιλάει το έδαφος, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Είχε μπλεχτεί σε μερικούς καβγάδες στο παρελθόν, αλλά εκείνη τη νύχτα έκανε πρεμιέρα σε ένα κελί του Νιου Τζέρσι. Η αιτία; Ένα «πρόβλημα» που γράφεται με τα γράμματα «γ-υ-ν-α-ί-κ-α». Όπως θα τραγουδούσε αργότερα, «σηκώθηκε και ξαναμπήκε στον αγώνα», αλλά εκείνη τη στιγμή είχε μια ιο επείγουσα αγωνία: να βρει την εγγύηση για να βγει. Το παράπτωμα; Κρατηθείτε: κατηγορήθηκε για την αποπλάνηση μιας παντρεμένης γυναίκας.
Ο Φρανκ Σινάτρα μπορεί να έχει μείνει στην ιστορία για πολλά: από τη φωνή που έλιωνε τις καρδιές μέχρι τη φήμη του ως «γυναικοκατακτητής», αλλά η πιο λαμπερή πλευρά του συχνά απουσιάζει από τις επίσημες βιογραφίες του. Στα τέλη της δεκαετίας του ’40, ενώ τραγουδούσε στη Νέα Υόρκη, ανέβηκε στο Χάρλεμ για να παρακολουθήσει ένα σόου του Will Maston Trio, για το οποίο είχε ακούσει διθυράμβους. Αν το όνομα Maston δεν σας λέει κάτι, να σας συστήσουμε τον τραγουδιστή της μπάντας: έναν νεαρό άνδρα που ονομαζόταν Σάμι Ντέιβις Τζούνιορ (Sammy Davis Jr.).
Ο Σινάτρα έμεινε άφωνος. Περίμενε να τελειώσει η παράσταση και κάλεσε τον Σάμι στην επόμενη εμφάνισή του. Όμως την επόμενη εβδομάδα, ο Σάμι ήταν άφαντος. Ο Φρανκ γύρισε ξανά στο Χάρλεμ και τον ρώτησε γιατί. Η απάντηση ήταν ωμή: «Ήρθα, αλλά δεν με άφησαν να μπω».
Ο Σινάτρα, έξαλλος, βγήκε από το θέατρο όπου εμφανιζόταν, έσκισε το συμβόλαιό του μπροστά στον διευθυντή και δεν ξαναπάτησε εκεί. Όταν ο Σάμι αποκλείστηκε από το Copacabana, ο Φρανκ σταμάτησε να τραγουδάει και εκεί. Σε ένα Λας Βέγκας που μύριζε διακρίσεις, όταν ο Σάμι δεν μπορούσε να μείνει στο ίδιο ξενοδοχείο, ο Σινάτρα τού έδωσε το δικό του δωμάτιο. Μετά από ένα τροχαίο που άφησε τον Σάμι τυφλό από το ένα μάτι, ο Φρανκ κάλυψε όλους τους ιατρικούς λογαριασμούς του.
Όταν τον ρωτούσαν γιατί έκανε όλα αυτά, ο Σινάτρα είχε μια απλή, αφοπλιστική απάντηση: «Είναι ο αδερφός μου».
Όποτε ο Σινάτρα διοργάνωνε πάρτι, συνήθιζε να σηκώνει το ποτήρι του και να δίνει την εμβληματική του πρόποση: «Είθε να ζήσετε μέχρι τα 100, και η τελευταία φωνή που θα ακούσετε να είναι η δική μου.»
Κι αν ο ίδιος δεν έφτασε να σβήσει 100 κεράκια: η ζωή τον άφησε στα 82 του, στις 14 Μαΐου 1998, από καρδιακή προσβολή στο Cedars-Sinai Medical Center στο Λος Άντζελες, η φωνή του εξακολουθεί να ζει. Είναι εκεί, μια μυσταγωγία πέρα από το φυσικό τάγμα των πραγμάτων. Κάθε χρόνο, τέτοια εποχή τον ακούμε και τον θυμόμαστε.
