Οι “ultras” είναι φανατικοί χούλιγκανς, γνωστοί για τη βίαιη δράση τους. Ο όρος προέρχεται (μάλλον) από την Ιταλία, αλλά χρησιμοποιείται παγκοσμίως για να περιγράψει κυρίως οργανωμένους (και ακραία φανατισμένους) οπαδούς ομάδων. Στην Ελλάδα, οι περισσότερες επαγγελματικές ομάδες ποδοσφαίρου έχουν και μια ομάδα ultras. Οι περισσότερες από αυτές έχουν πάρει το όνομά τους από το νούμερο της θύρας που τους φιλοξενεί σε κάθε αγώνα της ομάδας τους εντός έδρας. Άλλες ομάδες έχουν διαφορετικά ονόματα ή δεν έχουν καθόλου ξεχωριστά ονόματα και απλώς έχουν πάρει το όνομά τους από την ομάδα που υποστηρίζουν. Η συμπεριφορική τάση αυτών των ομάδων είναι λίγο πολύ γνωστή, περιλαμβάνει φυσικά το τραγούδι ποδοσφαιρικών ύμνων και συνθημάτων, παρελάσεις σε πολεμικό ρυθμό στρατιωτικών τυμπάνων, τη χρήση φωτοβολίδων και καπνογόνων, τη φωνητική υποστήριξη στις πιο μεγάλες ομάδες και την ανάρτηση σημαιών και πανό στα ποδοσφαιρικά γήπεδα, τα οποία αποσκοπούν στη δημιουργία μιας ατμόσφαιρας που θα ενθαρρύνει τη δική τους ομάδα και θα εκφοβίζει τους αντίπαλους παίκτες και τους οπαδούς τους. Οι ομάδες αυτές διοργανώνουν επίσης οργανωμένα ταξίδια για να παρακολουθήσουν εκτός έδρας αγώνες.

Η βίαιη δράση των ομάδων ultras έχει αναδειχθεί σε ένα από τα πιο ανησυχητικά φαινόμενα στον κόσμο του ποδοσφαίρου, με την ένταση και τη βία να εξαπλώνονται πλέον στα περισσότερα ευρωπαϊκά γήπεδα. Αυτές οι οργανωμένες ομάδες οπαδών, γνωστές για την αφοσίωσή τους στις ομάδες που υποστηρίζουν, συχνά υπερβαίνουν τα όρια της υποστήριξης και καταφεύγουν σε ακραίες πράξεις βίας, προκαλώντας πρωτίστως σοβαρές κοινωνικές και αθλητικές επιπτώσεις. Από την Ιταλία μέχρι την Ελλάδα, και από τη Ρωσία μέχρι την Αγγλία, η βία στα γήπεδα έχει γίνει ένα σχεδόν αναπόφευκτο κομμάτι των ποδοσφαιρικών αγώνων. Οι συγκρούσεις μεταξύ ultras αντίπαλων ομάδων, καθώς και οι επιθέσεις κατά της αστυνομίας και των φιλάθλων, έχουν γίνει ένα καθημερινό φαινόμενο. Και αν κάποιος θέλει να ψάξει να βρει τη ρίζα αυτής της βίας τότε θα ανακαλύψει ότι όλα σχετίζονται με πολιτικά, κοινωνικά, και εθνικιστικά κίνητρα, προσθέτοντας έτσι έναν επιπλέον στρώμα κινδύνου στην ήδη εύφλεκτη ατμόσφαιρα ενός κρίσιμου αγώνα.

