Ο Σιμόν Πέρες γεννήθηκε το 1923 στην πόλη Βίσνιεβα της τωρινής Λευκορωσίας και βαφτίστηκε Σιμόν Πέρσκι. Το 1934 εγκαταστάθηκε στην υπό αγγλική κατοχή Παλαιστίνη και έπειτα εργάστηκε σε συνεταιριστικό αγρόκτημα (κιμπούτζ). Το 1947 διορίστηκε υπεύθυνος αμυντικών εξοπλισμών του υπό ίδρυση Ισραήλ και την περίοδο του 1953-59 εισηγήθηκε την αγορά υπερσύγχρονων μαχητικών τζετ, εγκατέστησε τον πρώτο πυρηνικό αντιδραστήρα στη χώρα και πήρε μέρος στις τριμερείς συνομιλίες που ακολούθησαν την κρίση στο Σουέζ. Το 1959 ανέλαβε υφυπουργός Άμυνας. Τα επόμενα χρόνια πολιτεύτηκε με πέντε πολιτικά κόμματα, έγινε 12 φορές υπουργός και τρεις φορές πρωθυπουργός. Υποστήριξε τον συμβιβασμό με τους Παλαιστίνιους, πρωτοστάτησε στην ειρηνευτική Συμφωνία του Όσλο και γι ´αυτή του τη συνεισφορά μοιράστηκε το Νόμπελ Ειρήνης με τον ισραηλινό πολιτικό Γιτζάκ Ράμπιν και τον παλαιστίνιο ηγέτη Γιάσερ Αραφάτ (1994).

Η συνάντηση του Θανάση Λάλα με τον Σιμόν Πέρες, τον Ισραηλινό πολιτικό και νομπελίστα ειρήνης, ήταν μια σπάνια ευκαιρία για έναν βαθύ και ουσιαστικό διάλογο γύρω από τα μεγάλα ζητήματα της πολιτικής, της ειρήνης και της ανθρώπινης φύσης. Ο Πέρες, με την πολυετή εμπειρία του στην ηγεσία και τις διαπραγματεύσεις, μίλησε ανοιχτά για τις προκλήσεις που αντιμετώπισε κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του, τις ελπίδες του για μια ειρηνική συνύπαρξη στη Μέση Ανατολή και τις φιλοσοφικές του απόψεις για την ηθική στην πολιτική. Η συζήτηση, που συνδύασε την οξυδέρκεια του Λάλα με τη σοφία του Πέρες, προσέφερε μια πολύτιμη ματιά στον τρόπο με τον οποίο σκέφτεται ένας από τους πιο σημαντικούς πολιτικούς ηγέτες του 20ού αιώνα. Αυτά είναι κάποια λόγια βαθιάς σοφίας και προσωπικής εμπειρίας που μας έχει αφήσει παρακαταθήκη.

Οι άνθρωποι ζουν στο παρελθόν. Οι περισσότεροι άνθρωποι, αντί της σκέψης, προτιμούν τη θύμηση. Ζουν στο παρελθόν διότι αυτό τους κάνει να αισθάνονται καλύτερα. Στο παρελθόν τα πάντα είναι γνωστά, οικεία. Αντίθετα, οποιαδήποτε σκέψη για το μέλλον τους κάνει να νιώθουν ανησυχία και αβεβαιότητα. Το όραμα δεν έχει όμως να κάνει με την θύμηση, αλλά με τη σκέψη που είναι στραμμένη στο μέλλον. Ο άνθρωπος που διαθέτει όραμα έχει καταλάβει πως η ιστορία δεν είναι απλώς μια σειρά από επαναλαμβανόμενα γεγονότα, αλλά μια διαδικασία συνεχών αλλαγών και μεταβολών.

Η Ιστορία γράφεται από τους νικητές. Η εικόνα μας για την ιστορία δεν είναι ολοκληρωμένη διότι η ιστορία γράφεται απ ´ αυτούς που έχουν την εξουσία και το χρήμα. Αυτά που διαβάζουμε ως ιστορία είναι αυτά που κάποιοι αποφάσισαν ότι θα έπρεπε να διαβάσουμε. Δεν μιλάω για την ιστορία του πολιτισμού, τη φιλοσοφία, την ποίηση ή ακόμα και τη θρησκεία. Μιλάω για όλους εκείνους τους βασιλείς  οι οποίοι μας διηγούνται τις ένδοξες στιγμές τους, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι λένε απαραίτητα και την αλήθεια. Ακόμα και η ιστορία του Δαυΐδ και του Γολιάθ είναι γραμμένη δύο φορές στην Βίβλο. Η μία εκδοχή μας λέει ότι ο Δαβίδ σκότωσε τον Γολιάθ  και η άλλη ότι τον σκότωσε ένας αξιωματικός.

Ο ηγέτης οφείλει να είναι πρωτοπόρος. Το μέλλον εκπορεύεται πάντα από τις μειονότητες. Γι’ αυτό και νικάει πάντα. Αν γεννιόταν από τις πλειονότητες, αυτό δεν θα συνέβαινε. Οι ηγέτες πρέπει λοιπόν να ανήκουν στους λίγους που κινούνται πάντα μπροστά χωρίς να φοβούνται, που προσπαθούν να δείξουν και στους άλλους ότι η ζωή αλλάζει, ότι οι εποχές αλλάζουν.