Η κληρονομιά του είναι μαγευτική: 1.400 ηχογραφήσεις, 31 χρυσοί δίσκοι, εννιά πλατινένιοι, τρεις διπλά πλατινένιοι και ένας τριπλά πλατινένιος. Περισσότερα από 150 εκατομμύρια άλμπουμ πουλήθηκαν παγκοσμίως, συν 60 ταινίες. Όπως ανέφερε και το CNBC, ο Σινάτρα δεν ήταν απλώς ένας τραγουδιστής· ήταν μια εποχή από μόνος του, ένας θρύλος που το ίχνος του συνεχίζει να λάμπει με την πάροδο των δεκαετιών.
Γεννημένος σε μια εποχή γεμάτη προκλήσεις, στις 12 Δεκεμβρίου του 1915, ο Σινάτρα κατάφερε να αναδειχθεί από τα σκοτεινά σοκάκια του Χόμποκεν στο λαμπερό προσκήνιο της μουσικής σκηνής. Με την ακαταμάχητη γοητεία του και τη μοναδική φωνή του, κατόρθωσε να κερδίσει τις καρδιές εκατομμυρίων. Η «Φωνή» του έγινε θρύλος, και οι θαυμαστές του δεν τον αποκαλούν απλώς έναν ακόμη καλλιτέχνη· τον θεωρούν μια ξεχωριστή θεότητα.
Όταν η “Φωνή” συνάντησε τον Q
Κάποτε ένας νεαρός τρομπετίστας από το Σικάγο, ο Κουίνσι Τζόουνς (Quincy Jones), ξεκίνησε τη μαγική του διαδρομή ως ενορχηστρωτής και διευθυντής ορχήστρας για θρύλους όπως η Dinah Washington, ο Dizzy Gillespie και η Sarah Vaughan τη δεκαετία του ’50. Όμως, ήταν η συνεργασία του με τον Φρανκ Σινάτρα που τον ανέβασε στη διεθνή σκηνή, χαρίζοντάς του μια θέση στο πάνθεο της μουσικής.
Ήταν Ιούνιος του 1958 όταν ο Τζόουνς, τότε ήδη καταξιωμένος στην Ευρώπη πριν κερδίσει τη φήμη στην πατρίδα του, έλαβε ένα τηλεφώνημα που έμοιαζε σχεδόν εξωπραγματικό. Από το γραφείο της Πριγκίπισσας Γκρέις του Μονακό, του μετέφεραν την επιθυμία του Φρανκ Σινάτρα να συγκεντρώσει μια ορχήστρα για μια συναυλία στο Sporting Club του πριγκιπάτου, με σκοπό τη στήριξη του Ταμείου Προσφύγων των Ηνωμένων Εθνών. Η ιδέα να συνεργαστεί με έναν από τους μεγαλύτερους μουσικούς του καιρού του τον γέμισε ανείπωτη χαρά. Επέλεξε προσωπικά 55 κορυφαίους μουσικούς και ξεκίνησε μαζί τους, με ένα τρένο, για τη μαγευτική Γαλλική Ριβιέρα.
Η πρώτη συνάντησή του με τον Σινάτρα ήταν λιτή αλλά αξέχαστη. Ο τραγουδιστής, με το βλέμμα που έμοιαζε να διαπερνά την ψυχή, δεν είπε πολλά. «Δεν μου είπε πάνω από δέκα προτάσεις όλη την ώρα που δουλεύαμε», θυμόταν ο Jones. Όταν ο Σινάτρα μπήκε στον χώρο της πρόβας, τον κοίταξε με εκείνα τα ατσάλινα γαλάζια μάτια και απλώς του είπε: «Έχεις ακούσει τους δίσκους. Ξέρεις τι να κάνεις.»
Η συναυλία ήταν ένας θρίαμβος, με τον Σινάτρα να δίνει την πιο λιτή αλλά σημαδιακή επιβεβαίωση στον Τζόουνς: «Ναι, πολύ καλή δουλειά, Q». Ωστόσο, πέρασαν έξι χρόνια πριν οι δυο τους συναντηθούν ξανά επαγγελματικά. Ήταν το 1964 όταν ο Σινάτρα, σχεδόν σαν από το πουθενά, τηλεφώνησε στον Q. Τον ρώτησε αν θα μπορούσε να αναλάβει την ενορχήστρωση και τη διεύθυνση μιας στούντιο ηχογράφησης που σχεδίαζε με τον σπουδαίο Κάουντ Μπέιζι (Count Basie) και την ορχήστρα του.
