Με κάποιες από τις γνωστές μπάντες και μουσικούς των 80ς να έχουν επανέλθει στο προσκήνιο, αλλά και τα μικρότερα πρότζεκτ να βρίσκουν τη δική τους θέση στο χάρτη της σκοτεινής μουσικής, το dark wave, το synth wave και η ηλεκτρονική μουσική αναδύθηκαν και πάλι στο μουσικό προσκήνιο της χώρας μας, με πολιτικό στίχο, αντιδραστικό χαρακτήρα και DIY αισθητική. Διαφοροποιούνται σε μεγάλο βαθμό βέβαια από τα αντίστοιχα είδη που ευδοκίμησαν στα τέλη του προηγούμενου αιώνα, καθώς εκφράζουν την αγωνία για τις μέρες της κρίσης, τις γυναικοκτονίες, τα προσωπικά τους αδιέξοδα, την καθημερινή βία και γενικότερα την αδυναμία κοινωνικής πραγμάτωσης. Αυτό το πέρασμα βρήκε τον Μάνο Καρακατσάνη να κάνει ένα δυναμικό άλμα από τον ρομαντισμό της dark folk των Mani Deum στον Industrial Noise ήχο των παροντικών του πρότζεκτ The Man and His Failures και Asylum Promises, με το ενδιαφέρον του να μετατοπίζεται από τις κιθάρες στα synthesizer, τα grooveboxes και τα drum machines, με τα οποία ξεκάθαρα ενορχηστρώνει έναν πολύ προσωπικό του επαναπροσδιορισμό.
Με το closure των Mani Deum, οι The Man and His Failures ξεπήδησαν μέσα από το Big Bang της ζοφερής πραγματικότητας σαν ανάγκη και σαν προϋπόθεση για τη συνέχεια μιας διαφορετικής μουσικής συντεταμένης. Στοιχεία δυστοπικά και στίχοι που βουτάνε στο μητροπολιτικό δυσοίωνο παρόν. Δίνουν την εντύπωση ότι επιχειρείται μια σκωπτική κριτική στην σημερινή κοινωνική πραγματικότητα που βιώνουμε στην Ελλάδα και δημιουργούν ένα “Survival Kit” όπως θα ονομάζεται το επερχόμενο LP των The Man & His Failures που περιλαμβάνει κομμάτια που «μιλάνε για την κοινωνικοπολιτική βία που ζήσαμε αυτά τα χρόνια της -βαμμένης με αίμα- κυβέρνησης και της σκληρής πανδημίας».
Την περίοδο της καραντίνας, στο αμάξι του Δημήτρη πηγαίνοντας στο στούντιο του Αλέκου στον Πειραιά για να στήσουν τα κομμάτια προτού καταλήξουν στο στούντιο του Πάνου για την τελική ηχογράφηση, συζητούσαν για τα κακώς κείμενα της χώρας. Τις γυναικοκτονίες, την αστυνομοκρατία τη βία κτλ. Όπως μου εξηγεί, «Αλίμονο αν αυτή η βία και η καθημερινή καταπίεση, δεν εκφράζοταν και στην τέχνη», και συνεχίζει, «όσο πιο πολύ στενεύει ο κοινωνικός κλοιός, οι άνθρωποι αυτοοργανώνονται περισσότερο. Ζούμε υπό το καθεστώς μιας κυβέρνησης η οποία παίρνει ακραία μέτρα που στύβουν τον καθένα και την καθεμιά από εμάς κάθε μέρα, ωστόσο το γεγονός ότι αυτό έφερε την ανάγκη οι άνθρωποι να εκφραστούν, να δημιουργήσουν και να συνεργαστούν, είναι κάτι το πραγματικά αξιοθαύμαστο».
Υπάρχει μια εμφανής σύμπνοια στην πολιτική και κοινωνική σκέψη των μελών της μπάντας, κι αυτό βγαίνει από το beat μέχρι τους στίχους των κομματιών τους. Τα παιδιά ένωσαν τις κοινές τους αγάπες για τους Skinny Puppy, τον Aphex Twin, τους NIN, και τους Ministry και κατόπιν διαφόρων ανακατατάξεων των μελών του πρότζεκτ, οι τρεις τους αποτελούν πλέον την συνθέτική τριάδα της μπάντας.
