Το καλοκαίρι του 1940, η Φρίντα Κάλο βρέθηκε στη φυλακή. Η αστυνομία της Πόλης του Μεξικού την υποπτευόταν ως συνεργό στη δολοφονία του Ρώσου επαναστάτη Λέον Τρότσκι. Αρκετές ημέρες πριν από τη σύλληψή της, εκείνος είχε δολοφονηθεί με φρικτό τρόπο με έναν ορειβατική αξίνα (πιολέ). Η δολοφονία του -και η εμπλοκή της στο έγκλημα- έδωσε μια δραματική τροπή στα γεγονότα, ειδικά αν αναλογιστεί κανείς ότι η Κάλο και ο Τρότσκι είχαν υπάρξει παθιασμένοι εραστές μόλις τρία χρόνια νωρίτερα- του είχε αφιερώσει μάλιστα μια εντυπωσιακή αυτοπροσωπογραφία.
Η Κάλο είχε πολλούς ερωτικούς συντρόφους κατά τη διάρκεια της σύντομης ζωής της (πέθανε το 1954 σε ηλικία 47 ετών), αλλά σε λίγους αφιέρωσε πίνακές της – και ακόμα λιγότεροι έδειχναν ρητά τις πολιτικές της πεποιθήσεις. Ο δεσμός της με τον Τρότσκι έκανε και τα δύο. Αν και το ειδύλλιό τους διήρκεσε μόνο μερικούς μήνες, προσφέρει ένα παράθυρο στις πολιτικές πεποιθήσεις της Κάλο και στο πόσο βαθιά επηρέασαν το έργο της.
Η Κάλο και ο Τρότσκι συναντήθηκαν για πρώτη φορά το 1937, όταν η ζωγράφος ήταν 29 ετών και ο πολιτικός 57. Η Κάλο και ο σύζυγός της, ο ζωγράφος Ντιέγκο Ριβέρα, ήταν ένθερμοι υποστηρικτές του μαρξισμού και από το 1927 ήταν on-and-off μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος του Μεξικού για μια δεκαετία. Επηρεασμένοι από τη Μεξικανική Επανάσταση στις αρχές του αιώνα, υποστήριζαν μια λαϊκή κυβέρνηση και πίστευαν ότι η πολιτική εξουσία θα έπρεπε να βρίσκεται στα χέρια της εργατικής τάξης. Στην τοιχογραφία του Ριβέρα «Το οπλοστάσιο» το 1928, παρουσίαζε την Κάλο ως ακτιβίστρια. Φορώντας ένα πουκάμισο με ένα κόκκινο αστέρι (το κόκκινο είναι το παραδοσιακό χρώμα του κομμουνισμού), η Κάλο διανέμει όπλα στους εργάτες, ενώ μια σημαία με το σήμα του κομμουνιστικού κόμματος, το σφυροδρέπανο, κυματίζει πάνω από το σκηνικό.
Το ζευγάρι υπερασπιζόταν επίσης το Mexicanidad, ένα μετα-επαναστατικό λαϊκό κίνημα που ζητούσε την αποδέσμευση της χώρας από την αποικιακή επιρροή και αποκατάσταση της αυτόχθονης κουλτούρας. Η Κάλο παρέμεινε πιστή στην τάση της Μexicanidad, τη μεξικανική κουλτούρα που ανθούσε εκείνη την περίοδο. Σε αυτό το πνεύμα η ντυνόταν, ζωγράφιζε, και ασχολούνταν με τον κήπο. Τις περισσότερες ημέρες, φορούσε παραδοσιακά ρούχα Tehuana, φούστες και μπλούζες με περίτεχνα σχέδια των Ιθαγενών της Οαχάκα. Πολλοί από τους πίνακές της εμπνέονταν από πανάρχαιους μεξικανικούς πίνακες αναθημάτων, και μαζί με τον Ριβέρα ξαναφύτεψαν την αυλή τους για να περιλαμβάνουν μόνο ντόπια φυτά (τα παχύφυτα και οι κάκτοι αφθονούσαν).
