Έχει το πιο ασυνήθιστο όνομα (Κλαυδία) και το πιο κοινότοπο επίθετο (Παπαδοπούλου). Είναι ένα νέο κορίτσι, μόλις 21 ετών, που ξεχώρισε μέσα από το “The Voice” και αμέσως μετά βρέθηκε στο Άλσος, δίπλα στον Διονύση Σαββόπουλο, να ερμηνεύει αγγλόφωνα τραγούδια της γενιάς του Γούντστοκ. Η Κλαυδία ή Klavdia, όπως αναγράφεται στα λατινικά, φοράει πάντα τα χαρακτηριστικά γυαλιά της και αυτόν τον καιρό ανοίγει το πρόγραμμα στο Votanikos Live Stage, παρουσιάζοντας τα τραγούδια από το πρώτο της EP. Είχε την τύχη, βέβαια, να την «αναλάβουν» το δημιουργικό team των Arcade Music και της Panik Records με τα τραγούδια της να κάνουν θραύση απ’ τα social media και κυρίως απ’ όλες τις ψηφιακές πλατφόρμες διανομής της μουσικής. Τη συναντήσαμε ένα βράδυ στο καμαρίνι της, λίγο προτού βγει να τραγουδήσει, και οδηγηθήκαμε σε μία χειμαρρώδη συνέντευξη, πολύ ενδιαφέρουσα θα έλεγα για τη νέα τάση στο τραγούδι, η οποία βασίζεται στις κατ’ εξοχήν λαϊκότροπες μελωδίες και στην πιο μοντέρνα ηχητική παραγωγή. Μία συνέντευξη επίσης ενδιαφέρουσα με μία νεαρή καλλιτέχνιδα που γνωρίζει πολύ καλά το είδος της μουσικής που υπηρετεί και εκφράζει όλα τα όνειρα και τις επιθυμίες της.

– Σας συναντώ στο καμαρίνι σας λίγο πριν βγείτε να τραγουδήσετε. Εδώ και πόσο καιρό είστε στο σχήμα αυτό;
Ξεκινήσαμε 27 Οκτωβρίου του 2023 και θα πάμε όσο έχει επισκεψιμότητα το μαγαζί. Μέχρι στιγμής πάμε πάρα πολύ καλά. Η Δέσποινα Βανδή, ο Γιώργος Σαμπάνης και μαζί τους οι Kings κρατάνε στην ουσία το πρόγραμμα.

– Βλέπω εδώ θρησκευτικές εικόνες. Είναι δικές σας;
Όχι, είναι της συναδέλφου μου Φαίης Θεοχάρη, που μοιραζόμαστε το καμαρίνι. Πιστεύω κι εγώ, αλλά δεν νιώθω την ανάγκη να φέρω εικόνες στο καμαρίνι μου ή να πηγαίνω κάθε Κυριακή στην εκκλησία. Πιστεύω με το δικό μου τρόπο, προσεύχομαι όποτε είναι να προσευχηθώ και επικαλούμαι τα θεία, αλλά μέχρι εκεί, δηλαδή σε φυσιολογικά πλαίσια. Δεν είμαι φανατική.

– Πιστεύετε πως βρίσκεστε στον φυσικό σας χώρο, ένα νυχτερινό μαγαζί;
Στην αρχή ήταν λίγο ξένο για μένα γιατί ό,τι είχα κάνει επαγγελματικά ήτανε συναυλίες με τον Good job Nicky. Και με τον Διονύση Σαββόπουλο από συναυλίες ξεκινήσαμε και καταλήξαμε σε μαγαζί, αλλά όχι τέτοιου είδους. Δουλεύαμε στο Άλσος, όπου εκεί ήταν και λίγο θέατρο. Μιλάμε για το 2019 που ήμουν 17 ετών και πήγαινα ακόμη στην τρίτη λυκείου. Μόνο Σάββατα δουλεύαμε. Πάντως, εδώ τώρα, ενώ σας είπα ότι ήταν κάπως παράξενο για μένα, άρχισα να το συνηθίζω, να το απολαμβάνω και να μην πολυσκέφτομαι αν είναι ο χώρος που θέλω, σε φάση «μήπως δεν μου ταιριάζει η νύχτα, μήπως μου πάνε καλύτερα οι συναυλίες;». Έτσι, είπα ότι εμένα μου αρέσει να τραγουδάω και αυτό θα έρχομαι να κάνω και νομίζω ότι πια νιώθω πιο εξοικειωμένη.

