Ο Ουμπέρτο Έκο, ένας από τους πιο εμβληματικούς διανοούμενους του 20ού αιώνα, γεννήθηκε το 1932 στην πόλη Αλεξάνδρεια της ιταλικής επαρχίας Πιεμόντε. Από μικρή ηλικία, η περιέργεια και η αγάπη του για τη γνώση τον οδήγησαν σε μια διαδρομή που θα τον καθόριζε ως μεσαιωνολόγο, σημειολόγο, γλωσσολόγο, φιλόσοφο και μυθιστοριογράφο.
Η ακαδημαϊκή του πορεία ξεκίνησε το 1950, όταν εγγράφηκε στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο, όπου σπούδασε Μεσαιωνική Φιλοσοφία και Λογοτεχνία. Η τετραετία που ακολούθησε ήταν γεμάτη προκλήσεις και ανακαλύψεις, καθώς ο Έκο εμβάθυνε στις θεωρίες και τις ιδέες που θα τον καθόριζαν. Το 1954 αποφοίτησε με μια διδακτορική διατριβή που αφορούσε τον Θωμά τον Ακινάτη, γεγονός που του άνοιξε τις πόρτες της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Από το 1956 έως το 1964, δίδαξε Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο, ενώ παράλληλα εργάστηκε ως σύμβουλος έκδοσης στον εκδοτικό οίκο Bombiani στο Μιλάνο. Αυτή η περίοδος ήταν καθοριστική για την ανάπτυξη της σκέψης του, καθώς ήρθε σε επαφή με τις τελευταίες εξελίξεις στη λογοτεχνία και την φιλοσοφία.Το 1962, ο Έκο εισήγαγε στην Ιταλία την επιστήμη της σημειολογίας με το δοκίμιο “Ανοιχτό έργο”, το οποίο έγινε σταθμός στη θεωρία της τέχνης και της λογοτεχνίας. Ωστόσο, η παγκόσμια φήμη του ήρθε το 1980 με την έκδοση του πρώτου μυθιστορήματός του, “Το όνομα του Ρόδου”. Αυτό το έργο δεν ήταν απλώς ένα ιστορικό μυθιστόρημα αλλά μια βαθιά διερεύνηση των θεμάτων της αλήθειας και της γνώσης μέσα από την πλοκή ενός μυστηρίου που διαδραματίζεται σε ένα μοναστήρι του 14ου αιώνα.
Η επιτυχία του “Ονόματος του Ρόδου” άνοιξε νέους ορίζοντες για τον Έκο, ο οποίος συνέχισε να γράφει πέντε μυθιστορήματα συνολικά, καθώς και 31 δοκίμια και τρία παιδικά βιβλία. Η γραφή του συνδύαζε την ακαδημαϊκή αυστηρότητα με τη λογοτεχνική φαντασία, καθιστώντας τον έναν από τους πιο σημαντικούς συγγραφείς της εποχής του.
Η καριέρα του Έκο δεν περιορίστηκε μόνο στη λογοτεχνία. Ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ σε περισσότερα από 30 πανεπιστήμια παγκοσμίως και συνέβαλε ενεργά στη δημόσια ζωή μέσω άρθρων και πολιτιστικών προγραμμάτων. Η επιρροή του εκτεινόταν πέρα από τα σύνορα της Ιταλίας, καθώς οι ιδέες του για τη σημειολογία και την επικοινωνία επηρέασαν πολλούς τομείς της επιστήμης και της τέχνης.
Ο Ουμπέρτο Έκο έφυγε από τη ζωή το 2016 στην πόλη του Μιλάνο, αφήνοντας πίσω του μια κληρονομιά γεμάτη γνώσεις και αναζητήσεις. Η ζωή και το έργο του συνεχίζουν να εμπνέουν νέες γενιές αναγνωστών και διανοούμενων σε όλο τον κόσμο.
Η μνήμη είναι το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του ανθρώπου. Μας δίνει τη δυνατότητα μέσα σε μια περιορισμένης διάρκειας ζωή να ζούμε ό,τι έζησαν χιλιάδες άνθρωποι χιλιάδες χρόνια πριν.
