Ο Αργύρης Μπακιρτζής έχει πολλά ταλέντα. Ίσως, το μεγαλύτερό του είναι η αφήγηση ιστοριών, ωραίων ιστοριών, μαγεμένων και αληθινών, με όποιο μέσο διαθέτει ή και επιθυμεί. Οξύ χιούμορ, αυστηρό βλέμμα και παράστημα-δεν το λες ευπρόσιτο, σε καμία περίπτωση. Όταν τον ξαναείδα, μετά από καιρό, στην Πλάκα, στην εκδήλωση των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης ένα Σάββατο του Δεκέμβρη, ξανασκέφτηκα αυτό που μου ανέδωσε από την πρώτη στιγμή: δεν είναι κοινωνικός και αγαπητικός με τρόπο διάχυτο, αλλά με εκείνους και εκείνα που αγαπάει πολύ. Όποιος έχει ακούσει την φωνή του, δεν την ξεχνά. Και η ζωή του έχει συνδεθεί με σημαντικές ομορφιές: κτίσματα, συντρίμμια, τραγούδια (που γράφει ή/και ερμηνεύει), επικές σκηνές από ταινίες, έρωτα, δημιουργία οικογένειας, νύχτες, θάλασσα, πάλκα.
Καμία συνέντευξη δεν μπόρεσε μέχρι στιγμής να συστήσει τον Αργύρη Μπακιρτζή στο κοινό ακριβέστερα και βαθύτερα από ό, τι το έργο του. Βεβαίως, ούτε αυτή. Αλλά ίσως αξίζει να τη διαβάσετε. Κάθε του φράση ακριβή, ακριβής και ακριβοδιαλεγμένη. Ο Αργύρης Μπακιρτζής ξέρει ποιος είναι-πράγμα σπάνιο για έναν καλλιτέχνη, για έναν άνθρωπο. Πράγμα δύσκολο.
-Γιατί, κύριε Μπακιρτζή, οι άνθρωποι δεν συγχωρούν εκείνους που από έρωτα εκπέσανε; Κι αν τους συγχωρούσαν, δηλαδή, τι θα άλλαζε;
Η έκφραση αυτή έχει καταγραφεί ως αξίωμα στο ασυνείδητο των ανθρώπων που έχουν δεθεί με την ταινία και δεν μπορεί να ερμηνευτεί έξω απ’ το πλαίσιο της γιατί θα οδηγήσει, όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα σε ανάλογες περιπτώσεις, σε παρερμηνεία.
-Εντάξει, το αφήνω στην άκρη αυτό και πάω κάπου αλλού, κάπου αγαπημένα. Ποια είναι η Αρζεντίνα του ομώνυμου τραγουδιού των Χειμερινών Κολυμβητών; Είναι φυσιολογικό να κλαίει κανείς με αυτό το τραγούδι;
Ήταν μια ντισκοτέκ στην Πέραμο της Καβάλας, στην οποία έφθασα κι έφυγα νύχτα ακολουθώντας μια κοπέλα με μια παρέα που δεν θυμάμαι αν ήταν δική της ή δική μου. Ακόμη δεν θυμάμαι να ξανάκουσα για το κέντρο αυτό και δεν είμαι απόλυτα σίγουρος αν έζησα στην πραγματικότητα εκείνη τη νύχτα. Θεωρώ απόλυτα φυσιολογικό να κλαίει κάποιος μ’ ένα τραγούδι, οπότε γιατί όχι και μ’ αυτό.
-Αν είχατε την ευκαιρία να συναντήσετε άλλη μια φορά τον Σταύρο Τσιώλη, πού θα πηγαίνατε μαζί του και τι θα θέλατε να συζητήσετε;
Στην Αρκαδία, στα οροπέδια του Μαινάλου όπου νιώθεις πως εκεί ξεκίνησε η ζωή κι εγώ δεν έχω μάθει ακόμη να μιλώ, ενώ τον Σταύρο τον έχει πιάσει ήδη πολυλογία.
-Ποιο ποίημα θυμάστε να σας αρέσει από μικρό παιδί ή ας πούμε έφηβο; Ποιος δίσκος Ποια ταινία; Ποια, δηλαδή, ήταν τα πρώτα καλλιτεχνικά τρυπήματα που σας έκαναν να νιώσετε κάτι βαθύτερο;
Τα ποιήματα που γνωρίσαμε στις πρώτες μελοποιήσεις του Μίκη. Τον Επιτάφιο με τον Μπιθικώτση. Την Κάλπικη λίρα, την Έβδομη σφραγίδα. Όταν άκουσα τον κυνηγημένο για τις πεποιθήσεις του και τη δράση του στην κατοχή δικαστικό σύζυγο μιας ξαδέλφης μου, στις Σέρρες, να απαγγέλει σπαραχτικά τους Μοιραίους, μια εποχή που είχαμε θεοποιήσει την αποστασιοποίηση.
