Μπορεί να περιγραφεί ο έρωτας και τα συναισθήματα που γεννά; Είναι εφικτό μάλιστα αυτή η εξομολόγηση να έρθει από τη γυναικεία πλευρά, την κατά την παγιωμένη –και πατριαρχική αντίληψη- “γυναικεία σκοπιά”;

Το “Γεννιέται ο κόσμος” της Βάσιας Τζανακάρη έρχεται να απαντήσει καταφατικά σε αυτή την πρόκληση. Μέσα από ένα ενίαο αφήγημα -που είναι δομημένο πάνω σε μικρά κεφάλαια και χωρισμένο βασικά σε τέσσερα μέρη, που το καθένα έχει το όνομα και μιας από της τέσσερεις εποχές του χρόνου, η συγγραφέας φτιάχνει μια ιστορία που συλλαμβάνει με γλυκό τρόπο το πρώτο διάστημα των πιο έντονων συναισθημάτων μιας σχέσης.

Το Olafaq μίλησε με τη συγγραφέα για την αποτύπωση του έρωτα στο χαρτί, την γυναικεία παρουσία στα ελληνικά γράμματα και τον κόσμο του βιβλίου στην Ελλάδα γενικότερα.

Βάσια Τζανακάρη
Φωτ.: © Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

LINE

– Πως γεννήθηκε η ανάγκη του να γραφτεί το “Γεννιέται ο κόσμος”;
Δεν είχα μια συνολική ιδέα στο μυαλό μου για το πως θα προχωρήσει το βιβλίο, όπως και στα προηγούμενα βιβλία μου δεν λειτουργώ με αυτόν τον τρόπο, με τον στόχο ότι θα πω κάτι σχεδιασμένο στο μυαλό μου. Ξεκινώ από μια σκέψη ή μια εικόνα, είμαι πολύ οπτικός άνθρωπος, η ματιά μου είναι κινηματογραφική και συνθέτοντας εικόνες φτιάχνεται μια ροή αφήγησης. Το συγκεκριμένο βιβλίο ξεκίνησε από μια προσωπική στιγμή, όπου ο ήρωας κάνει μια πολύ καθημερινή κίνηση, ξεφλουδίζοντας ένα πορτοκάλι και αυτό με οδήγησε στην σκέψη του πως μια απλή πράξη μας κάνει να ερωτευόμαστε έναν άνθρωπο. Αυτό το απλό γεγονός γέννησε άλλες εικόνες που απαντούσαν σε συναισθήματα και σκέψεις που έπρεπε να διαχειριστώ. Στην αρχή σκέφτηκα ότι θα γίνει ένα διήγημα μπονζάι αλλά οι εικόνες πλήθαιναν και κάποια στιγμή σκέφτηκα ότι όλα τα μέρη πρέπει να ενωθούν γιατί έχουν κάτι να δώσουν. Και στην πορεία βρήκα το νήμα που συνδέει όλες αυτές τις εικόνες που είναι η αρχή ενός έρωτα και όσα συμβαίνουν σε αυτόν, τον πρώτο χρόνο, το ξάφνιασμα που σπάει τα ηλικιακά στερεότυπα ακόμη και τον αρχικό δισταγμό να εκφράσεις όσα νιώθεις. Σκέφτομαι πως καμιά φορά όσα έγραψα είναι μια ματιά ενός λαθραναγνώστη σε ένα ημερολόγιο που περιγράφει την πρώτη φάση ενός χρόνου σε μια παραλληλία με τις τέσσερις εποχές του έτους.

– Υπήρχε επομένως από ότι αντιλαμβάνομαι προσωπικό έδαφος για να εκφραστείς.
Υπάρχουν διάφορες σχολές, άλλοι ξεκινούν από όσα ξέρουν κι άλλοι σου λένε «γράψε για αυτό που δεν ξέρεις». Εγώ γράφω για ό,τι ξέρω. Φυσικά δεν ξεκινάς με μια λογική «α, έχω ζήσει αυτά και θα γράψω έτσι», κινείσαι ανύποπτα, αναδύονται πράγματα από μόνα τους και διαπιστώνεις πράγματα για τον εαυτό σου αφότου έχεις γράψει κάτι.

