Οι αρχές της δεκαετίας του ’80 ήταν μια χρυσή εποχή για τα ποπ ντουέτα: OMD, Soft Cell, Associates, Tears for Fears, Blancmange, Yazoo, Cabaret Voltaire, Wham! Ήταν λες και η τετραμελής ή πενταμελής ροκ μπάντα είχε ξαφνικά γίνει ένα ξεπερασμένο, γερασμένο κατάλοιπο μιας περασμένης εποχής.

Κατά κάποιο τρόπο, το γοητευτικό ντούο – ένας φανταχτερός, ενεργητικός frontman κι ένας μελαγχολικός, σοβαρός πολυοργανίστας – ταίριαζε απόλυτα σε αυτή τη νέα αυγή του μοντερνισμού, απαλλαγμένοι από τις αποσκευές ή τις υπερβολές μιας συμβατικής μπάντας. Ο Robert Fripp των King Crimson σε μια συνέντευξη στο Melody Maker είχε ήδη προβλέψει αυτόν τον σύγχρονο, πιο ευέλικτο τρόπο λειτουργίας το 1974, προαγγέλλοντας ουσιαστικά το μέλλον των συναυλιών και των ηχογραφήσεων ως «μικρές, κινητές, ανεξάρτητες και έξυπνες μονάδες». Κι αυτό ακριβώς ήταν οι D.A.F.

Οι D.A.F.  (που σημαίνει Deutsch-Amerikanische Freundschaft, δηλαδή Γερμανοαμερικανική Φιλία) ξεκίνησαν στην πραγματικότητα στο Ντίσελντορφ το 1978 ως πενταμελής μπάντα, με έναν κιθαρίστα, έναν μπασίστα και έναν ντράμερ. Αλλά στο τρίτο τους άλμπουμ, το Alles Ist Gut του 1981, εδραίωσαν την ταυτότητά τους ως ηλεκτρονικό ντούο.

Οι D.A.F.  δεν ήταν τόσο ένα άτυπο ντούο των αρχών της δεκαετίας του ’80 – αν και ήταν οι μοναδικοί Ευρωπαίοι στην κατηγορία τους . Σε αυτό που διέφεραν ήταν περισσότερο στο στυλ τους.  Στην πραγματικότητα, από αυτή την άποψη είχαν περισσότερα κοινά με ένα double act από μια ελαφρώς προηγούμενη περίοδο: τους τρομερούς Νεοϋορκέζους Suicide. Όσον αφορά το προβοκατόρικο στυλ τους και τον ωμό electro-noise ήχο τους, ο ισπανικής καταγωγής Gabi Delgado-López (φωνητικά) και ο Robert Görl (τύμπανα και synths) περισσότερο έμοιαζαν με τους Alan Vega και Martin Rev.

Οι D.A.F.  ήταν εξαιρετικά εκκεντρικοί electro-punks με πρόθεση να τσακίσουν τους κανόνες (και διέθεταν τα μπράτσα για να το κάνουν). Στις συνεντεύξεις τους τα έβαλλαν κατά του «αγγλοαμερικανικού ποπ ιμπεριαλισμού» και του ροκ αταβισμού που τον συνόδευε. Μπορεί να προσέφεραν έναν ωμό, απογυμνωμένο, back-to-basics ήχο – «τεχνο-πριμιτιβισμό», όπως τον αποκάλεσε ο κριτικός Simon Reynolds – αλλά καμία σχέση δεν είχε με το rock’n’roll. Ούτε όμως θα μπορούσε να τους χαρακτηρίσει κανείς ένα καθαρά γερμανικό-ηλεκτρονικό σχήμα: το ισοπεδωτικό, τραχύ synth-disco τους απείχε όσο το δυνατόν περισσότερο από τα παρθένα ηχοτοπία των Kraftwerk.

