Ο ηθοποιός Κωνσταντίνος Γιουρνάς έχει μία αθόρυβη δύναμη να ξεχωρίζει μέσα στο χάος και κάθε συνάντηση μαζί του είναι μία λυτρωτική συνεδρία με ωραίους προβληματισμούς και ερωτήματα. Είναι πάντα συνδεδεμένος με το τώρα, δεν ξεχνάει ποτέ να ακούει τον άλλον όταν του μοιράζεται το οτιδήποτε και θεωρεί ότι είναι οκ να λέμε πως δεν τα ξέρουμε όλα σ’ αυτή τη ζωή.
Αποφάσισε με τους πρώην συμμαθητές του στο Ωδείο και κάποιους νέους φίλους να κάνουν ένα reunion και ανέλαβαν τη θεατρική ομάδα Επτάρχεια, την οποία είχαν δημιουργήσει ο Θωμάς Μοσχόπουλος με μία άλλη παρέα γνωστών ηθοποιών πριν αρκετά χρόνια. Απέκτησαν την ελευθερία να τη διαμορφώσουν όπως θέλουν εκείνοι και ανέβασαν την συγκινητική παράσταση «Βάκχαι, Μια συλλογική αφήγηση» στο Βιομηχανικό Πάρκο ΠΛ.ΥΦ.Α, σαν σεμινάριο για να εξελιχθούν οι ίδιοι αλλά και όσοι βοήθησαν να πραγματοποιηθεί (Αμαλία Μουτούση, Αργύρης Ξάφης, Μαρία Όλγα Αθηναίου, Δημήτρης Καμαρωτός, Ρηνιώ Κυριαζή και Ιωάννα Ρεμεδιάκη).
Νιώθεις πως είναι σαν μία παρέα σπαρταριστών παιδιών που ανακάλυψαν την ιστορία του Διονύσου και του τιμωρού του, Πενθέα και την αφηγούνται στο κοινό άμεσα, απλά και με υπόγειο χιούμορ αποθεώνοντας τη χαρά του παιχνιδιού. Σου μεταφέρουν μια αισιοδοξία και μία ελπίδα πως ό,τι και να γίνει, δεν θα αφήσουμε να χαθεί η λατρεία της απόλαυσης και πως ήρθε μια καλή στιγμή να αφήσουμε κάθε είδους εφέ στην άκρη.
Έχει κάτι ακατέργαστο με μια ζωντάνια σαν να θέλατε να πείτε στον κόσμο μια ιστορία που ανακαλύψατε και σας ενθουσίασε. Πώς ξεκίνησε αυτό το πρότζεκτ;
Είναι πολύ δύσκολο να προσπαθήσεις να πεις τέτοια κείμενα άμεσα σαν μία απλή ιστορία. Ξεκίνησε σε μία φάση που εγώ ήμουν κάπως χαμένος και δεν συμμετείχα πολύ στο αρχικό στάδιο της δημιουργίας της πρότασης, ήρθα λίγο αργότερα.
Αυτό που θέλαμε ήταν να πάρουμε ένα έργο και να το κάνουμε σεμινάριο στους εαυτούς μας. Έρχονται δηλαδή άνθρωποι από διαφορρετικούς χώρους (σκηνοθέτες, μουσικοί, δάσκαλοι φωνητικής κ.ά) και τους χρησιμοποιούμε για να εξελιχθούμε όλοι μέσω του έργου. Ένιωσα σαν να επέστρεψα στη δραματική σχολή, σε μία άλλη ηλικία μετά από τη σκληρή εμπειρία του κορωνοϊου, που μας διέλυσε όλους.
Το προτείναμε στο υπουργείο Πολιτισμού για να πάρει επιχορήγηση και ευτυχώς, τα καταφέραμε.Ξεκινήσαμε τον Ιανουάριο πολύ δειλά γιατί όσο διαβάζαμε το έργο, τόσο καταλαβαίναμε σε πόσο δύσκολο κείμενο μπλέκουμε.
Τώρα βέβαια, όσα πρεσβεύει ο παρορμητικός Διόνυσος και ο αυστηρός Πενθέας είναι πιο επίκαρα από ποτέ.
Ναι γιατί πάμε όλο και πίσω αντί να προοδεύουμε αλλά επίσης αφορά και τη συλλογικότητα. Όλοι συντονιστήκαμε σ’ αυτή την ανάγκη. Ο ποιητικός λόγος θέλει τη διπλάσια δουλειά και παράλληλα πρέπει να καταλάβει ο άλλος στον οποίο απευθύνεσαι ότι δεν πρόκειται για επιφανειακά λόγια αλλά ένα ένα ποίημα (σε μετάφραση Γιώργου Χειμωνά).
Τα παιδιά που τελειώνετε το Ωδείο έχετε πολύ έντονο το στοιχείο της ομαδικότητας. Η εκπαίδευση σας πιστεύεις πως είναι κοντά στα πρότυπα των σχολών του εξωτερικού;
Έχεις δίκιο και το κατάλαβα όταν τελειώσαμε και βγήκαμε στο θέατρο. Γι’ αυτό το λόγο επέστρεψα στα παιδιά για να κάνουμε παράσταση μαζί. Ακολουθήσαμε για λίγο μια ξεχωριστή πορεία και ήρθε μια στιγμή που είπαμε πως θέλουμε να γίνουμε ομάδα. Με τη μόνη που δεν ήμασταν στο ίδιο έτος είναι η Κατερίνα και η Ανδρομάχη που τελείωσε το Κρατικό. Επίσης, ήμασταν η πρώτη φουρνιά του Ωδείου που κάναμε τις πτυχιακές μας, παραστάσεις. Είμαστε πολύ αγαπημενοι και τα παιδιά τα θεωρώ αδέρφια μου.
