Μπαίνοντας στο σπίτι του Ζορζ, στην Άνω Κυψέλη, ο οικοδεσπότης μου, επιμένει να μου φτιάξει ένα εσπρεσάκι.
«Έχω μια ειδική ποικιλία, πολύ καλή», μου λέει ο Ζορζ, ενώ εγώ επιμένω να τον αποκαλώ με το καλλιτεχνικό nom de guerre του, και όχι Γιώργο, όπως ίσως θα έπρεπε κανονικά, γιατί Γιώργος Παπαδόπουλος γεννήθηκε ο άνθρωπος.
«Καλά, δεν είχες θέμα μεγαλώνοντας στην επαρχία και μετά εδώ στην Αθήνα, στα Σεπόλια, με αυτό το όνομα;», τον ρωτάω, γνωρίζοντας ότι ήταν έφηβος μεσούσης της Χούντας.
«Όχι ρε, ίσα ίσα. Με φοβόντουσαν. Έλεγαν από μέσα τους μάλλον “μην του πούμε τίποτα, ποιος ξέρει αν έχει καμιά συγγένεια με τον Παπαδόπουλο”».
Αρχίζει να μου μιλάει για τις κοπάνες που έκανε διαρκώς από τα σχολεία του, που κατόπιν αναγκάστηκε να πάει σε δύο ιδιωτικά –που και εκεί πάλι κοπάνες έκανε για να τραβιέται οπουδήποτε μπορούσε και ήξερε ότι υπάρχει και παίζεται μουσική.
«Εγώ, ευτυχώς, είχα πάντα καλή παρέα στη ζωή μου, μουσική και μη. Και το σημαντικό είναι, όταν είσαι νέος και ξέρεις τι θέλεις να κάνεις στη ζωή σου, να μην παρεκκλίνεις του προορισμού σου. Εγώ ήξερα από μικρό παιδί ότι θα γίνω μουσικός. Πήγαινα και κοίταζα τις κιθάρες στα πανηγύρια. Μετά, μεγαλώνοντας, ρώτησα τον εαυτό μου: “μπορείς να κάνεις χωρίς αυτό;” Δηλαδή την μουσική. Και απάντησα “όχι” στον εαυτό μου. Ε, κάπως έτσι καταλαβαίνεις τον προορισμό σου».
Tον βρήκε τελικά τον προορισμό του ο Ζορζ. Και τον βρήκε με τους όρους του. He did it his way. Δεν έμπλεξε με κόμματα και κομματικούς «σωλήνες», ούτε με την πολιτική και τους πολιτικούς (για τους οποίους έχει την χείριστη των απόψεων).
«Στο χώρο της μουσικής σήμερα, αν δεν είσαι μέσα στα κόμματα, σε έχουν μονίμως στην απ’ έξω. Εγώ δεν ήμουν ποτέ κομματόσκυλο. Ήμουν πάντα, πώς να στο πω, σε “υποδιαστολή”. Γιατί έβλεπα ότι δεν σε αφήνουν να εκφραστείς ελεύθερα και 100%. Εμένα μου αρέσει το μπλουζ ας πούμε. Δηλαδή θα έρθει, π.χ., ο Κουτσούμπας να μου πει να μην παίξω μπλουζ, ας πούμε; Γιατί να το κάνω αυτό στον εαυτό μου; Τι λόγο ύπαρξης έχει αυτός και ο παραδίπλα στη ζωή μου; Τι έχει να μου προσφέρει; Τίποτα».
«Κάτσε ρε συ Ζορζ, δηλαδή ο πολιτικός στίχος δεν έχει να πει τίποτα, τόσα χρόνια, από την Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα;», τον ρωτάω
«”Τι με κοιτάζεις Ρόζα” και μαλακίες. Για την Ρόζα Λούξεμπουργκ θα μιλάμε τώρα; Και το άλλο: “Την Ρωμιοσύνη μην την κλαις”. Τι αηδίες είναι αυτές; Τι σημαίνει αυτό δηλαδή; Να μην κλαις την Ρωμιοσύνη; Όταν ο Ρήγας Βελεστινλής απευθυνόταν στους Ρωμιούς, απευθυνόταν στους Χριστιανούς, όχι στους Έλληνες. Είναι όλα μπερδεμένα το κεφάλι μας. Ο Μίκης Θεοδωράκης, ας πούμε, ασκούσε μία προπαγάνδα μέσα από το κόμμα του, έκανε μια ξεκάθαρα στρατευμένη τέχνη. Είχε μία πολιτική ιδέα την οποία υπερασπιζόταν διαρκώς μέσα από την μουσική του».
