Ο Κώστας Γαβρόγλου μιλά για την “Δίκη του Γαλιλαίου”
Μια συζήτηση με τον Κώστα Γαβρόγλου, ομότιμο καθηγητής ιστορίας των επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην βουλευτή Επικρατείας και υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, για το βιβλίο του Η Δίκη του Γαλιλαίου, που κυκλοφορεί από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.
Όπως αναφέρεται στην έκδοση, η δίκη του Γαλιλαίου αποτελεί ορόσημο στην ιστορία της επιστήμης αλλά και στη διανοητική ιστορία των νεότερων χρόνων. Στο βιβλίο του Κώστα Γαβρόγλου«ανασυγκροτείται το πλαίσιο στο οποίο διαδραματίζονται οι εξελίξεις που καταλήγουν στη Δίκη, μέσα από τις επιστημονικές, φιλοσοφικές, θεολογικές, πολιτικές και ιδεολογικές διαμάχες της εποχής, τον Τριακονταετή Πόλεμο και την ολοένα και πιο έντονη παρουσία των Ιησουιτών στην εκπαίδευση. Η ανασυγκρότηση του πλαισίου βασίστηκε στο αρχειακό υλικό του ίδιου του Γαλιλαίου, στα δημοσιευμένα και αδημοσίευτα έργα του, στα αρχεία της Ιεράς Εξέτασης, καθώς και στην αλληλογραφία μεταξύ των μελών ενός εκτεταμένου δικτύου συμμάχων αλλά και εχθρών του Γαλιλαίου».
Πέρα από το ιστορικό, φιλοσοφικό/θεολογικό επιστημονικό και σαφώς πολιτικό ενδιαφέρον που παρουσιάζει το βιβλίο, με συνδηλώσεις και προεκτάσεις που φτάνουν ως τη συγχρονία, η Δίκη του Γαλιλαίου μπορεί άνετα να διαβαστεί και ως ένα αγωνιώδες πολιτικό θρίλερ, με τους πρωταγωνιστές της διένεξης να εναλλάσσουν ρόλους και τα πισώπλατά μαχαιρώματα να είναι στην ημερησία διάταξη.
– Κύριε Γαβρόγλου, η μελέτη “Η Δίκη του Γαλιλαίου” θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η φυσική προέκταση της έρευνας και της εργασίας σας που είχε ξεκινήσει με το θεατρικό “Ο Πάπας του Γαλιλαίου”; Ποιοι είναι οι στόχοι που θέσατε με αυτά τα έργα ως διανοούμενος;
Σας ευχαριστώ για την αναφορά στο θεατρικό έργο. Από τον 16ο αιώνα συντελούνται βαθιές αλλαγές σε πολλούς τομείς των κοινωνιών της Δυτικής Ευρώπης. Ο καθολικισμός παύει να είναι η αδιαμφισβήτητη κυρίαρχη δύναμη, τα ρεύματα του ερμητισμού, νεοπλατωνισμού και οι νεοπυθαγόρειοι αμφισβητούν πολλά στοιχεία της τότε κυρίαρχης αριστοτελικής φιλοσοφίας, και οι τεχνίτες γίνονται ολοένα και πιο “περιζήτητοι”. Η έκρηξη του εμπορίου και η μεταφορά πλούτου από τις αποικίες, η κατασκευή αξιόπλοων πλοίων και οργάνων πλοήγησης, οι κατασκευές όπλων για τον στρατό και το ναυτικό, η τεχνολογική υποδομή των ραγδαία αυξανόμενων τυπογραφικών μονάδων, μαζί και με την αυξημένη ζήτηση υφασμάτων και ρολογιών, όλα αυτά απαιτούν ειδικές γνώσεις και δεξιότητες και καθιστούν τους μαθηματικούς, τους αστρονόμους, και τους τεχνίτες μία κοινωνική κατηγορία χωρίς τις εξειδικευμένες γνώσεις της οποίας τα διάφορα καθεστώτα δεν ήταν σε θέση να αποκτήσουν νέες αποικίες και να ενισχύσουν τον πλούτο τους οι κυρίαρχες δυνάμεις.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο διανοητικών ανακατατάξεων και εκτεταμένης διάδοσης των νέων δεξιοτήτων, από τις αρχές του 17ου αιώνα αρχίζει και κερδίζει έδαφος μία εξαιρετικά “περίεργη” ιδέα: ότι το Σύμπαν είναι ηλιοκεντρικό και πως η Γη περιφέρεται γύρω από τον Ήλιο με ιλιγγιώδεις ταχύτητες. Μία τέτοια άποψη έρχεται σε ριζική αντίθεση με την ερμηνεία της Βίβλου αλλά είναι και κάτι το οποίο δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί με εμπειρικές μεθόδους, μιας και κανείς δεν μπορεί να “αισθανθεί” την κίνηση αυτή. Αν, όμως, μία τέτοια θεωρία είναι αληθής, τότε σίγουρα αποτελεί μία από τις πιο συγκλονιστικές ανακαλύψεις στην ιστορία των ανθρώπων: όχι μόνον ανατρέπεται αυτό που για αιώνες οι σοφοί του κόσμου θεωρούσαν απολύτως “λογικό” αλλά η Γη και όσοι την κατοικούν χάνουν πια την προνομιακή τους θέση στο Σύμπαν αφού μετακινούνται από το μοναδικό σημείο που διαφέρει από όλα τα άλλα στο Σύμπαν που είναι είναι το κέντρο του. Το θεατρικό έργο όπως και το βιβλίο με διαφορετικούς τρόπους το καθένα, διερευνούν τους δύσκολους και περίπλοκους τρόπους με τους οποίους οι “εκπρόσωποι” δύο διαφορετικών φορέων εξουσίας –της εκκλησιαστικής και της αναδυόμενης κοσμικής– προσπαθούν να προσαρμοστούν στη νέα κοσμολογική και κοινωνική πραγματικότητα.
