Στις 8 Ιανουαρίου, ξεκίνησε στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας η δίκη για την υπόθεση του Κολωνού. Το δικαστήριο συγκροτήθηκε με την επιλογή των τεσσάρων ενόρκων που θα δικάσουν την υπόθεση μαζί με τον πρόεδρο, Δημήτριο Φανουργάκη και τους συνέδρους Θεόδωρο Καζαζάκη και Ιωάννη Γαλτσιωτάκη.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ των Άννα Νίνη, Μπάμπη Πολυχρονιάδη και Τάσου Θεοφίλου, για το omniatv.com, οι οποίοι παρακολουθούν τη δίκη από την έναρξή της:
Η δικογραφία μετράει πάνω από 4.500 σελίδες και περιλαμβάνει εκατοντάδες μηνύματα, φωτογραφίες και βίντεο που αποτυπώνουν τα όσα έζησε το παιδί, στους πέντε μήνες που διήρκεσε η σωματική και ψυχολογική της κακοποίηση.
Για την υπόθεση έχουν σχηματιστεί δύο δικογραφίες, με τη δεύτερη να μετρά 8 κατηγορούμενους και να παραμένει ανοιχτή, ενώ στο πολυσέλιδο βούλευμα της πρώτης δικογραφίας για τη δίκη που θα ξεκινήσει, οι 26 κατηγορούμενοι με πρώτο τον Ηλία Μίχο (ο οποίος ήταν αυτός που βίαζε κι εξέδιδε το ανήλικο κορίτσι), παραπέμπονται για σωρεία αδικημάτων. Μεταξύ άλλων και κατά περίπτωση για: βιασμό ανηλίκου κατ’ εξακολούθηση, πορνογραφία ανηλίκου, εμπορία ανθρώπων κατ’ επάγγελμα σε βάρος ανηλίκου, τέλεση γενετήσιας πράξης με πρόσωπο που είναι εν γνώσει του δράστη θύμα εμπορίας ανθρώπων κ.ά., ενώ κάποιες από τις κατηγορίες επιφέρουν ποινές ισόβιας κάθειρξης. Στο ίδιο κατηγορητήριο περιλαμβάνεται και η ήδη προφυλακισμένη μητέρα της 12χρονης, παρά το ότι δηλώνει αθώα και υποστηρίζεται σ’ αυτό και από την κόρη της αλλά και από τα άλλα παιδιά της.
Στο κατηγορητήριο, όμως, δεν περιλαμβάνεται –έστω για συνέργεια– κανένα άτομο από τον οίκο ανοχής επί της οδού Κασσάνδρας στον Κεραμεικό, για τον οποίο η ανήλικη κατέθεσε ότι οδηγούνταν εκεί από τον Ηλία Μίχο. Σαν να μπορεί ο καθένας να οδηγεί ένα ανήλικο παιδί σε έναν οίκο ανοχής, και να το αναγκάζει να εκδίδεται χωρίς να είναι εις γνώση και να έχει τη συναίνεση του ιδιοκτήτη του.
Το ιστορικό της κακοποίησης του δωδεκάχρονου κοριτσιού
Ο 54χρονος βασικός κατηγορούμενος, Ηλίας Μίχος, ο οποίος διατηρούσε εμπορικό κατάστημα ψιλικών – χαρτικών ειδών στον Κολωνό, πολύ κοντά στο σπίτι του 12χρoνου θύματος. Ήταν ένας άνθρωπος με έντονη πολιτική δράση και ανάμιξη με τα κοινά, έχοντας φωτογραφηθεί πολλές φορές στο πλευρό πολιτευτών και στελεχών της ΝΔ. Γνώριζε πολλά χρόνια την ανήλικη, αφού όλη η οικογένεια ψώνιζε από το κατάστημα του. Όπως γνώριζε και τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε η πολυμελής οικογένεια, η οποία, τις περισσότερες φορές, αναγκαζόταν να ψωνίσει με πίστωση.
Όταν το χρέος της οικογένειας προς τον Ηλία Μίχο συσσωρεύτηκε, τον Απρίλιο του 2022 εκείνος και η Χ.Β., μητέρα της 12χρονης, συμφώνησαν να εργάζεται στο κατάστημα του ως καθαρίστρια χωρίς αμοιβή. Ενίοτε τη βοηθούσε και η ανήλικη κόρη της. Η εργασία της μητέρας στο κατάστημα δεν κράτησε πολύ, διότι με τη διαμεσολάβηση του Μίχου η Χ.Β. βρήκε καθημερινή εργασία σε οπωροπωλείο της περιοχής. Μετά την αποχώρησή της, η ανήλικη συνέχισε να απασχολείται περιστασιακά στο κατάστημα, είτε βοηθώντας τον Μίχο σε ελαφριές εργασίες, είτε καθαρίζοντας το χώρο, για να εξασφαλίζει ένα χαρτζιλίκι.
Όμως οι προθέσεις του δεν άργησαν πολύ να φανούν. Μετά την πάροδο μιας εβδομάδας, από τότε που το παιδί πήγαινε στο κατάστημα για να καθαρίσει, ο Μίχος το οδήγησε στην αποθήκη, που βρίσκεται στο υπόγειο του μαγαζιού, με την πρόφαση «να πάρουν κάποια χαρτιά και να συμμαζέψουν». Εκεί της επιτέθηκε και άρχισε να τη θωπεύει παρά την αντίδραση της 12χρονης.
Στην επόμενη μετάβαση της ανήλικης στο κατάστημα, ο Μίχος δεν έμεινε μόνο στις θωπείες. Με τη χρήση απειλών ότι θα σκοτώσει την ίδια και την οικογένειά της, ότι θα διαδώσει στην περιοχή του Κολωνού ότι εκείνη τον επιθυμεί ερωτικά και με την επίδειξη όπλων και μαχαιριών, κατάφερε να τη βιάσει. Το ίδιο σκηνικό επαναλαμβανόταν σχεδόν σε κάθε επίσκεψη της ανήλικης στο κατάστημά του.
