Ποιος είναι ο Χρήστος Βακαλόπουλος; Γεννιέται στην  Κυψέλη την δεκαετία του ’50 και πεθαίνει το 1993 από καρκίνο του πνεύμονα. Φανατικός του τσιγάρου, του σινεμά και του ροκ εν ρολ. Πάστα ανθρώπου παλιού, από άλλη πραγματικότητα, κάνει παρέα με διανοούμενους και συγγραφείς, τριγυρνάει στα Εξάρχεια της δεκαετίας του ’80, θυμίζει ήρωα του Νίκου Νικολαΐδη, αλλά γράφει μαζί με τον Τσιώλη σενάρια. Μιλάει για τον έρωτα και την νεότητα με παιδική αφέλεια αλλά και ευλαβική σοβαρότητα. Πεθαίνει στο απόγειο του, και σχεδόν ταυτόχρονα μυθοποιείται ως ο ροκ άγιος που του ανάβουμε κεριά στην μνήμη του και στην σοφία του. Γιατί ήταν σοφός ο Βακαλόπουλός. Είχε την σοφία του ανθρώπου που ξέρει πολύ καλά πως θα πάει το πράγμα, αλλά δεν θα στο πει, θα σε αφήσει να πάθεις πρώτα. Όχι από σαδισμό ή ψευτοεξυπνάδα, αλλά γιατί έτσι γίνονται τα πράγματα. Μια ιδιαίτερη γραφή λογοτεχνικά, θυμίζει τους beat συγγραφείς της δεκαετίας του ’50 στην Αμερική, συνειρμική, ποιητική, ανατρεπτική. Ή τον λατρεύεις ή τον μισείς. Τα βιβλία του ήταν για χρόνια ένα λάφυρο για όποιον είχε κάπως, κάπου πέσει το μάτι του στις σελίδες τους, καθώς ήταν εξαντλημένα από τον εκδοτικό οίκο και δεν μπορούσες να τα βρεις πουθενά παρά μόνο σε παλαιοπωλεία με τιμές άνω των 100 ευρώ.

Νομίζω ότι στην νεότερη pop κουλτούρα, ο Βακαλόπουλος εμφανίζεται από το πουθενά στο σύντομο πέρασμα της σειράς του MEGA “Ηρωίδες” (2015) σε σενάριο της Αλεξάνδρας Κ*. Την επόμενη ημέρα της προβολής του επεισοδίου όπου ο ήρωας διαβάζει ένα απόσπασμα από την “Γραμμή του Ορίζοντα”, το (τότε πολύ πιο ενεργό) Facebook, γέμισε με το εν λόγω απόσπασμα και μετά άρχισαν δειλά δειλά να εμφανίζονται και άλλα. Ξεθάφτηκε από βιβλιοθήκες και όσοι δεν το είχαμε, τρώγαμε με το κουτάλι τα sites μήπως και βρούμε μία σελίδα ακόμα. Για μία εποχή όπου όλα είναι στα χέρια μας ένα κλικ, αυτό είχε έναν κάποιο ρομαντισμό. Φυσικά όλο αυτό αφορούσε μία χούφτα ανθρώπων και όχι το ευρύ κοινό, αλλά ο Βακαλόπουλος έγινε ένα κοινό μυστικό. Τα χρόνια περνούν, τα όποια ζητήματα αφορούσαν την επανέκδοση των έργων του λύθηκαν και έτσι το καλοκαίρι του 2024, κυκλοφορούν ξανά τα βιβλία του και ο καημός μας περνάει. Ο Βακαλόπουλος παθαίνει αυτό που δεν του ταιριάζει και που δεν θα ήθελε να του συμβεί ποτέ, γίνεται της μόδας.

Η γραφή του, είναι ιδιαίτερη, μοιάζει προφήτης, ποιητής και καλτ περσόνα μαζί. Μας κάνει μέλη μιας παρέας που δεν υπάρχει πια, κοινωνούς μιας κουλτούρας που χάθηκε, γείτονες σε μία συνοικία που γκρεμίστηκε. Η Κυψέλη άλλωστε του σήμερα, είναι ένα hip playground για τουρίστες και εναλλακτικούς που αναζητούν την επόμενη “φάση” και ποιο μπαρ είναι αρκετά ινσταγκραμικό για το επόμενο effortless story. Σε μία πόλη που μέρα με την μέρα χάνει τον χαρακτήρα της και σε μία γενιά ανθρώπων που δεν ξέρουν ποιοι είναι αλλά μόνο ποιοι πρέπει να φαίνονται ότι είναι, όχι απλά δεν υπάρχει κέντρο του κόσμου, αλλά έχεις χάσει το κέντρο σου, τον εαυτό σου, τα αυγά και τα πασχάλια. Εν ολίγοις έχουν αλλάξει τα πάντα. Ο Βακαλόπουλος νομίζω ότι σήμερα θα γέλαγε με το σκηνικό μας και μπορεί να είχε ήδη επινοήσει τον θάνατο του προκειμένου να εξαφανιστεί από τα πράγματα.

