Τις πρώτες πέντε δεκαετίες του 20ού αιώνα, ο αριθμός των serial killers στις ΗΠΑ παρέμεινε σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Όμως, μεταξύ της δεκαετίας του 1950 και του 1960, ο αριθμός των κατά συρροή δολοφόνων τριπλασιάστηκε. Μεταξύ της δεκαετίας του 1960 και της δεκαετίας του 1970, τριπλασιάστηκαν και πάλι. Στις δεκαετίες του 1980 και του 1990, συνέχισαν να αυξάνονται. Και τότε, εξίσου ξαφνικά, οι serial killers εξαφανίστηκαν. Τι συνέβη στους serial killers; Και τι αποκαλύπτει αυτό το φαινόμενο για την κοινωνία, την εγκληματολογία και την τεχνολογία;
Κάποια από τα βασικά αυτά ερωτήματα αναλαμβάνει να τα απαντήσει ο James Alan Fox, καθηγητής Εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο Northeastern. Είναι επίσης συγγραφέας 18 βιβλίων, ενώ δημοσιεύει για το θέμα αυτό από το 1974, τη χρονιά δηλαδή που το FBI επινόησε τον όρο “κατά συρροή δολοφόνος”.
Για αρχή, ο Φοξ λέει ότι η χολιγουντιανή αναπαράσταση των κατά συρροήν δολοφόνων είναι πολύ διαφορετική από την πραγματικότητα. Στην έρευνα του καθηγητή Φοξ, σε ταινίες όπως η “Σιωπή των Αμνών”, ο serial killer Μπάφαλο Μπιλ είναι ένας ερημίτης. Είναι κοινωνικά απομονωμένος. Ωστόσο, στην έρευνα του Φοξ σας, φαίνεται ότι ο τυπικός κατά συρροή δολοφόνος είναι το ακριβώς αντίθετο του Μπάφαλο Μπιλ. Είναι κοινωνικός, ζει με σύντροφο, διάγει μια τυπική κοινωνική ζωή.
«Το θέμα με τους κατά συρροή δολοφόνους εείναι ότι είναι πολύ καλοί στο να φαίνονται στους άλλους ως καλοί ή ασφαλείς, καθόλου παράξενοι -και αυτό βοηθά στην ικανότητά τους να προσελκύουν θύματα. Τα θύματα χαλαρώνουν όταν έρχονται αντιμέτωπα με κάποιον όπως ο Ted Bundy, ο οποίος ήταν πολύ αρρενωπός άνδρας. Δεν είναι όλοι τους εμφανίσιμοι, δεν λέω αυτό, αλλά ως επί το πλείστον, δεν είναι απωθητικοί ούτε περίεργοι στην όψη. Και γι’ αυτό είναι επικίνδυνοι, επειδή είναι εξαιρετικά συνηθισμένοι», συνοψίζει ο καθηγητής.
Η καθημερινότητα των κατά συρροή δολοφόνων πρέπει να εκπλήσσει ιδιαίτερα τους ανθρώπους, δεδομένου ότι οι κατά συρροή δολοφόνοι στις ταινίες παρουσιάζονται συχνά ως αυτοί οι…. υπερρεαλιστικοί κακοί, τύπου Τζέισον ή Φρέντι Κρούγκερ.
Ωστόσο, στην μυθολογία και το φολκλόρ του serial killer, ο Χάνιμπαλ Λέκτερ είναι ουσιαστικά ένας… υπερήρωας με την ικανότητά του να ξεγελάει τους πάντες. Έτσι φαίνεται ότι η κοινωνία έμαθε, συνειδητά ή υποσυνείδητα, να διαχωρίζει και να ξεχωρίζει τους κατά συρροή δολοφόνους από τους υπόλοιπους δολοφόνους -και τους serial killers τους αντιμετωπίζουμε περισσότερο σαν υπερήρωες παρά ως αρχετυπικά κακούς ανθρώπους.
