Σχηματίστηκαν στο Δουβλίνο το 2018, όχι με την ιδέα να γίνουν ένα ακόμα post-punk συγκρότημα, αλλά σχεδόν ως επιτακτική ανάγκη—ένα ξόρκι απέναντι στην απώλεια, μια πράξη κοινής λύτρωσης. Γιατί οι The Murder Capital δεν είναι μια ακόμη βαρετή μπάντα της post-punk αναβίωσης. Είναι μια συμπαγής μονάδα πέντε φίλων που έμαθαν να σμιλεύουν τον ήχο τους όπως τα δάκρυα σμιλεύουν το πρόσωπο—σιωπηλά, επίμονα, αληθινά.

Το ντεμπούτο τους “When I Have Fears” (2019), με τον Flood και τον Alan Moulder πίσω από την κονσόλα, χτύπησε σαν μια πένθιμη καμπάνα στην ανεξάρτητη σκηνή: σκοτεινό, ποιητικό, απόκοσμα φορτισμένο. Αλλά ήταν με το “Gigi’s Recovery” (2023) που άνοιξαν τις πόρτες προς κάτι πιο επικό, πιο πολυεπίπεδο. Εκεί όπου το φως έδειξε ότι αρχίζει να κερδίζει έδαφος, χωρίς να αρνείται το σκοτάδι από το οποίο προήλθε.

Οι ίδιοι βλέπουν τη μουσική ως διαρκή πράξη πίστης. Δεν φοβούνται την εξέλιξη, δεν υπακούν σε κανόνες. Ακολουθούν πειθαρχία στρατιωτικής αφοσίωσης, συναισθηματική ευαλωτότητα και εσωτερικό διάλογο. Για εκείνους, η ένταση είναι ασπίδα και η τρυφερότητα όπλο. Αναφέρουν ως ηρωίδα τους τη Sinéad O’Connor και τολμούν να γράψουν στίχους που δεν χαϊδεύουν συνειδήσεις αλλά τις αναταράσσουν.

Όλα όσα κάνουν—από τη θεματολογία τους μέχρι την επιλογή να σταθούν στο πλευρό της Παλαιστίνης με την πρώτη τους τοιχογραφία—κουβαλούν στάση, πρόθεση και θέση. Δεν τους νοιάζει η εμπορική επιτυχία, αλλά το να παραμείνουν ζωντανοί, αυθεντικοί και ειλικρινείς μέσα στο χάος μιας βιομηχανίας που σε καταναλώνει πριν καν σε μάθει.

Οι The Murder Capital έρχονται ξανά στην Ελλάδα και θα μοιραστούν την σκηνή του Gagarin 205 με τους εκρηκτικούς Warmduscher, την Παρασκευή 30 Μαΐου. Με αφορμή την επερχόμενη συναυλία τους το OLAFAQ βρήκε την ευκαιρία να μιλήσει με τον Gabriel Paschal Blake, τον μπασίστα της μπάντας, για όλα όσα κρύβει σήμερα το δολοφονικό κεφάλαιο των πέντε Ιρλανδών φίλων.

The Murder Capital
Φωτ.: © Hugo Comte

LINE

– Ο ήχος σας έχει εξελιχθεί σημαντικά από το πρώτο σας άλμπουμ. Πώς βλέπετε μέχρι τώρα το μουσικό σας ταξίδι ως The Murder Capital;
Από την πρώτη μέρα που βρεθήκαμε οι πέντε μας, ξέραμε ότι θέλουμε να είμαστε καλλιτέχνες για μια ολόκληρη ζωή. Αυτό ήταν που μας έφερε κοντά. Είχαμε γνωριστεί συνολικά για περίπου έναν χρόνο, σπαστά, όταν ξεκινήσαμε να γράφουμε μαζί. Τότε το βάλαμε σε πρόγραμμα, σαν να ήταν δουλειά 9 με 5 — για να καλύψουμε το χαμένο έδαφος σε σχέση με άλλες μπάντες που υπήρχαν ήδη χρόνια. Έτσι πήραμε φόρα. Η μουσική μας, φυσικά, εξελίχθηκε μέσα στα τελευταία 7-8 χρόνια. Καθ’ όλη αυτή τη διάρκεια, δουλεύουμε πάνω σε ιδέες και τεχνικές. Αν παίζαμε ακόμα την ίδια μουσική που κάναμε στην αρχή, θα ήταν βαρετό. Ειδικά για όσους νομίζουν πως δεν θα ήταν.

– Έχετε δηλαδή κάποιο συγκεκριμένο πρόγραμμα πρόβας που ακολουθείτε ως The Murder Capital;
Δέσμευση — ο ένας προς τον άλλον και προς την τέχνη. Πλέον εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλον περισσότερο από ποτέ. Η επικοινωνία, μέσα στα χρόνια, το σμιλεύει αυτό. Νομίζω πως αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για να κρατήσεις μια μπάντα ζωντανή.

