Όταν ο Γιάννης Αναστασίου ήταν προπονητής στον Παναθηναϊκό, τον πετύχαινα τυχαία σε ένα café που δεν υπάρχει πια, το Gaspar στο Nέο Ψυχικό και παρατηρούσα πως φορούσε πάντα ωραία παπούτσια. Ο πρώην διεθνής επιθετικός μπορεί να είχε κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια και να είχε μπει πλέον σε αυτά του προπονητή – αλλά είχε πραγματικά καλό γούστο. Το επιβεβαίωσα όταν στην συνέντευξή μας ήρθε φορώντας πεντακάθαρα σκεϊτάδικα Nike Dunk στο χρώμα του πάγου-ο οποίος έσπασε αμέσως. Συνεπής, χαμογελαστός, εύστροφος και cool, ο προπονητής του Παναιτωλικού διαθέτει ένα cocktail χαρακτηριστικών που άνετα θα μπορούσες να παραγγείλεις για να παρακολουθήσεις ένα σημαντικό ντέρμπι. Σφυρίζουμε την έναρξη της συνέντευξής του. Και να είστε σίγουροι ότι δεν θα χρειαστεί να τσεκάρουμε το VAR.
Tι έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για έναν προπονητή: Να πάρει μια μικρή ομάδα και να τη μεγαλώσει, ή να πάρει Πρωτάθλημα ή Κύπελλο προπονώντας μια μεγάλη ομάδα;
Το καθένα έχει τη διαφορετικότητά του. Μπορώ να πω ότι τα έζησα και τα δυο ξεκινώντας από τον Παναθηναϊκό, ο οποίος σε μια πολύ δύσκολη περίοδο της ιστορίας του πήρε έναν τίτλο. Αυτή τη στιγμή στον Παναιτωλικό κάνω κάτι εντελώς διαφορετικό, αφού σύμφωνα με την δομή του ελληνικού Πρωταθλήματος είναι πολύ δύσκολο μια μικρομεσαία ομάδα να διεκδικήσει έναν τίτλο. Το κίνητρο είναι να φτιάξεις μια ομάδα που θα έχει μια ταυτότητα, που θα μπορεί να κάνει τα πράγματα σωστά και κυρίως οι παίκτες να ευχαριστιούνται αυτό που κάνουν. Επομένως θα έλεγα ότι είναι μεγαλύτερη πρόκληση να μεγαλώσεις κάτι μικρό.
Οι γονείς νομίζουν ότι επειδή το παιδί τους κλωτσάει μια μπάλα, μπορεί να γίνει και ποδοσφαιριστής. Η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Αυτό το άθλημα εκτός από το όποιο ταλέντο θέλει και μεγάλες θυσίες.
Είναι μια γλυκιά εκδίκηση να μπαίνεις σε ένα γήπεδο ως προπονητής του Παναιτωλικού και να δυσκολεύεις μεγάλες ομάδες στο εκάστοτε ματς;
Θα το χαρακτήριζα και αυτό ως ευχαρίστηση. Αποτελεί επιτυχία το να είμαστε πλέον μια ομάδα που να βάζουμε δύσκολα σε όλους.Όποιος θέλει να μας κερδίσει θα πρέπει να προσπαθήσει, δεν θα είναι ένα εύκολο απόγευμα στη δουλειά για τον αντίπαλό μας. Αυτό δεν θα εξαρτάται από τον αντίπαλο αλλά απο εμάς και ο τρόπος είναι η σωματική και πνευματική προετοιμασία μας. Αυτό που μετράει περισσότερο και από αυτά όμως είναι η πίστη στον εαυτό μας. Αυτή είναι και η αχίλλειος πτέρνα των μικρότερων ομάδων: Η έλλειψη συγκέντρωσης. Αυτό είναι που εκμεταλλεύονται οι μεγαλύτερες ομάδες, δηλαδή τα λάθη μας και μας τιμωρούν.
Δεν αφήνω κανέναν σε χλωρό κλαρί ξεκινώντας από τον εαυτό μου, τους συνεργάτες και τους παίκτες μου. Όλοι πρέπει να αποδίδουμε τα μέγιστα των δυνατοτήτων μας.
