«Πότε ξεκίνησες να είσαι, στ’ αλήθεια, αυτό που είσαι σήμερα;», ρωτώ το ξανθό, ανήσυχο κορίτσι με τις φόρμες έξω από το Θέατρο 104, λίγο πριν αρχίσει η μεταμεσονύχτια θεατρική παράσταση για την οποία μιλά η μισή πόλη αυτήν την στιγμή.

«Δεν έχω ιδέα τι είμαι. Οπότε σε αυτή την ερώτηση δεν μπορώ να απαντήσω. Δεν έχω ιδέα τι είναι να είσαι σκηνοθέτης. Έχω ακούσει ότι σημαίνει να έχεις μέθοδο με τους ηθοποιούς. Δεν έχω. Έχω ακούσει ότι σημαίνει να κάνεις 2-3 παραστάσεις το χρόνο. Δεν το καταφέρνω. Έχω ακούσει ότι είναι να καταλαβαίνεις τα μεγάλα κείμενα. Δεν νομίζω ότι μπορώ. Αν μπορεί να σημαίνει απλώς ότι συνεργάζεσαι με κάποιους ηθοποιούς και συντελεστές για να αφηγηθείτε κάτι μαζί, – συνήθως με ελάχιστα λεφτά – αυτό το προσπαθώ.»

«Ωραία, θα μου στείλεις για την συνέντευξη ένα βιογραφικό* σου;», της λέω. «Πειράζει να είναι λίγο πειραγμένο;», μου λέει. «Επιβάλλεται», της απαντώ και γελάμε μαζί.

Είναι η Βάσια Ατταριάν που φέτος υπογράφει σκηνοθετικά την παράσταση που σας λέω πιο πάνω, την «Nostalgia Generation».

Πού να ήξερα πως σε κανα δίωρο από αυτό το γέλιο, αυτήν την άνεση θα έκλαιγα με λυγμούς, μπουκωμένη με ένα κομμάτι βασιλόπιτα, καταμεσίς του Μάη, σε μια αυλή στον Κεραμεικό, ξημερώματα Σαββάτου.

Βάσια Ατταριάν
Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

Αλλά, ας τα πάρουμε από την αρχή.

Όλα ξεκίνησαν με την υπόσχεση μιας παράστασης διαφορετικής, αντισυμβατικής και τα λοιπά λοιπά, μέσω δελτίου τύπου. Συγκεκριμένα, η Βάσια Ατταριάν σημείωσε, ως σκηνοθέτης, τα εξής:

«Το Nostalgia Generation δεν είναι ακριβώς παράσταση. Δεν είναι ακριβώς θέατρο. Δεν είναι ακριβώς περφόρμανς. Δεν είναι ακριβώς συναυλία. Είναι μάλλον ένα reunion.

Μια σκανδαλώδη άνοιξη του 2023, στο απόλυτο παρόν, συναντιόμαστε να ξεκαθαρίσουμε την αποθήκη της προσωπικής και κοινωνικής μας μνήμης, να σατυρίσουμε το σύνδρομο της νοσταλγίας που μας πιάνει μπροστά σε ένα φόρεμα με παγιέτες, ένα view master κι ένα τραγούδι ελληνικού ροκ των 90ς, να (ξανα)μάθουμε να μιλάμε “σωστά”, να γελάσουμε με την πρόωρη κρίση ηλικίας και να σας αφιερώσουμε ένα βράδυ χαοτικό με τραγούδια, σειρές, βίντεο κλιπ και…πένθος.
Σε όποια γενιά κι αν ανήκετε είστε ευπρόσδεκτ@ να γελάσετε μαζί μας, να τραγουδήσουμε παρέα τα τραγούδια εκείνα που θέλετε να μείνουν στην ιστορία αλλά κι αυτά που θέλετε να εξαφανιστούν από την παγκόσμια playlist. Φτάνει με τη νοσταλγία. Ας πιούμε σε αυτό. Δεν είναι και τόσο εύκολο όσο ακούγεται».