«Για τους περισσότερους ανθρώπους, ο Jeffrey Dahmer και ο Hannibal Lecter είναι το ίδιο πράγμα. Οι άνθρωποι δεν τρομοκρατούνται και δεν φοβούνται πραγματικά από τους κατά συρροή δολοφόνους- γιατί αισθάνονται ότι δεν πρόκειται να τους συμβεί κάτι τέτοιο. Πώς να απειληθούν από έναν υπερήρωα; Και έτσι μπορούν να διασκεδάσουν με τους κατά συρροήν φόνους επειδή δεν τους βλέπουν ως απειλή για τη ζωή τους», επισημαίνει εμφατικά ο Φοξ, καταλήγοντας με νόημα:
«Οι στατιστικές δείχνουν ότι έξι στους δέκα Αμερικανούς πιστεύουν ότι θα υπάρξει ένα αιματηρό περιστατικό μαζικών πυροβολισμών στην γειτονία ή την κοινότητά τους. Αν τους ρωτήσετε όμως “Πιστεύετε ότι απειλήστε εσείς προσωπικά από έναν serial killer;”, θα σκεφτούν όχι, ότι δεν αισθάνονται ότι απειλούνται. Ενώ άλλα είδη εγκλημάτων, όπως βιασμοί, μαζικές δολοφονίες, μαζικοί πυροβολισμοί κ.ο.κ., πυροβολισμοί σε σχολεία, αυτά δεν είναι διασκεδαστικά όπως μας τα παρουσιάζει το Χόλιγουντ και η ποπ κουλτούρα – αντιθέτως, είναι τρομακτικά. Οι serial killers εξαφανίστηκαν επειδή την θέση τους πήραν όλοι αυτοί που πήραν ένα πολυβόλο και γαζώνουν σχολεία».
Μπορούν τηλεοπτικές σειρές με serial killers να επηρεάσουν την ψυχική μας υγεία;
Στις ΗΠΑ υπάρχει εδώ και οκτώ χρόνια το «Serial», ένα πολύ επιτυχημένο podcast που κάθε βδομάδα καταπιάνεται με μια υπόθεση από τον χώρο του true crime, της εγκληματολογίας δηλαδή και των παραφυάδων της.
Στην – σχεδόν – δεκαετία που πέρασε, το συγκεκριμένο τηλεοπτικό είδος, αυτό των ντοκιμαντέρ ή σειρών μυθοπλασίας για cold cases και serial killers, έχει μετατραπεί από μια απλή συνήθεια των στούντιο «για να βγαίνει το μεροκάματο» που λέμε, σε ένα τηλεοπτικό φαινόμενο: Podcast, ντοκιμαντέρ, σειρές και μαζί με αυτά οι εικασίες και οι υποθέσεις γύρω από τα πραγματικά περιστατικά, έχουν διεισδύσει στη συλλογική μνήμη του κοινού.
«Σε κάποιες λίγες περιπτώσεις, αυτή η διαρκής εισροή πληροφοριών αναφορικά με κατά συρροή δολοφόνους είναι θετική. Ορισμένοι ακροατές ή θεατές ειδεχθών εγκλημάτων αναφέρουν ότι βρήκαν μέχρι και “παρηγοριά” στις ζοφερές αυτές αναπαραστάσεις των εγκλημάτων. Τι γίνεται όμως με όλους τους άλλους;», αναρωτιέται το εκτενές άρθρο του Wired.
Η έρευνα των επιστημόνων έχει δείξει ότι η διαρκής κατανάλωση ειδήσεων αναφορικά με βία και έγκλημα μπορεί να οδηγήσει κάποιους θεατές «σε παράλογους και μεγάλους φόβους ότι θα πέσουν, κάποτε, θύμα καιοι ίδιοι ενός τέτοιου κατά συρροή δολοφόνου». Όταν το “Dahmer—Monster: The Jeffrey Dahmer Story” έκανε πρεμιέρα πριν από μερικές εβδομάδες, έγινε γρήγορα μια από τις πιο δημοφιλείς σειρές του Netflix ποτέ. Προκάλεσε επίσης τις έντονες επικρίσεις από κάποιες από τις οικογένειες των θυμάτων, οι οποίες θεώρησαν ότι ήταν «τραυματικό να συζητούν όλοι εκ νέου για την υπόθεση» η οποία παρεμπιπτόντως είχε λάβει χώρα πριν από ακριβώς 30 χρόνια.
