Ο σταθμάρχης της Λάρισας που έχει συλληφθεί για την πολύνεκρη τραγωδία στα Τέμπη, απολογούμενος στο στάδιο της προανάκρισης, αποδέχθηκε το μοιραίο λάθος του. Ο ίδιος απέδωσε το τραγικό λάθος στην «κακιά ώρα», ενώ σε βάρος του έχει σχηματιστεί δικογραφία για βαρύτατα αδικήματα.
Οι κατηγορίες για τις οποίες θα ασκηθεί αύριο ποινική δίωξη από τον εισαγγελέα, ενώπιον του οποίου θα προσαχθεί ο σταθμάρχης, αφορούν στο αδίκημα της διατάραξης της ασφάλειας των συγκοινωνιών από το οποίο προήλθε ως αποτέλεσμα τον θάνατο πολλών ατόμων, πράξη που αποτελεί κακούργημα. Αυτό, με βάση πρόσφατη τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα, άρθρο 291, επισύρει ποινές από 10 χρόνια κάθειρξη ως και ισόβια. Ωστόσο, το ερώτημα που προκύπτει εδώ, είναι αν θα αποτελέσει τον έναν και μοναδικό κατηγορούμενο της υπόθεσης.
Τι είναι η «ατομική ευθύνη» που ευαγγελίζεται ο ίδιος ο Πρωθυπουργός αλλά και το τηλεοπτικό κύκλωμα της χώρας;
Το φιλελεύθερο Ποινικό Δίκαιο λέει το εξής: «Δεν υπάρχει συλλογική ευθύνη, αλλά αναγνωρίζεται μόνο η προσωπική/ατομική ευθύνη». Πάντα όταν ξεκινά ένα ιστορικό συμβάν διερευνάται κατά ποιο τρόπο ένα φυσικό πρόσωπο (ο σταθμάρχης για παράδειγμα, ή ο αρμόδιος εργοδοσίας της ΕΡΓΟΣΕ ή της πρώην ΤΡΑΙΝΟΣΕ ) ευθύνεται για συγκεκριμένες πράξεις ή παραλήψεις. Στην συγκεκριμένη υπόθεση μάλλον αναφερόμαστε σε παραλήψεις. Πάντα όμως αναφερόμαστε σε προσωπική ευθύνη. Δεν μπορούμε να πούμε ότι «φταίτε», καθώς μια τέτοια συλλογική ευθύνη δεν υφίσταται σαν έννοια στο Ποινικό Δίκαιο. Αυτό όμως είναι μόνο η αρχή. Γιατί το ποινικό δίκαιο – στο οποίο φυσικά δεν εξαντλείται η αίσθηση δικαίου αλλά σίγουρα είναι ένα μέτρο – δεν λέει μόνο αυτό. Δεν λέει: «Βρες ποιο φυσικό πρόσωπο είχε βάρδια».
Ουσιαστικά ο σταθμάρχης αποτελεί τον πρώτο κρίκο της απονομής ευθυνών. Όταν ξεκινά μια τυπική εισαγγελική διερεύνηση, αναζητούνται οι θεωρούμενοι ως υπαίτιοι ούτως ώστε να ασκηθεί εναντίον τους ποινική δίωξη -δηλαδή η κατηγορία που ασκείς σε έναν άνθρωπο. Σε αυτήν την περίπτωση λόγω της πράξης του σταθμάρχη της Λάρισας να δώσει μια λανθασμένη εντολή που οδήγησε στο τραγικό συμβάν της σύγκρουσης των δύο τρένων, αποτελεί έναν από τους άμεσους κατηγορούμενους. Όμως το βασικό ερώτημα που προκύπτει εδώ πέρα, είναι αν θα αποτελέσει τον μόνο και μοναδικό κατηγορούμενο του τραγικού συμβαντος. Το δίκαιο ναι μεν αναγνωρίζει ότι μόνο πρόσωπα μπορούν να φέρουν ευθύνη, αλλά αναγνωρίζει επίσης ότι σε ένα πολύπλοκο σύστημα, όπως μια εταιρεία, ένα δίκτυο συγκοινωνιών κοκ, η ευθύνη αυτή μπορεί να αφορά περισσότερα του ενός ατόμου. Γιατί πολύ απλά, αυτά τα πράγματα δεν τα χειρίζεται ούτε τα λειτουργεί ένας άνθρωπος εξολοκλήρου μόνος του.