Έχει και μια παγίδα η ομαδικότητα γιατί πρέπει ταυτόχρονα να σταθείς και σαν μονάδα. Όχι με την έννοια του να φανείς παραπάνω από τους άλλους και να τους επισκιάσεις, αλλά επειδή είναι τέτοιος ο χώρος μας, που πρέπει να αποδεικνύεις συνεχώς την αξία σου. Ήρθα αντιμέτωπος με το κομμάτι της αυτοπεποίθησης γιατί σκεφτόμουν αν μπορώ να σταθώ και μόνος μου και κατάλαβα ότι αγαπάω την έννοια της ομάδας και μπορώ να σταθώ μέσα στο σύνολο γιατί αλλιώς δεν βρίσκω νόημα.
Νομίζω ότι αυτό το κομμάτι της συλλογικότητας το έχω γιατί χορεύω και διδάσκω παραδοσιακούς χορούς στη Δραματική Σχολή του Γιώργου Αρμένη και η παράδοση έχει πολύ έντονο το στοιχείο της συλλογικότητας.
Για παράδειγμα στους χορούς, υπάρχει ένας κορυφαίος πάντα αλλά αν δεν υπάρχει ομάδα, δεν μπορεί ούτε να υπάρξει πρώτος ούτε να να είναι καλός. Όλοι από τη θέση τους κάτι δίνουν για να βγαίνει η ουσία προς τα έξω.
Τι ανακάλυψες στις Βάκχες;
Μου έμαθαν να βρίσκω ερωτήματα και να είμαι οκ στο να μη μπορώ να τ’ απαντήσω. Δεν τα ξέρουμε όλα και δεν πειράζει. Κι επειδή είμαι πιο συναισθηματικός και ενστικτώδης και όχι τόσο εγκεφαλικός, αρχίζω και αποκτώ μια αυτογνωσία. Οπότε αφήνω τα ερωτήματα να παραμείνουν ως έχουν και το αποδέχομαι.
Επίσης το φοβερό σ’ αυτό το έργο είναι πως είμαστε όλοι μετέωροι. Έρχεται ένας θεός και φέρνει τα πάνω κάτω αλλά τι είναι τελικά αυτός ο θεός και τι είναι ο Πενθέας που δεν τον αποδέχεται; Αυτό που με συγκινεί περισσότερο είναι πως τελικά ολοι αυτοί οι ρόλοι είμαστε εμείς. Ο Διόνυσος πρεσβεύει την απόλαυση, το ένστικτο και το συναίσθημα ενώ ο Πενθέας, τη λογική, η οποία μας έχει κατακλύσει στη δική μας εποχή τώρα.
Με κάποιο τρόπο θεωρείται ταμπού η απόλαυση;
Τεράστιο! Εν τω μεταξύ, επειδή εγώ δεν πιστεύω γενικά σε θεούς, στις πρόβες σκεφτόμουν ότι ήρθε ενας εκδικητικός θεός τιμωρός που θέλει απλά να σκοτώσει ότι θεωρεί διαφορετικό και κάνει τον κόσμο χαρούμενο. Δεν πάει όμως έτσι. Έχουμε αυτή τη λογική του χριστιανισμού που υπάρχει μόνο ο καλός θεός ενώ τότε δεν ίσχυε αυτό, ήταν στην κυριολεξία «καθ’ εικόνα και καθ΄ομοίωσιν». Το τρομερό είναι πως δεν είναι θεός αλλά είναι ένα κομμάτι μας.
Είναι και λίγο αντίθετο μ’ αυτή την άρνηση και την αίσθηση της απολυτότητητας που έχουμε τώρα να αποδεχτούμε ότι έχουμε κομμάτια από από διαφορετικά και αντίθετα μεταξύ τους πράγματα;
Ναι κι εγώ εδώ πρώτη φορά καταλάβα τόσο έντονα το εξής: Έρχεται αυτός ο τύπος τόσα χρόνια πριν, και σου λέει αν είσαι άντρας να αγκαλιάσεις τη θηλυκή σου πλευερά και αν είσαι γυναίκα, την αρσενική σου πλευρά, το οποίο, ναι είναι δύσκολο αλλά είναι και όμορφο! Είναι φύση, πώς να το κάνουμε. Έχουμε και τα δύο ο καθένας μας σε διαφορετική ποσόστωση.
Η απολυτότητα και η ταμπέλα σε κάνει στέρεο και στάσιμο ενώ η αβεβαιότητα σε κινεί συνέχεια. Κι αυτή τη στιγμή, με τόση πληροφορία γύρω μας, υπάρχει μεγάλη ανάγκη να είμαστε στέρεοι αλλά αυτό μας γυρνάει μπούμερανγκ και γινόμαστε άκαμπτοι.
Άρα η αβεβαιότητα μας εξελίσσει;
Σίγουρα. Γιατί έχεις την ανάγκη να ψάχνεις συνέχεια κάτι και κυρίως τολμάς να πεις ότι δεν γνωρίζεις κάτι. και είναι τέλειο αυτό. Δεν χρειάζεται να βρεθείς με το ζόρι σε μία φάση που να θες να γνωρίσεις παραπάνω πράγματα αλλά αν γίνει, ας το ζήσεις και να αποδεχτείς την άγνοια σου.