Για τη σειρά του Dahmer, πολλοί χρήστες κοινωνικών δικτύων συζητάνε σήμερα κυρίως σε fora στο TikTok και δευτερευόντως στο Twitter ή στο Facebook. Αλλά για τους οπαδούς του podcast «Serial» αυτή η πλατφόρμα όπου εκτυλίχθηκαν εκατομμύρια κουβέντες τα τελευταία οκτώ χρόνια, ήταν το Reddit.
Στις 5 Οκτωβρίου του 2014, δύο μέρες μετά το ντεμπούτο επεισόδιο του podcast, οι θαυμαστές και οι οπαδοί του δημιούργησαν το φόρουμ r/serialpodcast για να συζητήσουν τη δολοφονία της έφηβης Hae Min Lee το 1999 και να συζητήσουν την ενοχή του πρώην φίλου της, Adnan Syed. Σήμερα, το φόρουμ αυτό έχει 75.000 μέλη. Όταν ένας δικαστής αθώωσε εν τέλει τον Syed για τον φόνο της έφηβης στα μέσα του περασμένου Σεπτεμβρίου, πολλοί πρώην χρήστες επέστρεψαν στο φόρουμ προκειμένου να συζητήσουν τις νέες εξελίξεις.
«Είναι συζητήσιμο, σχεδόν διχαστικό το κατά πόσο αυτή η ενεργής “εκσκαφή” και ανακάλυψη νέων λεπτομερειών παλιών υποθέσεων [cold cases] σε αυτούς τους χώρους είναι κάτι καλό. Το “Serial” βοήθησε όντως να αθωωθεί ο Syed και άλλα podcast και φόρουμ έπαιξαν τους δικούς τους ρόλους στο δικαστικό σύστημα και την εμφάνιση λεπτομερειών παλιών εγκληματολογικών υποθέσεων. Από την άλλη πλευρά, οι πολίτες και οι άνθρωποι εκείνοι που απλώς είναι χομπίστες και δεν ξέρουν πώς να διεξάγουν μια έρευνα, μπορούν ενδεχομένως να σπαταλήσουν τον πολύτιμο χρόνο της αστυνομίας [με άχρηστες πληροφορίες]. Και εν τω μεταξύ, όλη αυτή η έρευνα μπορεί να επιβαρύνει και ψυχολογικά τους ανθρώπους που την διεξάγουν απλώς επειδή… τους αρέσει», σημειώνει εμφατικά το δημοσίευμα του Wired.
Ο Ben Coccio έφυγε από το r/serialpodcast πριν από οκτώ χρόνια. Ο 47χρονος σκηνοθέτης από το Λος Άντζελες «κόλλησε» με το «Serial». «Θέλετε να πάτε και να μιλήσετε στους ανθρώπους για αυτό και να αντάλλαξετε απόψεις», λέει ο ίδιος, προσθέτοντας ωστόσο ότι «σταδιακά, το φόρουμ πολώθηκε και όλοι άρχισαν να την “πέφτουν” στους άλλους μισούς». Την εποχή που άρχισε να δημοσιεύει στο φόρουμ διάφορα νέα σχετικά με το «Serial», ο Coccio προσπαθούσε να μειώσει την αρτηριακή του πίεση χωρίς φάρμακα, έτσι την παρακολουθούσε τακτικά. «Είχα απόλυτη επίγνωση των πραγμάτων που με έκαναν να νιώθω κουρασμένος, ανήσυχος και, ενίοτε, μανιακός», λέει. Γρήγορα παρατήρησε ότι η λογομαχία του και οι αντιπαραθέσεις του με τους ανθρώπους στο φόρουμ δεν τού έκανε καλό. Καθώς η ομάδα χωριζόταν σε αυτούς που πίστευαν ότι ο Syed ήταν αθώος και σε εκείνους που πίστευαν ότι ήταν ένοχος, ο Coccio παρατήσησε, μετά λύπης του, ότι περιστασιακά ξεσπούσε, δίχως λόγο και αφορμή, σε αγνώστους.
