Ο Πέτρος Λαγούτης διαθέτει το βλέμμα και το attitude του ζεν πρεμιέ, μοιάζει αγέραστος. Μες στα μάτια του εικάζω πως κατοικούν οι ίδιες φλόγες που πρωτοεγκαταστάθηκαν στην προεφηβεία και την εφηβεία του, πολύ πριν τον μάθει κυριολεκτικά όλη η Ελλάδα, μέσα από τις τηλεοπτικές κυρίως δουλειές του. Ο Λαγούτης είναι από τους ηθοποιούς που νιώθεις οικείους-προσωπικά, θυμάμαι τις αξέχαστες ερμηνείες του στα σήριαλ του Πάνου Κοκκινόπουλου, πολύ νέος τότε, αλλά από εκείνους που, επιτυχώς, επικοινωνούν θεατρικά και ανθρώπινα με «την πλατεία».
Καμία κουλτουρίαση, καμία σοβαροφάνεια, καμία δήθεν επικίνδυνη ή υπεράνθρωπη καταβύθιση στα τάρταρα της τέχνης του. Ζωή, παρόν, πάθος, έκφραση, όνειρα. Στο διηνεκές. Έτσι μου μοιάζει, έτσι πιστεύω, κι ας είναι celebrity, πια, κάτι που συχνά οδηγεί σε παρανοήσεις για την αξία ή την μη αξία κάποιου ανθρώπου. Ένα google να κάνετε, δηλαδή, θα δείτε τα οικογενειακά του, τα ερωτικά του, το πού πήγε ή θα πάει διακοπές. Μπορεί να γνωρίζουν και μάλιστα να έχουν άποψη για την ζωή του άνθρωποι που δεν έκαναν ποτέ τον κόπο να τον δουν να παίζει στο θέατρο.
Όποιος εξ υμών διαβάζει αυτή τη συνέντευξη και θέλει να δει Λαγούτη στη σκηνή, και όχι απλά στο σήριαλ «Παγιδευμένοι», μπορεί να πάει στο θέατρο ΑΘΗΝΑ (Δεριγνύ 10) και να παρακολουθήσει την παράσταση «Τέλειοι Ξένοι», του Πάολο Τζενοβέζε,που ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά με ένα dream team ηθοποιών. Ο Λαγούτης παίζει και σκηνοθετεί (μαζί με τον Πυρπασόπουλο) με άνεση και εντιμότητα. Μάλιστα, θα τον συνηθίσουμε για τα καλά στο εν λόγω θέατρο, μιας που ανέλαβε επισήμως την καλλιτεχνική του διεύθυνση-αναμένουμε ωραία και φρέσκα πράγματα από εκείνον και τους συνεργάτες του.
Μια Παρασκευή στα Εξάρχεια, ανάμεσα σε οικογενειακές υποχρεώσεις και γυρίσματα, καταφέραμε να συναντηθούμε για μια σύντομη, μα θέλουμε να ελπίζουμε, ουσιαστική συζήτηση γύρω από όσα νομίζουμε και οι δυο μας πως είναι τα σημαντικά και τα ωραία.
– Η παράσταση «Τέλειοι Ξένοι» μάς τρίβει στην μούρη ότι όλοι κρύβουμε από τους δικούς μας ανθρώπους αλήθειες, ότι κατά βάθος οι περισσότεροι είμαστε μεταξύ μας τέλειοι ξένοι. Πώς γίνεται να μην πληγώνει η αλήθεια, τελικά;
Δεν πιστεύω ότι υπάρχει τρόπος να αποφύγει ο άνθρωπος τον πόνο και τις πληγές στη ζωή του. Ο καθένας από εμάς θα πληγωθεί πολλές φορές και με πολλούς τρόπους στη ζωή του. Το στοίχημα είναι αν θα καταφέρουμε να μάθουμε από τον πόνο και τις πληγές μας και αν τελικά θα μπορέσουμε να χρησιμοποιήσουμε αυτή τη γνώση για να εξελιχθούμε. Δεχόμενοι λοιπόν αυτό, καλούμαστε να αποφασίσουμε αν θέλουμε οι σχέσεις μαw και οι ζωές μας να ειναι βασισμένες στην αλήθεια ή στο ψέμα…και τα δύο εν δυνάμει εμπεριέχουν πληγές κ πόνο απλά η αλήθεια σου δίνει τη δυνατότητα να προχωρήσεις, να εξελιχθείς και να μην επαναλάβεις λάθη και ίσως έτσι να “λιγοστέψεις” τους πόνους που θα σε βρουν στο μέλλον. Άλλωστε, τα μεγαλύτερα ψέματα είναι αυτά που εμείς οι ίδιοι λέμε στον εαυτό μας. Αυτά τα ψέματα αν τα αποδεχθείς και τα μετατρέψεις σε αλήθεια αυτομάτως τα μετατρέπεις σε δύναμη , η οποία είναι και το φάρμακο στις μελλοντικές πληγές σου.