– Στον πυρήνα του βιβλίου σας “Η Δίκη του Γαλιλαίου”, εδράζονται φυσικά οι προβληματισμοί γύρω από τη σύγκρουση εκκλησίας-επιστήμης. Η υπόθεση του Γαλιλαίου είναι η πλέον εμβληματική, όχι όμως και η μοναδική η πιο χαρακτηριστική. Ανάλογης σημασίας είχε και η λίγο προγενέστερη υπόθεση Τζορντάνο Μπρούνο, έτσι δεν είναι; Θα θέλατε να μας αναφέρετε μερικές ακόμα;
Πολλές από τις εξελίξεις στην ιστορία των επιστημών είναι αδύνατον να κατανοηθούν χωρίς να εμβαθύνουμε στις εξαιρετικά σύνθετες σχέσεις ανάμεσα στην επιστήμη και στη θεολογία, τους επιστήμονες και την εκκλησία. Και όπως λέτε η Υπόθεση Γαλιλαίου δεν είναι η μοναδική τέτοια περίπτωση.
Το 1277 ο επίσκοπος του Παρισιού Etienne Tempier ο οποίος είχε διατελέσει και πρύτανης του Πανεπιστημίου του Παρισιού μετά από μακρόχρονες και σκληρές συγκρούσεις με τους καθηγητές φιλοσοφίας στο πανεπιστήμιο, απαγορεύει τη διδασκαλία πολλών χωρίων του έργου του Αριστοτέλη με την αιτιολογία πως ήταν αντίθετες με στοιχεία του Χριστιανικού δόγματος. Πχ., η άποψη του Αριστοτέλη πως δεν υπάρχει αρχή του χρόνου, ερχόταν σε αντίθεση με την δημιουργία του κόσμου, η απόλυτη αιτιοκρατία της φιλοσοφίας του δεν άφηνε περιθώρια για θαύματα κτλ. Έτσι απαγορεύτηκε η διδασκαλία 219 προτάσεων του Αριστοτέλη. Όμως, παρά τις εντάσεις με τους καθηγητές και τις απαγορεύσεις που είχαν και την έγκριση του Πάπα, δεν έγινε δυνατό να ισχύσει αυτό σε όλα τα πανεπιστήμια του καθολικού κόσμου και σε λίγο οι φιλόσοφοι άρχισαν ξανά να διδάσκουν όσα είχαν απαγορευτεί. Το 1325, ανατράπηκε και επίσημα η απόφαση αυτή.
Η περίπτωση του Τζορντάνο Μπρούνο που αναφέρατε έχει, επίσης, ενδιαφέρον. Ο Μπρούνο, ανάμεσα σε πολλά άλλα, πίστευε στο ηλιοκεντρικό Σύμπαν από το οποίο συνεπάγεται πως το Σύμπαν είναι πάρα πολύ μεγάλο. Σε ένα τέτοιο Σύμπαν, υποστήριζε ο Μπρούνο, θα υπάρχουν και άλλοι τόποι εκτός της Γης που θα κατοικούνται από έλλογα όντα. Αν, όμως, ίσχυε αυτό τότε ο Ιησούς έπρεπε να είχε επαναλάβει το μαρτύριο του και σε αυτούς τους άλλους τόπους για να σωθούν και τα όντα αυτά από την αμαρτία, κάτι που ευτέλιζε τα θεμέλια της Καινής Διαθήκης. Επιπλέον ο Μπρούνο προέβαλε την πεποίθηση που την είχαν και πολλοί άλλοι λόγιοι της Αναγέννησης πως τα αρχαία θεϊκά συστήματα, και ειδικά οι Αιγυπτιακές θεότητες ενσάρκωναν την ενότητα της φύσης και του θείου και αποτελούσαν φορείς σοφίας, κάτι που είχε ακυρωθεί από τις μονοθεϊστικές θρησκείες. Η Ιερά Εξέταση τον καταδίκασε και κάηκε στην πυρά το 1600.
Τον 19ο αιώνα μετά τη διατύπωση της θεωρίας της Εξέλιξης του Κάρολου Δαρβίνου και της δημοσίευσης του έργου του Η Καταγωγή των Ειδών το 1859 υπήρξαν εντονότατες αντιδράσεις. Αν ακόμη και τα ανθρώπινα όντα εξελίχθηκαν μέσα από τις χιλιετίες, όπως όλα τα έμβια είδη, ήταν λίγο δύσκολο να συμβιβαστεί αυτή η πορεία με την άποψη ό,τι δημιουργήθηκαν κατ’ εικόνα και ομοίωση του Θεού. Ο Δαρβίνος κατηγορήθηκε πως αμφισβητεί την μοναδικότητα του ανθρώπου, που είναι τόσο θεμελιώδης στην συγκρότηση και ερμηνεία της Βίβλου. Άλλη μία κατηγορία εναντίον του Δαρβίνου ήταν πως η θεωρία της φυσικής επιλογής, ανέδυε μία φύση όπου τα πάντα γινόταν τυχαία και η θεωρία του απέκλειε το “χέρι του Θεού” ως καθοδηγητική αρχή. Ουσιαστικά ο Δαρβίνος θεμελίωνε μία υλιστική θεωρία για τη φύση και τα έμβια όντα, κάτι που βρήκε απέναντι συντηρητικούς και θεολογικούς κύκλους, οι οποίοι θεώρησαν πως η θεωρία του οδηγούσε σε μία εξέλιξη του ανθρώπου χωρίς έναν κώδικά ηθικής.