Υπάρχει πίεση από τους οπαδούς του Παναιτωλικού όπως συμβαίνει με τους οργανωμένους των μεγάλων Συλλόγων;
Ο Παναιτωλικός διαθέτει μια βάση φιλάθλων η οποία είναι σημαντική για μια ομάδα. Αυτή τη στιγμή, από τις ομάδες που βρίσκονται στη Super League, ο Παναιτωλικός -όπως ο ΟΦΗ και ο ΠΑΣ ΓΙΑΝΝΙΝΑ- είναι μια ομάδα που έχει μεγάλο ποσοστό οπαδών που υποστηρίζουν την ομάδα τους και στο Αγρίνιο είναι όλοι τρελοί και παλαβοί με τον Παναιτωλικό. Είναι τόσο έντονη η σύνδεση τους με την ομάδα που το αντιλαμβάνεσαι μέσα από την καθημερινότητα του κόσμου όταν ζεις σε αυτή την πόλη. Ζω εκεί και συναναστρέφομαι με την τοπική κοινωνία και είναι κάτι το οποίο εισπράττω συνεχώς. Όλοι μιλάνε για την ομάδα και πόσο χαρούμενοι είναι με την βελτίωση της ομάδας και για την ταυτότητα την οποία έχει αποκτήσει. Το ακούω από μικρά παιδιά μέχρι και από ηλικιωμένους ανθρώπους. Ο κόσμος αναγνωρίζει την πρόοδο της ομάδας του. Δεν αφορά μόνο στο πρόσωπό μου, αλλά σε όλους μας, γι αυτό λεγόμαστε ομάδα: Την διοίκηση, το τεχνικό team, τους ποδοσφαιριστές, όλους τους ανθρώπους έναν προς έναν που συμμετέχουν σε αυτήν.
Ένα αξιομνημόνευτο περιστατικό ήταν όταν με σταμάτησε ένας παππούς και μου προσέφερε ένα βάζο μέλι, γιατί όπως είπε “Κόουτς αυτό επειδή φέτος μας γλύκανες μετά από τόσες πίκρες που έχουμε πάρει.”
Θα μείνεις και την επόμενη σεζόν στο Σύλλογο;
Υπάρχει μια καλή συνεργασία και έχουν δρομολογηθεί κάποια πράγματα. Το σημαντικό είναι για εμένα το κατά πόσο το club θέλει να κάνει κάποια βήματα να πάει μπροστά. Έχει κάποια πράγματα που πρέπει να γίνουν και αν και οι δυο πλευρές συμφωνήσουν σε αυτό, θα ανανεώσουμε τη συνεργασία μας. Εμένα σαν εργασιακό περιβάλλον και συνθήκες εργασίας μου αρέσει. Απολαμβάνω την καθημερινότητά μου εκεί.
Θεωρώ ότι κάθε Σύλλογος πρέπει να βάζει στόχους και να τους υλοποιεί. Ο συγκεκριμένος έχει τις δυνατότητες, απομένει να γίνουν πραγματικότητα.
Τι έχεις να θυμάσαι από εκείνα τα χρόνια στον Παναθηναϊκό;
Ήταν η πρώτη μου δουλειά ως πρώτος προπονητής σε μεγάλη ομάδα και έχω να θυμάμαι μόνο ωραία πράγματα. Υπήρχαν πολλές καλές στιγμές με κορυφαία την κατάκτηση του Κυπέλλου με σκορ 4-1 επί του ΠΑΟΚ. Ήμασταν ένα καινούριο team, με πολλά νέα παιδιά από την Ακαδημία, η προετοιμασία έμοιαζε με σχολική εκδρομή. Δεν υπήρχαν καταξιωμένοι παίκτες στην ομάδα, ο Γιούρκας Σεϊταρίδης είχε αποφασίσει να σταματήσει το ποδόσφαιρο, ο Ορέστης Καρνέζης και ο Χάρης Μαυρίας είχαν φύγει με μεταγραφές και στην ουσία έπρεπε να χτίσουμε κάτι από την αρχή. Ο μόνος παίκτης που είχα τότε στη διάθεσή μου και είχε μπει σε μια πορεία ανόδου ήταν ο Ζέκα. Εξετάζοντας τις συνθήκες και τα δεδομένα, τα οικονομικά προβλήματα της ομάδας και το άγχος για την επόμενη μέρα, το πλάνο που συζήτησα με τον Πρόεδρο και τον κάθε παίκτη ατομικά ένας μεγάλος στόχος επετεύχθη.