Το ζήτημα συνεπώς είναι αν και κατά πόσο ευθύνονται και άλλα μέρη. Αυτή που είναι αρμόδια για τη συντήρηση και την ασφάλεια των δικτύων είναι η ΕΡΓΟΣΕ. Αυτό αξίζει να αναφερθεί γιατί υπάρχουν αποφάσεις και αντιδράσεις της Ρυθμιστικής Αρχής Σιδηροδρόμων, που χρόνια τώρα επισημαίνει ελλείψεις και κακοδιαχείριση. Για παράδειγμα υπάρχει η σύμβαση 717 του 2014 η οποία αφορούσε όλες αυτές τις ασφαλιστικές δικλείδες, και η οποία δεν εκτελέστηκε στο σημείο της συγκεκριμένης σιδηροδρομικής γραμμής. Εκτελέστηκε στην σιδηροδρομική γραμμή Δομοκός-Τιθορέα, αλλά ωστόσο δεν εκτελέστηκε στο υπόλοιπο κομμάτι της σιδηροδρομικής γραμμής Αθήνα-Θεσσαλονίκη. Έτσι εδώ, χρήζει διερεύνησης κατά πόσο οι διευθύνοντες σύμβουλοι κατά τη θητεία τους στην ΕΡΓΟΣΕ ΑΕ έχουν ποινική ευθύνη όσον αφορά αυτό.
Σε έναν κόσμο που επιχειρήσεις και κράτος «συνεργάζονται» από κοινού στην παροχή υπηρεσιών; φέρουν τότε εξίσου και πολιτικές ευθύνες, και ίσως ποινικές.
Και εδώ ανοίγονται τόσο νομικά όσο και πολιτικά ζητήματα πλέον, καθώς ναι μεν μιλάμε για φυσικά ή νομικά πρόσωπα, αλλά ανεβαίνουμε στην ιεραρχία των καθηκόντων, στην ευθύνη επίβλεψης της γραμμής, στην ευθύνη εγκατάστασης των συστημάτων κοκ. Το γεγονός δηλαδή ότι παρέλειψαν να εκτελέσουν τη συγκεκριμένη σύμβαση ενώ παράλληλα υπήρχαν και εξώδικά από τους εργαζομένους (έγγραφα που αφορούν μια επίσημη κοινοποίηση ενός παραπόνου), που ανέφεραν για παράδειγμα ότι ποτέ δεν εγκαταστάθηκε το σύστημα CTAS (το αυτόματο σύστημα ασφάλειας, παρατήρησης και προειδοποίησης), μπορούν να επιρρίψουν ποινικές ευθύνες στην ΕΡΓΟΣΕ όντας αρμόδια για την ασφάλεια και την συντήρηση των γραμμών. Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφέρουμε ότι η ΕΡΓΟΣΕ ανήκει στο δημόσιο και της οποίας υπεύθυνος είναι ο παραιτηθείς Υπουργός Μεταφορών και Υποδομών, Κώστας Καραμανλής, ενώ παλαιότερα ήταν ο Χρήστος Σπίρτζης επί Κυβέρνησης Αλέξη Τσίπρα, και παλαιότερα ο Ευριπίδης Στυλιανίδης επί Κυβέρνησης Κωνσταντίνου Καραμανλή κοκ. Το ζήτημα που προκύπτει εδώ είναι κατά πόσο θα ανοίξει η βεντάλια των ευθυνών, κι αυτό αφορά την αποκλειστικά την απόφαση της εισαγγελικής διερεύνησης.
Η συζήτηση όμως δεν σταματά εδώ. Σε έναν κόσμο που επιχειρήσεις και κράτος «συνεργάζονται» από κοινού στην παροχή υπηρεσιών; τότε φέρουν αμφότεροικαι πολιτικές ευθύνες, και ίσως ποινικές. Προκύπτει δηλαδή το ερώτημα κατά πόσο ευθύνεται και η Hellenic Train δεδομένου ότι δεν διέθετε τα απαραίτητα συστήματα τα οποία θα μπορούσαν να σημάνουν μια παρεκτροπή. Αν υπήρχαν και αυτά χάλασαν, ήταν υποχρεωμένοι να το διορθώσουν άμεσα, που και σε αυτήν την περίπτωση εμπίπτει στην κατηγορία της παράληψης.
Υπάρχει αλληλουχία μεταξύ της πράξης της παράλειψης και του αποτελέσματος; Υπάρχει, απ’ ό,τι φαίνεται μια συγκλίνουσα παράληψη διαφόρων φορέων οι οποίοι όλοι μαζί συντέλεσαν στο συγκεκριμένο αποτέλεσμα που οδήγησε στην τραγωδία στα Τέμπη. Ο σταθμάρχης ο ίδιος όντως έκανε μια πράξη λανθασμένη. Όμως υπάρχει και η νομική υποχρέωση να μην εξαρτάται η ζωή 350 ανθρώπων από το λάθος ενός σταθμάρχη. Γιατί ο ένας σταθμάρχης μπορεί να είναι άρρωστος με 39 πυρετό και να τον πάρει ο ύπνος, ή να πάθει ανακοπή πάνω στη δουλειά του μόνος του, ή, στην τελική, να είναι ένας ανεύθυνος ή άπειρος εργαζόμενος. Αυτό δε σημαίνει αυτομάτως ότι όλοι οι ταξιδιώτες πρέπει να πεθαίνουν σε τέτοιες περιπτώσεις. Οι άνθρωποι κάνουν πάντα λάθη και αυτό είναι δεδομένο, Γι’ αυτό υπάρχουν πάντα σωστές υποδομές, με ISO και δικλείδες ασφαλείας, αυτοματισμούς, σήμανση και σηματοδότες που η ύπαρξή τους θα βοηθούσε στην αποφυγή του «τραγικού λάθους» του εργαζομένου. Η ανάπτυξη των μηχανών, και ειδικά των μηχανισμών ασφαλείας, προέκυψε από αυτή ακριβώς την παραδοχή. Αφού αυτά τα συστήματα είναι δεδομένα, και παρέχονται, όποιος δεν τα εγκατέστησε, πολύ απλά φέρει νομική ευθύνη.