Αλλά και τον 20ο αιώνα έχουμε περιπτώσεις που προκαλούν ενδιαφέρον ως προς τη σχέση επιστήμης-θεολογίας. Για παράδειγμα, το 1925 στην Πολιτεία Τενεσί των ΗΠΑ διεξήχθη η δίκη ενός εκπαιδευτικού του John Scopes. Ο Scopes κατηγορήθηκε πως παραβίασε τον νόμο που είχε ψηφιστεί στην Πολιτεία αυτή και ο οποίος απαγόρευε την διδασκαλία μαθημάτων που δεν ήταν συμβατά με την διδασκαλία της Βίβλου και, κυρίως, με τη δημιουργία του ανθρώπου από τον Θεό. Ο Scopes δήλωσε στο δικαστήριο πως δίδαξε την θεωρία της εξέλιξης ώστε να κατοχυρώσει την διδασκαλία επιστημονικών θεωριών και να ακολουθήσει μία συζήτηση σχετικά με το τι μπορεί να απαγορεύει ή όχι η Πολιτεία στα σχολεία. Η δίκη πήρε τεράστια δημοσιότητα. Μάλιστα ο συνήγορος υπεράσπισης κάλεσε τον συνήγορο κατηγορίας ως μάρτυρα υπεράσπισης, με αποτέλεσμα, μετά από μία αριστοτεχνική “ανάκριση” να αποδεχτεί ο δεύτερος πως η Βίβλος περιέχει πολλά χωρία που το νόημα τους δεν είναι κυριολεκτικό! Ο Scopes καταδικάστηκε σε πρόστιμο 100 δολαρίων. Παρά το γεγονός ότι ο νόμος τότε κρίθηκε συνταγματικός και καταργήθηκε το 1967, η δημοσιότητα της δίκης και οι συζητήσεις που έγιναν σε όλη την επικράτεια των ΗΠΑ, άρχισαν να εδραιώνουν μία άλλη προσέγγιση, πιο επιστημονική, στα σχολικά προγράμματα. Έχει ενδιαφέρον πως η συζήτηση αυτή αναζωπυρώθηκε τη δεκαετία του 1980, και παρά τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου πως ο δημιουργισμός είναι μία αντιεπιστημονική θεωρία, υπάρχουν πολλά ιδιωτικά σχολεία (στα οποία δεν έχουν ισχύ οι αποφάσεις των δικαστηρίων) όπου ο δημιουργισμός διδάσκεται ως μία εναλλακτική θεωρία κατανόησης της φύσης σε σχέση με την θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου.
Αλλά και στις μέρες μας στα θέματα εκτρώσεων, βιοηθικής, της θεωρίας Big Bang για το Σύμπαν, ακόμη και της τεχνητής νοημοσύνης βλέπουμε την εμπλοκή της Εκκλησίας και πολλοί θεολόγοι έχουν πολλά να πουν σχετικά με αυτές τις επιστημονικο-τεχνικές εξελίξεις.
Δεν επεκτείνομαι στους τρόπους με τους οποίους η Εκκλησία προσπάθησε ανά τους αιώνες να ενσωματώσει πολλά από τα παραπάνω στον θεολογικό της λόγο. Έχει, όμως, ενδιαφέρον ότι ενώ η Εκκλησία, είναι συχνά σε θέση να προβάλλει ενδιαφέροντα θεολογικά επιχειρήματα ως προς τις επιστημονικές ανακαλύψεις για να “καθησυχάζει” τους πιστούς της, αρνείται να πάρει σαφή θέση για πάμπολλες πολιτικού και στρατιωτικού χαρακτήρα αποφάσεις της που δημιούργησαν ιδιαίτερα οξυμένα προβλήματα στους πιστούς της.
Η προσωπική μου γνώμη είναι πως η επιστήμη και η θεολογία προσφέρουν δύο διαφορετικούς, όχι, όμως, συγκρίσιμους τρόπους ανάγνωσης της συμπεριφοράς της φύσης και των ανθρώπων. Δεν υπάρχει καμία σύνδεση μεταξύ τους, μιας και είναι εντελώς διαφορετικά τα κριτήρια αλήθειας και απόκτησης έγκυρης γνώσης στη κάθε μια. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει πως δεν πρέπει να μελετάμε τους τρόπους μέσα από τους οποίους εκφέρεται αυτή η σύνθετη σχέση, από τις δηλώσεις και πράξεις των διαφορετικών ομάδων που εκπροσωπούν τους επιστήμονες, τις επιστημονικές ενώσεις, τους συγγραφείς βιβλίων, τους θεολόγους, τους κληρικούς, την επίσημη Εκκλησία και ούτω καθεξής.
– Η Εκκλησία, όμως, δεν κινήθηκε εναντίον του Κοπέρνικου, που προηγήθηκε του Γαλιλαίου, και ήταν ο πρώτος σύγχρονος αστρονόμος που υποστήριξε το Ηλιοκεντρικό Σύμπαν;
Ναι, κάνετε μία ενδιαφέρουσα παρατήρηση. Στο βιβλίο του “De Revolutionibus” που εκδόθηκε το 1543 ο Κοπέρνικος υιοθέτησε πολλές από τις μαθηματικές τεχνικές που χρησιμοποιούσαν οι αστρονόμοι στη διάρκεια του Μεσαίωνα. Ο Κοπέρνικος ήταν ένας χαμηλόβαθμος κληρικός της Καθολικής Εκκλησίας, και αφιέρωσε το βιβλίο στο οποίο επιχειρηματολογεί υπέρ του ηλιοκεντρικού συστήματος στον Πάπα Παύλο Γ΄. Το βιβλίο είχε πολλές αδυναμίες, η σοβαρότερη ήταν η έλλειψη μιας θεωρίας της κίνησης ώστε να ερμηνεύει γιατί δεν «αισθανόμαστε» την κίνηση της Γης. Παρά ταύτα, το βιβλίο σηματοδότησε την αρχή του τέλους της αριστοτελικής κοσμολογίας. Η κυριαρχία του γεωκεντρικού σύμπαντος, οι αμέτρητες υπολογιστικές βελτιώσεις στη διάρκεια πολλών αιώνων και η αρχή του «σώζειν τα φαινόμενα» θα αποτελούσαν σιγά-σιγά ένα παρελθόν το οποίο όλο και λιγότεροι θα νοσταλγούσαν.
