Η Λυδία Κονιόρδου επέστρεψε την περσινή σεζόν στους τηλεοπτικούς δέκτες ύστερα από μια απουσία 21 χρόνων. Ήταν το 1990 όταν πρωταγωνίστησε στην μεταφορά του πιο πρωτότυπου μυθιστορήματος του Γρηγορίου Ξενόπουλου. Το «Φάντασμα» μεταδόθηκε απ’ την ΕΡΤ το 1990. Η ηθοποιός όμως ήταν απολύτως αφοσιωμένη στο θέατρο και έτσι απέρριψε όποιες άλλες προτάσεις της έγιναν για τηλεόραση και κινηματογράφο. Τελικά, μόλις πέρσι είπε το «ναι» και έγινε η Μαργαρίτα στη «Γη της Ελιάς», που προβάλλεται στο MEGA για δεύτερη συνεχόμενη σεζόν.
Με υποδέχτηκε στο σπίτι της στην Κηφισιά, εκεί που τη δεκαετία του 1950 η μητέρα της αγόρασε το οικόπεδο και έκτισε το σπίτι που θα στέγαζε την οικογένεια της. Τον καταπληκτικό του κήπο φροντίζει η ίδια η ηθοποιός με σεβασμό στη φυσικό κύκλων των ίδιων των φυτών χωρίς να παρεμβαίνει δραστικά. Ο σεβασμός που δείχνει στην αυτορρύθμιση του κήπου νομίζω ότι καθρεφτίζει τον σεβασμό που δείχνει σε κάθε συλλογική διαδικασία. Είναι φανερό πώς πιστεύει στην ομάδα, το λέει άλλωστε ξανά και ξανά όταν συζητάμε για το θέατρο, τη δουλειά που ταυτίστηκε με τη ζωή της.
Και κάπως έτσι ξεκινά να μοιράζεται τις σκέψεις της για την Τέχνη, την κοινωνία και το μέλλον.
– Σας παρακολουθώ πώς κινείστε μέσα στον κήπο σας και βλέπω την ίδια αίσθηση ευθύνης που φέρετε και πάνω στη σκηνή.
Όλα είναι ένα. Οτιδήποτε κάνει ένας άνθρωπος έχει επίπτωση στην ανθρωπότητα. Δεν υπάρχει τίποτα μικρό ή ασήμαντο. Αν πετάμε οπουδήποτε τα σκουπίδια, θα τα βρούμε στο πιάτο μας. Βοηθάμε τον άνθρωπο που είχε μια δυσκολία στη ζωή του, που είναι πρόσφυγας, μετανάστης, αύριο μπορεί να βρεθούμε εμείς στη θέση του. Η αλληλεγγύη σήμερα δεν είναι μια πράξη του καλού Σαμαρείτη αλλά μια πράξη κοινής λογικής και κοινής επιβίωσης.
Δεν είναι απειλή για εμένα να είναι κάποιος διαφορετικός είτε μιλάει μια άλλη γλώσσα, είτε πιστεύει σε μια άλλη θρησκεία, είτε έχει άλλα χαρακτηριστικά ή άλλες συνήθειες. Αυτός δεν αποτελεί απειλή για τον δικό μου μικρόκοσμο, μπορούμε να συνυπάρχουμε. Αυτό λοιπόν είναι τώρα το μεγάλο στοίχημα, έχοντας πάρει τα μαθήματά μας απ’ την αξία της ατομικότητας να επιστρέψουμε στο «εμείς» μέσα απ΄τη εμπειρία που αποκομίσαμε τους προηγούμενους αιώνες.
– Τι στέκεται εμπόδιο σε αυτό;
Το κέρδος, όταν αφήνεται ανεξέλεγκτο, μετατρέπεται από μια παραγωγική δύναμη σε καρκίνωμα. Αυτό το καρκίνωμα καταστρέφει τον οργανισμό απ’ τον οποίο τρέφεται είτε είναι μια χώρα είτε μια κοινωνία. Το δόγμα της ανεξέλεγκτης αγοράς αφήνει πίσω του καμένη γη.