H αλήθεια είναι ότι είναι ένας αμφιλεγόμενος συγγραφέας. Έχει πρωτότυπο ύφος και στίγμα και αυτό είναι που μας κερδίζει, μιλάει σαν να γράφει και το κάνει πολύ καλά. Απομονώνοντάς όμως μόνο φράσεις από το έργο του, όπως συνηθίζεται στα social media όπου κάνει (αδίκως) δεύτερη καριέρα, τα κείμενα του μοιάζουν άβολα τσιτάτα, εύκολα και μέτρια. Μην περιμένεις να καταλάβεις τον Βακαλόπουλο από αποσπάσματα, ούτε του αξίζει να κριθεί με βάση το σήμερα. Ο Βακαλόπουλος είναι πρώτα από όλα οι εμμονές του και είχε το ταλέντο να σε κάνει συνένοχο του σε αυτές. Ευφυής και προπαγανδιστής, κέρδισε τον χώρο που του αναλογεί στα ελληνικά γράμματα και όχι μόνο. Χρησιμοποιεί όντως τα στέκια της εποχής και πρόσφατα, κάποιος τον αποκάλεσε ως τον πρώτο “φασαίο” πράγμα που μου κόστισε. Και μου κόστισε γιατί ο Χρήστος (και αυτό είναι δικαίωμα μου), πονούσε τα πράγματα που αγαπούσε και τα υπερασπιζόταν μέχρι τέλους. Δεν κυνηγούσε την επόμενη μόδα γιατί πολλοί απλά -κακώς ή καλώς- αυτοί οι άνθρωποι δεν ψάχνουν μόδες, επόμενους σταθμούς διασκέδασης και αλλαγή παραστάσεων αλλά στέκια-καταφύγια. Με πολύ απλά λόγια δεν χωράει ο Βακαλόπουλος στο σήμερα. Αλλά κάπως πρέπει να τον χωρέσουμε γιατί τον χρειαζόμαστε.

Ότι μπόρεσε, έμεινε και έτσι έχουν τα πράγματα. Όσο γρήγοροι και αν είναι οι ρυθμοί, όσο και αν η δύναμη των media είναι πλέον ισοπεδωτική, κάτι μένει από την τόση πληροφορία όπου μπορεί. Ή καλύτερα όπου αλήθεια ανήκει. Η Κυψέλη, δεν υπάρχει πια, η Ρέα Φρατζή θα έμεινε μάλλον στην Πάτμο και το τσιγάρο έχουν αντικαταστήσει τα vape. H νοσταλγία όμως δεν χωράει στην ζωή γιατί όπως λέει και ο ίδιος: «Το καλύτερο πράγμα που θα μπορούσε να μας συμβεί, είναι αυτό που μας συμβαίνει κάθε στιγμή, γιατί οτιδήποτε άλλο δεν υπάρχει καν». Στην πραγματικότητα είναι ένας λαϊκός φιλόσοφος που αντιλαμβάνεται πολύ καλά την ανθρώπινη φύση.

Υποπτεύομαι ότι το μεγαλύτερο ταλέντο του Χρήστου Βακαλόπουλου, ήταν στο να ζει. Είχε μεγάλο ταλέντο στην ζωή και ήξερε να σου δείξει οτιδήποτε ήταν πολύτιμο σε αυτήν. Αυτό νομίζω είναι το μεγαλύτερο ταλέντο από όλα, και υπερβαίνει και την λογοτεχνία και την τέχνη και τον ίδιο τον θάνατο.

*Tip για αληθινούς fans: Αν σου αρέσει το έργο του Χρήστου Βακαλόπουλου, διάβασε του “Άκου Ασημάκη” του Κωστή Παπαγιώργη. Thank me later!

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.