Εκνευρίζομαι πολύ όταν χάνω και ειδικά όταν δεν προσπαθούμε ή όταν δεν πιέζουμε.
Σου φαίνεται κάπως μάταιο το ελληνικό Πρωτάθλημα;
Kακά τα ψέματα, το οικονομικό παίζει μεγάλο ρόλο. Αν μια ομάδα μπορεί να επενδύσει σε παίκτες και μια άλλη όχι, είναι επόμενο να απέχουν πολύ σε ποιότητα. Το χρήμα δημιουργεί αποστάσεις. Σε όλα τα Πρωταθλήματα της Ευρώπης, υπάρχουν συγκεκριμένες ομάδες οι οποίες πρωταγωνιστούν κάθε χρόνο, οι εκπλήξεις είναι ελάχιστες. Φέτος όμως ας πούμε, που ο Ολυμπιακός θα πάρει το Πρωτάθλημα δεν θεωρώ πως ήταν καλύτερος αγωνιστικά από τους υπόλοιπους, αυτό όμως είναι κάτι το οποίο θα πρέπει να προβληματίσει τους υπόλοιπους που δεν μπόρεσαν να κερδίσουν τον κακό φετινό Ολυμπιακό. Το Πρωτάθλημα πρέπει να το παίρνει ο καλύτερος και όχι ο καλύτερος από τους χειρότερους. Αυτό νομίζω ότι ισχύει φέτος στο ελληνικό Πρωτάθλημα.
Η κοινωνία μας δεν μπορεί να αποδεχθεί το ότι από μικρός υποστήριζα μια ομάδα γι αυτό και δεν αποκαλύπτω τι ομάδα είμαι. Ως επαγγελματίας, κάθε φορά είμαι με το μέρος της ομάδας που προπονώ.
Πως μεταβολίζει ένας ποδοσφαιριστής την καριέρα του που τελειώνει σε μια τόσο νεαρή ηλικία στην οποία άλλα επαγγέλματα ξεκινούν την σταδιοδρομία τους;
Προσωπικά δεν το βίωσα, γιατί από τα 30 μου χρόνια ήξερα ότι θέλω να συνεχίσω και να ακολουθήσω την προπονητική. Είδα όμως άλλους φίλους μου που πέρασαν από αυτό το στάδιο. Γι αυτό και πρέπει να υπάρχει σχετική μέριμνα από την Πολιτεία και την Ομοσπονδία γιατί ουσιαστικά ένας επαγγελματίας ποδοσφαιριστής σταματά να δημιουργεί στην πιο παραγωγική ηλικία της ζωής του. Επιπλέον, όλα αυτά τα χρόνια, έχει μάθει να κάνει ένα συγκεκριμένο πράγμα, κι αν δεν μπορέσει να απορροφηθεί μετέπειτα σε κάτι σχετικό με αυτό που ξέρει δημιουργείται μεγάλο πρόβλημα. Είναι δύσκολο πράγμα να μπορέσεις να διαχειριστείς την μεγάλη αλλαγή στη ζωή σου η οποία περνάει από την υπερπροβολή στην αφάνεια και πρέπει να έχεις δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να το αντιμετωπίσεις. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει σωστή κατεύθυνση από τους θεσμούς ώστε να εκπαιδεύσουν τον ποδοσφαιριστή να περάσει ομαλά αυτό το μεταβατικό στάδιο. Το θεωρώ ευθύνη της Πολιτείας και της Ομοσπονδίας.
Δυστυχώς πλέον παίζουμε γρήγορο ποδόσφαιρο με αργή σκέψη. Πρέπει να συντονίσουμε την αντίληψή μας να συμβαδίζει με την ταχύτητα που απαιτεί το άθλημα.
