Όταν βγήκα πέρυσι από την αίθουσα μετά το πέρας της παράστασης “Και ἐφύτευσεν ὁ Θεος παράδεισον”, αν και αρχικά ένιωσα μουδιασμένη και ένα τεράστιο βάρος να πλακώνει το στήθος μου, δεν πέρασαν πολλά δευτερόλεπτα μέχρι να σκεφτώ «επιτέλους, κάποιος τόλμησε να μιλήσει στην Ελλάδα με τη δέουσα προσοχή και ευαισθησία για το sex trafficking». Αυτό το έκανε η Βαλέρια Δημητριάδου, η οποία βραβεύτηκε για το συγκεκριμένο -πρώτο της- έργο από την Ελληνική Ένωση Κριτικών Θεάτρου και Παραστατικών Τεχνών. Να σημειώσουμε ότι το “Και ἐφύτευσεν ὁ Θεος παράδεισον” θα επαναληφθεί την ερχόμενη σεζόν στο θέατρο Άνεσις για περιορισμένο αριθμό παραστάσεων.

Παρόλο που η σχέση της με την τέχνη ξεκίνησε από πολύ μικρή ηλικία, όταν άρχισε να πηγαίνει στο ωδείο και να μαθαίνει τις πρώτες νότες στο πιάνο, το θέατρο έμελλε να μπει αρκετά αργότερα στη ζωή της, κατά τη διάρκεια των σπουδών της στη Νομική Σχολή του Α.Π.Θ.. Η είσοδος της στη φοιτητική θεατρική ομάδα του Πολυτεχνείου ήταν κομβικό σημείο της ζωής της, γιατί όχι μόνο ανακάλυψε τι ήθελε να κάνει για το υπόλοιπο της ζωής της, αλλά και γνώρισε τους θεατρικούς τους συνοδοιπόρους, τα υπόλοιπα μέλη της εξαιρετικά δραστήριας θεατρικής ομάδας C for Circus. Η ίδια επιμελείται και συνθέτει τη μουσική των παραστάσεών τους.

Σήμερα, είναι η τελευταία παράσταση του “Ενενήντα“, του νέου έργου της Βαλέριας, το οποίο αφηγείται τη σχέση ενός ενενηντάχρονου πατέρα με τον σαραντάρη γιου του σε μια άγρια πόλη. Η δημιουργός πλέκοντας ένα εγκώμιο για τη ζωή, δείχνει ότι τα γηρατειά δε σηματοδοτούν το τέλος της, όπως η κοινωνία ή κάποιοι από εμάς μπορεί να πιστεύουμε.

Αν και ο γέρος νιώθει ότι η ζωή του βρίσκεται ακόμα μπροστά του, ο γιος αποφασίζει να τον κλείσει σε γηροκομείο για το “καλό” του. Αυτό είναι και ένα από τα σχόλια του “Ενενήντα”. Δυστυχώς, είναι σύνηθες στη σημερινή εποχή, οι ηλικιωμένοι να μη μπορούν να ζήσουν όπως θέλουν και ουσιαστικά να αποφασίζουν τα παιδιά τους γι’ αυτούς, ακόμα κι όταν δεν είναι πραγματικά ανήμποροι, σωματικά ή νοητικά.

Προτάσσοντας την ενσυναίσθηση και την αλληλεγγύη η παράσταση -που έγινε sold out λίγες μέρες αφότου άνοιξε η προπώληση- αποτελεί μία ωδή στο δικαίωμα των ανθρώπων της τρίτης ηλικίας να ζήσουν ελεύθερα, όπως θέλουν αυτοί, χωρίς να (κατα)πιέζονται από τις κοινωνικές επιταγές.

 

Βαλέρια Δημητριάδου
Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

Η Βαλέρια Δημητριάδου μία ανάσα πριν την τελευταία παράσταση του “Ενενήντα” μας μίλησε για τα γηρατειά αλλά και για πώς επηρεάζει η στάση της κοινωνίας τις ζωές των ηλικιωμένων.