Ο στόχος των αστρονόμων του Μεσαίωνα ήταν να συμφωνούν οι υπολογισμοί με τις παρατηρήσεις, χωρίς αυτό να έχει καμία επίπτωση στην αριστοτελική κοσμολογία. Είχε λοιπόν μεγάλη σημασία η προβλεπτική ισχύς των μοντέλων τους. Εκεί εδραζόταν η αρχή του «σώζειν τα φαινόμενα». Η αρχή αυτή αποτέλεσε την καταστατική αρχή της κουλτούρας και πρακτικής των αστρονόμων μέχρι και τις αρχές του 17ου αιώνα. Νομιμοποιούσε την εισαγωγή οποιουδήποτε μαθηματικού τεχνάσματος ώστε τα αποτελέσματα των υπολογισμών να συμφωνούν όσο καλύτερα ήταν δυνατόν με τις παρατηρήσεις. Το αν η “απεικόνιση” των μαθηματικών μεθόδων ήταν και η απεικόνιση του πραγματικού κόσμου δεν απασχολούσε τους αστρονόμους και τους μαθηματικούς. Σημασία είχε τα αποτελέσματα των υπολογισμών να επιβεβαιώνονται με τις παρατηρήσεις. Οι βασικοί υπολογισμοί είχαν ως αντικείμενο την πρόβλεψη των χρόνων ανατολής και δύσης του Ηλίου, των φάσεων της Σελήνης, των θέσεων των πλανητών για μία δεδομένη μέρα και ώρα, τις ανάδρομες κινήσεις τους, την κίνηση της σφαίρας των απλανών, τις αλλαγές της φωτεινότητας της Σελήνης και των πλανητών, τις ημέρες του ηλιοστασίου και των ισημεριών. Το “σώζειν τα φαινόμενα” ήταν ένας τρόπος συμβιβασμού ανάμεσα στους φιλοσόφους και θεολόγους από τη μια μεριά και τους αστρονόμους και μαθηματικούς από την άλλη. Το “πώς” ήταν ο πραγματικός κόσμος και “γιατί” ήταν όπως ήταν, αποτελούσε αντικείμενο ερευνών των φιλοσόφων και θεολόγων, και όχι των μαθηματικών και αστρονόμων.
Στο βιβλίο του ο Κοπέρνικος υποστήριζε πως ο ηλιοκεντρισμός αποτελεί μια πραγματικότητα. Δεν το έγραφε με αυτόν τον τρόπο, αλλά αυτό το συμπέρασμα απέρρεε μέσα από την προσεκτική ανάγνωση ενός τεχνικά δύσκολου βιβλίου. Στην αρχή του βιβλίου υπάρχει ένα προοίμιο που είναι γραμμένο από τον εκδότη του και υποστηρίζει πως όσα γράφονται στο βιβλίο αποτελούν υποθέσεις που είναι συμβατές με τα φαινόμενα. Με άλλα λόγια, ο εκδότης θέλησε να υπογραμμίσει πως το βιβλίο ακολουθούσε την παράδοση του “σώζειν τα φαινόμενα”, φοβούμενος πως αν δεν το κάνει, θα υπάρξουν κυρώσεις από την Εκκλησία. Έγραψε αυτό το προοίμιο, για να προστατέψει κυρίως τον εαυτό του και δευτερευόντως τον Κοπέρνικο, ο οποίος δεν είχε δώσει την άδειά του για να συμπεριληφθεί το κείμενο αυτό στην αρχή του βιβλίου του!
Έτσι, λοιπόν, το βιβλίο που διαβάστηκε από αρκετούς σημαντικούς αστρονόμους της εποχής, κατάφερε να επιβιώσει χωρίς καμία καταδικαστική απόφαση. Μην έχουμε, όμως, αυταπάτες επειδή εκ των υστέρων ταυτίζουμε την έκδοση του βιβλίου με τις απαρχές της Επιστημονικής Επανάστασης. Οι μαθηματικές τεχνικές που χρησιμοποιεί στο βιβλίο δεν ήταν πιο απλές από αυτές που είχαν ήδη καθιερωθεί, ήταν αυτές που χρησιμοποιούσαν οι αστρονόμοι για πολλούς αιώνες και οι οποίες έδιναν ικανοποιητικά αποτελέσματα με βάση το γεωκεντρικό σύστημα. Οπότε η μεγάλη πλειοψηφία των αστρονόμων για μία μεταβατική περίοδο τουλάχιστον 50 ετών, συνέχιζαν να χρησιμοποιούν τις μεθόδους που ήδη γνώριζαν και δεν είχαν λόγο να εμπλακούν με ένα βιβλίο που δεν ήταν και πολύ πειστικό ως προς την βασική του θέση που ήταν ο ηλιοκεντρισμός.
Η ασυλία του βιβλίου συνεχίστηκε μέχρι το 1616 –σχεδόν 75 χρόνια μετά την έκδοση του– όταν μία επιτροπή θεολόγων μετά από εντολή του Πάπα και με αφορμή καταγγελίες εναντίον όσων διέδιδε ο Γαλιλαίος ως προς την κίνηση της Γης, κατέληξε στο συμπέρασμα πως η άποψη πως ο “Ήλιος είναι στο κέντρο του Σύμπαντος και είναι ακίνητος, ενώ η Γη περιφέρεται γύρω του” είναι αιρετική και ενάντια στη χριστιανική πίστη. Η Ιερά Εξέταση στη συνέχεια αποφάσισε να αποσύρει από την κυκλοφορία το βιβλίο του Κοπέρνικου, να το περιλάβει στον Κατάλογο των Απαγορευμένων Βιβλίων και να επιτρέψει την κυκλοφορία του όταν θα ενσωματωθούν σε αυτό οι αναγκαίες διορθώσεις ώστε να μην συνεπάγεται ότι το ηλιοκεντρικό σύμπαν είναι κάτι αληθινό αλλά να είναι σαφές πως είναι μία υπόθεση. Και ενώ οι αλλαγές ενσωματώθηκαν στο βιβλίο το 1620, το βιβλίο αφαιρέθηκε από τον Κατάλογο των Απαγορευμένων Βιβλίων το 1835!
– Πέρα από τη θεολογική/επιστημονική διαμάχη, ποια είναι τα πολιτικά επίδικα σε σχέση με την εποχή; Ποια πολιτικά στρατόπεδα σχηματίζονται και ποιες είναι οι επιδιώξεις τους;
Η περίοδος της Υπόθεσης Γαλιλαίου συμπίπτει με τα γεγονότα που οδήγησαν στον Τριακονταετή Πόλεμο, έναν πόλεμο που άλλαξε τα πάντα στη Δυτική και Κεντρική Ευρώπη. Τεράστιες ήταν και οι αλλαγές από την άνοδο της απολυταρχίας σε βάρος των ευγενών και των φεουδαρχών, την επέκταση των αποικιοκρατικών κτήσεων κυρίως από την Γαλλία, Ισπανία, Πορτογαλία, Αγγλία και Ολλανδία, και την αμφισβήτηση του Πάπα ως προς το κατά πόσο ήταν σε θέση να ηγείται των Καθολικών δυνάμεων.