– Είσαι ένα άτομο βαθιά βουτηγμένο στην λογοτεχνία. Καταλαβαίνεις τις επιρροές που υπάρχουν στη γραφή σου;
Μου έχουν πει ότι όσοι γράφουν πεζό πρέπει να διαβάζουν ποίηση και το αντίθετο. Ισχύει σε ότι με αφορά η συμβουλή, η ποίηση σου δίνει ρυθμό και μελωδία στο γράψιμο. Οι επιρροές στα δικά μου γραψίματα δεν είναι όπως προείπα αποκλειστικά λογοτεχνικές, ο κινηματογράφος και η μουσική λειτουργούν πολύ ως προς το πως εμπλουτίζεται τη φαντασία μου, είναι συνυφασμένα όλα αυτά τα πεδία με το πως ζω. Απαντώντας λοιπόν στο τι με έχει επηρεάσει θα απαντήσω ότι με έχει επηρεάσει η ποίηση της φίλης μου Μυρσίνης Γκανά, που είναι μια πολύ τρυφερή ποίηση, με έχουν επηρεάσει οι στίχοι της Λίνας Νικολακοπούλου, η Μαριανίνα Κριεζή, ο Παύλος Παυλίδης, η Νίκη-Ρεβέκκα Παπαγεωργίου. Και φυσικά ο Νικ Κέιβ, δεν είναι τυχαίο ότι το πρώτο μου βιβλίο με τίτλο “11 μικροί φόνοι” είναι εμπνευσμένο από τραγούδια του συγκεκριμένου. Δεν λέω ότι αυτός είναι ο δικός μου τρόπος, απλώς όλα αυτά έπαιξαν ρόλο στο να βγει αυτό που βγήκε.

Βάσια Τζανακάρη
Φωτ.: © Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

– Πως προέκυψε, αλήθεια, ο τίτλος του βιβλίου;
Προέρχεται από το ποίημά “Ηλιόπετρα” του Οκτάβιο Παζ, ίσως το πιο γνωστό ποίημα της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας που το έκανε τραγούδι ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου. Πρόκειται να πω εδώ για μια ειρωνεία της τύχης, αφού κάποια στιγμή δούλευα σε ένα μουσικό σαιτ και δεν μπορούσε κανείς άλλος να πάει στον Θανάση, οπότε βρέθηκα εγώ εκεί όντας παιδί της ροκ, μην έχοντας καμία σχέση.  Με τον συγκεκριμένο καλλιτέχνη, επέμενα ότι δεν έπρεπε να το καλύψω εγώ, έτσι το live review που προέκυψε ήταν προβληματικό . Αργότερα επέστρεψα στην ελληνική μουσική, όπως την είχα μάθει από το σπίτι μου, και ανακάλυψα την ομορφιά της. Ο τίτλος είναι απόδειξη αυτού.

