Νέα δεδομένα σειράς ερευνών σε παγκόσμια κλίμακα υποδεικνύουν ότι ένα ανησυχητικά μεγάλο ποσοστό ενηλίκων στον ανεπτυγμένο κόσμο αποστρέφονται το βιβλίο και το επίπεδό τους υστερεί ακόμα και σε άτυπες συγκρίσεις με ανηλίκους. Περίπου το ένα πέμπτο των ατόμων ηλικίας 16 έως 65 ετών αποδίδουν στις δοκιμασίες μαθηματικών και ανάγνωσης όχι καλύτερα από ό,τι θα αναμενόταν από έναν μαθητή που ολοκληρώνει το δημοτικό σχολείο σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε στις 10 Δεκεμβρίου από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης. Μάλιστα η συγκεκριμένη διαπίστωση αφορά κυρίως τις πλούσιες χώρες κι όχι τον αναπτυσσόμενο κόσμο.

Η έρευνα του ΟΟΣΑ, με τίτλο “Έρευνα Δεξιοτήτων Ενηλίκων” διεξάγεται μόνο μία φορά τη δεκαετία. Οι ερευνητές οργάνωσαν τη συμμετοχή 160.000 ενηλίκων από 31 χώρες και περιοχές σε σύντομες δοκιμασίες αριθμητικής, ανάγνωσης και επίλυσης προβλημάτων. Στόχος τους ήταν να αξιολογήσουν αν οι συμμετέχοντες διαθέτουν τις δεξιότητες που απαιτούνται για να διατηρήσουν μια εργασία, να συμμετέχουν στην κοινωνική ζωή και να ευημερούν στον πραγματικό κόσμο. Σε βασικό επίπεδο οι δοκιμασίες ελέγχουν πόσο καλά μπορούν οι άνθρωποι να κατανοούν «προειδοποιήσεις» σε ένα κουτί ασπιρίνης ή να υπολογίζουν πόση «ταπετσαρία» χρειάζεται για να καλυφθεί ένα δωμάτιο. Σε πιο προχωρημένο επίπεδο εξετάζουν πόσο καλά μπορούν να εξάγουν ορθά συμπεράσματα από αναλύσεις και διαγράμματα, όπως αυτά που μπορεί να συναντήσει κανείς σε ένα δημοφιλές περιοδικό επικαιρότητας.

Η Φινλανδία θα χαρεί ιδιαίτερα με τα αποτελέσματα: κατακτά την πρώτη θέση στις κατατάξεις και στους τρεις τομείς.

Οι άνθρωποι στις Κάτω Χώρες, τη Νορβηγία και την Ιαπωνία που απέδωσαν καλύτερα από τον μέσο όρο σε όλες τις δεξιότητες θα είναι επίσης ικανοποιημένοι με το αποτέλεσμα της πολιτικής που εφαρμόζουν. Η Αγγλία ανέβηκε στη λίστα κατά τη δεκαετία που μεσολάβησε από την προηγούμενη διεξαγωγή των δοκιμασιών χάρη σε καλύτερες επιδόσεις των νέων ενηλίκων. Αντίθετα, τα αποτελέσματα της Αμερικής κινούνται πτωτικά. Παρόμοια, η Χιλή, η Ιταλία, η Πολωνία και η Πορτογαλία καταγράφουν υψηλό ποσοστό ανθρώπων δεν περνούν τον πήχη και βρίσκονται κάτω από τον μέσο όρο. Σχεδόν οι μισοί Χιλιανοί πετυχαίνουν τόσο χαμηλά σκορ που κατατάσσονται στις δύο χαμηλότερες κατηγορίες τόσο στα μαθηματικά όσο και στην ανάγνωση σε σύγκριση με μόλις το 8% των Ιαπώνων.