Αντίστοιχα, και τα Επτάρχεια είχαν μια διαφορετική σύσταση όταν τα ξεκίνησαν πριν χρόνια ο Αργύρης Ξάφης και ο Θωμάς Μοσχόπουλος και τώρα, τόλμησαν να πάνε παρακάτω παραδίδοντας την ομάδα σε εσάς, τη νεότερη γενιά. Πώς σ’ επηρέασε αυτή η μεταμόρφωση;
Τώρα πάμε στο κεφάλαιο Αργύρης Ξάφης, που είναι ο μέγας γκουρού και υπέροχος άνθρωπος. Αυτό που κάνει είναι απίστευτα γενναιόδωρο και συγκινητικό. Μας δίνει μία πλατφόρμα και μας λέει πως έχουμε την ελευθερία να τη χρησιμοποιήσουμε όπως εμείς θέλουμε. Υπάρχει μια εμπιστοσύνη που έχει χτιστεί με τα χρόνια, καταλαβαίνει τις δικές μας ανάγκες και αυτός, μαζί με την Αμαλία Μουτούση, η οποία μας βοήθησε πάρα πολύ στη δημιουργία των Βακχών, μας καθόρισαν πολύ στη σχολή και συνεχίζουν να το κάνουν, τώρα που ανεβάζουμε τις δικές μας παραστάσεις.
Είναι και οι δύο άνθρωποι που πάνε πιο πίσω το εγώ τους και έχουν κερδίσει το σεβασμό, δεν τον απαίτησαν ποτέ. Όταν κάποιος έχει την ανάγκη να σε πάει παρακάτω στη δουλειά και στη ζωή, κερδίζει αμέσως τον σεβασμό και την εκτίμησή σου. Αυτή η δουλειά συνδέεται με τη ζωή με έναν τρόπο που τα όρια είναι ανύπαρκτα, που είναι και καλο και κακό.
Σ’ επηρεάζει ολοκληρωτικά ό,τι συμβαίνει στη δουλειά και στη ζωή σου ή διαχωρίζεις τις «ιδιότητες» σου;
Νιώθω περισσότερο αποτυχημένος όταν δεν δουλεύω παρά όταν κάτι πάει καλά ή άσχημα στη δουλειά. Γι’ αυτό οι καραντίνες και οι περιορισμοί που έκλεισαν τα θέατρα, μ’ έκαναν να αισθάνομαι πιο ανασφαλής από ποτέ. Δεν πας παρακάτω και χάνεις τον προορισμό σου.
Στην παράσταση, είστε μόνιμα εκτεθειμένοι και δεν έχετε μουσική αλλά διαμορφώνετε τους ήχους με διάφορα αντικείμενα. Σε δυσκόλεψε αυτό;
Όχι τόσο. Προσωπικά με έχει κουράσει το εφέ χωρίς λόγο και η αποστασιοποίηση και νομίζω πως ύστερα από όλο αυτό που ζήσαμε με τους περιορισμούς, έχει έρθει μια στιγμή να κάνουμε ένα reboot και να επικοινωνήσουμε τα πάντα διαφορετικά. Να πούμε τις ιστορίες απλά και άμεσα δίνοντας τη δυνατότητα στο θεατή να εμπλακεί πιο εύκολα σ’ αυτό που του μεταφέρεις. Και με τα εφέ μπορεί να γίνει αυτό, δεν το ακυρώνω αλλά είναι διαφορετικό το άλλο δέσιμο.
Υπάρχει τελευταία αυτή η τάση της αμεσότητας ειδικά στα «μεγάλα» κείμενα, οπως για παράδειγμα ο συγκλονιστικός «Προμηθέας» του Νίκου Καραθάνου.
Ακριβώς. Σαν να είμαστε μια παρέα που έχουμε μάθει καλά μια ιστορία, που μας έχει αγγίξει πραγματικά, και να το μοιραστούμε γιατί και σε σένα μπορεί να σου προκαλέσει το ίδιο ή κάτι αλλο καινούριο και διαφορετικό.
Πώς φιλτράρεις ό,τι διαβάζεις, βλέπεις και ακούς, ειδικά με αυτή την επικαιρότητα;
Δυσκολεύομαι πολύ να διαχειριστώ την υπερβολική δόση πληροφορίας που τη θεωρώ σοκαριστικη. Το ατελείωτο σκρολάρισμα είναι μεγάλη παγίδα και προσπαθώ κι εγώ να το ελέγχω πριν γίνει αποχαύνωση. Κατα τη διάρκεια των προβών, ξεκινησε ο πόλεμος στην Ουκρανία και μας ακινητοποίησε τελείως. Ήταν πολύ διαφορετικός ο τρόπος που επικοινωνούσαμε, σαν να μουδιάσαμε όλοι ταυτόχρονα.
Ήρθε σε ένα timing που είχαμε μεγάλη ανάγκη για αποφόρτιση και να αναπνεύσουμε, βιώσαμε και οι 6 μας μια μεγάλη αλλαγή. Επιλέξαμε να ξεφύγουμε από αυτό το «μούδιασμα» με αυτό το κείμενο, το οποίο μας γέννησε πολλούς νέους προβληματισμούς και βαθιά υπαρξιακά ζητήματα και συνεχίζει να το κάνει. Οπότε κάπως, μέσα από αυτή τη διαδικασία, ζήσαμε σπασίματα της ψυχούλας. Παράλληλα βέβαια ήταν λυτρωτική η εμπειρία. Το έργο τελειώνει με μία παύση, η οποία είναι όλα τα υπαρξιακά μας ζητήματα μαζεμένα.
Καταλαβαίνεις ότι πολλοί δεν αντέχουν πια να πηγαίνουν λίγο πιο βαθιά και να ψάχνουν τον εαυτό τους περισσότερο. Και το δικαιολογείς βέβαια μετά από όλο αυτο που ζήσαμε και ζούμε, το βίωσα κι εγώ να μην αντέχω άλλη δυσκολία.
Έχετε και ένα υπόγειο χιούμορ στην παράσταση και ουσιαστικά, είναι σαν να μιλάτε για τη χαρά του παιχνιδιού.