Υπάρχουν κάποιες επισκέψεις το παρελθόν που θα μου άρεσε να κάνω. Μία απ’ αυτές θα ήταν στην εποχή του Αριστοτέλη, για να ακούσω ένα μάθημα του Αριστοτέλη από τον ίδιο τον Αριστοτέλη. Μετά θα ήθελα να σταθώ στο μεσαίωνα, ίσως την Ιρλανδία του 8ου αιώνα. Μετά θα πήγαινε στο Παρίσι του 13ου αιώνα.
Ο χρόνος και ο τόπος είναι άρρηκτα δεμένοι. Φανταστείτε την εποχή της Αναγέννησης να ζει κανείς στην Ελλάδα. Θα ήταν το αποκορύφωμα της ατυχίας.
Πολλοί θεωρούν τη φαντασία υποκατάστατο της πραγματικότητας. Η φαντασία είναι όμως κομμάτι της πραγματικότητας. Σκεφτείτε μια ερωτική σχέση. Περιέχει πραγματικά γεγονότα αλλά και φανταστικά, όλα εκείνα που ζει καθένα από τα δύο πρόσωπα όταν είναι μόνο του. Η πραγματικότητα της ερωτικής σχέσης αποτελείται και από την πραγματικό από τα πραγματικά γεγονότα και από τα φανταστικά.
Η μνήμη κοιτάζει πάντα πίσω, ενώ η φαντασία κοιτάζει πάντα μπροστά. Αν ο ανθρώπος θέλει να βάλει όπισθεν στο αυτοκίνητο που το κινεί μέσα στον χρόνο, βάζει τη μνήμη του σε κίνηση. Αν θέλει να κινηθεί προς το μέλλον, επικαλείται την φαντασία του. Για μένα, φαντασία είναι ακόμη και η δυνατότητα του επιστήμονα να κάνει μια υπόθεση.
Αν δεν είμαστε λίγο Κολόμβοι μέσα μας, δεν ανακαλύπτουμε τίποτα. Τα πιο σημαντικά πράγματα σ’αυτό τον κόσμο ανακαλύφθηκαν από ανθρώπους περιπέτειες. Από ανθρώπους που ήταν έτοιμοι να κατεβούν τα σκαλιά και να μπουν στο σκοτεινό υπόγειο υπάρχει κάτω από το σπίτι, εκεί που είναι απαγορευμένη είσοδος από τους γονείς.
Φασισμός σήμαινε εκπαίδευση μονοδιάστατη, βασισμένη στην ομορφιά του πολέμου. Και τα Σάββατα στρατιωτικό ντύσιμο και άσκηση. Από το πρωί μέχρι το βράδυ ακούγαμε καθημερινά ότι ο μοναδικός λαός στον κόσμο είναι οι Ιταλοί και ότι όλοι οι άλλοι είναι άθλοι.
Πιστεύω ότι οι συνθήκες μάς διαμορφώνουν. Ο πατέρας μού μιλούσε για τα βιβλία που έχω διαβάσει ως παιδί και τα βρήκε για να τα διαβάσω και εγώ. Αν είχα γεννηθεί από πατέρα που δεν αγαπούσε τα βιβλία, δεν ξέρω τι θα είχε συμβεί. Μάλλον δεν θα ήμουν ο Έκο σήμερα.
Θα έλεγα ότι είναι στο επάγγελμα του φιλοσόφου η διαρκής σκέψη του θανάτου. Αν φοβάται τον θάνατο, σκοτώνει εμμέσως τον φιλόσοφο μέσα του. Ίσως ο φιλόσοφος να φοβάται τη στιγμή του περάσματος, γιατί ίσως να είναι επίπονη. Ή να φοβάται ότι ο θάνατος θα είναι ξαφνικός και θα τον βρει στη μέση μιας σελίδας ανολοκλήρωτης.
Υπάρχει ένας δοκιμασμένος τρόπος για να μη λογαριάζω με το θάνατο. Ωριμάζοντας βρίσκουμε τον κόσμο όλο και πιο ανυπόφορο· ο αριθμός των ηλιθίων αυξάνεται ραγδαία! Όταν πλησιάζει λοιπόν η ώρα του θανάτου μας, κόσμος έχει πια γεμίσει από ηλίθιους και μπορούμε να πούμε: «Εντάξει, παιδιά. Ας μου λείπει αυτός ο κόσμος. Δεν πειράζει. Πάω τώρα διακοπές!».