Ενώ ο Coccio έφυγε τελικά από το φόρουμ, πολλοί άλλοι παρέμειναν. Η Dawn Cecil, καθηγήτρια εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Φλόριντα και συγγραφέας του βιβλίου “Fear, Justice & Modern True Crime”, λέει ότι «πολλοί που ασχολούνται με φόρουμ αναφορικά με true crime έχουν όντως καλές προθέσεις και θέλουν να βοηθήσουν στην επίλυση ενός εγκλήματος ή να βρουν έναν αγνοούμενο». Ορισμένοι θέλουν επίσης να επιστήσουν την προσοχή του κοινού σε δικαστικές αποτυχίες και το κάνουν προκειμένου να αμφισβητήσουν την αποτελεσματικότητα του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης των ΗΠΑ.
Ωστόσο, η Cecil προειδοποιεί ότι τα φόρουμ αυτά ενδεχομένως μπορούν να γίνουν και «θάλαμοι ηχούς» [echo chambers] που τροφοδοτούν τον φόβο που ήδη ενυπάρχει στην ψυχή του καθενός από εμάς. «Η διαρκής κατανάλωση εγκληματολογικών υποθέσεων», όπως αναφέρει στο βιβλίο της, «μπορεί επίσης να παραμορφώσει την αντίληψη των ανθρώπων για το έγκλημα και να ενισχύσει τα ήδη υπάρχοντα στερεότυπα».
Μια τέτοια συνήθεια μπορεί επίσης να οδηγήσει κάποιους ανθρώπους σε πράγματα, πράξεις και καταστάσεις για τα οποία μετανιώνουν στην πορεία. Ο Μάρκους [δίχως επώνυμο, για ευνόητους λόγους] είναι ένας 42χρονος από το Σιάτλ που μπήκε στο Reddit καθαρά για να μπορεί να δημοσιεύει στο φόρουμ του r/serialpodcast. Στην αρχή το βρήκε «διασκεδαστικό», αλλά όσο περνούσε ο καιρός, είπε ότι δέχτηκε «λεκτική επίθεση» μέχρι και ένα «κουλό» περιστατικό όπου ένας άγνωστος από το συγκεκριμένο φόρουμ βρήκε το τηλέφωνο εργασίας του και τον κάλεσε κάποτε στη δουλειά του.
Η Μέγκαν, μια 30χρονη νοσοκόμα από την Ουάσιγκτον που επίσης ζήτησε από το WIRED να μην αναφέρει το επώνυμό της, πέρασε επτά χρόνια στο ίδιο φόρουμ από «καθαρή συνήθεια». Απολάμβανε τις πρώτες «συναρπαστικές», όπως υποστηρίζει, μέρες που ήταν μέσα εκεί και έκανε ενδιαφέρουσες συζητήσεις με αγνώστους. Οι άνθρωποι δημοσίευαν τακτικά νέες ανακαλύψεις και διαπιστώσεις και λέει ότι η συνομιλία με πολλούς αγνώστους όλα αυτά τα χρόνια ήταν «κατά βάση ευεργετική». «Όμως, από ένα σημείο και μετά ξεκίνησαν οι αντιπαραθέσεις», τονίζει, «και άρχισα να τσακώνομαι με αυτά τα άτομα που θεωρούσα έως και φίλους μου». Και όταν φτάσαμε στο σημείο να τής γίνουν και κάποιες προσωπικές επιθέσεις, τότε ήταν που η Meghan πέρασε τον προσωπικό της Ρουβίκωνα και έφτασε επίσης σε ένα σημείο να επανεκτιμήσει τη στάση της απέναντι στο φόρουμ αλλά και την διαρκή θέαση και ενασχόληση με σειρές και υποθέσεις true crime.
«Ντρέπομαι για όλον αυτό τον χρόνο που πέρασα μέσα εκεί χωρίς να σκεφτώ πλήρως ότι το θύμα με το οποίο ασχολιόμουν σε καθημερινή βάση ήταν ένα πραγματικό πρόσωπο, ένας άνθρωπος με σάρκα και οστά όπως και εγώ», λέει. «Ένας έφηβος πέθανε. Οι ζωές πολλών άλλων εφήβων ανατράπηκαν εντελώς. Είναι απλώς λυπηρό. Και νομίζω ότι αυτό επηρεάζει την ψυχική μου υγεία», επισημαίνει η Μέγκαν, καταλήγοντας ότι έφυγε από το συγκεκριμένο φόρουμ «προκειμένου να προστατεύσω την δική μου ψυχική υγεία».