Η γενιά της Νοσταλγίας, λοιπόν. Αυτό είμαστε εμείς οι μιλένιαλς. Οι 30ρηδες και οι 40ρηδες αυτό είμαστε. Στήνουμε μαγαζιά με τζουκ μποξ και παλιά αντικείμενα, ακούμε κρυφά και φανερά 90s pop και γουστάρουμε τα παλιά, ελληνικά σήριαλ και τα μας κρυφολείπουν τα τσιχλοφουσκένια περιοδικά.

Η παράσταση με γέμισε μικρές και μεγάλες συναισθηματικές εκρήξεις. Αμηχανία, «μικροκοιλιές» σε σημεία, συγκίνηση, γέλιο μέχρι δακρύων (σε ένα συγκεκριμένο σημείο), χάσιμο σε σκέψεις μου με αφορμή αυτά που διαμείβονταν επί σκηνής. Και λίγο ζήλια, γιατί ποτέ δεν υπήρξα μέλος μιας τόσο μεγάλης και δεμένης παρέας.

Βάσια
Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

Η Βάσια μού επισημαίνει σχετικά με την παράσταση το εξής:

«Το Nostalgia Generation είναι μια μεγάλης διάρκειας μετακόμιση μιας παρέας όπου οι θεατές μπορούν να μπουν και να βγουν όποτε θέλουν, να τραγουδήσουν και να θυμηθούν μαζί της πράγματα και ήχους που αγάπησαν ή μίσησαν. Είναι μια κωμωδία στα όρια του sitcom και του ντοκιμαντέρ με live μουσική για όλους εκείνους που τόσο πρόωρα ξεπεράστηκαν από τις εξελίξεις και ετοιμάζονται να ‘’κάτσουν με τη νεολαία’’».

Μου έχει κάνει εντύπωση η φράση «δυστυχώς γίναμε vintage πολύ νωρίς» που διάβασα στο δελτίο τύπου και εννοείται πως ρωτάω σχετικά την Βάσια. «Κάποια στιγμή πριν 2 χρόνια μια μαθήτρια στο μάθημα θεάτρου που κάνουμε με τη Μυρτώ, είπε: Αχ θέλω να αρχίσω να φοράω αυτά τα vintage που φοράγανε τότε παλιά στα 90ς και στα 00ς. Και της έφερα φωτογραφία από την πενταήμερή μου και μου είπε ναι! Αυτό εννοω! Ή, ας πούμε, παιδιά 16 χρονών ακούνε σε ρεμίξ τα ποπ κομμάτια που ακούγαμε στις εκδρομές. Επίσης, αναπαράγουμε τον νεαρό εαυτό μας ψωνίζοντας από το H&M και βλέποντας Stranger Things.»

Στο διάλειμμα της παράστασης (η οποία έχει διάρκεια 3 ώρες, αλλά μπορείς ενώ την βλέπεις να μπαινοβγαίνεις, να είσαι στο κινητό, να πίνεις ποτό) οι ηθοποιοί βγαίνουν στο φουαγιέ και μάς παρουσιάζουν ένα μέντλεϋ με έντεχνα τραγούδια-εμβλήματα της εφηβείας και νιότης μας. Εντεχνίλες, τραγουδισμένες αλά παλαιά, σαν κιθάρα σε παραλία, καμία απόπειρα εκμοντερνισμού τους ή διασκευής της. Η μόνη διασκευή που δέχθηκε κομμάτι στην παράσταση είναι το «Ξέρω τι Ζητάω» των Hi5. Παιγμένο και τραγουδισμένο αργά, με μια κιθάρα, βγάζει τελείως άλλη αίσθηση.

Βάσια Ατταριάν
Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

Πλευρίζω πάλι την Βάσια Ατταριάν που, με τσιγάρο στο χέρι, παρακολουθεί πώς πάει το όλο πράγμα (και αν ρολάρει, όπως λένε συνεχώς οι ηθοποιοί ο ένας στην άλλη εντός της παράστασης) και την ρωτώ γιατί βλέπει και γιατί κάνει θέατρο:

«Θέατρο βλέπω γιατί δεν πρόλαβα να δω Το Σώσε στην Ελεύθερη Σκηνή. Θέατρο βλέπω γιατί κάποτε με πήγε η μαμά μου και είδα το Βίρα τις Άγκυρες, γιατί με πήγε και είδα το η Ζωή είναι Όνειρο (και με ξαναπήγε), το Καθαροί Πια, το Motherland, τις 8 γυναίκες, το Bossa Nova, το Στρίψιμο της Βίδας.

