Notowns: Η επιστροφή του ελληνικού post-punk με ρυθμό, οργή και πολιτική συνείδηση
Δύο χρόνια μετά το ντεμπούτο τους, οι Notowns επιστρέφουν με το "Vicious Little World", ένα άλμπουμ που ενώνει τον υπόγειο χορό με την υπαρξιακή ένταση και την κοινωνική κριτική. Από τις επιρροές της Factory Records μέχρι την ωμή ματιά στον σημερινό κόσμο, o Γιάννης Παπαϊωάννου μιλά μαζί τους για τη δύναμη του ρυθμού, το δικαίωμα στην ειρωνεία και τη μουσική ως πολιτικό σχόλιο σε μια εποχή που μοιάζει ολοένα και πιο ασφυκτική.
Tα δύο χρόνιας σιωπής των Notowns έσπασαν φέτος με τον πιο ουσιαστικό τρόπο: ένα νέο άλμπουμ που επιμένει πάνω στις γραμμές που χάραξε το πρώτο τους Joyride. Το Vicious Little World, η νέα τους δουλειά, είναι ένα σχόλιο για τον κόσμο όπως είναι και όπως (δεν) θα έπρεπε να είναι. Λίγο μετά την κυκλοφορία του, μιλήσαμε με τη μπάντα σε μια κουβέντα με νεύρο και στοχασμό, η οποία κινήθηκε από τα post-punk φαντάσματα του Μάντσεστερ μέχρι τα πολύ απτά φαντάσματα της αστικής μας καθημερινότητας. Μιλήσαμε για τον ρυθμό ως αντίσταση, τη μελαγχολία ως όπλο, και τη μουσική ως μια πράξη πολιτική, έστω κι αν οι σφεντόνες μας δεν σπάνε τανκς…
– “Vicious Little World”… Ποιο ήταν το σημείο αφετηρίας για αυτόν τον τίτλο; Πότε καταλάβατε ότι έτσι λέγεται τελικά ο κόσμος που περιγράφετε;
Ο τίτλος περιγράφει αυτολεξεί έναν κόσμο ο οποίος σταθερά συρρικνώνεται χωροχρονικά και εκβαρβαρίζεται. Ο τίτλος επιλέχθηκε ανάμεσα από άλλους γιατί αντιπροσωπεύει με τρεις λέξεις τόσο την πραγματικότητα γύρω μας όσο και το μικροσύμπαν του ίδιου του άλμπουμ.
– Το νέο άλμπουμ ακούγεται πιο μελωδικό, αλλά και πιο σκοτεινό. Είναι αυτό μια προσπάθεια συμφιλίωσης ανάμεσα στην εσωτερική ένταση και τη χορευτική παρόρμηση; Ή μήπως χορεύουμε πάνω στα ερείπια;
Ξεκάθαρα το δεύτερο. Είναι ο μόνος τρόποςνα κρατήσουμε το κεφάλι μας στη θέση του. Ο ρυθμός είναι πρωτόγονη πηγή ζωής και δύναμης. Άλλωστε το νέο πάντα χτίζεται πάνω στα ερείπια. Και το νέο είναι αυτό που πρέπει να κυνηγάμε πάντα.
– Ποιες από τις επιρροές σας, όπως το post punk, η dub ή το avant funk, νιώθετε ότι καθορίζουν περισσότερο τον σημερινό σας ήχο. Και γιατί τώρα;
Οι επιρροές μας παραμένουν οι ίδιες, το μόνο που αλλάζει είναι η αναλογία στη συνταγή. Όταν δουλεύαμε το υλικό για το νέο άλμπουμ, μπαίναμε και οι τρεις σε μια νέα φάση ζωής για διαφορετικούς λόγους, και αυτές οι αλλαγές αποτυπώθηκαν και στη μουσική μας. Οπότε βγήκαν στην επιφάνεια στοιχεία που ναι μεν υπήρχαν και στον πρώτο δίσκο, αλλά συνειδητά πήραν πιο πρωταγωνιστικό ρόλο. Αμβλύναμε τις γωνίες ας πούμε κατά κάποιον τρόπο για να βγει πιο μπροστά ο ρυθμός. Επίσης σίγουρα έπαιξε ρόλο το ότι δώσαμε μεγαλύτερη προσοχή στην παραγωγή.