Στα μέσα της δεκαετίας του 1930, η Κάλο και ο Ριβέρα θεωρούσαν αμφότεροι τους εαυτούς τους τροτσκιστές. Είχαν παρακολουθήσει στενά τη Ρωσική Επανάσταση και την άνοδο του κομμουνισμού και γνώριζαν τον Τρότσκι ως ήρωα της εξέγερσης του Οκτώβρη του 1917, η οποία εδραίωσε την άνοδο του Βλαντιμίρ Λένιν και του σοσιαλιστικού καθεστώτος στην εξουσία. Αλλά όταν ο Ιωσήφ Στάλιν ανέλαβε την ηγεσία το 1924, εδραιώθηκε την εξουσία υποβιβάζοντας τον Τρότσκι, εξορίζοντάς τον οριστικά το 1929. Ως αποτέλεσμα, το Κομμουνιστικό Κόμμα διασπάστηκε σε δύο βασικά στρατόπεδα: Σταλινικούς και Τροτσκιστές.
Ο Ριβέρα ήταν αυτός που έπεισε τον Μεξικανό πρόεδρο Λάζαρο Καρδενάς να προσφέρει στον Τρότσκι πολιτικό άσυλο στο Μεξικό. Μετά από αρκετά χρόνια στην Τουρκία, τη Γαλλία και τη Νορβηγία, ο Τρότσκι και η σύζυγός του Ναταλία Σέντοβα επιβιβάστηκαν σε ένα πετρελαιοφόρο και κατέπλευσαν στο Ταμπίκο του Μεξικού στις 9 Ιανουαρίου 1937. Ο Ριβέρα ήταν άρρωστος, οπότε η Κάλο τους υποδέχτηκε στο λιμάνι, μαζί με μια ομάδα ένοπλων φρουρών. Στις φωτογραφίες της αποβίβασης, η Tehuana ενδυμασία της ξεχωρίζει ανάμεσα σε μια θάλασσα από αστυνομικές στολές και κοστούμια.
Η Κάλο και ο Ριβέρα προσέφεραν στον Τρότσκι και τη σύζυγό του το δεύτερο σπίτι τους, το διάσημο πλέον Casa Azul, εξοπλίζοντάς το με φρουρούς, οδοφράγματα, καλυμμένα παράθυρα και συστήματα συναγερμού για να εξασφαλίσουν την ασφάλεια του πολιτικού τους ήρωα. Η Σέντοβα θυμήθηκε με αγάπη τις απαρχές του ταξιδιού σε μια επιστολή προς τους φίλους της: «Αναπνέαμε καθαρό αέρα… Ένα αυτοκίνητο… μας μετέφερε μέσα από τα χωράφια με τους φοίνικες και τους κάκτους στα προάστια της Πόλης του Μεξικού- ένα μπλε σπίτι, μια αυλή γεμάτη φυτά, ευάερα δωμάτια, συλλογές προκολομβιανής τέχνης, πίνακες παντού: βρισκόμασταν σε έναν νέο πλανήτη, στο σπίτι του Ριβέρα».
Δεν πέρασε πολύς καιρός αφότου το ζευγάρι των Ρώσων εγκαταστάθηκε στο σπίτι και αναπτύχθηκε ένα ειδύλλιο μεταξύ της Κάλο και του Τρότσκι. Ο γραμματέας του πολιτικού, Ζαν βαν Χάιενουρτ, θυμόταν τo απροκάλυπτ φλερτ του ζευγαριού κάτω από τη μύτη της συζύγου του Τρότσκι. Η Σέντοβα δεν καταλάβαινε αγγλικά, τη γλώσσα στην οποία επικοινωνούσαν οι εραστές. Συναντιούνταν κρυφά στο σπίτι της αδελφής της Κάλο και ο Τρότσκι έβαζε ερωτικά σημειώματα στα βιβλία που της δάνειζε. Οι προσπάθεια της Κάλο και του Τρότσκι να κρατήσουν μυστικό τον έρωτά τους δεν εμπόδισαν τη Σέντοβα να ανακαλύψει τη σχέση τους. Έδωσε στον σύζυγό της ένα τελεσίγραφο «ή εγώ ή αυτή», όπως επισημαίνει η μελετήτρια Τζέρι Σάουτερ στο βιβλίο της για τον Ριβέρα που κυκλοφόρησε το 2014. Φαίνεται ότι η Κάλο κουράστηκε από το ειδύλλιο περίπου την ίδια εποχή, και μέχρι τον Ιούλιο ο φυσικός τους δεσμός είχε έρθει στο τέλος του.