Η διάδοση της βίας στα γήπεδα δεν περιορίζεται μόνο στις φυσικές συγκρούσεις. Η ρητορική του μίσους, η χρήση ναρκωτικών, και η προβολή συμβόλων που παραπέμπουν σε ακραίες ιδεολογίες έχουν γίνει χαρακτηριστικά γνωρίσματα πολλών ομάδων ultras. Αυτή η μορφή βίας δεν πλήττει μόνο τους συμμετέχοντες, αλλά διαβρώνει και την αίσθηση όποιου αθλητικού πνεύματος έχει διασωθεί στις μέρες μας, υπονομεύοντας τη διασκέδαση και την ενότητα που υποτίθεται ότι το ποδόσφαιρο προάγει. Η απάντηση των αρχών και των συλλόγων ποδοσφαίρου είναι σταθερά ανάμεικτη. Παρά τα αυστηρότερα μέτρα ασφαλείας και τις ποινές για τους παραβάτες, η βία συνεχίζει να είναι ένα σοβαρό πρόβλημα. Οι προσπάθειες αντιμετώπισης της βίας δεν μπορούν να περιοριστούν μόνο σε αστυνομικά μέτρα, αλλά απαιτούνται και κοινωνικές παρεμβάσεις που θα αποδομήσουν τη νοοτροπία της βίας και θα ενισχύσουν τις αξίες του αθλητισμού.

Φωτ.: © John Bolloten

Το φαινόμενο των ultras είναι σύνθετο και βαθιά ριζωμένο στην ιστορία και την κοινωνική δομή πολλών χωρών. Παρότι η κουλτούρα των ultras είναι διαδεδομένη σε όλη την Ευρώπη, η ιστορία της Elita έχει βαθιά ριζωθεί στην ίδια την ιστορία της Γεωργίας και της Τιφλίδας. Στα μέσα του 20ού αιώνα και μέχρι το 1991, η Ντιναμό Τιφλίδας αγωνιζόταν στην κορυφή της ποδοσφαιρικής ιεραρχίας της Σοβιετικής Ένωσης, στη θρυλική σοβιετική κορυφαία λίγκα, πλάι σε ιστορικές ομάδες όπως η Ντιναμό Κιέβου και η Σπαρτάκ Μόσχας. Όμως, με την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, η Ντινάμο Τιλφίδας βρέθηκε μαζί με άλλες γεωργιανές ομάδες στο νέο μονοπάτι της Erovnuli Liga, το κορυφαίο πρωτάθλημα της χώρας. Ήταν τότε που οι ομάδες των ultras άρχισαν να βγαίνουν στο φως, συνδέοντας την παρουσία τους με την αναγέννηση του γεωργιανού ποδοσφαίρου.

Φωτ.: © John Bolloten

Πριν έναν χρόνο περίπου, ο Βρετανός φωτογράφος John Bolloten πέρασε τις περιστρεφόμενες πύλες του μεγαλοπρεπούς γηπέδου Boris Paichadze Dinamo Arena στην Τιφλίδα της Γεωργίας, ένα στάδιο που μπορεί να φιλοξενήσει μέχρι 54.000 ψυχές, και βρήκε τη θέση του στην καρδιά του Sector 17. Με τις κερκίδες να υψώνονται απότομα σαν κυματιστές κορυφογραμμές γύρω του, στράφηκε προς το πλήθος και άρχισε να απαθανατίζει με τον φακό του τους άνδρες που στέκονταν πίσω του –οι περισσότεροι γυμνόστηθοι, με ξυρισμένα κεφάλια, βρυχώνταν ομαδικά καθώς ο αγώνας ξεκινούσε. Αυτοί ήταν οι άνδρες της Elita, της κεντρικής ομάδας των ultras που ακολουθεί την Dinamo Tbilisi, οι οποίοι είχαν προσκαλέσει τον Bolloten να ζήσει αυτή τη μοναδική εμπειρία δίπλα τους, μετά από μια επικοινωνία που είχαν αναπτύξει πιο πριν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.

