Τον Ορέστη Ντάντο τον συνάντησα δύο φορές στην ζωή μου: μία νύχτα που άκουσα το “Νερό στη Βάρκα” του στο παλιό σπίτι μου, στην Κυψέλη, και πάτησα κλάμα πηχτό και άλλη μία, face to face, κάτω από το φως ενός σχεδόν χειμωνιάτικου μεσημεριού στον Κεραμεικό, με την αίσθηση ότι είναι δικός μου άνθρωπος. Δικαίως αυτό, μιας που τον τελευταίο δίσκο του “Τακούνια για καρφιά” τον έχω λιώσει στο ψηφιακό μου λαπτοπίσιο πικ απ. Ο Ντάντος είναι παντός καιρού και τα τραγούδια του πάσης ώρας – κυρίως βέβαια ώρας ανάγκης. Έρχονται ως θαυματουργοί επίδεσμοι να καλύψουν γνωστά και άγνωστα, πιο κρυμμένα, τραύματα. Και δεν μιλώ μόνο για τα σουξέ του, μιας που η σκούφια της τραγουδοποιίας του βαστά από παλιά. Αν έχει κάποια χρησιμότητα η μεγάλη επιτυχία, πέρα από τις προφανείς της χάρες και χαρές, αυτή θα μπορούσε να είναι το φως που ρίχνει στο παρελθόν ενός καλλιτέχνη προτού αυτός γίνει «ο τάδε». Συνομιλήσαμε με τον Ορέστη αρκετή ώρα, σχολιάσαμε και τον επερχόμενο δίσκο του με τον τίτλο “Μοναχοπαίδια” και, μόλις εκείνος έφυγε από το τραπέζι μας, εγώ έβαλα να ακούσω ένα παλιότερό του τραγούδι με τίτλο “Η Αγάπη όταν χάνεται”. Στιγμές αργότερα, μια πολύ συγκεκριμένη μηχανή πάρκαρε έξω από το μαγαζί. Τραγούδια και ζωή ένα, όπως πρέπει. Τραύματα και θαύματα αγκαλιασμένα μεταξύ τους…

Ορέστης Ντάντος
Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

– Σε ενδιέφερε η φήμη και η δόξα στο καλλιτεχνικό σου ξεκίνημα;
Φυσικά. Κυρίως, όμως, με ενδιέφερε για τα οφέλη και τις χαρές που αυτές φέρνουν. Στην εφηβεία μου σκεφτόμουν πώς θα ήταν να ακούει ο κόσμος την μουσική μου και είχα την φαντασίωση ότι μέσω αυτής θα με αποδέχονταν όλοι και τέτοια. Όσο μεγαλώνεις, αυτό το πράγμα αντικαθίσταται από την χαρά της δημιουργίας. Οι στιγμές που φτιάχνονται τα τραγούδια είναι οι καλύτερες.

– Την επιτυχία, λοιπόν, αυτή την περίμενες;
Ούτε καν. Το αστείο του πράγματος είναι ότι δεν περιμέναμε να κάνουν συγκεκριμένα τραγούδια αυτή την επιτυχία. Ειδικά για το Νερό στη Βάρκα, με τίποτα. Ομολογώ όμως πως ήταν συναρπαστικό, ας πούμε, να ακούω το “Τακούνια για καρφιά” στην μεγάλη συναυλία στο Καλλιμάρμαρο για τα Τέμπη. Εν τω μεταξύ, αυτό το τραγούδι, τα “Τακούνια”, που έδωσε και το όνομα όλου του EP, είχε άλλους στίχους στην αρχή. Τώρα, δεν θυμάμαι καν τι έλεγαν αυτοί οι στίχοι, οι οποίοι δεν μου άρεσαν κιόλας. Τραγουδώντας και ξανατραγουδώντας πάνω στην μελωδία, γιατί έτσι συνήθως δουλεύω, άρχισε να σχηματοποιείται η εικόνα αυτού του τραγουδιού όπως το ξέρετε σήμερα.