Παρά τον χωρισμό τους, οι δύο τους παρέμειναν φίλοι για αρκετό καιρό, και στις 7 Νοεμβρίου -στα γενέθλια του Τρότσκι και την επέτειο της Ρωσικής Επανάστασης- η Κάλο χάρισε στον πολιτικό μια ζωντανή, αισθησιακή αυτοπροσωπογραφία. Στον πίνακα, η Κάλο στέκεται ανάμεσα σε δύο κουρτίνες, θυμίζοντας το θεατρικό ύφος των παραδοσιακών μεξικανικών πινάκων, που δημιουργούνται για λατρευτικούς σκοπούς και συχνά βρίσκονται πάνω σε βωμούς καθολικών εκκλησιών ή αυτοσχέδιους οικιακούς βωμούς. Κοιτάζει αποφασιστικά τον θεατή, παρουσιάζοντας τον εαυτό της με αυτοπεποίθηση και δύναμη με μια ροδακινί φούστα και ένα σάλι με κρόσσια. Το κόκκινο χρώμα καλύπτει τα χείλη και τα μάγουλά της και οι κορδέλες πλέκονται στις πυκνές πλεξούδες των μαλλιών της. Κρατάει ένα μικρό αλλά εκρηκτικό μπουκέτο ενώ κρατάει ένα γράμμα που γράφει: «Με όλη μου την αγάπη, αφιερώνω αυτόν τον πίνακα στον Λέοντα Τρότσκι στις 7 Νοεμβρίου 1937. Φρίντα Κάλο στο San Ángel του Μεξικού».
Ο Τρότσκι τοποθέτησε το πορτρέτο στο γραφείο του. Όταν ο σουρεαλιστής Αντρέ Μπρετόν τον επισκέφθηκε το 1938, εκστασιάστηκε από το έργο, σχολιάζοντας: «Θαύμαζα εδώ και καιρό την αυτοπροσωπογραφία της Φρίντα Κάλο ντε Ριβέρα που κρέμεται σε έναν τοίχο του γραφείου του Τρότσκι. Έχει ζωγραφίσει τον εαυτό της με μια ρόμπα από φτερά με χρυσαφένιες πεταλούδες, και είναι ακριβώς με αυτή τη μορφή που παραμερίζει το ψυχικό πέπλο». Συνέχισε, με μια τυπικά έμφυλη ανάγνωση του έργου: «Έχουμε το προνόμιο να είμαστε παρόντες, όπως στις πιο ένδοξες ημέρες του γερμανικού ρομαντισμού, στην είσοδο μιας νεαρής γυναίκας προικισμένης με όλα τα χαρίσματα της αποπλάνησης, μιας γυναίκας συνηθισμένης στη συντροφιά των ιδιοφυών ανδρών».
Ο πίνακας αποκαλύπτει δύο πλευρές των πολιτικών αντιλήψεων της Κάλο. Από τη μία πλευρά, δηλώνει την πίστη της στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα και, τη στιγμή που δημιούργησε το έργο, στην τροτσκιστική του παράταξη. Από την άλλη, η αφοσίωσή της στη Mexicanidad και τον μεξικανικό εθνικό χαρακτήρα διαφαίνεται μέσα από τις αναφορές του έργου σε πίνακες παραδοσιακούς μεξικανικούς πίνακες και στην παραδοσιακή μεξικανική διακόσμηση, τη μόδα, ακόμη και τη φύση.
Καθώς η εξουσία του Στάλιν επεκτεινόταν, οι υποστηρικτές του Τρότσκι μειώνονταν και οι εχθροί του πολλαπλασιάζονταν. Το 1939, η Κάλο και ο Ριβέρα άλλαξαν και οι δύο στρατόπεδο και έγιναν σταλινικοί. Ο Ριβέρα και ο Τρότσκι είχαν απομακρυνθεί πολιτικά εδώ και αρκετό καιρό- και σε αντίθεση με τον Τρότσκι, ο Ριβέρα υποστήριξε τον στρατηγό Φρανσίσκο Χοσέ Μούγκικα στις αμφιλεγόμενες εκλογές του Μεξικού για την αντικατάσταση του Καρντένας, ενώ ο Τρότσκι αποκάλεσε τον Ριβέρα «ανώριμο πολιτικά» και τον χλεύασε για την «πολιτική του ασάφεια». Παρά τις διαφορές αυτές, ο Τρότσκι προσπάθησε να αποκαταστήσει τη σχέση τους, γράφοντας μάλιστα στην Κάλο να διαμεσολαβήσει, αλλά εκείνη δεν ανταποκρίθηκε.