Είμαστε σαν τα παιδάκια που δεν σταματούν να ρωτάνε. Μέσα από αυτό δεν σταματάμε να ρωτάμε εσάς, εμάς και το σύμπαν. Είναι πραγματικά η χαρά του παιχνιδιού, κάτι που πολύ περίεργο να το λες για μία τραγωδία αλλά κάπως το καταφέραμε και βγάζει ένα ενδιαφέρον. Δεν γίνεται να μην υπάρχει σαρκασμός και εδιικά στις ηλικίες που είμαστε.
Επίσης, δεν μπορούμε να πούμε ότι επειδή κάνουμε αυτό το έργο, ξαφνικά είμαστε ώριμοι ηθοποιοί και πρέπει να κάνουμε μόνο πράγματα που θεωρούνται σοβαρά. Τι κερδίζεις με το να είσαι σοβαροφανής; Κι εγώ αλλά και τα παιδιά, δεν θέλουμε καθόλου τη σοβαροφάνεια.
Νιώθεις ότι πλέον έχουμε αποενοχοποιήσει να λέμε ανοιχτά ότι δεν ειμαστε καλά;
Ξυπνάω και κοιμάμαι μ’ αυτό το έργο, όχι από εμμονή αλλά επειδή συμβαίνουν διάφορα πράγματα και συνδέονται με αυτό. Προχθες βγήκαμε μετά την παράσταση με φίλους και με ανθρώπους που δεν το έχουν καθόλου να επικοινωνούν το μέσα τους. Αλλά επειδή είμαι σε μία φάση που έχω μεγάλη ανάγκη να επικοινωνώ ό,τι μου συμβαίνει, τελικά έγινε κατευθείαν ένα μεγάλο γκελ γιατί όλοι έχουμε την ίδια ανάγκη. Είναι πολύ μεγάλος φόβο. Έχουμε τσαλακωθεί πάρα πολύ.
Έχουμε μάθει να ακούμε τους άλλους ή χανόμαστε στα δικά μας;
Είναι πολύ σημαντικό να ακούς και υπάρχουν φορές που δεν χρειάζεται να δώσεις καμία συμβουλή. Αυτό που έχω καταλάβει, ότι ακούω πολύ τους άλλους που θέλουν να μοιραστούν οτιδήποτε μαζί μους γιατί αν το σκεφτείς, ακούγοντας λύνουμε και θέματα δικά μας και βρίσκουμε εμάς Ακόμα κι αν τη δώσω, δεν θα το παίξω ποτέ μέντορας ή δάσκαλος αλλά προσπαθώ να γεννήσω στον άλλον περισσότερα ερωτήματα.
Αν ερχόταν ξαφνικά στο 2022, ένας Διόνυσος, τι θα γινόταν;
Τι ωραία που θα ήταν! Δεν θα ήταν τέλειο να τρέχουμε όλοι γυμνοί στα δάση; (γέλια). Έτσι όπως είμαστε ψυχολογικά, υπάρχει μία μεγάλη πιθανότητα να τον ακολουθούσαμε. Φέρνει μια ελευθερία αυτός ο θεός που ουσιαστικά είναι μια ιδέα, απλά του έχουμε δώσει ένα όνομα και μια ιδιότητα που αφορά το άγριο κομμάτι του ανθρώπου που το έχει ξεχάσει.
Ζούμε κάτι πολύ μεταβατικό και ουσιαστικό που μπορεί να φέρει μια συλλογικότητα αλλά δεν μας είναι τόσο καθαρό γιατί είναι πολύ νωρίς και μπορεί να μη το ζήσουμε και ποτέ.
Θα μπορούσαμε να είναι influencer;
Μεγάλος! Και αν τον είχαμε αυτή τη στιγμή, θα ήταν σίγουρα κάτω από την Kim Kardashian στην κατάταξη. Επίσης αν είχαν οι Βακχες Instagram, θα έκανα αμέσως follow (γέλια). Αν δεν υπήρχε αυτή η λατρεία στον Διόνυσο, δεν θα υπήρχε το θέατρο, η μουσική, ο χορός. Τους ένωνε όλους και το φοβερό ήταν ότι έβλεπαν όλοι για πρώτη φορά, την ίδια στιγμή, αυτό τον μύθο.
Υπάρχει μια ατάκα στο έργο που λέει «Βλέπουμε τα μεγάλα και χάνουμε τα μικρά. Το εδώ της ζωής». Πώς αντιλαμβάνεσαι εσύ το εδώ της ζωής;
Θα σου πως αυτό που λέει στο τέλος αυτό το χορικό «Κι εγώ μακαρίζω εκείνον που χαίρεται κάθε μέρα τη ζωή του». Είναι αυτό το τώρα, που εγώ μιλάω μαζί σου και ζω όντως την εμπειρία χωρίς να ξεφεύγω από την πραγματικότητα. Γιατί να μην επικοινωνούμε στο έπακρον; Το παρελθόν έχει γίνει, το μέλλον είναι άγνωστο, ας το ζήσουμε επιτέλους το τώρα. Να έχουμε μια συνειδητότητα να είμαστε καλοι με τον εαυτό μας και τους ανθρώπους μας. Δεν γίνεται να αγαπήσουμε κάποιον άλλον αν δεν αγαπάμε τον εαυτό μας. Ωραίες οι φωτογραφίες στο Instagram και οι ατάκες στο facebook αλλά ας επανέλθουμε πραγματικά στο εδώ μας.
INFO ΓΙΑ ΤΟ ΣΚΟΝΑΚΙ ΣΟΥ
«Βάκχαι, Μια συλλογική αφήγηση»
Βιομηχανικό Πάρκο ΠΛ.ΥΦ.Α, Κορυτσάς 39
Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο στις 21:00, Κυριακή στις 20:00
Εισιτήρια: viva.gr
Τιμές εισιτηρίων: 14 ευρώ (κανονικό),12 ευρώ (νεανικό, φοιτητικό, άνω των 65), 8 ευρώ (άνεργοι, ατέλειες)
Ο ηθοποιός Κωνσταντίνος Γιουρνάς έχει μία αθόρυβη δύναμη να ξεχωρίζει μέσα στο χάος και κάθε συνάντηση μαζί του είναι μία λυτρωτική συνεδρία με ωραίους προβληματισμούς και ερωτήματα. Είναι πάντα συνδεδεμένος με το τώρα, δεν ξεχνάει ποτέ να ακούει τον άλλον όταν του μοιράζεται το οτιδήποτε και θεωρεί ότι είναι οκ να λέμε πως δεν τα ξέρουμε όλα σ’ αυτή τη ζωή.