Τις πρώτες πέντε δεκαετίες του 20ού αιώνα, ο αριθμός των serial killers στις ΗΠΑ παρέμεινε σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Όμως, μεταξύ της δεκαετίας του 1950 και του 1960, ο αριθμός των κατά συρροή δολοφόνων τριπλασιάστηκε. Μεταξύ της δεκαετίας του 1960 και της δεκαετίας του 1970, τριπλασιάστηκαν και πάλι. Στις δεκαετίες του 1980 και του 1990, συνέχισαν να αυξάνονται. Και τότε, εξίσου ξαφνικά, οι serial killers εξαφανίστηκαν. Τι συνέβη στους serial killers; Και τι αποκαλύπτει αυτό το φαινόμενο για την κοινωνία, την εγκληματολογία και την τεχνολογία;
Κάποια από τα βασικά αυτά ερωτήματα αναλαμβάνει να τα απαντήσει ο James Alan Fox, καθηγητής Εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο Northeastern. Είναι επίσης συγγραφέας 18 βιβλίων, ενώ δημοσιεύει για το θέμα αυτό από το 1974, τη χρονιά δηλαδή που το FBI επινόησε τον όρο “κατά συρροή δολοφόνος”.
Για αρχή, ο Φοξ λέει ότι η χολιγουντιανή αναπαράσταση των κατά συρροήν δολοφόνων είναι πολύ διαφορετική από την πραγματικότητα. Στην έρευνα του καθηγητή Φοξ, σε ταινίες όπως η “Σιωπή των Αμνών”, ο serial killer Μπάφαλο Μπιλ είναι ένας ερημίτης. Είναι κοινωνικά απομονωμένος. Ωστόσο, στην έρευνα του Φοξ σας, φαίνεται ότι ο τυπικός κατά συρροή δολοφόνος είναι το ακριβώς αντίθετο του Μπάφαλο Μπιλ. Είναι κοινωνικός, ζει με σύντροφο, διάγει μια τυπική κοινωνική ζωή.
«Το θέμα με τους κατά συρροή δολοφόνους εείναι ότι είναι πολύ καλοί στο να φαίνονται στους άλλους ως καλοί ή ασφαλείς, καθόλου παράξενοι -και αυτό βοηθά στην ικανότητά τους να προσελκύουν θύματα. Τα θύματα χαλαρώνουν όταν έρχονται αντιμέτωπα με κάποιον όπως ο Ted Bundy, ο οποίος ήταν πολύ αρρενωπός άνδρας. Δεν είναι όλοι τους εμφανίσιμοι, δεν λέω αυτό, αλλά ως επί το πλείστον, δεν είναι απωθητικοί ούτε περίεργοι στην όψη. Και γι’ αυτό είναι επικίνδυνοι, επειδή είναι εξαιρετικά συνηθισμένοι», συνοψίζει ο καθηγητής.
Η καθημερινότητα των κατά συρροή δολοφόνων πρέπει να εκπλήσσει ιδιαίτερα τους ανθρώπους, δεδομένου ότι οι κατά συρροή δολοφόνοι στις ταινίες παρουσιάζονται συχνά ως αυτοί οι…. υπερρεαλιστικοί κακοί, τύπου Τζέισον ή Φρέντι Κρούγκερ.
Ωστόσο, στην μυθολογία και το φολκλόρ του serial killer, ο Χάνιμπαλ Λέκτερ είναι ουσιαστικά ένας… υπερήρωας με την ικανότητά του να ξεγελάει τους πάντες. Έτσι φαίνεται ότι η κοινωνία έμαθε, συνειδητά ή υποσυνείδητα, να διαχωρίζει και να ξεχωρίζει τους κατά συρροή δολοφόνους από τους υπόλοιπους δολοφόνους -και τους serial killers τους αντιμετωπίζουμε περισσότερο σαν υπερήρωες παρά ως αρχετυπικά κακούς ανθρώπους.