Με τη χρήση αντίστοιχων απειλών την ανάγκασε να του δώσει τον αριθμό του τηλεφώνου της, ώστε να της στέλνει μηνύματα σεξουαλικού περιεχομένου, ενώ στις συνομιλίες που είχαν μέσω SMS, Viber και WhatsApp, o Mίχος πίεζε –και πάλι με τις ίδιες απειλές– την ανήλικη να του στείλει γυμνές φωτογραφίες και βίντεο. Στην κατοχή του βρέθηκαν 58 φωτογραφίες και πάνω από 10 βίντεό της, τα οποία είχε αποσπάσει με τη συγκεκριμένη μεθοδολογία.
Όμως ο Μίχος δεν περιορίστηκε εκεί. Σχεδόν άμεσα, αφότου ο ίδιος ξεκίνησε την κακοποίηση και τους βιασμούς της ανήλικης, αποφάσισε να την εκδίδει και σε άλλους έναντι αμοιβής, προς ίδιον οικονομικό όφελος φυσικά. Αρχικά χρησιμοποίησε την εφαρμογή Blindchat, μια πλατφόρμα στην οποία οι χρήστες δηλώνουν το φύλο τους, προαιρετικά την ηλικία τους –αν και η συγκεκριμένη πλατφόρμα τυπικά απευθύνεται σε ενηλίκους, δεν υπάρχει κανένας τρόπος επιβεβαίωσης της ηλικίας– την περιοχή τους, καθώς και το επιθυμητό εύρος της ηλικίας του συνομιλητή τους. Στη συνέχεια συνδέονται με κάποιον άλλο διαθέσιμο χρήστη και ξεκινάει ανώνυμα μια συνομιλία μεταξύ τους, όπου μπορούν να ανταλλάξουν μηνύματα, φωτογραφίες, καθώς επίσης και να κάνουν βιντεοκλήσεις με κάμερα και μικρόφωνο.
Ο Μίχος, χρησιμοποιώντας τους αριθμούς που ανήκαν στην ανήλικη, δημιούργησε ένα λογαριασμό με το προφίλ της, στο οποίο μπορούσε να συνδέεται και από τις δικές του συσκευές τηλεφώνου. Εκεί την εμφάνιζε ως 16-17 ετών, διαθέσιμη προς ερωτική συνεύρεση με αντίτιμο 50 έως 70 ευρώ και με τόπο συνάντησης το σταθμό του μετρό στην περιοχή των Σεπολίων. Αφού εντόπιζε άτομα που έδειχναν ενδιαφέρον να συνευρεθούν μαζί της, συνέχιζε την επικοινωνία μαζί τους μέσω Viber και WhatsApp και έστελνε τις γυμνές φωτογραφίες που είχε αποσπάσει από τη 12χρονη, διανέμοντας έτσι το υλικό παιδικής πορνογραφίας. Ως διαχειριστής του προφίλ της στο Blindchat επικοινώνησε ο ίδιος με 212 συνολικά προφίλ αγνώστων ανδρών – τουλάχιστον μια φορά με τον καθένα. Οι περισσότεροι από αυτούς τους χρήστες δεν απάντησαν ποτέ ή διέκοψαν την επικοινωνία όταν αναφέρθηκε ότι επρόκειτο για ανήλικο άτομο.
Εκτός από τη συγκεκριμένη μέθοδο μέσω διαδικτύου, ο Μίχος σύμφωνα με το βούλευμα και τα στοιχεία που προέκυψαν, υλοποίησε άμεσα ακόμη ένα σχέδιο εκμετάλλευσης της ανήλικης. Διέρρευσε σε διάφορους, καταρχήν γνωστούς του στην ευρύτερη γειτονιά, όπου κατοικούσε το παιδί και βρισκόταν το κατάστημα του, τη «διαθεσιμότητά» της έναντι αμοιβής, κατόπιν συνεννόησης μαζί του. Η σχετική “είδηση” δεν άργησε να διαδοθεί στους ενδιαφερόμενους, οι οποίοι είτε απευθύνονταν στο Μίχο για τη διευθέτηση της υπόθεσης, είτε ο ίδιος έστελνε την ανήλικη σε αυτούς με την εντολή να «αυτοπροταθεί» ως επ’ αμοιβή διαθέσιμη.
Τι υποστηρίζουν οι κατηγορούμενοι
Η υπερασπιστική γραμμή των κατηγορουμένων κινείται στους ίδιους άξονες. Οι περισσότεροι αρνούνται ότι συνευρέθηκαν με το παιδί, παραδέχονται πως της έδωσαν χρήματα και πως την πέρασαν για μεγαλύτερη, ενώ ο Μίχος επικαλείται συναίνεση και επιχειρεί να μετακυλήσει τις ευθύνες στη μητέρα.
Ακριβέστερα, ο Ηλίας Μίχος, ο οποίος είναι προφυλακισμένος στο σωφρονιστικό κατάστημα των Γρεβενών, ομολογεί την τέλεση των πράξεων της κατάχρησης ανηλίκου αποδεχόμενος την επανειλημμένη συνεύρεσή του με την ανήλικη. Επίσης αποδέχεται την προμήθεια και κατοχή υλικού πορνογραφίας ανηλίκων, αρνούμενος όμως την διακίνηση σε τρίτους. Αρνείται όμως την τέλεση και των λοιπών κακουργημάτων (βιασμός, μαστροπεία, εμπορία ανθρώπων προς γενετήσια εκμετάλλευση), ισχυριζόμενος ότι οι συνευρέσεις με την παθούσα γίνονταν με τη συναίνεσή της και ότι αυτή είχε επιδοθεί στην πορνεία νωρίτερα, χωρίς δική του προτροπή και ανάμιξη, πολύ δε περισσότερο απειλή.