Γιατί, ο Σαββόπουλος που μας το γύρισε ξαφνικά στην Ελληνορθοδοξία ενώ, ταυτόχρονα, από το «Εθνική Ελλάδος γειά σου», πήγε στο «Κωλοέλληνες», του επισημαίνω; Σχιζοφρενικό.
«Καλά, το παιδί αυτό, ο Σαββόπουλος, μπορεί όντως να είναι Χριστιανός μέσα του και να το νιώθει ειλικρινά. Κοίτα, όλη η δομή του έργου του Σαββόπουλου πηγαίνει προς τα εκεί. Ας είμαστε ειλικρινείς, όλοι μας έχουμε μεγαλώσει με Σαββόπουλο. Ο μόνος που μπορούσε να εκφράσει τον “λόγο” εκείνης της εποχής ήταν ο Διονύσης. Μιλάμε για έναν χαρισματικό καλλιτέχνη. Αυτά που λένε ότι δήθεν έκλεβε τον Μπομπ Ντίλαν, είναι όλα τους ηλιθιότητες. Το πιο σπουδαίο του έργο είναι ο “Αχαρνής, ο Αριστοφάνης που γύρισε από τα θυμαράκια” [σ.σ: του 1977]. Και είναι σπουδαίο γιατί μας δείχνει μέσα από την ανάγνωση, το τι μπορούμε εμείς να δημιουργήσουμε, όχι απλά να πάρουμε την μετάφραση του έργου και να την σκηνοθετήσουμε. Το θέμα είναι τί σου βγάζει εσένα, ψυχικά, το κάθε έργο. Και γάμα το ροκ αυτό καθαυτό, αυτό μπορεί να είναι καλό ή κακό. Αλλά μετά κάθονται οι άλλοι οι κολλημένοι και συνεχίζουν να μιλούνε για τον Ντίλαν. Λες και ο Ντιλαν δεν έκλεψε από τον Γούντι Γκάθρι, ας πούμε».
Σύμφωνα με τον Ζορζ, «η Τέχνη δεν διδάσκεται. Αποκαλύπτεται. Το πώς αποκαλύπτεται, είναι μυστήριο. Είναι ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια του κόσμου. Αυτό που δεν είναι μυστήριο είναι το πώς προέκυψε αυτό το κωμικό στοιχείο του χαρακτήρα μου. Όταν ήμουν πιτσιρικάς λοιπόν, πήγαινα και παρακολουθούσα στο Ξυλόκαστρο, εκεί που γεννήθηκα, τα «καμάκια» να την πέφτουν στις ξένες τουρίστριες. Και άκουγα τις ατάκες τους και γελούσα».
Του λέω ότι όταν ήμουν στην ίδια ηλικία που αυτός παρακολουθούσε τα «καμάκια», 16-17 χρονών, εγώ είχα πάει να τον δω που είχε ανεβάσει την «Θεοκωμωδία» και μου είχε γυρίσει ο εγκέφαλος από αυτά που είχα παρακολουθήσει και ακούσει. Ο Ζορζ μού λέει ότι «τίποτα δεν έχει αλλάξει από τότε».
«Η Ελλάδα σήμερα είναι το «Underground» του Κουστουρίτσα. Από την ανώτατη ηγεσία θέλουν έναν κόσμο που να μην επικοινωνεί ο ένας με τον άλλον. Ένας κόσμος που πιστεύει ότι ζούμε ακόμη, ξέρω ‘γω, στο 1949, που παντού υπάρχει προπαγάνδα και που δεν μπορεί να βγει στον έξω κόσμο, είναι κλεισμένος και μπουντρουμιασμένος. Και δεν επικοινωνεί κανείς με κανέναν. Και μετά το βλέπεις, υπάρχει και μια πολιτιστική ασυνέχεια. Εμείς τείνουμε, πολιτιστικά, προς την Ανατολή. Νομίζουμε ότι είμαστε Ευρωπαίοι. Δεν είμαστε Ευρωπαίοι, πώς να το κάνουμε. Δεν μπορούμε να ξεπετάξουμε από τον χαρακτήρα μας το ανατολίτικο στοιχείο μας. Γι’ αυτό το λόγο και τα μικρά έθνη, όπως η Ελλάδα, πρέπει να φιλοσοφούν, αλλά όχι να θρησκεύονται. Διότι η γνώση που προέρχεται από την επιστήμη, είναι φιλοσοφία. Και αυτό το έχουν καταλάβει μόνο οι γυναίκες. Οι γυναίκες είναι σοφές. Ενώ εμείς είμαστε απλά φιλόσοφοι και θυμόσοφοι. Εμείς, ως άνδρες, δεν μπορούμε να φτάσουμε στη σοφία. Και αυτό φαίνεται και στους μεγάλους συγγραφείς, όπου η σοφία τούς αποκαλύπτεται όταν έρχονται σε επαφή με την γυναικεία τους φύση».