«Για τους περισσότερους ανθρώπους, ο Jeffrey Dahmer και ο Hannibal Lecter είναι το ίδιο πράγμα. Οι άνθρωποι δεν τρομοκρατούνται και δεν φοβούνται πραγματικά από τους κατά συρροή δολοφόνους- γιατί αισθάνονται ότι δεν πρόκειται να τους συμβεί κάτι τέτοιο. Πώς να απειληθούν από έναν υπερήρωα; Και έτσι μπορούν να διασκεδάσουν με τους κατά συρροήν φόνους επειδή δεν τους βλέπουν ως απειλή για τη ζωή τους», επισημαίνει εμφατικά ο Φοξ, καταλήγοντας με νόημα:
«Οι στατιστικές δείχνουν ότι έξι στους δέκα Αμερικανούς πιστεύουν ότι θα υπάρξει ένα αιματηρό περιστατικό μαζικών πυροβολισμών στην γειτονία ή την κοινότητά τους. Αν τους ρωτήσετε όμως “Πιστεύετε ότι απειλήστε εσείς προσωπικά από έναν serial killer;”, θα σκεφτούν όχι, ότι δεν αισθάνονται ότι απειλούνται. Ενώ άλλα είδη εγκλημάτων, όπως βιασμοί, μαζικές δολοφονίες, μαζικοί πυροβολισμοί κ.ο.κ., πυροβολισμοί σε σχολεία, αυτά δεν είναι διασκεδαστικά όπως μας τα παρουσιάζει το Χόλιγουντ και η ποπ κουλτούρα – αντιθέτως, είναι τρομακτικά. Οι serial killers εξαφανίστηκαν επειδή την θέση τους πήραν όλοι αυτοί που πήραν ένα πολυβόλο και γαζώνουν σχολεία».
Μπορούν τηλεοπτικές σειρές με serial killers να επηρεάσουν την ψυχική μας υγεία;
Στις ΗΠΑ υπάρχει εδώ και οκτώ χρόνια το «Serial», ένα πολύ επιτυχημένο podcast που κάθε βδομάδα καταπιάνεται με μια υπόθεση από τον χώρο του true crime, της εγκληματολογίας δηλαδή και των παραφυάδων της.
Στην – σχεδόν – δεκαετία που πέρασε, το συγκεκριμένο τηλεοπτικό είδος, αυτό των ντοκιμαντέρ ή σειρών μυθοπλασίας για cold cases και serial killers, έχει μετατραπεί από μια απλή συνήθεια των στούντιο «για να βγαίνει το μεροκάματο» που λέμε, σε ένα τηλεοπτικό φαινόμενο: Podcast, ντοκιμαντέρ, σειρές και μαζί με αυτά οι εικασίες και οι υποθέσεις γύρω από τα πραγματικά περιστατικά, έχουν διεισδύσει στη συλλογική μνήμη του κοινού.
«Σε κάποιες λίγες περιπτώσεις, αυτή η διαρκής εισροή πληροφοριών αναφορικά με κατά συρροή δολοφόνους είναι θετική. Ορισμένοι ακροατές ή θεατές ειδεχθών εγκλημάτων αναφέρουν ότι βρήκαν μέχρι και “παρηγοριά” στις ζοφερές αυτές αναπαραστάσεις των εγκλημάτων. Τι γίνεται όμως με όλους τους άλλους;», αναρωτιέται το εκτενές άρθρο του Wired.
Η έρευνα των επιστημόνων έχει δείξει ότι η διαρκής κατανάλωση ειδήσεων αναφορικά με βία και έγκλημα μπορεί να οδηγήσει κάποιους θεατές «σε παράλογους και μεγάλους φόβους ότι θα πέσουν, κάποτε, θύμα καιοι ίδιοι ενός τέτοιου κατά συρροή δολοφόνου». Όταν το “Dahmer—Monster: The Jeffrey Dahmer Story” έκανε πρεμιέρα πριν από μερικές εβδομάδες, έγινε γρήγορα μια από τις πιο δημοφιλείς σειρές του Netflix ποτέ. Προκάλεσε επίσης τις έντονες επικρίσεις από κάποιες από τις οικογένειες των θυμάτων, οι οποίες θεώρησαν ότι ήταν «τραυματικό να συζητούν όλοι εκ νέου για την υπόθεση» η οποία παρεμπιπτόντως είχε λάβει χώρα πριν από ακριβώς 30 χρόνια.
