Όταν η Αυστραλή νομικός Σούζι Μίλερ (Suzie Miller) αποφάσιζε να μεταφέρει την νομική της εμπειρία στο χαρτί και έπειτα στο θέατρο, «γεννώντας» το “Prima Facie”, είχε πάρει την απόφαση να ρίξει το φως της σκηνής στην έμφυλη διάσταση του νόμου.
Εκατοντάδες παραστάσεις και βραβεία μετά, ο φρενήρης θεατρικός μονόλογος παίζεται στο Θέατρο Πορεία με τη Λένα Παπαληγούρα στον πρωταγωνιστικό ρόλο, σε μια παράσταση που βγάζει στην επιφάνεια κάθε πτυχή της οδύνης του να είσαι γυναίκα σε έναν βίαια ανδροκρατούμενο κόσμο.
Το Olafaq συναντήθηκε με την Αυστραλή δημιουργό και μίλησε μαζί της για το νομικό σύστημα, την έμφυλη μεροληψία των δικαστηρίων, την τοξική αρρενωπότητα και την Ελλάδα.
– Το Prima Facie συμπίπτει με τη δική σου πολύτιμη εμπειρία από τη νομική επιστήμη; Πως προέκυψε η ανάγκη του έργου;
Όσο ήμουν στη Νομική Σχολή με απασχολούσαν τα ζητήματα που θίγω στο έργο και έτσι όταν άρχισα να εξασκώ το επάγγελμα ξεκίνησα να μαζεύω καταθέσεις γυναικών και άρχισα να συνειδητοποιώ ότι οι περιπτώσεις παρενόχλησης και βιασμού σπανίως πηγαίνουν στο δικαστήριο και όταν βρίσκουν τον δρόμο τους μέχρι την αίθουσα του δικαστηρίου συνήθως χάνουν. Συμπέρανα λοιπόν ότι κάτι πηγαίνει λάθος με το σύστημα και κοιτώντας πιο προσεκτικά διαπίστωσα πως έχουμε να κάνουμε με την αντιμετώπιση που επιφυλάσσει ένα σύστημα φτιαγμένο από άνδρες, συγκεκριμένα προνομιούχους λευκούς άνδρες, στις γυναίκες. Είναι χαρακτηριστικό πως ο ορισμός του βιασμού απαιτούσε μέχρι πρόσφατα από τη γυναίκα να ουρλιάζει ή να μάχεται, αγνοούσε την περίπτωση όπου το θύμα παγώνει από τον φόβο του και δεν μπορεί να αντιδράσει, ερμηνεύοντας έτσι μια μεγάλη γκάμα περιπτώσεων ως συναινετικό σεξ. Αυτή η σειρά διαπιστώσεων και ο θυμός για το γεγονός ότι πολλά πράγματα δεν έχουν γίνει καλύτερα στον κόσμο μας, είτε μιλάμε για την Αυστραλία είτε για την Ελλάδα, με οδήγησε στην ανάγκη να τις καταθέσω στο χαρτί και μετά τα πράγματα βρήκαν τον δρόμο τους στη σκηνή του θεάτρου.
– Νομίζω κάτι πολύτιμο που λέγεται στο έργο είναι ότι ακόμη και αν ο νόμος είναι δίκαιος δεν είναι δίκαιος αυτόν που τον ερμηνεύει.
