Για δέκατη συνεχόμενη χρονιά φέτος, το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών (ΚΕΦΙΜ) παρουσίασε τη μελέτη για την Ημέρα Φορολογικής Ελευθερίας, την ημέρα δηλαδή, κατά την οποία οι Έλληνες φορολογούμενοι θα απελευθερώνονταν από το βάρος των φόρων και των εισφορών, αν με τα χρήματα που κέρδιζαν από την εργασία τους έπρεπε, πριν καλύψουν τις δικές τους ανάγκες, να αποπληρώσουν πρώτα τις υποχρεώσεις τους προς το κράτος.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της μελέτης του ΚΕΦIΜ, τα χρήματα σχεδόν έξι μηνών που αποκτούν από την εργασία τους οι φορολογούμενοι δεν πάνε στην κάλυψη των δικών τους αναγκών αλλά στις ανάγκες του κράτους και αυτό δεν θα αποτελούσε πρόβλημα αν το κράτος εξηπηρετούσε τις ανάγκες των πολιτών.
Από την Πρωτοχρονιά μέχρι και χθες 24 Ιουνίου εργαζόμασταν αποκλειστικά για να πληρώσουμε φόρους και εισφορές, χωρίς ωστόσο να νιώθουμε ότι τα λεφτά μας «πιάνουν τόπο», αφού οι υπηρεσίες του κράτους κάθε άλλο από ικανοποιητικές είναι.
Η ικανοποίηση των Ελλήνων πολιτών από το σύστημα υγείας είναι η μικρότερη ανάμεσα στα 21 κράτη μέλη της ΕΕ για τα οποία υπάρχουν στοιχεία, ενώ αντίστοιχα, στην ικανοποίηση των πολιτών από το εκπαιδευτικό σύστημα και το δικαστικό σύστημα η χώρα βρίσκεται στην 16η και την 17η θέση αντίστοιχα, όπως αναφέρει ρεπορτάζ του Οικονομικού Ταχυδρόμου.
Και οι πολίτες έχουν αρκετούς λόγους να μην είναι ικανοποιημένοι και αυτό το επιβεβαιώνουν αρκετές έρευνες του ΟΟΣΑ (Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης).
Ας ξεκινήσουμε από το ΕΣΥ το οποίο τα τελευταία χρόνια κινείται με γοργούς ρυθμούς προς την καταστροφή. Η έλλειψη νοσηλευτικού προσωπικού είναι πια ένα διαχρονικό πρόβλημα, που πλέον και σύμφωνα με επιστημονικά δεδομένα, θέτει σε κίνδυνο τόσο τους ασθενείς όσο και τους ίδιους τους νοσηλευτές.
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η Ελλάδα κατατάσσεται στις τελευταίες θέσεις με μόλις 3,8 νοσηλευτές ανά 1.000 κατοίκους, ενώ ο μέσος όρος στις χώρες μέλη ανέρχεται σε 9,2.
Πόσοι από τους φόρους και τις εισφορές μας διατέθηκαν στη βελτίωση του ΕΣΥ;
Με βάση την έκθεση “State of Health in the EU, Ελλάδα Προφίλ Υγείας 2023“, η οποία συντάχθηκε βασισμένη σε εθνικά επίσημα στατιστικά στοιχεία τα οποία παρασχέθηκαν στη Eurostat και στον ΟΟΣΑ, η Ελλάδα στον τομέα της Υγείας παραμένει σταθερά κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, με 1.874 ευρώ κατά κεφαλήν το 2021 η Ελλάδα διέθεσε λιγότερο από το ήμισυ του μέσου όρου των συνολικών δαπανών για την Υγεία σε ολόκληρη την Ε.Ε.
Και φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι από 1η Απριλίου οι ασθενείς δίνουν ένα ευρώ επιπλέον για κάθε συνταγή που εκτελείται, ενώ το ίδιο ισχύει και για την εκτέλεση του παραπεμπτικού για εξετάσεις σε διαγνωστικά ιατρεία. Επίσης, οι ασθενείς δίνουν 3 ευρώ επιπλέον για την εκτέλεση παραπεμπτικών για απεικονιστικές εξετάσεις.
Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε τις αμοιβές για τα απογευματινά χειρουργεία, τις ελλείψεις γιατρών στα νοσοκομεία, αλλά και τους δεκάδες υπαλλήλους του ΕΣΥ που αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους, αφού οι μισθοί και οι εργασιακές συνθήκες πάνε από το κακό στο χειρότερο.
Από το κακό στο χειρότερο δε πάνε μόνο οι εργασιακές συνθήκες, αλλά και οι υποδομές της Ελλάδας και αυτό αποδεικνύεται από τα ακόλουθα περιστατικά, τα οποία έλαβαν χώρα από τον Οκτώβρη του 2023 μέχρι και τον Ιούνιο του 2024 και σε κάποιες περιπτώσεις θα μπορούσαν να είχαν αποβεί μοιραία:
– Γονείς πήγαν ανεμιστήρες στους μαθητές που έδιναν Πανελλαδικές προκειμένου να μπορέσουν να εξεταστούν σε ανθρώπινες συνθήκες εν μέσω καύσωνα.
– Πάνω από 3 λεωφορεία του ΟΑΣΑ πήραν φωτιά – πολλά μέσα μαζικής μεταφοράς δε διαθέτουν κλιματισμό
– Κατέρρευσε τμήμα οροφής του νοσοκομείου Ρίου
– Κατέρρευσε τμήμα οροφής στο νοσοκομείο Αγ. Δημήτριος στη Θεσσαλονίκη
– Κατέρρευσε τμήμα της οροφής σε τάξη του Λυκείου Δομοκού
– Κατέρρευσε ταβάνι σε σχολείο του Ηρακλείου Αττικής
– Κατέρρευσε ταβάνι στο 19ο δημοτικό σχολείο του Αιγάλεω
– 3.000 παιδιά είναι σε λίστα αναμονής για να χειρουργηθούν στο Παίδων
Οι εργαζόμενοι δουλεύουν σχεδόν έξι μήνες για να καλύψουν τις ανάγκες του κράτους, όμως το κράτος φαίνεται ότι είναι υπό κατάρρευση.
Θα μπορούσε να υποστηρίξει κάποιος ότι οι εισφορές των εργαζομένων είναι χαμηλές, γι’ αυτό δεν είδαμε σημαντικές βελτιώσεις στο σύστημα υγείας και στο εκπαιδευτικό σύστημα, αλλά για άλλη μια φορά μία έρευνα του ΟΟΣΑ που δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο του τρέχοντος έτους μαρτυρά ότι οι εισφορές των εργαζομένων της Ελλάδας για το 2023 ήταν αρκετά υψηλές, όχι μόνο σε σχέση με τον χαμηλό μισθό και την ακρίβεια, αλλά και σε σχέση με τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ που ανέρχεται στο 34,8%, έναντι του 38,5% των Ελλήνων.
Ωστόσο, αν θέλουμε να δούμε τη θετική όψη, από το 2019 μέχρι το 2024, η φορολογική επιβάρυνση έχει μειωθεί κατά 6 ημέρες, από τις 181 στις 175 ημέρες και όπως λέει μεταξύ άλλων ο γενικός διευθυντής του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών Νίκος Ρώμπαπας: «Η φορολογική αυτή ελάφρυνση αναμένεται να βελτιώσει τη θέση της Ελλάδας και στον Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας και συγκεκριμένα στο πεδίο του μεγέθους του κράτους ενισχύοντας έτσι τις προοπτικές για επενδύσεις στη χώρα».
Ας ελπίσουμε να έρθουν σύντομα οι επενδύσεις ώστε να φέρουν τη πολυπόθητη (πραγματική) ανάπτυξη στη χώρα και στις ζωές μας, γιατί οι φόροι μας φαίνεται ότι δεν είναι ικανοί να τη φέρουν.
Αυτή η μίνι ανασκόπηση της φετινής χρονιάς αποδεικνύει ότι οι εξάμηνες εισφορές των εργαζομένων δεν είναι ικανές να υποστηρίξουν βασικά κοινωνικά αγαθά όπως είναι η υγεία και η εκπαίδευση και αυτός είναι ο λόγος που οι Έλληνες δεν είναι ικανοποιημένοι, σε αντίθεση με ένα αρκετά μεγάλο μέρος πολιτών από άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.