Μάλιστα στην συμπληρωματική του κατάθεση στις 22/02/2023, αναφέρει μέχρι και ότι η 12χρονη «ντυνόταν πολύ προκλητικά», ενώ στο απολογητικό του υπόμνημα μεταξύ άλλων ισχυρίζεται πως «η ανήλικη γνώριζε τι κάνει μαζί μου και δυστυχώς, κυριολεκτικά παντοιοτρόπως το επεδίωκε αυτόβουλα και δη ασκώντας μου πίεση προκειμένου να συνευρεθούμε…».
Να σημειωθεί εδώ ότι: πολλοί από τους «πελάτες» που έσπευσαν να κακοποιήσουν το παιδί, δε δίστασαν να το πράξουν μολονότι το γνώριζαν ως περίοικοι. Είχαν δηλαδή πλήρη γνώση της ηλικίας της και της οικονομικής κατάστασης της πολύτεκνης οικογένειας στην οποία μεγάλωνε, τις στερήσεις που βίωνε, αλλά και των προβλημάτων που αντιμετώπιζε. Γνώριζαν πως πρόκειται για ένα παιδί ευάλωτο.
Η εξέλιξη της δίκης στη πρώτη της εβδομάδα
Τη Δευτέρα (8/01) με την έναρξη της δίκης υποβλήθηκε αίτημα από τη συνήγορο υποστήριξης κατηγορίας, Ασπασία Ταραχοπούλου, ώστε αυτή να διεξαχθεί κεκλεισμένων των θυρών προκειμένου να προστατευτεί το παιδί από την επαναθυματοποίηση. Με το αίτημα συντάχθηκαν όπως ήταν φυσικό και όλοι οι δικηγόροι των κατηγορουμένων, ενώ αντίστοιχο αίτημα για κεκλεισμένων των θυρών κατέθεσαν και οι συνήγοροι υπεράσπισης τριών κατηγορουμένων, μεταξύ αυτών και του Ηλία Μίχου. Να σημειώσω εδώ ότι σε δίκες που αφορούν σεξουαλικά αδικήματα και η πλευρά του κατηγορούμενου έχει το δικαίωμα να υποβάλει τέτοιο αίτημα. Αποτέλεσμα αυτού είναι το ότι η δίκη διεξάγεται χωρίς τη παρουσία κοινού και φυσικά δημοσιογράφων με ότι αυτό συνεπάγεται τόσο για τη διαδικασία όσο και για την εξέλιξή της. Η συγκεκριμένη απόφαση σαφώς και βολεύει τους κατηγορούμενους.
Σύμφωνα με τους συνηγόρους υπεράσπισης, στόχος είναι να επισπευσθούν οι διαδικασίες γιατί διαφορετικά θα πρέπει να αποφυλακιστούν οι 26 κατηγορούμενοι καθώς λήγει το 18μηνο της προσωρινής τους κράτησης. Στο δικαστήριο ετέθη από τους συνηγόρους υπεράσπισης μερικών κατηγορουμένων, αίτημα προκειμένου να υποβληθούν συμπληρωματικές ερωτήσεις στη 12χρονη. Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορεί να γίνει με φυσική κατάθεση της ανήλικης στο δικαστήριο καθώς απαγορεύεται δικονομικά να καταθέτει κάποιος ανήλικος σε μία δίκη.
Η νομοθεσία είναι ξεκάθαρη για τα παιδιά θύματα σεξουαλικής βίας και τα θύματα εμπορίας ανθρώπων. Ακόμα κι αν γίνει δεκτό να καταθέσει συμπληρωματικά το παιδί θύμα, η κατάθεση γίνεται σε άλλο χώρο, ακόμα και στο σπίτι του, με ηλεκτρονικά μέσα, από ανακριτικό υπάλληλο διορισμένο από το δικαστήριο και ερωτήσεις τίθενται μόνο από αυτόν, και αν οι συνήγοροι έχουν ερωτήσεις τις θέτουν γραπτά. Στη συνέχεια η βιντεοσκοπημενη κατάθεση προβάλλεται στο δικαστήριο. Επίσης, αυτό γίνεται μετά από απόφαση του δικαστηρίου, μόνο αν το παιδί δεν έχει καταθέσει προανακριτικά, ή αν χρειάζονται διευκρινίσεις/ συμπληρώσεις σχετικά με ό,τι έχει καταθέσει.
Υπενθυμίζεται ότι η 12χρονη έχει δώσει ήδη πέντε πολύωρες καταθέσεις που περιλαμβάνονται στην πρώτη δικογραφία που εκδικάζεται, και ακόμη δυο στη δεύτερη δικογραφία που παραμένει ανοιχτή.
Για το συγκεκριμένο γεγονός η επιτροπή αλληλεγγύης στο 12χρονο κορίτσι έβγαλε ανακοίνωση η οποία αναφέρει: «Η δίκη της 12χρονης από τον Κολωνό ξεκίνησε τη Δευτέρα 8 Ιανουαρίου και έκανε φανερή για άλλη μία φορά την αδίστακτη συμπεριφορά των κατηγορούμενων παιδοβιαστών και των συνηγόρων της υπεράσπισής τους, οι οποίοι έσπευσαν να καταθέσουν αίτημα επανεξέτασης του ανήλικου παιδιού από το δικαστήριο.
Η 12χρονη έχει ήδη καταθέσει πολλές φορές, υποκείμενη σε μια διαδικασία έτσι κι αλλιώς επώδυνη για ανήλικο παιδί, ενώ δεν έχουν τηρηθεί τα προβλεπόμενα πρωτόκολλα που οι ανακριτικές αρχές οφείλουν να τηρούν στις περιπτώσεις ανηλίκων που έχουν υποστεί κακοποίηση.