Ποιον παίκτη αυτή τη στιγμή θεωρείς τον καλύτερο σε παγκόσμιο επίπεδο;
Θεωρώ ότι υπάρχουν πλέον αρκετοί καλοί ποδοσφαιριστές σε υψηλό επίπεδο ο καθένας με τα πλεονεκτήματά του και τα μειονεκτήματά του. Υπάρχουν όμως ποδοσφαιριστές που είναι αθλητές, δηλαδή έχουν καταφέρει να βρίσκονται στην κορυφή για πολλά συναπτά έτη και ποδοσφαιριστές που είναι αρτίστες, που είναι δηλαδή η χαρά του φιλάθλου, παίζουν θεαματική μπάλα κάνουν τακουνάκια, τρίπλες, μαγικά πράγματα. Για εμένα ένας παίκτης με τρομερή αντίληψη, ποδοσφαιρική ευφυϊα και σταθερή απόδοση είναι ο Βέλγος Kevin De Bruyne o oποίος ξέρει πριν πάρει τη μπάλα τι θα την κάνει όταν την έχει στα πόδια του.
Όταν ένας παίκτης σαν όνομα έχει μεγαλύτερη αξία από το ίδιο το Club, τότε πολύ δύσκολα θα μπορέσει να λειτουργήσει αυτή η συνεργασία.
Όταν μια ομάδα δεν πάει καλά και η λύση είναι να αλλάζει ο προπονητής τελικά πόσο αποτελεσματική είναι αυτή η μέθοδος;
To πιο εύκολο είναι να φύγει ένας από το να φύγουν εικοσιπέντε. Το μεγάλο πρόβλημα είναι η φιλοσοφία του Club: Στην Ελλάδα δεν υπάρχει συγκεκριμένη νοοτροπία στους Συλλόγους. Η κάθε ομάδα πρέπει να έχει όραμα, στόχο και συγκεκριμένη φιλοσοφία και βάσει αυτών, να επιλέγει κάθε φορά τον εκάστοτε προπονητή ο οποίος έχει τις δυνατότητες να συμβαδίσει με τις αρχές του.
Δυο Club των οποίων την φιλοσοφία εκτιμώ πολύ είναι του Άγιαξ και Της Μπάγερν: Λειτουργούν βάσει συγκεκριμένου πλάνου και σωστής οργάνωσης, υπάρχουν ρόλοι. Και δυο αντίστοιχα Club προπονητών που θεωρώ επιτυχημένα είναι η Λίβερπουλ και η Μάντσεστερ Σίτυ που ο Γκουαρντιόλα και ο Κλοπ έχουν θέσει τα θέλω τους και όλα λειτουργούν βάσει αυτών.
Είναι όλοι οι Έλληνες προπονητές της κερκίδας;
O Έλληνας κατά βάση νομίζει ότι ξέρει τα πάντα. Όλοι έχουν άποψη για όλα. Ο Έλληνας είναι λοιμωξιολόγος, πολιτικός αναλυτής, ψυχολόγος, ηλεκτρολόγος, υδραυλικός, ότι και να τον ρωτήσεις θα σου πει ‘ξέρω’. Αυτό είναι χαρακτηριστικό του λαού μας. Έτσι είναι και προπονητής. Η ερώτηση που απευθύνω εγώ σε κάποιον που έρχεται και μου κάνει υποδείξεις για τη δουλειά μου είναι “Εσύ φίλε τι δουλειά κάνεις;” Όταν μου απαντά “Δε θα μου πεις εσύ για τη δουλειά μου” τότε του λέω ” Α εγώ δεν έχω δικαίωμα να σου πω για τη δουλειά σου, εσύ όμως έχεις δικαίωμα να μου πεις για τη δική μου.”
Ήταν μια συνέντευξη με τον Γιάννη Αναστασίου που διήρκησε ενενήντα λεπτά συν τις καθυστερήσεις στις οποίες πόζαρε πραγματικά καλά. Φωτογραφήθηκε στο ξενοδοχείο Dave Red στην οδό Βερανζέρου 25 στο κέντρο της Αθήνας. Τόσο κέντρο, που θα μπορούσαμε να πούμε πως αν η πόλη ήταν γήπεδο, εμείς τον ανακρίναμε στη σέντρα. Και από αυτό τον αγώνα φύγαμε όλοι νικητές, αλλά κυρίως το ευχαριστηθήκαμε.