– Πέρα από την ιδιότητα της συγγραφέως υπάρχει σε εσένα και εκείνη της μεταφράστριας. Υπήρξαν βιβλία που να σε έβαλαν σε μια άλλη σχέση με τον/ην συγγραφέα και να σε ανατροφοδότησαν δημιουργικά.
Πέρα από την βιογραφία του Νικ Κέιβ τον οποίο υπεραγαπώ καλλιτεχνικά, θα έλεγα το «Ένα δικό της δωμάτιο» της Βιρτζίνα Γουλφ που είναι φεμινιστικό μανιφέστο και το θεωρώ εμβληματικό και για αυτόν τον λόγο. Επίσης το βιβλίο “Σταθμός 11” της Emily St. John Mandel, που μιλάει πριν την πανδημία του covid για την πανδημία και τις κοινωνικές και πολιτισμικές της παρενέργειες με έκανε να νιώθω ότι έχω βρει με έναν τρόπο μια αδελφή ψυχή. Χωρίς να το καταλάβω η Μάρω στο “Αδελφικό”, το προηγούμενο βιβλίο μου, έχει πολλά κοινά σημεία με τη Μιράντα του “Σταθμού 11” της Μαντέλ. Γενικά η εμπειρία στη μετάφραση από τη μια δεν βοηθάει γιατί βρίσκεσαι στο κείμενο και τον κόσμο ενός άλλου και κουράζεσαι πολύ γιατί απαιτείται μεγάλη και διαρκής προσοχή για ένα σχετικά μεγάλο διάστημα. Από την άλλη βοηθάει γιατί είσαι σε διαρκή τριβή με τη γλώσσα και έρχεσαι σε επαφή με νέες αφηγήσεις και ιδέες. Και σε έναν δεύτερο χρόνο αν έχεις «παγώσει» το δικό σου κείμενο να επιστρέψεις σε αυτό με πανοραμική ματιά. Φυσικά υπάρχει κίνδυνος να πάθεις νευρικό κλονισμό αν «τρέχεις» κάτι δικό σου παράλληλα. Και σε σχέση με τη δουλειά που της αναλογεί η μετάφραση δεν πληρώνει πολύ καλά.  Παρότι είμαι ευχαριστημένη με τις συνεργασίες μου οι αμοιβές θα έπρεπε να είναι καλύτερες, όπως ισχύει για την Ελλάδα γενικά βέβαια.

Βάσια Τζανακάρη
Φωτ.: © Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

– Επιστρέφω στο βιβλίο αυτό καθαυτό. Η ιδέα να χρησιμοποιήσεις το έργο του Στέφανου Ρόκου για το εξώφυλλο πως προέκυψε;
Προϋπήρχε το έργο, λέγεται «Τοπίο III». Ήθελα ένα εξώφυλλο ζεστό, αισιόδοξο, να βγάζει αυτό που εκπέμπει το βιβλίο. Είχα στο μυαλό μου ότι πρέπει να υπάρχει σίγουρα λευκό χρώμα και παρακολουθούσα κάποια στιγμή το σάιτ του Στέφανου γιατί μου αρέσει η δουλειά του πολύ. Όταν το είδα είπα «αυτό είναι», επικοινώνησα με τις Εκδόσεις Καστανιώτη και τον Στέφανο και δόθηκε το «πράσινο φως».

– Ακόμη και στον χώρο του βιβλίου που υποτίθεται είναι πιο πολιτισμένος υφίσταται η πατριαρχική συνθήκη. Έχεις εισπράξει συνθήκες ανισότητας ως γυναίκα μεταφράστρια και συγγραφέας;
Έχω συναντήσει μεγάλο σεξισμό στον καλλιτεχνικό χώρο ήδη από την εποχή που έγραφα σε μουσικά περιοδικά. Ξαφνιάζεσαι σταδιακά και απότομα γιατί έχεις την πλανημένη αίσθηση ότι οι άνθρωποι που έχουν ακούσει σπουδαίες μουσικές ή έχουν διαβάσει μεγάλα βιβλία θα βλέπουν τα πράγματα κάπως αλλιώς. Όταν συνειδητοποιείς ότι δεν συμβαίνει αυτό βιώνεις ένα μικρό σοκ. Στη λογοτεχνία το πιο δύσκολο για μια γυναίκα είναι ότι πρέπει διαρκώς να αποδεικνύει ότι δεν γράφει «ροζ» ή μελό. Μελό βέβαια δεν θα πουν έναν άντρα που γράφει με επίκεντρο όσα νιώθει, εκεί μάλλον θα πουν  μπράβο για το γεγονός ότι βρίσκεται σε επαφή με το συναίσθημά του. Ένας άνδρας συγγραφέας στο δεύτερο βιβλίο μπορεί «να έχει κατακτήσει μια σημαντική θέση στα ελληνική γράμματα», την ίδια στιγμή που μια γυναίκα «κάνει ακόμη ένα βήμα». Είναι ανάγκη να φύγουμε από τα στερεότυπα αυτά όσο το πιο δυνατόν πιο γρήγορα.

 

ΙΝΦΟ: Το “Γεννιέται ο κόσμος”, της Βάσιας Τζανακάρη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookBluesky και Instagram.