Συναντηθήκαμε στο καφενείο Ναυαρίνου στα Εξάρχεια και επιχειρήσαμε να καταλάβουμε τι κερδήθηκε, τι χάθηκε μέσα στα χρόνια και πως η μουσική και η αλληλεγγύη μπορούν να επαναπροσδιορίσουν το συλλογικό μας βίωμα.
– Πότε και πώς δημιουργήθηκαν οι The Man & His Failures;
Ουσιαστικά, με την προηγουμενη μου μπαντα, τους Mani Deum, το τέλος προέκυψε σχεδόν υποχρεωτικά καθώς το 2016 γνωρίζαμε ήδη ότι δεν θα μπορούσαμε να συνεχίσουμε αφού ο Περικλής, ο συνιδρυτής της μπάντας τον επόμενο χρόνο θα έπρεπε να απουσιάσει για ένα μεγάλο διάστημα στην Αμερική. Συμπωματικά κλείναμε και 10 χρόνια της μπάντας, και λειτούργησε σαν εύκαιρα για να κάνουμε μια μεγάλη γιορτή τον Δεκέμβρη του ’16 στο An Club με καλεσμένους φίλους από όλη την πορεία μας, που ήταν μια από τις πιο όμορφες και συγκινητικές συναυλίες που έχω δώσει στη ζωή μου. Τότε κάναμε ουσιαστικά το closure των Mani Deum. Ήταν δέκα χρόνια πολύ έντονα με πολλές συναυλίες, πολλές κυκλοφορίες και πολλή ζύμωση. Αρχικά ξεκίνησα μόνος μου, και το όνομα “The Man and His Failures” ήταν ένα κομμάτι που έγραφα τότε για τους Mani Deum, και μου άρεσε, οπότε το κράτησα σαν όνομα του project, και οι στίχοι του κομματιού αυτού είχαν το Persona Νon Grata που έγιναν και ο τίτλος του πρώτου κομματιού. Κάπως έτσι έφτιαξα το πρώτο EP με τη βοήθεια του Κωνσταντίνου Κύρτση τότε. To EP κυκλοφόρησε σε κασέτα, και είχε αρκετά μεγάλη αποδοχή. Πολύ σύντομα μπήκε στη σύνθεση του project ο Δημήτρης Βλασόπουλος στο μπάσο, και μετά την αποχώρηση του Κωνσταντίνου, προστέθηκε ο Αλέκος Σώρρος και με αυτόν τον σχηματισμό προσπαθήσαμε να φτιάξουμε έναν δικό μας ήχο με βάση τα drum machine, και τα συνθεσάιζερ και γίναμε μια μπάντα που αποτελείται από μια συνθετική τριάδα.
– Πώς προέκυψε αυτό το τεράστιο άλμα από τους Mani Deum που υπηρετούσαν ένα περισσότερο dark folk μουσικό είδος, στο παρόν project των The Man & His Failures που ανήκει ξεκάθαρα σε μια industrial, ηλεκτρονική σφαίρα;
Πέρασα μια σημαντική δεκαετία της ζωής μου μεγαλώνοντας με τα παιδιά σαν παρέα και σαν μπάντα. Και ξαφνικά το 2017 βρέθηκα για πρώτη φορά στη ζωή μου χωρίς τον σχεδιασμό κάποιου άλμπουμ ή κυκλοφορίας, συναυλίες, πρόβες ή κάτι να περιμένω, κι αυτό το κενό ήταν σίγουρα δύσκολο ως προς τη διαχείρισή του. Υπήρχε βέβαια η ανησυχία στο να δημιουργήσω κάτι άλλο, χωρίς να γνωρίζω ακριβώς τι και πως. Με προτροπή καλών φίλων, όπως τον Πάνο τον Τσεκούρα που ήταν και παραγωγός τον Mani Deum και με τον Άντι Ιωάννου, τον φίλο μου που συγκατοικούσαμε τότε, πήρε μια προτροπή να ακολουθήσω μια άλλη πορεία, χωρίς να θέλω να επαναλάβω αυτό που έκανα με τους Mani Deum, με τον τρόπο που γράφονταν τα κομμάτια, σε ένα πιο dark folk ύφος, το οποίο ήταν ξεκάθαρα ένα προϊόν μιας ζύμωσης δικής μου με τον Περικλή. Δεν ήταν στις προθέσεις μου ούτε να κάνω μια από τα ίδια, ούτε και να αναβιώσω το φάντασμα των Mani Deum, αλλά να γίνει κάτι εντελώς από την αρχή.