Μέσα στο στούντιο, ο Τζόουνς έζησε από κοντά την απίστευτη αφοσίωση του Σινάτρα στη μουσική. Παρατηρώντας τη σχολαστικότητα και τον επαγγελματισμό του τραγουδιστή, ένιωσε τη βαθιά αγάπη του για τη μουσική των big bands και τους μουσικούς που έδιναν ζωή σε αυτήν. Ο ίδιος ο Τζόουνς θυμόταν: «Από την εποχή του με τον Tommy Dorsey και τον Harry James, σε μπάντες όπου οι οργανοπαίκτες ήταν οι αληθινοί πρωταγωνιστές και οι τραγουδιστές απλώς το διάλειμμα, ο Σινάτρα προσέγγιζε τη συνεργασία με μεγάλες μπάντες σαν μια σχεδόν θρησκευτική εμπειρία, γεμάτη σεβασμό και δέος».
Οι ηχογραφήσεις, που ενορχήστρωσε ο Κουίνσι Τζόουνς , κυκλοφόρησαν με τον τίτλο “It Might As Well Be Swing”, περιλαμβάνοντας το αριστούργημα “Fly Me To The Moon”, το οποίο χαιρετίστηκε αμέσως ως κλασικό. Για τον Τζόουνς, αυτή η συνεργασία με τον Σινάτρα ήταν κάτι περισσότερο από καλλιτεχνική επιτυχία. Ήταν ένα βήμα σε έναν ανώτερο κόσμο, όπως παραδέχτηκε ο ίδιος το 2001: «Ανατρέχοντας πίσω, εκείνο το τηλεφώνημα από τον Frank ήταν ένα κομβικό σημείο στην καριέρα μου και στη ζωή μου». Μια στιγμή μοιάζει να συνδέει δύο αστέρια, φωτίζοντας την τροχιά τους μέσα στη μουσική αιωνιότητα.
Strangers in the night
Όμως, αν υπάρχει ένας δίσκος που να αποτυπώνει την ουσία του Σινάτρα (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι πρόκειται περί προσωπικής εκτίμησης, αλλά καθαρά αντικειμενικής), αυτός δεν μπορεί να είναι άλλος από το “Strangers In The Night” του 1966.
Ο δίσκος μοιάζει με ένα ονειρικό μωσαϊκό, ένας αρμονικός χορός ανάμεσα σε κλασικές μελωδίες, αξεπέραστα standards και παιχνιδιάρικες pop νότες. Από το εμβληματικό κομμάτι του τίτλου, το οποίο, λέγεται, ότι ο Σινάτρα μισούσε να ερμηνεύει (!) μέχρι την αναπάντεχα απολαυστική διασκευή του “Downtown” της Petula Clark, κάθε νότα σε αυτόν τον δίσκο δίνει και έναν αστείρευτο παλμό ζωής. Ήταν ο πέμπτος και τελευταίος δίσκος του που σκαρφάλωσε στο #1 των Pop Albums chart, με το ομότιτλο τραγούδι να αγγίζει επίσης την κορυφή.
Το “Strangers In The Night” πέρασε στην αιωνιότητα, φτάνοντας σε πλατινένια αναγνώριση (1 εκατομμύριο αντίτυπα), ένας από τους ελάχιστους δίσκους του πέρα από τα «Χριστουγεννιάτικα» άλμπουμ και τις διάφορες συλλογές που κάθε τόσο έβγαιναν και κατάφερναν τέτοιο επίτευγμα.
Ωστόσο, αυτός ο δίσκος σήμανε το τέλος της πολυετούς συνεργασίας του Σινάτρα με τον Νέλσον Ρίντλ (Nelson Riddle) και την ορχήστρα του, μια σύμπραξη που σε κάθε δίσκο τους έμοιαζε με κεραυνό μέσα σε γυάλινη σφαίρα. Γιατί, ας μην γελιόμαστε, πέρα από την φωνή, από την πρώτη ως την τελευταία νότα, ο δίσκος σφύζει από την υπογραφή του Riddle, γεμάτος συναισθηματική ένταση και μια απίστευτη νοσταλγική αρμονία. Σήμερα, 58 χρόνια μετά την κυκλοφορία του, η μαγεία του ηχεί το ίδιο εκθαμβωτική, σαν να έχει φτιαχτεί για να αιωρείται στην αιωνιότητα.
