Sophie Lies: Η φωνή που μετατρέπει τη σιωπή σε τραγούδι
Η Sophie Lies ανεβαίνει στη σκηνή του Rudu Festival με τραγούδια που μιλούν για ρωγμές, συνήθειες και επανεκκινήσεις για ένα live γεμάτο ειλικρίνεια, ποίηση και ηλεκτρισμό από την «άλλη πλευρά».
Σαν να βγήκε από σελίδα ημερολογίου που γράφτηκε με πένα και άγχος, η Sophie Lies ανεβαίνει στη σκηνή του Rudu Festival στις 13 Ιουνίου, κουβαλώντας τη δική της αντίστιξη στον καλοκαιρινό θόρυβο: μια φωνή καθαρή αλλά γεμάτη ρωγμές, με λόγια που αναβλύζουν όχι για να εντυπωσιάσουν, αλλά για να αντέξουν. Από το πρώτο της (και πιο προσωπικά αγαπημένο) άλμπουμ δεν τη σκεφτόμουν τόσο να ερμηνεύει, αλλά να θυμάται.
Με τη δύναμη του δεύτερου δίσκου της “Η Άλλη Πλευρά της Συνήθειας” η Sophie Lies κάνει βόλτες στην πόλη όχι για να κατακτήσει, αλλά για να συμμετάσχει: σε μια νησιωτική ανάσα αυθεντικότητας, κάτω απ’ τον ουρανό του ΠΛΥΦΑ, ανάμεσα σε φίλους, φαντάσματα, και φράσεις που βρήκαν τρόπο να χωρέσουν σε τραγούδι.
Η μουσική της είναι ταξίδι εσωτερικό, με σπασμένα πιάτα που έγιναν ρυθμός και λουλούδια που ξεφύτρωσαν εκεί που κανείς δεν τα έσπειρε. Μαζί της στο νέο αυτό ηχητικό τοπίο, οι συνοδοιπόροι της μπάντας –ο Κώστας Ζάμπος και ο Αλέξανδρος Λαδιανός– φέρνουν πιο πλούσιες παραγωγές, συνθετικούς ήχους και έναν υπόγειο ηλεκτρισμό που δεν απειλεί αλλά ενεργοποιεί. Στο Rudu Festival, δεν θα παρουσιάσει απλώς τραγούδια· θα δώσει μορφή σε εκείνες τις ανείπωτες λέξεις που κρύφτηκαν πίσω από καθημερινές χειρονομίες. Σαν το “ΚΑΡΟΥΖΟ”, ένα τραγούδι-παρέα, ένα τραγούδι-καταφυγιο, που ακούγεται σαν γράμμα στους φίλους της, σαν υπενθύμιση ότι η ευαισθησία δεν είναι αδυναμία, αλλά δύναμη να επιστρέφεις κάθε φορά, ακόμα κι αν δεν είσαι σίγουρη πού ανήκεις.
Για τη Sophie Lies, η ανεξαρτησία δεν είναι branding, είναι ανάγκη· ο ήχος της δεν είναι εναλλακτικός, είναι αληθινός. Μιλά για κοινότητες που αντιστέκονται, για φιλίες που μεταμορφώνονται σε τραγούδι, για έναν «ελληνικό ήχο» που δεν περιορίζεται σε λαϊκά μοτίβα αλλά εκτείνεται σε κάθε τι που διατηρεί ρίζα και πρόθεση. Και έτσι, στις 13 Ιουνίου, η Sophie Lies θα σταθεί στη σκηνή όχι σαν performer αλλά σαν συνομιλήτρια. Θα τραγουδήσει με τη βεβαιότητα εκείνου που ξέρει ότι η αυθεντικότητα δεν ανεβαίνει στα charts, αλλά σκάβει υπόγεια μονοπάτια στους ανθρώπους.
Και κάπως έτσι, θα μας πείσει ότι το πιο πολιτικό πράγμα που μπορείς να κάνεις το 2025 είναι να τραγουδάς, όταν όλα σου λένε να σωπάσεις.