Μου λέει ότι σήμερα τον ενοχλούν πολλά πράγματα γύρω του και προσπαθεί να μιλήσει γι’ αυτά, όπως συνήθως κάνει, πλαγίως και διαμέσου των παραστάσεών του.
«Όλος ο κόσμος είναι σε μια αναταραχή. Η νέα τάξη πραγμάτων δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί αν δεν σπάσει ο κοινωνικός ιστός. Και ο κοινωνικός ιστός σπάει μέσα από κάποιες ΜΚΟ, οι οποίες δήθεν και καλά υπερασπίζονται την ομοφυλοφιλία. Όχι δεν πάει έτσι, και οι ίδιοι οι ομοφυλόφιλοι το έχουν καταλάβει ότι θα τους εκθέσουν και έχουν κάνει πίσω. Και αυτές οι ΜΚΟ επικαλούνται την ηθική και κατι άλλες μαλακίες. Ποιος έχει πρόβλημα σήμερα με τους γκέι; Κανείς! Κανέναν δεν ενοχλεί η παρουσία των ομοφυλόφιλων. Πουθενά. Και κάπως έτσι σπάει ο κοινωνικός ιστός. Και μετά έρχεται το «άλλο», το ξέρεις αυτό, ε;»
Τον ρωτάω ποιο είναι το «άλλο»: «Το «άλλο» μπορεί να είναι μέχρι και η αλλαγή του πολιτεύματος μας, να επιταχτούν τα σπίτια όλων μας, ξέρω εγώ. Και όταν φτάνει μέχρι και η ίδια η εφορία στο e-mail σου, μετά, το επόμενο στάδιο, είναι να ζούμε σε φαβέλες. Άρα ποιος είναι ο ρόλος του πολιτικού; Δεν είναι να παρεμβαίνει και να μεσολαβεί υπέρ του πολίτη; Ε λοιπόν, φαίνεται ξεκάθαρα ότι όλο αυτό που συμβαίνει γύρω μας διοικείται και καθοδηγείται από το τραπεζικό σύστημα. Εκεί αρχίζουν και εκεί τελειώνουν όλα. Το κόμμα που μας κυβερνά και ο Μητσοτάκης που θυμίζουν αυτόν τον κύριο που μοιάζει καλός, συνεργάσιμος, δοτικός με όλους και μετά γυρνά σπίτι και πλακώνει στο ξύλο την οικογένεια του. Κοίτα, οι πολιτικοί αισθάνονται μια απέχθεια για τον κόσμο, για εμάς. Νομίζουν ότι είναι ανώτεροι από εμάς. Αλλά δεν είναι. Είναι εγγράμματοι, αλλά κοινωνικά αναλφάβητοι. Έχουν μεγαλώσει μέσα σε ένα αποστειρωμένο περιβάλλον και έχουν κάνει σπουδές χωρίς καμιά δημιουργικότητα. Όχι απλά καμιά σπουδή δεν έχουν όλοι αυτοί, αλλά ούτε καν μόρφωση και καμιά παιδεία. Γιατί η σωστή παιδεία δεν δύναται να μυήσει, αλλά δύναται να ορίσει, δηλαδή να βάλει όρια. Και όλοι αυτοί που μας κυβερνούνε δεν έχουν όρια. Είναι ασύδοτοι».
Ζούμε σε περίεργες εποχές. Συμφωνούμε αμφότεροι σε αυτό. Περίεργες και άκρως ύποπτες. Ο καθένας από εμάς είναι αυτοστιγμεί ύποπτος και υπόλογος για το οτιδήποτε.