– Σας έκανα αυτή την ερώτηση διότι δεν είναι συνηθισμένο για ένα κορίτσι 22 ετών να δουλεύει στη νύχτα, είτε είναι τραγουδίστρια, είτε είναι σερβιτόρα. Είστε ουσιαστικά παιδί ακόμα.
Είναι η πρώτη μου φορά σε μεγάλο νυχτερινό μαγαζί. Επειδή το επάγγελμα που κάνω δεν έχει καμία σχέση με ό,τι κάνουν οι φίλες μου, τα κορίτσια που είναι στη ζωή μου, και γενικά δεν το συναντάς εύκολα, νιώθω λίγο σαν τη μύγα μες το γάλα. Δεν είναι απαραίτητα κακό αυτό, απλά είναι ξεχωριστό να σου απαντάει μια κοπέλα «τραγουδάω επαγγελματικά» όταν τη ρωτάς τι κάνεις στη ζωή σου.

– Παρότι είστε πολύ νέα, η έκθεση στη νύχτα δεν είναι και μια φθορά για τη φωνή σας;
Όλοι οι τραγουδιστές είναι αναγκαίο και βασικό να γνωρίζουν το πως θα μιλάνε σωστά και το πως θα τραγουδούν σωστά. Το πώς επίσης θα τοποθετούν τη φωνή τους για να μην την τραυματίσουν μελλοντικά, ειδικά όταν οι απαιτήσεις μεγαλώσουν και το πρόγραμμα ανοίξει με επιπλέον μέρες. Δεν θα μπορείς να τραγουδήσεις, πολύ απλά, θα κάψεις τη φωνή σου. Πάρτε παράδειγμα τη Σελίν Ντιόν. Όπως και την Άννα Βίσση! Οι γυναίκες αυτές έχουν διανύσει τόσα χρόνια καριέρας και φθοράς, αλλά ακόμη είναι κρυστάλλινες οι φωνές τους, είναι υγιείς και συνεχίζουν ακόμη και κάνουν αυτό που αγαπάνε.

– Η Σελίν Ντιόν δεν αρρώστησε, αν τα λέω σωστά;
Ναι, αλλά έχει ένα μυικό πρόβλημα υγείας, σοβαρό μεν, που δεν έχει όμως να κάνει με τη φωνή της. Προς το παρόν δεν μπορεί να τραγουδήσει, απ’ όσο ξέρω, αλλά δεν οφείλεται στις φωνητικές χορδές της.

– Το «Κλαυδία» είναι το αληθινό σας όνομα;
Σωστά, είναι το βαφτιστικό μου.

– Από που κρατάει τ’ όνομα αυτό;
Έχω τη γιαγιάκα μου την Κλαυδία, που την αγαπώ πολύ, ζει και βασιλεύει και κάνει και σχοινάκι, αν θέλετε να ξέρετε. Είναι στα 78 τώρα, η μαμά της μαμάς μου. Είμαι πολύ τυχερή που πήρα τ’ όνομα της γιατί δεν ήθελε να μου το δώσει.

– Είστε η πρώτη που γνωρίζω μ’ αυτό το όνομα, πάντως.
Είναι πάρα πολύ σπάνιο και δεν της αρέσει για κάποιο λόγο της γιαγιάς μου. Της λέω «Κάνεις τελείως λάθος, εντυπωσιάζονται όλοι με το που το ακούν». Με βοηθάει και καλλιτεχνικά, πιστεύω.

Klavdia
Φωτ.: Βάσω Αθανασιάδου / Styling: Χάρης Σταματόπουλος

– Ισχύει. Και με ένα τόσο κοινότοπο επίθετο: Κλαυδία Παπαδοπούλου!
(γέλια) Σκεφτείτε ότι την αδερφή μου τη λένε Μαρία Παπαδοπούλου, το πιο κοινότοπο όνομα και επίθετο. Την ψάχνω στο facebook και πρέπει να σκρολάρω ένα δεκάλεπτο για να τη βρω.