Γιατί με πήγαινε στο Αμόρε – που δεν υπάρχει πια- κάθε βδομάδα, μου έβγαζε κάθε Σεπτέμβριο εκείνη τη μυθική κάρτα που έβλεπες τα πάντα και την έχω ακόμη σε ένα συρτάρι.

Θέατρο βλέπω γιατί έχω δει το Late Night, το Βιβλίο του Εαυτού μου, το Vanya, 10 years after, το Elenit, το Utopia, τις Ευμενίδες, τα Κύματα, τον Προμηθέα, τον Σεισμό. Γιατί δεν έχω δει ακόμη το Goodbye Linditta.

Θέατρο κάνω γιατί σε λίγα από τα παραπάνω ήμουν τόσο τυχερή που τα είδα να φτιάχνονται από κοντά από πρόσωπα που εκτιμώ βαθιά. Και πολύ καθαρά για την δημιουργική συνάντηση με ολα τα πρόσωπα του Nostalgia Generation. Α! Και γιατί δεν ξέρω να κάνω σινεμα!»

«Όνειρα κάνεις; Μεγάλα, ρε παιδί μου, από αυτά που έχουν ταβάνι τον ουρανό;», την ρωτάω.

«Είναι σχετικό και έχει αλλάξει για μένα το τι είναι μεγάλο όνειρο. Οπότε ας πούμε ότι κάνω ναι. Ένα πραγματοποιείται αυτή τη στιγμή και το χρωστάω σε ολα τα πρόσωπα που θα δεις στα credits και στην αφίσα αυτής της παράστασης. Α! Και άλλο ένα πραγματοποιήθηκε τα τελευταία 3 χρόνια που βρέθηκα μέσα σε γυρίσματα!»

Κάπως μαντεύω ότι το επόμενο βήμα της Βάσιας είναι να μάθει να κάνει σινεμά. Και αισθάνομαι ότι θα κάνει καλό, φρέσκο σινεμά.

Με τον καφέ στο χέρι στο Παγκράτι, με γυαλιά ηλίου και την άνοιξη να μας έχει χτυπήσει κατακέφαλα για διάφορους λόγους, την ρωτάω μερικά πράγματα ακόμη. «Νιώθεις καμιά φορά εγκλωβισμένη σε αυτή την πόλη, σε αυτή την χώρα;», της κάνω. Και μου απαντά: «Ναι. Όταν μου συμβαίνει στην πόλη, απεγκλωβίζομαι πηγαίνοντας σε συγκεκριμένα σπίτια και εξοχικά. Ή νησιά. Για τη χώρα δεν έχω βρει λύση.»

Μερικά κλικ. Μερικές τζούρες.

Βάσια Ατταριάν
Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

«Βάσια, τι θαυμάζεις; Τι νοσταλγείς;»

«Θαυμάζω πρόσωπα που ξέρω καλά και πρόσωπα που δεν ξέρω καθόλου. Θαυμάζω την αντοχή και τη γενναιοδωρία τους, τη φαντασία τους. Νοσταλγώ πρόσωπα που έφυγαν και ή δεν τα συνάντησα ποτέ ή που δεν πρόλαβα απλώς να τους πω ότι κάπως, για κάποιο λόγο τα θαύμαζα πολύ. Νοσταλγώ επίσης μερικά γεωγραφικά σημεία, κάποια σπίτια που δεν πάω πια, μερικές βεράντες, ένα -δυο απομακρυσμένα νησιά που δεν πάω πια, 2-3 θέατρα που έκλεισαν, ένα κουβούκλιο, ένα μικρό μπαρ και 2-3 ρούχα που έλιωσαν».

