Στον σκοτεινό κόσμο της εταιρικής κατασκοπείας και των “ιδιωτικών υπηρεσιών πληροφοριών” η Black Cube κατέχει μια ξεχωριστή θέση. Μισο-μυστική, περιβεβλημένη από μύθους και σκάνδαλα η εταιρεία που ιδρύθηκε το 2011 από πρώην στελέχη της Μοσάντ έχει γίνει συνώνυμο της πιο κυνικής εκδοχής της σύγχρονης κατασκοπείας: εκεί όπου η πληροφορία, η επιρροή και η παραπλάνηση συνιστούν εμπόρευμα υψηλής αξίας. Από τις επιχειρήσεις μέχρι τη βιομηχανία του θεάματος, από τα δικαστήρια μέχρι τα πολιτικά παρασκήνια, η Black Cube λειτουργεί με τη λογική μιας εταιρείας που πουλάει την αλήθεια ή τουλάχιστον τη δική της εκδοχή της.
Η πρόσφατη δικαστική διαμάχη ανάμεσα στις Playtech και Evolution, δύο γίγαντες της διαδικτυακής βιομηχανίας τυχερών παιχνιδιών άνοιξε για λίγο τα παρασκήνια της εταιρείας, αποκαλύπτοντας πώς ακριβώς λειτουργεί το δίκτυό της και πως μετατρέπει τις επιχειρηματικές “αποστολές” της σε χρυσές συμφωνίες. Όπως προκύπτει από τα έγγραφα που κατατέθηκαν στο Ανώτατο Δικαστήριο του Νιου Τζέρσεϊ, η Black Cube έλαβε πάνω από 1,8 εκατομμύρια λίρες από την Playtech για μια σειρά αποστολών που στόχο είχαν να πλήξουν τον βασικό της ανταγωνιστή.
Η εντολή ήταν σαφής: η Playtech, εισηγμένη στο Λονδίνο ανέθεσε το 2021 στην Black Cube να ερευνήσει εάν η σουηδική Evolution, η οποία κυριαρχεί στον χώρο των διαδικτυακών καζίνο, δραστηριοποιούνταν σε αγορές όπου η λειτουργία της ήταν απαγορευμένη ή υπό καθεστώς κυρώσεων. Από εκεί ξεκίνησε μια ιστορία που θα μπορούσε να έχει γραφτεί για κινηματογραφικό σενάριο.
Οι πράκτορες της Black Cube υποδυόμενοι επενδυτές ή στελέχη φανταστικών εταιρειών προσέγγισαν ανώτερα στελέχη της Evolution, καταγράφοντας μυστικά συνομιλίες και συνθέτοντας ένα “φάκελο αποδείξεων”. Μία από τις ψεύτικες ταυτότητες που χρησιμοποίησαν ήταν αυτή της Parvus Capital, μιας ανύπαρκτης επενδυτικής εταιρείας με στημένο ιστότοπο και πλαστές διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Ο πρώην εμπορικός διευθυντής της Evolution στις ΗΠΑ, Jeff Millar περιέγραψε σε ένορκη κατάθεση τον τρόπο με τον οποίο “παγιδεύτηκε” σε μια συνάντηση που αποδείχθηκε επιχείρηση παραπλάνησης υψηλής ακρίβειας.
Η τακτική δεν ήταν καινούργια. Από τις πρώτες μέρες λειτουργίας της, η Black Cube είχε χτίσει τη φήμη της πάνω στη διείσδυση, την παρακολούθηση και την ψυχολογική χειραγώγηση. Το σύνθημά της «Winning isn’t everything, it’s the only thing» αποτυπώνει τη φιλοσοφία της. Το αποτέλεσμα ωστόσο, είναι ένα μείγμα εταιρικής κατασκοπείας και επικοινωνιακής διαχείρισης: η Black Cube δεν παραδίδει απλώς πληροφορίες, αλλά δημιουργεί αφήγημα, προκαλεί θόρυβο, επηρεάζει αγορές.
Στην περίπτωση της Playtech, η εταιρεία έλαβε αρχικά £400.000 για τρεις μήνες ερευνών. Όταν παρουσίασε το πρώτο “εύρημα” με υποτιθέμενες αποδείξεις για παράνομη δραστηριότητα της Evolution έλαβε bonus £150.000. Ακολούθησε ένα δεύτερο κύμα πληρωμών όταν το Bloomberg δημοσίευσε το σχετικό ρεπορτάζ το 2021, γεγονός που προκάλεσε πτώση 30% στη μετοχή της Evolution μέσα σε μία εβδομάδα. Για το “όμορφο άρθρο”, όπως το χαρακτήρισε ο συνιδρυτής της Black Cube Avi Yanus, η εταιρεία εισέπραξε επιπλέον £175.000.