– Η γιαγιά σας έχει έρθει να δει το πρόγραμμα;
Όχι, η γιαγιά δυστυχώς κοιμάται νωρίς, γιατί ξυπνάει στις τέσσερις τα χαράματα να κάνει την προσευχή της. Είναι αλλουνού παπά Ευαγγέλιο. Η αδερφή μου η Μαρία είναι στα 26, με περνάει πέντε χρόνια δηλαδή. Κι αυτή τραγουδάει, είναι πάρα πολύ καλή κιόλας, απλά δεν της βγήκε και δεν το επεδίωξε επαγγελματικά. Έχει στραφεί στην οικογένεια, έχει ένα παιδάκι και με έκανε θεία και μένα. Περνάει υπέροχα, γιατί είναι κάτι που πάντα το ήθελε.

– Οι γονείς σας είναι φιλότεχνοι άνθρωποι;
Τα επαγγέλματα τους δεν έχουν καμία σχέση με την τέχνη της μουσικής. Η μαμά ακολουθεί την τέχνη της κομμωτικής, ο μπαμπάς είναι οδηγός, αλλά όλοι από την πλευρά της μαμάς είναι με κάποιο τρόπο καλλιτέχνες: Η γιαγιά, ας πούμε, είναι πολύ καλή ηθοποιός. Ήθελε να το κάνει επαγγελματικά, αλλά τότε ήταν άλλες οι εποχές. Η μαμά έχει καλή φωνή, της αρέσει να χορεύει, ενώ έχω κι ένα θείο εξαιρετικά καλλίφωνο. Το έχουν όλοι τους, απλά δεν το καλλιέργησαν.

– Σε ποια ηλικία νιώσατε έλξη για τον χώρο του θεάματος;
Το ήξερα απ’ όταν μπόρεσα να μιλήσω και να αρθρώσω λέξη. Η μαμά μου τραγούδαγε κι εγώ αποστήθιζα ότι άκουγα.

– Ελληνικά τραγούδια…
Ρωσικά για αρχή!

– Τους «Γερανούς», τέτοια τραγούδια;
Ρωσικά προπολεμικά τραγούδια, δεν ξέρω γιατί…

– Αριστερή οικογένεια;
Όχι, δεν είμαστε πολιτικοποιημένοι.

– Μήπως αποφεύγετε την ερώτηση;
Όχι, προφανώς ψηφίζουμε όλοι, γιατί είναι καθήκον μας, αλλά δεν υπάρχει αυτό το «Εγώ είμαι ΝΔ, εγώ είμαι ΚΚΕ, εγώ είμαι ΣΥΡΙΖΑ». Κανείς δεν ασχολείται ενεργά με τα πολιτικά και δεν γίνονται πολιτικές συζητήσεις στο σπίτι.

– Ε, πείτε μου τότε πως προέκυψαν τα ρωσικά τραγούδια.
Εγώ είμαι ποντιακής καταγωγής. Με τον ξεριζωμό οι παππούδες μου έφυγαν για τη Σοβιετική Ένωση. Η γενιά της γιαγιάς και της μαμάς μου γεννήθηκαν εκεί. Η μαμά μέχρι μια ηλικία, ως τα 12 της, έζησε και πήγε εκεί σχολείο. Μιλούσαν ρωσικά και ποντιακά στο σπίτι. Το ’91 που ήρθαν στην Ελλάδα μιλούσαν τα ρωσικά, τα ποντιακά και τα ελληνικά. Έτσι, ξέρουμε λίγο απ’ όλα κι εμείς.

– Καλό δεν ειν’ αυτό; Δεν αποκτήσατε μια ευρυμάθεια;
Σωστό, όχι μόνο στις γλώσσες, αλλά γενικά με βοήθησε αυτό στο σχολείο. Τα δίγλωσσα παιδιά είναι αποδεδειγμένα περισσότερο αποδοτικά στο σχολείο, βάσει ερευνών. Ακόμη και τώρα καταλαβαίνω πράγματα πάρα πολύ εύκολα, λόγω των ρωσικών.

