Η Θεοδώρα Τζήμου είναι μια απ’ τις πιο χαρακτηριστικές φιγούρες του ελληνικού θεάτρου. Προσωπικά με συγκινεί ιδιαίτερα γιατί νιώθω ότι στο βλέμμα της υπάρχει αυτό το «χρειάζομαι τους ανθρώπους» με έναν τρόπο πολύ ξεκάθαρο, τίμιο και ταυτόχρονα ανεξάρτητο. Είναι αληθινά παρούσα όταν παίζει, γι΄αυτό και δεν μπορείς να μην την παρακολουθείς πάνω στη σκηνή. Είναι η πρώτη φορά που συναντιόμαστε για συνέντευξη και πολύ γρήγορα συνειδητοποιώ ότι πραγματικά παρούσα είναι και εκτός σκηνής. Και έτσι απλά και ανεπιτήδευτα σε κερδίζει. Το ραντεβού μας δόθηκε στη γειτονιά της τα Εξάρχεια, κι από εκεί ξετυλίγεται το κουβάρι της συζήτησής μας.
Ζω πολλά χρόνια στα Εξάρχεια, είχα φύγει αλλά επέστρεψα στην «μαύρη τρύπα» όπως λέω. Όταν ζεις στα Εξάρχεια δύσκολα πας σε άλλη περιοχή, ακόμη και για να βγεις για ένα ποτό. Μου φαίνεται σχεδόν ότι πάω σε άλλη πόλη αν πάω να βρω έναν φίλο στο Κουκάκι. Αλλάζει όμως πολύ η γειτονιά. Δεν καταλαβαίνω γιατί κάνουν το μετρό στην πλατεία σε ένα τόσο μικρό πάρκο ενώ υπάρχει δίπλα το Πολυτεχνείο. Πόσες πλατείες υπάρχουν στα Εξάρχεια στο κάτω κάτω; Είναι ένας χώρος που μας ανήκει. Εμένα η πορεία με τις μουσικές που κάνουν στα Εξάρχεια με συγκινεί και λέω να ένας τρόπος να δηλώσεις αυτό που θες, μέσω της μουσικής. Γιατί κατά τη γνώμη μου κάποια άλλα πράγματα και από τις δυο πλευρές έχουν γίνει λίγο γραφικά. Τις πρώτες ημέρες περνούσα απ’ την πλατεία και είχα φρικάρει. Τώρα περνάω δίπλα απ’ τα ΜΑΤ και συνειδητοποιώ ότι κι αυτό το συνήθισα. Όλα συνηθίζονται στον κόσμο κι αυτό είναι πολύ κακό.
Έχω μεγαλώσει παντού, κατέληξα στα Γιάννενα. Γεννήθηκα στη Τασκένδη, αλλά ήρθαμε στην Ελλάδα όταν ήμουν μόλις ενός έτους. Η οικογένεια μου είχε πολύ έντονη εμπλοκή στη ζωή των Ελλήνων της Τασκένδης. Ο παππούς μου, Αριστοτέλης Χορτούρας, ήταν ο αντίπαλος του Νίκου Ζαχαριάδη στα γεγονότα απόσχισης απ’ το ΚΚΕ. Ήταν προφανώς έντονη επίδραση όλου αυτού πάνω μου. Βέβαια εκεί στην εφηβεία μπούχτισα, δεν ήθελα να ακούω άλλο για τα της Σοβιετικής Ένωσης. Σιγά σιγά συμφιλιώνεσαι με τα πράγματα που είσαι και που κουβαλάς, με τους γονείς σου, με όλα αυτά. Η απόλυτη συμφιλίωση βέβαια δεν έρχεται ποτέ. Όλα αυτά είναι ένα κομμάτι μου που το έχω συνδέσει πολύ με τον παππού μου, τον οποίο λάτρευα. Ο παππούς μου είναι μέσα μου με έναν πολύ ωραίο τρόπο.