Οι φωτογραφίες του John Bolloten από τις ανήσυχες μέρες στην Τιφλίδα βρήκαν το δρόμο τους στο εξαιρετικό φωτογραφικό λεύκωμα “Tbilisi Raw”, ένα μοναδικό ασπρόμαυρο ντοκουμέντο το οποίο προσφέρει μια ωμή (και συχνά ανησυχητική) ματιά στον σκοτεινό κόσμο των ακροδεξιών ultras της Γεωργίας. Μέσα από τις έντονες, ασπρόμαυρες εικόνες, ο Bolloten καταγράφει τη βία, την αγριότητα και την ακραία ιδεολογία που χαρακτηρίζει αυτές τις ομάδες, οι οποίες συχνά συνδέονται με τον εθνικισμό και τον ρατσισμό. Παράλληλα, με κάποιον διεστραμμένο τρόπο εξυμνεί την ενότητα, την αδελφικότητα και τη συντροφικότητα, άσχετα αν όλα αυτά έρχονται από ένα “εχθρικό” περιβάλλον. Το έργο του αναδεικνύει την ατμόσφαιρα εκφοβισμού και τη σκληρή πραγματικότητα πίσω από τα γήπεδα της Τιφλίδας, προβάλλοντας ένα κομμάτι της γεωργιανής κοινωνίας που σπάνια έρχεται στο φως, και προκαλώντας προβληματισμό για την άνοδο του εξτρεμισμού στην περιοχή.

Φωτ.: © John Bolloten

Τα τρέχοντα εν εξελίξει έργα του John Bolloten περιλαμβάνουν επίσης τις σειρές “Blood Brothers” (αγώνες με γυμνά χέρια), “Levelling Up” (μια ανησυχητική καταγραφή της παρακμής των πόλεων της Βρετανίας), “Generation Grime” (μια σε βάθος μελέτη της βόρειας σκηνής grime και drill) και “The Life and Times of Shuttle Athletic” που τον βλέπει να επιστρέφει στο κυριακάτικο ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα του Μπράντφορντ. Με αφορμή το βιβλίο του “Tbilisi Raw”, το οποίο απέσπασε εξαιρετικές κριτικές από τον διεθνή Τύπο, το OLAFAQ συνομίλησε μαζί του, μπαίνοντας με τα λόγια του βαθιά στο γεωργιανό underground ανάμεσα στους χούλιγκανς και τους skinheads.

– Πού μεγάλωσες;  Όταν ήσουν μικρός, είχες κάποια αίσθηση τι δημιουργική πορεία θα ακολουθούσε η ζωή σου;
Γεννήθηκα το 1965 στο Μπράιτον της Αγγλίας και έζησα εκεί μέχρι τα 9 μου χρόνια. Στη συνέχεια, μετακομίσαμε στο Εδιμβούργο της Σκωτίας το 1974, όπου έζησα μέχρι τα 18 μου χρόνια. Από εκεί, το 1983, έφτασα στο Μπράντφορντ της Αγγλίας και μέχρι σήμερα βρίσκομαι ακόμα εδώ. Δεν είχα ιδέα για οποιαδήποτε δημιουργική πορεία μέχρι που ήρθε το punk το 1976 και είχα την ιδέα να μάθω 3 συγχορδίες και να φτιάξω μια μπάντα. Αυτό με οδήγησε στο να έχω μια μακρά μουσική καριέρα.

– Mε τη φωτογραφία πώς ήρθες σε επαφή; Τι σε τράβηξε σε αυτήν; Ποια ήταν η πρώτη σου κάμερα;
Πάντα μου άρεσε η φωτογραφία, ειδικά η μουσική φωτογραφία και οι εικόνες από τη σκηνή της πανκ και της ρέγκε. Μου άρεσαν επίσης πολύ τα εξώφυλλα των άλμπουμ της Blue Note Records. Ωστόσο, δεν σκέφτηκα ποτέ να ασχοληθώ με τη φωτογραφία μέχρι που στα 43 μου αγόρασα μια entry-level Canon DSLR. Μου άρεσε πολύ, μέχρι σε εμμονικό σημείο, αλλά χρειάστηκαν μερικά χρόνια μέχρι να αρχίσω να βγάζω φωτογραφίες που να είναι καλές.

– Πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος των ανθρώπων στις φωτογραφίες σου και γιατί;
Πολύ σημαντικός. Ενδιαφέρομαι περισσότερο για τους ανθρώπους και τι κάνουν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Βγάζω όμως αρκετές φωτογραφίες που ονομάζω αστικά τοπία, οι οποίες σε μεγάλο βαθμό δεν έχουν ανθρώπους στο κάδρο. Χρησιμοποιώ τη φωτογραφία ως έναν τρόπο για να επικοινωνήσω με τους ανθρώπους και με ενδιαφέρουν περισσότερο οι κόσμοι που συχνά είναι κρυμμένοι από την κυρίαρχη κοινωνία.