Το αποκορύφωμα ήρθε όταν οι αποκαλύψεις της οδήγησαν τη Ρυθμιστική Αρχή Τυχερών Παιχνιδιών του Νιου Τζέρσεϊ (DGE) να ξεκινήσει δική της έρευνα. Η Black Cube εισέπραξε τότε £350.000, ενώ είχε προβλεφθεί και ένα “μεγάλο βραβείο”, ένα μπόνους £500.000, σε περίπτωση που η Evolution έχανε την άδειά της στις ΗΠΑ. Η έρευνα όμως κατέληξε το 2024 χωρίς ευρήματα. Ο δικαστής χαρακτήρισε το υλικό της Black Cube “αντικειμενικά αβάσιμο”, αφήνοντας έκθετη τόσο την Playtech όσο και τη μυστικοπαθή εταιρεία πληροφοριών.
Η ιστορία αυτή δεν είναι απλώς ένα επεισόδιο εταιρικού πολέμου. Είναι μια τομή στον τρόπο που παράγεται και εμπορεύεται η πληροφορία στον 21ο αιώνα. Οι εταιρείες σαν την Black Cube δεν είναι απλώς υπεργολάβοι παρακολούθησης, είναι εργολάβοι επιρροής. Δρουν στο ενδιάμεσο πεδίο όπου η πολιτική, το επιχειρείν και η τεχνολογία συναντώνται, αξιοποιώντας κάθε διαθέσιμο μέσο για να κατασκευάσουν “πραγματικότητε”».
Αξίζει να θυμηθεί κανείς ότι η Black Cube βρέθηκε και στο επίκεντρο της υπόθεσης του Harvey Weinstein το 2016 όταν ανέλαβε να εντοπίσει και να εκφοβίσει γυναίκες που σκόπευαν να καταγγείλουν τον παραγωγό για σεξουαλική παρενόχληση. Το όνομά της έχει συνδεθεί επίσης με περιπτώσεις hacking και παρακολουθήσεων στην Ρουμανία, με στόχο την υπονόμευση της εισαγγελέως κατά της διαφθοράς Laura Codruța Kövesi.
Τα τελευταία χρόνια υπό την πίεση των σκανδάλων η εταιρεία προσπάθησε να “αναβαθμίσει” την εικόνα της. Ο πρώην αρχηγός της Μητροπολιτικής Αστυνομίας του Λονδίνου, Adrian Leppard εντάχθηκε στο διοικητικό της συμβούλιο και δήλωσε πως η Black Cube έχει υιοθετήσει νέους “κανόνες δεοντολογίας”, αποφεύγοντας υποθέσεις που σχετίζονται με σεξουαλικά εγκλήματα ή βίαιους πελάτες. Παρ’ όλα αυτά οι ίδιες οι αποκαλύψεις για την υπόθεση Evolution δείχνουν ότι η εταιρεία συνεχίζει να κινείται σε μια γκρίζα ζώνη μεταξύ νομιμότητας και ηθικής.
Η Black Cube δεν είναι μοναδική. Είναι όμως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας εποχής όπου η πληροφορία λειτουργεί ως όπλο. Οι πολυεθνικές, οι κυβερνήσεις και τα λόμπι αναζητούν πλέον όχι απλώς δεδομένα, αλλά “επιχειρησιακή νοημοσύνη”: γνώσεις που μπορούν να αλλάξουν αποφάσεις, να προκαλέσουν ρυθμιστικές έρευνες ή να μετακινήσουν μετοχές. Στον κόσμο αυτό η αλήθεια δεν έχει ηθικό πρόσημο, έχει τιμή εκκίνησης.
Μια εταιρεία με έδρα το Τελ Αβίβ, γραφεία στο Λονδίνο, τη Μαδρίτη και τη Σιγκαπούρη, συνεχίζει να πουλάει “αποδείξεις” σε όσους έχουν τα μέσα να πληρώσουν. Η Black Cube ζει και αναπνέει μέσα στο οικοσύστημα της αδιαφάνειας, εκεί όπου τα δεδομένα είναι καύσιμο και οι σκιές λειτουργούν ως πεδίο δράσης.
Ίσως η μεγαλύτερη επιτυχία της δεν είναι καμία επιχείρηση παρακολούθησης ή διαρροής, αλλά το γεγονός ότι κατάφερε να μετατρέψει τη μυστικότητα σε εμπορικό προϊόν. Ένα προϊόν που εξακολουθεί να πουλάει, όσο υπάρχουν εταιρείες έτοιμες να πληρώσουν για να γνωρίζουν ή να καθορίζουν αυτό που οι άλλοι απλώς υποψιάζονται.
*Με στοιχεία από τους Financial Times
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.