Η μητέρα μου είχε αρχικά κάποιες αντιρρήσεις στο να γίνω ηθοποιός αλλά τελικά με στήριξε. Στην αρχή είχα ανασφάλεια, ποιος δεν έχει; Αυτή την ανασφάλεια του «πού πάω τώρα;» την έχω ακόμη, είναι κάτι που προσωπικά με χαρακτηρίζει. Μην σου πω ότι έτσι ξυπνάω κάθε πρωί. Κι ενώ μπαίνω με ζήλο στα πράγματα πάντα ξεκινάω με ένα «πού πάω να μπλέξω τώρα;»
Υπάρχουν συνεντεύξεις στην οποίες είμαι μούγγα. Σε άλλες, όπως τώρα, νιώθω ενεργειακά καλά. Είναι πώς σε κάνει και ο άλλος να νιώθεις, είναι θέμα χημείας, δεν είναι ότι πατάω το κουμπί και παίζει η κασέτα. Και με τους φίλους μου δεν μιλάω εγώ πολύ, ούτε είμαι της ανάλυσης πολύ. Είμαι καλή ακροάτρια, μου λένε οι φίλοι τα δικά τους, εγώ δεν μπαίνω στη διαδικασία να μοιράζομαι τα δικά μου ίσως γιατί δεν μπαίνω καν στη διαδικασία να τα αντιμετωπίσω η ίδια.
Είμαι πολύ αναβλητική, άστα. Η αναβλητικότητα είναι ένα σύμπτωμα. Το θέμα είναι γιατί δεν συναντιόμαστε με τον πυρήνα του προβλήματος και απλώς ασχολούμαστε με το σύμπτωμα. Απ’ την άλλη δεν λύνονται όλα, αν λυνόντουσαν θα βαριόμασταν. Το να έχεις όμως συνέχεια το ίδιο σύμπτωμα είναι κι αυτό βαρετό. Δυστυχώς πιστεύω ότι είμαι τεμπέλα και δεν έχουν αλλάξει πολλά απ’ τα συμπτώματα μου. Τεμπελιάζω μέσα μου, δηλαδή δεν κάνω μονή μου δουλειά με τον εαυτό μου στ’ αλήθεια. Εννοώ ότι είμαι συναισθηματικά τεμπέλα, όχι ότι κάθομαι και κοιτάω το ταβάνι μου. Αυτό δεν μπορώ να το κάνω και ζηλεύω αυτούς που μπορούν. Στο θέατρο γίνεται δουλειά, αλλά μετά γυρνάω σπίτι μου και νάτα πάλι τα συμπτώματα.
Έχω καταλάβει πράγματα για μένα κυρίως μέσα απ΄την ίδια τη διαδικασία του θεάτρου και όχι απ’ τους ρόλους. Το πώς διαχειρίζεται ο κάθε άνθρωπος αυτό που έχει να κάνει είναι κι αυτό ένα σοβαρό σύμπτωμα του ποιος είναι. Mου αρέσει πολλές φορές να μην καταλαβαίνω γιατί κάνω κάτι όπως το κάνω, δεν προσπαθώ πάντα να αποκωδικοποιήσω τη συμπεριφορά μου αν και δεν είναι εύκολο γιατί το μυαλό τρέχει προς τα εκεί από μόνο του. Προσπαθώ να το συγκρατώ αλλά δεν τα καταφέρνω πάντα. Μα και στη ζωή πολλές φορές αποφασίζουμε κάτι πριν καταλάβουμε γιατί αποφασίζουμε έτσι. Φαντάσου πόσο πιο μεγεθυμένα γίνεται αυτό στη δουλειά του θεάτρου.
Απ’ την άλλη είναι υγιές να προσπαθούμε να καταλάβουμε. Εδώ κάνουμε τα πάντα για να κατανοήσουμε την καθημερινότητα μας και για το τι θα γίνει μετά. Φαντάσου λοιπόν όταν είσαι υπεύθυνος για έναν άλλον κόσμο, πόσο αυτόνομα βγαίνει η προσπάθεια να κατανοήσεις τα πράγματα και να τα τοποθετήσεις μέσα σε αυτό τον κόσμο. Η μεγάλη δυσκολία στη δουλειά μας είναι να τα γνωρίζεις χωρίς να αποφασίζεις γι’ αυτά. Δεν υπάρχει συνταγή γι’ αυτό, είναι μια συνεχής πάλη με τον εαυτό σου και με το κείμενο που έχεις απέναντι. Αλλά εγώ βλέπω ότι έτσι είμαι και στη ζωή μου.
