Καθώς η Ευρώπη γέρνει ολοένα και περισσότερο προς την άκρα Δεξιά, η ταινία «Ο Aντικαταστάτης / El Sustituto», μια ιστορία εμπνευσμένη από πραγματικά γεγονότα, έρχεται να δώσει το δικό της μήνυμα, ειδικά προς τους νέους, τα εικοσάχρονα της Ισπανίας και της Ευρώπης που πέφτουν θύματα των επαναπροσδιορισμών που κάνει η άκρα δεξιά για το παρελθόν. Θα έλεγα ότι είναι μια αντίσταση στην αυθαίρετη επανοικειοποίηση της ιστορίας από την πλευρά των χαμένων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η ταινία που καταπιάνεται με μια μυστική κοινότητα ναζιστών σε ένα παραθαλάσσιο ξενοδοχείο, είναι εμπνευσμένη από ένα ταξίδι του σκηνοθέτη, όπου και είδε στις φωτογραφίες του ξενοδοχείου από τη δεκαετία του ’60, Γερμανούς να απολαμβάνουν το γεύμα τους ενώ ήταν ντυμένοι με τις στρατιωτικές τους στολές από το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο.
Στα πλαίσια του 6ου Φεστιβάλ Ισπανόφωνου Κινηματογράφου Αθήνας – FeCHA, ο σκηνοθέτης της ταινίας, Óscar Aibar βρέθηκε στην Αθήνα για την πρεμιέρα της ταινίας του κι εμείς τον συναντήσαμε στην πανέμορφη αυλή του θερινού κινηματογράφου Ελληνίς Cinemax, όπου συζητήσαμε για το σκοτεινό παρελθόν της Ισπανίας, την παρούσα πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη και τον κινηματογράφο.
– Πείτε μας λίγα λόγια για την προηγούμενη δουλειά σας. Έχετε μια πορεία σε μια αρκετά μεγάλη ποικιλία ειδών. Για παράδειγμα, το Attoladero ήταν επιστημονικής φαντασίας, το El Gran Vazquez ήταν μια βιογραφική ταινία. Τώρα έρχεστε με μια ιστορική ταινία με βαριά πολιτική χροιά. Πώς και γιατί κινείστε μεταξύ όλων αυτών των διαφορετικών ειδών;
Καταρχάς μου αρέσει πάρα πολύ ο κινηματογράφος και μου αρέσουν όλα τα είδη, κι εκείνο που με ενδιαφέρει στον κινηματογράφο -ακόμα κι όταν πηγαίνω να δω μια ταινία- δεν είναι ούτε ο σκηνοθέτης, ούτε οι ηθοποιοί, αλλά πάντα ψάχνω για μια ωραία ιστορία. Μου αρέσουν οι καλές ιστορίες, οι οποίες είναι και καλά δοσμένες. Έτσι και στις ταινίες μου θέλω να διηγηθώ μια καλή ιστορία, που αφού την βρω, ψάχνω το καλύτερο μέσο που θα μπορέσει να την αποτυπώσει. Για παράδειγμα, για πάρα πολλά χρόνια ήθελα να γράψω αυτήν την ιστορία για τους Ναζί στην Ισπανία, και προσπάθησα να δω ποιο κινηματογραφικό είδος θα μπορούσε να πλαισιώσει καλύτερα αυτό το περιεχόμενο. Η συγκεκριμένη ταινία «Ο αντικαταστάτης», ήταν μια ταινία που θα μπορούσε πολύ εύκολα να προσβάλει την εθνική ισπανική αστυνομία, οπότε κάνοντας ένα τέχνασμα, υιοθετώντας το ιστορικό-θρίλερ-γουέστερν, βάζοντας έναν καλό αστυνομικό που είναι μόνος του ενάντια στους πάντες σχεδόν, το καταφέρνω αυτό χωρίς να δεχτώ λογοκρισία. Γενικότερα μου αρέσουν όλα τα κινηματογραφικά είδη, κι επιλέγω αυτό που μπορεί να περιγράψει καλύτερα την ταινία μου.
– Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, πρόκειται για μια ιστορική και πολιτική ταινία. Πώς μάθατε για αυτή την ιστορία, είναι ένα σχετικά γνωστό περιστατικό της σύγχρονης ισπανικής ιστορίας;
Ουσιαστικά αυτή η ταινία βασίζεται σε δύο συγκεκριμένες αφορμές. Η πρώτη είναι όταν πριν από δέκα χρόνια έκανα διακοπές με έναν φίλο στην περιοχή του Levante που βρίσκεται στην ανατολική μεσογειακή ακτή της Ισπανίας. Εκεί λοιπόν καθώς τρώγαμε σε ένα παραδοσιακό παραλιακό εστιατόριο, παρατήρησα έναν τοίχο στον οποίο κρέμονταν φωτογραφίες όλων των διάσημων που έχουν επισκεφθεί το εστιατόριο. Ανάμεσα σε αυτές τις φωτογραφίες υπήρχε και μία φωτογραφία Γερμανών στρατιωτών με στολές των SS οι οποίοι έχουν κουρέματα της δεκαετίας του 60’, οπότε ρωτήσαμε τον ιδιοκτήτη -νομίζοντας ότι πρόκειται για ηθοποιούς- αλλά μας διέψευσε λέγοντάς μας πως είναι οι ναζιστές που κυκλοφορούσαν κανονικά στην Ισπανία, λες και δεν τρέχει τίποτα. Μετά από αυτό ξεκίνησα να σκαλίζω για να βρω περισσότερες πληροφορίες για το θέμα. Εκεί λοιπόν που νόμιζα ότι θα ανακαλύψω μόνο 4-5 ονόματα ναζιστών που διαφεύγοντας από τη Γερμανία βρήκαν καταφύγιο στην Ισπανία, ήρθα αντιμέτωπος με χιλιάδες στρατιώτες από το ναζιστικό καθεστώς που πέρασαν από την χώρα. Η δεύτερη αφορμή ήταν όταν πριν από τρία χρόνια που κάποια διαβαθμισμένα έγγραφα των μυστικών υπηρεσιών του Ισραήλ, της Μοσάντ αποχαρακτηρίστηκαν και βγήκαν στην επιφάνεια, όπου δύο παλιοί πράκτορες αναφέρονται σε δύο αποτυχημένες επιχειρήσεις της Μοσάντ στην Ισπανία να συλλάβει τον Άριμπερτ Φέρντιναντ Χάιμ ο οποίος ήταν ο γιατρός των SS στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Μαουτχάουζεν – Γκούζεν. Μια από τις επιχειρήσεις αναφέρεται το 1982, η οποία αποτελεί μια εξαιρετικά σημαντική στιγμή για την Ισπανία γιατί μετά από 50 χρόνια οι εκλογές είχαν κερδηθεί από μια σοσιαλιστική κυβέρνηση με το σύνθημα, «Αλλαγή σε όλα». Οπότε αυτά είναι τα γεγονότα που με οδήγησαν στην πλοκή.
– Μιλήστε μας αν θέλετε λίγο περισσότερο για το κοινωνικό υπόβαθρο αυτής της ιστορίας και τη θέση της στη σύγχρονη ισπανική εθνική αφήγηση. Η Ισπανία αναστοχάζεται σήμερα το φασιστικό της παρελθόν;
Αποφάσισα να κάνω τώρα αυτήν την ταινία γιατί σε ολόκληρη την Ευρώπη, και δη στην Ισπανία, βιώνουμε μια άνθηση του νεοφασισμού. Η άκρα δεξιά έχει μια πολύ ανησυχητική επέκταση στην Ισπανία, κερδίζοντας κομμάτια της πολιτικής εξουσίας. Επίσης έχει θέσεις στην τρέχουσα κυβέρνηση. Ουσιαστικά αυτή την ταινία την έκανα για τους τους νέους, για τα εικοσάχρονα της Ισπανίας που πέφτουν θύματα όλων αυτών των επαναπροσδιορισμών που κάνει η άκρα δεξιά για το παρελθόν, ώστε να καταλάβουν όλα αυτά τα παιδιά ποιοι κρύβονται πίσω από την ιστορία, και κυρίως, τίνος κληρονόμοι είναι. Θεωρώ ότι υπάρχει μια ευρύτερη προσπάθεια αυτή τη στιγμή ενός πολιτικού κινηματογράφου που ξεθάβει το σκοτεινό παρελθόν της Ισπανίας. Για παράδειγμα, οι Παράλληλες Μητέρες του Πέδρο Αλμοδόβαρ, είναι μια ταινία που μιλάει για τους ομαδικούς τάφους του Φράνκο και το συλλογικό τραύμα των Ισπανών. Αυτή τη στιγμή λοιπόν στην Ισπανία, για να το συνδέσω με την ερώτησή σας, υπάρχει μια αναζήτηση πραγμάτων που μέχρι τώρα θεωρούνταν δεδομένα. Για παράδειγμα, η φιγούρα του βασιλιά. Ποιος ήταν τελικά ο βασιλιάς; Ήταν όντως αυτός ο πολύ καλός άνθρωπος που μας έσωσε από τη δικτατορία ή όχι, ή για παράδειγμα, σε τι χρησίμευσε η δημοκρατική μεταπολίτευση; Η Ισπανία είναι η μόνη χώρα όπου μετά από πενήντα χρόνια φασιστικού καθεστώτος, δεν έγινε ούτε μια δίκη για όλο αυτό το σκοτεινό παρελθόν.