Αποφάσισε με τους πρώην συμμαθητές του στο Ωδείο και κάποιους νέους φίλους να κάνουν ένα reunion και ανέλαβαν τη θεατρική ομάδα Επτάρχεια, την οποία είχαν δημιουργήσει ο Θωμάς Μοσχόπουλος με μία άλλη παρέα γνωστών ηθοποιών πριν αρκετά χρόνια. Απέκτησαν την ελευθερία να τη διαμορφώσουν όπως θέλουν εκείνοι και ανέβασαν την συγκινητική παράσταση «Βάκχαι, Μια συλλογική αφήγηση» στο Βιομηχανικό Πάρκο ΠΛ.ΥΦ.Α, σαν σεμινάριο για να εξελιχθούν οι ίδιοι αλλά και όσοι βοήθησαν να πραγματοποιηθεί (Αμαλία Μουτούση, Αργύρης Ξάφης, Μαρία Όλγα Αθηναίου, Δημήτρης Καμαρωτός, Ρηνιώ Κυριαζή και Ιωάννα Ρεμεδιάκη).
Νιώθεις πως είναι σαν μία παρέα σπαρταριστών παιδιών που ανακάλυψαν την ιστορία του Διονύσου και του τιμωρού του, Πενθέα και την αφηγούνται στο κοινό άμεσα, απλά και με υπόγειο χιούμορ αποθεώνοντας τη χαρά του παιχνιδιού. Σου μεταφέρουν μια αισιοδοξία και μία ελπίδα πως ό,τι και να γίνει, δεν θα αφήσουμε να χαθεί η λατρεία της απόλαυσης και πως ήρθε μια καλή στιγμή να αφήσουμε κάθε είδους εφέ στην άκρη.
Έχει κάτι ακατέργαστο με μια ζωντάνια σαν να θέλατε να πείτε στον κόσμο μια ιστορία που ανακαλύψατε και σας ενθουσίασε. Πώς ξεκίνησε αυτό το πρότζεκτ;
Είναι πολύ δύσκολο να προσπαθήσεις να πεις τέτοια κείμενα άμεσα σαν μία απλή ιστορία. Ξεκίνησε σε μία φάση που εγώ ήμουν κάπως χαμένος και δεν συμμετείχα πολύ στο αρχικό στάδιο της δημιουργίας της πρότασης, ήρθα λίγο αργότερα.
Αυτό που θέλαμε ήταν να πάρουμε ένα έργο και να το κάνουμε σεμινάριο στους εαυτούς μας. Έρχονται δηλαδή άνθρωποι από διαφορρετικούς χώρους (σκηνοθέτες, μουσικοί, δάσκαλοι φωνητικής κ.ά) και τους χρησιμοποιούμε για να εξελιχθούμε όλοι μέσω του έργου. Ένιωσα σαν να επέστρεψα στη δραματική σχολή, σε μία άλλη ηλικία μετά από τη σκληρή εμπειρία του κορωνοϊου, που μας διέλυσε όλους.
Το προτείναμε στο υπουργείο Πολιτισμού για να πάρει επιχορήγηση και ευτυχώς, τα καταφέραμε.Ξεκινήσαμε τον Ιανουάριο πολύ δειλά γιατί όσο διαβάζαμε το έργο, τόσο καταλαβαίναμε σε πόσο δύσκολο κείμενο μπλέκουμε.
Τώρα βέβαια, όσα πρεσβεύει ο παρορμητικός Διόνυσος και ο αυστηρός Πενθέας είναι πιο επίκαρα από ποτέ.
Ναι γιατί πάμε όλο και πίσω αντί να προοδεύουμε αλλά επίσης αφορά και τη συλλογικότητα. Όλοι συντονιστήκαμε σ’ αυτή την ανάγκη. Ο ποιητικός λόγος θέλει τη διπλάσια δουλειά και παράλληλα πρέπει να καταλάβει ο άλλος στον οποίο απευθύνεσαι ότι δεν πρόκειται για επιφανειακά λόγια αλλά ένα ένα ποίημα (σε μετάφραση Γιώργου Χειμωνά).
Τα παιδιά που τελειώνετε το Ωδείο έχετε πολύ έντονο το στοιχείο της ομαδικότητας. Η εκπαίδευση σας πιστεύεις πως είναι κοντά στα πρότυπα των σχολών του εξωτερικού;
Έχεις δίκιο και το κατάλαβα όταν τελειώσαμε και βγήκαμε στο θέατρο. Γι’ αυτό το λόγο επέστρεψα στα παιδιά για να κάνουμε παράσταση μαζί. Ακολουθήσαμε για λίγο μια ξεχωριστή πορεία και ήρθε μια στιγμή που είπαμε πως θέλουμε να γίνουμε ομάδα. Με τη μόνη που δεν ήμασταν στο ίδιο έτος είναι η Κατερίνα και η Ανδρομάχη που τελείωσε το Κρατικό. Επίσης, ήμασταν η πρώτη φουρνιά του Ωδείου που κάναμε τις πτυχιακές μας, παραστάσεις. Είμαστε πολύ αγαπημενοι και τα παιδιά τα θεωρώ αδέρφια μου.