Φωτ.: Ελένη Τρωιάνου
– Οι κιθάρες στο άλμπουμ έχουν αυτή την “μανιακή διαύγεια” που θυμίζει την Factory Records. Ήταν συνειδητή η αναφορά ή απλώς σας βγήκε;
Είναι δεδομένο ότι μια «σχολή» που αγαπάς θα επηρεάσει ακόμα και υποσυνείδητα τον ήχο σου. Άλλωστε και οι νέες συνθέσεις ζήταγαν άλλη προσέγγιση από τις πιο «βρώμικες κιθάρες» του πρώτου δίσκου…
– Υπάρχει ένα νήμα ειρωνείας και ταυτόχρονα μια υπόγεια μελαγχολία σε πολλούς στίχους. Γράφονται μέσα από απόγνωση ή με μια δόση ανακουφιστικής αυτοειρωνείας;
Το μαύρο χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός είναι πολύ δυνατά όπλα επιβίωσης καιαυτοάμυνας. Απελευθερώνουν και κάνουν πιο διασκεδαστική τη σύγχυση που επικρατεί μέσα μας και γύρω μας. Πέραν τούτου, θα έλεγα ότι το άλμπουμ είναι περισσότερο θυμωμένο παρά μελαγχολικό. Ζούμε μια περίοδο που θυμίζει ψυχροπολεμικές συνθήκες, συντελείται μια γενοκτονία μπροστά στα μάτια μας, οπότε είναι δύσκολο να μην περάσει και στη μουσική ή στους στίχους μας όλο αυτό που συμβαίνει.
Φωτ.: Ελένη Τρωιάνου
– Από πού αντλείτε περισσότερο υλικό: από την πόλη, την εσωτερική σας ζωή ή τη γενική υπαρξιακή σύγχυση της εποχής;
Όλα αυτά είναι μια αλυσίδα νομίζω, που αλληλοσυνδέονται και συγκρούονται με τα γνωστά αποτελέσματα. Θεωρούμε ωστόσο ότι ο δίσκος είναι περισσότερο πολιτικός παρά εσωτερικός. Έτσι κι αλλιώς, πολύ σύντομα πιστεύουμε, θα έχουμε να ασχοληθούμε με πιο απτά προβλήματα από τα υπαρξιακά μας.
– Αν το “Vicious Little World” ήταν ένα μέρος, πώς θα έμοιαζε; Θα είχε φώτα νέον και βρώμικα πατώματα ή θα ήταν ένα σχεδόν ήσυχο δωμάτιο που σου σφίγγει το στομάχι;
Το “Vicious Little World” είναι ένα υπαρκτό μέρος, ευάερο, ευήλιο και το βλέπουμε όλοι από το μπαλκόνι μας. Ή από την οθόνη των κινητών μας.
– Υπάρχει κάποιο κομμάτι του άλμπουμ που λειτούργησε για εσάς σαν προσωπική κάθαρση; Ένα track που «σας έφτιαξε» ή «σας έλυσε» σαν μπάντα;
Προσωπικά αυτό που ξεχωρίζω είναι το “Βig White Shark” γιατί νομίζω ότι χάραξε ένα νέο δρόμο για το άλμπουμ και μας απελευθέρωσε μουσικά. Ήταν το πρώτο κομμάτι που ολοκληρώσαμε μετά το “Joyride” οπότε πραγματικά σηματοδότησε για εμάς μια καινούργια εποχή.
– Πώς βλέπετε τον ρόλο του χορευτικού ρυθμού σήμερα, είναι εργαλείο διαφυγής ή όπλο έκφρασης;
Ένα ποτήρι νερό μπορεί να σε ξεδιψάσει ή απλά να σε καταβρέξει, εξαρτάται από τον καθένα μας το πως θα διαχειριστεί τα «όπλα» του. Η διαφυγή στο μόνο που οδηγεί τελικά είναι η μετωπική με έναν πολύ ωραίο τοίχο. Το αισιόδοξο μέσα σε όλη αυτήν την παράνοια που ζούμε είναι ότι βλέπουμε καλλιτέχνες, μπάντες, να παίρνουν θέση, να μην φοβούνται να μιλήσουν.Αυτό είναι σίγουρα αισιόδοξο, αλλά θα χρειαστούν πολλά περισσότερα από την Τέχνη για να αλλάξουν τα πράγματα.
Φωτ.: Ελένη Τρωιάνου
– Τι είναι αυτό που κάνει τους Notowns να παραμένουν “no towns”; Υπάρχει ακόμα κάτι αντι-ανήκειο στην ταυτότητά σας;
Όσο οι πόλεις μας, οι κοινωνίες μας, οι σχέσεις μας παραμένουν ανοίκειες, τόσο θα παραμένουμε κι εμείς, και όλοι μας.