– Και πώς αντιστεκόμαστε;
Μέσα απ΄την Τέχνη μου υπηρετώ την αφύπνιση των πολιτών ώστε να μπορούν να κρίνουν και να διακρίνουν. Στην εκπαίδευση μας είναι κανόνας η παπαγαλία και η άκριτη συσσώρευση γνώση κι αυτό είναι κάτι που λέγαμε απ’ την εποχή που εγώ ήμουν στο σχολείο αλλά δεν έχει αλλάξει και τίποτα. Ίσα ίσα να μάθεις πέντε κολυβογράμματα για να βρεις μια δουλίτσα και να μπεις μέσα στην κρεατομηχανή. Δεν θέλουν να σκέφτεσαι, να έχεις μια ισχυρή προσωπικότητα θέλουν όμως να σε χειραγωγούν. Αυτό είναι το σύστημα γύρω απ’ τον πολίτη, σήμερα. Να μη δεχόμαστε ως πολίτες να γινόμαστε αντικείμενα τρομοκρατίας και χειραγώγησης. Είναι πιο εύκολο αυτό για έναν νέο άνθρωπο, γιατί έχει λιγότερα να χάσει. Ένας άνθρωπος μεγάλος που έχει φτιάξει οικογένεια, που έχει αναλάβει ευθύνες είναι πιο δύσκολο να τολμήσει. Αν τολμήσει ο νέος θα ακολουθήσει και ο μεγάλος, όπως έγινε και με το Πολυτεχνείο. Το Πολυτεχνείο ήταν μια εξέγερση που κινητοποίησε την Ιστορία. Στην κοινωνία πρέπει να σκύψουμε και να ανακαλύψουμε όλους τους σπόρους του φασισμού, που δυστυχώς υπάρχουν σε πολλές εκφάνσεις της.
– Το κάνουμε όμως;
Ξύπνησαν οι νέοι, ευτυχώς. Ήταν πολύ σημαντικό αυτό που έγινε με το metoo, έσπασε επιτέλους αυτό το απίστευτο απόστημα του σεξισμού. Απ’ την άλλη βλέπεις τι γίνεται με τις γυναικοκτονίες. Η υποτίμηση αυτού που θεωρείται πιο αδύναμος δεν έχει αλλάξει, ούτε μέσα στην ίδια την οικογένεια.
– Το θέατρο είναι κι αυτό μια οικογένεια;
Το θέατρο είναι ο κατ’ εξοχήν χώρος που οι άνθρωποι μαθαίνουν να συνυπάρχουν. Το κυρίως ζητούμενο είναι η ομάδα και το να παίρνω απ΄τον άλλο γιατί τότε γίνομαι κι εγώ καλύτερος, όποιος κι αν είναι ο άλλος. Στο θέατρο πρέπει να μπορώ να συνυπάρχω με πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους, ο καθένας να έχει την προσωπικότητά του κι εγώ να μάθω ελεύθερα και χωρίς φόβο να ανταλλάσσω τον εαυτό μου, την ενέργεια μου και την Τέχνη μου. Το θέατρο είναι ένα εργαστήρι δημοκρατίας. Το θέατρο σε μαθαίνει να σκέφτεσαι γιατί εμπεριέχει απ’ τη φύση του τη διαλεκτική, το φως και το σκοτάδι. Το θέατρο δημιουργήθηκε για να διδάσκει και να αφυπνίζει τη συνείδηση του πολίτη. Αυτό το θέατρο με αφορά, το πολιτικό με την ευρύτερη έννοια. Το διακοσμητικό θέατρο δεν με συγκινεί. Η τέχνη είναι αναγκαία σαν τον αέρα που αναπνέουμε. Δεν είναι είδος πολυτελείας.