Υπενθυμίζουμε ότι κατά τη διάρκεια των δύο σταδίων της προδικασίας η ανήλικη έδωσε συνολικά πέντε καταθέσεις για τη συγκεκριμένη υπόθεση κι επτά συνολικά, από τις οποίες διαπιστώθηκε πως διαθέτει οξύτατη μνήμη. Σύμφωνα με όσα καταγράφονται στη δικογραφία, προέβη σε ακριβή αναφορά των περιστατικών, λεπτομερή περιγραφή προσώπων, χώρων και περιστάσεων.
Όχι μόνο δεν υπήρξε πρωταρχικό κριτήριο για τους κρατικούς φορείς που διαχειρίζονται την υπόθεση η αποφυγή του επανατραυματισμού του παιδιού, αλλά αντίθετα, σε συνδυασμό με άλλες πρακτικές που ακολουθήθηκαν, φαίνεται ότι αυτός οργανώθηκε συστηματικά, αποκαλύπτοντας πόσο απροστάτευτα είναι τα θύματα της κακοποίησης και της διακίνησης. Η κρατική αντιμετώπιση υπήρξε στην πραγματικότητα κατασταλτική και τιμωρητική για την ανήλικη και την οικογένειά της αφού ακόμα και οι πολιτικοί προϊστάμενοι των αρμόδιων αρχών δεν δίστασαν να εκθέσουν την οικογένεια με τα λόγια και τις πράξεις τους, να αποκαλύψουν τον τόπο διαμονής του παιδιού, να ενοχοποιήσουν και έμμεσα να χειραγωγήσουν την υπόθεση.
Τυχόν αποδοχή εκ μέρους του δικαστηρίου του αιτήματος υπεράσπισης θα αποτελέσει σοβαρή παραβίαση των δικαιωμάτων του παιδιού και θα βρει απέναντί της όλη την κοινωνία.
Δηλώνουμε παρούσες και παρόντες στην υπόθεση για να μην επιτραπεί καμία συγκάλυψη των ενόχων, καμία χειραγώγηση της διαδικασίας και θα παλέψουμε με κάθε τρόπο για τη διασφάλιση της προστασίας του παιδιού. Καλούμε όλους τους φορείς της επιστημονικής και νομικής κοινότητας κι όλες τις συλλογικότητες και τα άτομα που ασχολούνται με το θέμα σε κινητοποίηση κι εγρήγορση για να ξεριζωθούν οι κακοποιητικές πρακτικές μέσα στις δικαστικές αίθουσες.»
Κατά την έναρξη της δίκης και όταν ο Μίχος έφτασε στην αίθουσα, η 39χρονη μητέρα του κοριτσιού ξέσπασε σε φωνές και ύβρεις εναντίον του ενώ επιχείρησε να του επιτεθεί. Οι αστυνομικοί την έβγαλαν έξω από την αίθουσα, προσπαθώντας να την ηρεμήσουν.
Παράλληλα δεκάδες αλληλέγγυα άτομα στην ανήλικη που είχαν συγκεντρωθεί έξω από τη δικαστική αίθουσα εκδήλωσαν την (δίκαιη) οργή τους εναντίον του Ηλία Μίχου και των υπόλοιπων κατηγορουμένων με συνθήματα με αποτέλεσμα να υπάρξει μια σχετική ένταση ανάμεσα σε αυτούς και τα ΜΑΤ που βρίσκονταν εκεί.
Στη δεύτερη δικάσιμο τη Τετάρτη 10/01, ξεκίνησε να καταθέτει η πρώτη μάρτυρας. Πρόκειται για τη θεία του 12χρονου κοριτσιού που πρώτη κατάλαβε τι συμβαίνει στην ανήλικη όταν πήρε το κινητό της και διάβασε τα μηνύματα που της είχε αποστείλει ο Ηλίας Μίχος. Στη συνέχεια ειδοποίησε τη μητέρα του παιδιού, η οποία με τη σειρά της, πήγε στην Αστυνομία.
Να σημειώσουμε ότι η μητέρα της ανήλικης έχει επίσης συλληφθεί, κατηγορηθεί και προφυλακιστεί ως συνεργός του Μίχου στη συγκεκριμένη υπόθεση. Συγκεκριμένα και μετά την αναβάθμιση του κατηγορητηρίου από το συμβούλιο Πλημμελειοδικών, η μητέρα κατηγορείται για: «διακεκριμένη μαστροπεία εναντίον προσώπου νεότερου των 15 ετών από ανιόντα συγγενή εξ αίματος, διακεκριμένη περίπτωση πορνογραφίας ανηλίκου [απόκτηση – διανομή – κατοχή] κατ’ εξακολούθηση και εκβίαση κατ’ εξακολούθηση.»
Η θεία του κοριτσιού στέκεται στο πλευρό της μητέρας του κοριτσιού. Στην ένορκη κατάθεσή της τον Οκτώβριο του 2022, αναφερόμενη στην μητέρα, είχε δηλώσει: «Αγαπούσε όλα τα παιδιά της, τα λάτρευε και δεν άφηνε κανέναν να τα πειράξει […] Δεν υπάρχει περίπτωση να γνώριζε, μόλις το έμαθε πήγε κατευθείαν στο αστυνομικό τμήμα του Κολωνού να κάνουν καταγγελία, αλλά το αστυνομικό τμήμα τους έδιωξε […] Η μητέρα της δεν υποψιαζόταν καν ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο στην κόρη της. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι κατηγορείται, δεν είναι δυνατόν γιατί είδα την αντίδραση της. Αποκλείεται να είχε οποιαδήποτε ανάμειξη σε αυτό. Δεν έχω καμία αμφιβολία για τη μητέρα.»
Οι μάρτυρες κατηγορίας είναι συνολικά 14 άτομα. Η δίκη διεξάγεται κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή.