– Ποιο είναι το σημαντικότερο πράγμα που σας έχει διδάξει η δουλειά σας όλα αυτα τα χρόνια;
Είναι πολλά τα μαθήματα που παίρνει κανείς σε αυτή τη δουλειά. Μεγαλώνοντας, απλά καταλαβαίνεις ότι τίποτα τελικά δεν είναι όπως φαίνεται και κανένας άνθρωπος δεν είναι μόνο αυτό που νομίζουμε… και πάλι τελικά, οφείλεις να κοιτάξεις μέσα σου και να επαναδιαπραγματευτείς με τον εαυτό σου: συμπεριφορές, όρια, θέλω και στόχους σου.
– Αν μπορούσατε να αλλάξετε ένα μόνο πράγμα στην ζωή σας μέχρι στιγμής ποιο θα αλλάζατε και γιατί;
Δε θα άλλαζα τίποτα. Όχι γιατί δε βλέπω λάθη και αδυναμίες, αλλά γιατι και αυτά είναι κομμάτι μου, είναι ο τρόπος μου απέναντι στη ζωή, είναι εκείνα τα σημεία που σήμερα ιδωμένα από μια άλλη οπτική ματιά μου δίνουν κουράγιο να συνεχίσω και θέληση να βελτιώνομαι. Ο πόνος και οι δυσκολίες είναι οι ευκαιρίες μας να αντιμετωπίσουμε τον εαυτό μας και να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι.
– Σας θυμάμαι σε ένα φανταστικό μαγαζί στο Κολωνάκι πριν δέκα χρόνια περίπου, τραγουδούσατε. Μαζί κι η Νάσια Γκόφα, νομίζω. Με τι άλλα πράγματα, τι άλλες δουλειές έχετε καταπιαστεί όλα αυτά τα χρόνια; Τι άλλο, εκτός της υποκριτικής, σας έχει ενθουσιάσει;
Ήταν μια εποχή που περνούσα πολύ δύσκολα σε διάφορους τομείς της ζωής μου και αυτή η δραστηριότητα που περιγράψατε ήταν και μια ψυχολογική διέξοδος. Δεν έχω βρει ακόμα κάποια άλλη δουλειά ,όμως, που να με ενθουσιάσει. Αν την βρω δε θα διστασω μέχρι και να την κάνω πρωτευουσα εργασία μου. Δεν είμαι ορκισμένος ηθοποιός μεχρι να πεθάνω. Δεν είμαι από αυτούς τους ηθοποιούς που θέλουν να πεθάνουν πάνω στο σανίδι.
– Τι σημαίνει η ανάληψη της καλλιτεχνικής διεύθυνσης ενός θεάτρου επί της ουσίας; Τι όραμα έχετε για το Θέατρο ΑΘΗΝΑ;
Δεν ξέρω τι σημαίνει, πρώτη φορά μου συμβαίνει (γέλια).Άλλωστε τώρα ψάχνω κι εγώ αυτό το μονοπάτι. Σίγουρα με ενδιαφέρουν οι συνεργασίες με ανθρώπους που μιλάμε την ίδια γλώσσα, με ανθρώπους που έχουμε συμβατούς κώδικες και εκτός σκηνής. Οι Τέλειοι Ξένοι είναι μια αφετηρία προς μία κατευθυνση που σίγουρα με ενδιαφέρει: έργα που καταπιάνονται με τη δυσκολία του ανθρώπου να εξελίξει τις όποιας μορφής σχέσεις του. Θέλω το θέατρο Αθηνά, μέσα από τις συνεργασίες και τις παραστάσεις που θα κάνει να αποκτήσει μία ταυτότητα που σιγά σιγά θα είναι αναγνωρίσιμη από το κοινό.