Η Υπόθεση Γαλιλαίου εκτυλίσσεται μεν σε ένα πλαίσιο που περιλαμβάνει όλα τα παραπάνω, αλλά εκφράζει και μία επιπλέον διάσταση: τις αλλαγές των κοινωνικών συσχετισμών ανάμεσα στους φιλοσόφους και μαθηματικούς. Οι δεύτεροι, αποκτώντας όλο και μεγαλύτερο κύρος, άρχισαν να διεκδικούν τον ακαδημαϊκό και κοινωνικό ρόλο που παραδοσιακά είχαν οι φιλόσοφοι. Επομένως, η διεκδίκηση από τους μαθηματικούς ενός νέου κοινωνικού ρόλου σχετίζεται με τον ανταγωνισμό με συναδέλφους τους (φιλοσόφους), αλλά και με την Εκκλησία επειδή οι φιλόσοφοι είχαν μία προνομιακή σχέση μαζί της. Επιπλέον, η διεκδίκηση ενός νέου κοινωνικού ρόλου σχετίζεται και με την επιδίωξη προσεταιρισμού ενός νέου κοινού, που λόγω της ενεργητικής συμμετοχής του στις ευρύτερες οικονομικές και κοινωνικές διεργασίες, ενδιαφέρεται για αυτή τη νέα γνώση, και έχει ολοένα μεγαλύτερη πρόσβαση σε τυπωμένα βιβλία και φυλλάδια.
– Ποιος είναι ο ρόλος του τότε Πάπα και ποιος αυτός των Ιησουιτών; Θυμίζω ότι, παρόλο που έχουν μάλλον συκοφαντηθεί και εσφαλμένα συνδεθεί με την Ιερά Εξέταση, οι Ιησουίτες ήταν υπέρμαχοι της έρευνας και της αναζήτησης της γνώσης. Ποια στάση κρατάνε στην υπόθεση του Γαλιλαίου;
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα η ερώτησή σας, κυρίως το σκέλος που αφορά τους Ιησουίτες. Η εποχή για την οποία μιλάμε, το πρώτο μισό του 17ου αιώνα, ήταν μία περίοδος απολυταρχικής εξουσίας του Πάπα. Είχε ήδη αρχίσει η Αντιμεταρρύθμιση και εφαρμόζονταν με σκληρότητα οι αποφάσεις της Συνόδου του Τρέντο. Επιπλέον ο Ουρβανός αμφισβητήθηκε έντονα από την ισπανική φράξια των Καρδιναλίων, όταν μετά τη συμμαχία της καθολικής Γαλλίας με την λουθηρανική Σουηδία, οι Ισπανοί θεώρησαν πως ο Πάπας δεν είχε το θάρρος να καταγγείλει τους Γάλλους.
Ως προς τους Ιησουίτες. Όπως ακριβώς το λέτε είναι. Ένας από τους σημαντικότερους λογίους, ο Christopher Clavius, είχε ήδη από τα τέλη του 16ου αιώνα, αναπτύξει ένα πρόγραμμα με στόχο να δείξει πως τα μαθηματικά και η αριστοτελική φιλοσοφία μπορούν να συνδυαστούν. Σε αυτόν οφείλεται η καθιέρωση των προγραμμάτων μαθηματικής εκπαίδευσης σε όλα τα σχολεία των Ιησουιτών, και οι έρευνες στα μαθηματικά στο Collegio Romano. Οι μαθητές που συνέχισαν το πρόγραμμά του αναδείχθηκαν ως οι βασικοί πυλώνες στην καθιέρωση των νέων προγραμμάτων σπουδών στα σχολεία των Ιησουιτών.
Μετά τις αστρονομικές ανακαλύψεις του Γαλιλαίου με το τηλεσκόπιο το 1609, η ομάδα των αστρονόμων και μαθηματικών του Κολλεγίου, επιβεβαίωσε τις ανακαλύψεις με παρατηρήσεις που έκαναν οι ίδιοι με δικά τους όργανα. Στην ομάδα αυτή ήταν και ο Clavius. Και το 1611, καλείται ο Γαλιλαίος στο Κολλέγιο για να παραστεί σε μία τελετή που γίνεται προς τιμήν του, με εξέχουσες προσωπικότητες στο ακροατήριο. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο γίνεται ακόμη πιο δύσκολο να κατανοηθεί γιατί ο Γαλιλαίος ήρθε σε μια τόσο έντονη αντιπαράθεση πρώτα με τον Christoph Schreiner για τις ηλιακές κηλίδες και στη συνέχεια με τον Oratio Grazzi για τους κομήτες. Δεν αρκέστηκε να εκφράσει τις επιστημονικές του αντιρρήσεις, αλλά το έκανε μέσα από κείμενα γεμάτο επιθετικούς προσδιορισμούς και απαξιωτικές φράσεις εναντίον τους.
Στην αλληλογραφία του Γαλιλαίου σώζονται επιστολές από σημαντικούς Ιησουίτες αστρονόμους που δηλώνουν πως μάλλον συμφωνούν μαζί του και τον συμβουλεύουν να μην βιάζεται. Όπως, όμως, όλες οι συλλογικότητες που συγκροτούνται γύρω από κλειστά συστήματα σκέψης, έτσι και οι Ιησουίτες δεν ήταν ένα ομοιογενές σύνολο. Πχ., ενώ ήταν πολύ φιλική η σχέση του με έναν από τους πιο ισχυρούς εκκλησιαστικούς παράγοντες, τον Ιησουίτη Καρδινάλιο Roberto Bellarmine, ένας εξέχων Ιησουίτης, ο Inchofer Melchior, μέλος της τριμελούς επιτροπής που συγκροτήθηκε για να διαμορφώσει το κατηγορητήριο του Γαλιλαίου το 1633, ήταν ο πιο σκληρός κατήγορος του Γαλιλαίου.