– Νιώθετε ότι η μουσική μπορεί ακόμη να λειτουργήσει ως πολιτικό σχόλιο ή έχει ξεδοντιαστεί μέσα στον αλγόριθμο;
Η μουσική μπορεί να είναι ότι θέλει ο δημιουργός της, αρκεί να είναι ειλικρινής. Αν έχουμε σφεντόνες απέναντι σε τανκς, θα πρέπει να πολεμήσουμε με τις σφεντόνες – μέχρι να έχουμε καλύτερες επιλογές. Το αν θα πετύχει ή όχι δεν το γνωρίζουμε. Κάνουμε ότι μας λέει η συνείδηση μας και ελπίζουμε για το καλύτερο.
– Αν σας ζητούσαμε να ορίσετε με μία φράση το κλίμα της εποχής, ποια θα ήταν αυτή, και πώς θα ακουγόταν ως κομμάτι σας;
Θα δανειστούμε ένα στίχο από το ομώνυμο τραγούδι του άλμπουμ: “Τhey built the gallows, and then we gave them the rope”.
– Πιστεύετε ότι το post-punk, που έχει ρίζες σε περιόδους κοινωνικής έντασης και πολιτικής κρίσης, μπορεί να ξαναβρεί ριζοσπαστικό ρόλο σήμερα; Ή είναι πια ένα ακόμα vintage είδος;
Kάθε μουσικό είδος που κατορθώνει να επιβιώνει για δεκαετίες και να βγάζει συνεχώς αξιόλογους καλλιτέχνες σημαίνει ότι ακόμα έχει κάτι να πει. Το post-punk παραμένει ζωντανό και επίκαιρο γιατί η ίδια του η ταυτότητα είναι η αναζήτηση, η εξέλιξη και η αλλαγή. Όσο πιο χαλαρά είναι τα όρια και τα «σύνορα» αυτού που θες να ορίσεις, τόσο περισσότερες πιθανότητες έχει αυτό να εξελίσσεται και να παραμένει πάντα επίκαιρο και ζωντανό.
Δύο χρόνια μετά το ντεμπούτο τους, οι Notowns επιστρέφουν με το "Vicious Little World", ένα άλμπουμ που ενώνει τον υπόγειο χορό με την υπαρξιακή ένταση και την κοινωνική κριτική. Από τις επιρροές της
Δύο χρόνια μετά το ντεμπούτο τους, οι Notowns επιστρέφουν με το "Vicious Little World", ένα άλμπουμ που ενώνει τον υπόγειο χορό με την υπαρξιακή ένταση και την κοινωνική κριτική. Από τις επιρροές της
Από τα post-punk 80s μέχρι τα εξώφυλλα των μεγαλύτερων ελληνικών περιοδικών των 90s, ο Νίκος Βανδώρος χαρτογραφεί με τον φακό του μια μοναχική πορεία στη φωτογραφία. Από τα γυμνά του μέχρι τα φορτισμέ
Από τα post-punk 80s μέχρι τα εξώφυλλα των μεγαλύτερων ελληνικών περιοδικών των 90s, ο Νίκος Βανδώρος χαρτογραφεί με τον φακό του μια μοναχική πορεία στη φωτογραφία. Από τα γυμνά του μέχρι τα φορτισμέ
Ο Θανάσης Μήνας συζητά με τον γνωστό συγγραφέα αστυνομικών Γρηγόρη Αζαριάδη για το τελευταίο του μυθιστόρημα με τίτλο "Καμία προσευχή για τους πεθαμένους" (Bell 2025).
Ο Θανάσης Μήνας συζητά με τον γνωστό συγγραφέα αστυνομικών Γρηγόρη Αζαριάδη για το τελευταίο του μυθιστόρημα με τίτλο "Καμία προσευχή για τους πεθαμένους" (Bell 2025).
Πώς το ταξίδι μετατρέπεται σε εικαστική πράξη και πώς συνδιαλέγονται η φωτογραφία, η ζωγραφική και τα ready-mades μέσα σε έναν ενιαίο χώρο; Η Kasia Kay παρουσιάζει στη Moon Station Athens ένα project
Πώς το ταξίδι μετατρέπεται σε εικαστική πράξη και πώς συνδιαλέγονται η φωτογραφία, η ζωγραφική και τα ready-mades μέσα σε έναν ενιαίο χώρο; Η Kasia Kay παρουσιάζει στη Moon Station Athens ένα project