– Ποια ήταν η έκταση της ναζιστικής συνεργασίας με το ισπανικό καθεστώς μετά τον πόλεμο; Όλοι γνωρίζουμε για την Αργεντινή. Ήταν η Ισπανία μια «ευρωπαϊκή Αργεντινή» για τους ναζί;
Η Ισπανία είναι το μόνο φασιστικό καθεστώς που δεν νικήθηκε ποτέ κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου αλλά ούτε μετά. Ο Φράνκο για χρόνια ανέμενε μια βρετανική εισβολή στην Ισπανία η οποία δεν υλοποιήθηκε ποτέ. Σύμφωνα με τα ντοκουμέντα της ίδιας της CIA, στην Ισπανία βρήκαν καταφύγιο 40. 000 ναζιστές αξιωματούχοι. Ουσιαστικά οι ναζιστές στην Ευρώπη βρήκαν καταφύγιο σε δύο σημεία. Στην Βαλκανική Χερσόνησο και στην Ισπανία. Γιατί όμως συνέβη αυτό; Γιατί το 1950 μετά τη λήξη της φρίκης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κανείς δεν ήθελε να μιλήσει για τον Ναζισμό, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, γιατί ήταν κάτι τόσο φρικιαστικό και οι πληγές πολύ νωπές. Μετά την φρίκη του Πολέμου, όλοι ήθελαν να ξεχάσουν και να συνεχιστεί η ζωή. Όλα αυτά άλλαξαν με την κυκλοφορία του βιβλίου που ονομαζόταν «Εγώ ήμουν βοηθός του Γιόζεφ Μένγκελε». Αυτό το βιβλίο δημιούργησε ένα έναυσμα -και από την πλευρά των Αμερικανών- για να διαφωτιστούν αυτές οι υποθέσεις. Με αφορμή αυτό το βιβλίο, ακολούθησαν τρεις ταινίες στο Χόλιγουντ, το “Marathon Man”, το “The boys from Brazil” και το “Odessa”, που ήταν και η οδός διαφυγής των ναζιστών από την Γερμανία προς την Λατινική Αμερική. Όλοι ξέρουμε για παράδειγμα ότι οι ναζιστές έφυγαν από όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες και κατέφυγαν στην Βραζιλία, στην Παραγουάη κτλ. Με εξαίρεση την Ισπανία, απ’όπου δεν χρειάστηκε να φύγουν ποτέ, καθώς το καθεστώς τους προστάτευσε και αποτέλεσε το καταφύγιό που χρειάζονταν.
– Στην ταινία σας, ο Andres και ο Colombo προβάλλονται ως «καλοί μπάτσοι», όχι τόσο με τον αμερικάνικο τρόπο, αλλά κυριολεκτικά, ως ειλικρινείς άνθρωποι, που προσπαθούν να βρουν νόημα στη ζωή τους. Όμως, είναι παγιδευμένοι στα φαντάσματα του παρελθόντος. Πείτε μας περισσότερα για το πώς θα τους περιγράφατε;
Πάντα στις ταινίες μου προσπαθώ οι πρωταγωνιστές να είναι “losers”. Να είναι άνθρωποι που δεν βρίσκουν τη θέση τους στην κοινωνία και δεν μπορούν να προσαρμοστούν, γιατί θεωρώ ότι οι θριαμβευτικές προσωπικότητες δεν έχουν αξία στον κινηματογράφο. Ο Andres από την πλευρά του, είναι ένας άνθρωπος που ψάχνει το παρελθόν που του απαρνήθηκαν, ενώ ο Colombo είναι ένας άνθρωπος που του απαρνούνται το παρόν, όντας ένας αριστερός αστυνομικός που δεν βρίσκει καμία θέση και είναι πάντα ένας απροσάρμοστος. Πιστεύω ότι οι δυο τους αλληλοσυμπληρώνονται, γιατί ο ένας είναι φοβερός στη δράση, ενώ ο άλλος είναι πάρα πολύ καλός στην έρευνα. Επίσης κάτι άλλο που τους ενώνει, είναι το γεγονός ότι ο Andres ψάχνει πάντα έναν πατέρα, τον οποίο νομίζω τον βρίσκει στο πρόσωπο του Colombo, ο οποίος γίνεται ο πατέρας που δεν είχε ποτέ.
– Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία. Τέσσερις χώρες του ευρωπαϊκού νότου, όλες τους έχουν υποφέρει από δικτατορίες και φασιστικά κληροδοτήματα. Σε όλες αυτές τις χώρες, είναι γνωστό – και η ταινία σας είναι μια τρανταχτή απόδειξη αυτού – ότι ακόμη και μετά την επικράτηση του δημοκρατικού πολιτεύματος, δεν υπήρξε πραγματική κάθαρση του κράτους -και ιδιαίτερα του αστυνομικού μηχανισμού από τα φασιστικά στοιχεία. Αυτή η θέση διατρέχει ολόκληρη την ταινία σας. Ποιο από τα δύο θεωρείται ότι ισχύει, ο αστυνομικός μηχανισμός κάνει τους ανθρώπους φασίστες, ή η αστυνομία κατέληξε να είναι έτσι επειδή ποτέ δεν καθαρίστηκε πραγματικά από το φασιστικό της παρελθόν και δεν μεταρρυθμίστηκε;
Αυτό που λέω για την δημοκρατική μετάβαση στην Ισπανία είναι ότι πρόκειται για ένα θεατρικό έργο που όλοι παίζουν τον ρόλο τους, με απώτερο σκοπό να μην αλλάξει τίποτα. Να μείνουν όλα ίδια. Η κοινωνική, οικονομική και η πολιτική εξουσία να παραμείνει στα χέρια των ίδιων ανθρώπων. Η Ισπανία είναι η μόνη περίπτωση ευρωπαϊκής χώρας όπου υπήρξε φασισμός και δεν έγινε ούτε μια δίκη για να τιμωρηθούν κάποια από τα εγκλήματα που έλαβαν χώρα σε αυτές τις σκοτεινές εποχές. Για μένα αυτή η ταινία έχει μια πολύ γλαφυρή μεταφορά, η οποία αποτυπώνεται στα δύο αυτοκίνητα που παρακολουθούμε στην ταινία. Στο Mercendes και στο ισπανικό τοπικό αυτοκίνητο, το Seat της εποχής. Ουσιαστικά πρόκειται για μια μεταφορική αποτύπωση του Βορά ενάντια στο Νότο, καθώς ο Βοράς μπορεί να έχει την οικονομική και πολιτική εξουσία και ισχύ, ο Νότος όμως είναι η ιστορία και η καρδιά της Ευρώπης και πέρα από αυτό, έχουμε και πολύ πιο ανοιχτή καρδιά. Γι’ αυτό μας αντιλαμβάνονται και ως ενοχλητικούς, εξού και τα αρχικά PIGS (Πορτογαλία, Ιταλία, Ελλάδα, Ισπανία). Ουσιαστικά αυτήν την ταινία την χρησιμοποιώ και ως μια εύγλωττη μεταφορά της μάχης του Νότου ενάντια στον Βορρά.
– Κάθε σκηνοθέτης έχει στο μυαλό του έναν «ιδανικό θεατή». Ποιος είναι ο δικός σας ιδανικός θεατής; Εκτός από το κοινό των φεστιβάλ σε ποιους απευθύνεται αυτή η ταινία;
Έχω μια ξεκάθαρη απάντηση γι’αυτό. Πάντα όταν φτιάχνω μια ταινία έχω στο μυαλό μου ένα συγκεκριμένο πράγμα. Έναν άνθρωπο που δουλεύει όλη την εβδομάδα και που γυρνάει σπίτι του κουρασμένος, έχοντας ανάγκη να του διηγηθούν μια όμορφη ιστορία. Ο πατέρας μου για παράδειγμα, ο οποίος ήταν εργάτης σε όλη του τη ζωή, ήθελε να επιστρέψει στο σπίτι και να έχει ένα πιάτο καλό φαγητό και μια καλή ταινία για να παρακολουθήσει.
– Τι να περιμένει το διεθνές κοινό από εσάς στο μέλλον; Ποια είναι τα σχέδιά σας;
Αυτή τη στιγμή επεξεργάζομαι το σενάριο μιας κωμωδίας σχετικά με την ιστορία μιας γυναίκας που υποφέρει πολύ, και παράλληλα, την πλοκή μιας ταινίας που βασίζεται στο αγαπημένο μου ισπανικό βιβλίο που πραγματεύεται την ιστορία ενός παιδιού που γράφει σενάρια αλλά δεν καταφέρνει ποτέ να εισπράξει ούτε φράγκο από αυτά που γράφει.