Φωτ.: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
– Πιστεύετε ίσως ότι το «λάθος» του Γαλιλαίου ήταν ότι προσπάθησε να υπονομεύσει τα πρωτεία της εκκλησίας με επιχειρήματα ανεπαρκώς τεκμηριωμένα επιστημονικά και φιλοσοφικά. Πόσο επαρκώς αναπτυγμένα (θεωρητικά) και επιβεβαιωμένα (εμπειρικά) ήταν τα επιχειρήματα του των πρωταγωνιστών της ηλιοκεντρικής κοσμολογίας;
O Γαλιλαίος καταλαβαίνει πολύ νωρίς πως αν δεν πεισθεί η Εκκλησία για τη νέα κοσμολογία, δεν θα είναι εύκολο να εδραιωθεί η θεωρία του. Για αυτό και αποφασίζει να παραιτηθεί από καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Πάδοβας και να δεχτεί τη θέση του Φιλοσόφου και Πρώτου Μαθηματικού της Αυλής των Μεδίκων, θεωρώντας πως από τη θέση αυτή στην αυλή της πιο πλούσιας και ισχυρής οικογένειας της Ευρώπης, θα είναι πολύ πιο προστατευμένος από την όποια αντίδραση της Εκκλησίας.
Πρέπει να έχουμε υπόψη πως ο Γαλιλαίος ήταν ένας βαθιά θρησκευόμενος λόγιος. Για αυτό επιδιώκει και κάτι άλλο: επικαλούμενος τον Άγιο Αυγουστίνο, ο στόχος του είναι να πείσει την Εκκλησία από προβλήματα που ενδεχομένως να έχει στο μέλλον. Η Εκκλησία θα αυτοπροστατευτεί, έγραφε ο Γαλιλαίος, αν αποφασίσει να μην έχει άποψη για τα φυσικά φαινόμενα η ανακάλυψη των οποίων μπορεί να είναι αντίθετη με τις ερμηνείες της Βίβλου. Η Βίβλος επέμενε ο Γαλιλαίος ακολουθώντας τον Άγιο Αυγουστίνο, βοηθάει τους ανθρώπους να σώσουν τις ψυχές τους και όχι για να εκπαιδευτούν για τα φαινόμενα της φύσης.
Υπήρχαν, όμως, και σοβαρές αδυναμίες στη θεωρία του. Η σημαντικότερη, ίσως, ήταν η επιμονή του να προβάλλει τις παλίρροιες ως το κρίσιμο φαινόμενο που “αποδείκνυε” την κίνηση της Γης, ήταν προβληματική. Ενώ ποιοτικά, ήταν, μία ενδιαφέρουσα ιδέα (κάτι που πολύ αργότερα αποδείχθηκε ότι δεν οφείλεται στην κίνηση της Γης αλλά στην έλξη που ασκεί η Σελήνη), η θεωρία του προέβλεπε περιοδικότητα των παλιρροιών κάθε 24 ώρες, ενώ οι παρατηρούμενες στις ακτές της Πορτογαλίας ήταν κάθε 12 ώρες!
Ένα άλλο πρόβλημα για την ερμηνεία του οποίου δεν υπάρχει συναίνεση ανάμεσα στους ιστορικούς των επιστημών είναι γιατί ο Γαλιλαίος αγνόησε τη θεωρία του Κέπλερ. Ο Κέπλερ ήταν ένας Λουθηρανός αστρονόμος, ο οποίος όταν το 1610 διαβάζει το βιβλίο με τις αστρονομικές ανακαλύψεις του Γαλιλαίου, στέλνει μία εγκωμιαστική επιστολή στον Γαλιλαίο και ταυτόχρονα αποδεικνύει μέσω της γεωμετρικής οπτικής γιατί μία συγκεκριμένη συστήχιση φακών φέρνει τα αντικείμενα πιο κοντά. Ο Γαλιλαίος ανταποκρίνεται στις επιστολές του Κέπλερ μετά από πολλούς μήνες, και δεν κάνει καμία προσπάθεια να συμμαχήσει μαζί του. Ιδιαίτερα δε μετά το 1609 όταν ο Κέπλερ διατυπώνει τους νόμους του για την κίνηση της Γης και των πλανητών σε ελλείψεις γύρω από τον Ήλιο και οι οποίοι επιβεβαιώνονται από τις παρατηρήσεις, ο Γαλιλαίος συνεχίζει να υπερασπίζεται τις κυκλικές τροχιές του Κοπέρνικου. Γνωρίζουμε ότι ο Γαλιλαίος είχε ενημερωθεί για τους νόμους του Κέπλερ, αλλά επέλεξε να τους αγνοήσει. Μήπως επειδή ο Κέπλερ ήταν Λουθηρανός και αυτό θα έκανε ακόμη πιο δύσκολη τη σχέση του με την Εκκλησία; Μήπως για λόγους προσωπικού γοήτρου, μιας και η αποδοχή των νόμων του Κέπλερ, ακύρωνε στην ουσία του το εγχείρημα του Γαλιλαίου;
– Στο θεατρικό σας έργο, αλλά και στη μελέτη, διαφαίνεται ότι είναι περισσότερο η θεολογία που διψά για τα νέα της επιστήμης. Πχ, ο Πάπας συζητά με παθιασμένο ενδιαφέρον με τον Γαλιλαίο για τις ανακαλύψεις του. Πώς ερμηνεύετε το ότι και σήμερα αρκετοί διακεκριμένοι επιστήμονες δηλώνουν ένθεοι;
Η θεολογία είναι πάντα αυτή που “κινδυνεύει” με τις νέες επιστημονικές εξελίξεις. Απειλείται η σταθερότητα που παρέχει ένα κλειστό σύστημα ιδεών, για αυτό και οι θεολόγοι ανά τους αιώνες έχουν αναπτύξει μία αξιοθαύμαστη επινοητικότητα για να μπορέσουν να αποφύγουν τις κακοτοπιές. Στο θεατρικό έργο ο Πάπας που δηλώνει στον έκπληκτο Γαλιλαίο πως πιστεύει ότι όντως η Γη κινείται, έχει πλήρη συνείδηση ότι πιστεύει σε κάτι που η Εκκλησία έχει κηρύξει αιρετικό. Θα έλεγα μάλιστα πως όσο πιο ψηλά είναι κανείς στην εκκλησιαστική ιεραρχία τόση μεγαλύτερη ευθύνη και υποχρέωση έχει να διερευνά την εγκυρότητα των νέων επιστημονικών εξελίξεων, ώστε να μπορεί εγκαίρως να προστατέψει την Εκκλησία από αμφισβητήσεις των πιστών αν οι νέες αυτές εξελίξεις έρχονται σε αντίθεση με τις θεολογικές απόψεις.