Φωτ.: © John Bolloten

– Τι σε τράβηξε στην κουλτούρα των “ultras” και συγκεκριμένα στην ομάδα Elita της Ντιναμό Τιφλίδας;
Πάντα πίστευα ότι το να φωτογραφίζω τη ζωή των χούλιγκανς του ποδοσφαίρου θα ήταν κάτι πολύ ενδιαφέρον. Μεγαλώνοντας στη δεκαετία του 1970, δεν μπορούσες να ξεφύγεις από αυτό το φαινόμενο. Δεν αφορούσε μόνο τα Σάββατα, ήταν κυριολεκτικά η ζωή κάθε μέρας. Μεγαλώνοντας στο Εδιμβούργο, το να φοράς κασκόλ ποδοσφαίρου μπορούσε να σημαίνει ότι θα σε κλωτσούσαν στο κεφάλι ανά πάσα στιγμή. Όσον αφορά την Elita, μετά από κάποια έρευνα τους βρήκα και ήρθα σε επαφή μαζί τους. Δεν γνώριζα πολλά γι’ αυτούς πριν έρθω στην Τιφλίδα της Γεωργίας.

– Πώς προσέγγισες την Elita στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και ποια ήταν η αρχική τους αντίδραση στο αίτημά σου να τους φωτογραφίσεις;
Τους έστειλα μήνυμα στο Instagram και εξεπλάγην πολύ που μου απάντησαν. Μου είπαν αργότερα ότι είχαν κοιτάξει τη σελίδα μου στο Instagram και μπορούσαν να δουν ότι δεν ήμουν μπάτσος και επίσης τσέκαραν ότι συνήθιζε να εργάζομαι σε underground σκηνές. Μετά από κάποια συζήτηση με κάλεσαν να τους συναντήσω στο στάδιο την επόμενη μέρα. 

– Τι ένιωσες όταν μπήκες για πρώτη φορά στην Dinamo Arena, και βρήκες τη θέση σου περιτριγυρισμένος από μια τόσο έντονη ατμόσφαιρα;
Όλη η βραδιά ήταν πολύ σουρεαλιστική για να είμαι ειλικρινής. Το γεωργιανό ποδόσφαιρο βρίσκεται σε ύφεση και παρόλο που η Dinamo Arena είναι γεμάτη ιστορία και δόξα, οι αγώνες πλέον παρακολουθούνται ελάχιστα. Η πιο πολυσύχναστη περιοχή του γηπέδουν ήταν ο τομέας 17, ο οποίος είναι ένας εντελώς κλειστός τομέας που κατοικείται αποκλειστικά από την Elita. Η είσοδος σε αυτόν απαγορεύεται στους ξένους. Υπήρχαν περίπου 100 μέλη της Elita εκεί και στην αρχή απλά κρατούσα τον εαυτό μου ήρεμο και περίμενα να δω πώς θα εξελιχθούν όλα.

Φωτ.: © John Bolloten

– Θα μπορούσες να μας περιγράψεις λίγο τη δυναμική ή την ένταση μεταξύ των μελών της Elita και του υπόλοιπου κοινού κατά τη διάρκεια του αγώνα; Υπήρχε κάτι στην ατμόσφαιρα που επηρρέασε τη φωτογραφία σου;
Λοιπόν, τα πράγματα δεν άργησαν να ξεκινήσουν και να ανάψουν τα αίματα. Υπήρξε κάποια διαφωνία με μερικούς Ρώσους σε μια διπλανή θύρα, και μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα τρεις ή τέσσερις Elita βγήκαν από τον τομέα τους κυνηγώντας τους και στη συνέχεια τους χτύπησαν τα κεφάλια. Τότε ήταν που κατάλαβα ότι βρισκόμουν μπροστά σε πολύ σοβαρούς και βίαιους νεαρούς. Όταν οι τύποι επέστρεψαν ήταν όλοι χαμογελαστοί και χαρούμενοι και αυτό έσπασε κάπως τον πάγο. Μετά από αυτό προσπαθούσα απλώς να κάνω καλά τη δουλειά μου και να τραβήξω δυνατές εικόνες. Μερικοί τύποι έβγαλαν τα μπλουζάκια τους και μπορούσα να δω ότι είχαν νεοναζιστικά τατουάζ, οπότε φρόντισα να τραβήξω όσες περισσότερες φωτογραφίες μπορούσα με ό,τι έβρισκα πραγματικά ενδιαφέρον. Βέβαια, θα πρέπει εδώ να πω ότι όλοι στον τομέα ήταν φιλικοί και δεν είχα κανένα πρόβλημα όσο βρισκόμουν εκεί μέσα.