Για τη σειρά του Dahmer, πολλοί χρήστες κοινωνικών δικτύων συζητάνε σήμερα κυρίως σε fora στο TikTok και δευτερευόντως στο Twitter ή στο Facebook. Αλλά για τους οπαδούς του podcast «Serial» αυτή η πλατφόρμα όπου εκτυλίχθηκαν εκατομμύρια κουβέντες τα τελευταία οκτώ χρόνια, ήταν το Reddit.
Στις 5 Οκτωβρίου του 2014, δύο μέρες μετά το ντεμπούτο επεισόδιο του podcast, οι θαυμαστές και οι οπαδοί του δημιούργησαν το φόρουμ r/serialpodcast για να συζητήσουν τη δολοφονία της έφηβης Hae Min Lee το 1999 και να συζητήσουν την ενοχή του πρώην φίλου της, Adnan Syed. Σήμερα, το φόρουμ αυτό έχει 75.000 μέλη. Όταν ένας δικαστής αθώωσε εν τέλει τον Syed για τον φόνο της έφηβης στα μέσα του περασμένου Σεπτεμβρίου, πολλοί πρώην χρήστες επέστρεψαν στο φόρουμ προκειμένου να συζητήσουν τις νέες εξελίξεις.
«Είναι συζητήσιμο, σχεδόν διχαστικό το κατά πόσο αυτή η ενεργής “εκσκαφή” και ανακάλυψη νέων λεπτομερειών παλιών υποθέσεων [cold cases] σε αυτούς τους χώρους είναι κάτι καλό. Το “Serial” βοήθησε όντως να αθωωθεί ο Syed και άλλα podcast και φόρουμ έπαιξαν τους δικούς τους ρόλους στο δικαστικό σύστημα και την εμφάνιση λεπτομερειών παλιών εγκληματολογικών υποθέσεων. Από την άλλη πλευρά, οι πολίτες και οι άνθρωποι εκείνοι που απλώς είναι χομπίστες και δεν ξέρουν πώς να διεξάγουν μια έρευνα, μπορούν ενδεχομένως να σπαταλήσουν τον πολύτιμο χρόνο της αστυνομίας [με άχρηστες πληροφορίες]. Και εν τω μεταξύ, όλη αυτή η έρευνα μπορεί να επιβαρύνει και ψυχολογικά τους ανθρώπους που την διεξάγουν απλώς επειδή… τους αρέσει», σημειώνει εμφατικά το δημοσίευμα του Wired.
Ο Ben Coccio έφυγε από το r/serialpodcast πριν από οκτώ χρόνια. Ο 47χρονος σκηνοθέτης από το Λος Άντζελες «κόλλησε» με το «Serial». «Θέλετε να πάτε και να μιλήσετε στους ανθρώπους για αυτό και να αντάλλαξετε απόψεις», λέει ο ίδιος, προσθέτοντας ωστόσο ότι «σταδιακά, το φόρουμ πολώθηκε και όλοι άρχισαν να την “πέφτουν” στους άλλους μισούς». Την εποχή που άρχισε να δημοσιεύει στο φόρουμ διάφορα νέα σχετικά με το «Serial», ο Coccio προσπαθούσε να μειώσει την αρτηριακή του πίεση χωρίς φάρμακα, έτσι την παρακολουθούσε τακτικά. «Είχα απόλυτη επίγνωση των πραγμάτων που με έκαναν να νιώθω κουρασμένος, ανήσυχος και, ενίοτε, μανιακός», λέει. Γρήγορα παρατήρησε ότι η λογομαχία του και οι αντιπαραθέσεις του με τους ανθρώπους στο φόρουμ δεν τού έκανε καλό. Καθώς η ομάδα χωριζόταν σε αυτούς που πίστευαν ότι ο Syed ήταν αθώος και σε εκείνους που πίστευαν ότι ήταν ένοχος, ο Coccio παρατήσησε, μετά λύπης του, ότι περιστασιακά ξεσπούσε, δίχως λόγο και αφορμή, σε αγνώστους.