– Είναι μια εποχή αλλαγών αυτή που ζούμε τώρα;
Είμαστε σε μια εποχή που αλλάζει ραγδαία και οι νέοι άνθρωποι φέρουν το καινούριο μέσα τους και την ώθηση να το εκφράσουν. Όμως καθώς η εποχή είναι υπό διαμόρφωση οι νέοι στην προσπάθεια τους να αποτινάξουν από πάνω τους τα βαρίδια του παρελθόντος πετάνε και πολύτιμα μαργαριτάρια και πετράδια, που έχουν φτιάξει σημαντικοί μάστορες του θεάτρου που αφιέρωσαν τη ζωή τους σε αυτό. Πετάνε εύκολα οτιδήποτε παλιό ως ξεπερασμένο και συντηρητικό και καταλήγουν να προσπαθούν να ανακαλύψουν ξανά τον τροχό. Αυτό είναι άδικο και χάσιμο χρόνου. Πάρε τα βασικά εργαλεία και εμπλούτισε τα με τα εργαλεία της εποχής σου. Μην πετάμε όλη την εμπειρία της ανθρωπότητας για να ξαναρχίσουμε τα πάντα απ΄την αρχή. Κατανοώ ότι αυτό υπάρχει στο DNA των νέων αλλά έτσι καίγονται τα χλωρά μαζί με τα ξερά. Κάποια ημέρα θα ψάχνουν ανάμεσα στα μπάζα όσα πολύτιμα πέταξαν ως παλιά. Πρέπει πρώτα να ρωτήσεις τον εαυτό σου τα βασικά ερωτήματα που θέτει το αρχαίο δράμα προτού δώσεις τις δικές σου απαντήσεις, όχι τις απαντήσεις του Ροντήρη και του Κουν, τις δικές σου. Τα εργαλεία σου δεν καθορίζουν αυτό που θα φτιάξεις, αυτά τα προσδιορίζουν το ταλέντο και η φαντασία σου. Δεν χρειάζεται να φτιάξεις εξ αρχής τα εργαλεία. Πρέπει να μάθουμε να ξεχωρίζουμε την ήρα απ’ το στάρι. Μ’ αρέσει να ασχολούμαι με έργα της νέας ελληνικής γραμματείας που έχουν απαξιωθεί, με κείμενα του Παντελή Χορν, του Μπόγρη, του Παλαμά. Τα τελευταία χρόνια έχω βρει διαμάντια ανάμεσα σε αυτά τα κείμενα. Καταλαβαίνω βέβαια ότι απαξιώθηκαν γιατί ανέβαιναν με οπτικές άλλων εποχών και άλλων γενιών, που αναδείκνυαν κάποιες πλευρές των έργων αυτών που πλέον δεν μας αφορούν.
– Πολλές φορές πέφτουν στο τραπέζι οι ερωτήσεις «πού είναι οι πνευματικοί άνθρωποι; Γιατί δεν μιλάνε;». Πώς τις σχολιάζετε;
Οι πνευματικοί άνθρωποι μιλάνε μέσα απ’ το έργο τους. Αν μιλήσουν οι πολίτες τότε μαζί τους θα μιλήσουν και οι καλλιτέχνες. Δεν είναι μέσα στη φύση τους να μιλάνε διδακτικά και για να καθοδηγήσουν τα πλήθη. Όταν γίνεται αυτό νομίζω ότι γίνεται κυρίως γι’ αυτοπροβολή. Αυτό δεν είναι άλλοθι για τη σιωπή του πολίτη ούτε για τη διάθεσή του να κομματιάσει κάποιον που είπε αυτό που πίστευε. Αλίμονο στην κοινωνία που έχει ανάγκη τους ήρωες. Ο καθένας μπορεί να κάνει αυτό που πιστεύει και να σταθεί απέναντι σε αυτό που τον καλεί η ίδια η ζωή και όχι να περιμένει να βγει κάποιος άλλος μπροστά.
– Το υπουργείο Πολιτισμού ήταν για εσάς μια τέτοια περίπτωση;
Για μένα το υπουργείο Πολιτισμού ήταν κάτι που δεν μπορούσα να αρνηθώ και χαίρομαι που έμεινα αρκετά ώστε να κάνω κάποια πράγματα. Δεν με ενδιαφέρει αν θα μου έβαζαν κάποια ετικέτα. Οι ετικέτες όπως μπαίνουν έτσι βγαίνουν. Το ίδιο συνέβη τώρα και με τη «Γη της Ελιάς». Είχα την ετικέτα της τραγωδού και της σοβαρής ηθοποιού και ξαφνιάστηκαν που παίζω σε μια τηλεοπτική σειρά. Πολλές φορές έρχονται δημοσιογράφοι να μου πάρουν συνέντευξη και καταλήγουν να μου λένε ότι δεν είμαι όπως φανταζόντουσαν ή όπως τους λένε ότι είμαι. «Δεν είστε απόμακρη και αυστηρή, είστε ένας κανονικός άνθρωπος». Ε, τους λέω κι εγώ «τι περιμένατε δηλαδή;». Το κοινό περίμενε την τραγωδό να παίζει την Μαργαρίτα αλλά αυτό δεν γίνεται. Δεν θα μπορούσα να την παίξω όπως έπαιξα την Ηλέκτρα ή την Κλυταιμνήστρα. Θα πρόδιδα αυτόν τον χαρακτήρα που είναι ένας άνθρωπος της διπλανής πόρτας, δεν είναι ένα αρχέτυπο. Δεν είμαι τόσο ηλίθια (γέλια).
– Φαντάζομαι ότι μέσα της σειράς σας γνώρισε κόσμος που δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να έρθει στο θέατρο.