– Η φωτογραφία σου μοιάζει συχνά φτιαγμένη για να αποτυπώνει ωμές και ειλικρινείς στιγμές. Πώς πετυχαίνει κανείς αυτό το επίπεδο αυθεντικότητας σε ένα φορτισμένο περιβάλλον όπως ένας ποδοσφαιρικός αγώνας, περικυκλωμένος από μια βίαιη παρέα;
Είμαι απόλυτα επικεντρωμένος στην προσπάθεια να τραβήξω πραγματικά δυνατές φωτογραφίες, όποιο κι αν είναι το περιβάλλον. Φωτογραφίζω με ευρυγώνιο φακό, οπότε πρέπει να πλησιάζω πολύ κοντά, οπότε πρέπει να το εξισορροπώ αυτό με την προσωπική μου ασφάλεια και την αντίδραση αυτού που φωτογραφίζω. Έχω συνηθίσει να βρίσκομαι σε υπόγειες σκηνές και συνήθως πρόκειται για ένα κλειστό περιβάλλον, μακριά από το κοινό. Έτσι, όταν γίνεσαι αποδεκτός, δεν είναι σαν να βρίσκεσαι στο δρόμο, όπου μπορεί να συμβεί οτιδήποτε. Χρησιμοποιώ μικρή φωτογραφική μηχανή και φακό και προσπαθώ να είμαι διακριτικός και μη απειλητικός. Νομίζω ότι όταν οι άνθρωποι νιώθουν άνετα με την παρουσία σου και βλέπουν ότι ξέρεις τι κάνεις, τότε είναι πιο εύκολο να είσαι στη σωστή ζώνη.

Φωτ.: © John Bolloten

– Υπήρξαν περίεργες στιγμές; Ή ιδιαίτερες προκλήσεις που αντιμετώπισες κατά τη φωτογράφηση των ultras; Πώς τις ξεπέρασες;
Ναι, υπήρξαν μερικές. Η κυριότερη που ξεχωρίζει είναι αυτό που συνέβη μετά τον πρώτο αγώνα που παρακολούθησα με την Elita. Όλα είχαν πάει καλά, ήταν όλοι σε καλή διάθεση και ήμουν χαρούμενος γιατί ήξερα ότι είχα κάνει μερικές πολύ δυνατές εικόνες. Μαζευτήκαμε έξω από το γήπεδο και με ρώτησαν τι έκανα τώρα. Είπα ότι δεν είχα κανένα σχέδιο και με κάλεσαν να τους ακολουθήσω. Δέχτηκα και μπήκα σε ένα αυτοκίνητο μαζί με άλλους τρεις. Τρέχαμε με ταχύτητα στους δρόμους της Τιφλίδας και ρώτησα πού πηγαίναμε. Μου είπαν ότι επρόκειτο να επιτεθούν σε κάποιους αντίπαλους υπερήλικες που βρίσκονταν σε ένα στάδιο στα περίχωρα της πόλης. Για να μην τα πολυλογώ, βρέθηκα σε μια μεγάλη οδομαχία, πήρα δύο αξιοποιήσιμα καρέ και μπόρεσα να βγω από αυτό το επεισόδιο με ασφάλεια. Αυτό κέρδισε μαζικά τον σεβασμό τους και έθεσε τις βάσεις για να συνεχίσω να συνεργάζομαι μαζί τους και να φτιάξω το πρώτο φωτογραφικό λεύκωμα που μπαίνει βαθιά μέσα στη ζωή μιας ομάδας ultras. Παρά τους κινδύνους, ήταν μια από τις σπουδαιότερες εμπειρίες της ζωής μου. 

