Στις 30 Απριλίου του 1993 έλαβε χώρα μια επανάσταση που θα άλλαζε τις ζωές όλων μας – άλλοτε προς το καλύτερο και άλλοτε προς το χειρότερο: η «γέννηση» του Διαδικτύου και η ημέρα που ο «μπαμπάς» του, ο βρετανός προγραμματιστής σερ Τίμοθι Τζον Μπέρνερς-Λι καθιστά το World Wide Web δωρεάν για χρήση στο ευρύ κοινό.
Από εκείνη την ημέρα μέχρι σήμερα, όποιος ήθελε μπροούσε να χρησιμοποποιήσει την «υπηρεσία» του «www» προκειμένου να διασυνδεθεί με άλλους ανθρώπους στο κόσμο διαμέσου του «Παγκόσμιου Ιστού».
Ο Τιμ Μπέρνερς Λι γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 8 Ιουνίου 1955. Φοίτησε στο Emanuel School του Γουάντσγουερθ (Wandsworth) και στη συνέχεια στο Κουίνς Κόλετζ (Queens College) του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. Εκεί κατασκεύασε τον πρώτο του υπολογιστή, με μόνα υλικά παλιά ηλεκτρονικά εξαρτήματα και ένα κολλητήρι. Στο Πανεπιστήμιο, όπου σπούδασε Φυσική, συνελήφθη ως χάκερ, με συνέπεια να αποκλειστεί από τη χρήση του πανεπιστημιακού υπολογιστή.
Από την Οξφόρδη αποφοίτησε το 1976 και εργάστηκε σε επιχειρήσεις ως προγραμματιστής / σύμβουλος μέχρι το 1980, οπότε και μετακλήθηκε από το CERN, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Φυσικής Στοιχειωδών Σωματιδίων, ως Σύμβουλος Μηχανικός Προγραμματισμού. Εκεί επινόησε και το πρόγραμμα Enquire, τον πρόδρομο του Παγκόσμιου Ιστού, που τον βοηθούσε να παρακολουθεί τον τεράστιο αριθμό ερευνητών και προγραμμάτων (projects) του Ιδρύματος. Αυτό το πρόγραμμα ποτέ δεν δόθηκε για χρήση στο κοινό.
Πώς φτάσαμε μέχρι την «γέννηση» του World Wide Web
Έφυγε από το CERN σε άλλες εργασίες, για να επιστρέψει εκεί το 1984 και να αναλάβει τα κατανεμημένα συστήματα μεταφοράς επιστημονικών δεδομένων και ελέγχου. Σύντομα βρέθηκε ξανά αντιμέτωπος με το παλιό πρόβλημα χειρισμού του τεράστιου όγκου ερευνητών και προγραμμάτων του Ιδρύματος συν το μάλλον ιδιότροπο σύστημα του CERN για τη διακίνηση επιστημονικών πληροφοριών ανάμεσα στα μέλη του. Άρχισε να οραματίζεται ένα παγκόσμιο σύστημα διακίνησης πληροφοριών, ταχύτερο και ολοσχερώς αποκεντρωμένο, ανεξάρτητο της πλατφόρμας του κάθε υπολογιστή, πολύγλωσσο και χωρίς γραφειοκρατικούς περιορισμούς και καθυστερήσεις. Υπέβαλε ένα υπόμνημα σχετικά με το σχέδιό του στη διοίκηση, αλλά, τότε, δεν πήρε καμία απάντηση. Περιμένοντας να ξεπεραστούν τα γραφειοκρατικά προβλήματα της διοίκησης, άρχισε να εργάζεται πάνω στις λεπτομέρειες του συστήματος που είχε σκεφθεί.
Έτσι, με βάσεις τις εργασίες των Βάνεβαρ Μπους (Vannevar Bush), Τεντ Νέλσον (Ted Nelson]) και Ντάγκλας Έγκλεμπαρτ (Douglas Englebart), δημιούργησε το Πρωτόκολλο Μεταφοράς Υπερκειμένου (hypertext transfer protocol, http), δηλαδή τη “γλώσσα” επικοινωνίας των υπολογιστών στο Διαδίκτυο και, παράλληλα, επινόησε ένα τρόπο αναγνώρισης κάθε “εγγράφου”, αποδίδοντάς του ένα μοναδικό παγκόσμιο αναγνωριστικό (Universal Resource Identifier), μαζί με ένα αναγνωριστικό διεύθυνσης.