Όταν ο Γιάννης Αναστασίου ήταν προπονητής στον Παναθηναϊκό, τον πετύχαινα τυχαία σε ένα café που δεν υπάρχει πια, το Gaspar στο Nέο Ψυχικό και παρατηρούσα πως φορούσε πάντα ωραία παπούτσια. Ο πρώην διεθνής επιθετικός μπορεί να είχε κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια και να είχε μπει πλέον σε αυτά του προπονητή – αλλά είχε πραγματικά καλό γούστο. Το επιβεβαίωσα όταν στην συνέντευξή μας ήρθε φορώντας πεντακάθαρα σκεϊτάδικα Nike Dunk στο χρώμα του πάγου-ο οποίος έσπασε αμέσως. Συνεπής, χαμογελαστός, εύστροφος και cool, ο προπονητής του Παναιτωλικού διαθέτει ένα cocktail χαρακτηριστικών που άνετα θα μπορούσες να παραγγείλεις για να παρακολουθήσεις ένα σημαντικό ντέρμπι. Σφυρίζουμε την έναρξη της συνέντευξής του. Και να είστε σίγουροι ότι δεν θα χρειαστεί να τσεκάρουμε το VAR.
Tι έχει μεγαλύτερο ενδιαφέρον για έναν προπονητή: Να πάρει μια μικρή ομάδα και να τη μεγαλώσει, ή να πάρει Πρωτάθλημα ή Κύπελλο προπονώντας μια μεγάλη ομάδα;
Το καθένα έχει τη διαφορετικότητά του. Μπορώ να πω ότι τα έζησα και τα δυο ξεκινώντας από τον Παναθηναϊκό, ο οποίος σε μια πολύ δύσκολη περίοδο της ιστορίας του πήρε έναν τίτλο. Αυτή τη στιγμή στον Παναιτωλικό κάνω κάτι εντελώς διαφορετικό, αφού σύμφωνα με την δομή του ελληνικού Πρωταθλήματος είναι πολύ δύσκολο μια μικρομεσαία ομάδα να διεκδικήσει έναν τίτλο. Το κίνητρο είναι να φτιάξεις μια ομάδα που θα έχει μια ταυτότητα, που θα μπορεί να κάνει τα πράγματα σωστά και κυρίως οι παίκτες να ευχαριστιούνται αυτό που κάνουν. Επομένως θα έλεγα ότι είναι μεγαλύτερη πρόκληση να μεγαλώσεις κάτι μικρό.
Οι γονείς νομίζουν ότι επειδή το παιδί τους κλωτσάει μια μπάλα, μπορεί να γίνει και ποδοσφαιριστής. Η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Αυτό το άθλημα εκτός από το όποιο ταλέντο θέλει και μεγάλες θυσίες.
Είναι μια γλυκιά εκδίκηση να μπαίνεις σε ένα γήπεδο ως προπονητής του Παναιτωλικού και να δυσκολεύεις μεγάλες ομάδες στο εκάστοτε ματς;
Θα το χαρακτήριζα και αυτό ως ευχαρίστηση. Αποτελεί επιτυχία το να είμαστε πλέον μια ομάδα που να βάζουμε δύσκολα σε όλους.Όποιος θέλει να μας κερδίσει θα πρέπει να προσπαθήσει, δεν θα είναι ένα εύκολο απόγευμα στη δουλειά για τον αντίπαλό μας. Αυτό δεν θα εξαρτάται από τον αντίπαλο αλλά απο εμάς και ο τρόπος είναι η σωματική και πνευματική προετοιμασία μας. Αυτό που μετράει περισσότερο και από αυτά όμως είναι η πίστη στον εαυτό μας. Αυτή είναι και η αχίλλειος πτέρνα των μικρότερων ομάδων: Η έλλειψη συγκέντρωσης. Αυτό είναι που εκμεταλλεύονται οι μεγαλύτερες ομάδες, δηλαδή τα λάθη μας και μας τιμωρούν.
Δεν αφήνω κανέναν σε χλωρό κλαρί ξεκινώντας από τον εαυτό μου, τους συνεργάτες και τους παίκτες μου. Όλοι πρέπει να αποδίδουμε τα μέγιστα των δυνατοτήτων μας.
