Όταν το 2016 είχα ταξιδέψει στη Βαρκελώνη, πέρα από την απαράμιλλη μεσογειακή ομορφιά και τα αρχιτεκτονικά της κομψοτεχνήματα, τα νόστιμα τάπας και το ισπανικό ταμπεραμέντο των ανθρώπων της, αυτό που μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση ήταν τα συνθήματα κατά του τουρισμού που αναδύονταν από παντού, καθιστώντας το αδύνατο να μην τα προσέξεις -ήταν γραμμένα με σπρέι στους τοίχους, με πανό στα μπαλκόνια των πολυκατοικιών, σε αφίσες γραμμένες στα αγγλικά κοκ.
Μια κατάσταση που μάλλον έχει πλέον οξυνθεί αφού πριν μερικές μέρες, η νεανική πτέρυγα ενός καταλανικού πολιτικού κόμματος δημοσίευσε ένα βίντεο με τα μέλη της να βανδαλίζουν τουριστικά ποδήλατα, λίγες ημέρες αφότου έσκασαν τα λάστιχα ενός τουριστικού λεωφορείου κοντά στο γήπεδο της Μπαρτσελόνα και έγραψαν στο παρμπρίζ το σύνθημα «Ο τουρισμός σκοτώνει τις γειτονιές».
Στο μακρινό 2016 όλο αυτό μου φάνταζε ακατανόητο και ξένο, αλλά να που στο 2024 και ως κάτοικος του Ψυρρή –δηλαδή το βαθύ αθηναϊκό κέντρο, αυτό το σύνθημα φαντάζει πιο σχετικό από ποτέ.
Από την καραντίνα κι έπειτα, η περιοχή -σχεδόν ολόχρονα με κορύφωση την τουριστική σεζόν- μεταμορφώνεται σε ένα πεδίο μάχης. Το κέντρο της Αθήνας είναι η δεύτερη πιο πυκνή αστική περιοχή της Ευρώπης, μετά το κέντρο του Παρισιού. Στο ιστορικό τρίγωνο λοιπόν, οι κάτοικοι είναι αναγκασμένοι να πασχίζουν να περάσουν ανάμεσα από ανθρώπους, μοτοσικλέτες και αυτοκίνητα λόγω της πλημμυρίδας των τουριστών.
Τα τραπεζοκαθίσματα κλείνουν ασφυκτικά τα στενά σοκάκια –δεν μπορώ να φανταστώ καν τι θα συμβεί αν χρειαστεί να περάσει πυροσβεστικό όχημα ή ασθενοφόρο, η βαβούρα και η μουσική συνεχίζεται μέχρι και τις 4 το ξημερωμα –και λίγο αργότερα, στις 8 το πρωί αρχίζουν τα τρυπάνια από τις δίπλα οικοδομές όπου ετοιμάζονται νέα ξενοδοχεία, ενώ κατά τη διάρκεια της ημέρας τουριστικά γκρουπ μπλοκάρουν τα δρομάκια με αποτέλεσμα να μην μπορείς να πας εύκολα στον προορισμό σου.
Οι τουρίστες έχουν ένα πολύ μοναδικό τρόπο να αποικούν τον χώρο. Κλείνουν ολόκληρα πεζοδρόμια με σημαιάκια και ομπρελίνα με τους τουριστικούς τους οδηγούς και τα γκρουπς τους επιβάλλουν την εξουσία του όχλου εκτοπίζοντας τους ταλαίπωρους ιθαγενείς στην άκρη του δρόμου να παίζουμε τη ζωή μας κορόνα γράμματα στις διασταυρώσεις και με τα ρούχα μας να γλείφουν τα διερχόμενα αμάξια. Πόσες και πόσες φορές είδα το τέλος της ζωής μου όταν γκρουπς από την Αμερική, την Γερμανία και την Αγγλία στα μικρά στενά γύρω από την Βαρβάκειο –που επιβαρύνονται παράλληλα κι από σκαλωσιές- επιβάλλουν την τουριστική εξουσία στους δρόμους του Αθηναϊκού κέντρου.
Κατόπιν σκέψης, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν φταίνε οι ίδιοι οι τουρίστες για την κατάσταση, αλλά πρώτον οι τουριστικοί τους ξεναγοί που δεν τους δίνουν κατάλληλες οδηγίες για να αφήσουν ένα πέρασμα, αλλά κυρίως η πολιτεία που δεν επιβάλλει κάποια ρύθμιση από τη στιγμή που δεν διαθέτει τις κατάλληλες υποδομές για την πραγμάτωση αυτών των δραστηριοτήτων στην περιοχή.
Επιπλέον, η κατάσταση που επικρατεί στην πλατφόρμα του μετρό (Μοναστηράκι) είναι εξίσου εφιαλτική, καθώς επιβαρύνεται με πολύ μεγαλύτερο αριθμό επιβατών αυτό αυτόν που είναι μάλλον σε θέση να φιλοξενήσει στις υποδομές της.