Έχει και μια παγίδα η ομαδικότητα γιατί πρέπει ταυτόχρονα να σταθείς και σαν μονάδα. Όχι με την έννοια του να φανείς παραπάνω από τους άλλους και να τους επισκιάσεις, αλλά επειδή είναι τέτοιος ο χώρος μας, που πρέπει να αποδεικνύεις συνεχώς την αξία σου. Ήρθα αντιμέτωπος με το κομμάτι της αυτοπεποίθησης γιατί σκεφτόμουν αν μπορώ να σταθώ και μόνος μου και κατάλαβα ότι αγαπάω την έννοια της ομάδας και μπορώ να σταθώ μέσα στο σύνολο γιατί αλλιώς δεν βρίσκω νόημα.
Νομίζω ότι αυτό το κομμάτι της συλλογικότητας το έχω γιατί χορεύω και διδάσκω παραδοσιακούς χορούς στη Δραματική Σχολή του Γιώργου Αρμένη και η παράδοση έχει πολύ έντονο το στοιχείο της συλλογικότητας.
Για παράδειγμα στους χορούς, υπάρχει ένας κορυφαίος πάντα αλλά αν δεν υπάρχει ομάδα, δεν μπορεί ούτε να υπάρξει πρώτος ούτε να να είναι καλός. Όλοι από τη θέση τους κάτι δίνουν για να βγαίνει η ουσία προς τα έξω.
Τι ανακάλυψες στις Βάκχες;
Μου έμαθαν να βρίσκω ερωτήματα και να είμαι οκ στο να μη μπορώ να τ’ απαντήσω. Δεν τα ξέρουμε όλα και δεν πειράζει. Κι επειδή είμαι πιο συναισθηματικός και ενστικτώδης και όχι τόσο εγκεφαλικός, αρχίζω και αποκτώ μια αυτογνωσία. Οπότε αφήνω τα ερωτήματα να παραμείνουν ως έχουν και το αποδέχομαι.
Επίσης το φοβερό σ’ αυτό το έργο είναι πως είμαστε όλοι μετέωροι. Έρχεται ένας θεός και φέρνει τα πάνω κάτω αλλά τι είναι τελικά αυτός ο θεός και τι είναι ο Πενθέας που δεν τον αποδέχεται; Αυτό που με συγκινεί περισσότερο είναι πως τελικά ολοι αυτοί οι ρόλοι είμαστε εμείς. Ο Διόνυσος πρεσβεύει την απόλαυση, το ένστικτο και το συναίσθημα ενώ ο Πενθέας, τη λογική, η οποία μας έχει κατακλύσει στη δική μας εποχή τώρα.
Με κάποιο τρόπο θεωρείται ταμπού η απόλαυση;
Τεράστιο! Εν τω μεταξύ, επειδή εγώ δεν πιστεύω γενικά σε θεούς, στις πρόβες σκεφτόμουν ότι ήρθε ενας εκδικητικός θεός τιμωρός που θέλει απλά να σκοτώσει ότι θεωρεί διαφορετικό και κάνει τον κόσμο χαρούμενο. Δεν πάει όμως έτσι. Έχουμε αυτή τη λογική του χριστιανισμού που υπάρχει μόνο ο καλός θεός ενώ τότε δεν ίσχυε αυτό, ήταν στην κυριολεξία «καθ’ εικόνα και καθ΄ομοίωσιν». Το τρομερό είναι πως δεν είναι θεός αλλά είναι ένα κομμάτι μας.
Είναι και λίγο αντίθετο μ’ αυτή την άρνηση και την αίσθηση της απολυτότητητας που έχουμε τώρα να αποδεχτούμε ότι έχουμε κομμάτια από από διαφορετικά και αντίθετα μεταξύ τους πράγματα;
Ναι κι εγώ εδώ πρώτη φορά καταλάβα τόσο έντονα το εξής: Έρχεται αυτός ο τύπος τόσα χρόνια πριν, και σου λέει αν είσαι άντρας να αγκαλιάσεις τη θηλυκή σου πλευερά και αν είσαι γυναίκα, την αρσενική σου πλευρά, το οποίο, ναι είναι δύσκολο αλλά είναι και όμορφο! Είναι φύση, πώς να το κάνουμε. Έχουμε και τα δύο ο καθένας μας σε διαφορετική ποσόστωση.
Η απολυτότητα και η ταμπέλα σε κάνει στέρεο και στάσιμο ενώ η αβεβαιότητα σε κινεί συνέχεια. Κι αυτή τη στιγμή, με τόση πληροφορία γύρω μας, υπάρχει μεγάλη ανάγκη να είμαστε στέρεοι αλλά αυτό μας γυρνάει μπούμερανγκ και γινόμαστε άκαμπτοι.
Άρα η αβεβαιότητα μας εξελίσσει;
Σίγουρα. Γιατί έχεις την ανάγκη να ψάχνεις συνέχεια κάτι και κυρίως τολμάς να πεις ότι δεν γνωρίζεις κάτι. και είναι τέλειο αυτό. Δεν χρειάζεται να βρεθείς με το ζόρι σε μία φάση που να θες να γνωρίσεις παραπάνω πράγματα αλλά αν γίνει, ας το ζήσεις και να αποδεχτείς την άγνοια σου.