– To τελευταίο σου άλμπουμ έχει τον τίτλο “Η Άλλη Πλευρά της Συνήθειας”. Ποια είναι αυτή η «άλλη πλευρά» και πώς την ανακάλυψες μέσα από τη δημιουργία του άλμπουμ;
Την περίοδο που φτιάχναμε τον δίσκο η διαπραγμάτευση της «άλλης πλευράς» των πραγμάτων ήταν πολύ παρούσα στην αίσθησή μου, στη θεραπεία, στις σημαντικές σχέσης κλπ. Με παρακινούσε η ιδέα πως ό,τι είμαστε είναι αυτό που έχουμε συνηθίσει να είμαστε αλλά και αυτό από το οποίο παλεύουμε να ξεφύγουμε. Η συνήθεια έτσι έχει δύο όψεις: την ασφάλεια, το καταφύγιο, το οικείο, τον «λόγο που επιβιώσαμε» αλλά ταυτόχρονα μέσα από αυτό ακριβώς το τοπίο θα επιθυμήσουμε να αλλάξουμε, να φύγουμε, να ταξιδέψουμε, να μεγαλώσουμε κλπ. Στον δίσκο αυτό αποτυπώνεται με πολλούς τρόπους. Αρχικά προστέθηκαν δύο μουσικά μέλη στον πυρήνα: ο Κώστας Ζάμπος που έχει κάνει την παραγωγή και ο Αλέξανδρος Λαδιανός στο μπάσο. Αυτό και μόνο μετακινεί τις δυναμικές πολύ, αλλάζει την ομάδα. Αλλά και σε μουσικό επίπεδο, αποφασίσαμε με τον Κώστα να κατευθύνουμε αυτόν τον δίσκο σε πιο πλούσια παραγωγικά σημεία, έχει πιο πολλά συνθς, έχει πολλές ιδέες που προέκυψαν καθαρά από τον Κώστα ως παραγωγό. Ο πρώτος δίσκος, η “Πέτρα”, είχε ως βάση την λάιβ προσέγγιση και ηχογράφηση των τραγουδιών, μια λογική που γενικά με εκφράζει και νιώθω πολύ ασφαλής μέσα σε αυτήν. Εδώ τολμήσαμε, θα πω, να δοκιμάσουμε κάτι άλλο, να βάλουμε το ποδαράκι μας στην άλλη πλευρά.
– Πέρα από το τελευταίο σινγκλ, ποιο τραγούδι του άλμπουμ θεωρείς ότι σε εκφράζει περισσότερο αυτή την περίοδο και γιατί;
Αυτή την περίοδο θα διαλέξω το “ΚΑΡΟΥΖΟ” που λέμε μαζί με Τα Κανονικά Παιδιά, που είναι δύο από τους καλύτερούς μου φίλους. Επιστρέφω έτσι κι αλλιώς πολύ συχνά στο τραγούδι αυτό για πολλούς λόγους. Αυτές τις μέρες με εκφράζει περισσότερο γιατί λόγω πιεστικού προγράμματος δεν τους βλέπω πολύ και μου λείπουν, οπότε ακούω το “ΚΑΡΟΥΖΟ” ως στιγμιότυπο σύνδεσης και ασφάλειας μαζί τους, μαζί με την αίσθηση που αφήνει ότι «θα τα καταφέρουμε».
– Η μουσική σου συνδυάζει στοιχεία από διάφορα μουσικά είδη. Πώς αποφασίζεις κάθε φορά να επιλέξεις ποια θα ενσωματώσεις στα τραγούδια σου;
Όλη η μουσική που ακούμε είναι πάντα εκεί στην επόμενη μουσική που θα φτιάξουμε, άρα δεν νομίζω ότι υπάρχει κάτι που μοιάζει με απόφαση στο σημείο που το τοποθετείς. Όταν αρχίζει να ξεχωρίζει το τι οδηγεί πού, εκεί ίσως υπάρχει πρόβλημα. Πιστεύω πως η καλλιτεχνική δουλειά προϋποθέτει ως υλικό ό,τι αντλείται από έναν διαρκή ανοιχτό διάλογο με ό,τι προσλαμβάνεις από την καθημερινότητα, την τέχνη, την ποίηση, τους ανθρώπους, τον εαυτό σου.