– Τι συναισθήματα ή ιστορίες προσπαθούσες να μεταφέρεις μέσα από αυτές τις φωτογραφίες της ομάδας Elita;
Προσπαθώ πάντα να εργάζομαι με ειλικρίνεια και να καταγράφω με ακεραιότητα, ανεξάρτητα από το ποιοι είναι οι άνθρωποι. Η οικειότητα βρίσκεται στο επίκεντρο όλων όσων κάνω και θέλω ο θεατής να αισθάνεται ότι βρίσκεται ακριβώς εκεί. Γνωρίζω ότι οι εικόνες μου μπορεί να προκαλέσουν δυσάρεστη θέαση, αλλά είναι όλες αυθεντικές, τίποτα δεν είναι στημένο για την κάμερα. –

– Πιστεύεις ότι η παρουσία ενός φωτογράφου επηρέασε τη συμπεριφορά των μελών της Elita κατά τη διάρκεια αυτών των συναντήσεων, αν επηρέασε καθόλου;
Δεν νομίζω ότι είχε μεγάλο αντίκτυπο, αν είχε, για να είμαι ειλικρινής. Κάνουν αυτό που πρόκειται να κάνουν. Η μόνη διαφορά είναι ότι προγραμμάτισαν κάποια πράγματα να συμβούν όσο ήμουν εκεί, όπως μια μεταμεσονύχτια δράση γκράφιτι, την οποία θα έκαναν ούτως ή άλλως.

Φωτ.: © John Bolloten

– Συνεχίζεις να κρατάς επαφή με την Elita;
Ναι, έχω μια ισχυρή σχέση με ορισμένα μέλη της Elita και διατηρώ επαφή μαζί τους. Ξέρω ότι είμαι ευπρόσδεκτος εκεί ανά πάσα στιγμή και μια μέρα ελπίζω να επιστρέψω. Δεν μπορώ να πω ότι ενδιαφέρομαι να συνεργαστώ με οποιαδήποτε άλλη ομάδα ultras, καθώς θα ήταν δύσκολο να ξεπεράσω τη δουλειά που κατάφερα να πετύχω με την Elita.

– Τι θα ήθελες ιδανικά να πάρουν οι θεατές από τις φωτογραφίες και από αυτή την εμπειρία σου;
Με όλες τις δουλειές μου, θέλω να δώσω μια οικεία εικόνα σε κόσμους που ο μέσος άνθρωπος δεν μπορεί να δει. Έτσι, αυτό περιλαμβάνει έργα που έχω κάνει γύρω από τον χουλιγκανισμό του ποδοσφαίρου, τους χρήστες ναρκωτικών που κάνουν ενέσεις στο δρόμο, τις μάχες χωρίς κανόνες, τα ναρκωτικά, τις συμμορίες, τις κοκορομαχίες και ούτω καθεξής. Σε ορισμένα έργα ηχογραφώ συνεντεύξεις ώστε να υπάρχει βαθύτερη κατανόηση.

 – Κατά τη γνώμη σου, τι ρόλο παίζει το σημερινό ποδόσφαιρο στην ταυτότητα και την κουλτούρα περιθωριακών ομάδων όπως η Elita;
Το ποδόσφαιρο είναι προφανώς πολύ σημαντικό, είναι ένας είδος διασκέδασης, αλλά για μένα νομίζω ότι έχει να κάνει περισσότερο με το ότι μια ομάδα νέων ανδρών μπορεί να έρθει κοντά και να γίνει μέρος μιας μεγάλης οικογένειας. Κατά κάποιο τρόπο δεν διαφέρει από το να είσαι στο στρατό όπου οι άνδρες μπορούν να αγαπούν και να βοηθούν ο ένας τον άλλον άνευ όρων. Επίσης, κάπου εδώ να πω ότι όταν ήμουν εκεί, όλα τα μέλη που συνάντησα ήταν μεταξύ 16 και 23 ετών νομίζω, οπότε καταλαβαίνετε ότι αυτό που κάνουν είναι όντως για αυτούς ένα είδος διασκέδασης, ένα είδος εκτόνωσης, γιατί ναι, θέλουν να διασκεδάζουν πολύ.