Στον σκοτεινό κόσμο της εταιρικής κατασκοπείας και των “ιδιωτικών υπηρεσιών πληροφοριών” η Black Cube κατέχει μια ξεχωριστή θέση. Μισο-μυστική, περιβεβλημένη από μύθους και σκάνδαλα η εταιρεία που ιδρύθηκε το 2011 από πρώην στελέχη της Μοσάντ έχει γίνει συνώνυμο της πιο κυνικής εκδοχής της σύγχρονης κατασκοπείας: εκεί όπου η πληροφορία, η επιρροή και η παραπλάνηση συνιστούν εμπόρευμα υψηλής αξίας. Από τις επιχειρήσεις μέχρι τη βιομηχανία του θεάματος, από τα δικαστήρια μέχρι τα πολιτικά παρασκήνια, η Black Cube λειτουργεί με τη λογική μιας εταιρείας που πουλάει την αλήθεια ή τουλάχιστον τη δική της εκδοχή της.
Η πρόσφατη δικαστική διαμάχη ανάμεσα στις Playtech και Evolution, δύο γίγαντες της διαδικτυακής βιομηχανίας τυχερών παιχνιδιών άνοιξε για λίγο τα παρασκήνια της εταιρείας, αποκαλύπτοντας πώς ακριβώς λειτουργεί το δίκτυό της και πως μετατρέπει τις επιχειρηματικές “αποστολές” της σε χρυσές συμφωνίες. Όπως προκύπτει από τα έγγραφα που κατατέθηκαν στο Ανώτατο Δικαστήριο του Νιου Τζέρσεϊ, η Black Cube έλαβε πάνω από 1,8 εκατομμύρια λίρες από την Playtech για μια σειρά αποστολών που στόχο είχαν να πλήξουν τον βασικό της ανταγωνιστή.
Η εντολή ήταν σαφής: η Playtech, εισηγμένη στο Λονδίνο ανέθεσε το 2021 στην Black Cube να ερευνήσει εάν η σουηδική Evolution, η οποία κυριαρχεί στον χώρο των διαδικτυακών καζίνο, δραστηριοποιούνταν σε αγορές όπου η λειτουργία της ήταν απαγορευμένη ή υπό καθεστώς κυρώσεων. Από εκεί ξεκίνησε μια ιστορία που θα μπορούσε να έχει γραφτεί για κινηματογραφικό σενάριο.
Οι πράκτορες της Black Cube υποδυόμενοι επενδυτές ή στελέχη φανταστικών εταιρειών προσέγγισαν ανώτερα στελέχη της Evolution, καταγράφοντας μυστικά συνομιλίες και συνθέτοντας ένα “φάκελο αποδείξεων”. Μία από τις ψεύτικες ταυτότητες που χρησιμοποίησαν ήταν αυτή της Parvus Capital, μιας ανύπαρκτης επενδυτικής εταιρείας με στημένο ιστότοπο και πλαστές διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδρομείου. Ο πρώην εμπορικός διευθυντής της Evolution στις ΗΠΑ, Jeff Millar περιέγραψε σε ένορκη κατάθεση τον τρόπο με τον οποίο “παγιδεύτηκε” σε μια συνάντηση που αποδείχθηκε επιχείρηση παραπλάνησης υψηλής ακρίβειας.
Η τακτική δεν ήταν καινούργια. Από τις πρώτες μέρες λειτουργίας της, η Black Cube είχε χτίσει τη φήμη της πάνω στη διείσδυση, την παρακολούθηση και την ψυχολογική χειραγώγηση. Το σύνθημά της «Winning isn’t everything, it’s the only thing» αποτυπώνει τη φιλοσοφία της. Το αποτέλεσμα ωστόσο, είναι ένα μείγμα εταιρικής κατασκοπείας και επικοινωνιακής διαχείρισης: η Black Cube δεν παραδίδει απλώς πληροφορίες, αλλά δημιουργεί αφήγημα, προκαλεί θόρυβο, επηρεάζει αγορές.
Στην περίπτωση της Playtech, η εταιρεία έλαβε αρχικά £400.000 για τρεις μήνες ερευνών. Όταν παρουσίασε το πρώτο “εύρημα” με υποτιθέμενες αποδείξεις για παράνομη δραστηριότητα της Evolution έλαβε bonus £150.000. Ακολούθησε ένα δεύτερο κύμα πληρωμών όταν το Bloomberg δημοσίευσε το σχετικό ρεπορτάζ το 2021, γεγονός που προκάλεσε πτώση 30% στη μετοχή της Evolution μέσα σε μία εβδομάδα. Για το “όμορφο άρθρο”, όπως το χαρακτήρισε ο συνιδρυτής της Black Cube Avi Yanus, η εταιρεία εισέπραξε επιπλέον £175.000.