Ομοίως, η ομοερωτική τους εικόνα ήταν εκ διαμέτρου αντίθετη από την φινετσάτη κουστουμαρισμένη Mensch-Maschine εικόνα των Kraftwerk. Στην μία πλευρά του εξώφυλλου του Alles Ist Gut απεικονιζόταν ένας γυμνός Delgado, με αυστηρό postpunk κούρεμα και τον καλογραμμωμένο του κορμό του να γυαλίζει από τα λάδια, και στην άλλη πλευρά ο Görl εξίσου αστραφτερός και καλογυμνασμένος. Και το επόμενο LP του 1981, Gold und Liebe, παρουσίαζε το ζευγάρι μαζί στο μπροστινό μέρος, με αμάνικα μαύρα δερμάτινα σακάκια απ’ όπου ξεπροβάλλουν τα γυμνασμένα και αστραφτερά μπράτσα τους.

Το μήνυμα ήταν ότι, σε αντίθεση με τους Rolling Stones και τη γενιά τους, αυτό το γκρουπ σίγουρα ήξερε πώς να απαιτεί και να παίρνει “Satisfaction”.

Και σε αντίθεση με τους πανκς, αυτή η ικανοποίηση δεν θα ήταν ένα αμήχανο τρίλεπτο θορυβώδες και τσιριχτό πλάκωμα – μπορούσες να φανταστείς τους D.A.F.  να κάνουν σεξ αργά, ρυθμικά και έντονα και να το απολαμβάνουν. Κατά κάποιον τρόπο, οι D.A.F. άνοιξαν το δρόμο για τους αυτοαποκαλούμενους «άγριους ομοφυλόφιλους» Holly Johnson και Paul Rutherford των Frankie Goes to Hollywood.

Robert Görl

Όχι ότι ήταν ομοφυλόφιλοι οι ίδιοι: Ο Delgado-López ήταν bisexual και ο Görl προφανώς straight. Παρόλα αυτά, η μουσική τους προοριζόταν για τα πιο σκληροπυρηνικά νυχτερινά κλαμπ της Γερμανίας, γκέι ή μη. Οι D.A.F.  πήραν τις αρχές απόλαυσης της ντίσκο και τις aerobic επιταγές – θυμάστε το ντίσκο hit Let’s All Chant της Michael Zager Band που κυκλοφόρησε το 1977 με το παραληρηματικό ρεφρέν του “Your body, my body / Everybody work your body” -και τις πήγαν σε άλλα επίπεδα.

Σε μια ακόμη πιο τολμηρή κίνηση – το Τρίτο Ράιχ εξακολουθούσε να είναι ακόμα νωπό στη μνήμη πολλών Γερμανών – ανακτούσαν το στρατιωτικό και εμβατηριακό και τα μετέτρεπαν σε απαγορευμένη απόλαυση. Το σεξ και οι έννοιες της επιθυμίας για δύναμη και της αυστηρής αυτοδυναμίας (το Absolute Body Control, ένα τραγούδι στο Gold und Liebe, ήταν μια από τις καλύτερες στιγμές τους) συγχέονταν με άγριο τρόπο στη μουσική και τις εικόνες των D.A.F. .

Με πάνω από 40 χρόνια ιστορίας και έχοντας χαρακτηριστεί ως οι επαναστάτες της synth-disco, οι D.A.F.  θεωρούνται μια από τις πλέον επιδραστικές μπάντες της ηλεκτρονικής σκηνής, περιλαμβάνοντας την techno, industrial, EBM, EDM, house. Καταρρίπτοντας κάθε κανόνα,, ήταν ένα από τα πέντε projects με τις μεγαλύτερες πωλήσεις στη Γερμανία το 1981, ενώ την ίδια χρονιά έγιναν εξώφυλλο στο NME. Χαρακτηρίστηκαν από τον John Peel ως «οι νονοί της techno» και αναφέρθηκαν ως “crucial” για την ανάπτυξη του Detroit techno και του Chicago house.