Υπάρχει πίεση από τους οπαδούς του Παναιτωλικού όπως συμβαίνει με τους οργανωμένους των μεγάλων Συλλόγων;
Ο Παναιτωλικός διαθέτει μια βάση φιλάθλων η οποία είναι σημαντική για μια ομάδα. Αυτή τη στιγμή, από τις ομάδες που βρίσκονται στη Super League, ο Παναιτωλικός -όπως ο ΟΦΗ και ο ΠΑΣ ΓΙΑΝΝΙΝΑ- είναι μια ομάδα που έχει μεγάλο ποσοστό οπαδών που υποστηρίζουν την ομάδα τους και στο Αγρίνιο είναι όλοι τρελοί και παλαβοί με τον Παναιτωλικό. Είναι τόσο έντονη η σύνδεση τους με την ομάδα που το αντιλαμβάνεσαι μέσα από την καθημερινότητα του κόσμου όταν ζεις σε αυτή την πόλη. Ζω εκεί και συναναστρέφομαι με την τοπική κοινωνία και είναι κάτι το οποίο εισπράττω συνεχώς. Όλοι μιλάνε για την ομάδα και πόσο χαρούμενοι είναι με την βελτίωση της ομάδας και για την ταυτότητα την οποία έχει αποκτήσει. Το ακούω από μικρά παιδιά μέχρι και από ηλικιωμένους ανθρώπους. Ο κόσμος αναγνωρίζει την πρόοδο της ομάδας του. Δεν αφορά μόνο στο πρόσωπό μου, αλλά σε όλους μας, γι αυτό λεγόμαστε ομάδα: Την διοίκηση, το τεχνικό team, τους ποδοσφαιριστές, όλους τους ανθρώπους έναν προς έναν που συμμετέχουν σε αυτήν.
Ένα αξιομνημόνευτο περιστατικό ήταν όταν με σταμάτησε ένας παππούς και μου προσέφερε ένα βάζο μέλι, γιατί όπως είπε “Κόουτς αυτό επειδή φέτος μας γλύκανες μετά από τόσες πίκρες που έχουμε πάρει.”
Θα μείνεις και την επόμενη σεζόν στο Σύλλογο;
Υπάρχει μια καλή συνεργασία και έχουν δρομολογηθεί κάποια πράγματα. Το σημαντικό είναι για εμένα το κατά πόσο το club θέλει να κάνει κάποια βήματα να πάει μπροστά. Έχει κάποια πράγματα που πρέπει να γίνουν και αν και οι δυο πλευρές συμφωνήσουν σε αυτό, θα ανανεώσουμε τη συνεργασία μας. Εμένα σαν εργασιακό περιβάλλον και συνθήκες εργασίας μου αρέσει. Απολαμβάνω την καθημερινότητά μου εκεί.
Θεωρώ ότι κάθε Σύλλογος πρέπει να βάζει στόχους και να τους υλοποιεί. Ο συγκεκριμένος έχει τις δυνατότητες, απομένει να γίνουν πραγματικότητα.
Τι έχεις να θυμάσαι από εκείνα τα χρόνια στον Παναθηναϊκό;
Ήταν η πρώτη μου δουλειά ως πρώτος προπονητής σε μεγάλη ομάδα και έχω να θυμάμαι μόνο ωραία πράγματα. Υπήρχαν πολλές καλές στιγμές με κορυφαία την κατάκτηση του Κυπέλλου με σκορ 4-1 επί του ΠΑΟΚ. Ήμασταν ένα καινούριο team, με πολλά νέα παιδιά από την Ακαδημία, η προετοιμασία έμοιαζε με σχολική εκδρομή. Δεν υπήρχαν καταξιωμένοι παίκτες στην ομάδα, ο Γιούρκας Σεϊταρίδης είχε αποφασίσει να σταματήσει το ποδόσφαιρο, ο Ορέστης Καρνέζης και ο Χάρης Μαυρίας είχαν φύγει με μεταγραφές και στην ουσία έπρεπε να χτίσουμε κάτι από την αρχή. Ο μόνος παίκτης που είχα τότε στη διάθεσή μου και είχε μπει σε μια πορεία ανόδου ήταν ο Ζέκα. Εξετάζοντας τις συνθήκες και τα δεδομένα, τα οικονομικά προβλήματα της ομάδας και το άγχος για την επόμενη μέρα, το πλάνο που συζήτησα με τον Πρόεδρο και τον κάθε παίκτη ατομικά ένας μεγάλος στόχος επετεύχθη.