– Τι κάνει, για εσάς, μια ζωή ευτυχισμένη και τι μια καριέρα επιτυχημένη;
Οι άνθρωποι μου, αυτοί που αγαπάω και που με αγαπάνε, είναι το σημαντικότερο στη ζωή μου. Γι’ αυτούς ευτυχώ και μέσα από αυτούς ευτυχώ. Η εξέλιξη μας σαν χαρακτήρες, σαν οντότητες, έρχεται μέσα από την συνύπαρξη και αυτή η συνύπαρξη είναι απαραίτητο να εμπεριέχει αγάπη. Μια επιτυχημένη καριέρα δεν ξέρω τι ακριβώς σημαίνει. Ίσως τελικά η αναγνώριση από τους ανθρώπους που σεβόμαστε στη δουλειά μας και η ικανοποίηση που έρχεται όταν καταλαβαίνεις ότι οι κόποι σου ανταμείβονται. Επιτυχίες και αποτυχίες δεν σημαίνουν κάτι παραπάνω από παροδικές χαρές ή στενοχώριες αντίστοιχα.
– Ποιοι είναι οι στόχοι σας για τη νέα χρονιά που πλησιάζει;
Να έχω τη δύναμη να αλλάξω αυτά που μπορώ, να δεχθώ αυτά που δεν μπορώ να αλλάξω και τη σοφία να γνωρίζω τη διαφορά τους, όπως λένε και οι οργανώσεις όλων των ανώνυμων στις συνεδρίες τους (αναφέρομαι στους ΝΑ, ΑΑ κλπ)
– Ποια ήταν η τελευταία φορά που κλάψατε δυνατά και ποια η τελευταία που γελάσατε από την καρδιά σας;
Μου συμβαίνουν και τα δύο χωρίς ιδιαίτερες αναστολές και δυσκολίες, οπότε δε μπορω να θυμηθώ την τελευταία φορά.
– Ποια είναι η παρακαταθήκη που θα θέλατε να αφήσετε πίσω σας σε σχέση με την καλλιτεχνική σας δράση και σκέψη;
Δεν με ενδιαφέρει καμία παρακαταθήκη. Με νοιάζει οι συνεργάτες μου να ξέρουν ότι είμαι πάντα παρών σε αυτό που κάνω ή κάνουμε, με την πρόθεση να δώσω τον καλύτερο εαυτό μου. Πάντως σίγουρα το να με θυμούνται ως έναν ωραίο άνθρωπο με νοιάζει περισσότερο από το να με θυμούνται ως έναν καλό ηθοποιό ή σκηνοθέτη.
– Γιατί θελήσατε να κάνετε εξ αρχής αυτή τη δουλειά; Και γιατί παραμένετε σε αυτή, όλο και πιο ενεργός, όλο και πιο παθιασμένος;
Με ενδιαφέρει πολύ αυτό το κομμάτι της εσωτερικής αναζήτησης που έχει η δουλειά μας. Σήμερα αυτό το λέω γιατί το έχω πια συνειδητοποιήσει. Όταν ξεκίνησα νομίζω ότι ήταν περισσότερο ένα ένστικτο που δεν μπορούσα να το αποκωδικοποιήσω με τον τρόπο που το κάνω τώρα. Πάντως, ήταν ένας δρόμος που με εξιτάριζε και με γοήτευε, ήταν μια δουλειά που μου εξασφάλιζε το “παιχνίδι” και στον ενήλικο κόσμο. Γιατί ποτέ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι παίζουμε έναν ρόλο.