– Και πώς πέρασες στον ηλεκτρονικό ήχο;
Μετά από συζητήσεις που είχα με τον Άντι, και ενώ άρχισα να ακούω περισσότερη ηλεκτρονική μουσική -που πάντα άκουγα δηλαδή, αλλά τότε έτσι μου την είχε «δώσει» έτσι- ένα βράδυ συζητούσαμε στο σπίτι με τον Άντι για το “Blues funeral” του Mark Lanegan, ο οποίος είναι ένας δίσκος με πολλά ηλεκτρονικά στοιχεία. Τότε μου κάνει ο Άντι, «να, κοίτα πως το κάνει ο Lanegan», έχει από τη μια την μπάσα φωνή, κι από την άλλη έχει το song writing και τα ηλεκτρονικά στοιχεία που ουσιαστικά τον διαφοροποιούσε από αυτά που έκανε για παράδειγμα με τους Screaming Trees. Και κάπως έτσι αποφάσισα να βάλω το δικό μου project μπρος, που θα είχε μια δική μου προσέγγιση στο κομμάτι του song writing, αλλά θα είχε και μια πιο ηλεκτρονική βάση.
– Μίλησε μου αν θες για το καινούργιο σας single CollapsingYouth. Σε τι συναισθηματική κατάσταση βρισκόσουν τότε και υπό ποιες συνθήκες γράφτηκε;
Είναι μια πολύ καλή πρόγευση για το “Surviva Kit” και σύντομα θα ακολουθήσει άλλο ένα single. Δίνει ηχητικά το τέλειο στίγμα για το που έχει φτάσει ο ήχος μας και πως θέλουμε να ακουγόμαστε. Στιχουργικά αν με ρωτάς, κάνει μια αναδρομή και μια προσέγγιση στο πως το τέρας της καθημερινότητας σε καταπίνει και ο αγώνας για επιβίωση και όχι ζωή, προσπαθεί λίγο λίγο να σου σβήσει την φωτιά για αμφισβήτηση. Ένας άνισος αγώνας δρόμου, από την νιότη μέχρι το τέλος.
– Με το Asylum Promises, το project που τρέχεις παράλληλα, έχουμε δει αρκετές συνεργασίες που «ξεφεύγουν» από τον καθιερωμένο darkwave ήχο, όπως για παράδειγμα στο κομμάτι Navarinou με την Sci Fi River, και το κομμάτι Trauma με την Esterina. Θα ήθελες να μου σχολιάσεις το «άνοιγμα» αυτό;
Ως Asylum Promises υπογράφω τις σόλο δουλειές μου πια και αυτό ξεκίνησε από το ενδιαφέρον μου που σου είπα παραπάνω στα synthesizer, grooveboxes & drum machines. Είναι καθαρά μουσική που έχει διαφορετικό κόνσεπτ ανα κυκλοφορία, έχει υπάρξει από dungeon synth και ambient μέχρι dark techno και noise industrial. Αυτό μου δίνει μια μεγάλη ελευθερία κινήσεων να εκφραστώ αλλά και να συνεργαστώ με ανθρώπους που πρώτα απ’ όλα είναι φίλοι στην κανονική ζωή και από κοινού θέλουμε να κάνουμε κάτι και να εκφραστούμε. Έτσι και εντελώς αυθόρμητα, φτιάξαμε τα συγκεκριμένα κομμάτια και με την Esterina και με την Sci Fi River. Με την Esterina για να καταλάβεις, της έστειλα την μουσική Πέμπτη, Παρασκευή είχε στίχους και την επόμενη μέρα γράφαμε στο στούντιο. Με την Sci Fi River επίσης ήταν τόσο ξεκάθαρο το τι από κοινού θέλαμε να πούμε, που βγήκε εντελώς αυθόρμητα και άμεσα, μέσα από συζητήσεις στο καφενείο που συχνάζουμε στην Ναυαρίνου στα Εξάρχεια (μάθατε και από που προκύπτει ο τίτλος). Έρχονται πολλά ακόμα από αυτό το πρότζεκτ.