– Ποιες είναι οι βασικές μουσικές ή καλλιτεχνικές επιρροές που σε έχουν διαμορφώσει ως δημιουργό;
Αρχικά, με έχει διαμορφώσει η λογοτεχνία και η ποίηση, από εκεί ξεκινάνε όλα για μένα. Ποίηση παλιά, καινούρια, καλή, κακή, ελληνική, βαλκανική, αγγλική, αμερικάνικη. Γενικά αγαπώ τις λέξεις πιο πολύ από τις νότες, παρότι αν δεν είχα την μουσική δεν θα μπορούσα να μιλήσω, δεν θα είχα τρόπο. Τώρα σε μουσικό επίπεδο, συντονίζομαι πολύ με την αμερικάνικη και αγγλική φολκ τραγουδοποιΐα με όλα αυτά που παθαίνει ανά τα χρόνια (Sufjan Stevens, Marika Hackman, Daughter, Fiona Apple, Bonnie Prince Billy, Grandaddy, Kae Tempest)… ‘Νταξει, να μην έγραφα απλά τους Bon Iver και τέλος.
– Η αισθητική των εξωφύλλων και των βίντεοκλιπ σου είναι ιδιαίτερα προσεγμένη. Πόσο σημαντική είναι για σένα η οπτική παρουσίαση της μουσικής σου;
Είναι σημαντική στον βαθμό που η συνεργασία μου με τους ανθρώπους που δημιουργούν αυτή την εικόνα είναι δημιουργική και ζωντανή. Προφανώς, υπάρχει μια χρησιμότητα και μια ανάγκη για «εικόνα» στην εποχή μας. Τα άτομα που έχουν ασχοληθεί με την εικόνα των δίσκων, των τραγουδιών, και γενικά της Σόφι, είναι σοβαρές καλλιτέχνιδες και συνδέθηκαν με το υλικό και τον κόσμο της τραγουδοποιΐας μου, καταφέρνοντας να δουν στα τραγούδια κάτι πέρα από αυτό που βλέπω εγώ. Να το δουν και να το δείξουν μετέπειτα. Για τον δεύτερο δίσκο η Αναστασία Δαφερέρα έχει κάνει τα εικαστικά, η Στέφι (stephie grape) έκανε την φωτογράφιση για τον κόσμο της “Άλλης Πλευράς” και η Ασημίνα Λιαρμακοπούλου σχεδίασε και δημιούργησε τα αντικείμενά του.
– Τι σημαίνει για σένα να είσαι ανεξάρτητη καλλιτέχνιδα στην Ελλάδα του 2025; Είναι πολιτική στάση; Είναι ανάγκη; Είναι προσωπική επιλογή ή μονόδρομος;
Είναι μια καθημερινότητα. Από πού να το πρωτοσχολιάσουμε τώρα αυτό; Όταν ήμουν πιο νέα, ενείχε κάτι ρομαντικό ο βαθμός κόπου και αντίστασης μπροστά στις δυσκολίες της καλλιτεχνικής εργασίας. Σήμερα στην Ελλάδα του 2025, τι να πρωτοπούμε όταν κατεβάζουν έργα από την πινακοθήκη; Για το πόσο απαξιωμένο είναι το σύνολο της πολιτισμικής δραστηριότητας; Για το πόσο εμπορευματοποιείται κάθε τι νέο και ανατρεπτικό με στόχο να ενταχθεί στο επόμενο φεστιβαλ; Το πόσο αμετακίνητα είναι τα πράγματα σε τόσα πολλά κοινωνικά και πολιτειακά επίπεδα που κάποιες χρονιές είναι σαν να ζούμε την μέρα της Μαρμότας; Το πώς αυτή η καθημερινότητα θα επηρεάσει αναπόφευκτα τον λόγο που φέρουν οι ίδιοι οι δημιουργοί; Αν θες να κάνεις την δουλειά σου αληθινά και σωστά, δεν υπάρχει καν η έννοια της εξαρτώμενης καλλιτέχνιδας γιατί δεν έχει από τι να εξαρτηθεί, να υποστηριχθεί. Φτιάχνουμε τις κοινότητές μας, δουλεύουμε αδιάκοπα, αλληλοϋποστηριζόμαστε. Αυτό κάνουμε.
– Πιστεύεις πως η ανεξάρτητη σκηνή στην Ελλάδα έχει καταφέρει να διαμορφώσει έναν δικό της ηχητικό ή ιδεολογικό χαρακτήρα, ή λειτουργεί ακόμα σαν δορυφόρος διεθνών επιρροών;
Δεν το έχω σκεφτεί ποτέ όπως το περιγράφεις. Για μένα υπάρχουν αυθεντικοί και μη αυθεντικοί δημιουργοί. Μπορώ να σκεφτώ πολλούς και στις δύο κατηγορίες που στοιχειοθετούν την ανεξάρτητη ελληνική σκηνή.
