Οι Νεοϋορκέζοι πρωτεργάτες του trash rock n’ roll ή αλλιώς desperate rock n’ roll, The Cramps, πάντα κυνηγούσαν την έκσταση των άκρων και ουδέποτε απομακρύνθηκαν από σκηνές διαστροφής, τρόμου και υπερβολής – όπως ήταν άλλωστε και οι προσδοκίες κάθε punk συγκροτήματος της δεκαετίας του 1970 που σεβόταν τον εαυτό του. Η αλλόκοτη μουσική τους, χαρακτηριζόταν από μια σαρκαστική και μακάβρια αισθητική που συχνά θύμιζε ταινίες τρόμου. Ως πρωτεργάτες όλων των ανορθόδοξων στοιχείων στη μουσική, αποφάσισαν ότι θα ήταν ιδανικό γι’ αυτούς να παίξουν ζωντανά σε ένα ψυχιατρικό ίδρυμα.
Σύμφωνα με το Flashbak, στις 13 Ιουνίου 1978, οι Cramps βρέθηκαν να κάνουν ακριβώς αυτό. Κατά την άφιξή τους στην Καλιφόρνια μαζί με ένα φιλικό τους συγκρότημα εν ονόματι The Mutants, ταξίδεψαν μέχρι το κρατικό ψυχιατρείο της Napa για να παίξουν μια από τις πιο αμφιλεγόμενες συναυλίες στην ιστορία. Χρησιμοποιώντας μια υπερυψωμένη πλατφόρμα στην αυλή του ιδρύματος ως σκηνή, τα συγκροτήματα έπαιξαν τα σετ τους με το ίδιο πάθος όπως πάντα στο ιδιαίτερα σουρεαλιστικό κλίμα. Έπαιξαν ζωντανά αποκλειστικά για ένα μικρό πλήθος δώδεκα αφοσιωμένων groupies που ταξίδεψαν μαζί τους από το Σαν Φρανσίσκο, περίπου 150 με 200 ασθενείς και λίγα μέλη του προσωπικού.
Η συναυλία θα μπορούσε ως εκ τούτου να είχε εξανεμιστεί στο πέρασμα του χρόνου, αλλά ευτυχώς, υπάρχει ένα μικρό τεκμήριο από αυτή την παράξενη αυτή υπόθεση σε μια άκρως pixelated ασπρόμαυρη εικόνα. Οι τρόφιμοι περιπλανώνται στην αυλή, κάποιοι ασχολούνται και ενθουσιάζονται με την παράσταση, ενώ άλλοι φαίνονται να αγνοούν παντελώς τους Cramps και την παρέα τους. Όπως φαίνεται στο παρακάτω βίντεο, ορισμένοι από τους τροφίμους ανέβηκαν στη σκηνή μαζί με το συγκρότημα για να «ρίξουν» έναν χορό.
Η μπάντα έπαιξε όπως θα έπαιζε σε οποιαδήποτε άλλη συναυλία με πλήρη ενθουσιασμό, με τον κιθαρίστα Bryan Gregory να έχει ένα μόνιμο –σχεδόν τρομακτικό- χαμόγελο καθ’ όλη τη διάρκεια του σετ, με ένα τσιγάρο κολλημένο στα χείλη του. Κατά τη διάρκεια του σετ, ο frontman Lux Interior ακούγεται να φωνάζει: «Είμαστε οι Cramps και οδηγήσαμε 3.000 μίλια από τη Νέα Υόρκη για να παίξουμε για εσάς». Κάποιος τότε του φώναξε πίσω: «Άντε γαμήσου!» Αργότερα ο Interior πρόσθεσε: «Κάποιος μου είπε ότι είστε τρελοί… αλλά εσείς μου φαίνεστε εντάξει».
Πλέον, στην εποχή μας, είναι σαφές ότι ένα τόσο έξαλλο συγκρότημα δεν θα επιτρεπόταν να εμφανιστεί και να περιμένει να του γίνει δεκτή η είσοδος σε ένα ίδρυμα υψηλής ασφαλείας. Σε τέτοιους χώρους, ορισμένοι από τους ασθενείς μπορεί να είναι ιδιαίτερα αντιδραστικοί στην υπερδιέγερση που προκαλεί η δυνατή μουσική. Επιπλέον, οι ασθενείς δεν βρίσκονται σε κατάσταση ψυχικής κατάστασης που να μπορούν να συναινέσουν σε μια τέτοια σωματική και ακουστική εισβολή και τα δικαιώματα αυτά δεν παραβιάζονται τόσο εύκολα στη σύγχρονη κοινωνία.
Πώς συνέβη αυτό; Ασυνήθιστη επιλογή, αλλά έχει την εξήγησή της. Δεν το σκέφτηκαν μόνοι τους πάντως, οι Cramps. Θα μάθετε παρακάτω ποιοι είχαν την ιδέα.
Ο Bart Swain, ο πρόσφατα διορισμένος υπεύθυνος δραστηριοτήτων του ιδρύματος, ήταν υπεύθυνος για την έγκριση της συναυλίας. Στις αρχές του ίδιου έτους, του τηλεφώνησε ο Howie Klein, ένας πάνκης δημοσιογράφος και μάνατζερ. Ο Klein ρώτησε αν ένα new wave συγκρότημα με το όνομα The Readymades θα μπορούσε να παίξει μια δωρεάν συναυλία στο ίδρυμα. Ο Swain άρπαξε την ευκαιρία, πιστεύοντας ότι θα αποτελούσε μια ξεχωριστή δραστηριότητα για τους ασθενείς. Ωστόσο, όταν ήρθε η μέρα, εμφανίστηκαν οι The Cramps και οι The Mutants.