– Θα μπορούσατε να τραγουδήσετε στα ρωσικά;
Ναι, βέβαια, μπορώ. Διαβάζω επίσης ρωσικά.

– Πολλές τραγουδίστριες έκαναν καριέρα τη δεκαετία του 1960 με ξενόγλωσσο ρεπερτόριο. Η Κατερίνα Βαλέντε, αν τη γνωρίζετε.
Την έχω ακουστά. Κι εγώ έχω δύο cover στα αραβικά χωρίς να ξέρω αραβικά. Είμαι πάρα πολύ καλή στο να μιμούμαι τις προφορές ξένων γλωσσών. Έχω κι ένα cover στα σέρβικα, που θέλω να ανεβάσω τώρα. Επειδή τα σέρβικα είναι μια σλάβικη γλώσσα, με βοήθησαν πολύ τα ρωσικά. Τραγουδώ ακόμη στα αγγλικά. Πάντως, για τα ρωσικά, ενώ δεν μπορώ να κάνω κουβέντα σε βάθος, καταλαβαίνω τι λένε αν ακούσω κάποιους να τα μιλάνε.

– Αν σας ζητούσα να μου δώσετε ένα χαρακτηρισμό της φωνής σας, ποιος θα ήταν αυτός;
Θα σου έλεγα ότι είναι flexible, πώς το λένε στα ελληνικά…Ευέλικτη! Μπορεί να με δεις σαν μία σόουλ – τζαζ τραγουδίστρια σήμερα και αύριο σαν μία λαϊκή με πολύ μεγάλη ευκολία.

– Εδώ τραγουδάτε λαϊκό τραγούδι;
Δεν είναι το βαρύ παλιό λαϊκό, αλλά το λαϊκό της εποχής, το πιο ελαφρολαϊκό δηλαδή. Το πιο μοντέρνο.

– Όπως;
Όπως… (σκέφτεται)

– Οικονομόπουλος, λόγου χάριν, Αργυρός, Βέρτης;
Όχι, μιλάω π.χ. για το δικό μου τραγούδι, τα «Χαράματα», που είναι μοντέρνο από άποψη παραγωγής, αλλά στον πυρήνα του, με τα γυρίσματα που έχει, είναι λαϊκό. Λαϊκή δηλαδή η μελωδία της φωνής, αλλά ο ήχος ποπ, πιο μοντέρνος.

– Έχετε άποψη για τις ενορχηστρώσεις των τραγουδιών σας ή το αφήνετε όλο πάνω στους ενορχηστρωτές;
Έχω μια άποψη για το πως θα επεξεργαστεί η φωνή μου και είναι αυτό που με ενδιαφέρει περισσότερο να βγει προς τα έξω. Το πως θα ακουστεί η φωνή μου, μια και δεν ειδικεύομαι στην παραγωγή. Αν ακούσω κάτι, που θα φανταστώ ότι ταιριάζει στη φωνή μου, όπως ένα βιολί εδώ ή κάτι άλλο εκεί, θα το πω.

– Εγώ θέλω να μάθω, τι είναι αυτό που σας κάνει, ενώ μπορείτε να επιβληθείτε ακόμη και μ’ ένα α καπέλα τραγούδισμα, να θέλετε να περνάει από επεξεργασία η φωνή σας;
Η αλήθεια είναι ότι κι εγώ θέλω να μου το απαντήσει κάποιος αυτό.

– Άρα σας απασχολεί το θέμα.
Ναι, θέλω να πω κι εγώ ότι είμαι της άποψης όσο πιο φυσικά είναι όλα, και οι φωνές, και η παραγωγή, τόσο πιο προσιτό θα είναι το αποτέλεσμα στον κόσμο. Νομίζω πως ο κόσμος πια έχει μια αμηχανία απέναντι στις επεξεργασμένες φωνές και το καταλαβαίνω. Μ’ αυτό τον τρόπο δηλαδή ο καθένας μπορεί να λέγεται τραγουδιστής. Μπορείτε εσείς να μπείτε στο στούντιο, να επεξεργαστούν τη φωνή σας και να βγείτε και ως τραγουδιστής.