«Και μετά αρχίζει και αυτή η ακύρωση, ο ρατσισμός στο πολιτισμό. Ο Όμηρος, λένε κάποιοι, ήταν ρατσιστής. Πάει, καταργείται και ο Όμηρος. Και μετά, αν πεις εσύ κάτι, ενδεχομένως είσαι εσύ ρατσιστής. Και βγαίνουν φυλλάδες και σε διασύρουν δημοσίως ότι είσαι ρατσιστής. Τι βλακείες είναι αυτές. Ναι, σιγά, είμαστε όλοι ρατσιστές: ο Αφρικανός απέναντι στους λευκούς και πάει λέγοντας. Αυτά δεν μας ενδιαφέρουν, είναι αηδίες. Όποιος θέλει να είναι το οτιδήποτε, ας είναι. Εμάς αυτά δεν μας αφορούν. Είναι καλύτερα για τον οποιονδήποτε να είναι κατι, παρά εσύ να του απαγορεύεις να μην είναι κάτι».
Κάπου ενδιάμεσα στην κουβέντα μας, θυμάμαι την «Επιθυμία» που είχε κάνει πριν ακριβώς 40 χρόνια και κατόπιν την όψιμη συνεργασία του με τον Χάρρυ Κλυνν, με τον οποίο στο τέλος τα «τσουγκρίσανε».
«Υπήρχε ένα κομμάτι, ένα κείμενο ας το πούμε, που είχα γράψει εγώ, αυτό το γνωστό και κλασσικό «και κλάααααμα η κυρία» το οποίο στη συνέχεια χρησιμοποίησε χωρίς την άδειά μου και με την υπογραφή του ως έργο δικό του», μου θυμίζει και τον ρωτάω αν ποτέ τα ξαναβρήκανε με τον Βασίλη Τριανταφυλλίδη.
«Όχι, ποτέ δεν ξαναμιλήσαμε με τον Βασίλη μετά από αυτό. Απεναντίας, είχα επικοινωνία με τον μακαρίτη τον γιο του, το Νίκο. Εξαιρετικό παιδί. Κύριος και με πολλές γνώσεις γύρω από το σινεμά και τη μουσική. Αλλά, όχι, με τον Βασίλη δεν ξαναμιλήσαμε μετά από αυτό το περιστατικό», μου συνοψίζει και σηκώνεται να μου δείξει κάποιες από τις κιθάρες του –μια εκ των οποίων χρονολογείται… προ αμνημονεύτων ετών.
Την ώρα που γρατζουνάει λίγο την αγαπημένη του κιθάρα («διάολε, πόσο ξεκούρδιστη είναι», μονολογεί), βγάζει έναν αναστεναγμό και μου λέει:
«Είμαστε μια καταδικασμένη χώρα. Δεν μπορείς να προτείνεις τίποτα στον οποιονδήποτε. Όλοι αγριεύουν. Πάνε κάτι αστοιχείωτοι, κάτι ζώα και βγάζουν χρήματα και τους ακολουθεί ο κόσμος. Μιλάμε για μια κατάσταση θλιβερή. Η ίδια η χώρα αυτή σού επιβάλλει τι πρέπει να κάνεις, σε καλλιτεχνικό επίπεδο. Αν αυτό που φτιάξεις, καλλιτεχνικά, δεν έχει ένα στοιχείο από την Ανατολή, αυτομάτως απορρίπτεται από τον κόσμο», υπερτονίζει και καταλήγει εμφατικά:
«Αν μπορεί και είναι νέος κάποιος πρέπει να σηκωθεί να φύγει από εδώ. Αν είναι έξυπνος, πρέπει οπωσδήποτε να φύγει από εδώ. Ας πάνε όλοι, όσοι μπορούν, στο εξωτερικό, εκεί που γίνονται πραγματικά αξιόλογα πράγματα».
*Η σύγχρονη σατιρική παράσταση «Οχλοδοξία» του Ζορζ Πιλαλί παρουσιάζεται το Σάββατο 18 Φεβρουαρίου στο «Λουλου», επί της οδού Πειραιώς 105.