Το να ακούς το “El Que”, με τους λαστιχένιους παλμούς του χάρη στο Korg MS10, είναι σαν να ακούς acid house έξι χρόνια νωρίτερα από τη καθιέρωση του όρου.

Τα πάντα, από το EBM – είτε σημαίνει Electronic/Euro Body Music είτε Efficient Brusque Modernity – μέχρι το EDM ξεκινούν από εδώ. Μαζί με τους Kraftwerk, Neu!, Der Plan και άλλους, οι D.A.F. που δημιουργήθηκαν το 1978 στο Düsseldorf, συνέβαλαν σε μεγάλο βαθμό στην αναμόρφωση της ηλεκτρονικής μουσικής παγκοσμίως.

Με πολλές αναταραχές στις σχέσεις των δύο εκπληκτικών μουσικών, οι D.A.F. συνέχισαν να απασχολούν και να διαμορφώνουν τον κόσμο της μουσικής με της μοναδικές ιδέες τους και τα εκπληκτικά live show τους, γεμάτα ενέργεια.

Το 2020 και έχοντας ξεκινήσει την ηχογράφηση του “Nur noch Einer”, ο ξαφνικός θάνατος του Gabi Delgado, ανατρέπει τα δεδομένα για τους D.A.F. και ο Robert Görl βγαίνει μπροστά και έχοντας μαζί του την εκπληκτική Sylvie Marks συνεχίζει να γράφει την ιστορία των πρωτοπόρων της ηλεκτρονικής μουσικής.

Robert Görl και Sylvie Marks

Με αφορμή την επικείμενη εμφάνισή του Robert Görl στη σκηνή του Arch Club το Σάββατο 25 Μάιου, ο πρωτοπόρος μουσικός μιλά στο Olafaq.

– Ως ένα εκ των δύο ιδρυτικών μελών των D.A.F. , πώς αισθάνεσαι που συνεχίζεις να παίζεις και να εκπροσωπείς την παρακαταθήκη του συγκροτήματος, ειδικά μετά το θάνατο του συνεργάτη σου, Delgado-López;
Είναι μοιραίο. Το αποδέχτηκα. Νιώθω ωραία επί σκηνής. Επίσης, ένα μεγάλο ποσοστό των fans των D.A.F.  το υποστηρίζουν αυτό. Για μένα αυτό είναι μια μετάβαση. Ξέρω ότι θέλω να ανέβω στη σκηνή με το άλμπουμ και είμαι πολύ ενθουσιασμένος που βλέπω τις αντιδράσεις των θαυμαστών. Επίσης ταξιδεύω και πάλι ως ντουέτο, με μια νέα γυναίκα συνεργάτη των D.A.F., τη Sylvie Marks. Είχα ήδη παρουσιάσει μαζί της το αποχαιρετιστήριο album για τον Gabi “Nur Noch Einer” πριν από 4 χρόνια.

– Είμαι περίεργη! Πώς γνωριστήκατε με τον Gabi;
Γνώρισα τον Gabi στο Ντίσελντορφ. Στο Ratinger Hof το 1978, που τότε ήταν ένα πραγματικό πανκ καταφύγιο.

– Θα μπορούσες να περιγράψεις την punk και electro σκηνή στο Ντίσελντορφ εκείνης της περιόδου;
Το Ratinger Hof ήταν το hot spot! Είχες την αίσθηση ότι όλοι βρίσκονταν εκεί γιατί ήταν γραφτό να συναντηθούν. Μουσικοί, συγγραφείς και καλλιτέχνες από την Kunst Akademie που δεν ήταν πολύ μακριά. Πολλά συγκροτήματα ξεπήδησαν από εκείνη την υπόγα, μαζί και οι D.A.F. . Εκεί γνώρισα επίσης τον Joseph Beuys και τον Jörg Immendorff.