Ο Swain θυμάται ότι έκλεισε μια μεγάλη γκάμα πιο ήπιων εμφανίσεων, όπως βιολιστές, μουσικούς της φολκ και των μπλουζ και μια φορά την κόρη του Van Morrison, ώστε να έχουν την ευκαιρία οι ψυχικά πάσχοντες να έρχονται σ’ επαφή με διάφορα ακούσματα. Ο ίδιος ο Bart ήταν ένας άνθρωπος αντίθετος στον πόλεμο του Βιετνάμ, με ανθρωπιστική προσέγγιση στον χώρο δουλειάς του.
Αυτό όμως που έκανε την περίσταση τόσο αμφιλεγόμενη και έκανε τον Swain να φοβάται ότι θα χάσει τη δουλειά του ήταν η παρουσία φωτογραφικών και κινηματογραφικών καμερών. Τα πλάνα τραβήχτηκαν από την Target Video, η οποία βρισκόταν μαζί με τους groupies των δύο συγκροτημάτων και έδειχνε ορισμένους από τους ασθενείς, παραβιάζοντας σαφώς τους κανονισμούς περί απορρήτου των ασθενών.
Η Jill Hoffman-Kowal της Target Video, η οποία ήταν υπεύθυνη για την κινηματογράφηση της συναυλίας, επέμεινε ότι το σόου είχε θετικό αντίκτυπο στους ασθενείς. «Ήταν ένα υπέροχο, πολύ όμορφο γεγονός», δήλωσε η Hoffman-Kowal. «Αυτό που κάναμε για αυτούς τους ανθρώπους, ήταν απελευθερωτικό. Διασκέδασαν τόσο πολύ. Προσποιούνταν ότι τραγουδούσαν, πηδούσαν πάνω στη σκηνή. Ήταν δύο ώρες απόλυτης ελευθερίας. Δεν έκριναν το συγκρότημα και το συγκρότημα δεν έκρινε αυτούς».
Η συναυλία έμεινε στην ιστορία ως μια από τις πιο εμβληματικές στιγμές στα χρονικά της ροκ μουσικής. Εάν οι Cramps και οι The Mutants έπαιξαν δωρεάν μόνο και μόνο για να προσφέρουν ψυχαγωγία στους ασθενείς, τότε η πράξη αυτή φαντάζει ηθικά αποδεκτή.
Ωστόσο, η παρουσία των φωτογραφικών μηχανών δίνει την εντύπωση ότι οι μπάντες είχαν ένα πιο ιδιοτελές κίνητρο. Δημιουργήθηκαν υποψίες ότι οι Cramps και οι Mutants βρέθηκαν στο χώρο του ιδρύματος κυρίως για να προκαλέσουν σοκ, εκμεταλλευόμενοι την ατυχία των ασθενών για προσωπικό κέρδος από τη δημοσιότητα. Από τη σκοπιά του 2024, η παραβίαση του απορρήτου των ασθενών δεν ήταν μόνο ενάντια στον κανονισμό αλλά και ένα ηθικά διαστροφικό διαφημιστικό κόλπο.
Εκείνη την μέρα λοιπόν καταγράφηκε το live (που παρακολούθησαν εκτός απ’ τους ασθενείς, κάποιες-οι απ’ το προσωπικό του ψυχιατρείου και μερικοί φανατικοί φίλοι του συγκροτήματος, για τους οποίους έχει γραφτεί ότι δύσκολα τους ξεχώριζες απ’ τους έγκλειστους) με μια Sony Portapak κάμερα, αν και ο Bart Swain, ο άνθρωπος δηλαδή που ήταν πίσω απ’ όλο αυτό, ανησυχούσε μιας και τον ενδιέφερε να προστατευτεί η ανωνυμία των ασθενών. Καθώς όμως το αφεντικό του, ο επικεφαλής Alan Beals, δεν απαίτησε να κλείσει η κάμερα, αποφάσισε κι εκείνος ως νεοφερμένος στη δουλειά τότε, να μη μιλήσει. Έτσι έμεινε αυτό το υλικό και μπορούμε να το βλέπουμε ακόμη, τόσες δεκαετίες μετά.
Για την ιστορία έχει νόημα ν’ αναφερθεί πως ανάλογης αξίας εμφανίσεις για τις εποχές εκείνες, σε ιδρυματικούς χώρους, θεωρούνται και η συναυλία των Sex Pistols στη φυλακή Chelmsford, αλλά και μιας λιγότερο γνωστής thrash metal μπάντας που ονομαζόταν Gobstopper κι έπαιξε σ’ ένα χριστουγεννιάτικο πάρτι, σε χώρο που φιλοξενούσε παιδιά και ενήλικες με αναπτυξιακές αναπηρίες. Οι δε Mutants, για τους οποίους έγινε λόγος, έπαιξαν κάποτε και σ’ ένα σχολείο για κωφούς. Τα παιδιά παρακολούθησαν με τις πιτζάμες τους τη συναυλία και κρατούσαν φουσκωμένα μπαλόνια για να «νιώσουν» τη μουσική. Όμορφες εικόνες, σκληρών εποχών, για τόσους και τόσους ανθρώπους, που η μουσική τους απελευθέρωνε απ’ την οδυνηρή πραγματικότητα, έστω και για λίγο. Κι αυτό ήταν κάτι.
Παρακολουθήστε παρακάτω μερικά από τα πλάνα από την εμβληματική συναυλία.
➠Διαβάστε επίσης: Η ιστορία πίσω από το “Under the Milky Way” των The Church