-Πόσο σημαντική είναι η πατρότητα για εσάς; Θα ήταν διαφορετική η ζωή σας χωρίς οικογένεια;
Όταν συμβαίνει κάτι δεν με απασχολεί τι άλλο θα μπορούσε να έχει γίνει. Πόσο περισσότερο όταν έγινα πατέρας.
-Γράφετε τραγούδια από το 1969, το έχετε πει στον Σωτήρη Κακίση. Πώς γράφετε τραγούδια; Μαζί με την μουσική; Χώρια; Νύχτες; Υπάρχει κάποια ιεροτελεστία ή φορά με φορά διαφέρει;
Συνήθως μαζί στίχους και μουσική, νύχτα. Ξεκινάει από κάτι που με πιέζει ασφυκτικά και μετά ξαλαφρώνω, παίρνω ανάσα.
-Ποιο είναι το αγαπημένο σας μέρος στη γη; Και γιατί είναι το αγαπημένο σας;
Τι να το κάνω αν είμαι μόνος. Αν ήμουν ο τελευταίος άνθρωπος τι θα διάλεγα; Μια γάτα ή έναν πίνακα του Πικάσο; Το διάβασα σε μια συνέντευξη του Λελούς: προφανώς τη γάτα. Οπότε, μπορώ να απαντήσω ότι είμαι εξαρτημένος απ’ τα βήματα των αγαπημένων προσώπων.
-Έχουν πει για τους Χειμερινούς Κολυμβητές ότι είναι λέει μια μπάντα ταπεινή και αυτοσαρκαστική, είναι δυο χαρακτηριστικά της αυτά. Τι λέτε; Πώς αντιλαμβάνεστε την ταπεινότητα και τον αυτοσαρκασμό εσείς;
Το τι πιστεύω ούτε στον εαυτό μου τολμώ να το ομολογήσω. Όμως συχνά αναρωτιέμαι, ποιον κοροϊδεύω, τον εαυτό μου ή το ακροατήριό μου;
-Ποιο είναι το δικό σας αγιάτρευτο τραύμα, κύριε Μπακιρτζή; Ή όλα τα έγιανε η μουσική, τα κείμενα, το σινεμά;
Προς στιγμήν όλα τα ξεχνάς. Όμως πώς να ξεχάσεις τη Λάρισα, τη Γάζα, τους πνιγμένους στο Αιγαίο και στην Πύλο, την αδιαφορία και τον κομφορμισμό, και τόσα άλλα που καθημερινά σφίγγουν τη θηλειά;
-Σας ακούσαμε το ωραίο αυτό Σάββατο στα τραγούδια της πιανόλας. Τι σας τράβηξε σε αυτό το project, τι είναι γενικώς αυτό που σας έκανε να πείτε το «ναι» γι’ αυτήν τη συνεργασία; Περισσότερα ναι ή όχι έχετε πει στη ζωή σας, επίσης;
Με μάγεψε ο ήχος της πιανόλας, ανάμεσα σε πιάνο και λατέρνα. Μου ζήτησε ο Διονυσόπουλος να πω δυο τραγούδια και τα είπα όλα, δεκαεννιά. Ήταν και η τραγουδίστρια, η Τότα Ευλαβή, ήταν και ο ηχολήπτης, -και σπουδαίος ζωγράφος-, ο Τάσος Καραπαπάζογλου, η συνταγή έδεσε. Ως προς τα «ναι» και τα «όχι», τα «ναι» μπορούν να είναι «όχι» και το αντίστροφο. Θα ‘λεγα πως συνήθως δεν το πολυσκέφτομαι, προχωρώ. Θα με χαρακτήριζα όμως και πολύ αναποφάσιστο σε μερικά θέματα, όπως όταν η οικογένεια ζούσε στη Θεσσαλονίκη, δούλευα στην Καβάλα και πήγαινα για επίβλεψη έργων στις Σέρρες, είχα ένα μόνιμο δίλημμα: Καβάλα ή Σέρρες; Και, πρωί πρωί, χαράματα, δεν είχα χρόνο να ρωτήσω το ΤΑΟ.