Στις 8 Ιανουαρίου, ξεκίνησε στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας η δίκη για την υπόθεση του Κολωνού. Το δικαστήριο συγκροτήθηκε με την επιλογή των τεσσάρων ενόρκων που θα δικάσουν την υπόθεση μαζί με τον πρόεδρο, Δημήτριο Φανουργάκη και τους συνέδρους Θεόδωρο Καζαζάκη και Ιωάννη Γαλτσιωτάκη.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ των Άννα Νίνη, Μπάμπη Πολυχρονιάδη και Τάσου Θεοφίλου, για το omniatv.com, οι οποίοι παρακολουθούν τη δίκη από την έναρξή της:
Η δικογραφία μετράει πάνω από 4.500 σελίδες και περιλαμβάνει εκατοντάδες μηνύματα, φωτογραφίες και βίντεο που αποτυπώνουν τα όσα έζησε το παιδί, στους πέντε μήνες που διήρκεσε η σωματική και ψυχολογική της κακοποίηση.
Για την υπόθεση έχουν σχηματιστεί δύο δικογραφίες, με τη δεύτερη να μετρά 8 κατηγορούμενους και να παραμένει ανοιχτή, ενώ στο πολυσέλιδο βούλευμα της πρώτης δικογραφίας για τη δίκη που θα ξεκινήσει, οι 26 κατηγορούμενοι με πρώτο τον Ηλία Μίχο (ο οποίος ήταν αυτός που βίαζε κι εξέδιδε το ανήλικο κορίτσι), παραπέμπονται για σωρεία αδικημάτων. Μεταξύ άλλων και κατά περίπτωση για: βιασμό ανηλίκου κατ’ εξακολούθηση, πορνογραφία ανηλίκου, εμπορία ανθρώπων κατ’ επάγγελμα σε βάρος ανηλίκου, τέλεση γενετήσιας πράξης με πρόσωπο που είναι εν γνώσει του δράστη θύμα εμπορίας ανθρώπων κ.ά., ενώ κάποιες από τις κατηγορίες επιφέρουν ποινές ισόβιας κάθειρξης. Στο ίδιο κατηγορητήριο περιλαμβάνεται και η ήδη προφυλακισμένη μητέρα της 12χρονης, παρά το ότι δηλώνει αθώα και υποστηρίζεται σ’ αυτό και από την κόρη της αλλά και από τα άλλα παιδιά της.
Στο κατηγορητήριο, όμως, δεν περιλαμβάνεται –έστω για συνέργεια– κανένα άτομο από τον οίκο ανοχής επί της οδού Κασσάνδρας στον Κεραμεικό, για τον οποίο η ανήλικη κατέθεσε ότι οδηγούνταν εκεί από τον Ηλία Μίχο. Σαν να μπορεί ο καθένας να οδηγεί ένα ανήλικο παιδί σε έναν οίκο ανοχής, και να το αναγκάζει να εκδίδεται χωρίς να είναι εις γνώση και να έχει τη συναίνεση του ιδιοκτήτη του.
Το ιστορικό της κακοποίησης του δωδεκάχρονου κοριτσιού
Ο 54χρονος βασικός κατηγορούμενος, Ηλίας Μίχος, ο οποίος διατηρούσε εμπορικό κατάστημα ψιλικών – χαρτικών ειδών στον Κολωνό, πολύ κοντά στο σπίτι του 12χρoνου θύματος. Ήταν ένας άνθρωπος με έντονη πολιτική δράση και ανάμιξη με τα κοινά, έχοντας φωτογραφηθεί πολλές φορές στο πλευρό πολιτευτών και στελεχών της ΝΔ. Γνώριζε πολλά χρόνια την ανήλικη, αφού όλη η οικογένεια ψώνιζε από το κατάστημα του. Όπως γνώριζε και τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετώπιζε η πολυμελής οικογένεια, η οποία, τις περισσότερες φορές, αναγκαζόταν να ψωνίσει με πίστωση.
Όταν το χρέος της οικογένειας προς τον Ηλία Μίχο συσσωρεύτηκε, τον Απρίλιο του 2022 εκείνος και η Χ.Β., μητέρα της 12χρονης, συμφώνησαν να εργάζεται στο κατάστημα του ως καθαρίστρια χωρίς αμοιβή. Ενίοτε τη βοηθούσε και η ανήλικη κόρη της. Η εργασία της μητέρας στο κατάστημα δεν κράτησε πολύ, διότι με τη διαμεσολάβηση του Μίχου η Χ.Β. βρήκε καθημερινή εργασία σε οπωροπωλείο της περιοχής. Μετά την αποχώρησή της, η ανήλικη συνέχισε να απασχολείται περιστασιακά στο κατάστημα, είτε βοηθώντας τον Μίχο σε ελαφριές εργασίες, είτε καθαρίζοντας το χώρο, για να εξασφαλίζει ένα χαρτζιλίκι.
Όμως οι προθέσεις του δεν άργησαν πολύ να φανούν. Μετά την πάροδο μιας εβδομάδας, από τότε που το παιδί πήγαινε στο κατάστημα για να καθαρίσει, ο Μίχος το οδήγησε στην αποθήκη, που βρίσκεται στο υπόγειο του μαγαζιού, με την πρόφαση «να πάρουν κάποια χαρτιά και να συμμαζέψουν». Εκεί της επιτέθηκε και άρχισε να τη θωπεύει παρά την αντίδραση της 12χρονης.
Στην επόμενη μετάβαση της ανήλικης στο κατάστημα, ο Μίχος δεν έμεινε μόνο στις θωπείες. Με τη χρήση απειλών ότι θα σκοτώσει την ίδια και την οικογένειά της, ότι θα διαδώσει στην περιοχή του Κολωνού ότι εκείνη τον επιθυμεί ερωτικά και με την επίδειξη όπλων και μαχαιριών, κατάφερε να τη βιάσει. Το ίδιο σκηνικό επαναλαμβανόταν σχεδόν σε κάθε επίσκεψη της ανήλικης στο κατάστημά του.