Ακριβώς! Ένας άνθρωπος που ζει στο Διδυμότειχο το πιθανότερο είναι να μη σε δει ποτέ στο θέατρο, σε μια τηλεοπτική σειρά όμως μπορεί να σε δει. Άλλωστε η τηλεόραση είναι πια πολύ διαφορετική. Ο ένας παράγοντας που επηρέασε ήταν φυσικά ο covid, εξαιτίας του οποίου έκλεισαν τα θέατρα. Ένας επίσης πολύ σημαντικός παράγοντας είναι ένας νόμος που πέρασε ο ΣΥΡΙΖΑ και εξαιτίας του δεν κοστίζουν πλέον ακριβά τα γυρίσματα στην Ελλάδα, κι αυτό δεν αφορά μόνο τις διεθνείς παραγωγές αλλά και τις ντόπιες. Και τρίτος παράγοντας είναι ότι λόγω των κλειστών θεάτρων μπήκαν στην τηλεόραση πολλοί θεατρικοί ηθοποιοί που έμειναν χωρίς δουλειά. Αυτός ο συνδυασμός παραγόντων ανέβασε το επίπεδο της τηλεόρασης σε ένα ύψος που παλιότερα ήταν η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Υπάρχει πλέον μεγάλη άμιλλα μεταξύ των τηλεοπτικών σειρών για το ποιος θα επικρατήσει στην τηλεθέαση. Καλό είναι αυτό γιατί έτσι φροντίζουν το σενάριο, το να συμμετέχουν καλοί ηθοποιοί, τον φωτισμό και ολόκληρη την παραγωγή για να κερδίσουν το κοινό. Το πρώτο επεισόδιο της δικής μου δουλειάς το είδαν 1.200.000 δέκτες. Δεν θα με έβλεπαν ποτέ τόσοι άνθρωποι στο θέατρο, ούτε θα έφτανα σε τόσο απομακρυσμένες περιοχές. Γιατί να μη δώσω ένα κομμάτι απ’ την Τέχνη μου και σε αυτούς τους ανθρώπους; Εμένα αυτό με συγκινεί και με ευχαριστεί αρκεί να μην κάνω εκπτώσεις στο ίδιο το αντικείμενο της δουλειάς μου. Ψάχνω την Τέχνη μου μέσα από μια άλλη οπτική γωνία. Δουλεύω με την κάμερα κι αυτό για εμένα είναι ένα καινούριο παιχνίδι, μια νέα πρόκληση. Θα ήθελα πολύ να κάνω και σινεμά.
– Γιατί δεν κάνατε μέχρι τώρα;
Απέρριψα στο παρελθόν πολύ καλές προτάσεις απ΄τον χώρο του σινεμά γιατί δεν ήθελα να φύγω απ΄τον Κουν, δεν ήθελα να πικράνω τον Δάσκαλο. Για μένα ήταν αδιανόητο να προδώσω τον Κουν. Ο Κουν μου έδινε τον χώρο να φτάνω στο σημείο βρασμού και μέθεξης και με βοηθούσε πολύ να ψάχνω τον εκστατικό σημείο της υπέρβασης. Έλεγε χαρακτηριστικά «να είσαι πάνω στο άλογο», στον ρυθμό δηλαδή και στη δύναμη της φύσης. Έπρεπε ούτε να το φρενάρω ούτε να το αφήσω να πάρει αυτό τα ηνία. Αυτό σημαίνει να είσαι δυνατός, να έχεις την τεχνική σου, να είσαι καλά στο σώμα, στην ψυχή, στο μυαλό. Σημαίνει φυσικά και τεράστια αφοσίωση. Δεν το ένιωσα τότε ως θυσία γιατί ήταν μια φυσική επιλογή. Ήταν τόσο μαγικό όταν βρισκόμουν πάνω στο άλογο και έφευγα και ο κόσμος έφευγε μαζί μου που δεν με πείραζε καθόλου που δεν πήγαινα για μπάνιο στη θάλασσα, δεν έκανα διακοπές, δεν έβγαινα για ποτό. Υπήρξα σαν κοσμοκαλόγρια.
– Τι σας γοητεύει στη δουλειά σας;
Η δουλειά μου είναι ακριβώς αυτή, να μεταμορφώνομαι. Οι άπειρες μορφές του Διονύσου μέσα απ’ τις μεταμορφώσεις είναι η χαρά αυτού που κάνω. Για μένα αλλιώς δεν έχει νόημα.