-Τι είναι αυτό που σας κάνει ευτυχισμένο; Αλλάζει η απάντηση αν ρώταγα: “τι είναι αυτό που σας έκανε ευτυχισμένο όταν ήσαστε 30 χρόνων;”
Η παρέα με τους αγαπημένους οικείους, η απομνημόνευση ρόλων, τα θαλασσσινά μπάνια μέχρι πολύ πρόσφατα, το πάλκο. Στα τριάντα, ό,τι σχεδόν όλους, ο έρωτας, οι παρέες, τα τραγούδια.
-Για τι από όσα πετύχατε, δώσατε, κάνατε, μοιραστήκατε είστε περισσότερο περήφανος και ικανοποιημένος;
Για τη μικρή συνεισφορά μου στη σωτηρία του αρχαίου θεάτρου της Λάρισας και της παλιά πόλης της Ξάνθης.
-Τι σχεδιάζετε αυτον τον καιρο, τι να περιμένουμε από εσές μες στο 2024;
Συμμετέχω σε δύο πολύ ελκυστικά θεατρικά σχέδια και σε μια ταινία μικρού μήκους του βοηθού του Τσιώλη, Χάρη Μιχαλογιαννάκη. Ακόμη, ένας δίσκος με δύο φωνές, η δική μου και μια γυναικεία, και πιανόλα (μηχανικό πιάνο), με επί κεφαλής του εγχειρήματος τον Νίκο Διονυσόπουλο κυκλοφορεί σύντομα απ’ τις Π.Ε.Κ. Με την Κατερίνα Σισίνι προσπαθούμε επιτέλους να βρούμε χρόνο να δουλέψουμε ιταλικά αγαπημένα τραγούδια που έχω επιλέξει. Με τον Χάρη Παπαδόπουλο ηχογραφούμε καταπληκτικά τραγούδια του, μερικά σε ποντιακή διάλεκτο. Έχω τελειώσει ένα βιβλίο αλλά είναι πολύ μεγάλο και θέλει τον χρόνο του. Με τους Κολυμβητές παίζουμε 24/2 στο Γκαγκάριν και εκεί γύρω πιθανόν στην Πάτρα. Και διάφορα άλλα. Καλά να ‘μαστε.
Ο Αργύρης Μπακιρτζής έχει πολλά ταλέντα. Ίσως, το μεγαλύτερό του είναι η αφήγηση ιστοριών, ωραίων ιστοριών, μαγεμένων και αληθινών, με όποιο μέσο διαθέτει ή και επιθυμεί. Οξύ χιούμορ, αυστηρό βλέμμα και παράστημα-δεν το λες ευπρόσιτο, σε καμία περίπτωση. Όταν τον ξαναείδα, μετά από καιρό, στην Πλάκα, στην εκδήλωση των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης ένα Σάββατο του Δεκέμβρη, ξανασκέφτηκα αυτό που μου ανέδωσε από την πρώτη στιγμή: δεν είναι κοινωνικός και αγαπητικός με τρόπο διάχυτο, αλλά με εκείνους και εκείνα που αγαπάει πολύ. Όποιος έχει ακούσει την φωνή του, δεν την ξεχνά. Και η ζωή του έχει συνδεθεί με σημαντικές ομορφιές: κτίσματα, συντρίμμια, τραγούδια (που γράφει ή/και ερμηνεύει), επικές σκηνές από ταινίες, έρωτα, δημιουργία οικογένειας, νύχτες, θάλασσα, πάλκα.
Καμία συνέντευξη δεν μπόρεσε μέχρι στιγμής να συστήσει τον Αργύρη Μπακιρτζή στο κοινό ακριβέστερα και βαθύτερα από ό, τι το έργο του. Βεβαίως, ούτε αυτή. Αλλά ίσως αξίζει να τη διαβάσετε. Κάθε του φράση ακριβή, ακριβής και ακριβοδιαλεγμένη. Ο Αργύρης Μπακιρτζής ξέρει ποιος είναι-πράγμα σπάνιο για έναν καλλιτέχνη, για έναν άνθρωπο. Πράγμα δύσκολο.
-Γιατί, κύριε Μπακιρτζή, οι άνθρωποι δεν συγχωρούν εκείνους που από έρωτα εκπέσανε; Κι αν τους συγχωρούσαν, δηλαδή, τι θα άλλαζε;
Η έκφραση αυτή έχει καταγραφεί ως αξίωμα στο ασυνείδητο των ανθρώπων που έχουν δεθεί με την ταινία και δεν μπορεί να ερμηνευτεί έξω απ’ το πλαίσιο της γιατί θα οδηγήσει, όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα σε ανάλογες περιπτώσεις, σε παρερμηνεία.