Ο Σινάτρα είχε τη φήμη του “One-Take Charlie” — προτιμούσε την ενέργεια από την τελειότητα, τελειώνοντας τις ηχογραφήσεις του με έναν ρυθμό που θα έκανε ακόμα και τον πιο υπομονετικό παραγωγό να ιδρώσει. Όπως λέει και το ρητό, κάποιες φορές το γρήγορο είναι καλύτερο από το τέλειο. Και μιας και μιλάμε για ενέργεια, οι κραυγές των γυναικών στις συναυλίες του Σινάτρα δεν ήταν πάντα αυθόρμητες, όπως λέγεται. Ο μάνατζέρ του φρόντιζε να πληρώνει 5 δολάρια σε «στρατηγικά» τοποθετημένες θαυμάστριες για να ενθαρρύνουν το πλήθος.
Επίσης, ο μύθος του συνδέεται και με πολλές φήμες για σχέσεις με τη Μαφία. Ακόμα και ο ίδιος τραγούδησε για τον διαβόητο Λάκι Λουτσιάνο (Lucky Luciano), τον μεγάλο και τρανό αρχιτέκτονα του οργανωμένου εγκλήματος, όταν ήταν στη φυλακή. Για έναν καλλιτέχνη που λάτρευε το φως της δημοσιότητας, οι σκιές των σχέσεων αυτών προσθέτουν έναν αέρα μυστηρίου. Ο Σινάτρα ήταν γνωστός για τη θυελλώδη του σχέση με την Άβα Γκάρντνερ (Ava Gardner), αλλά και για τα βαθιά συναισθηματικά του σκαμπανεβάσματα. Μια άλλη, από τις πιο παράξενες ιστορίες του, ήταν η απόπειρα του Σινάτρα και του Τζο ΝτιΜάτζιο (Joe DiMaggio) να πιάσουν τη Μέριλιν (Marilyn Monroe) στα πράσα με άλλον άντρα. Το μόνο πρόβλημα… Μπούκαραν στο λάθος σπίτι, κάνοντας μια γραμματέα που την έλεγαν Florence Kotz πλουσιότερη κατά $75,000 μετά από μήνυση. Βέβαια, ο ίδιος περιέγραφε τον εαυτό του ως «μανιοκαταθλιπτικό 18 καρατίων», δείχνοντας πως πίσω από τη γοητεία υπήρχε ένας ευάλωτος άνθρωπος. Έφτασε μάλιστα στο σημείο να προσπαθήσει να βάλει τέλος στη ζωή του τέσσερις φορές.
Η νύχτα που ο θρύλος έσπασε
Το πιο αλλόκοτο κεφάλαιο στη ζωή του Φρανκ Σινάτρα, μια πληγή που ποτέ δεν έκλεισε, στοιχειώνοντας την ψυχή του με το φόβο και την ευθραυστότητα που μπορεί να φέρει η διασημότητα ήταν λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1963. Στις 10 Δεκεμβρίου δέχθηκε ένα τηλεφώνημα που έμοιαζε να έχει βγει από σενάριο μιας κακής γκανγκστερικής ταινίας. Στην άλλη άκρη της γραμμής βρίσκονταν δύο τύποι, οι οποίοι κρατούσαν τον γιο του, Φρανκ Τζούνιορ, όμηρο από τις 8 Δεκεμβρίου. Η απαίτηση; Ένα αστρονομικό ποσό για την εποχή: 240.000 δολάρια. Ο Σινάτρα, δίχως δεύτερη σκέψη, έσπευσε να πληρώσει.
Το έγκλημα ήταν, το λιγότερο, περίεργο. Οι απαγωγείς; Δύο πρώην συμμαθητές λυκείου, ο Μπάρι Κίναν και ο Τζο Άμσλερ, οι οποίοι αποφάσισαν πως το να αρπάξουν τον γιο ενός ζωντανού θρύλου ήταν ο πιο γρήγορος δρόμος για εύκολο χρήμα. Αλλά όχι οποιουδήποτε θρύλου. Του Φρανκ Σινάτρα, που οι συνδέσεις του εκτείνονταν από τους Κένεντι μέχρι τη Μαφία. Αν μη τι άλλο, το μότο τους ήταν ξεκάθαρο: «ή όλα ή τίποτα».