– Καλά, ναι, ειδικά τώρα με την τεχνητή νοημοσύνη…
Ισχύει. Σε σχέση, πάντως, με άλλες δουλειές που έχω ακούσει, οι δικοί μου ενορχηστρωτές, οι Arcade, που είναι και η εταιρεία μου, επεξεργάζονται πολύ λιγότερο τη δική μου φωνή. Και γιατί μας ταιριάζει αισθητικά και γιατί δεν χρειάζεται ιδιαίτερα να γίνονται αλλαγές και «ρετούς».

– Έχετε υπογράψει συμβόλαιο;
Έχω υπογράψει συμβόλαιο με την Arcade Music και την Panik Records, δεν θα σας πω για πόσο όμως, γιατί θα πάει πααάρα πολλά χρόνια (γέλια).

– Πως νιώθατε τη μέρα που πηγαίνατε να υπογράψετε συμβόλαιο;
Ήμουν πάρα πολύ χαρούμενη, γιατί ανυπομονούσα να ξεκινήσω κι εγώ την καριέρα μου, τη σταδιοδρομία μου και τη δισκογραφία μου. Ήθελα να γίνω πιο ενεργή στο χώρο σαν καλλιτέχνιδα, γιατί πριν να υπογράψω, ήμουν πιο ενεργή ως μουσικός. Έκανα backing vocals στις δουλειές μου.

– Παίζετε κάποιο όργανο;
Παίζω λίγο πιάνο, ίσα – ίσα για να συνοδεύσω τον εαυτό μου και να τραγουδήσω. Αν γύριζα το χρόνο πίσω, θα ήθελα να έχω ακολουθήσει σοβαρά και το πιάνο, να κάνω σοβαρές πιανιστικές σπουδές.

– Δεν θα μπορούσατε ενδεχομένως να κάνετε ό,τι κάνετε τώρα.
Όχι, δεν θα το έλεγα. Έχω ένα συμμαθητή που έχει πάρει το πτυχίο του και αυτή τη στιγμή είναι δάσκαλος πιάνου. Ξεκίνησε πολύ μικρός προφανώς, γι’ αυτό και στα 18 του πήρε πτυχίο. Εγώ δεν είχα την οικονομική δυνατότητα, γιατί η αδερφή μου μάθαινε ήδη βιολί και δεν μπορούσαμε να πηγαίνουμε και οι δύο. Πλέον δεν το εξασκεί, παρόλο που έπαιζε βιολί για μία δεκαετία. Το παράτησε γιατί βαριόταν να διαβάσει αρμονία. Πολύ δύσκολο όργανο το βιολί.

– Από τον Σαββόπουλο μέχρι το μαγαζί εδώ, ποιες διαφορές υπάρχουν;
Η διαφορά είναι τεράστια κυρίως ρεπερτοριακά. Με τον κύριο Διονύση, τουλάχιστον εκείνη τη χρονιά που συνεργαστήκαμε, είχαμε θέμα «Γούντστοκ», εποχές 1969 – 70. Τραγούδια από εκείνη την περίοδο, αντίστοιχα και απ’ αυτόν γραμμένα οι ελληνικές εκδοχές τους. Τραγουδούσα, ας πούμε, το «Cry baby» της Τζάνις Τζόπλιν. Λέγαμε Τζίμι Χέντριξ και τι άλλο να δεις;

– Τα ακούγατε εσείς αυτά τα κομμάτια ή μέσω Σαββόπουλου τα πρωτακούσατε;
Με θυμάμαι 9 – 10 ετών να ακούω μονίμως ξένη μουσική. Πάρα πολύ Μάικλ Τζάκσον, Μπιγιονσέ σαν vocalist, όπως και Τζέσι Τζέι, την οποία εκτιμώ σαν vocalist, αν και η δισκογραφία της δεν μου αρέσει ιδιαίτερα.