– Η επιτυχία ήταν και αποτέλεσμα καλών συνεργασιών. Όλες αυτές οι φωνές που ερμήνευσαν τα κομμάτια σου… Τι λες; Θα σε έβλεπες ως μέρος μιας μεγαλύτερης ομάδας συνεργατών-καλλιτεχνών για να συμπράττετε και να σκοράρετε, αν μου επιτρέπεις, όπως συνέβη με αυτό το πολυσυζητημένο άλμπουμ;
Πάντα, ξέρεις, τραγουδούσα εγώ τα κομμάτια που έγραφα. Αυτό που συνέβη τώρα προέκυψε από μια ανάγκη τα συγκεκριμένα τραγούδια να τα πουν άλλοι άνθρωποι. Όμως, δεν σκοπεύω να το κάνω μοτίβο, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είμαια αρνητικός σε επερχόμενες, μελλοντικές συμπράξεις. Αν πάντως ήθελα να είμαι μουσικοσυνθέτης, ας πούμε, θα έδινα εξαρχής τα κομμάτια μου σε τραγουδιστές και τραγουδίστριες. Όμως, δεν έχω κάνει αυτό το πράγμα όλα αυτά τα χρόνια…Εν τω μεταξύ, η λέξη «μουσικοσυνθέτης» που είπα δεν μου αρέσει καθόλου. Όχι απλώς έχει «παλιώσει», αλλά δεν αποδίδει και με ακρίβεια την δουλειά μας. Τραγουδοποιός είναι καλύτερη επιλογή. Σε σχέση με την τραγουδοποιία και τις συνεργασίες, να πω ότι είμαι και ένας μοναχικός άνθρωπος. Μόλις κυκλοφόρησε ο δίσκος “Μοναχοπαίδια” και αποδίδει αυτό το πράγμα, την απομόνωση που χρειάζομαι για την δημιουργία. Και είμαι και μοναχοπαίδι! (γέλια).

Ορέστης Ντάντος
Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

– Άρα, μήπως αυτό το ‘’μπαμ’’ σε έκανε να νιώσεις κάπως άβολα;
Όχι, αυτό δεν θα μπορούσα να το πω. Να έχεις μπει σε τόσα σπίτια, σε τόσα στόματα ανθρώπων… Είναι ωραίο. Μου στέλνουν ένα σωρό μηνύματα συγκίνησης, χαράς. Έχω δει να παντρεύονται άνθρωποι με κομμάτια μου και αυτό μού φαίνεται πολύ μεγάλη ικανοποίηση και ηθική, αλλά και κάτι άλλο. Όσο και να πιστεύεις εσύ στον εαυτό σου, αυτή η γαμημένη αποδοχή και από τους άλλους είναι που θα σου δώσει την σφραγίδα, την τελική επιβεβαίωση, ότι δεν κάνεις αυτό το πράγμα μόνο για σένα και τους φίλους σου. Κι αυτό μπορούν να το καταλάβουν άνθρωποι που δημιουργούν και επιμένουν για χρόνια σε κάτι. Είναι ένα επιστέγασμα η αποδοχή, αν και δεν είναι κάτι απόλυτο, μιας που πολλά πράγματα που έχουν διακριθεί ή έχουν κάνει αίσθηση, δεν διαθέτουν καλλιτεχνική αξία, αν μπορούμε να το πούμε έτσι…

– Στα “Μοναχοπαίδια” μόνος ξανά, λοιπόν;
Συμμετέχουν και δυο σχετικά φρέσκιες και άγνωστες φωνές. Είναι ένας κονσεπτικός δίσκος που διαρκεί μία ώρα και όλα τα τραγούδια αφηγούνται μια ιστορία.

– Ανήκεις στις διακριτές φωνές αυτής που, προσωπικά, ονομάζω ‘’νέας ελληνικής τραγουδοποιίας’’, ξέρεις, που έχει πολύ story telling, προσωπικά ύφη και δεν είναι εύκολα να την κατατάξεις στα είδη όπως τα ξέραμε: λαϊκό, έντεχνο, ελαφρύ…Ποιες είναι οι μουσικές σου αναφορές, ως ακροατή εννοώ, που σε οδήγησαν στην μουσική που φτιάχνεις έως σήμερα;
Το λαϊκό τραγούδι το έχουμε όλοι μέσα μας, εδώ, σε αυτό το μέρος που ζούμε και που δουλεύουμε, αναπόφευκτα. Θέλουμε δεν θέλουμε, τα έχουμε ακούσει όλα. Η δική μου γενιά είναι μια γενιά που απελευθερώθηκε από την αποτυχία. Εννοώ, είδαμε την δισκογραφία να καταρρέει, όλο αυτό το παλιό μοντέλο να υποχωρεί. Αφού φάγαμε, λοιπόν, αυτήν την ψυχρολουσία, μετά αφεθήκαμε, είπαμε «τι έχουμε να χάσουμε;» και βρήκαμε την φωνή μας, σε συνδυασμό με τις προσωπικές αναφορές του καθενός. Χωρίς ενοχές και αγωνίες να ενταχθούμε σε ένα είδος, να ανήκουμε κάπου… Οι αναφορές οι δικές μου, μιας που ρωτάς, είναι κυριότερα ξένη μουσική, παρά ελληνική. Ροκάς ήμουν, με Τρύπες και Ξύλινα Σπαθιά μεγάλωσα.