– Και τα μεγαλύτερα καλλιτεχνικά ρίσκα που πήρατε στο τελευταίο σας άλμπουμ ποια ήταν;
Για να είμαι ειλικρινής, μου είναι δύσκολο να σκεφτώ κάτι ως ρίσκο, γιατί πιστεύω απόλυτα στις επιλογές που κάναμε σε αυτόν τον δίσκο. Νιώθω σίγουρος γι’ αυτό που δημιουργήσαμε. Ίσως το μοναδικό πραγματικό ρίσκο να ήταν το να εμπιστευτούμε ότι η ηχογράφηση στο Λος Άντζελες θα πήγαινε καλά, χαχα. Νομίζω ότι υπάρχει μια άτυπη δεισιδαιμονία γύρω απ’ αυτό. Ευτυχώς, καταφέραμε να τη σπάσουμε.

– Οι στίχοι σας είναι βαθιά ποιητικοί και εσωστρεφείς. Πόσο μεγάλο μέρος της γραφής σας προέρχεται από προσωπικές εμπειρίες σε σχέση με την εξωτερική παρατήρηση;
Νομίζω ότι είναι μια “δίκαιη” ισορροπία και των δύο.

– Το σκοτάδι και το φως. Υπάρχουν επειδή είναι αλληλένδετα. Στην τέχνη σας, ποιο από τα δύο στοιχεία είναι πιο κυρίαρχο;
Το φως, τώρα.

The Murder Capital
Φωτ.: © Hugo Comte

– Η μουσική σας κουβαλάει μεγάλο συναισθηματικό βάρος. Πώς εξισορροπείτε την ευπάθεια με την ένταση στον ήχο σας;
Κάποιες φορές χρησιμοποιούμε την αγριότητα σαν ασπίδα για την ευαλωτότητα. Άλλες φορές, όμως, δεν έχουμε πρόβλημα να την αφήσουμε εντελώς εκτεθειμένη.

– Ποιες μη μουσικές επιρροές (βιβλία, ταινίες, τέχνη) έχουν διαμορφώσει τη δημιουργική σου οπτική; Αν έπρεπε να αναφέρεις έναν τίτλο βιβλίου, ένα ποίημα ή μια φράση, ποια θα ήταν αυτή που σε έχει εμπνεύσει περισσότερο;
Περισσότερο από κάθε άλλη μορφή τέχνης, το έργο του Shane Meadows είναι αυτό που με έχει διαμορφώσει βαθύτερα. Η φράση που με έχει σημαδέψει περισσότερο στη λογοτεχνία –και δεν έχει ακόμα ξεπεραστεί μέσα μου– βρίσκεται στο “Περιμένοντας τον Γκοντό” του Samuel Beckett: «Τα δάκρυα του κόσμου είναι μια σταθερή ποσότητα. Για κάθε έναν που ξεκινά να κλαίει, κάπου αλλού κάποιος άλλος σταματά. Το ίδιο ισχύει και για το γέλιο». Κάθε φορά που το διαβάζω με συγκλονίζει το ίδιο. Ακόμα και τώρα. Παλιά ήθελα να είναι το επίγραμμά μου. Τώρα ξέρω πως θέλω να γράφει απλά: Tharlaíonn sé (Ιρλανδικά για το: συμβαίνει).

– Σε αυτό το σημείο της καριέρας σου, πώς ορίζεις την επιτυχία;
Να είμαι ζωντανός.

– Δεν πρόκειται δηλαδή για την επίτευξη κάποιου υψηλότερου στόχου;
Όχι.

– Η μουσική βιομηχανία μπορεί να είναι εξαιρετικά απαιτητική. Πώς διατηρείτε την καλλιτεχνική σας ορμή και προστατεύετε την αυθεντικότητά σας σε ένα τέτοιο περιβάλλον;
Θέλουμε να δημιουργούμε τέχνη για πάντα. Δεν μας έχει υποσχεθεί κανείς τίποτα — κι αυτό μας κρατά συγκεντρωμένους. Επιπλέον, το αγαπάμε πραγματικά.

The Murder Capital
Φωτ.: © Hugo Comte

– Στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης, των deepfakes και της μαζικής συλλογής δεδομένων, πιστεύεις ότι οδεύουμε προς μια πιο ελεγχόμενη κοινωνία;
Σίγουρα με τρομάζει το πώς θα είναι τα επόμενα χρόνια. Αλλά ο άνθρωπος μπορεί πάντα να παραμείνει άνθρωπος.