Για σχεδόν κάθε χώρα που έχει δει τη βαθμολογία της στα μαθηματικά να αυξάνεται σημαντικά την τελευταία δεκαετία, υπάρχει μια άλλη που έχει δει τη βαθμολογία της να μειώνεται. Όσον αφορά την ανάγνωση, οι χώρες με πτωτικές επιδόσεις υπερτερούν αριθμητικά αυτών που έχουν σημειώσει σημαντική πρόοδο. Αυτό συμβαίνει παρόλο που περισσότεροι άνθρωποι ολοκληρώνουν τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και πολλοί περισσότεροι αποκτούν πτυχία. Η μείωση συγκεντρώνεται στους λιγότερο επιδέξιους, οι οποίοι φαίνεται να αποδίδουν ακόμα χειρότερα από ό,τι στο παρελθόν. Σε πολλές χώρες το χάσμα μεταξύ των ατόμων με τις υψηλότερες και χαμηλότερες δεξιότητες διευρύνεται σε πρωτόγνωρα επίπεδα.

Οι ενήλικες που δεν είναι φυσικοί ομιλητές της τοπικής γλώσσας τείνουν να τα πηγαίνουν χειρότερα σε δοκιμασίες που περιλαμβάνουν διαχείριση λέξεων. Οι γηράσκοντες πληθυσμοί επίσης δεν βοηθούν: τα δεδομένα δείχνουν ότι οι δεξιότητες στα μαθηματικά και την ανάγνωση κορυφώνονται γύρω στα 30. Αλλά ακόμα και όταν ληφθούν υπόψη αυτές οι αλλαγές, οι επιδόσεις στην ανάγνωση μειώνονται σε πολλές χώρες. Ο Andreas Schleicher, επικεφαλής του τομέα εκπαίδευσης και δεξιοτήτων του ΟΟΣΑ, υποθέτει ότι πολλοί ενήλικες πλέον εξασκούνται πολύ λιγότερο από ό,τι στο παρελθόν στην ανάγνωση μακροσκελών και σύνθετων κειμένων. Φταίει και το TikTok.

Η μελέτη του ΟΟΣΑ δεν είναι η μόνη που υποδεικνύει ότι οι βελτιώσεις στις γνωστικές δεξιότητες μπορεί να έχουν σταματήσει. Κατά το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα παρατηρείται σταθερή αύξηση στις βαθμολογίες IQ, σε ένα φαινόμενο γνωστό ως «φαινόμενο Flynn». Πιο πρόσφατα, η τάση σε ορισμένες χώρες δείχνει στασιμότητα ή και πτώση κόντρα στο ρεύμα που υπήρχε. Η αιτία αυτής της αλλαγής αποτελεί αντικείμενο έντονης συζήτησης. Αυτό όμως που σχεδόν κανείς δεν αμφισβητεί είναι ότι οι άνθρωποι με ευέλικτο νου βρίσκουν ευκολότερα τρόποους να αποφεύγουν τις χειρότερες δυσκολίες της ζωής και έχουν περισσότερες πιθανότητες να απολαύσουν τα καλύτερα αποτελέσματα.

Οι έρευνες που διεξάγονται παράλληλα με τις δοκιμασίες του ΟΟΣΑ φαίνεται να επιβεβαιώνουν αυτή την άποψη. Οι άνθρωποι που τα πηγαίνουν καλύτερα στις δοκιμασίες έχουν μισθούς κατά 75% υψηλότερους από αυτούς με τις χειρότερες επιδόσεις. Και τα οφέλη από την καλή αριθμητική και γλωσσική δεξιότητα φαίνεται να είναι περισσότερα από τα οικονομικά. Οι υψηλές επιδόσεις συνδέονται με μεγαλύτερη ευτυχία και καλύτερη υγεία. Από την άλλη όσοι τα πηγαίνουν χειρότερα είναι πιο καχύποπτοι απέναντι στους άλλους και δηλώνουν συχνότερα ότι αισθάνονται αποξενωμένοι από την πολιτική. Δεν χρειάζεται κανείς να έχει τεράστια εμπειρία για να αντιληφθεί ότι τα σοβαρά προβλήματα πλησιάζουν μέσα από αυτή την κλιμάκωση των ανισοτήτων. Η εποχή των ενστίκτων έναντι της λογικής επιστρέφει.

*Με στοιχεία από τον Economist. 

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookBluesky και Instagram.