– Τι είναι ο χρόνος για σένα;
Για μένα ο χρόνος είναι χρόνος μόνο όταν τον σκέφτομαι. Ζω τον δικό μου χρόνο.

–  Κάποτε οι  D.A.F απαρτίζονταν από αρκετά μέλη, 5 αν δεν κάνω λάθος. Πώς επηρέασε αυτό το όλο εγχείρημα, καθώς και τη σχέση σας με τον Gabi;
Η πρώτη πρόβα των D.A.F. έγινε με τον Gabi και εμένα στο υπόγειο του Ratinger Hof. Μετά από αυτό αναζητήσαμε περισσότερα μέλη για την μπάντα. Πολύ σύντομα γίναμε 5, ναι.  Αλλά οι αλλαγές στη σύνθεση δεν άργησαν να έρθουν. Από 5 γίναμε 4 και από 3 γίναμε 2 μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Έκτοτε, ο Gabi και εγώ δουλεύαμε ως ντούο για 40 χρόνια. Και αυτό λειτουργούσε άψογα. Οι περισσότερες κυκλοφορίες των D.A.F. βγήκαν από αυτό το ντούο. Η σχέση μας με τον Gabi πέρασε από πολλά στάδια. Κατά διαστήματα τα παρατάγαμε και δουλεύαμε σόλο. Τα τελευταία 20 χρόνια της ζωής του Gabi κάναμε live εμφανίσεις και προγραμματίζαμε ένα νέο άλμπουμ. Αλλά ο Gabi έφυγε από τη ζωή προτού προλάβουμε να γράψουμε ένα νέο άλμπουμ…

Robert Görl

– Όταν πρωτοξεκινήσατε στην punk και electro σκηνή τα πράγματα σε τεχνικό επίπεδο ήταν, ας το πούμε πιο πρωτόγονα. Πώς ανταποκρίθηκε το κοινό στα έντονα ηλεκτρονικά στοιχεία που εισάγατε;
Γράφαμε το ηλεκτρονικό μέρος των κομματιών μας σε κασέτες. Δεν ήμουν σε θέση να παίζω τα ηλεκτρονικά μου και τα ντραμς ταυτόχρονα στη σκηνή. Έτσι παλέψαμε σκληρά για να παίξουμε συναυλίες με ταινίες και half-palyback. Το κάναμε πολύ ανοιχτά βέβαια. Όλοι θα έπρεπε να γνωρίζουν ότι τα ηλεκτρονικά μας sequences μας προέρχονταν από τις κασέτες. Στους fans μας άρεσε πολύ. Ωστόσο, κάποιοι έβρισκαν ενοχλητικό το γεγονός ότι χρησιμοποιούσαμε ένα κασετόφωνο επί σκηνής.

–  Ποια ήταν η φιλοσοφία των D.A.F.  τότε και πώς εξελίχθηκε στο παρόν;
Μία από τις βασικές φιλοσοφίες μας ήταν, και παραμένει: Κάνουμε αυτό που πιστεύουμε ότι είναι καλό. Κάτι εντελώς δικό μας! Ποτέ δεν προσπαθήσαμε να κάνουμε κάτι που κάποιος άλλος κάνει ήδη.

– Έχω την εντύπωση ότι τότε εσκεμμένα φλερτάρατε με τα ταμπού που αφορούσαν τη Γερμανία, ιδιαίτερα αυτά που προέκυψαν από το Τρίτο Ράιχ, αλλά και με το σεξ και τη σεξουαλικότητα, την πειθαρχία. Ως αποτέλεσμα, η αισθητική σας συχνά, αν και με καυστικό τρόπο, δημιουργούσε ναζιστικούς συνειρμούς. Πώς το δέχτηκε το κοινό αυτό, υπήρχαν περιπτώσεις που αυτό ήταν παρεξηγήσιμο εκείνη την εποχή;
Μια άλλη βασική φιλοσοφία μας ήταν: Θέλαμε να προκαλέσουμε τα υπάρχοντα ταμπού. Ναι, κάποιοι πραγματικά μας μισούσαν.