– Έχετε αποφοιτήσει από τη Νομική Σχολή του Α.Π.Θ.. Τι σας έκανε να μην ασχοληθείτε με τη Νομική και να κατέβετε στην Αθήνα να σπουδάσετε υποκριτική;
Από την πρώτη χρόνια που ήμουν στη Νομική, έπειτα από προτροπή της κολλητής μου με την οποία σπουδάσαμε μαζί, μπήκα σε φοιτητική θεατρική ομάδα. Δεν είχα φανταστεί σε καμία περίπτωση ότι θα ασχολιόμουν με αυτό επαγγελματικά, πήγαμε απλώς για να περνάμε πιο δημιουργικά τον ελεύθερό μας χρόνο. Έναν χρόνο μετά, φτιάξαμε και την ομάδα μου, τους C for Circus και δεν είχα μυαλό για τίποτα άλλο. Το μόνο που ήθελα ήταν να βρίσκομαι με αυτούς τους ανθρώπους και να κάνουμε πρόβες. Ώσπου, κατάλαβα ότι δεν μπορώ να ασχοληθώ με κάτι άλλο. Αυτό ήταν που με εξέφραζε, αυτό με γέμιζε. Να συναντιέμαι με ανθρώπους και να πλάθουμε δικούς μας κόσμους από το μηδέν.

– Το επάγγελμα του ηθοποιού για πολλούς είναι συνυφασμένο με την ανεργία. Αυτό σας φόβισε κατά τα πρώτα σας βήματα;
Πιο πολύ φόβιζε τη μαμά μου νομίζω, παρά εμένα. Θεωρώ ότι επειδή δε μου ήρθαν ποτέ εύκολα τα πράγματα στη ζωή μου, έχω εκπαιδευτεί στο να μην τα βάζω εύκολα κάτω. Οπότε, ακόμα κι αν δεν κατάφερνα να πραγματοποιήσω το όνειρο μου να εργαστώ σε αυτόν τον χώρο, πιστεύω πως αφού θα έπεφτα για λίγο ψυχολογικά θα σηκωνόμουν και θα έβρισκα έναν τρόπο να βιοποριστώ.

– Οι γονείς σας στήριξαν αυτή σας την απόφαση;
Όταν είπα στη μαμά μου ότι θέλω να δώσω στο Εθνικό, δεν ταρακουνήθηκε ιδιαίτερα. Προφανώς δεν πίστευε ότι θα περνούσα και μου είπε: «Αν αυτό έχεις ανάγκη, εννοείται να το κάνεις». Ούτε εγώ το πίστευα δηλαδή, αντικειμενικά είναι πολύ λίγες οι πιθανότητες. Από τη στιγμή όμως που έδωσα και πέρασα, το πήρε απόφαση και έκτοτε με στηρίζει πολύ σε όλα μου τα βήματα.

Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

– Πόσο δύσκολο είναι να είσαι δημιουργός και ηθοποιός στη σημερινή Ελλάδα;
Πολύ. Η απαξίωση που βιώνουμε στον κλάδο μας είναι γνωστή τοις πάσι πλέον. Ιδίως με το ΠΔ 85/2022. Παρόλα αυτά, παρότι είναι πράγματι πολύ δύσκολος ο χώρος, για κάποιον λόγο έχει σταματήσει να με απασχολεί (σε προσωπικό επίπεδο εννοώ). Βασική αιτία είναι η ασφάλεια που μου παρέχει η ύπαρξη της ομάδας μου και όλων των ανθρώπων με τους οποίους επιλέγω να συνεργάζομαι. Σανίδα σωτηρίας μες στο χάος να συμπορεύεσαι με ανθρώπους που εκτιμάς και αγαπάς.