Με τη χρήση αντίστοιχων απειλών την ανάγκασε να του δώσει τον αριθμό του τηλεφώνου της, ώστε να της στέλνει μηνύματα σεξουαλικού περιεχομένου, ενώ στις συνομιλίες που είχαν μέσω SMS, Viber και WhatsApp, o Mίχος πίεζε –και πάλι με τις ίδιες απειλές– την ανήλικη να του στείλει γυμνές φωτογραφίες και βίντεο. Στην κατοχή του βρέθηκαν 58 φωτογραφίες και πάνω από 10 βίντεό της, τα οποία είχε αποσπάσει με τη συγκεκριμένη μεθοδολογία.
Όμως ο Μίχος δεν περιορίστηκε εκεί. Σχεδόν άμεσα, αφότου ο ίδιος ξεκίνησε την κακοποίηση και τους βιασμούς της ανήλικης, αποφάσισε να την εκδίδει και σε άλλους έναντι αμοιβής, προς ίδιον οικονομικό όφελος φυσικά. Αρχικά χρησιμοποίησε την εφαρμογή Blindchat, μια πλατφόρμα στην οποία οι χρήστες δηλώνουν το φύλο τους, προαιρετικά την ηλικία τους –αν και η συγκεκριμένη πλατφόρμα τυπικά απευθύνεται σε ενηλίκους, δεν υπάρχει κανένας τρόπος επιβεβαίωσης της ηλικίας– την περιοχή τους, καθώς και το επιθυμητό εύρος της ηλικίας του συνομιλητή τους. Στη συνέχεια συνδέονται με κάποιον άλλο διαθέσιμο χρήστη και ξεκινάει ανώνυμα μια συνομιλία μεταξύ τους, όπου μπορούν να ανταλλάξουν μηνύματα, φωτογραφίες, καθώς επίσης και να κάνουν βιντεοκλήσεις με κάμερα και μικρόφωνο.
Ο Μίχος, χρησιμοποιώντας τους αριθμούς που ανήκαν στην ανήλικη, δημιούργησε ένα λογαριασμό με το προφίλ της, στο οποίο μπορούσε να συνδέεται και από τις δικές του συσκευές τηλεφώνου. Εκεί την εμφάνιζε ως 16-17 ετών, διαθέσιμη προς ερωτική συνεύρεση με αντίτιμο 50 έως 70 ευρώ και με τόπο συνάντησης το σταθμό του μετρό στην περιοχή των Σεπολίων. Αφού εντόπιζε άτομα που έδειχναν ενδιαφέρον να συνευρεθούν μαζί της, συνέχιζε την επικοινωνία μαζί τους μέσω Viber και WhatsApp και έστελνε τις γυμνές φωτογραφίες που είχε αποσπάσει από τη 12χρονη, διανέμοντας έτσι το υλικό παιδικής πορνογραφίας. Ως διαχειριστής του προφίλ της στο Blindchat επικοινώνησε ο ίδιος με 212 συνολικά προφίλ αγνώστων ανδρών – τουλάχιστον μια φορά με τον καθένα. Οι περισσότεροι από αυτούς τους χρήστες δεν απάντησαν ποτέ ή διέκοψαν την επικοινωνία όταν αναφέρθηκε ότι επρόκειτο για ανήλικο άτομο.
Εκτός από τη συγκεκριμένη μέθοδο μέσω διαδικτύου, ο Μίχος σύμφωνα με το βούλευμα και τα στοιχεία που προέκυψαν, υλοποίησε άμεσα ακόμη ένα σχέδιο εκμετάλλευσης της ανήλικης. Διέρρευσε σε διάφορους, καταρχήν γνωστούς του στην ευρύτερη γειτονιά, όπου κατοικούσε το παιδί και βρισκόταν το κατάστημα του, τη «διαθεσιμότητά» της έναντι αμοιβής, κατόπιν συνεννόησης μαζί του. Η σχετική “είδηση” δεν άργησε να διαδοθεί στους ενδιαφερόμενους, οι οποίοι είτε απευθύνονταν στο Μίχο για τη διευθέτηση της υπόθεσης, είτε ο ίδιος έστελνε την ανήλικη σε αυτούς με την εντολή να «αυτοπροταθεί» ως επ’ αμοιβή διαθέσιμη.
Τι υποστηρίζουν οι κατηγορούμενοι
Η υπερασπιστική γραμμή των κατηγορουμένων κινείται στους ίδιους άξονες. Οι περισσότεροι αρνούνται ότι συνευρέθηκαν με το παιδί, παραδέχονται πως της έδωσαν χρήματα και πως την πέρασαν για μεγαλύτερη, ενώ ο Μίχος επικαλείται συναίνεση και επιχειρεί να μετακυλήσει τις ευθύνες στη μητέρα.
Ακριβέστερα, ο Ηλίας Μίχος, ο οποίος είναι προφυλακισμένος στο σωφρονιστικό κατάστημα των Γρεβενών, ομολογεί την τέλεση των πράξεων της κατάχρησης ανηλίκου αποδεχόμενος την επανειλημμένη συνεύρεσή του με την ανήλικη. Επίσης αποδέχεται την προμήθεια και κατοχή υλικού πορνογραφίας ανηλίκων, αρνούμενος όμως την διακίνηση σε τρίτους. Αρνείται όμως την τέλεση και των λοιπών κακουργημάτων (βιασμός, μαστροπεία, εμπορία ανθρώπων προς γενετήσια εκμετάλλευση), ισχυριζόμενος ότι οι συνευρέσεις με την παθούσα γίνονταν με τη συναίνεσή της και ότι αυτή είχε επιδοθεί στην πορνεία νωρίτερα, χωρίς δική του προτροπή και ανάμιξη, πολύ δε περισσότερο απειλή.