-Εντάξει, το αφήνω στην άκρη αυτό και πάω κάπου αλλού, κάπου αγαπημένα. Ποια είναι η Αρζεντίνα του ομώνυμου τραγουδιού των Χειμερινών Κολυμβητών; Είναι φυσιολογικό να κλαίει κανείς με αυτό το τραγούδι;
Ήταν μια ντισκοτέκ στην Πέραμο της Καβάλας, στην οποία έφθασα κι έφυγα νύχτα ακολουθώντας μια κοπέλα με μια παρέα που δεν θυμάμαι αν ήταν δική της ή δική μου. Ακόμη δεν θυμάμαι να ξανάκουσα για το κέντρο αυτό και δεν είμαι απόλυτα σίγουρος αν έζησα στην πραγματικότητα εκείνη τη νύχτα. Θεωρώ απόλυτα φυσιολογικό να κλαίει κάποιος μ’ ένα τραγούδι, οπότε γιατί όχι και μ’ αυτό.
-Αν είχατε την ευκαιρία να συναντήσετε άλλη μια φορά τον Σταύρο Τσιώλη, πού θα πηγαίνατε μαζί του και τι θα θέλατε να συζητήσετε;
Στην Αρκαδία, στα οροπέδια του Μαινάλου όπου νιώθεις πως εκεί ξεκίνησε η ζωή κι εγώ δεν έχω μάθει ακόμη να μιλώ, ενώ τον Σταύρο τον έχει πιάσει ήδη πολυλογία.
-Ποιο ποίημα θυμάστε να σας αρέσει από μικρό παιδί ή ας πούμε έφηβο; Ποιος δίσκος Ποια ταινία; Ποια, δηλαδή, ήταν τα πρώτα καλλιτεχνικά τρυπήματα που σας έκαναν να νιώσετε κάτι βαθύτερο;
Τα ποιήματα που γνωρίσαμε στις πρώτες μελοποιήσεις του Μίκη. Τον Επιτάφιο με τον Μπιθικώτση. Την Κάλπικη λίρα, την Έβδομη σφραγίδα. Όταν άκουσα τον κυνηγημένο για τις πεποιθήσεις του και τη δράση του στην κατοχή δικαστικό σύζυγο μιας ξαδέλφης μου, στις Σέρρες, να απαγγέλει σπαραχτικά τους Μοιραίους, μια εποχή που είχαμε θεοποιήσει την αποστασιοποίηση.
-Πόσο σημαντική είναι η πατρότητα για εσάς; Θα ήταν διαφορετική η ζωή σας χωρίς οικογένεια;
Όταν συμβαίνει κάτι δεν με απασχολεί τι άλλο θα μπορούσε να έχει γίνει. Πόσο περισσότερο όταν έγινα πατέρας.
-Γράφετε τραγούδια από το 1969, το έχετε πει στον Σωτήρη Κακίση. Πώς γράφετε τραγούδια; Μαζί με την μουσική; Χώρια; Νύχτες; Υπάρχει κάποια ιεροτελεστία ή φορά με φορά διαφέρει;
Συνήθως μαζί στίχους και μουσική, νύχτα. Ξεκινάει από κάτι που με πιέζει ασφυκτικά και μετά ξαλαφρώνω, παίρνω ανάσα.
-Ποιο είναι το αγαπημένο σας μέρος στη γη; Και γιατί είναι το αγαπημένο σας;
Τι να το κάνω αν είμαι μόνος. Αν ήμουν ο τελευταίος άνθρωπος τι θα διάλεγα; Μια γάτα ή έναν πίνακα του Πικάσο; Το διάβασα σε μια συνέντευξη του Λελούς: προφανώς τη γάτα. Οπότε, μπορώ να απαντήσω ότι είμαι εξαρτημένος απ’ τα βήματα των αγαπημένων προσώπων.