Σημεία Προπώλησης:
Ηλεκτρονικώς: viva.gr & hunteragency.gr
Τηλεφωνικώς: 11876
Εις άπαντα τα Viva Spots
Μπαίνοντας στο σπίτι του Ζορζ, στην Άνω Κυψέλη, ο οικοδεσπότης μου, επιμένει να μου φτιάξει ένα εσπρεσάκι.
«Έχω μια ειδική ποικιλία, πολύ καλή», μου λέει ο Ζορζ, ενώ εγώ επιμένω να τον αποκαλώ με το καλλιτεχνικό nom de guerre του, και όχι Γιώργο, όπως ίσως θα έπρεπε κανονικά, γιατί Γιώργος Παπαδόπουλος γεννήθηκε ο άνθρωπος.
«Καλά, δεν είχες θέμα μεγαλώνοντας στην επαρχία και μετά εδώ στην Αθήνα, στα Σεπόλια, με αυτό το όνομα;», τον ρωτάω, γνωρίζοντας ότι ήταν έφηβος μεσούσης της Χούντας.
«Όχι ρε, ίσα ίσα. Με φοβόντουσαν. Έλεγαν από μέσα τους μάλλον “μην του πούμε τίποτα, ποιος ξέρει αν έχει καμιά συγγένεια με τον Παπαδόπουλο”».
Αρχίζει να μου μιλάει για τις κοπάνες που έκανε διαρκώς από τα σχολεία του, που κατόπιν αναγκάστηκε να πάει σε δύο ιδιωτικά –που και εκεί πάλι κοπάνες έκανε για να τραβιέται οπουδήποτε μπορούσε και ήξερε ότι υπάρχει και παίζεται μουσική.
«Εγώ, ευτυχώς, είχα πάντα καλή παρέα στη ζωή μου, μουσική και μη. Και το σημαντικό είναι, όταν είσαι νέος και ξέρεις τι θέλεις να κάνεις στη ζωή σου, να μην παρεκκλίνεις του προορισμού σου. Εγώ ήξερα από μικρό παιδί ότι θα γίνω μουσικός. Πήγαινα και κοίταζα τις κιθάρες στα πανηγύρια. Μετά, μεγαλώνοντας, ρώτησα τον εαυτό μου: “μπορείς να κάνεις χωρίς αυτό;” Δηλαδή την μουσική. Και απάντησα “όχι” στον εαυτό μου. Ε, κάπως έτσι καταλαβαίνεις τον προορισμό σου».
Tον βρήκε τελικά τον προορισμό του ο Ζορζ. Και τον βρήκε με τους όρους του. He did it his way. Δεν έμπλεξε με κόμματα και κομματικούς «σωλήνες», ούτε με την πολιτική και τους πολιτικούς (για τους οποίους έχει την χείριστη των απόψεων).
«Στο χώρο της μουσικής σήμερα, αν δεν είσαι μέσα στα κόμματα, σε έχουν μονίμως στην απ’ έξω. Εγώ δεν ήμουν ποτέ κομματόσκυλο. Ήμουν πάντα, πώς να στο πω, σε “υποδιαστολή”. Γιατί έβλεπα ότι δεν σε αφήνουν να εκφραστείς ελεύθερα και 100%. Εμένα μου αρέσει το μπλουζ ας πούμε. Δηλαδή θα έρθει, π.χ., ο Κουτσούμπας να μου πει να μην παίξω μπλουζ, ας πούμε; Γιατί να το κάνω αυτό στον εαυτό μου; Τι λόγο ύπαρξης έχει αυτός και ο παραδίπλα στη ζωή μου; Τι έχει να μου προσφέρει; Τίποτα».
«Κάτσε ρε συ Ζορζ, δηλαδή ο πολιτικός στίχος δεν έχει να πει τίποτα, τόσα χρόνια, από την Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα;», τον ρωτάω
«”Τι με κοιτάζεις Ρόζα” και μαλακίες. Για την Ρόζα Λούξεμπουργκ θα μιλάμε τώρα; Και το άλλο: “Την Ρωμιοσύνη μην την κλαις”. Τι αηδίες είναι αυτές; Τι σημαίνει αυτό δηλαδή; Να μην κλαις την Ρωμιοσύνη; Όταν ο Ρήγας Βελεστινλής απευθυνόταν στους Ρωμιούς, απευθυνόταν στους Χριστιανούς, όχι στους Έλληνες. Είναι όλα μπερδεμένα το κεφάλι μας. Ο Μίκης Θεοδωράκης, ας πούμε, ασκούσε μία προπαγάνδα μέσα από το κόμμα του, έκανε μια ξεκάθαρα στρατευμένη τέχνη. Είχε μία πολιτική ιδέα την οποία υπερασπιζόταν διαρκώς μέσα από την μουσική του».