– Ποιος μουσικός, νεκρός ή ζωντανός, ήταν αυτός που είχε «όλο το πακέτο»;
Δεν ξέρω, ολοκληρωμένες αισθητικές προτάσεις για εμένα υπάρχουν πολλές, από τους Skinny Puppy μέχρι τους Virgin Prunes και από τον Nas μέχρι τον Aphex Twin. Δεν ξέρω αν υπάρχει «όλο το πακέτο» γιατί δεν μπορώ να περιορίσω τα αυτιά μου σε μια μουσική σκηνή μόνο. Αυτά αφορούν την εκάστοτε εταιρεία που θα εμπορευτεί την μουσική κάποιου καλλιτέχνη.
– Τι ακούς αυτή την περίοδο;
Αυτή την εβδομάδα, το τελευταίο Darkthrone, το φανταστικό άλμπουμ του Danger Mouse με τον Black Thought, το τελευταίο των Birds In Row και το αριστούργημα των Chat Pile – God’s Country. Όλα είναι του 2022.
– Πιστεύεις ότι ένας μουσικός στην Ελλάδα είναι λιγότερο προνομιούχος από κάποιον μουσικό του εξωτερικού;
Αντικειμενικά είναι λόγω γεωγραφίας, για να κλείσεις ένα τουρ στην Ευρώπη, έχεις πολύ περισσότερα έξοδα από κάποιον στην Γερμανία για παράδειγμα. Ωστόσο η darkwave σκηνή της Ελλάδας, τα πάει πολύ πολύ καλά εκτός συνόρων.
– Πόσο πολύ αγαπάνε οι The Man & His Failures τα Remixes και τα Remakes;
Πολύ, αλλά πιο πολύ αγαπάμε τους ανθρώπους που έκατσαν και τα έκαναν με μεράκι και άκουσαν κάπως αλλιώς τα κομμάτια μας. Αυτό το βρίσκω τρομερά ενδιαφέρον.
– Μπορεί να ακουστεί λίγο βαρύ αυτό, αλλά πιστεύεις ότι έρχεται το τέλος αυτού του πράγματος που θεωρούμε «μπάντα», της πολυμελούς, πολυοργανικής και παραδοσιακής ας το πούμε μπάντας; ΄
Εντάξει, αυτό έχει συμβεί προ πολλού, σκέψου ότι οι Suicide έπαιζαν με ένα Rhythm Box, ένα συνθεσάιζερ και μια φωνή.
– Αυτό αποτέλεσε ίσως την πρωτοπορία αυτού του πράγματος, αλλά πιστεύεις ότι ήρθε στην κορύφωσή του, ότι το μέλλον της μουσικής είναι αυτό που αποκαλούμε “projects”, “Duos” η και “solo” συνθέσεις;
Γενικά το βρίσκω πολύ ωραίο ότι κάποιος μπορεί να κάνει μουσική με φτηνά μέσα, γιατί μπορούν να βγουν πραγματικά ωραίες παραγωγές και πολύ ωραία μουσική μέσα από αυτό. Το βρίσκω πολύ όμορφο όταν ένας άνθρωπος που θέλει να εκφραστεί, μπορεί να αγοράσει ένα drum machine και ένα συνθεσάιζερ και να δημιουργήσει κάτι που τον εκφράζει. Επίσης, σε πρακτικό επίπεδο, μια πολυμελής μπάντα είναι πάντα πολύ πιο ασύμφορη. Σκέψου ότι κάποια στιγμή οι Mani Deum απαριθμούσαν 9 μέλη. Περισσότεροι άνθρωποι σε μια μπάντα σημαίνει περισσότερα τηλεφωνήματα που πρέπει να γίνουν, συγχρονισμός για τα τουρ, συμφωνίες για πρόβες, περισσότερα όργανα, περισσότερος χρόνος για να πας στα στούντιο, περισσότερη κοινωνικοποίηση, γενικά όλα είναι περισσότερα. Είναι πιο απλό όταν συμμετέχουν λιγότερα μέλη, κι ένα κλειστό κύκλωμα μπορεί ενδεχομένως να έχει μια ισχυρή δυναμική, και τέλος το είδος της μουσικής μας δεν απαιτεί απαραίτητα μια μπάντα. Τα συνθεσάιζερ και τα drum machines κάνουν εξαιρετική δουλειά.