Όπως σας είπα προηγουμένως, προσωπικά δεν θεωρώ ότι είναι συγκρίσιμοι αυτοί οι δύο τρόποι θέασης της φύσης και των ανθρώπων. Αν, όμως, είσαι ο Πάπας, ο Πατριάρχης ή κάποιος σε θέση ευθύνης της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, τότε είναι υποχρέωση σου να παρακολουθείς τι γίνεται στην επιστήμη, να το κατανοείς και να βρίσκεις τρόπους είτε να αντιταχθείς είτε να το ενσωματώσεις. Αυτή είναι η συζήτηση που γίνεται στο θεατρικό έργο.
Δεν είμαι ειδικός ούτε σε θέματα κοινωνιολογίας, ούτε ανθρωπολογίας αλλά ούτε και ψυχολογίας για να κατανοήσω γιατί πολλοί επιστήμονες είναι ένθεοι. Πάντως ως προς τις μεταφυσικές αγωνίες αλλά και ως προς τις ηθικές αξίες, δεν νομίζω πως οι επιστήμονες έχουν καλύτερους τρόπους να διαχειριστούν αυτά τα ζητήματα σε σχέση με κάποιους που δεν έχουν την αντίστοιχη μόρφωση. Οι υπαρξιακές μας αναζητήσεις και συνειδητοποιήσεις δεν ακολουθούν τους κανόνες της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
– Νομίζω ότι υπαινίσσεστε ότι το πρότυπο του ακέραιου ορθολογιστή επιστήμονα που συγκρούεται μετωπικά με την εκκλησία στα χρόνια της Αναγέννησης αποτελεί μάλλον τεχνητό δημιούργημα της εποχής του Διαφωτισμού παρά ιστορική αλήθεια. Ποιες κύριες πλευρές της εποχής του Διαφωτισμού πιστεύετε ότι χρειάζονται μεγαλύτερη εξερεύνηση;
Στο βιβλίο υπάρχει ένα κεφάλαιο που ακολουθεί τη “ζωή” της Δίκης μετά τη Δίκη. Διαπιστώνουμε κάτι που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό: πως η συγκρουσιακή σχέση του Γαλιλαίου ως πρότυπου επιστήμονα με την Εκκλησία, είναι, εν πολλοίς μία κατασκευή του Διαφωτισμού και μάλιστα του Γαλλικού Διαφωτισμού και των πρωταγωνιστών του. Η αντικληρικός Γαλλικός Διαφωτισμός διέφερε ριζικά με αυτόν της Γερμανίας και ελάχιστες είναι οι αναφορές στην Υπόθεση Γαλιλαίου από γερμανόφωνους λογίους του 18ου αιώνα. Συχνά ο Διαφωτισμός προβάλλεται αποκλειστικά ως ένα σύστημα ιδεών και αξιών, μέσα από τα έργα των εμβληματικών φιλοσόφων με την αιτιολογία πως ο φιλοσοφικός λόγος είναι καθολικός και, άρα, η εγκυρότητα του δεν διαμορφώνεται με βάση κοινωνικές και πολιτικές ιδιαιτερότητες. Έτσι ο ορθολογισμός γίνεται το συγκροτητικό στοιχείο του Διαφωτισμού. Χωρίς να υποτιμώ καθόλου μια τέτοια προσέγγιση, αυτή θα πρέπει να συμπληρωθεί με τις πολιτικές και κοινωνικές εκφράσεις του Διαφωτισμού στις διαφορετικές τοπικότητες της Ευρώπης. Και τότε θα αναδειχθεί ένα πολύ πιο σύνθετο τοπίο, ένα τοπίο λιγότερο “αθώο”.
– Σύμφωνα με συνθήκη της εποχής, η θρησκεία είναι ισχυρότερη από τον επιστημονικό κόσμο. Ποιοι είναι οι συσχετισμοί σήμερα, ειδικά σε χώρες όπου δεν έχει γίνει διαχωρισμός κράτους-εκκλησίας, όπως η στην Ελλάδα;
Σε όλο τον δυτικό κόσμο, γινόμαστε μάρτυρες μιας εντυπωσιακής αύξησης όσων πιστεύουν σε θεωρίες συνωμοσίας, οι θεσμοί που θεραπεύουν τις επιστήμες υποβαθμίζονται, και πολλές θεωρίες που δεν αντέχουν επιστημονική κριτική βρίσκουν οπαδούς. Τις ακραίες εκφράσεις αυτών ων φαινομένων τις βρίσκουμε στις ΗΠΑ, ιδίως τώρα με τον Τράμπ και τους υπουργούς του. Ταυτόχρονα, όμως, θα πρέπει να σημειώσουμε πως πολυπληθείς κοινωνικές ομάδες, ενώ ακούν πως “η επιστήμη κάνει θαύματα”, πιστεύουν και ορθά, πως δεν τους αγγίζει η κατάσταση αυτή, πως το βιοτικό τους επίπεδο χειροτερεύει συνεχώς και πως ο προβαλλόμενος θρίαμβος της επιστήμης και τεχνολογίας αφορά ολοένα και λιγότερους. Αυτό δημιουργεί μία δυσπιστία απέναντι στις επιστήμες και σε όσους τις υπερασπίζονται. Αν προσθέσουμε σε αυτά και τις υπέρογκες “αμυντικές” δαπάνες την εποχή που αυξάνει η φτώχεια και υποβαθμίζεται η ποιότητα ζωής εκατομμυρίων πολιτών, δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε πως για όσους η καθημερινότητα τους δεν βελτιώνεται, θεωρούν πως οι επιστήμες και η τεχνολογία είναι κάτι που “ανήκει στους άλλους”.