– Σε μια εποχή που όλα καταγράφονται, αναρτώνται και “μετριούνται”, υπάρχει χώρος για αληθινή έκφραση που δεν έχει στόχο την αποδοχή; Μπορεί μια φωνή να παραμείνει αυθεντική μέσα στον αλγόριθμο;
Φυσικά. Περιέγραφε ο Στόλεν σε μια συνέντευξή του τι συνέβη όταν άρχισε να γίνεται viral μέσα από το ΤικΤοκ, και ανέβηκαν οι ακροατές/τριές του κατακόρυφα. Ε, φρίκαρε. Ο αλγόριθμος μπορεί να ανεβάσει κάτι τόσο αυθεντικό, αξιόλογο και σημαντικό όπως η μουσική που βγάζει ο Στόλεν, μπορεί να ανεβάσει και κάτι άλλο ή να μην επιτρέψει σε κάτι καλό να προχωρήσει και πολύ. Εκεί ανοίγει μια συζήτηση του τι προτεραιότητα δίνεις σε αυτό το μέρος της δουλειάς, γιατί η διαχείριση των σόσιαλ ανήκει πια στην δουλειά, δεν το αμφισβητεί κανείς αυτό. Το θέμα είναι σε ποιο στάδιο της δουλειάς ανήκει. Σίγουρα όχι στο δημιουργικό. Ανήκει σε άλλα της στάδια και το κάθε άτομο το διαχειρίζεται όπως θέλει και μπορεί και αντέχει.
– Υπάρχει για σένα “ελληνικός ήχος”; Και αν ναι, είναι κάτι που σε αφορά, σε απομακρύνει ή σε προκαλεί να τον επανεφεύρεις;
Νομίζω ότι μπορούμε να μιλήσουμε για μια «ελληνικότητα» μέσα στα διάφορα μουσικά είδη. Διότι όλα λογοδοτούν σε μια παράδοση. Ας πάρουμε ως παράδειγμα ένα είδος που δεν αναγνωρίζεται εκ πρώτης ως ελληνικό, όπως το χιπ χοπ. Μπορούμε να μιλήσουμε για την παράδοση του ελληνικού χιπ χοπ ωστόσο, για θεματικές, για τρόπους, για καλλιτέχνες, για φόρμες, για πολλά πράγματα που διαφοροποιούν τελικά το πώς γίνεται το χιπ χοπ στην Ελλάδα και πώς γίνεται στην Ισπανία π.χ. Με τον ίδιο τρόπο σκέφτομαι και τα υπόλοιπα είδη. Προφανώς, μια τέτοια ανάγνωση προϋποθέτει την εστίαση στα είδη και την ιστορία τους μέσα στον «ελληνικό τόπο». Αν ό,τι θεωρούμε ελληνικό σημαίνει μόνο παραδοσιακά όργανα ή φόρμες ενός συγκεκριμένου είδους, τότε η ερμηνεία που προτείνω δεν μας κάνει.
– Νιώθεις ότι υπάρχει κοινότητα στην ελληνική ανεξάρτητη σκηνή ή περισσότερο μια παράλληλη μοναξιά; Ποιοι δεσμοί γεννιούνται (και ποιοι χάνουν τη σημασία τους) όταν όλοι προσπαθούν να ακουστούν;
Έτσι όπως το διατυπώνεις, θα έλεγα περισσότερο ότι εμφανίζονται κοινότητες και παρέες παρά μια ενιαία κοινότητα υπό τον όρο «ελληνική ανεξάρτητη σκηνή». Αλλά κάπως αισθάνομαι ότι τον τελευταίο καιρό συνομιλούν όλο και περισσότερο μεταξύ τους, δεν ξέρω αν είναι και η ιδέα μου. Πιστεύω ότι διανύουμε μια περίοδο που μέσα από τις ματαιώσεις αλλά και την επιμονή, πολλοί καλλιτέχνες αισθανόμαστε περισσότερο συμπορευτικά παρά ανταγωνιστικά. Επίσης, θεωρώ πως λόγω της μεγάλης ανάγκης που εμφανίζει η εποχή για αντίσταση στα φασιστικά και καταπιεστικά στοιχεία, υπάρχει μια αυθόρμητη σύμπλευση, έστω και σε ένα πιο μακρινό επίπεδο. Οι μικροκοινότητες που προκύπτουν λόγω φιλίας ή παρόμοιων αισθητικών/ ηθικών /πολιτικών αντιλήψεων ήταν, είναι και θα είναι πάντα κάτι που χαρίζει ο χώρος της τέχνης. Γεννά παρέες.