Ενώ ο Coccio έφυγε τελικά από το φόρουμ, πολλοί άλλοι παρέμειναν. Η Dawn Cecil, καθηγήτρια εγκληματολογίας στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Φλόριντα και συγγραφέας του βιβλίου “Fear, Justice & Modern True Crime”, λέει ότι «πολλοί που ασχολούνται με φόρουμ αναφορικά με true crime έχουν όντως καλές προθέσεις και θέλουν να βοηθήσουν στην επίλυση ενός εγκλήματος ή να βρουν έναν αγνοούμενο». Ορισμένοι θέλουν επίσης να επιστήσουν την προσοχή του κοινού σε δικαστικές αποτυχίες και το κάνουν προκειμένου να αμφισβητήσουν την αποτελεσματικότητα του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης των ΗΠΑ.
Ωστόσο, η Cecil προειδοποιεί ότι τα φόρουμ αυτά ενδεχομένως μπορούν να γίνουν και «θάλαμοι ηχούς» [echo chambers] που τροφοδοτούν τον φόβο που ήδη ενυπάρχει στην ψυχή του καθενός από εμάς. «Η διαρκής κατανάλωση εγκληματολογικών υποθέσεων», όπως αναφέρει στο βιβλίο της, «μπορεί επίσης να παραμορφώσει την αντίληψη των ανθρώπων για το έγκλημα και να ενισχύσει τα ήδη υπάρχοντα στερεότυπα».
Μια τέτοια συνήθεια μπορεί επίσης να οδηγήσει κάποιους ανθρώπους σε πράγματα, πράξεις και καταστάσεις για τα οποία μετανιώνουν στην πορεία. Ο Μάρκους [δίχως επώνυμο, για ευνόητους λόγους] είναι ένας 42χρονος από το Σιάτλ που μπήκε στο Reddit καθαρά για να μπορεί να δημοσιεύει στο φόρουμ του r/serialpodcast. Στην αρχή το βρήκε «διασκεδαστικό», αλλά όσο περνούσε ο καιρός, είπε ότι δέχτηκε «λεκτική επίθεση» μέχρι και ένα «κουλό» περιστατικό όπου ένας άγνωστος από το συγκεκριμένο φόρουμ βρήκε το τηλέφωνο εργασίας του και τον κάλεσε κάποτε στη δουλειά του.
Η Μέγκαν, μια 30χρονη νοσοκόμα από την Ουάσιγκτον που επίσης ζήτησε από το WIRED να μην αναφέρει το επώνυμό της, πέρασε επτά χρόνια στο ίδιο φόρουμ από «καθαρή συνήθεια». Απολάμβανε τις πρώτες «συναρπαστικές», όπως υποστηρίζει, μέρες που ήταν μέσα εκεί και έκανε ενδιαφέρουσες συζητήσεις με αγνώστους. Οι άνθρωποι δημοσίευαν τακτικά νέες ανακαλύψεις και διαπιστώσεις και λέει ότι η συνομιλία με πολλούς αγνώστους όλα αυτά τα χρόνια ήταν «κατά βάση ευεργετική». «Όμως, από ένα σημείο και μετά ξεκίνησαν οι αντιπαραθέσεις», τονίζει, «και άρχισα να τσακώνομαι με αυτά τα άτομα που θεωρούσα έως και φίλους μου». Και όταν φτάσαμε στο σημείο να τής γίνουν και κάποιες προσωπικές επιθέσεις, τότε ήταν που η Meghan πέρασε τον προσωπικό της Ρουβίκωνα και έφτασε επίσης σε ένα σημείο να επανεκτιμήσει τη στάση της απέναντι στο φόρουμ αλλά και την διαρκή θέαση και ενασχόληση με σειρές και υποθέσεις true crime.
«Ντρέπομαι για όλον αυτό τον χρόνο που πέρασα μέσα εκεί χωρίς να σκεφτώ πλήρως ότι το θύμα με το οποίο ασχολιόμουν σε καθημερινή βάση ήταν ένα πραγματικό πρόσωπο, ένας άνθρωπος με σάρκα και οστά όπως και εγώ», λέει. «Ένας έφηβος πέθανε. Οι ζωές πολλών άλλων εφήβων ανατράπηκαν εντελώς. Είναι απλώς λυπηρό. Και νομίζω ότι αυτό επηρεάζει την ψυχική μου υγεία», επισημαίνει η Μέγκαν, καταλήγοντας ότι έφυγε από το συγκεκριμένο φόρουμ «προκειμένου να προστατεύσω την δική μου ψυχική υγεία».