Το αποκορύφωμα ήρθε όταν οι αποκαλύψεις της οδήγησαν τη Ρυθμιστική Αρχή Τυχερών Παιχνιδιών του Νιου Τζέρσεϊ (DGE) να ξεκινήσει δική της έρευνα. Η Black Cube εισέπραξε τότε £350.000, ενώ είχε προβλεφθεί και ένα “μεγάλο βραβείο”, ένα μπόνους £500.000, σε περίπτωση που η Evolution έχανε την άδειά της στις ΗΠΑ. Η έρευνα όμως κατέληξε το 2024 χωρίς ευρήματα. Ο δικαστής χαρακτήρισε το υλικό της Black Cube “αντικειμενικά αβάσιμο”, αφήνοντας έκθετη τόσο την Playtech όσο και τη μυστικοπαθή εταιρεία πληροφοριών.
Η ιστορία αυτή δεν είναι απλώς ένα επεισόδιο εταιρικού πολέμου. Είναι μια τομή στον τρόπο που παράγεται και εμπορεύεται η πληροφορία στον 21ο αιώνα. Οι εταιρείες σαν την Black Cube δεν είναι απλώς υπεργολάβοι παρακολούθησης, είναι εργολάβοι επιρροής. Δρουν στο ενδιάμεσο πεδίο όπου η πολιτική, το επιχειρείν και η τεχνολογία συναντώνται, αξιοποιώντας κάθε διαθέσιμο μέσο για να κατασκευάσουν “πραγματικότητε”».
Αξίζει να θυμηθεί κανείς ότι η Black Cube βρέθηκε και στο επίκεντρο της υπόθεσης του Harvey Weinstein το 2016 όταν ανέλαβε να εντοπίσει και να εκφοβίσει γυναίκες που σκόπευαν να καταγγείλουν τον παραγωγό για σεξουαλική παρενόχληση. Το όνομά της έχει συνδεθεί επίσης με περιπτώσεις hacking και παρακολουθήσεων στην Ρουμανία, με στόχο την υπονόμευση της εισαγγελέως κατά της διαφθοράς Laura Codruța Kövesi.
Τα τελευταία χρόνια υπό την πίεση των σκανδάλων η εταιρεία προσπάθησε να “αναβαθμίσει” την εικόνα της. Ο πρώην αρχηγός της Μητροπολιτικής Αστυνομίας του Λονδίνου, Adrian Leppard εντάχθηκε στο διοικητικό της συμβούλιο και δήλωσε πως η Black Cube έχει υιοθετήσει νέους “κανόνες δεοντολογίας”, αποφεύγοντας υποθέσεις που σχετίζονται με σεξουαλικά εγκλήματα ή βίαιους πελάτες. Παρ’ όλα αυτά οι ίδιες οι αποκαλύψεις για την υπόθεση Evolution δείχνουν ότι η εταιρεία συνεχίζει να κινείται σε μια γκρίζα ζώνη μεταξύ νομιμότητας και ηθικής.
Η Black Cube δεν είναι μοναδική. Είναι όμως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας εποχής όπου η πληροφορία λειτουργεί ως όπλο. Οι πολυεθνικές, οι κυβερνήσεις και τα λόμπι αναζητούν πλέον όχι απλώς δεδομένα, αλλά “επιχειρησιακή νοημοσύνη”: γνώσεις που μπορούν να αλλάξουν αποφάσεις, να προκαλέσουν ρυθμιστικές έρευνες ή να μετακινήσουν μετοχές. Στον κόσμο αυτό η αλήθεια δεν έχει ηθικό πρόσημο, έχει τιμή εκκίνησης.
Μια εταιρεία με έδρα το Τελ Αβίβ, γραφεία στο Λονδίνο, τη Μαδρίτη και τη Σιγκαπούρη, συνεχίζει να πουλάει “αποδείξεις” σε όσους έχουν τα μέσα να πληρώσουν. Η Black Cube ζει και αναπνέει μέσα στο οικοσύστημα της αδιαφάνειας, εκεί όπου τα δεδομένα είναι καύσιμο και οι σκιές λειτουργούν ως πεδίο δράσης.
Ίσως η μεγαλύτερη επιτυχία της δεν είναι καμία επιχείρηση παρακολούθησης ή διαρροής, αλλά το γεγονός ότι κατάφερε να μετατρέψει τη μυστικότητα σε εμπορικό προϊόν. Ένα προϊόν που εξακολουθεί να πουλάει, όσο υπάρχουν εταιρείες έτοιμες να πληρώσουν για να γνωρίζουν ή να καθορίζουν αυτό που οι άλλοι απλώς υποψιάζονται.
*Με στοιχεία από τους Financial Times
➪ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.