Ορέστης Ντάντος
Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

– Ίσως, επίσης, στο πλαίσιο αυτού που κουβεντιάζουμε, να έχει νόημα να αναφέρουμε ότι τα τελευταία χρόνια, μια δεκαετία και βάλε, αυτό που λέμε «οι φυλές της πόλης» και οι άνθρωποι που ακούν την τάδε μουσική και ντύνονται αντίστοιχα….ξέρεις, όλο αυτό το έντονα «ταυτοτικό» πράγμα, έχει χαθεί. Άρα, κάπως, και το ελληνικό τραγούδι του σήμερα μπορεί να αφορά περισσότερους ακροατές. Ίσως όχι τόσο συσπειρωμένους, αλλά περισσότερους, ακόμα και εκείνους που πριν δέκα χρόνια ας πούμε στην ερώτηση «τι μουσική ακούς», θα απέκλειαν τα ελληνικά.
Καταλαβαίνω τι λες και νομίζω ότι ισχύει. Δεν ψάχνουμε, πλέον, ακροατές και δημιουργοί, να προσδιοριστούμε από την μουσική. Και αυτό νομίζω το έχουν φέρει και οι νέοι άνθρωποι, οι οποίοι δημιουργούν και τάσεις μέσα από τα social. Ζούμε στην εποχή της πληροφορίας, του συνεχώς καινούργιου… Είναι πιο εκτεθειμένοι οι νέοι στο χωνευτήρι της μουσικής και αυτό, κάποιες φορές, βγαίνει σε καλό, φέρνει σε επαφή τους δημιουργούς με κομμάτια κοινού που μπορεί να μην περίμεναν ποτέ.

«Όλον τον κόσμο γύρισα/μα μόνο ετούτο ξέρω  / εγώ χωρίς εσένανε πονώ και υποφέρω». Να ένας στίχος που μπορεί να βρει στην καρδιά ένα σωρό ετερόκλητους μεταξύ τους ανθρώπους.
Το έχω νιώσει αυτό που λες για το συγκεκριμένο τραγούδι. Και το εκτιμώ, το χαίρομαι πολύ!

– Έχεις πει ότι, εκτός από την τραγουδοποιία, αγαπάς πολύ και στην διδασκαλία της μουσικής που κάνεις.
Σαφώς, αλλά είναι δύσκολο και πιεστικό καμιά φορά, ειδικά όταν βρίσκομαι πυρετωδώς πάνω σε κάποιο πρότζεκτ, να τα συνδυάζω. Η μέρα μου, επειδή είμαι και πατέρας, έχει πολύ τρέξιμο. Ίσως κάποια στιγμή, ατονήσει το διδασκαλικό. Αλλά, για τώρα, δεν υπάρχει κάτι τέτοιο στον ορίζοντα. Δεν με βαραίνει, είναι αλήθεια ότι απολαμβάνω την επαφή με τα νέα παιδιά στο σχολείο, τα μαθήματα, όλα αυτά. Ελάχιστοι καταφέρνουν να ζουν αποκλειστικά με τα τραγούδια τους, αυτό το ξέρεις.

Ορέστης Ντάντος
Φωτ.: Γιάννης Παπαϊωάννου / Olafaq

– Ορέστη, αγαπάς τη συνθήκη του live;
Είναι άλλο πράγμα το live. Βλέπεις τις αντιδράσεις του κόσμου ζωντανά, όλα τα συναισθήματα. Άλλο το Spotify, άλλο η επαφή σε ένα μαγαζί, σε έναν συναυλιακό χώρο…

– Ποια ήταν η πιο ανέμελη και ευτυχισμένη περίοδος της ζωής σου;
Ήταν όταν είχα περάσει στο Μουσικών Σπουδών, χωρίς καμία ματαίωση και όλα μπροστά μου, όλα έτοιμα να γίνουν, ξέρεις. Και τώρα είναι καλά. Το ενδιάμεσο… (γέλια). Έχω φτάσει τώρα σε μια συνειδητότητα, που ίσως σφραγίζει και το τέλος της νεότητας, δεν ξέρω. Υπαρξιακή αλλαγή που συντέλεσε σε αυτόν τον «νέο κύκλο» τον προσωπικό που αισθάνομαι πως έχω ανοίξει δημιούργησε και το παιδί, η πατρότητα. Το ήθελα πάντα, δεν ήθελα να φύγω από αυτόν τον κόσμο χωρίς να το έχω βιώσει αυτό το πράγμα. Προσωπικά, το παιδί με έχει κάνει να έχω περισσότερη ευγνωμοσύνη, να έχω περάσει από τον έφηβο που διεκδικεί και ματαιώνεται στον ενήλικα που απολαμβάνει την ζωή όπως είναι.

– Υπάρχει κάτι που ακούς μουσικά αυτήν την περίοδο, σε έχει εμπνεύσει και θα ήθελες να το μοιραστείς;
Ναι, ακούω έναν Καναδό μουσικό που λέγεται Chilly Gonzales. Έχει και δικά του τραγούδια, αλλά συγκεκριμένα ακούω κάποιες πιανιστικές μινιατούρες. Πιανιστικά έργα, δηλαδή, πολύ ενδιαφέροντα…

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookBluesky και Instagram.