Είναι ποιος ορίζει τον νόμο, η γυναίκα ή ο μετανάστης δεν έχει την ίδια τύχη, υπάρχει απόσταση και λόγω της εμπειρίας του υποκειμένου και λόγω του ίδιου του σκεπτικού. Έχουμε το ίδιο σκεπτικό πχ. για το τι είναι καυγάς, είτε το θύμα είναι άνδρας είτε γυναίκα. Ζητάμε επί της ουσίας από τη γυναίκα να παλέψει και να ανταποδώσει τη βία που δέχτηκε, ενώ αυτή είναι πολλαπλάσια και συντριπτική εναντίον της. Πως μπορεί αυτό να λέγεται δικαιοσύνη. Πως μπορούμε να μην βλέπουμε ότι το νομικό μας σύστημα είναι ένα τεράστιο male gaze;
– Κοιτώντας την ηρωΐδα του έργου που έχεις δημιουργήσει δεν μένεις σε μια ανάγκη διδαχής, αναπτύσσεις μια εικόνα μιας γυναίκας που η ίδια περνάει από διάφορα στάδια. Ήταν συνειδητή επιλογή ή προέκυψε αυθόρμητα η εξέλιξη του χαρακτήρα;
Προσπάθησα εξαρχής να μην γίνω διδακτική, η υπόθεση δεν αφορά απλά μια γυναίκα δικηγόρο που πέφτει θύμα βιασμού αλλά μια γυναίκα εξαιρετικά ευφυή και δραστήρια που προέρχεται από φτωχή οικογένεια και έχει πίστη στον νόμο. Και ο νόμος την δικαιώνει με έναν τρόπο, της χτίζει μια καριέρα, την φέρνει σε ένα σημείο επιτυχίας. Μέχρι που πάει η ίδια στο δικαστήριο τον άνδρα που την κακοποίησε και όλη η εμπειρία της για τη Δικαιοσύνη και τον νόμο ανατρέπεται. Στο τέλος βρίσκει τη φωνή της, αλλά μέσα από μια αφήγηση με μπρος-πίσω και σκαμπανεβάσματα πνευματικά και ψυχικά. Αυτή η ανατροπή επομένως δεν θα μπορούσε να προκύψει αν δεν εξερευνούσα τις διαψεύσεις και τις αντιφάσεις της ηρωΐδας, αν δεν κατέγραφα όλο αυτό το οδυνηρό ταξίδι όπου τα συναισθήματα εναλλάσσονται. Στο τέλος, όταν βγάζει τον λόγο της και αναγνωρίζει πως το σύστημα είναι χαλασμένο, δεν είναι μόνο η δική της ιστορία που έρχεται στην επιφάνεια, μπαίνει ένα ευρύτερο ζήτημα του ποιος ορίζει τον νόμο. Και η απάντηση είναι απλή: ηλικιωμένοι λευκοί άντρες με λεφτά.
– Φιλοδοξείς το έργο σου να αλλάξει μέσα από τη συζήτηση που θα ανοίξει μια διαδικασία αναίρεσης και αλλαγής των στερεοτύπων που μας βασανίζουν σαν κοινωνία;
Φυσικά, έχω φιλοδοξία άνδρες και γυναίκες να βγουν από το θέατρο λέγοντας στον εαυτό τους: «χμ, αυτό δεν είναι δίκαιο». Να υπάρξει μια συνειδητοποίηση ότι ο νόμος αφήνει πράγματα απ’ έξω, ότι η κοινότητα έχει σημασία, όπως και το πως συμπεριφερόμαστε. Ότι πρέπει να συζητάμε για συναίνεση, όχι να υποθέτουμε πράγματα. «Είσαι οκ με αυτό;», αυτή είναι μια ερώτηση που κάνουμε για να αγοράσουμε τσιγάρα, πολλώ δε μάλλον για να πούμε ναι στο πλαίσιο μιας συνεύρεσης ή μιας σχέσης.