Εκνευρίζομαι πολύ όταν χάνω και ειδικά όταν δεν προσπαθούμε ή όταν δεν πιέζουμε.
Σου φαίνεται κάπως μάταιο το ελληνικό Πρωτάθλημα;
Kακά τα ψέματα, το οικονομικό παίζει μεγάλο ρόλο. Αν μια ομάδα μπορεί να επενδύσει σε παίκτες και μια άλλη όχι, είναι επόμενο να απέχουν πολύ σε ποιότητα. Το χρήμα δημιουργεί αποστάσεις. Σε όλα τα Πρωταθλήματα της Ευρώπης, υπάρχουν συγκεκριμένες ομάδες οι οποίες πρωταγωνιστούν κάθε χρόνο, οι εκπλήξεις είναι ελάχιστες. Φέτος όμως ας πούμε, που ο Ολυμπιακός θα πάρει το Πρωτάθλημα δεν θεωρώ πως ήταν καλύτερος αγωνιστικά από τους υπόλοιπους, αυτό όμως είναι κάτι το οποίο θα πρέπει να προβληματίσει τους υπόλοιπους που δεν μπόρεσαν να κερδίσουν τον κακό φετινό Ολυμπιακό. Το Πρωτάθλημα πρέπει να το παίρνει ο καλύτερος και όχι ο καλύτερος από τους χειρότερους. Αυτό νομίζω ότι ισχύει φέτος στο ελληνικό Πρωτάθλημα.
Η κοινωνία μας δεν μπορεί να αποδεχθεί το ότι από μικρός υποστήριζα μια ομάδα γι αυτό και δεν αποκαλύπτω τι ομάδα είμαι. Ως επαγγελματίας, κάθε φορά είμαι με το μέρος της ομάδας που προπονώ.
Πως μεταβολίζει ένας ποδοσφαιριστής την καριέρα του που τελειώνει σε μια τόσο νεαρή ηλικία στην οποία άλλα επαγγέλματα ξεκινούν την σταδιοδρομία τους;
Προσωπικά δεν το βίωσα, γιατί από τα 30 μου χρόνια ήξερα ότι θέλω να συνεχίσω και να ακολουθήσω την προπονητική. Είδα όμως άλλους φίλους μου που πέρασαν από αυτό το στάδιο. Γι αυτό και πρέπει να υπάρχει σχετική μέριμνα από την Πολιτεία και την Ομοσπονδία γιατί ουσιαστικά ένας επαγγελματίας ποδοσφαιριστής σταματά να δημιουργεί στην πιο παραγωγική ηλικία της ζωής του. Επιπλέον, όλα αυτά τα χρόνια, έχει μάθει να κάνει ένα συγκεκριμένο πράγμα, κι αν δεν μπορέσει να απορροφηθεί μετέπειτα σε κάτι σχετικό με αυτό που ξέρει δημιουργείται μεγάλο πρόβλημα. Είναι δύσκολο πράγμα να μπορέσεις να διαχειριστείς την μεγάλη αλλαγή στη ζωή σου η οποία περνάει από την υπερπροβολή στην αφάνεια και πρέπει να έχεις δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να το αντιμετωπίσεις. Στην Ελλάδα δεν υπάρχει σωστή κατεύθυνση από τους θεσμούς ώστε να εκπαιδεύσουν τον ποδοσφαιριστή να περάσει ομαλά αυτό το μεταβατικό στάδιο. Το θεωρώ ευθύνη της Πολιτείας και της Ομοσπονδίας.
Δυστυχώς πλέον παίζουμε γρήγορο ποδόσφαιρο με αργή σκέψη. Πρέπει να συντονίσουμε την αντίληψή μας να συμβαδίζει με την ταχύτητα που απαιτεί το άθλημα.