Γιατί, ο Σαββόπουλος που μας το γύρισε ξαφνικά στην Ελληνορθοδοξία ενώ, ταυτόχρονα, από το «Εθνική Ελλάδος γειά σου», πήγε στο «Κωλοέλληνες», του επισημαίνω; Σχιζοφρενικό.
«Καλά, το παιδί αυτό, ο Σαββόπουλος, μπορεί όντως να είναι Χριστιανός μέσα του και να το νιώθει ειλικρινά. Κοίτα, όλη η δομή του έργου του Σαββόπουλου πηγαίνει προς τα εκεί. Ας είμαστε ειλικρινείς, όλοι μας έχουμε μεγαλώσει με Σαββόπουλο. Ο μόνος που μπορούσε να εκφράσει τον “λόγο” εκείνης της εποχής ήταν ο Διονύσης. Μιλάμε για έναν χαρισματικό καλλιτέχνη. Αυτά που λένε ότι δήθεν έκλεβε τον Μπομπ Ντίλαν, είναι όλα τους ηλιθιότητες. Το πιο σπουδαίο του έργο είναι ο “Αχαρνής, ο Αριστοφάνης που γύρισε από τα θυμαράκια” [σ.σ: του 1977]. Και είναι σπουδαίο γιατί μας δείχνει μέσα από την ανάγνωση, το τι μπορούμε εμείς να δημιουργήσουμε, όχι απλά να πάρουμε την μετάφραση του έργου και να την σκηνοθετήσουμε. Το θέμα είναι τί σου βγάζει εσένα, ψυχικά, το κάθε έργο. Και γάμα το ροκ αυτό καθαυτό, αυτό μπορεί να είναι καλό ή κακό. Αλλά μετά κάθονται οι άλλοι οι κολλημένοι και συνεχίζουν να μιλούνε για τον Ντίλαν. Λες και ο Ντιλαν δεν έκλεψε από τον Γούντι Γκάθρι, ας πούμε».
Σύμφωνα με τον Ζορζ, «η Τέχνη δεν διδάσκεται. Αποκαλύπτεται. Το πώς αποκαλύπτεται, είναι μυστήριο. Είναι ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια του κόσμου. Αυτό που δεν είναι μυστήριο είναι το πώς προέκυψε αυτό το κωμικό στοιχείο του χαρακτήρα μου. Όταν ήμουν πιτσιρικάς λοιπόν, πήγαινα και παρακολουθούσα στο Ξυλόκαστρο, εκεί που γεννήθηκα, τα «καμάκια» να την πέφτουν στις ξένες τουρίστριες. Και άκουγα τις ατάκες τους και γελούσα».
Του λέω ότι όταν ήμουν στην ίδια ηλικία που αυτός παρακολουθούσε τα «καμάκια», 16-17 χρονών, εγώ είχα πάει να τον δω που είχε ανεβάσει την «Θεοκωμωδία» και μου είχε γυρίσει ο εγκέφαλος από αυτά που είχα παρακολουθήσει και ακούσει. Ο Ζορζ μού λέει ότι «τίποτα δεν έχει αλλάξει από τότε».
«Η Ελλάδα σήμερα είναι το «Underground» του Κουστουρίτσα. Από την ανώτατη ηγεσία θέλουν έναν κόσμο που να μην επικοινωνεί ο ένας με τον άλλον. Ένας κόσμος που πιστεύει ότι ζούμε ακόμη, ξέρω ‘γω, στο 1949, που παντού υπάρχει προπαγάνδα και που δεν μπορεί να βγει στον έξω κόσμο, είναι κλεισμένος και μπουντρουμιασμένος. Και δεν επικοινωνεί κανείς με κανέναν. Και μετά το βλέπεις, υπάρχει και μια πολιτιστική ασυνέχεια. Εμείς τείνουμε, πολιτιστικά, προς την Ανατολή. Νομίζουμε ότι είμαστε Ευρωπαίοι. Δεν είμαστε Ευρωπαίοι, πώς να το κάνουμε. Δεν μπορούμε να ξεπετάξουμε από τον χαρακτήρα μας το ανατολίτικο στοιχείο μας. Γι’ αυτό το λόγο και τα μικρά έθνη, όπως η Ελλάδα, πρέπει να φιλοσοφούν, αλλά όχι να θρησκεύονται. Διότι η γνώση που προέρχεται από την επιστήμη, είναι φιλοσοφία. Και αυτό το έχουν καταλάβει μόνο οι γυναίκες. Οι γυναίκες είναι σοφές. Ενώ εμείς είμαστε απλά φιλόσοφοι και θυμόσοφοι. Εμείς, ως άνδρες, δεν μπορούμε να φτάσουμε στη σοφία. Και αυτό φαίνεται και στους μεγάλους συγγραφείς, όπου η σοφία τούς αποκαλύπτεται όταν έρχονται σε επαφή με την γυναικεία τους φύση».