Μάλιστα στην συμπληρωματική του κατάθεση στις 22/02/2023, αναφέρει μέχρι και ότι η 12χρονη «ντυνόταν πολύ προκλητικά», ενώ στο απολογητικό του υπόμνημα μεταξύ άλλων ισχυρίζεται πως «η ανήλικη γνώριζε τι κάνει μαζί μου και δυστυχώς, κυριολεκτικά παντοιοτρόπως το επεδίωκε αυτόβουλα και δη ασκώντας μου πίεση προκειμένου να συνευρεθούμε…».
Να σημειωθεί εδώ ότι: πολλοί από τους «πελάτες» που έσπευσαν να κακοποιήσουν το παιδί, δε δίστασαν να το πράξουν μολονότι το γνώριζαν ως περίοικοι. Είχαν δηλαδή πλήρη γνώση της ηλικίας της και της οικονομικής κατάστασης της πολύτεκνης οικογένειας στην οποία μεγάλωνε, τις στερήσεις που βίωνε, αλλά και των προβλημάτων που αντιμετώπιζε. Γνώριζαν πως πρόκειται για ένα παιδί ευάλωτο.
Η εξέλιξη της δίκης στη πρώτη της εβδομάδα
Τη Δευτέρα (8/01) με την έναρξη της δίκης υποβλήθηκε αίτημα από τη συνήγορο υποστήριξης κατηγορίας, Ασπασία Ταραχοπούλου, ώστε αυτή να διεξαχθεί κεκλεισμένων των θυρών προκειμένου να προστατευτεί το παιδί από την επαναθυματοποίηση. Με το αίτημα συντάχθηκαν όπως ήταν φυσικό και όλοι οι δικηγόροι των κατηγορουμένων, ενώ αντίστοιχο αίτημα για κεκλεισμένων των θυρών κατέθεσαν και οι συνήγοροι υπεράσπισης τριών κατηγορουμένων, μεταξύ αυτών και του Ηλία Μίχου. Να σημειώσω εδώ ότι σε δίκες που αφορούν σεξουαλικά αδικήματα και η πλευρά του κατηγορούμενου έχει το δικαίωμα να υποβάλει τέτοιο αίτημα. Αποτέλεσμα αυτού είναι το ότι η δίκη διεξάγεται χωρίς τη παρουσία κοινού και φυσικά δημοσιογράφων με ότι αυτό συνεπάγεται τόσο για τη διαδικασία όσο και για την εξέλιξή της. Η συγκεκριμένη απόφαση σαφώς και βολεύει τους κατηγορούμενους.
Σύμφωνα με τους συνηγόρους υπεράσπισης, στόχος είναι να επισπευσθούν οι διαδικασίες γιατί διαφορετικά θα πρέπει να αποφυλακιστούν οι 26 κατηγορούμενοι καθώς λήγει το 18μηνο της προσωρινής τους κράτησης. Στο δικαστήριο ετέθη από τους συνηγόρους υπεράσπισης μερικών κατηγορουμένων, αίτημα προκειμένου να υποβληθούν συμπληρωματικές ερωτήσεις στη 12χρονη. Κάτι τέτοιο όμως δεν μπορεί να γίνει με φυσική κατάθεση της ανήλικης στο δικαστήριο καθώς απαγορεύεται δικονομικά να καταθέτει κάποιος ανήλικος σε μία δίκη.
Η νομοθεσία είναι ξεκάθαρη για τα παιδιά θύματα σεξουαλικής βίας και τα θύματα εμπορίας ανθρώπων. Ακόμα κι αν γίνει δεκτό να καταθέσει συμπληρωματικά το παιδί θύμα, η κατάθεση γίνεται σε άλλο χώρο, ακόμα και στο σπίτι του, με ηλεκτρονικά μέσα, από ανακριτικό υπάλληλο διορισμένο από το δικαστήριο και ερωτήσεις τίθενται μόνο από αυτόν, και αν οι συνήγοροι έχουν ερωτήσεις τις θέτουν γραπτά. Στη συνέχεια η βιντεοσκοπημενη κατάθεση προβάλλεται στο δικαστήριο. Επίσης, αυτό γίνεται μετά από απόφαση του δικαστηρίου, μόνο αν το παιδί δεν έχει καταθέσει προανακριτικά, ή αν χρειάζονται διευκρινίσεις/ συμπληρώσεις σχετικά με ό,τι έχει καταθέσει.
Υπενθυμίζεται ότι η 12χρονη έχει δώσει ήδη πέντε πολύωρες καταθέσεις που περιλαμβάνονται στην πρώτη δικογραφία που εκδικάζεται, και ακόμη δυο στη δεύτερη δικογραφία που παραμένει ανοιχτή.
Για το συγκεκριμένο γεγονός η επιτροπή αλληλεγγύης στο 12χρονο κορίτσι έβγαλε ανακοίνωση η οποία αναφέρει: «Η δίκη της 12χρονης από τον Κολωνό ξεκίνησε τη Δευτέρα 8 Ιανουαρίου και έκανε φανερή για άλλη μία φορά την αδίστακτη συμπεριφορά των κατηγορούμενων παιδοβιαστών και των συνηγόρων της υπεράσπισής τους, οι οποίοι έσπευσαν να καταθέσουν αίτημα επανεξέτασης του ανήλικου παιδιού από το δικαστήριο.
Η 12χρονη έχει ήδη καταθέσει πολλές φορές, υποκείμενη σε μια διαδικασία έτσι κι αλλιώς επώδυνη για ανήλικο παιδί, ενώ δεν έχουν τηρηθεί τα προβλεπόμενα πρωτόκολλα που οι ανακριτικές αρχές οφείλουν να τηρούν στις περιπτώσεις ανηλίκων που έχουν υποστεί κακοποίηση.