Πιστεύεις πως τα πράγματα έχουν γίνει καλύτερα τα τελευταία χρόνια σε ότι αφορά το ζήτημα της αντιμετώπισης της έμφυλης βίας; Ποια είναι η αίσθησή σου;
Όχι, δεν έχω τέτοια εικόνα σε γενική κλίμακα. Όσο ήμουν στο Λονδίνο, μου μίλησαν δικαστές και διαπίστωσαν πόσο άδικος είναι ο νόμος και γίνονται προσπάθειες να διευρυνθεί η έννοια της κακοποίησης και του βιασμού και οργανώνονται ενημερωτικές εκστρατείες σε νεότερες ηλικίες. Αλλά δεν βλέπουμε αλλαγή στα στατιστικά. Και ναι, η τέχνη έχει σημασία, είναι χρήσιμο εργαλείο, εσείς στην Ελλάδα το κατανοείτε καλύτερα ως τόπος γέννησης του θεάτρου, αλλά δεν σου λέει πως να σκεφτείς. Χρειάζονται συζήτηση στην κοινότητα και πίεση προς τους νομοθέτες για αλλαγή του νόμου και παρέμβαση σε επίπεδο εκπαίδευσης. Έχουμε ένα ζωντανό, δραστήριο γυναικείο κίνημα σεπαγκόσμια κλίμακα, πράγμα που είναι πολύ θετικό. Επίσης, οι νέες γενιές και οι νέοι άνδρες μιλάνε περισσότερο για αυτά τα ζητήματα ευτυχώς, αν και βλέπουμε και μπόλικη οργή και συντηρητική αντίδραση, σαν τα βίντεο με τους ακολούθους του Άντριου Τέιτ και την επαναφορά της Ακροδεξιάς, στον απόηχο του φαινομένου Τραμπ. Το οποίο είναι παράλογο αν σκεφτείς ότι αναπολούν μια εποχή χειρότερη και για τους άντρες, μια εποχή που πολλοί συντρίβονταν από τις προσδοκίες του «κουβαλητή», που είχε όλο το βάρος του να συντηρεί ένα σπίτι αλλά μηδενική συναισθηματική χαρά. Σε κάθε περίπτωση οι άντρες πρέπει να έρθουν αντιμέτωποι με τον εαυτό τους και να έρθουν μπροστά στην πολύ απλή διαπίστωση που θα κάνει τη ζωή όλων ευκολότερη: «Έχουμε υπερβολικά πολλή δύναμη και εξουσία στα χέρια μας. Πρέπει να την μοιραστούμε».
– Ανέφερες πριν την Ελλάδα. Έχουμε συχνά την εντύπωση πως ο αγγλοσαξονικός κόσμος είναι πιο «πολιτισμένος» με όρους έμφυλης ισότητας και αντιμετώπισης των γυναικών που έχουν υποστεί οποιαδήποτε είδους κακοποίηση.
Τα πράγματα δεν είναι καλύτερα στην Αυστραλία, η χώρα μας διέπεται από την ίδια σεξιστική κουλτούρα. Οι άνδρες δεν εκπαιδεύονται ώστε να καταλάβουν μια σειρά από πράγματα ή επιλέγουν να μην καταλαβαίνουν. Και το ίδιο συμβαίνει με το Ηνωμένο Βασίλειο, έχουμε μια σειρά από περιστατικά που γίνονται πίσω από κλειστές πόρτες και πολλές φορές δεν αναφέρονται. Έχουμε λοιπόν ως κοινή συνισταμένη μόνο μια εικόνα του τι συμβαίνει, πολλά περιστατικά δεν αναφέρονται καν, δεν καταλήγουν στις αρμόδιες αρχές εξαιτίας του φόβου των θυμάτων. Και αυτή η κουλτούρα σιωπής είναι κοινή δυστυχώς σε όλες τις χώρες της υφηλίου. Μπορώ να σου πω μάλιστα ότι μου έκανε θετική εντύπωση πως στην Ελλάδα η πρόσφατη σχετικά δολοφονία μιας νεαρής γυναίκας έξω από αστυνομικό τμήμα ξεσήκωσε αντιδράσεις, ήταν πρώτο θέμα διαλόγου για ημέρες σε μια κοινωνία. Δείχνει μια κοινωνία που συζητάει, είναι ζωντανή. Δεν είμαι σίγουρη ότι μια τέτοια είδηση θα συγκινούσε το ίδιο κοινωνίες άλλων χωρών, δίχως φυσικά αυτό να σημαίνει από μόνο του ότι υπάρχει μια ιδανική συνθήκη να είσαι γυναίκα κάπου στον πλανήτη.
☞︎ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Inst agram.