Οι δύο 23χρονοι από το Λος Άντζελες παρακολουθούσαν τον Φρανκ Τζούνιορ για εβδομάδες. Μετά από μερικές αδέξιες προσπάθειες, αποφάσισαν να δράσουν στις 8 Δεκεμβρίου, ενώ ο Σινάτρα έδινε παράσταση στο Harrah’s Club Lodge, στη λίμνη Tahoe. Με την αυτοπεποίθηση δύο ηθοποιών (κακού θρίλερ), εμφανίστηκαν έξω από το καμαρίνι του Τζούνιορ στις 9 μ.μ., προσποιούμενοι πως έκαναν μια παράδοση. Μόλις μπήκαν, έβγαλαν πιστόλια. Έδεσαν έναν άτυχο φίλο του Σινάτρα που βρέθηκε στο λάθος μέρος τη λάθος στιγμή, έδεσαν τα μάτια του στόχου τους με έναν επίδεσμο και τον έβγαλαν από μια πλαϊνή πόρτα. Με έναν συνδυασμό τύχης και απροσεξίας από την πλευρά των αρχών, κατάφεραν να περάσουν από μπλόκα και ακόμη και από έναν έλεγχο της αστυνομίας, φτάνοντας τελικά στο κρησφύγετό τους στα προάστια του Λος Άντζελες. Εν τω μεταξύ, οι πράκτορες του FBI συναντήθηκαν με τους γονείς του Φρανκ Τζούνιορ ξεχωριστά. Όλοι υπέθεσαν πως το κίνητρο ήταν ξεκάθαρα οικονομικό. Οι αρχές συμβούλευσαν τον Σινάτρα να περιμένει την αναπόφευκτη απαίτηση λύτρων, δίνοντάς τους χρόνο να αναλάβουν δράση. Και έτσι ξεκίνησε μια υπόθεση που έμελλε να γίνει μια από τις πιο παράδοξες στιγμές της ζωής του Φρανκ Σινάτρα.
Το επόμενο βράδυ, ο Τζον Έργουιν, ο μεσάζοντας για τα λύτρα που είχαν ορίσει οι Κίναν και Άμσλερ, τηλεφώνησε στον Φρανκ Σινάτρα (τον πρεσβύτερο), απαιτώντας 240.000 δολάρια για την επιστροφή του 19χρονου γιου του. Ο Σινάτρα έδωσε τα χρήματα στο FBI, που φρόντισε να τα φωτογραφήσει ένα προς ένα. Σύμφωνα με τις οδηγίες του Έργουιν, η παράδοση έγινε στις 11 Δεκεμβρίου, ανάμεσα σε δύο σχολικά λεωφορεία στο Σεπουλβέντα της Καλιφόρνια. Οι Κίναν και Άμσλερ μάζεψαν τα λεφτά, και ο Έργουιν απελευθέρωσε τον Φρανκ Τζούνιορ στο Μπελ Έρ. Ο νεαρός κατέφυγε στο σπίτι της μητέρας του, Νάνσι, αφού πρώτα ενημέρωσε έναν φύλακα ασφαλείας για την ταυτότητά του. Στη συνέχεια, είπε στους πράκτορες του FBI όσα θυμόταν, τα οποία ήταν περιορισμένα, αφού παρέμενε με δεμένα τα μάτια κατά τη διάρκεια της απαγωγής. Όμως, η τύχη τους δεν κράτησε πολύ. Ο ίδιος ο Έργουιν αποκάλυψε όλη την ιστορία στον αδελφό του, ο οποίος, με τη σειρά του, τα ξεφούρνισε όλα στους πράκτορες του FBI στο Σαν Ντιέγκο.