Υπενθυμίζουμε ότι κατά τη διάρκεια των δύο σταδίων της προδικασίας η ανήλικη έδωσε συνολικά πέντε καταθέσεις για τη συγκεκριμένη υπόθεση κι επτά συνολικά, από τις οποίες διαπιστώθηκε πως διαθέτει οξύτατη μνήμη. Σύμφωνα με όσα καταγράφονται στη δικογραφία, προέβη σε ακριβή αναφορά των περιστατικών, λεπτομερή περιγραφή προσώπων, χώρων και περιστάσεων.
Όχι μόνο δεν υπήρξε πρωταρχικό κριτήριο για τους κρατικούς φορείς που διαχειρίζονται την υπόθεση η αποφυγή του επανατραυματισμού του παιδιού, αλλά αντίθετα, σε συνδυασμό με άλλες πρακτικές που ακολουθήθηκαν, φαίνεται ότι αυτός οργανώθηκε συστηματικά, αποκαλύπτοντας πόσο απροστάτευτα είναι τα θύματα της κακοποίησης και της διακίνησης. Η κρατική αντιμετώπιση υπήρξε στην πραγματικότητα κατασταλτική και τιμωρητική για την ανήλικη και την οικογένειά της αφού ακόμα και οι πολιτικοί προϊστάμενοι των αρμόδιων αρχών δεν δίστασαν να εκθέσουν την οικογένεια με τα λόγια και τις πράξεις τους, να αποκαλύψουν τον τόπο διαμονής του παιδιού, να ενοχοποιήσουν και έμμεσα να χειραγωγήσουν την υπόθεση.
Τυχόν αποδοχή εκ μέρους του δικαστηρίου του αιτήματος υπεράσπισης θα αποτελέσει σοβαρή παραβίαση των δικαιωμάτων του παιδιού και θα βρει απέναντί της όλη την κοινωνία.
Δηλώνουμε παρούσες και παρόντες στην υπόθεση για να μην επιτραπεί καμία συγκάλυψη των ενόχων, καμία χειραγώγηση της διαδικασίας και θα παλέψουμε με κάθε τρόπο για τη διασφάλιση της προστασίας του παιδιού. Καλούμε όλους τους φορείς της επιστημονικής και νομικής κοινότητας κι όλες τις συλλογικότητες και τα άτομα που ασχολούνται με το θέμα σε κινητοποίηση κι εγρήγορση για να ξεριζωθούν οι κακοποιητικές πρακτικές μέσα στις δικαστικές αίθουσες.»
Κατά την έναρξη της δίκης και όταν ο Μίχος έφτασε στην αίθουσα, η 39χρονη μητέρα του κοριτσιού ξέσπασε σε φωνές και ύβρεις εναντίον του ενώ επιχείρησε να του επιτεθεί. Οι αστυνομικοί την έβγαλαν έξω από την αίθουσα, προσπαθώντας να την ηρεμήσουν.
Παράλληλα δεκάδες αλληλέγγυα άτομα στην ανήλικη που είχαν συγκεντρωθεί έξω από τη δικαστική αίθουσα εκδήλωσαν την (δίκαιη) οργή τους εναντίον του Ηλία Μίχου και των υπόλοιπων κατηγορουμένων με συνθήματα με αποτέλεσμα να υπάρξει μια σχετική ένταση ανάμεσα σε αυτούς και τα ΜΑΤ που βρίσκονταν εκεί.
Στη δεύτερη δικάσιμο τη Τετάρτη 10/01, ξεκίνησε να καταθέτει η πρώτη μάρτυρας. Πρόκειται για τη θεία του 12χρονου κοριτσιού που πρώτη κατάλαβε τι συμβαίνει στην ανήλικη όταν πήρε το κινητό της και διάβασε τα μηνύματα που της είχε αποστείλει ο Ηλίας Μίχος. Στη συνέχεια ειδοποίησε τη μητέρα του παιδιού, η οποία με τη σειρά της, πήγε στην Αστυνομία.
Να σημειώσουμε ότι η μητέρα της ανήλικης έχει επίσης συλληφθεί, κατηγορηθεί και προφυλακιστεί ως συνεργός του Μίχου στη συγκεκριμένη υπόθεση. Συγκεκριμένα και μετά την αναβάθμιση του κατηγορητηρίου από το συμβούλιο Πλημμελειοδικών, η μητέρα κατηγορείται για: «διακεκριμένη μαστροπεία εναντίον προσώπου νεότερου των 15 ετών από ανιόντα συγγενή εξ αίματος, διακεκριμένη περίπτωση πορνογραφίας ανηλίκου [απόκτηση – διανομή – κατοχή] κατ’ εξακολούθηση και εκβίαση κατ’ εξακολούθηση.»
Η θεία του κοριτσιού στέκεται στο πλευρό της μητέρας του κοριτσιού. Στην ένορκη κατάθεσή της τον Οκτώβριο του 2022, αναφερόμενη στην μητέρα, είχε δηλώσει: «Αγαπούσε όλα τα παιδιά της, τα λάτρευε και δεν άφηνε κανέναν να τα πειράξει […] Δεν υπάρχει περίπτωση να γνώριζε, μόλις το έμαθε πήγε κατευθείαν στο αστυνομικό τμήμα του Κολωνού να κάνουν καταγγελία, αλλά το αστυνομικό τμήμα τους έδιωξε […] Η μητέρα της δεν υποψιαζόταν καν ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο στην κόρη της. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι κατηγορείται, δεν είναι δυνατόν γιατί είδα την αντίδραση της. Αποκλείεται να είχε οποιαδήποτε ανάμειξη σε αυτό. Δεν έχω καμία αμφιβολία για τη μητέρα.»
Οι μάρτυρες κατηγορίας είναι συνολικά 14 άτομα. Η δίκη διεξάγεται κάθε Δευτέρα, Τετάρτη και Παρασκευή.