Klavdia
Φωτ.: Βάσω Αθανασιάδου / Styling: Χάρης Σταματόπουλος

– Μου μιλάτε για ακούσματα της γενιάς σας.
Μα άκουγα και πολύ Αρίθα Φράνκλιν, Έττα Τζέιμς, είχα αρκετά τέτοια ακούσματα. Μπλουζ και σόουλ! Και η rnb μουσική μ’ άρεσε πάρα πολύ! Έιμι Γουάινχάουζ δεν άκουγα ιδιαίτερα, αν και μερικά κομμάτια της μου αρέσουν αρκετά.

– Γιατί πιστεύετε ότι σας επέλεξε ο Σαββόπουλος;
Απ’ ότι κατάλαβα, όταν μου τηλεφώνησε η μάνατζερ του και μου έκλεισε ραντεβού μαζί του, τον ρώτησα κι εγώ ακριβώς το ίδιο. «Έψαχνα νέους καλλιτέχνες», μου απάντησε, «που να το’χουν καλά με το αγγλικό, και έπεσα πάνω στο ‘’The Voice’’. Μου φάνηκες πάρα πολύ συμπαθής και ταλαντούχα και γι’ αυτό σε κάλεσα».

– Πιστεύετε ότι έπαιξε κι ένα ρόλο η εμφάνιση σας; Αυτά τα γυαλιά που φοράτε είναι και λίγο look seventies. Φαντάζομαι πως η Μαρία Φαραντούρη κάπως έτσι θα έμοιαζε στην ηλικία σας.
Με συγκρίνουν περισσότερο με τη Νάνα Μούσχουρη, όχι τόσο με τη Φαραντούρη, Το ακούω από το «The Voice» αυτό το «Νάνα Μούσχουρη»! Σίγουρα παίζει ρόλο το γυαλί και μ’ έχει βοηθήσει σαν περσόνα και σαν προσωπικότητα.

– Θα μπορούσατε να φοράτε φακούς επαφής, αλλά έχετε καθιερώσει ήδη τα γυαλιά.
Ναι, και γιατί τα φοράω συνειδητά, και γιατί δεν βλέπω αλλιώς. Κυρίως, όμως, θεωρώ ότι μου ταιριάζουν πολύ τα γυαλιά έναντι των φακών, βρίσκω ότι είναι κάτι πολύ χαρακτηριστικό και πάρα πολλοί με θυμούνται απ’ αυτά.

– Θα τα βγάλετε κάποια στιγμή ή θα τα αφήσετε μια ζωή όπως η Μούσχουρη;
Για τώρα δεν έχω σκοπό να τα βγάλω, μου αρέσουν πολύ και σαν αξεσουάρ. Όχι μόνο δηλαδή επειδή είναι χαρακτηριστικό μου. Δεν ξέρεις ποτέ, μπορεί να αλλάξω γνώμη κάποια στιγμή. Σκελετούς αλλάζω συχνά.

– Τι ήταν για σας ο κόσμος του «The Voice»;
Η πόρτα, το πέρασμα, από το τραγουδάω για χόμπι στο τραγουδάω επαγγελματικά πια. Με βοήθησε να μπω στο χώρο και ήταν μια φανταστική εμπειρία από πολλές απόψεις. Έκανα φιλίες, γνώρισα αξιόλογους ανθρώπους, ταλαντούχους, γνώρισα την Έλενα Παπαρίζου, που ήταν η coach μου στην ομάδα.

– Έχετε ακόμα επαφές;
Έχουμε και είμαι πολύ τυχερή και χαρούμενη γι’ αυτό. Θα πούμε τα χρόνια μας πολλά, θα ρωτήσουμε τι κάνει και πως είναι η μία την άλλη κλπ.