Μου λέει ότι σήμερα τον ενοχλούν πολλά πράγματα γύρω του και προσπαθεί να μιλήσει γι’ αυτά, όπως συνήθως κάνει, πλαγίως και διαμέσου των παραστάσεών του.
«Όλος ο κόσμος είναι σε μια αναταραχή. Η νέα τάξη πραγμάτων δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί αν δεν σπάσει ο κοινωνικός ιστός. Και ο κοινωνικός ιστός σπάει μέσα από κάποιες ΜΚΟ, οι οποίες δήθεν και καλά υπερασπίζονται την ομοφυλοφιλία. Όχι δεν πάει έτσι, και οι ίδιοι οι ομοφυλόφιλοι το έχουν καταλάβει ότι θα τους εκθέσουν και έχουν κάνει πίσω. Και αυτές οι ΜΚΟ επικαλούνται την ηθική και κατι άλλες μαλακίες. Ποιος έχει πρόβλημα σήμερα με τους γκέι; Κανείς! Κανέναν δεν ενοχλεί η παρουσία των ομοφυλόφιλων. Πουθενά. Και κάπως έτσι σπάει ο κοινωνικός ιστός. Και μετά έρχεται το «άλλο», το ξέρεις αυτό, ε;»
Τον ρωτάω ποιο είναι το «άλλο»: «Το «άλλο» μπορεί να είναι μέχρι και η αλλαγή του πολιτεύματος μας, να επιταχτούν τα σπίτια όλων μας, ξέρω εγώ. Και όταν φτάνει μέχρι και η ίδια η εφορία στο e-mail σου, μετά, το επόμενο στάδιο, είναι να ζούμε σε φαβέλες. Άρα ποιος είναι ο ρόλος του πολιτικού; Δεν είναι να παρεμβαίνει και να μεσολαβεί υπέρ του πολίτη; Ε λοιπόν, φαίνεται ξεκάθαρα ότι όλο αυτό που συμβαίνει γύρω μας διοικείται και καθοδηγείται από το τραπεζικό σύστημα. Εκεί αρχίζουν και εκεί τελειώνουν όλα. Το κόμμα που μας κυβερνά και ο Μητσοτάκης που θυμίζουν αυτόν τον κύριο που μοιάζει καλός, συνεργάσιμος, δοτικός με όλους και μετά γυρνά σπίτι και πλακώνει στο ξύλο την οικογένεια του. Κοίτα, οι πολιτικοί αισθάνονται μια απέχθεια για τον κόσμο, για εμάς. Νομίζουν ότι είναι ανώτεροι από εμάς. Αλλά δεν είναι. Είναι εγγράμματοι, αλλά κοινωνικά αναλφάβητοι. Έχουν μεγαλώσει μέσα σε ένα αποστειρωμένο περιβάλλον και έχουν κάνει σπουδές χωρίς καμιά δημιουργικότητα. Όχι απλά καμιά σπουδή δεν έχουν όλοι αυτοί, αλλά ούτε καν μόρφωση και καμιά παιδεία. Γιατί η σωστή παιδεία δεν δύναται να μυήσει, αλλά δύναται να ορίσει, δηλαδή να βάλει όρια. Και όλοι αυτοί που μας κυβερνούνε δεν έχουν όρια. Είναι ασύδοτοι».
Ζούμε σε περίεργες εποχές. Συμφωνούμε αμφότεροι σε αυτό. Περίεργες και άκρως ύποπτες. Ο καθένας από εμάς είναι αυτοστιγμεί ύποπτος και υπόλογος για το οτιδήποτε.