Στο «Εκκρεμές του Φουκό» έκανα τη διάκριση μεταξύ του βλάκα, του ηλίθιου και του κρετίνου. Κρετίνος είναι αυτός που δεν καταλαβαίνει τίποτε, που είναι σχεδόν ζώο. Ηλίθιος είναι αυτός που λέει ένα πράγμα σε λάθος στιγμή· ηλίθιος είναι αυτός που κάνει συνεχώς γκάφες. Βλάκας είναι αυτός που φαίνεται ότι σκέφτεται όπως εμείς, αλλά λιγάκι λανθασμένα. Ο βλάκας λέει: « Όλοι οι αθηναίοι είναι θνητοί. Ο Έκο είναι θνητός. Άρα ο Έκο είναι αθηναίος!».
Κάμποσοι θρησκευόμενοι θεωρούν ότι οι ταλαντούχοι είναι εκλεκτοί του θεού. Πιστεύουν ότι ορισμένοι άνθρωποι έρχονται στον κόσμο με ένα παραπάνω θείο δώρο. Εγώ, βέβαια, σ´αυτή την περίπτωση θα ρωτούσα: «Αν κάποια θεότητα έδωσε το χάρισμα, γιατί αυτό το χάρισμα δόθηκε στον Μαρξ αλλά και στον μαρκήσιο ντε Σαντ;».
Από μικρός ήθελα να γράψω βιβλία. Φαντάζομαι τη στιγμή που θα έψαχνα να βρω ένα βιβλίο σε μια βιβλιοθήκη και θα έπεφτα πάνω σε δικό μου.
Υπάρχει στόχος. Αφού είμαι επαγγελματίας φιλόσοφος, βρίσκομαι καθημερινά σε έναν διάδρομο γεμάτο πόρτες. Ενδιαφέρει όμως ιδιαίτερα η τελευταία πόρτα στο βάθος του διαδρόμου.
Ο Ουμπέρτο Έκο, ένας από τους πιο εμβληματικούς διανοούμενους του 20ού αιώνα, γεννήθηκε το 1932 στην πόλη Αλεξάνδρεια της ιταλικής επαρχίας Πιεμόντε. Από μικρή ηλικία, η περιέργεια και η αγάπη του για τη γνώση τον οδήγησαν σε μια διαδρομή που θα τον καθόριζε ως μεσαιωνολόγο, σημειολόγο, γλωσσολόγο, φιλόσοφο και μυθιστοριογράφο.
Η ακαδημαϊκή του πορεία ξεκίνησε το 1950, όταν εγγράφηκε στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο, όπου σπούδασε Μεσαιωνική Φιλοσοφία και Λογοτεχνία. Η τετραετία που ακολούθησε ήταν γεμάτη προκλήσεις και ανακαλύψεις, καθώς ο Έκο εμβάθυνε στις θεωρίες και τις ιδέες που θα τον καθόριζαν. Το 1954 αποφοίτησε με μια διδακτορική διατριβή που αφορούσε τον Θωμά τον Ακινάτη, γεγονός που του άνοιξε τις πόρτες της ακαδημαϊκής κοινότητας.
Από το 1956 έως το 1964, δίδαξε Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο, ενώ παράλληλα εργάστηκε ως σύμβουλος έκδοσης στον εκδοτικό οίκο Bombiani στο Μιλάνο. Αυτή η περίοδος ήταν καθοριστική για την ανάπτυξη της σκέψης του, καθώς ήρθε σε επαφή με τις τελευταίες εξελίξεις στη λογοτεχνία και την φιλοσοφία.Το 1962, ο Έκο εισήγαγε στην Ιταλία την επιστήμη της σημειολογίας με το δοκίμιο “Ανοιχτό έργο”, το οποίο έγινε σταθμός στη θεωρία της τέχνης και της λογοτεχνίας. Ωστόσο, η παγκόσμια φήμη του ήρθε το 1980 με την έκδοση του πρώτου μυθιστορήματός του, “Το όνομα του Ρόδου”. Αυτό το έργο δεν ήταν απλώς ένα ιστορικό μυθιστόρημα αλλά μια βαθιά διερεύνηση των θεμάτων της αλήθειας και της γνώσης μέσα από την πλοκή ενός μυστηρίου που διαδραματίζεται σε ένα μοναστήρι του 14ου αιώνα.