Αντίστοιχα, και τα Επτάρχεια είχαν μια διαφορετική σύσταση όταν τα ξεκίνησαν πριν χρόνια ο Αργύρης Ξάφης και ο Θωμάς Μοσχόπουλος και τώρα, τόλμησαν να πάνε παρακάτω παραδίδοντας την ομάδα σε εσάς, τη νεότερη γενιά. Πώς σ’ επηρέασε αυτή η μεταμόρφωση;
Τώρα πάμε στο κεφάλαιο Αργύρης Ξάφης, που είναι ο μέγας γκουρού και υπέροχος άνθρωπος. Αυτό που κάνει είναι απίστευτα γενναιόδωρο και συγκινητικό. Μας δίνει μία πλατφόρμα και μας λέει πως έχουμε την ελευθερία να τη χρησιμοποιήσουμε όπως εμείς θέλουμε. Υπάρχει μια εμπιστοσύνη που έχει χτιστεί με τα χρόνια, καταλαβαίνει τις δικές μας ανάγκες και αυτός, μαζί με την Αμαλία Μουτούση, η οποία μας βοήθησε πάρα πολύ στη δημιουργία των Βακχών, μας καθόρισαν πολύ στη σχολή και συνεχίζουν να το κάνουν, τώρα που ανεβάζουμε τις δικές μας παραστάσεις.
Είναι και οι δύο άνθρωποι που πάνε πιο πίσω το εγώ τους και έχουν κερδίσει το σεβασμό, δεν τον απαίτησαν ποτέ. Όταν κάποιος έχει την ανάγκη να σε πάει παρακάτω στη δουλειά και στη ζωή, κερδίζει αμέσως τον σεβασμό και την εκτίμησή σου. Αυτή η δουλειά συνδέεται με τη ζωή με έναν τρόπο που τα όρια είναι ανύπαρκτα, που είναι και καλο και κακό.
Σ’ επηρεάζει ολοκληρωτικά ό,τι συμβαίνει στη δουλειά και στη ζωή σου ή διαχωρίζεις τις «ιδιότητες» σου;
Νιώθω περισσότερο αποτυχημένος όταν δεν δουλεύω παρά όταν κάτι πάει καλά ή άσχημα στη δουλειά. Γι’ αυτό οι καραντίνες και οι περιορισμοί που έκλεισαν τα θέατρα, μ’ έκαναν να αισθάνομαι πιο ανασφαλής από ποτέ. Δεν πας παρακάτω και χάνεις τον προορισμό σου.
Στην παράσταση, είστε μόνιμα εκτεθειμένοι και δεν έχετε μουσική αλλά διαμορφώνετε τους ήχους με διάφορα αντικείμενα. Σε δυσκόλεψε αυτό;
Όχι τόσο. Προσωπικά με έχει κουράσει το εφέ χωρίς λόγο και η αποστασιοποίηση και νομίζω πως ύστερα από όλο αυτό που ζήσαμε με τους περιορισμούς, έχει έρθει μια στιγμή να κάνουμε ένα reboot και να επικοινωνήσουμε τα πάντα διαφορετικά. Να πούμε τις ιστορίες απλά και άμεσα δίνοντας τη δυνατότητα στο θεατή να εμπλακεί πιο εύκολα σ’ αυτό που του μεταφέρεις. Και με τα εφέ μπορεί να γίνει αυτό, δεν το ακυρώνω αλλά είναι διαφορετικό το άλλο δέσιμο.
Υπάρχει τελευταία αυτή η τάση της αμεσότητας ειδικά στα «μεγάλα» κείμενα, οπως για παράδειγμα ο συγκλονιστικός «Προμηθέας» του Νίκου Καραθάνου.
Ακριβώς. Σαν να είμαστε μια παρέα που έχουμε μάθει καλά μια ιστορία, που μας έχει αγγίξει πραγματικά, και να το μοιραστούμε γιατί και σε σένα μπορεί να σου προκαλέσει το ίδιο ή κάτι αλλο καινούριο και διαφορετικό.
Πώς φιλτράρεις ό,τι διαβάζεις, βλέπεις και ακούς, ειδικά με αυτή την επικαιρότητα;
Δυσκολεύομαι πολύ να διαχειριστώ την υπερβολική δόση πληροφορίας που τη θεωρώ σοκαριστικη. Το ατελείωτο σκρολάρισμα είναι μεγάλη παγίδα και προσπαθώ κι εγώ να το ελέγχω πριν γίνει αποχαύνωση. Κατα τη διάρκεια των προβών, ξεκινησε ο πόλεμος στην Ουκρανία και μας ακινητοποίησε τελείως. Ήταν πολύ διαφορετικός ο τρόπος που επικοινωνούσαμε, σαν να μουδιάσαμε όλοι ταυτόχρονα.
Ήρθε σε ένα timing που είχαμε μεγάλη ανάγκη για αποφόρτιση και να αναπνεύσουμε, βιώσαμε και οι 6 μας μια μεγάλη αλλαγή. Επιλέξαμε να ξεφύγουμε από αυτό το «μούδιασμα» με αυτό το κείμενο, το οποίο μας γέννησε πολλούς νέους προβληματισμούς και βαθιά υπαρξιακά ζητήματα και συνεχίζει να το κάνει. Οπότε κάπως, μέσα από αυτή τη διαδικασία, ζήσαμε σπασίματα της ψυχούλας. Παράλληλα βέβαια ήταν λυτρωτική η εμπειρία. Το έργο τελειώνει με μία παύση, η οποία είναι όλα τα υπαρξιακά μας ζητήματα μαζεμένα.
Καταλαβαίνεις ότι πολλοί δεν αντέχουν πια να πηγαίνουν λίγο πιο βαθιά και να ψάχνουν τον εαυτό τους περισσότερο. Και το δικαιολογείς βέβαια μετά από όλο αυτο που ζήσαμε και ζούμε, το βίωσα κι εγώ να μην αντέχω άλλη δυσκολία.
Έχετε και ένα υπόγειο χιούμορ στην παράσταση και ουσιαστικά, είναι σαν να μιλάτε για τη χαρά του παιχνιδιού.