-Έχουν πει για τους Χειμερινούς Κολυμβητές ότι είναι λέει μια μπάντα ταπεινή και αυτοσαρκαστική, είναι δυο χαρακτηριστικά της αυτά. Τι λέτε; Πώς αντιλαμβάνεστε την ταπεινότητα και τον αυτοσαρκασμό εσείς;
Το τι πιστεύω ούτε στον εαυτό μου τολμώ να το ομολογήσω. Όμως συχνά αναρωτιέμαι, ποιον κοροϊδεύω, τον εαυτό μου ή το ακροατήριό μου;
-Ποιο είναι το δικό σας αγιάτρευτο τραύμα, κύριε Μπακιρτζή; Ή όλα τα έγιανε η μουσική, τα κείμενα, το σινεμά;
Προς στιγμήν όλα τα ξεχνάς. Όμως πώς να ξεχάσεις τη Λάρισα, τη Γάζα, τους πνιγμένους στο Αιγαίο και στην Πύλο, την αδιαφορία και τον κομφορμισμό, και τόσα άλλα που καθημερινά σφίγγουν τη θηλειά;
-Σας ακούσαμε το ωραίο αυτό Σάββατο στα τραγούδια της πιανόλας. Τι σας τράβηξε σε αυτό το project, τι είναι γενικώς αυτό που σας έκανε να πείτε το «ναι» γι’ αυτήν τη συνεργασία; Περισσότερα ναι ή όχι έχετε πει στη ζωή σας, επίσης;
Με μάγεψε ο ήχος της πιανόλας, ανάμεσα σε πιάνο και λατέρνα. Μου ζήτησε ο Διονυσόπουλος να πω δυο τραγούδια και τα είπα όλα, δεκαεννιά. Ήταν και η τραγουδίστρια, η Τότα Ευλαβή, ήταν και ο ηχολήπτης, -και σπουδαίος ζωγράφος-, ο Τάσος Καραπαπάζογλου, η συνταγή έδεσε. Ως προς τα «ναι» και τα «όχι», τα «ναι» μπορούν να είναι «όχι» και το αντίστροφο. Θα ‘λεγα πως συνήθως δεν το πολυσκέφτομαι, προχωρώ. Θα με χαρακτήριζα όμως και πολύ αναποφάσιστο σε μερικά θέματα, όπως όταν η οικογένεια ζούσε στη Θεσσαλονίκη, δούλευα στην Καβάλα και πήγαινα για επίβλεψη έργων στις Σέρρες, είχα ένα μόνιμο δίλημμα: Καβάλα ή Σέρρες; Και, πρωί πρωί, χαράματα, δεν είχα χρόνο να ρωτήσω το ΤΑΟ.
-Τι είναι αυτό που σας κάνει ευτυχισμένο; Αλλάζει η απάντηση αν ρώταγα: “τι είναι αυτό που σας έκανε ευτυχισμένο όταν ήσαστε 30 χρόνων;”
Η παρέα με τους αγαπημένους οικείους, η απομνημόνευση ρόλων, τα θαλασσσινά μπάνια μέχρι πολύ πρόσφατα, το πάλκο. Στα τριάντα, ό,τι σχεδόν όλους, ο έρωτας, οι παρέες, τα τραγούδια.
-Για τι από όσα πετύχατε, δώσατε, κάνατε, μοιραστήκατε είστε περισσότερο περήφανος και ικανοποιημένος;
Για τη μικρή συνεισφορά μου στη σωτηρία του αρχαίου θεάτρου της Λάρισας και της παλιά πόλης της Ξάνθης.
-Τι σχεδιάζετε αυτον τον καιρο, τι να περιμένουμε από εσές μες στο 2024;
Συμμετέχω σε δύο πολύ ελκυστικά θεατρικά σχέδια και σε μια ταινία μικρού μήκους του βοηθού του Τσιώλη, Χάρη Μιχαλογιαννάκη. Ακόμη, ένας δίσκος με δύο φωνές, η δική μου και μια γυναικεία, και πιανόλα (μηχανικό πιάνο), με επί κεφαλής του εγχειρήματος τον Νίκο Διονυσόπουλο κυκλοφορεί σύντομα απ’ τις Π.Ε.Κ. Με την Κατερίνα Σισίνι προσπαθούμε επιτέλους να βρούμε χρόνο να δουλέψουμε ιταλικά αγαπημένα τραγούδια που έχω επιλέξει. Με τον Χάρη Παπαδόπουλο ηχογραφούμε καταπληκτικά τραγούδια του, μερικά σε ποντιακή διάλεκτο. Έχω τελειώσει ένα βιβλίο αλλά είναι πολύ μεγάλο και θέλει τον χρόνο του. Με τους Κολυμβητές παίζουμε 24/2 στο Γκαγκάριν και εκεί γύρω πιθανόν στην Πάτρα. Και διάφορα άλλα. Καλά να ‘μαστε.