Ως γονείς παιδιού με θανατηφόρο ασθένεια, οι Maryanne και Nick O’Hara, ζούσαν με την ελπίδα. Την ελπίδα ότι η κόρη τους, Caitlin, που υπέφερε από κυστική ίνωση θα ζήσει πέρα από τα 46 χρόνια που αναμενόταν. Την ελπίδα ότι θα έκανε εγκαίρως τη μεταμόσχεση για την οποία περίμενε επί 2,5 χρόνια λίγο μετά τα 30 της. Η ελπίδα έσβησε στις 20 Δεκεμβρίου 2016, όταν η Caitlin O’Hara πέθανε από αιμορραγία στον εγκέφαλο, δύο ημέρες μετά τη μεταμόσχευση. Ήταν 33 ετών.

Συντετριμμένη η μητέρα της προσπάθησε να βρει νόημα στον θρήνο της. Έτσι γράφτηκε στο πρόγραμμα του της ιατρικής σχολής Larner College of Medicine του Πανεπιστημίου της Vermont προκειμένου να γίνει “death doula”, να στηρίζει δηλαδή ανθρώπους που έρχονται αντιμέτωποι με το τέλος της ζωής. Ο όρος προέρχεται βεβαίως από την ελληνική λέξη «δούλα», που σημαίνει γυναίκα που υπηρετεί. Αν και συνδέουμε τη στήριξη, την προσφορά υπηρεσίας στους άλλους με τις δυσκολίες της ζωής, τα τελευταία χρόνια γίνεται ολοένα και πιο σαφές ότι έχουμε ανάγκη από βοήθεια για να αντιμετωπίσουμε το τέλος της ζωής, τον θάνατο.

«Στην κουλτούρα μας κάνουμε τα πάντα για να προετοιμαστούμε για τη γέννηση, αλλά απλώς ελπίζουμε για το καλύτερο στο τέλος της ζωής» εξηγεί η 62χρονη O’Hara, που μένει στη Μασσαχουσέτη και είναι συγγραφέας του βιβλίου Little Matches: A Memoir of Grief and Light, το οποίο δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο. «Η εκπαίδευση που έλαβα ήταν ένας τρόπος να αντιμετωπίσω τη θλίψη μου και να συνειδητοποιήσω ότι μπορούσα να αξιοποιήσω τη δική μου εμπειρία για να βοηθήσω άλλους ανθρώπους να έχουν ένα καλύτερο τέλος στη ζωή» τονίζει.

«Όταν η Caitlin έφυγε από τη ζωή ξαφνικά όλα τελείωσαν. Το πρόσωπο που αγαπούσες δεν υπάρχει πια και πρέπει να αντιμετωπίσεις τη συνέχιση της δικής σου ζωής. Μία καλή “δούλα” θα σε στηρίξει σε αυτό» αναφέρει.

 

View this post on Instagram

 

A post shared by Jill Schock (@deathdoulala)

«Η αρχή και το τέλος της ζωής μοιάζουν πολύ» σημειώνει από την πλευρά της η Francesca Arnoldy, επικεφαλής του προγράμματα “End-of-Life Doula”. «Η ένταση, το μυστήριο, το άγνωστο απαιτούν βοήθεια» εξηγεί.

Η στήριξη που προσφέρουν οι «δούλες» δεν είναι ιατρική, αλλά ψυχική, πνευματική και πρακτική. Περνούν χρόνο με ανθρώπους που βιώνουν τις τελευταίες ημέρες της ζωής τους, με άλλους που έχουν διάγνωση που τους δίνει λίγο χρόνο ζωής και με τις οικογένειές τους που πρέπει να αντιμετωπίσουν τον χαμό. Περισσότεροι από 1.400 άνθρωποι έχουν ολοκληρώσει το πρόγραμμα που στοιχίζει 800 δολάρια από την έναρξή του, το 2017.

Αυτές οι εκδηλώσεις συχνά σχεδιάζονται με τη βοήθεια μιας “death doula” η οποία μπορεί να παρέχει καθοδήγηση και υποστήριξη για τη δημιουργία μιας ουσιαστικής τελετής που να αντικατοπτρίζει τις επιθυμίες, τις αξίες και τις πεποιθήσεις του ατόμου. Σύμφωνα με τον New York Times, Η λέξη “doula” προέρχεται από τον ελληνικό όρο «δούλα», μια λέξη που, βάσει ετυμολογίας, δηλώνει τη γυναίκα που υπηρετεί. Μια λέξη που, τα τελευταία χρόνια, ακούγεται όλο και πιο συχνά στους κύκλους της μαιευτικής στο εξωτερικό, και που πολύ πρόσφατα ξεκίνησε να ακούγεται και στους κύκλους που ασχολούνται με το τελευταίο στάδιο της ζωής. Εκείνο που συνορεύει με τον θάνατο.

 

View this post on Instagram

 

A post shared by Jill Schock (@deathdoulala)

Η μαία θανάτου είναι ουσιαστικά μια εκπαιδευμένη οδηγός που μπορεί να προσφέρει μια ολιστική, βασισμένη στην κοινότητα και εξατομικευμένη εμπειρία στο τέλος της ζωής. Εργάζονται παράλληλα με τους επαγγελματίες ιατρικής και παρηγορητικής φροντίδας και όχι αντικαθιστώντας τους. Η εκπαίδευσή τους μπορεί να περιλαμβάνει γνώσεις σχετικά με τις βιολογικές, ψυχολογικές, κοινωνικές, πνευματικές, νομικές και ηθικές πτυχές της φροντίδας που είναι απαραίτητες για το τέλος της ζωής. Συνεπώς, οι μαίες θανάτου μπορούν να βοηθήσουν στην ανακούφιση του συλλογικού φόβου του θανάτου και να προωθήσουν περισσότερη εξοικείωση και κατανόηση μπροστά σε αυτή την παγκόσμια επίπονη εμπειρία.

 

View this post on Instagram

 

A post shared by Jill Schock (@deathdoulala)

Με πληροφορίες από το New York Times.