Είμαστε σαν τα παιδάκια που δεν σταματούν να ρωτάνε. Μέσα από αυτό δεν σταματάμε να ρωτάμε εσάς, εμάς και το σύμπαν. Είναι πραγματικά η χαρά του παιχνιδιού, κάτι που πολύ περίεργο να το λες για μία τραγωδία αλλά κάπως το καταφέραμε και βγάζει ένα ενδιαφέρον. Δεν γίνεται να μην υπάρχει σαρκασμός και εδιικά στις ηλικίες που είμαστε.
Επίσης, δεν μπορούμε να πούμε ότι επειδή κάνουμε αυτό το έργο, ξαφνικά είμαστε ώριμοι ηθοποιοί και πρέπει να κάνουμε μόνο πράγματα που θεωρούνται σοβαρά. Τι κερδίζεις με το να είσαι σοβαροφανής; Κι εγώ αλλά και τα παιδιά, δεν θέλουμε καθόλου τη σοβαροφάνεια.
Νιώθεις ότι πλέον έχουμε αποενοχοποιήσει να λέμε ανοιχτά ότι δεν ειμαστε καλά;
Ξυπνάω και κοιμάμαι μ’ αυτό το έργο, όχι από εμμονή αλλά επειδή συμβαίνουν διάφορα πράγματα και συνδέονται με αυτό. Προχθες βγήκαμε μετά την παράσταση με φίλους και με ανθρώπους που δεν το έχουν καθόλου να επικοινωνούν το μέσα τους. Αλλά επειδή είμαι σε μία φάση που έχω μεγάλη ανάγκη να επικοινωνώ ό,τι μου συμβαίνει, τελικά έγινε κατευθείαν ένα μεγάλο γκελ γιατί όλοι έχουμε την ίδια ανάγκη. Είναι πολύ μεγάλος φόβο. Έχουμε τσαλακωθεί πάρα πολύ.
Έχουμε μάθει να ακούμε τους άλλους ή χανόμαστε στα δικά μας;
Είναι πολύ σημαντικό να ακούς και υπάρχουν φορές που δεν χρειάζεται να δώσεις καμία συμβουλή. Αυτό που έχω καταλάβει, ότι ακούω πολύ τους άλλους που θέλουν να μοιραστούν οτιδήποτε μαζί μους γιατί αν το σκεφτείς, ακούγοντας λύνουμε και θέματα δικά μας και βρίσκουμε εμάς Ακόμα κι αν τη δώσω, δεν θα το παίξω ποτέ μέντορας ή δάσκαλος αλλά προσπαθώ να γεννήσω στον άλλον περισσότερα ερωτήματα.
Αν ερχόταν ξαφνικά στο 2022, ένας Διόνυσος, τι θα γινόταν;
Τι ωραία που θα ήταν! Δεν θα ήταν τέλειο να τρέχουμε όλοι γυμνοί στα δάση; (γέλια). Έτσι όπως είμαστε ψυχολογικά, υπάρχει μία μεγάλη πιθανότητα να τον ακολουθούσαμε. Φέρνει μια ελευθερία αυτός ο θεός που ουσιαστικά είναι μια ιδέα, απλά του έχουμε δώσει ένα όνομα και μια ιδιότητα που αφορά το άγριο κομμάτι του ανθρώπου που το έχει ξεχάσει.
Ζούμε κάτι πολύ μεταβατικό και ουσιαστικό που μπορεί να φέρει μια συλλογικότητα αλλά δεν μας είναι τόσο καθαρό γιατί είναι πολύ νωρίς και μπορεί να μη το ζήσουμε και ποτέ.
Θα μπορούσαμε να είναι influencer;
Μεγάλος! Και αν τον είχαμε αυτή τη στιγμή, θα ήταν σίγουρα κάτω από την Kim Kardashian στην κατάταξη. Επίσης αν είχαν οι Βακχες Instagram, θα έκανα αμέσως follow (γέλια). Αν δεν υπήρχε αυτή η λατρεία στον Διόνυσο, δεν θα υπήρχε το θέατρο, η μουσική, ο χορός. Τους ένωνε όλους και το φοβερό ήταν ότι έβλεπαν όλοι για πρώτη φορά, την ίδια στιγμή, αυτό τον μύθο.
Υπάρχει μια ατάκα στο έργο που λέει «Βλέπουμε τα μεγάλα και χάνουμε τα μικρά. Το εδώ της ζωής». Πώς αντιλαμβάνεσαι εσύ το εδώ της ζωής;
Θα σου πως αυτό που λέει στο τέλος αυτό το χορικό «Κι εγώ μακαρίζω εκείνον που χαίρεται κάθε μέρα τη ζωή του». Είναι αυτό το τώρα, που εγώ μιλάω μαζί σου και ζω όντως την εμπειρία χωρίς να ξεφεύγω από την πραγματικότητα. Γιατί να μην επικοινωνούμε στο έπακρον; Το παρελθόν έχει γίνει, το μέλλον είναι άγνωστο, ας το ζήσουμε επιτέλους το τώρα. Να έχουμε μια συνειδητότητα να είμαστε καλοι με τον εαυτό μας και τους ανθρώπους μας. Δεν γίνεται να αγαπήσουμε κάποιον άλλον αν δεν αγαπάμε τον εαυτό μας. Ωραίες οι φωτογραφίες στο Instagram και οι ατάκες στο facebook αλλά ας επανέλθουμε πραγματικά στο εδώ μας.
INFO ΓΙΑ ΤΟ ΣΚΟΝΑΚΙ ΣΟΥ
«Βάκχαι, Μια συλλογική αφήγηση»
Βιομηχανικό Πάρκο ΠΛ.ΥΦ.Α, Κορυτσάς 39
Πέμπτη, Παρασκευή και Σάββατο στις 21:00, Κυριακή στις 20:00
Εισιτήρια: viva.gr
Τιμές εισιτηρίων: 14 ευρώ (κανονικό),12 ευρώ (νεανικό, φοιτητικό, άνω των 65), 8 ευρώ (άνεργοι, ατέλειες)