– Με τα υπόλοιπα μέλη των C for Circus πώς συναντηθήκατε;
Γνωριστήκαμε το 2007, στη ΘΟΠ (θεατρική ομάδα Πολυτεχνείου). Ταιριάξαμε από νωρίς ως φίλοι και από τον Μάιο του 2008 που δημιουργήθηκε και η ομάδα, αρχίσαμε να ζυμωνόμαστε παρέα και ως καλλιτέχνες.

– Τα τελευταία χρόνια έχουν εμφανιστεί αρκετές θεατρικές ομάδες, γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό; Ποια είναι η σημερινή σημασία της ομάδας;
Σίγουρα παίζει ρόλο η ανεργία. Η υπερπροσφορά που υπάρχει σε σχέση με τη ζήτηση. Εκατοντάδες σπουδαστές βγαίνουν κάθε χρόνο από τις σχολές και ζουν μες στην αγωνία για το αν θα προκύψει κάποια δουλειά. Και όταν προκύπτει αντί να την χαρούν, ζουν μες στο άγχος για το αν και πότε θα έρθει η επόμενη. Είναι δυσβάσταχτο όλο αυτό. Οπότε η ανάγκη της δημιουργίας ενώνει τους ανθρώπους και δεν είναι καθόλου τυχαίο που βλέπουμε να γίνονται τόσο σπουδαία πράγματα από ομάδες. Γιατί όπως και να το κάνεις, η συλλογική διαδικασία, μπορεί να ενέχει πολλούς κινδύνους και δυσκολίες, ταυτόχρονα όμως παράγει και κάτι πολύ καθολικό και ουσιαστικό.

Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

– Πώς αποφασίσατε να μιλήσετε για τα γηρατειά στο νέο σας έργο, “Ενενήντα”;
Το γήρας ήταν πάντα ένα από τα θέματα που με απασχολούσαν και πιστεύω πως δεν υπάρχει άνθρωπος που να μην τον απασχολεί η φθορά του χρόνου. Αυτό που αντιλαμβάνομαι όμως είναι ότι πιο πολύ αγχωνόμαστε με τις επιπτώσεις του γήρατος στην εικόνα μας παρά στην ουσιαστική φθορά που επέρχεται. Υπάρχει δηλαδή όλο και περισσότερο ανάγκη να δείχνουμε νέοι εξωτερικά, χωρίς όμως να ασχολούμαστε με το τι συμβαίνει μέσα μας. Όσο περνάνε τα χρόνια η βαρύτητα κερδίζει και θέλει μεγαλύτερη αντίσταση. Δεν το λέω ως κάτι εύκολο, ούτε αυτονόητο. Όμως η κοινωνία με τους περιορισμούς της και τον ηλικιακό ρατσισμό που τη διακρίνει, αλλά κι εμείς οι ίδιοι ακολουθώντας τα πρέπει των άλλων, επιτρέπουμε τη φθίση θεωρώντας δεδομένο ότι αφού μεγαλώνουμε δεν μπορούμε να κάνουμε πράγματα. Οπότε, το έργο μέσα από την ιστορία ενός γέρου στην πραγματικότητα μιλάει για τη ζωή και τον τρόπο που επιλέγουμε να σταθούμε απέναντί της.