– Σε ρωτάω και με αφορμή την τελευταία εμφάνιση της Lydia Lunch με τον Marc Hurtado στη σκηνή του Temple, όπου απέδωσαν κομμάτια του Alan Vega, όπου πολύς κόσμος τη χαρακτήρισε «πολύ avant garde», «εντελώς απροσδιόριστη» και «υπερβολικά αφηρημένη» έως «ακατανόητη».
Εμένα προσωπικά μου άρεσε πάρα πολύ να πω την αμαρτία μου. Δεν ξέρω Χριστιάνα, αυτά τα θεωρώ ότι αυτά είναι παθογένειες παλιακών ροκ ανθρώπων που δεν μπορούν να συμβαδίσουν ούτε με υποκουλτούρες, ούτε με την εποχή. Για παράδειγμα ένας άνθρωπος που ακούει χιπ χοπ, δεν έχει τέτοια προβλήματα. Πάει στο λάιβ και βλέπει έναν MC να τα λέει σε ένα μικρόφωνο και έναν DJ η έναν τύπο με Akai MPC, και νιώθει υπερπλήρης με αυτό που βλέπει. Προχθές που ήμουν στους φίλους μου τους Στοίχημα, που έκαναν sold out δυο βραδιές στο Fuzz, δεν διερωτήθηκε κανείς γιατί ήταν πάνω στη σκηνή μόνο η Μαρίνα πίσω να παίζει και μπροστά ο Βαλάντης με ένα μικρόφωνο, γιατί αυτή είναι η υποκουλτούρα τους. Αυτά είναι παθογένειες της ροκ κουλτούρας και παλιών μυαλών, οι οποίοι θέλουν σώνει και ντε έναν μπασίστα κι έναν ντράμερ κι έναν δεύτερο κιθαρίστα, και το φαντάζονται κάπως έτσι. Όποιος το φαντάζεται έτσι ας το κάνει έτσι, κι ας αφήσουν αυτούς που θέλουν να το κάνουν αλλιώς.
– Παίζει ρόλο η τεχνολογική εξέλιξη σε αυτό;
Δεν παίζει κανένα ρόλο, γιατί όπως είδαμε τον Doric τις προάλλες, τα συνθεσάιζερ που χρησιμοποιεί είναι παλιά και αναλογικά. Δεν έχει να κάνει με την τεχνολογία, αλλά πως επιλέγεις να παρουσιάσεις τη μουσική σου. Θα μπορούσες να φανταστείς ποτέ τον Doric σε πολυμελή μπάντα; Εγώ προσωπικά, όχι. Στο λάιβ τον ευχαριστήθηκα πάρα πολύ, όπως και τον Tango Mangalore, και δεν μου έλειψε τίποτα, και τέλος. Δηλαδή το κάθε project το παίρνεις ως αυτό που είναι. Δεν θα μπορούσα δηλαδή να φανταστώ τους Suicide ή τον Fad Gadget με μπασίστα και ντράμερ.