– Μπορεί η τέχνη (και ειδικά το τραγούδι) να λειτουργήσει ως αντιστάθμισμα στη διάχυτη ανασφάλεια και τον κατακερματισμό της καθημερινής ζωής;
Πιστεύω ότι μπορεί να προσφέρει έναν χώρο, κυριολεκτικά και μεταφορικά, όπου σκέψεις, συναισθήματα, αγωνίες και επιθυμίες μεταμορφώνονται σε κάτι άλλο. Αλλά η διάχυτη ανασφάλεια που αναφέρεις και οι δυσκολίες της καθημερινής ζωής (αν αφήσουμε την υπαρξιακή μας αναζήτηση στην άκρη) έχουν πάντα να κάνουν με θέματα και δυσκαμψίες της πολιτείας, της κοινωνίας και του εξουσιαστικού λόγου. Η διάχυτη ανασφάλεια θα μπορούσε και να μην είναι το δεδομένο μας πάντα, ε;
☞︎ ΙΝΦΟ για το σκονάκι σου: Rudu Fest 2025 | Athens Open Air 13 & 14 Ιουνίου | ΠΛΥΦΑ
Day 1 | 13 Ιουνίου 2025
Usurum, Sophie Lies, Κωστής, Σταύρος Τσαντές, Σταύρος Άλλος
Day 2 | 14 Ιουνίου 20225
Μικρός Κλέφτης, Katohos, Το Σφάλμα, Αeon, MI55T w/ Crashoverride
Η Sophie Lies ανεβαίνει στη σκηνή του Rudu Festival με τραγούδια που μιλούν για ρωγμές, συνήθειες και επανεκκινήσεις για ένα live γεμάτο ειλικρίνεια, ποίηση και ηλεκτρισμό από την «άλλη πλευρά».
Η Sophie Lies ανεβαίνει στη σκηνή του Rudu Festival με τραγούδια που μιλούν για ρωγμές, συνήθειες και επανεκκινήσεις για ένα live γεμάτο ειλικρίνεια, ποίηση και ηλεκτρισμό από την «άλλη πλευρά».
Φέτος συμπληρώνονται 99 χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου ποιητή της Μπιτ Γενιάς και αυτά είναι κάποια από τα λόγια βαθιάς σοφίας και προσωπικής εμπειρίας που μας αφήνει παρακαταθήκη.
Φέτος συμπληρώνονται 99 χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου ποιητή της Μπιτ Γενιάς και αυτά είναι κάποια από τα λόγια βαθιάς σοφίας και προσωπικής εμπειρίας που μας αφήνει παρακαταθήκη.
Το κορίτσι μεγάλωσε, έγινε γυναίκα, μητέρα. Το όνομά της Μανίνα Μπαζαίου. Μας υποδέχτηκε στο διαμέρισμά της στην Αγία Παρασκευή, όπου συζητήσαμε για μια εκδοτική επιτυχία που σημάδεψε ολόκληρη την ζωή
Το κορίτσι μεγάλωσε, έγινε γυναίκα, μητέρα. Το όνομά της Μανίνα Μπαζαίου. Μας υποδέχτηκε στο διαμέρισμά της στην Αγία Παρασκευή, όπου συζητήσαμε για μια εκδοτική επιτυχία που σημάδεψε ολόκληρη την ζωή
Μέσα σε μια Βενετία χωρίς νερό και με τα κανάλια στεγνά από μνήμη, ο ηθοποιός Στέλιος Τυριακίδης βαδίζει σαν έμπορος συναισθημάτων σε μια παράσταση-εφιάλτη.
Μέσα σε μια Βενετία χωρίς νερό και με τα κανάλια στεγνά από μνήμη, ο ηθοποιός Στέλιος Τυριακίδης βαδίζει σαν έμπορος συναισθημάτων σε μια παράσταση-εφιάλτη.