Να μην ξεχάσω και τα τουριστικά γκρουπ με ποδήλατα έρχονται απειλητικά κατά πάνω σου. Αυτό μάλιστα αποτελεί ευαίσθητη συζήτηση μεταξύ των ποδηλατών της πόλης και πολλοί έχουν παραπονεθεί ότι οι δημόσιες εγκαταστάσεις που πληρώνονται από τους φορολογούμενους χρησιμοποιούνται για κερδοσκοπικούς σκοπούς. Δεν υπάρχουν επαρκείς σχάρες για ποδήλατα στην πόλη και οι ποδηλάτες τιμωρούνται με πρόστιμο αν κλειδώσουν τα ποδήλατα τους σε κάγκελα ή κολόνες φωτισμού.
Επιπλέον, με το που ξεκινάς τη μέρα σου, έτσι με το «καλημέρα σας», βρίσκεις στην πόρτα σου πεταμένα μπουκάλια μπύρας, μισοτελειωμένες τυρόπιτες και φυσικά… φρέσκα ούρα. Αλλά το καλύτερο το άφησα τελευταίο. Πέρα από το γεγονός ότι οι γείτονες σου εξαφανίζονται ο ένας μετά τον άλλον (κάτι σαν την περίοδο του εμφυλίου), σου δίνεται διορία λίγων μόνο μηνών να εγκαταλείψεις το σπίτι που νοικιάζεις τα τελευταία 8 χρόνια, με την αιτιολογία ότι θα «αλλάξει η χρήση του κτιρίου».
Όπως ήταν αναμενόμενο λοιπόν, το έντονο αντιτουριστικό συναίσθημα που σαρώνει την Ευρώπη βρήκε έδαφος και στην Αθήνα, καθώς τα γκράφιτι που ζητούν να μπει τέλος στον υπερτουρισμό κοσμούν πλέον τους τοίχους της ιστορικής μας πόλης, ενώ τον περασμένο μήνα, εξοργισμένοι από την εισροή επισκεπτών που κατακλύζει στις γειτονιές τους, διαδηλωτές βγήκαν στους δρόμους τον περασμένο μήνα για να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους.
Μεγάλες πινακίδες κολλημένες σε κτίρια φέρουν έντονα μηνύματα, με μία να αναφέρει: «Tourists Go Home! Το ελληνικό κράτος σκοτώνει». Μια άλλη απεικονίζει δύο κτίρια της Airbnb τυλιγμένα στις φλόγες, συνοδευόμενη από τη λεζάντα: «Τουρίστες απολαύστε τη διαμονή σας στο νεκροταφείο της Ευρώπης». Συνθήματα όπως «No Tourists No Hipsters» και «Burn Airbnb» απηχούν το συναίσθημα που αντηχεί στους δρόμους.
Οι διαδηλωτές διαμαρτύρονται όχι μόνο για τον υπερπληθυσμό που προκαλούν οι τουρίστες, αλλά και για τον εκτοπισμό των ντόπιων από τα σπίτια τους. Η Άννα Θεοδωράκη, μια εκτοπισμένη κάτοικος από το σπίτι της στο Μεταξουργείο, περιέγραψε την κατάσταση στο France24 ως «πολύ καταθλιπτική», υποστηρίζοντας την επιτακτική ανάγκη για άμεση δράση για την αντιμετώπιση της κρίσης στέγασης που επιδεινώνεται από τον τουρισμό.
Οι ανησυχίες αυξάνονται για τον πολλαπλασιασμό των Airbnbs στην πόλη, την ξέφρενη πορεία των τιμών των ακινήτων και των ενοικίων κατοικιών και καταστημάτων με τους ντόπιους να φοβούνται όχι μόνο τη διάβρωση της γειτονιάς τους αλλά κυρίως τον εκτοπισμό τους. Οι κατασκευαστές ακινήτων αναγνωρίζουν τις επιζήμιες επιπτώσεις του υπερτουρισμού, τονίζοντας τη σημασία της διατήρησης του ελληνικού πολιτισμού για την προσέλκυση τουριστών που ενδιαφέρονται πραγματικά για την κληρονομιά της χώρας.
Ωστόσο, ο υπερτουρισμός δεν αφήνει το αποτύπωμά του αποκλειστικά στο αθηναϊκό κέντρο. Για την Ελλάδα τα ηλιόλουστα νησιά της χώρας αποτελούν κορυφαίους πόλους έλξης, αλλά η διαχείριση των υδάτων και τα θαλάσσια απορρίμματα εξελίσσονται σε μείζονα προβλήματα.
Παράλληλα, η Ελλάδα, που φιλοξενεί εμβληματικά μνημεία όπως η Ακρόπολη, απηύθυνε έκκληση για τον περιορισμό του τουρισμού, επικαλούμενη ανησυχίες για τον αυξανόμενο αριθμό παραθεριστών που κατακλύζουν την πόλη.
Επιπλέον είναι σημαντικό να αναγνωριστεί (από το κράτος) η ανάγκη για περισσότερα τουριστικά φορολογικά έσοδα για τη στήριξη των τοπικών περιφερειών που δεν διαθέτουν επαρκείς τουριστικές υποδομές και χρειάζονται περισσότερη προστασία.