Φωτ.: © John Bolloten

– Τι θα μπορούσες να μας πεις για τη σημασία της εμπιστοσύνης και της σχέσης όταν φωτογραφίζεις υποκουλτούρες ή ομάδες του περιθωρίου που εύκολα παρεξηγούνται;
Η βαθιά εμπιστοσύνη είναι το παν όταν κάνεις δουλειές όπως αυτή. Η φωτογραφική μηχανή είναι πραγματικά μόνο ένα εργαλείο για τη δημιουργία φωτογραφιών. Η πρόσβαση, η αποδοχή και ο σεβασμός εξαρτώνται από το ποιος είσαι ως άτομο. Προσπαθώ να είμαι ένας καλός άνθρωπος με συμπόνια ανεξάρτητα από το με ποιον συνεργάζομαι και συνήθως προτιμώ να συνεργάζομαι με ανθρώπους που είναι διαφορετικοί από εμένα. Υπάρχει μια φράση «το πραγματικό αναγνωρίζει το πραγματικό» και νομίζω ότι αυτό συνοψίζει καλά το πώς είναι αυτές οι σχέσεις. Δεν προσποιούμαι ότι είμαι κάποιος διαφορετικός από τον εαυτό μου και οι άνθρωποι μπορούν να το δουν αυτό, ή να το μυρίσουν όπως μας αρέσει να λέμε!

– Αν κάποιος σου έλεγε ότι έχεις τη δύναμη να ξεφορτωθείς κάτι από αυτόν τον πλανήτη, τι ή ποιον θα διάλεγες και γιατί;
Δεν θέλω να μπω σε πολιτικές αναλύσεις εδώ, οπότε θα πω απλώς θα έλεγα τη δαιμονοποίηση κάποιων άλλων ανθρώπων που είναι διαφορετικοί από εμάς.

– Και μια τελευταία ερώτηση, που συνηθίζω να κάνω σε όποιον συνομιλώ. Σε ποιον βαθμό η τέχνη ή η φωτογραφία μπορούν να είναι σήμερα ανατρεπτικές, μέχρι εκείνο το σημείο που θα αλλάξουν εντελώς την αντίληψή μας για τον σημερινό γ@μημένο κόσμο;
Ποιος ξέρει, για να είμαι ειλικρινής. Οι άνθρωποι συχνά λένε ότι οι φωτογραφίες μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο, αλλά σε γενικές γραμμές εξακολουθούν να συμβαίνουν τα ίδια άσχημα πράγματα. Πιστεύω ότι ο κάθε άνθρωπος μπορεί να επηρεάσει την αλλαγή, όσο μικρή κι αν είναι, οπότε προσπαθώ να κάνω το κομμάτι μου, τουλάχιστον στα πράγματα που πιστεύω πως έχω κάποιον έλεγχο.

Φωτογραφία από τη σειρά “Blood Brothers”, μια σειρά φωτογραφικών ντοκουμέντων που συνεχίζει o φωτογράφος μέχρι σήμερα, με θέμα τους αγώνες με γυμνές γροθιές στην Αγγλία. | Φωτ.: © John Bolloten

ΙΝΦΟ για το σκονάκι σου: John Bolloten Website | Instagram

 

To φωτογραφικό λεύκωμα “Tbilisi Raw” του John Bolloten μπορείτε να το αγοράσετε στην ιστοσελίδα του.

 

Οι φωτογραφίες που έχουν χρησιμοποιηθεί στο παραπάνω άρθρο παραχωρήθηκαν ευγενικά με την γραπτή άδεια του καλλιτέχνη για χρήση μόνο στο συγκεκριμένο άρθρο του OLAFAQ.

 

✥ Σας άρεσε αυτό το άρθρο; Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Twitter και το Instagram.