Ο Πέτρος Λαγούτης διαθέτει το βλέμμα και το attitude του ζεν πρεμιέ, μοιάζει αγέραστος. Μες στα μάτια του εικάζω πως κατοικούν οι ίδιες φλόγες που πρωτοεγκαταστάθηκαν στην προεφηβεία και την εφηβεία του, πολύ πριν τον μάθει κυριολεκτικά όλη η Ελλάδα, μέσα από τις τηλεοπτικές κυρίως δουλειές του. Ο Λαγούτης είναι από τους ηθοποιούς που νιώθεις οικείους-προσωπικά, θυμάμαι τις αξέχαστες ερμηνείες του στα σήριαλ του Πάνου Κοκκινόπουλου, πολύ νέος τότε, αλλά από εκείνους που, επιτυχώς, επικοινωνούν θεατρικά και ανθρώπινα με «την πλατεία».
Καμία κουλτουρίαση, καμία σοβαροφάνεια, καμία δήθεν επικίνδυνη ή υπεράνθρωπη καταβύθιση στα τάρταρα της τέχνης του. Ζωή, παρόν, πάθος, έκφραση, όνειρα. Στο διηνεκές. Έτσι μου μοιάζει, έτσι πιστεύω, κι ας είναι celebrity, πια, κάτι που συχνά οδηγεί σε παρανοήσεις για την αξία ή την μη αξία κάποιου ανθρώπου. Ένα google να κάνετε, δηλαδή, θα δείτε τα οικογενειακά του, τα ερωτικά του, το πού πήγε ή θα πάει διακοπές. Μπορεί να γνωρίζουν και μάλιστα να έχουν άποψη για την ζωή του άνθρωποι που δεν έκαναν ποτέ τον κόπο να τον δουν να παίζει στο θέατρο.
Όποιος εξ υμών διαβάζει αυτή τη συνέντευξη και θέλει να δει Λαγούτη στη σκηνή, και όχι απλά στο σήριαλ «Παγιδευμένοι», μπορεί να πάει στο θέατρο ΑΘΗΝΑ (Δεριγνύ 10) και να παρακολουθήσει την παράσταση «Τέλειοι Ξένοι», του Πάολο Τζενοβέζε,που ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά με ένα dream team ηθοποιών. Ο Λαγούτης παίζει και σκηνοθετεί (μαζί με τον Πυρπασόπουλο) με άνεση και εντιμότητα. Μάλιστα, θα τον συνηθίσουμε για τα καλά στο εν λόγω θέατρο, μιας που ανέλαβε επισήμως την καλλιτεχνική του διεύθυνση-αναμένουμε ωραία και φρέσκα πράγματα από εκείνον και τους συνεργάτες του.
Μια Παρασκευή στα Εξάρχεια, ανάμεσα σε οικογενειακές υποχρεώσεις και γυρίσματα, καταφέραμε να συναντηθούμε για μια σύντομη, μα θέλουμε να ελπίζουμε, ουσιαστική συζήτηση γύρω από όσα νομίζουμε και οι δυο μας πως είναι τα σημαντικά και τα ωραία.
– Η παράσταση «Τέλειοι Ξένοι» μάς τρίβει στην μούρη ότι όλοι κρύβουμε από τους δικούς μας ανθρώπους αλήθειες, ότι κατά βάθος οι περισσότεροι είμαστε μεταξύ μας τέλειοι ξένοι. Πώς γίνεται να μην πληγώνει η αλήθεια, τελικά;
Δεν πιστεύω ότι υπάρχει τρόπος να αποφύγει ο άνθρωπος τον πόνο και τις πληγές στη ζωή του. Ο καθένας από εμάς θα πληγωθεί πολλές φορές και με πολλούς τρόπους στη ζωή του. Το στοίχημα είναι αν θα καταφέρουμε να μάθουμε από τον πόνο και τις πληγές μας και αν τελικά θα μπορέσουμε να χρησιμοποιήσουμε αυτή τη γνώση για να εξελιχθούμε. Δεχόμενοι λοιπόν αυτό, καλούμαστε να αποφασίσουμε αν θέλουμε οι σχέσεις μαw και οι ζωές μας να ειναι βασισμένες στην αλήθεια ή στο ψέμα…και τα δύο εν δυνάμει εμπεριέχουν πληγές κ πόνο απλά η αλήθεια σου δίνει τη δυνατότητα να προχωρήσεις, να εξελιχθείς και να μην επαναλάβεις λάθη και ίσως έτσι να “λιγοστέψεις” τους πόνους που θα σε βρουν στο μέλλον. Άλλωστε, τα μεγαλύτερα ψέματα είναι αυτά που εμείς οι ίδιοι λέμε στον εαυτό μας. Αυτά τα ψέματα αν τα αποδεχθείς και τα μετατρέψεις σε αλήθεια αυτομάτως τα μετατρέπεις σε δύναμη , η οποία είναι και το φάρμακο στις μελλοντικές πληγές σου.