– Είσαι ένας άνθρωπος που εδώ και πάνω από μια εικοσαετία παρακολουθείς τη σκηνή από πολύ κοντά. Πως πιστεύεις ότι έχει μετεξελιχθεί στο σήμερα;
Έχει αλλάξει η γενιά και είναι μια γενιά που προς τιμήν της, δεν σκαλώνει σε ιδιώματα και σε είδη. Ένας άνθρωπος που σήμερα είναι 23, μπορεί να ακούει dark wave, μπορεί να ακούει techno, μπορεί να ακούει χιπ χοπ και να τα έχει όλα σε ένα spotify playlist, και είναι μια χαρά. Κι αν το σκεφτείς καλύτερα, οι άνθρωποι από όλες αυτές τις υποκουλτούρες τα ίδια πράγματα προσπαθούν να πουν, απλά με διαφορετικό τρόπο. Κι αυτό το μπλέξιμο είναι κάτι που χαίρομαι πάρα πολύ. Χαίρομαι επίσης που για παράδειγμα, άνθρωποι που δεν άκουγαν dark wave, έπειτα από το κομμάτι Navarinou που κάναμε με τη Sci Fi River, άρχισαν να ακούνε, και το ανάποδο βέβαια, και είναι η σωστή εποχή για αυτό το πράγμα. Η μουσική σήμερα, σε αντίθεση με τη δική μας εοχή, δεν έχει μουσικά κουτάκια. Ένας νέος σήμερα με την ίδια χαρά που θα πάει σε ένα χιπ χοπ λαιβ στη Γεωπονική, θα έρθει και σε ένα δικό μου λάιβ για να δει ένα dark wave line up, κι αυτό είναι ευχάριστό. Γιατί ό κόσμος σήμερα ακούει περισσότερη μουσική, περισσότερα είδη.
– Τι είναι αυτό που συνδέει τις διάφορες υποκουλτούρες μεταξύ τους;
Σίγουρα είναι μια κοινή ιδεολογία και μια κοινή κουλτούρα, καθώς ζούμε τα ίδια πράγματα. Προφανώς δεν ζω τα ίδια πράγματα με έναν τράπερ ή έναν Λαϊκό που μιλούν με πατριαρχικούς στίχους εκφράζοντας την υποδεέστερη θέση της γυναίκας στην κοινωνία, σίγουρα βρίσκομαι απέναντί τους. Ωστόσο, συμβαδίζουμε με υποκουλτούρες όπως το χιπ χοπ, το μέταλ, το χάρντκορ κτλ. Κι αν οι μουσικές σκηνές δεν πλεχτούν μεταξύ τους, δεν εξελίσσονται ποτέ, δεν προχωράνε παρακάτω και δεν μεγαλώνει το κοινό για κανέναν.
– Τι επιφυλάσσει το καλλιτεχνικό μέλλον;
Αύριο το Σάββατο, 10 Δεκέμβρη θα παίξουμε μαζί με την Night in Athens και τους Night Haze για τα τέσσερα χρόνιά του περιοδικού Elektrospank με δωρεάν είσοδο και κουτί ενίσχυσης, όπου όλα τα έσοδα θα δοθούν στο ίδρυμα έρευνας για τον παιδικό καρκίνο, το «Καρκινάκι». Επίσης, στις 26 του Δεκέμβρη θα εμφανιστούμε με τους φίλους μας τους Incirrina, κάτι που το περιμέναμε πολλά χρόνια, καθώς μας συνδέει μια παλιά φιλία από εποχές Mani Deum, οπότε επιτέλους με την Ειρήνη και τον Γιώργο θα συναντηθούμε σε ένα κοινό βράδυ στη σκηνή του Bad Tooth. Επιπλέον ετοιμάζουμε συναυλίες για να παρουσιάσουμε και τα νέα μας κομμάτια. Παράλληλα με τους The Man & His Failures ετοιμάζουμε άλλο ένα single για αρχές του έτους και μέσα στο 2023 ανυπομονούμε να μοιραστούμε το νέο μας άλμπουμ. Τώρα ετοιμάζω ένα Asylum Promises άλμπουμ το οποίο πιστεύω θα είναι έτοιμο αρχές της επόμενης χρονιάς και θα είναι ελληνόφωνο, και θα έχει διάφορους guests, περιλαμβανομένων του Σπυρέα Σιδηρόπουλου Im Nothe, Sci Fi River, Μάκη Παπασημακόπουλου και άλλοι.
– Και κάτι τελευταίο. Είσαι στο θάλαμο θανατοποινιτών. Ποιο δίσκο/άλμπουμ ακούς πριν πεθάνεις;
Το “VIVIsectVI” των Skinny Puppy, να φύγω ευτυχισμένος.