Όταν η Αυστραλή νομικός Σούζι Μίλερ (Suzie Miller) αποφάσιζε να μεταφέρει την νομική της εμπειρία στο χαρτί και έπειτα στο θέατρο, «γεννώντας» το “Prima Facie”, είχε πάρει την απόφαση να ρίξει το φως της σκηνής στην έμφυλη διάσταση του νόμου.
Εκατοντάδες παραστάσεις και βραβεία μετά, ο φρενήρης θεατρικός μονόλογος παίζεται στο Θέατρο Πορεία με τη Λένα Παπαληγούρα στον πρωταγωνιστικό ρόλο, σε μια παράσταση που βγάζει στην επιφάνεια κάθε πτυχή της οδύνης του να είσαι γυναίκα σε έναν βίαια ανδροκρατούμενο κόσμο.
Το Olafaq συναντήθηκε με την Αυστραλή δημιουργό και μίλησε μαζί της για το νομικό σύστημα, την έμφυλη μεροληψία των δικαστηρίων, την τοξική αρρενωπότητα και την Ελλάδα.
– Το Prima Facie συμπίπτει με τη δική σου πολύτιμη εμπειρία από τη νομική επιστήμη; Πως προέκυψε η ανάγκη του έργου;
Όσο ήμουν στη Νομική Σχολή με απασχολούσαν τα ζητήματα που θίγω στο έργο και έτσι όταν άρχισα να εξασκώ το επάγγελμα ξεκίνησα να μαζεύω καταθέσεις γυναικών και άρχισα να συνειδητοποιώ ότι οι περιπτώσεις παρενόχλησης και βιασμού σπανίως πηγαίνουν στο δικαστήριο και όταν βρίσκουν τον δρόμο τους μέχρι την αίθουσα του δικαστηρίου συνήθως χάνουν. Συμπέρανα λοιπόν ότι κάτι πηγαίνει λάθος με το σύστημα και κοιτώντας πιο προσεκτικά διαπίστωσα πως έχουμε να κάνουμε με την αντιμετώπιση που επιφυλάσσει ένα σύστημα φτιαγμένο από άνδρες, συγκεκριμένα προνομιούχους λευκούς άνδρες, στις γυναίκες. Είναι χαρακτηριστικό πως ο ορισμός του βιασμού απαιτούσε μέχρι πρόσφατα από τη γυναίκα να ουρλιάζει ή να μάχεται, αγνοούσε την περίπτωση όπου το θύμα παγώνει από τον φόβο του και δεν μπορεί να αντιδράσει, ερμηνεύοντας έτσι μια μεγάλη γκάμα περιπτώσεων ως συναινετικό σεξ. Αυτή η σειρά διαπιστώσεων και ο θυμός για το γεγονός ότι πολλά πράγματα δεν έχουν γίνει καλύτερα στον κόσμο μας, είτε μιλάμε για την Αυστραλία είτε για την Ελλάδα, με οδήγησε στην ανάγκη να τις καταθέσω στο χαρτί και μετά τα πράγματα βρήκαν τον δρόμο τους στη σκηνή του θεάτρου.
– Νομίζω κάτι πολύτιμο που λέγεται στο έργο είναι ότι ακόμη και αν ο νόμος είναι δίκαιος δεν είναι δίκαιος αυτόν που τον ερμηνεύει.