Στην Ελλάδα της “αρχαίας κληρονομιάς” και του επιστημονικού πνεύματος, το πρόβλημα είναι το πόσο σφιχταγκαλιασμένη είναι η Εκκλησία με τα συντηρητικά τμήματα της κοινωνίας που αναπαράγουν και ενισχύουν αυτόν τον συντηρητισμό. Και όταν λέω συντηρητισμό, δεν εννοώ μόνον τα κόμματα που παραδοσιακά τον εκφράζουν, αλλά άτομα και ομάδες που υπάρχουν σε όλα τα κόμματα, σε όλες τις κοινωνικές ομάδες. Σήμερα, στη χώρα μας, βλέπουμε κάτι ενδιαφέρον: ενώ αυξάνεται το ποσοστό όσων δηλώνουν πως είναι θρήσκοι, αυξάνει και το ποσοστό όσων στέκονται κριτικά απέναντι στην Εκκλησία και αμφισβητούν την τόσο στενή σχέση κράτους-εκκλησίας. Όπως γνωρίζετε και εσείς ο διαχωρισμός κράτους -εκκλησίας, είναι ένα πρόβλημα που επί της ουσίας δεν έχει συζητηθεί, και δεν είναι κάτι που γίνεται με την θέσπιση κάποιων νόμων και αλλαγής άρθρων του Συντάγματος. Προσωπικά είμαι ένθερμος οπαδός του διαχωρισμού, χωρίς, όμως, δηλώσεις και κινήσεις εντυπωσιασμού και, κυρίως, με μία συζήτηση που θα γίνεται σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης παράλληλα με τις θεσμικές αλλαγές – μία συζήτηση η οποία ουσιαστικά θα ανατρέψει πολλά αλλά και θα εμπλουτίσει το αφήγημα της πορείας των ελληνόφωνων ορθοδόξων από τα χρόνια της Οθωμανικής κατοχής.
Ο Κώστας Γαβρόγλου γεννήθηκε το 1947 στην Κωνσταντινούπολη, όπου και ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του. Συνέχισε στην Αγγλία, στα Πανεπιστήμια Lancaster, Cambridge και στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου (Imperial College), από όπου και έλαβε το διδακτορικό του στη θεωρητική φυσική. Εργάστηκε στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, στα πανεπιστήμια Βοστώνης, Harvard, MIT, Cambridge, Pennsylvania και Istanbul Technical University, στο ΕΜΠ και στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Σήμερα είναι ομότιμος καθηγητής ιστορίας των επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ διετέλεσε επί σειρά ετών Πρόεδρος της Διοικούσας Επιτροπής του Ιστορικού Αρχείου του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα είναι η ιστορία της φυσικής και της χημείας του 19ου και 20ού αιώνα. Μερικά από τα βιβλία του είναι: Neither Physics Nor Chemistry: A History of Quantum Chemistry (με την Ana Simoes) (M.I.T. Press, 2011), History of Artificial Cold: Scientific, Technological and Cultural Aspects (Springer Publishers, 2014), Τα Κοινά της Παιδείας: σκέψεις για το παρελθόν και μέλλον του κυβερνητικού εγχειρήματος της αριστεράς (Θεμέλιο 2021). Από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης κυκλοφορούν τα βιβλία του Το παρελθόν των επιστημών ως ιστορία (2004), Το Πανεπιστήμιο Αθηνών και η Ιστορία του 1837–1937 (με τον Β. Καραμανωλάκη και τη Χ. Μπάρκουλα)· με τον Θόδωρο Αραμπατζή επιμελήθηκαν τα βιβλία Ο Αϊνστάιν και η Σχετικότητα (2005) και Η κρίση στη φυσική και η Δημοκρατία της Βαϊμάρης – Η πολιτισμική ιστορία της κβαντικής θεωρίας (2012). Το 2020 τιμήθηκεμε το βραβείο Gustav Neuenschwander της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Ιστορίας των Επιστημών για το σύνολο του έργου του. Το 2015 εκλέχθηκε βουλευτής Επικρατείας του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., και την περίοδο 2016–2019 διετέλεσε υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.
Μια συζήτηση με τον Κώστα Γαβρόγλου, ομότιμο καθηγητής ιστορίας των επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην βουλευτή Επικρατείας και υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, για το βιβλίο του Η Δ
Μια συζήτηση με τον Κώστα Γαβρόγλου, ομότιμο καθηγητής ιστορίας των επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην βουλευτή Επικρατείας και υπουργό Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, για το βιβλίο του Η Δ
Στην παράσταση "Παραπατήματα", ο Γιάννης Αγγελάκης συνθέτει ήχους που στηρίζονται σε ρήγματα. Με όχημα τον ζωντανό διάλογο με τους ερμηνευτές και έναν υπολογιστή που «απαντά» σαν τρίτο σώμα, η μουσική
Στην παράσταση "Παραπατήματα", ο Γιάννης Αγγελάκης συνθέτει ήχους που στηρίζονται σε ρήγματα. Με όχημα τον ζωντανό διάλογο με τους ερμηνευτές και έναν υπολογιστή που «απαντά» σαν τρίτο σώμα, η μουσική
Όταν μιλά ο Δημήτρης Καραγιάννης, δεν ακούς απλώς έναν ψυχοθεραπευτή, νιώθεις έναν ηλεκτρικό παλμό που περνά απ’ την ψυχή στο σώμα. Δεν πουλά τεχνικές, ξεκλειδώνει παγιδευμένες λέξεις. Στην κουβέντα τ
Όταν μιλά ο Δημήτρης Καραγιάννης, δεν ακούς απλώς έναν ψυχοθεραπευτή, νιώθεις έναν ηλεκτρικό παλμό που περνά απ’ την ψυχή στο σώμα. Δεν πουλά τεχνικές, ξεκλειδώνει παγιδευμένες λέξεις. Στην κουβέντα τ
Ο Θανάσης Μήνας συζητά με τον καθηγητή αρχιτεκτονικής Κωσταντίνο Ε. Ξανθόπουλο για την εμπεριστατωμένη μελέτη του "Σοβιετικός Μοντερνισμός", που κυκλοφορεί σε έναν πολύ καλαίσθητο τόμο, με πλούσιο φωτ
Ο Θανάσης Μήνας συζητά με τον καθηγητή αρχιτεκτονικής Κωσταντίνο Ε. Ξανθόπουλο για την εμπεριστατωμένη μελέτη του "Σοβιετικός Μοντερνισμός", που κυκλοφορεί σε έναν πολύ καλαίσθητο τόμο, με πλούσιο φωτ