Η επιτυχία του “Ονόματος του Ρόδου” άνοιξε νέους ορίζοντες για τον Έκο, ο οποίος συνέχισε να γράφει πέντε μυθιστορήματα συνολικά, καθώς και 31 δοκίμια και τρία παιδικά βιβλία. Η γραφή του συνδύαζε την ακαδημαϊκή αυστηρότητα με τη λογοτεχνική φαντασία, καθιστώντας τον έναν από τους πιο σημαντικούς συγγραφείς της εποχής του.
Η καριέρα του Έκο δεν περιορίστηκε μόνο στη λογοτεχνία. Ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ σε περισσότερα από 30 πανεπιστήμια παγκοσμίως και συνέβαλε ενεργά στη δημόσια ζωή μέσω άρθρων και πολιτιστικών προγραμμάτων. Η επιρροή του εκτεινόταν πέρα από τα σύνορα της Ιταλίας, καθώς οι ιδέες του για τη σημειολογία και την επικοινωνία επηρέασαν πολλούς τομείς της επιστήμης και της τέχνης.
Ο Ουμπέρτο Έκο έφυγε από τη ζωή το 2016 στην πόλη του Μιλάνο, αφήνοντας πίσω του μια κληρονομιά γεμάτη γνώσεις και αναζητήσεις. Η ζωή και το έργο του συνεχίζουν να εμπνέουν νέες γενιές αναγνωστών και διανοούμενων σε όλο τον κόσμο.
Η μνήμη είναι το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του ανθρώπου. Μας δίνει τη δυνατότητα μέσα σε μια περιορισμένης διάρκειας ζωή να ζούμε ό,τι έζησαν χιλιάδες άνθρωποι χιλιάδες χρόνια πριν.
Υπάρχουν κάποιες επισκέψεις το παρελθόν που θα μου άρεσε να κάνω. Μία απ’ αυτές θα ήταν στην εποχή του Αριστοτέλη, για να ακούσω ένα μάθημα του Αριστοτέλη από τον ίδιο τον Αριστοτέλη. Μετά θα ήθελα να σταθώ στο μεσαίωνα, ίσως την Ιρλανδία του 8ου αιώνα. Μετά θα πήγαινε στο Παρίσι του 13ου αιώνα.
Ο χρόνος και ο τόπος είναι άρρηκτα δεμένοι. Φανταστείτε την εποχή της Αναγέννησης να ζει κανείς στην Ελλάδα. Θα ήταν το αποκορύφωμα της ατυχίας.
Πολλοί θεωρούν τη φαντασία υποκατάστατο της πραγματικότητας. Η φαντασία είναι όμως κομμάτι της πραγματικότητας. Σκεφτείτε μια ερωτική σχέση. Περιέχει πραγματικά γεγονότα αλλά και φανταστικά, όλα εκείνα που ζει καθένα από τα δύο πρόσωπα όταν είναι μόνο του. Η πραγματικότητα της ερωτικής σχέσης αποτελείται και από την πραγματικό από τα πραγματικά γεγονότα και από τα φανταστικά.
Η μνήμη κοιτάζει πάντα πίσω, ενώ η φαντασία κοιτάζει πάντα μπροστά. Αν ο ανθρώπος θέλει να βάλει όπισθεν στο αυτοκίνητο που το κινεί μέσα στον χρόνο, βάζει τη μνήμη του σε κίνηση. Αν θέλει να κινηθεί προς το μέλλον, επικαλείται την φαντασία του. Για μένα, φαντασία είναι ακόμη και η δυνατότητα του επιστήμονα να κάνει μια υπόθεση.
Αν δεν είμαστε λίγο Κολόμβοι μέσα μας, δεν ανακαλύπτουμε τίποτα. Τα πιο σημαντικά πράγματα σ’αυτό τον κόσμο ανακαλύφθηκαν από ανθρώπους περιπέτειες. Από ανθρώπους που ήταν έτοιμοι να κατεβούν τα σκαλιά και να μπουν στο σκοτεινό υπόγειο υπάρχει κάτω από το σπίτι, εκεί που είναι απαγορευμένη είσοδος από τους γονείς.