Είναι ποιος ορίζει τον νόμο, η γυναίκα ή ο μετανάστης δεν έχει την ίδια τύχη, υπάρχει απόσταση και λόγω της εμπειρίας του υποκειμένου και λόγω του ίδιου του σκεπτικού. Έχουμε το ίδιο σκεπτικό πχ. για το τι είναι καυγάς, είτε το θύμα είναι άνδρας είτε γυναίκα. Ζητάμε επί της ουσίας από τη γυναίκα να παλέψει και να ανταποδώσει τη βία που δέχτηκε, ενώ αυτή είναι πολλαπλάσια και συντριπτική εναντίον της. Πως μπορεί αυτό να λέγεται δικαιοσύνη. Πως μπορούμε να μην βλέπουμε ότι το νομικό μας σύστημα είναι ένα τεράστιο male gaze;
– Κοιτώντας την ηρωΐδα του έργου που έχεις δημιουργήσει δεν μένεις σε μια ανάγκη διδαχής, αναπτύσσεις μια εικόνα μιας γυναίκας που η ίδια περνάει από διάφορα στάδια. Ήταν συνειδητή επιλογή ή προέκυψε αυθόρμητα η εξέλιξη του χαρακτήρα;
Προσπάθησα εξαρχής να μην γίνω διδακτική, η υπόθεση δεν αφορά απλά μια γυναίκα δικηγόρο που πέφτει θύμα βιασμού αλλά μια γυναίκα εξαιρετικά ευφυή και δραστήρια που προέρχεται από φτωχή οικογένεια και έχει πίστη στον νόμο. Και ο νόμος την δικαιώνει με έναν τρόπο, της χτίζει μια καριέρα, την φέρνει σε ένα σημείο επιτυχίας. Μέχρι που πάει η ίδια στο δικαστήριο τον άνδρα που την κακοποίησε και όλη η εμπειρία της για τη Δικαιοσύνη και τον νόμο ανατρέπεται. Στο τέλος βρίσκει τη φωνή της, αλλά μέσα από μια αφήγηση με μπρος-πίσω και σκαμπανεβάσματα πνευματικά και ψυχικά. Αυτή η ανατροπή επομένως δεν θα μπορούσε να προκύψει αν δεν εξερευνούσα τις διαψεύσεις και τις αντιφάσεις της ηρωΐδας, αν δεν κατέγραφα όλο αυτό το οδυνηρό ταξίδι όπου τα συναισθήματα εναλλάσσονται. Στο τέλος, όταν βγάζει τον λόγο της και αναγνωρίζει πως το σύστημα είναι χαλασμένο, δεν είναι μόνο η δική της ιστορία που έρχεται στην επιφάνεια, μπαίνει ένα ευρύτερο ζήτημα του ποιος ορίζει τον νόμο. Και η απάντηση είναι απλή: ηλικιωμένοι λευκοί άντρες με λεφτά.
– Φιλοδοξείς το έργο σου να αλλάξει μέσα από τη συζήτηση που θα ανοίξει μια διαδικασία αναίρεσης και αλλαγής των στερεοτύπων που μας βασανίζουν σαν κοινωνία;
Φυσικά, έχω φιλοδοξία άνδρες και γυναίκες να βγουν από το θέατρο λέγοντας στον εαυτό τους: «χμ, αυτό δεν είναι δίκαιο». Να υπάρξει μια συνειδητοποίηση ότι ο νόμος αφήνει πράγματα απ’ έξω, ότι η κοινότητα έχει σημασία, όπως και το πως συμπεριφερόμαστε. Ότι πρέπει να συζητάμε για συναίνεση, όχι να υποθέτουμε πράγματα. «Είσαι οκ με αυτό;», αυτή είναι μια ερώτηση που κάνουμε για να αγοράσουμε τσιγάρα, πολλώ δε μάλλον για να πούμε ναι στο πλαίσιο μιας συνεύρεσης ή μιας σχέσης.