Σε μια τέτοιου είδους προσπάθεια το ελληνικό κράτος έχει επίσης επιβάλει ανώτατα όρια επισκεψιμότητας σε τουλάχιστον 25 από τους πιο δημοφιλείς αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία της χώρας. Το σύστημα κρατήσεων περιορίζει τις επισκέψεις στην Ακρόπολη, μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς της UNESCO, σε έναν διαχειρίσιμο αριθμό 20.000 ανά ημέρα.
Για δεκαετίες, η Ακρόπολη εκπροσωπεί την Ελλάδα στα τουριστικά φυλλάδια που διανέμονται σε όλο τον κόσμο, αλλά η χώρα φιλοξενεί 17 άλλα μνημεία της UNESCO. Πολλά από τα μνημεία της χώρας είναι εύθραυστα και απειλούνται με φθορά και αποσύνθεση από την κλιματική αλλαγή.
Εν τω μεταξύ, τον Ιανουάριο θέσπισε έναν εθνικό περιβαλλοντικό φόρο που παίρνει τη θέση του προηγούμενου φόρου για τα ξενοδοχεία. Κατά τη διάρκεια της περιόδου αιχμής, οι επισκέπτες ξενοδοχείων πέντε αστέρων πληρώνουν 10 ευρώ τη βραδιά επιπλέον και 4 ευρώ τις υπόλοιπες εποχές του έτους. Αλλά ένα ερώτημα που προκύπτει εδώ είναι αν αυτές οι προσχηματικές ρυθμίσεις του κράτους είναι αρκετές για την προστασία των μνημείων, του περιβάλλοντος, της ευημερίας των πολιτών και της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας.
Παρά τις αυξανόμενες διαφωνίες, η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται να παραμένει σταθερή στην επιδίωξη της για τουρισμό. Πρωτοβουλίες όπως η «Εβδομάδα της Ρόδου», που προσφέρει δωρεάν διακοπές σε Βρετανούς τουρίστες που επηρεάστηκαν από τις πυρκαγιές, καταδεικνύουν τη δέσμευση της κυβέρνησης να προσελκύσει επισκέπτες παρά τις τοπικές αντιδράσεις.
Δεν αντιλέγω ότι (εφόσον δεν απέμεινε κάτι άλλο) η Ελλάδα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό, ο οποίος αντιπροσωπεύει έως και το ένα πέμπτο του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της. Η χώρα, με πληθυσμό 10,4 εκατομμυρίων κατοίκων, προσέλκυσε 36 εκατομμύρια επισκέπτες πέρυσι, όταν τα έσοδα από τον τουρισμό έφτασαν τα 20,6 δισεκατομμύρια ευρώ . Αυτό μπορεί από τη μια να ενισχύει το ΑΕΠ της χώρας, από την άλλη όμως λειτουργεί και ως «καύσιμο» διατήρησης του πληθωρισμού σε υψηλά ποσοστά. Αυτό συμβαίνει γιατί όπως είναι λογικό, οι μαγαζάτορες, με βάση το νόμο της προσφοράς και της ζήτησης έχουν φυσικά συμφέρον να πωλούν ακριβότερα. Μόνο τυχαίο δεν είναι πως σε τουριστικές περιοχές της χώρας οι τιμές είναι απλησίαστες.
Θα πρέπει λοιπόν άπαντες να αναγνωρίσουν ότι ο υπερτουρισμός είναι ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος. Ένας τουρίστας με συνείδηση θα δει κάθε ταξίδι στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής και πολιτιστικής προστασίας, όχι μόνο του δικού του πολιτιστικού εμπλουτισμού και της ευχαρίστησής του – και θα πληρώσει ανάλογα για να αντισταθμίσει τον αντίκτυπο που προκαλεί. Με το κράτος να κάνει ελάχιστα ως προς αυτό ή όχι αρκετά, κοστίζει σε όλους μας πάρα πολύ ακριβά.
Η αντιτουριστική έξαρση στην Αθήνα αντικατοπτρίζει παρόμοια κινήματα σε όλη την Ευρώπη, από τη Μινόρκα έως τα Κανάρια Νησιά, το Βερολίνο και την Βαρκελώνη, όπου οι κάτοικοι απαιτούν μέτρα κατά των σύγχρονων περιφράξεων στις πόλεις τους: Πόλεις που κατασκευάζονται για χρήστες- θεατές και τουρίστες που καταναλώνουν τα πακέτα “αστικής εμπειρίας”, ενώ ο εξευγενισμός του χώρου, ανάγει τη φτώχεια, τη μιζέρια, την κοινωνική ανισότητα σε ζητήματα αισθητικής, κατοικίας, ακρίβειας και καθημερινής επιβίωσης. Τα συνθήματα, οι κινητοποιήσεις, και το αντιτουριστικό αίτημα είναι ουσιαστικά ένα αγωνιώδες αίτημα για επιβίωση αλλά και μια διαρκής υπενθύμιση ότι η ζωή στην πόλη που “εκτοπίζει” δεν μπορεί να είναι αυτονόητη.
✥Δείτε επίσης: Οι απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης των εργαζόμενων στον ελληνικό τουρισμό