Φασισμός σήμαινε εκπαίδευση μονοδιάστατη, βασισμένη στην ομορφιά του πολέμου. Και τα Σάββατα στρατιωτικό ντύσιμο και άσκηση. Από το πρωί μέχρι το βράδυ ακούγαμε καθημερινά ότι ο μοναδικός λαός στον κόσμο είναι οι Ιταλοί και ότι όλοι οι άλλοι είναι άθλοι.
Πιστεύω ότι οι συνθήκες μάς διαμορφώνουν. Ο πατέρας μού μιλούσε για τα βιβλία που έχω διαβάσει ως παιδί και τα βρήκε για να τα διαβάσω και εγώ. Αν είχα γεννηθεί από πατέρα που δεν αγαπούσε τα βιβλία, δεν ξέρω τι θα είχε συμβεί. Μάλλον δεν θα ήμουν ο Έκο σήμερα.
Θα έλεγα ότι είναι στο επάγγελμα του φιλοσόφου η διαρκής σκέψη του θανάτου. Αν φοβάται τον θάνατο, σκοτώνει εμμέσως τον φιλόσοφο μέσα του. Ίσως ο φιλόσοφος να φοβάται τη στιγμή του περάσματος, γιατί ίσως να είναι επίπονη. Ή να φοβάται ότι ο θάνατος θα είναι ξαφνικός και θα τον βρει στη μέση μιας σελίδας ανολοκλήρωτης.
Υπάρχει ένας δοκιμασμένος τρόπος για να μη λογαριάζω με το θάνατο. Ωριμάζοντας βρίσκουμε τον κόσμο όλο και πιο ανυπόφορο· ο αριθμός των ηλιθίων αυξάνεται ραγδαία! Όταν πλησιάζει λοιπόν η ώρα του θανάτου μας, κόσμος έχει πια γεμίσει από ηλίθιους και μπορούμε να πούμε: «Εντάξει, παιδιά. Ας μου λείπει αυτός ο κόσμος. Δεν πειράζει. Πάω τώρα διακοπές!».
Στο «Εκκρεμές του Φουκό» έκανα τη διάκριση μεταξύ του βλάκα, του ηλίθιου και του κρετίνου. Κρετίνος είναι αυτός που δεν καταλαβαίνει τίποτε, που είναι σχεδόν ζώο. Ηλίθιος είναι αυτός που λέει ένα πράγμα σε λάθος στιγμή· ηλίθιος είναι αυτός που κάνει συνεχώς γκάφες. Βλάκας είναι αυτός που φαίνεται ότι σκέφτεται όπως εμείς, αλλά λιγάκι λανθασμένα. Ο βλάκας λέει: « Όλοι οι αθηναίοι είναι θνητοί. Ο Έκο είναι θνητός. Άρα ο Έκο είναι αθηναίος!».
Κάμποσοι θρησκευόμενοι θεωρούν ότι οι ταλαντούχοι είναι εκλεκτοί του θεού. Πιστεύουν ότι ορισμένοι άνθρωποι έρχονται στον κόσμο με ένα παραπάνω θείο δώρο. Εγώ, βέβαια, σ´αυτή την περίπτωση θα ρωτούσα: «Αν κάποια θεότητα έδωσε το χάρισμα, γιατί αυτό το χάρισμα δόθηκε στον Μαρξ αλλά και στον μαρκήσιο ντε Σαντ;».
Από μικρός ήθελα να γράψω βιβλία. Φαντάζομαι τη στιγμή που θα έψαχνα να βρω ένα βιβλίο σε μια βιβλιοθήκη και θα έπεφτα πάνω σε δικό μου.
Υπάρχει στόχος. Αφού είμαι επαγγελματίας φιλόσοφος, βρίσκομαι καθημερινά σε έναν διάδρομο γεμάτο πόρτες. Ενδιαφέρει όμως ιδιαίτερα η τελευταία πόρτα στο βάθος του διαδρόμου.