«Και μετά αρχίζει και αυτή η ακύρωση, ο ρατσισμός στο πολιτισμό. Ο Όμηρος, λένε κάποιοι, ήταν ρατσιστής. Πάει, καταργείται και ο Όμηρος. Και μετά, αν πεις εσύ κάτι, ενδεχομένως είσαι εσύ ρατσιστής. Και βγαίνουν φυλλάδες και σε διασύρουν δημοσίως ότι είσαι ρατσιστής. Τι βλακείες είναι αυτές. Ναι, σιγά, είμαστε όλοι ρατσιστές: ο Αφρικανός απέναντι στους λευκούς και πάει λέγοντας. Αυτά δεν μας ενδιαφέρουν, είναι αηδίες. Όποιος θέλει να είναι το οτιδήποτε, ας είναι. Εμάς αυτά δεν μας αφορούν. Είναι καλύτερα για τον οποιονδήποτε να είναι κατι, παρά εσύ να του απαγορεύεις να μην είναι κάτι».
Κάπου ενδιάμεσα στην κουβέντα μας, θυμάμαι την «Επιθυμία» που είχε κάνει πριν ακριβώς 40 χρόνια και κατόπιν την όψιμη συνεργασία του με τον Χάρρυ Κλυνν, με τον οποίο στο τέλος τα «τσουγκρίσανε».
«Υπήρχε ένα κομμάτι, ένα κείμενο ας το πούμε, που είχα γράψει εγώ, αυτό το γνωστό και κλασσικό «και κλάααααμα η κυρία» το οποίο στη συνέχεια χρησιμοποίησε χωρίς την άδειά μου και με την υπογραφή του ως έργο δικό του», μου θυμίζει και τον ρωτάω αν ποτέ τα ξαναβρήκανε με τον Βασίλη Τριανταφυλλίδη.
«Όχι, ποτέ δεν ξαναμιλήσαμε με τον Βασίλη μετά από αυτό. Απεναντίας, είχα επικοινωνία με τον μακαρίτη τον γιο του, το Νίκο. Εξαιρετικό παιδί. Κύριος και με πολλές γνώσεις γύρω από το σινεμά και τη μουσική. Αλλά, όχι, με τον Βασίλη δεν ξαναμιλήσαμε μετά από αυτό το περιστατικό», μου συνοψίζει και σηκώνεται να μου δείξει κάποιες από τις κιθάρες του –μια εκ των οποίων χρονολογείται… προ αμνημονεύτων ετών.
Την ώρα που γρατζουνάει λίγο την αγαπημένη του κιθάρα («διάολε, πόσο ξεκούρδιστη είναι», μονολογεί), βγάζει έναν αναστεναγμό και μου λέει:
«Είμαστε μια καταδικασμένη χώρα. Δεν μπορείς να προτείνεις τίποτα στον οποιονδήποτε. Όλοι αγριεύουν. Πάνε κάτι αστοιχείωτοι, κάτι ζώα και βγάζουν χρήματα και τους ακολουθεί ο κόσμος. Μιλάμε για μια κατάσταση θλιβερή. Η ίδια η χώρα αυτή σού επιβάλλει τι πρέπει να κάνεις, σε καλλιτεχνικό επίπεδο. Αν αυτό που φτιάξεις, καλλιτεχνικά, δεν έχει ένα στοιχείο από την Ανατολή, αυτομάτως απορρίπτεται από τον κόσμο», υπερτονίζει και καταλήγει εμφατικά:
«Αν μπορεί και είναι νέος κάποιος πρέπει να σηκωθεί να φύγει από εδώ. Αν είναι έξυπνος, πρέπει οπωσδήποτε να φύγει από εδώ. Ας πάνε όλοι, όσοι μπορούν, στο εξωτερικό, εκεί που γίνονται πραγματικά αξιόλογα πράγματα».
*Η σύγχρονη σατιρική παράσταση «Οχλοδοξία» του Ζορζ Πιλαλί παρουσιάζεται το Σάββατο 18 Φεβρουαρίου στο «Λουλου», επί της οδού Πειραιώς 105.
Σημεία Προπώλησης:
Ηλεκτρονικώς: viva.gr & hunteragency.gr
Τηλεφωνικώς: 11876
Εις άπαντα τα Viva Spots