Πιστεύεις πως τα πράγματα έχουν γίνει καλύτερα τα τελευταία χρόνια σε ότι αφορά το ζήτημα της αντιμετώπισης της έμφυλης βίας; Ποια είναι η αίσθησή σου;
Όχι, δεν έχω τέτοια εικόνα σε γενική κλίμακα. Όσο ήμουν στο Λονδίνο, μου μίλησαν δικαστές και διαπίστωσαν πόσο άδικος είναι ο νόμος και γίνονται προσπάθειες να διευρυνθεί η έννοια της κακοποίησης και του βιασμού και οργανώνονται ενημερωτικές εκστρατείες σε νεότερες ηλικίες. Αλλά δεν βλέπουμε αλλαγή στα στατιστικά. Και ναι, η τέχνη έχει σημασία, είναι χρήσιμο εργαλείο, εσείς στην Ελλάδα το κατανοείτε καλύτερα ως τόπος γέννησης του θεάτρου, αλλά δεν σου λέει πως να σκεφτείς. Χρειάζονται συζήτηση στην κοινότητα και πίεση προς τους νομοθέτες για αλλαγή του νόμου και παρέμβαση σε επίπεδο εκπαίδευσης. Έχουμε ένα ζωντανό, δραστήριο γυναικείο κίνημα σεπαγκόσμια κλίμακα, πράγμα που είναι πολύ θετικό. Επίσης, οι νέες γενιές και οι νέοι άνδρες μιλάνε περισσότερο για αυτά τα ζητήματα ευτυχώς, αν και βλέπουμε και μπόλικη οργή και συντηρητική αντίδραση, σαν τα βίντεο με τους ακολούθους του Άντριου Τέιτ και την επαναφορά της Ακροδεξιάς, στον απόηχο του φαινομένου Τραμπ. Το οποίο είναι παράλογο αν σκεφτείς ότι αναπολούν μια εποχή χειρότερη και για τους άντρες, μια εποχή που πολλοί συντρίβονταν από τις προσδοκίες του «κουβαλητή», που είχε όλο το βάρος του να συντηρεί ένα σπίτι αλλά μηδενική συναισθηματική χαρά. Σε κάθε περίπτωση οι άντρες πρέπει να έρθουν αντιμέτωποι με τον εαυτό τους και να έρθουν μπροστά στην πολύ απλή διαπίστωση που θα κάνει τη ζωή όλων ευκολότερη: «Έχουμε υπερβολικά πολλή δύναμη και εξουσία στα χέρια μας. Πρέπει να την μοιραστούμε».
– Ανέφερες πριν την Ελλάδα. Έχουμε συχνά την εντύπωση πως ο αγγλοσαξονικός κόσμος είναι πιο «πολιτισμένος» με όρους έμφυλης ισότητας και αντιμετώπισης των γυναικών που έχουν υποστεί οποιαδήποτε είδους κακοποίηση.
Τα πράγματα δεν είναι καλύτερα στην Αυστραλία, η χώρα μας διέπεται από την ίδια σεξιστική κουλτούρα. Οι άνδρες δεν εκπαιδεύονται ώστε να καταλάβουν μια σειρά από πράγματα ή επιλέγουν να μην καταλαβαίνουν. Και το ίδιο συμβαίνει με το Ηνωμένο Βασίλειο, έχουμε μια σειρά από περιστατικά που γίνονται πίσω από κλειστές πόρτες και πολλές φορές δεν αναφέρονται. Έχουμε λοιπόν ως κοινή συνισταμένη μόνο μια εικόνα του τι συμβαίνει, πολλά περιστατικά δεν αναφέρονται καν, δεν καταλήγουν στις αρμόδιες αρχές εξαιτίας του φόβου των θυμάτων. Και αυτή η κουλτούρα σιωπής είναι κοινή δυστυχώς σε όλες τις χώρες της υφηλίου. Μπορώ να σου πω μάλιστα ότι μου έκανε θετική εντύπωση πως στην Ελλάδα η πρόσφατη σχετικά δολοφονία μιας νεαρής γυναίκας έξω από αστυνομικό τμήμα ξεσήκωσε αντιδράσεις, ήταν πρώτο θέμα διαλόγου για ημέρες σε μια κοινωνία. Δείχνει μια κοινωνία που συζητάει, είναι ζωντανή. Δεν είμαι σίγουρη ότι μια τέτοια είδηση θα συγκινούσε το ίδιο κοινωνίες άλλων χωρών, δίχως φυσικά αυτό να σημαίνει από μόνο του ότι υπάρχει μια ιδανική συνθήκη να είσαι γυναίκα κάπου στον πλανήτη.
☞︎ Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Inst agram.