Μέσα σε λίγες ώρες, οι Κίναν και Άμσλερ συνελήφθησαν, ενώ το μεγαλύτερο μέρος των λύτρων εντοπίστηκε. Ένα μέρος των χρημάτων βρέθηκε σε θυρίδα ασφαλείας που ο Μπάρι Κίναν μοιραζόταν με τον φίλο του, Ντιν Τόρενς, μέλος του μουσικού ντουέτου Jan and Dean. Ο Τόρενς κλήθηκε να καταθέσει στη δίκη, αρχικά ισχυριζόμενος ότι δεν είχε ιδέα για τα σχέδια του φίλου του να απαγάγει τον Φρανκ Τζούνιορ. Όμως, όταν βρέθηκε αντιμέτωπος με κατηγορίες ψευδορκίας, άλλαξε το τροπάριο του, παραδεχόμενος ότι είχε δανείσει στον Κίναν 1.000 δολάρια. Πρόσθεσε, όμως, πως ποτέ δεν πίστευε ότι ο Μπάρι θα προχωρούσε με το σχέδιο. Το αποτέλεσμα; Η καριέρα του Jan and Dean πήρε απότομη κατηφόρα λόγω αυτής της «άβολης» σύνδεσης.
Επίσης, από την μεριά της η υπεράσπιση προσπάθησε να πείσει ότι ο ίδιος ο Φρανκ Τζούνιορ είχε ενορχηστρώσει την απαγωγή για να τραβήξει την προσοχή στη μέτρια καριέρα του. Θα μπορούσε, βέβαια, απλώς να κουβαλάει μια πινακίδα που να γράφει «ΕΙΜΑΙ Ο ΓΙΟΣ ΤΟΥ ΦΡΑΝΚ ΣΙΝΑΤΡΑ», αλλά εν πάση περιπτώσει, η θεωρία αυτή δεν έπεισε κανέναν, ούτε το δικαστήριο. Οι συνωμότες καταδικάστηκαν σε ισόβια κάθειρξη και 75 χρόνια επιπλέον, αν και το εφετείο τους εξασφάλισε πολύ μικρότερες ποινές (ο Άμσλερ και ο Έργουιν εξέτισαν τρία χρόνια και έξι μήνες, ενώ ο Κίναν τέσσερα χρόνια και έξι μήνες).
Βέβαια, για δεκαετίες, ο Φρανκ Τζούνιορ κουβαλούσε τη σκιά αυτών των υποψιών, αποφεύγοντας ερωτήσεις για το περιστατικό. Παρά τις φήμες, κατάφερε τελικά να χαράξει τη δική του πορεία, ακόμη και μέσω καρτούν, εμφανιζόμενος μαζί με τον Μπράιαν και τον Στούι Γκρίφιν στο “Family Guy”.
Ο Φρανκ Σινάτρα, ο άνθρωπος με τη φωνή που μπορούσε να αιχμαλωτίσει την ψυχή και το βλέμμα που διαπερνούσε καρδιές, υπήρξε κάτι περισσότερο από ένας καλλιτέχνης. Ήταν ένας ζωντανός μύθος, μια φιγούρα που γλιστρούσε ανάμεσα στα όρια του ανθρώπινου και του θεϊκού. Από τις αξέχαστες ερμηνείες του όπως το My Way και το Fly Me To The Moon, μέχρι τις στιγμές του πίσω από τα φώτα, όπου συνεργαζόταν με τιτάνες όπως ο Count Basie και ο Quincy Jones, ο Σινάτρα απέδειξε ότι η τέχνη του δεν ήταν απλώς μουσική, αλλά μια μορφή ζωής.
Και, παρόλο που η λάμψη του συχνά περιπλέκονταν με ιστορίες για τη Μαφία, απαγωγές και θρυλικές συναυλίες, τίποτα δεν μπορεί να επισκιάσει το μεγαλείο της φωνής του και την ικανότητά του να παραμένει αιώνια σχετικός.
Αλλά ο Σινάτρα δεν μπορεί να περιοριστεί σε λέξεις, ούτε να χωρέσει σε ένα μόνο άρθρο. Είναι η αντήχηση ενός κόσμου γεμάτου όνειρα, παθιασμένες ερμηνείες και μυστήριο. Ένας κόσμος όπου η κάθε του νότα ήταν μια υπενθύμιση ότι, τελικά, η τέχνη μπορεί να υπερβεί τη θνητότητα. Και έτσι, όπως το φεγγάρι συνεχίζει να «ταξιδεύει» στον ουρανό, έτσι και ο Φρανκ Σινάτρα θα παραμένει για πάντα ένας φάρος στην απέραντη θάλασσα της μουσικής.
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Inst agram.