Τα δύο αυτά χαρακτηριστικά συνδυάστηκαν και σήμερα αποτελούν το URL Ενιαίο Χαρακτηριστικό Εντοπισμού (Uniform Resource Locator). Το 1990 ολοκλήρωσε τη δημιουργία του πρώτου προγράμματος περιήγησης (browser), έπρεπε όμως να δημιουργήσει και ένα πρόγραμμα εξυπηρέτησης (server) και μια γλώσσα για την περιγραφή του εγγράφου. Έτσι, επινόησε τη γλώσσα HTML (HyperText Markup Language).
Το 1991 τα είχε ετοιμάσει όλα και, μη έχοντας ακόμη επίσημη απάντηση από το CERN, δημιούργησε τον πρώτο server, τον info.cern.ch., διαθέτοντας παράλληλα ελεύθερα το πρόγραμμα περιήγησης και το λογισμικό του server μέσω του Διαδικτύου. Παράλληλα, άρχισε να «διαφημίζει» το δημιούργημά του μέσω των Ομάδων Νέων (Newsgroups). Σύντομα άρχισε να επικοινωνεί με χρήστες και να βελτιώνει τη δημιουργία του, χρησιμοποιώντας τις υποδείξεις τους.
Στο μεταξύ, οι χρήστες της νέας υπηρεσίας, που ο ίδιος είχε ονομάσει «Παγκόσμιο Ιστό» (World Wide Web), άρχισαν να αυξάνονται αλματωδώς, ενώ οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι ήταν πολύ πιο εύκολο και εξυπηρετικό να “δημοσιεύουν” τις πληροφορίες τους σε μια ιστοσελίδα, αντί να απαντούν σε πολυάριθμα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή να τις δημοσιεύουν στις ομάδες νέων, των οποίων η κίνηση πολλές φορές τις “έθαβε” (με την έννοια ότι περνούσαν απαρατήρητες). Ενδιαφέρον επίσης έδειξαν για το επίτευγμα του Λι και κυβερνητικές υπηρεσίες.
Σήμερα ο Τιμ Μπέρνερς Λι είναι ο Πρόεδρος του W3C Κονσόρτσιουμ του Παγκόσμιου Ιστού, ερευνητής στο ΜΙΤ και έχει πολλές τιμητικές διακρίσεις, μεταξύ πολλών άλλων και Ιππότης της Βρετανικής Αυτοκρατορίας (2004) από την Βασίλισσα της Αγγλίας και παράσημο εξαιρέτων υπηρεσιών (Order of Merit) από την ίδια το 2007. Το περιοδικό Time τον κατέταξε ανάμεσα σε ένα από τα 100 λαμπρότερα πνεύματα του αιώνα.
Τον Δεκέμβριο του 2004 ονομάσθηκε επίτιμος Καθηγητής στο τμήμα Επιστήμης Υπολογιστών στο Πανεπιστήμιο του Σαουθάμπτον. Είναι, επίσης, συν-διευθυντής του φορέα “Web Science Research Initiative (WSRI)” (Πρωτοβουλία Επιστημονικής Έρευνας στον Ιστό”, που δημιουργήθηκε το 2006.
Eπίσης, έχει τιμηθεί με άπειρα βραβεία για την προσφορά του στην τεχνολογική εξέλιξη. Έχει τιμηθεί με Βραβείο Τούρινγκ, με «Νόμπελ Πληροφορικής», το οποίο τιμητικά ονομάστηκε έτσι ενώ στην πραγματικότητα ήταν το βραβείο που πήρε το 2017 για την επινόηση του Παγκόσμιου Ιστού. Είναι συγγραφές του βιβλίου «Weaving the Web», που κυκλοφόρησε το 1999 και θεωρείται ένα από τα πιο κλασικά του είδους του ενώ έχει μεταφραστεί στις περισσότερες γλώσσες του κόσμου.
Ο ίδιος ο Τιμ Μπέρνερς – Λι, μιλώντας για τα 30 χρόνια «ζωής» του World Wide Web, στάθηκε στην αλλαγή πλεύσης που απαιτείται στον Παγκόσμιο Ιστό. Σε δηλώσεις που είχε κάνει το 2019 στο BBC, είχε σχολιάσει πως πρέπει να υπάρξει παγκόσμια δράση για να σταματήσει «η βουτιά προς το δυσλειτουργικό μέλλον», υπονοώντας κυρίως στην υποκλοπή, τη χειραγώγηση και την εμπορευματοποίηση των προσωπικών δεδομένων των χρηστών, αλλά και στην εξάπλωση της παραπληροφόρησης και την επιθετικότητα που αναπτύσσεται διαμέσου του Διαδικτύου.