Για το τέλος, της φυλάω το εξής ερώτημα: «Οι μιλένιαλς θα τον αλλάξουμε επιτέλους τον κόσμο; Εμείς οι τριαντάρηδες, τριανταπεντάρηδες, άντε και σαραντάρηδες;»

Και η Βάσια Ατταριάν μου φυλά την εξής απάντηση: «Έρχεται η gen Z με φόρα κι ας σηκώσουμε κι εμεις τα μανίκια να βοηθήσουμε κι ό,τι καταφέρουμε. Κι αν δεν την προλάβουμε την ευτυχία που έρχεται, δεν πειράζει, θα την δουν οι επόμενοι».

Της εξηγώ ότι κατάλαβα πολύ καλά γιατί πάτησα κλάματα μόλις τελείωσε η παράσταση (κι ας την βρήκα μη-παράσταση) στο 104.

Γιατί αυτό, κάπως με την ευτυχία που έρχεται και μπορεί να μην την δούμε, καθώς αναμετράμε τους εαυτούς μας με τα όνειρα, τους πεθαμένους μας, το γήρας μας το αναπόφευκτο, τους έρωτες που δεν ζήσαμε ή αυτούς που χάλασαν, τα τραγούδια που μας σταμπάρισαν καλοκαίρια και χειμώνες μας, κάπως αυτό όλο, το δυσθεώρητο σύμπαν καμωμένο από ευτελή υλικά και μικρομέγαλες ιδέες, μου έδωσε δυνατη κλωτσιά στην καρδιά.

Και αν σας αρέσει να σας κλωτσούν την καρδιά ωραίοι άνθρωποι και ωραίες σκέψεις, να πάτε κι εσείς να δείτε τη Γενιά της Νοσταλγίας. Ναι, θα φάτε και βασιλόπιτα στο τέλος. Περισσότερα δεν μπορώ να πω. Έχετε καλού κακού τα δικά σας χαρτομάντηλα, πάντως…

• • •

Η Βάσια Ατταριάν γεννήθηκε το 1989 στην Αθήνα. Έχει 5 παιδικές φίλες από το σχολείο που μιλάνε κάθε μέρα και έχει δει όλες τις σειρές της δεκαετίας του 90. Ζει σε ένα σπίτι δίπλα στον πατέρα της με τον οποίο μιλάει επίσης κάθε μέρα. Έχει δυο φίλους – οικογένεια, την Μυρτώ Μακρίδη και τον Δημήτρη Τάσαινα, με τους οποίους έχουν μαζί την ομάδα ΝΤΟΥΘ με την οποία κάνουν και θέατρο τα τελευταία δέκα χρόνια και που μιλάνε επίσης κάθε μέρα. Όλοι οι υπόλοιποι αγαπημένοι φίλοι και φίλες της παίζουν στην παράσταση Nostalgia Generation. Αισθάνεται τυχερή γιατί έχει σκηνοθετήσει παραστάσεις με την Μυρτώ Μακρίδη και μαζί κάνουν και μαθήματα θεάτρου σε εφήβους από το 2018. Τυχερή επίσης γιατί έχει σκηνοθετήσει παραστάσεις με την Μαρία Φιλίνη. Τυχερή γιατί κάνει εκτελέσεις παραγωγής με τον Σεραφείμ Ράδη.

Έχει αισθανθεί τυχερή που πέρασε αρκετά χρόνια μέσα στο Skrow Theater που δεν υπάρχει πια με όλα αυτά τα πρόσωπα.
Έχει αισθανθεί τυχερή γιατί υπήρξε βοηθός της ομάδας Blitz για μια δεκαετία και γιατί τα τελευταία τρία χρόνια συνεργάστηκε με τον Σύλλα Τζουμέρκα και πέρσι με την Homemade Films και την Μαρία Δρανδάκη. Το πιο σημαντικό πράγμα στην ζωή της θεωρεί ότι είναι περίπου είκοσι άτομα που καλύπτουν την ηλικιακή γκάμα από 75 έως 3 ετών. Και το καλοκαίρι μαζί τους.

Nostalgia Generation Θέατρο 104, Ευμολπιδών 41, Κεραμεικός, τηλ. 210 3455020
Μέχρι 28/05: Παρασκευή 23.00, Σάββατο & Κυριακή 21.30
Τιμή εισιτηρίου: 15 ευρώ, 10 ευρώ (μειωμένο)
Διάρκεια παράστασης: 180’ – Προπώληση εισιτηρίων εδώ