Αυτό που διακυβεύεται στην παρούσα φάση είναι να διακριθούν οι αρμοδιότητες, για το ποιος ήταν αρμόδιος και ποιος έπρεπε να κάνει τι, γεγονός που συνδέεται με την πράξη της παράληψης ώστε να ασκηθούν οι ανάλογες ποινικές διώξεις.
Και διερωτώμαι κατά πόσο μπορεί με μια παράκαμψη της νομικής διαδικασίας, με ένα μικρό σλάλομ της εισαγγελίας να εξωραϊστεί αυτό το πλέγμα ευθυνών και να επικεντρωθεί η ποινική δίωξη αποκλειστικά στην ατομική ευθύνη του σταθμάρχη; Άλλωστε εκεί παραπέμπουν οι δηλώσεις του Πρωθυπουργού της χώρας Κυριάκου Μητσοτάκη, που χωρίς καμία περίσκεψη, εγκράτεια και σεμνότητα, έστω για τα μάτια του κόσμου, βιάζεται να αποδώσει το δυστύχημα στα Τέμπη σε «τραγικό ανθρώπινο λάθος». Εκει επίσης παραπέμπει και η σύλληψη του σταθμάρχη της Λάρισας, και μάλιστα με την αναπαραγωγή της από τα ΜΜΕ ως ένα είδος «νίκης».
Η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ στον ρόλο ειδικού δικαστή, προδικάζουν ότι πρόκειται για «λάθος» ενός και μόνο μεμονωμένου φυσικού προσώπου, χωρίς καν να έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες, ή να έχουν εκδοθεί πορίσματα.
Και γιατί αναφερόμαστε στη σύλληψη; Αν ο σταθμάρχης είναι ύποπτος για ένα έγκλημα εξ αμελείας, θα έπρεπε, όπως βεβαιώνουν νομικοί, να τον καλέσουν σε απολογία, εκτός και αν το θεωρούν επικίνδυνο για επανάληψη του εγκλήματος ή για φυγή. Ερώτηση λοιπόν: θεωρεί η κυβέρνηση τον σταθμάρχη τόσο επικίνδυνο; Θα γινόταν ένας κακοποιός που θα κρυβόταν, όταν ο ίδιος από τη πρώτη στιγμή δεν έδειξε τέτοιες προθέσεις; Η σύλληψη του ήταν πολιτική πράξη δαιμονοποίησης για να αποφευχθεί -προς το παρόν- ένα μεγαλύτερο εύρος ερωτημάτων. Από το πρωί έχουν δημοσιοποιηθεί εκθέσεις, ρεπορτάζ, ανακοινώσεις που έγκαιρα αποτύπωναν το μέγεθος την απαξίωσης του σιδηροδρομικού δικτύου και προειδοποιούσαν για τους κινδύνους.
Η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ, στον ρόλο ειδικού δικαστή, προδικάζουν ότι πρόκειται για «λάθος» ενός και μόνο μεμονωμένου φυσικού προσώπου, χωρίς καν να έχουν ολοκληρωθεί οι έρευνες, ή να έχουν εκδοθεί πορίσματα. Ας μην ξεχνάμε εδώ την βασική αρχή του τεκμηρίου της αθωότητας. Κανείς μα κανείς δεν μπορεί να προδικάσει τον σταθμάρχη και να τον διαπομπεύει έμμεσα δημόσια -ή τον οποιονδήποτε- χωρίς να έχει δικαστεί. Ακόμα και σε οφθαλμοφανή εγκλήματα (ας θυμηθούμε την περίπτωση του Δημήτρη Λιγνάδη) το τεκμήριο της αθωότητας υπάρχει και μάλιστα εκεί χρησιμοποιήθηκε δημόσια στον έσχατο βαθμό. Βέβαια το τεκμήριο της αθωότητας καταπατάται από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό της χώρας, και αυτό δεν μπορεί παρά να μας βάλει σε υποψίες. Ίσως βολεύει να μετατοπιστεί η ευθύνη εξολοκλήρου στον σταθμάρχη της Λάρισας, κάτι τέτοιο, θα ήταν ένα σενάριο που μάλλον θα εξυπηρετούσε εξαιρετικά την Κυβέρνηση. Και αυτό δείχνει ότι είναι σε απεγνωσμένη αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων, κι όσο το επιτρέπουμε αυτό, θα συνεχίζουμε να μετράμε νεκρούς.