–  Θα ήθελα να σας ρωτήσω αν πίσω από όλα αυτά τα μηχανικά μουσικά στοιχεία, την αυστηρότητα, τη βία, τον ηλεκτρισμό και την ωμή αισθητική, μπορεί να υπάρχει κάτι ευαίσθητο, συναισθηματικό και ρομαντικό. Και αν ναι, πώς συνυπάρχουν αυτές οι αντίθετες τάσεις;
Υπάρχει πάντα μια σκληρή και μια ρομαντική πλευρά και φυσικά συνυπάρχουν.

Robert Görl

–  Μετανιώνεις καμιά φορά που διαλύσατε τη μπάντα στο απόγειό της, το 1982;
Όχι, ήταν η κατάλληλη στιγμή να κάνουμε κάποια σόλο δουλειά. Εκείνη την εποχή γνώρισα την Annie Lennox. Και κάναμε ένα υπέροχο άλμπουμ παρέα, το “Night Full of Τension”.

– Πώς προσεγγίζεις τη live εκτέλεση της μουσικής των D.A.F. πλέον, με δεδομένη την απουσία του Delgado-López;
Είμαστε και πάλι ως ντουέτο επί σκηνής με τη Sylvie Marks. Είμαι σίγουρος ότι αυτό αρέσει στον Gabi. Το διαισθάνομαι αυτό. Είναι αρκετά προκλητικό. Και όπως ήδη ανέφερα, έχουμε ήδη ένα πολύ καλό κοινό που ανυπομονεί γι΄ αυτές τις νέες παραστάσεις των D.A.F.

– Τι σου προκαλεί το γεγονός ότι τόσα πολλά άτομα που ουσιαστικά γεννήθηκαν όταν διαλυθήκατε, -όπως εγώ για παράδειγμα- «πεθαίνουν» για τη μουσική σας;
Μόλις πριν από λίγες μέρες, συνάντησα ένα πολύ νεαρό άτομο στο σούπερ μάρκετ. Μου έλεγε πόσο αγαπάει τη μουσική μου. Καταλαβαίνω ότι αυτό συνεχίζεται. Κι εγώ την αγαπώ.

– Εκτός από τη μουσική, τι άλλο απολαμβάνεις στην καθημερινότητά σου;
Είμαι ένα αρκετά πνευματικό άτομο. Αγαπώ τη φύση και τον Βούδα μου. Περπατάω στο δρόμο του Βούδα.

–  Πώς φαντάζεστε το μέλλον των D.A.F.;
Το μέλλον είναι ήδη εδώ.

– Τι να περιμένουμε από την επερχόμενη εμφάνισή σας στην Αθήνα;
Θα παρουσιάσουμε το άλμπουμ “Nur Noch Einer” και επίσης μερικά παλιά κλασικά κομμάτια των D.A.F., και ελπίζω να περάσετε καλά – τα λέμε εκεί!

ΙΝΦΟ για το σκονάκι σου:

DAF – Robert Görl (Deutsch Amerikanische Freundschaft) (DE) • BESTIAL MOUTHS (US)
opening act: MIDNIGHT POETRY (GR)
Saturday, May 25th, 2024
ARCH CLUB LIVE STAGE

Εισιτήρια:
Presale (phase 1) : 24€
Presale (phase 2) : 26€
Door : 30€

Εισιτήρια προπωλούνται μέσω more.com και του δικτύου καταστημάτων του: (Public, Nova, Media Markt, βενζινάδικα Shell, BP, EKO, Metro, My Market)

Link προπώλησης

✥ Δείτε επίσης: VNV Nation: «Η μεγαλύτερη απειλή σήμερα είναι να λέμε στους ανθρώπους τι και πώς να σκέφτονται»