– Θεωρείτε ότι η κοινωνία “αφήνει” την τρίτη ηλικία να ζήσει όπως θέλει;
Όπως προανέφερα, σε ό,τι αφορά ζητήματα που αφορούν τη φυσική φθορά του νου και του σώματος το γήρας είναι κάτι το αντικειμενικό. Όλοι αργά ή γρήγορα γερνάνε. Το θέμα είναι το πώς γερνάνε. Ακολουθώντας τις πραγματικές τους επιθυμίες ή αυτά που είναι κοινωνικά αποδεκτά για την ηλικία τους; Ας σκεφτεί ο καθένας και η καθεμία από μας. Ποια είναι η πρώτη μας αντίδραση όταν βλέπουμε μια ηλικιωμένη γυναίκα να φοράει μίνι; Ποια είναι όταν βλέπουμε ανθρώπους αυτής της ηλικίας να βγαίνουν έξω σε μπαρ και να χορεύουν; Να κάνουν γυμνισμό, να φιλιούνται, να να να… Δεν καταλαβαίνω γιατί μας είναι τόσο οικείο έως απολαυστικό να τα βλέπουμε όλα αυτά σε νέους ανθρώπους, ενώ σε ανθρώπους μεγαλύτερους μάς κακοφαίνεται ή θεωρούμε ότι έχουν κάποιο πρόβλημα και φέρονται αλλόκοτα. Ότι δεν έχουν αποδεχτεί το γήρας και ότι δεν αρμόζει στην ηλικία τους να φέρονται έτσι. Ποιος ορίζει το τι αρμόζει και δεν αρμόζει να κάνει κάποιος άλλος; Αυτού του είδους τα ερωτήματα με οδήγησαν και στη συγγραφή αυτού του έργου.

Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

– Ποια πιστεύετε ότι είναι η ευθύνη του ηθοποιού στη σημερινή εποχή; Υπάρχει ευθύνη;
Βαριά λέξη η ευθύνη και δε θεωρώ ότι η τέχνη πρέπει να έχει κάποιο βάρος στις πλάτες της. Αρκετά έχει από μόνη της. Το σημαντικό είναι ο ηθοποιός και οι καλλιτέχνες εν γένει να ακούνε την ανάγκη τους και να επικοινωνούν όσα τους αφορούν πραγματικά, είτε συνάδουν με την εποχή είτε όχι.

– Την επόμενη θεατρική σεζόν θα επαναληφθεί το πρώτο σας έργο, “Και ἐφύτευσεν ὁ Θεος παράδεισον”. Τι έχετε αποκομίσει από τα πρώτα σας δύο έργα;
Καλώς ή κακώς τον “Και ἐφύτευσεν ὁ Θεός παράδεισον” το είδαν περισσότεροι άνθρωποι. Ο αριθμός των παραστάσεων στο Φεστιβάλ είναι περιορισμένος, οπότε και οι άνθρωποι που παρακολουθούν τις παραστάσεις είναι σαφώς λιγότεροι. Παρόλα αυτά, και στα δύο έργα αυτό που με ανακούφισε είναι ότι οι όσοι τα είδαν, άκουσαν τις ιστορίες. Δεν ξέρω κατά πόσο τους άρεσαν ή τους αφορούσαν -γιατί στα δικά σου αυτιά φτάνουν συνήθως μόνο τα θετικά σχόλια- σε κάθε περίπτωση εγώ έκανα ό,τι μπορούσα και είχα δυο υπέροχες συνεργασίες με πολλούς αξιόλογους ηθοποιούς και συντελεστές, κάνοντας το όραμά μου και δικό τους.

Ταυτότητα παράστασης “Ενενήντα”

Κείμενο – Σκηνοθεσία Βαλέρια Δημητριάδου
Σκηνικά Τίνα Τζόκα
Κοστούμια Δήμος Κλιμενώφ
Σχεδιασμός φωτισμού Τάσος Παλαιορούτας
Κίνηση Κατερίνα Φωτιάδη
Mουσική Βαλέρια Δημητριάδου
Βοηθός σκηνοθέτιδας Αθηνά Σακαλή
Σχεδιασμός ήχου Φοίβος Παπαγιάννης
Παίζουν (με αλφαβητική σειρά) Βαγγέλης Αμπατζής, Αντριάνα Ανδρεόβιτς, Κωνσταντίνος Ασπιώτης, Έλη Δρίβα, Μαρία Κατσανδρή, Μιχάλης Πανάδης, Δημήτρης Παπαγιάννης, Μαριάμ Ρουχάτζε
Οργάνωση – Εκτέλεση παραγωγής Χρύσα Κοτταράκου, Βασιλεία Τάσκου

Πληροφορίες: https://aefestival.gr/festival_events/eneninta/