Τον Μάιο του 1940, ο Μεξικανός ζωγράφος Νταβίντ Αλφάρο Σικέιρος επιχείρησε ανεπιτυχώς να δολοφονήσει τον Τρότσκι (ο Ριβέρα ήταν ένας από τους πρώτους υπόπτους στην υπόθεση). Δεν ήταν το ίδιο τυχερός αρκετούς μήνες αργότερα. Στις 20 Αυγούστου, ο Ραμόν Μερκαντέρ, ένας μυστικός πράκτορας που εργαζόταν για τον Στάλιν, σκότωσε τον Τρότσκι με ορειβατική αξίνα. Η Κάλο είχε γνωρίσει τον Μερκαντέρ στο Παρίσι τον προηγούμενο χρόνο και είχε προσαχθεί για ανάκριση από τη μεξικανική αστυνομία. Αφέθηκε ελεύθερη μια μέρα αργότερα και αμέσως μετά ταξίδεψε στο Σαν Φρανσίσκο, όπου ο Ριβέρα δούλευε πάνω σε μια τοιχογραφία.
Παρά τη φυλάκισή της, το περιστατικό δεν απέτρεψε την Κάλο από το να συνεχίσει να ενσωματώνει την πολιτική στους πίνακές της. Κάθε άλλο, οι αναφορές στον κομμουνισμό αυξήθηκαν στα έργα της από τη δεκαετία του 1950. Όπως γράφει η μελετήτρια Αντρέα Κέτενμαν στο βιβλίο της «Φρίντα Κάλο, 1907-1954, 1999: Πόνος και πάθος», η καλλιτέχνης έγινε «ρητή στην τελευταία παραγωγική της φάση». Το 1950, η Κάλο ζωγράφισε ένα σφυρί και ένα δρεπάνι σε έναν από τους ορθοπεδικούς κορσέδες που στήριζαν την όλο και πιο αδύναμη πλάτη της, και σε μια ημερολογιακή καταχώρηση του 1951, ανησυχούσε ότι η κλονισμένη υγεία της θα την περιόριζε από το να υπηρετήσει τον κομμουνιστικό σκοπό. «Θέλω να μετατρέψω το έργο μου σε κάτι χρήσιμο- μέχρι τώρα κατάφερνα απλώς μια ειλικρινή έκφραση του εαυτού μου, η οποία όμως δυστυχώς απέχει πολύ από το να υπηρετήσει το Κόμμα», έγραψε. «Πρέπει να αγωνιστώ με όλες μου τις δυνάμεις για να διασφαλίσω ότι τα λίγα που μου επιτρέπει η υγεία μου να κάνω θα ωφελήσουν και την Επανάσταση, τον μόνο πραγματικό λόγο για να ζω».
Αρκετά χρόνια αργότερα, το 1954, η Κάλο ζωγράφισε το πιο έντονα πολιτικό της έργο: Ο μαρξισμός θα χαρίσει υγεία στους αρρώστους. (Ο αρχικός του τίτλος ήταν πιο μακροσκελής: Peace on Earth so the Marxist Science may Save the Sick and Those Oppressed by Criminal Yankee Capitalism). Ο καμβάς συνδέει μεταφορικά τον σωματικό πόνο της Κάλο με την πίστη της στον κομμουνισμό. Στο κέντρο της σύνθεσης, κρατάει ένα κόκκινο μαρξιστικό βιβλίο, ενώ μεγάλα χέρια (ένα άλλο σύμβολο του κινήματος) αγκαλιάζουν και ανασηκώνουν το κορσέ που έχει φορέσει το σώμα της. Με τον μαρξισμό να την στηρίζει, είναι σε θέση να πετάξει τις πατερίτσες της στο πλάι. Στη μία πλευρά του πίνακα, ένα περιστέρι, το παγκόσμιο σύμβολο της ειρήνης, αιωρείται πάνω από τον πλανήτη Γη. Στην άλλη πλευρά, μια απεικόνιση του ίδιου του Καρλ Μαρξ στραγγαλίζει ένα τερατώδες υβρίδιο θείου Σαμ/αετού. Το μήνυμα του πίνακα φαίνεται σαφές: αν ο μαρξισμός μπορεί να θεραπεύσει την Κάλο, μπορεί να θεραπεύσει τον κόσμο.
Όταν η καλλιτέχνις πέθανε αργότερα τον ίδιο χρόνο, ένα πέπλο με ένα μεγάλο σφυροδρέπανο κάλυπτε το φέρετρό της. Ο Τρότσκι είχε φύγει προ πολλού, αλλά ο πίνακας που έφτιαξε η Κάλο γι’ αυτόν -και η τολμηρή πεποίθησή της να συνδυάσει την πολιτική με την τέχνη- επέζησε.
Δείτε επίσης:Ερωτικές επιστολές: Από τα βρώμικα γράμματα του Τζόις, στα ερωτικά σονέτα του Νερούδα