– Με την αυξανόμενη πολιτική πόλωση σε όλο τον κόσμο, η μουσική μοιάζει να έχει χάσει τη δύναμη να προκαλεί αλλαγές ή να ασκεί επιρροή. Πώς βλέπετε το σημερινό πολιτικό και πολιτιστικό κλίμα; Πολλοί καλλιτέχνες νιώθουν την ανάγκη να εκφραστούν πολιτικά μέσω της τέχνης τους. Ποια είναι η δική σας θέση;
Πιστεύω πως είναι εξαιρετικά σημαντικό για τους ανθρώπους να εκφράζονται ανοιχτά μέσα από την τέχνη τους. Ένα μεγάλο μέρος όσων μαθαίνουμε πλέον ως κοινωνία για τη γεωπολιτική —ειδικά το 2025— οφείλεται στους καλλιτέχνες που στρέφουν πάνω της την προσοχή. Δεν έχουμε φίλτρα. Μπορεί να λογοκριθούμε και να λογοκρινόμαστε, αλλά μπορούμε ακόμη να μιλήσουμε. Νομίζω πως η Ιρλανδία έχει μια καταπληκτική ιστορία και παράδοση σε αυτό. Το πιο έντονο παράδειγμα που μου έρχεται στο μυαλό είναι η Sinéad O’Connor. Είναι ηρωίδα για μας. Ενδιαφερόταν περισσότερο να φανερώσει την αλήθεια στην ιρλανδική κοινωνία – ειδικά για τις κακοποιήσεις της εκκλησίας – παρά για το τι θα της έκανε η μουσική βιομηχανία. Αυτό που της συνέβη μετά την εμφάνισή της στο SNL ήταν φρικτό. Το θάρρος της δεν πρέπει ποτέ να υποτιμηθεί. Οι άνθρωποι που διώκονται δεν θα έπρεπε πάντα να είναι εκείνοι που αναγκάζονται να υπερασπιστούν τον εαυτό τους. Κανείς δεν πρέπει να υποχρεώνεται να γίνει ακτιβιστής εξαιτίας του χρώματος του δέρματός του, της χώρας που γεννήθηκε ή της σεξουαλικής του ταυτότητας. Γι’ αυτό και οι καλλιτέχνες έχουν τόσο ισχυρές φωνές. Μπορούν να μιλήσουν εκ μέρους εκείνων που υφίστανται διώξεις και να συμβάλουν στη δημιουργία μιας κοινωνίας που προστατεύει καλύτερα όσους σήμερα νιώθουν περισσότερο περιθωριοποιημένοι.

Παρόλα αυτά, είναι δίκοπο μαχαίρι για μένα. Η βιομηχανία του θεάματος, λεκτικά και ψυχολογικά, εκφόβισε δημόσια τη Sinéad O’Connor μετά από την πράξη γενναιότητάς της. Και αυτό κάνει δύσκολο το να πω πως πιστεύω ότι κάθε άνθρωπος που πιάνει μια κιθάρα οφείλει να μιλάει ανοιχτά για κάθε παγκόσμιο ζήτημα και να γίνεται ακτιβιστής. Γιατί δεν το πιστεύω.

Για εμάς όμως, αυτή ήταν και παραμένει η σωστή επιλογή. Το όνομα της μπάντας μας είναι άμεση κριτική στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας της Ιρλανδίας. Πριν καν κυκλοφορήσουμε το πρώτο μας τραγούδι, στηρίζαμε το δικαίωμα στον γάμο και το δημοψήφισμα για την κατάργηση της 8ης τροπολογίας. Η πρώτη μας τοιχογραφία δεν ήταν απλώς τέχνη στον δρόμο – ήταν μια πράξη αλληλεγγύης στους Παλαιστίνιους, μέσω της υποστήριξής μας στη Medical Aid for Palestinians. Ως Ιρλανδοί καλλιτέχνες, νιώθουμε την ευθύνη να συνεχίσουμε τον αγώνα και την αλληλεγγύη που ξεκίνησαν οι καλλιτέχνες πριν από εμάς. Είμαστε τυχεροί που έχουμε δίπλα μας ανθρώπους όπως οι Kneecap, Lankum, Fontaines D.C., Gurriers, Just Mustard, SOAK και CMAT, που μιλούν ανοιχτά για παγκόσμια και πολιτικά ζητήματα. Δεν θα μπορούσαμε να πράξουμε διαφορετικά.

– Ποιες λέξεις σου έρχονται στο μυαλό όταν σκέφτεσαι το μέλλον;
Παιδιά με την Κέιτι.

– Σήμερα, μέσα σε μια εποχή πολιτικής, οικονομικής και πνευματικής ύφεσης, ποιο είναι το μήνυμα που θα θέλατε να στείλετε στον ελληνικό λαό;
Θα φτιάξουν τα πράγματα, το υπόσχομαι.

LINE

INFO

Παρασκευή 30 Μαΐου 2024 • Gagarin 205

Εισιτήρια:

A΄φάση προπώλησης από: 30€
Ηλεκτρονική Προπώληση: https://www.more.com/music/the-murder-capital/
Και στο δίκτυο καταστημάτων της more.com
Διοργάνωση: Como Esta Events

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookBluesky και Instagram.