Πιστεύω πολύ στον μηχανισμό του αιφνιδιασμού. Πολλές φορές στην ή στο σινεμά, ένα λάθος που έρχεται και σε συναντάει χωρίς να είναι προγραμματισμένο μπορεί να είναι πολύ κερδοφόρο. Μπορεί δηλαδή τελικά να γίνεται μόνο για καλό. Στην τηλεόραση το πρόβλημα μου είναι η ταχύτητα, η οποία με δυσκολεύει αρκετά. Φεύγουν τα πράγματα χωρίς να τα αντιλαμβάνομαι με τον χρόνο που εγώ χρειάζομαι. Στο θέατρο υπάρχει ένα μεγαλύτερο διάστημα χρόνου που ο καθένας βρίσκει με τον δικό του τρόπο πώς να τρυπώσει μέσα. Τι να κάνω; Παλεύω κι εγώ με τις αδυναμίες μου.
Η αλήθεια είναι ότι τώρα ανέλαβα παραπάνω από όσα αντέχω αλλά όλα αυτά με βρήκαν σε μια στιγμή που δεν ήθελα να περνάω πολύ χρόνο με τον εαυτό μου οπότε ήταν μια σωστή στιγμή. Είναι δηλαδή επιλογή μου τώρα να δουλεύω πολύ. Διασπάται πολύ εύκολα η συγκέντρωση μου οπότε χρειάζομαι λίγο χρόνο για να περάσω από το ένα πράγμα στο άλλο. Κάποιες ημέρες έχω και γυρίσματα για τη σειρά «Ο παράδεισος των κυριών» και πρόβες για τον «Θείο Βάνια», το παλεύω όμως.
Eίναι ωραίο να αισθάνεσαι ότι μπαίνεις σε ένα άγνωστο πεδίο έχοντας όμως τη βαλίτσα της γνώσης μαζί σου. Αν αισθάνομαι ασφάλεια με τον εκάστοτε σκηνοθέτη μου αρέσει να του αφήνομαι. Αν δουλεύω με κάποιον που δεν μπορώ να νιώθω ασφαλής εκεί πρέπει να πάρω τον εαυτό μου στα χέρια μου. Με τον Δημήτρη (Καραντζά) είναι η τρίτη φορά που δουλεύω και ανήκει φυσικά στην πρώτη κατηγορία σκηνοθετών. Ο Δημήτρης έχει αντιμετωπίσει όλο αυτό τον κόσμο των ψευδαισθήσεων, που ξεδιπλώνεται στον «Θείο Βάνια» με έναν πολύ ωραίο τρόπο. Προσπαθεί με έναν ακόμη πιο ωραίο τρόπο να δείξει πώς πρακτικά οι άνθρωποι που είναι παγιδευμένοι στις ψευδαισθήσεις προβαίνουν σε ασυνείδητες πράξεις. Υπάρχει ένα σύμπτωμα βουλιμίας εκ μέρους τους κι αυτό είναι μια πρακτικά ασυνείδητη αντιμετώπιση της ψευδαίσθησης. Όλα τα πρόσωπα στον Τσέχωφ είναι παγιδευμένα στις ψευδαισθήσεις τους και κάνουν προσπάθειες έτσι ώστε να υπάρξει κάποια εν δυνάμει στιγμή που η ψευδαίσθηση θα γίνει πραγματικότητα αλλά τελικά αυτό δεν συμβαίνει ποτέ. Ο Τσέχωφ έχει βουτήξει τόσο πολύ μέσα σε όλο αυτό που η ψευδαίσθηση αποτελεί σχεδόν δομικό στοιχείων των προσώπων που παρουσιάζει.
Μέσα στον «Θείο Βάνια» συναντάμε τον εαυτό μας. Ξέρεις γιατί; Γιατί αυτό κάνουμε όλοι καθημερινά, διαχειριζόμαστε τις ψευδαισθήσεις μας.
︎❈ Info: Θείος Βάνιας, του Αντον Τσέχωφ σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά: Χρήστος Λούλης – Βάνιας, Ξένια Καλογεροπούλου – Μαρία Βασίλιεβνα, Μανώλης Μαυροματάκης- Σερεμπριακώφ, Θεοδώρα Τζήμου – Έλενα Αντρέεβνα, Ηρώ Μπέζου – Σόνια, Φιντέλ Ταλαμπούκας – Άστρωφ, Μαρία Φιλίνη – Μαρίνα, Αντώνης Αντωνόπουλος – Τελιέγκιν. Στο θέατρο Προσκηνιο από 26 Οκτωβρίου.