– Ποιο είναι το σημαντικότερο πράγμα που σας έχει διδάξει η δουλειά σας όλα αυτα τα χρόνια;
Είναι πολλά τα μαθήματα που παίρνει κανείς σε αυτή τη δουλειά. Μεγαλώνοντας, απλά καταλαβαίνεις ότι τίποτα τελικά δεν είναι όπως φαίνεται και κανένας άνθρωπος δεν είναι μόνο αυτό που νομίζουμε… και πάλι τελικά, οφείλεις να κοιτάξεις μέσα σου και να επαναδιαπραγματευτείς με τον εαυτό σου: συμπεριφορές, όρια, θέλω και στόχους σου.
– Αν μπορούσατε να αλλάξετε ένα μόνο πράγμα στην ζωή σας μέχρι στιγμής ποιο θα αλλάζατε και γιατί;
Δε θα άλλαζα τίποτα. Όχι γιατί δε βλέπω λάθη και αδυναμίες, αλλά γιατι και αυτά είναι κομμάτι μου, είναι ο τρόπος μου απέναντι στη ζωή, είναι εκείνα τα σημεία που σήμερα ιδωμένα από μια άλλη οπτική ματιά μου δίνουν κουράγιο να συνεχίσω και θέληση να βελτιώνομαι. Ο πόνος και οι δυσκολίες είναι οι ευκαιρίες μας να αντιμετωπίσουμε τον εαυτό μας και να γίνουμε καλύτεροι άνθρωποι.
– Σας θυμάμαι σε ένα φανταστικό μαγαζί στο Κολωνάκι πριν δέκα χρόνια περίπου, τραγουδούσατε. Μαζί κι η Νάσια Γκόφα, νομίζω. Με τι άλλα πράγματα, τι άλλες δουλειές έχετε καταπιαστεί όλα αυτά τα χρόνια; Τι άλλο, εκτός της υποκριτικής, σας έχει ενθουσιάσει;
Ήταν μια εποχή που περνούσα πολύ δύσκολα σε διάφορους τομείς της ζωής μου και αυτή η δραστηριότητα που περιγράψατε ήταν και μια ψυχολογική διέξοδος. Δεν έχω βρει ακόμα κάποια άλλη δουλειά ,όμως, που να με ενθουσιάσει. Αν την βρω δε θα διστασω μέχρι και να την κάνω πρωτευουσα εργασία μου. Δεν είμαι ορκισμένος ηθοποιός μεχρι να πεθάνω. Δεν είμαι από αυτούς τους ηθοποιούς που θέλουν να πεθάνουν πάνω στο σανίδι.
– Τι σημαίνει η ανάληψη της καλλιτεχνικής διεύθυνσης ενός θεάτρου επί της ουσίας; Τι όραμα έχετε για το Θέατρο ΑΘΗΝΑ;
Δεν ξέρω τι σημαίνει, πρώτη φορά μου συμβαίνει (γέλια).Άλλωστε τώρα ψάχνω κι εγώ αυτό το μονοπάτι. Σίγουρα με ενδιαφέρουν οι συνεργασίες με ανθρώπους που μιλάμε την ίδια γλώσσα, με ανθρώπους που έχουμε συμβατούς κώδικες και εκτός σκηνής. Οι Τέλειοι Ξένοι είναι μια αφετηρία προς μία κατευθυνση που σίγουρα με ενδιαφέρει: έργα που καταπιάνονται με τη δυσκολία του ανθρώπου να εξελίξει τις όποιας μορφής σχέσεις του. Θέλω το θέατρο Αθηνά, μέσα από τις συνεργασίες και τις παραστάσεις που θα κάνει να αποκτήσει μία ταυτότητα που σιγά σιγά θα είναι αναγνωρίσιμη από το κοινό.