Ποιον παίκτη αυτή τη στιγμή θεωρείς τον καλύτερο σε παγκόσμιο επίπεδο;
Θεωρώ ότι υπάρχουν πλέον αρκετοί καλοί ποδοσφαιριστές σε υψηλό επίπεδο ο καθένας με τα πλεονεκτήματά του και τα μειονεκτήματά του. Υπάρχουν όμως ποδοσφαιριστές που είναι αθλητές, δηλαδή έχουν καταφέρει να βρίσκονται στην κορυφή για πολλά συναπτά έτη και ποδοσφαιριστές που είναι αρτίστες, που είναι δηλαδή η χαρά του φιλάθλου, παίζουν θεαματική μπάλα κάνουν τακουνάκια, τρίπλες, μαγικά πράγματα. Για εμένα ένας παίκτης με τρομερή αντίληψη, ποδοσφαιρική ευφυϊα και σταθερή απόδοση είναι ο Βέλγος Kevin De Bruyne o oποίος ξέρει πριν πάρει τη μπάλα τι θα την κάνει όταν την έχει στα πόδια του.
Όταν ένας παίκτης σαν όνομα έχει μεγαλύτερη αξία από το ίδιο το Club, τότε πολύ δύσκολα θα μπορέσει να λειτουργήσει αυτή η συνεργασία.
Όταν μια ομάδα δεν πάει καλά και η λύση είναι να αλλάζει ο προπονητής τελικά πόσο αποτελεσματική είναι αυτή η μέθοδος;
To πιο εύκολο είναι να φύγει ένας από το να φύγουν εικοσιπέντε. Το μεγάλο πρόβλημα είναι η φιλοσοφία του Club: Στην Ελλάδα δεν υπάρχει συγκεκριμένη νοοτροπία στους Συλλόγους. Η κάθε ομάδα πρέπει να έχει όραμα, στόχο και συγκεκριμένη φιλοσοφία και βάσει αυτών, να επιλέγει κάθε φορά τον εκάστοτε προπονητή ο οποίος έχει τις δυνατότητες να συμβαδίσει με τις αρχές του.
Δυο Club των οποίων την φιλοσοφία εκτιμώ πολύ είναι του Άγιαξ και Της Μπάγερν: Λειτουργούν βάσει συγκεκριμένου πλάνου και σωστής οργάνωσης, υπάρχουν ρόλοι. Και δυο αντίστοιχα Club προπονητών που θεωρώ επιτυχημένα είναι η Λίβερπουλ και η Μάντσεστερ Σίτυ που ο Γκουαρντιόλα και ο Κλοπ έχουν θέσει τα θέλω τους και όλα λειτουργούν βάσει αυτών.
Είναι όλοι οι Έλληνες προπονητές της κερκίδας;
O Έλληνας κατά βάση νομίζει ότι ξέρει τα πάντα. Όλοι έχουν άποψη για όλα. Ο Έλληνας είναι λοιμωξιολόγος, πολιτικός αναλυτής, ψυχολόγος, ηλεκτρολόγος, υδραυλικός, ότι και να τον ρωτήσεις θα σου πει ‘ξέρω’. Αυτό είναι χαρακτηριστικό του λαού μας. Έτσι είναι και προπονητής. Η ερώτηση που απευθύνω εγώ σε κάποιον που έρχεται και μου κάνει υποδείξεις για τη δουλειά μου είναι “Εσύ φίλε τι δουλειά κάνεις;” Όταν μου απαντά “Δε θα μου πεις εσύ για τη δουλειά μου” τότε του λέω ” Α εγώ δεν έχω δικαίωμα να σου πω για τη δουλειά σου, εσύ όμως έχεις δικαίωμα να μου πεις για τη δική μου.”
Ήταν μια συνέντευξη με τον Γιάννη Αναστασίου που διήρκησε ενενήντα λεπτά συν τις καθυστερήσεις στις οποίες πόζαρε πραγματικά καλά. Φωτογραφήθηκε στο ξενοδοχείο Dave Red στην οδό Βερανζέρου 25 στο κέντρο της Αθήνας. Τόσο κέντρο, που θα μπορούσαμε να πούμε πως αν η πόλη ήταν γήπεδο, εμείς τον ανακρίναμε στη σέντρα. Και από αυτό τον αγώνα φύγαμε όλοι νικητές, αλλά κυρίως το ευχαριστηθήκαμε.