Εγώ έμαθα στη ζωή μου πως μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει να ασχολείσαι με ό,τι έρχεται, παρά να είσαι αυτός που απλώς διοικεί. Προσωπικά, το δεύτερο δεν με ενδιαφέρει καθόλου, το θεωρώ χάσιμο χρόνου. Συνεχώς προσπαθώ να δω τι είναι αυτό που χρειαζόμαστε και αναζητούμε, τι καινούργιο μπορούμε να επινοήσουμε και να δείξουμε στους ανθρώπους, ποια πραγματα μπορούμε να προσθέσουμε στη ζωή μας. Μόνο έτσι η ζωή μπορεί να γίνει πιο ενδιαφέρουσα και δημιουργική απ ´ό,τι είναι.

Ο θεός δεν φωτίζει κατά παραγγελία. Όσοι πιστεύουν στον Θεό πρέπει να καταλάβουν ότι κάποια πράγματα δεν μπορούμε να τα περιμένουμε από Εκείνον, ότι πρέπει να τα κάνουμε μόνοι μας. Πιστεύω ότι οι άνθρωποι γεννιόμαστε τυφλοί και ότι συνήθως μας παίρνει πολύ χρόνο ώσπου να βγούμε από το σκοτάδι.

Οι τρομοκράτες δεν είναι επαναστάτες. Υπάρχουν τρεις βασικές διαφορές ανάμεσα στους επαναστάτες και τους τρομοκράτες. Η μία είναι η μακιαβελικού τύπου άδεια να σκοτώνεις. Στο όνομα του Θεού, μάλιστα, μπορείς να σκοτώσεις οποιονδήποτε. Αυτό σημαίνει τρομοκρατία: να σκοτώνεις γυναίκες και παιδιά, να μη σε νοιάζει ούτε ποιοι έχουν σκοτωθεί ούτε πόσοι έχουν σκοτωθεί, να μην έχεις αξίες και νόμους. Η δεύτερη διαφορά είναι ότι η τρομοκρατία δεν μεταφέρει ένα μήνυμα αλλά μια διαμαρτυρία. Για παράδειγμα, οι περισσότεροι από τους σημερινούς τρομοκράτες φοβούνται ότι ο εκσυγχρονισμός σκοτώσει τις παραδόσεις τους. Το πρόβλημα όμως είναι ότι, διατηρώντας τις παραδόσεις τους, δεν μπορούν να συνεχίσουν να ζουν. Η τρίτη διαφορά είναι ότι οι ηγέτες των τρομοκρατών δεν εκλέγονται. Όταν λοιπόν ένας ηγέτης δεν εκλέγεται, είναι πολύ εύκολο να καταφύγει στη βία και να εξαπλώσει τη διαφθορά. Ζει συνεχώς μέσα σε φόβο.

Η ζωή προχωρεί με αντιφάσεις και συμβιβασμούς. Παντού γύρω μας υπάρχουν διπολικά συστήματα του τύπου θετικό – αρνητικό, φωτιά – νερό. Παντού -στη ζωή, στον ηλεκτρισμό- υπάρχουν αντιθέσεις και αντιφάσεις. Ακόμα και το να σχηματιστεί ζευγάρι είναι πολύ δύσκολο, διότι οι άντρες διαφέρουν από τις γυναίκες. Όλα αυτά οδηγούν αναπόφευκτα τη ζωή σε μια σειρά από συμβιβασμούς και επιτυγχάνεται μια συμπληρωματικότητα μεταξύ των αντιφατικών δυνάμεων που αλληλοσυγκρούονται. Δεν γίνεται να υπάρξει ζωή χωρίς συμβιβασμούς. Γίνεται να έχει κανείς στο σπίτι του μόνο θετικό ή μόνο αρνητικό πεδίο ηλεκτρισμού;

Η Αμερική είναι ωφέλιμη υπερδύναμη. Μεγάλο μέρος της δύναμής της η Αμερική δεν το χρησιμοποιεί, αλλά το κρατάει. Οι Αμερικανοί πήραν μέρος σε πολλούς πολέμους και κατέκτησαν πολλά εδάφη, αλλά ό,τι πήραν το επέστρεψαν. Στην περίπτωση της Ιαπωνίας, για παράδειγμα, όχι μόνο της επέστρεψαν τα εδάφη που της πήραν, αλλά τη βοήθησαν να αναπτυχθεί. Το ίδιο συνέβη και με τη Γερμανία ή με το σχέδιο Μάρσαλ.

Στην ιστορία της ανθρωπότητας οι ΗΠΑ αποτελούν μοναδική περίπτωση αυτοκρατορίας που δεν είναι και τόσο κακή. Γι’ αυτό εδώ και 200 χρόνια αυτή η χώρα προχωρεί συνεχώς μπροστά. Η δύναμη των ΗΠΑ είναι πάντως η δύναμη του αμερικανικού Συντάγματος. Αν οι Αμερικάνοι πάψουν να κινούνται με την ισορροπία που χαρακτηρίζει το Σύνταγμα τους, θα διαλύσουν τη χώρα τους.