– Τι κάνει, για εσάς, μια ζωή ευτυχισμένη και τι μια καριέρα επιτυχημένη;
Οι άνθρωποι μου, αυτοί που αγαπάω και που με αγαπάνε, είναι το σημαντικότερο στη ζωή μου. Γι’ αυτούς ευτυχώ και μέσα από αυτούς ευτυχώ. Η εξέλιξη μας σαν χαρακτήρες, σαν οντότητες, έρχεται μέσα από την συνύπαρξη και αυτή η συνύπαρξη είναι απαραίτητο να εμπεριέχει αγάπη. Μια επιτυχημένη καριέρα δεν ξέρω τι ακριβώς σημαίνει. Ίσως τελικά η αναγνώριση από τους ανθρώπους που σεβόμαστε στη δουλειά μας και η ικανοποίηση που έρχεται όταν καταλαβαίνεις ότι οι κόποι σου ανταμείβονται. Επιτυχίες και αποτυχίες δεν σημαίνουν κάτι παραπάνω από παροδικές χαρές ή στενοχώριες αντίστοιχα.
– Ποιοι είναι οι στόχοι σας για τη νέα χρονιά που πλησιάζει;
Να έχω τη δύναμη να αλλάξω αυτά που μπορώ, να δεχθώ αυτά που δεν μπορώ να αλλάξω και τη σοφία να γνωρίζω τη διαφορά τους, όπως λένε και οι οργανώσεις όλων των ανώνυμων στις συνεδρίες τους (αναφέρομαι στους ΝΑ, ΑΑ κλπ)
– Ποια ήταν η τελευταία φορά που κλάψατε δυνατά και ποια η τελευταία που γελάσατε από την καρδιά σας;
Μου συμβαίνουν και τα δύο χωρίς ιδιαίτερες αναστολές και δυσκολίες, οπότε δε μπορω να θυμηθώ την τελευταία φορά.
– Ποια είναι η παρακαταθήκη που θα θέλατε να αφήσετε πίσω σας σε σχέση με την καλλιτεχνική σας δράση και σκέψη;
Δεν με ενδιαφέρει καμία παρακαταθήκη. Με νοιάζει οι συνεργάτες μου να ξέρουν ότι είμαι πάντα παρών σε αυτό που κάνω ή κάνουμε, με την πρόθεση να δώσω τον καλύτερο εαυτό μου. Πάντως σίγουρα το να με θυμούνται ως έναν ωραίο άνθρωπο με νοιάζει περισσότερο από το να με θυμούνται ως έναν καλό ηθοποιό ή σκηνοθέτη.
– Γιατί θελήσατε να κάνετε εξ αρχής αυτή τη δουλειά; Και γιατί παραμένετε σε αυτή, όλο και πιο ενεργός, όλο και πιο παθιασμένος;
Με ενδιαφέρει πολύ αυτό το κομμάτι της εσωτερικής αναζήτησης που έχει η δουλειά μας. Σήμερα αυτό το λέω γιατί το έχω πια συνειδητοποιήσει. Όταν ξεκίνησα νομίζω ότι ήταν περισσότερο ένα ένστικτο που δεν μπορούσα να το αποκωδικοποιήσω με τον τρόπο που το κάνω τώρα. Πάντως, ήταν ένας δρόμος που με εξιτάριζε και με γοήτευε, ήταν μια δουλειά που μου εξασφάλιζε το “παιχνίδι” και στον ενήλικο κόσμο. Γιατί ποτέ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι παίζουμε έναν ρόλο.