– Το ίδιο και με τον Σαββόπουλο;
Δυστυχώς με τον κύριο Διονύση χάσαμε τις επαφές μετά τον covid. Έχω πάντα την έγνοια του και θα ήθελα πάρα πολύ να τον δω και να ξαναμιλήσουμε. Η αλήθεια είναι πως και οι δικοί μου, ενώ τον γνώριζαν, δεν είχαν τεράστια επαφή με τη μουσική του. Γνώριζαν βέβαια ότι είναι ένα ιστορικό πρόσωπο και ένα βαρύ όνομα, που τραγουδούσαμε τα τραγούδια του στις σχολικές εορτές. Ήταν πολύ χαρούμενοι, γιατί η πρώτη μου επαγγελματική δουλειά θα ήταν σ’ ένα ασφαλές περιβάλλον για κάθε δεκαεφτάχρονο παιδί. Εδώ, ας πούμε, είναι η κλασική νύχτα, ένα εξίσου ασφαλές περιβάλλον, αλλά εκεί τραγουδούσαμε από τις 9 έως τις 12 σ’ ένα αμιγώς καλλιτεχνικό πρόγραμμα. Δεν χρειαζόταν να φορέσουμε το σορτσάκι μας για να φανεί το ποδαράκι μας, πράγματα που συμβαίνουν σ’ όλα τα νυχτερινά μαγαζιά.

– Αυτό που μόλις είπατε και που μου άρεσε, ενέχει τον κίνδυνο να βαρεθείτε κάποια στιγμή να φαίνεται το ποδαράκι σας.
Δεν εννοώ ότι είναι κάτι κακό το κοντό σορτσάκι. Ακόμη και άνθρωποι δικοί μου, που δεν είναι αυτής της αισθητικής, κατανοούν πως αν θες ν’ ασχοληθείς με το χώρο, πρέπει να’σαι flexible να φορέσεις και φόρεμα και σορτσάκι και παντελόνι και οτιδήποτε χρειαστεί.

– Κι αυτό ποιος το καθορίζει; Ο ενδυματολόγος των παραστάσεων, ο σκηνοθέτης αν υπάρχει;
Το καθορίζουν σίγουρα το ρεπερτόριο και οι περιστάσεις.

– Παράδειγμα;
Κανείς εμένα δεν μου είπε να βάλω σορτσάκι, αλλά ξέρω πως είναι πιο προσιτό για τον κόσμο, το να έχεις μία εικόνα σέξι, σε ευπρεπή όμως πλαίσια. Καλώς ή κακώς και θα το πω χύμα, τα μπουζούκια δεν είναι μόνο για να απολαύσω μουσική. Είναι και για να θαυμάσω την καλλιτέχνιδα, να της πετάξω και το λουλούδι της, ν’ ανοίξω και κάνα μπουκάλι παραπάνω.

– Γνωστά πράγματα ειν’ αυτά από καταβολής νυχτερινής διασκέδασης.
Αυτό ακριβώς, δεν συμβαίνει μόνο τώρα, αλλά ανέκαθεν.

– Τα τραγούδια σας κυκλοφορούν μόνο σε ψηφιακές πλατφόρμες. Θα θέλατε να ήσασταν στην εποχή που βγαίνανε…
Τα CD!

– Όχι τα CD, αλλά τα βινύλια. Ο κόσμος, ξέρετε, επιστρέφει στο βινύλιο.
Θα ήθελα να ανήκω σε εκείνη την εποχή απ’ την άποψη του ότι όλα ήταν πιο απλά και πιο ρομαντικά. Όχι μόνο στη μουσική βιομηχανία, αλλά γενικότερα. Ο άλλος δεν θα σου πρότεινε να βγείτε μέσω Instagram, αλλά θα σε έψαχνε και θα σ’ έβρισκε από κοντά μ’ έναν τρόπο. Γινόταν ένα νταλαβέρι και σήμερα βρίσκω λίγο αντιαισθητικό να μη σε προσεγγίζει ο άλλος επειδή υπάρχουν τα social media. Αντίστοιχα και τη μουσική έβρισκες πιο δύσκολα και την εκτιμούσες περισσότερο.

– Αλήθεια ειν’ αυτό.
Υπάρχει υπερπληροφόρηση και ο κόσμος έχει αποκτήσει ΔΕΠΥ και δε μπορεί να προσηλωθεί. Γι’ αυτό και τα κομμάτια είναι το πολύ δύο – τρία λεπτά, επειδή ο άλλος δεν μπορεί να κάτσει ν’ ακούσει κάτι μεγαλύτερο σε διάρκεια, ειδικά αν δεν του κινήσει το ενδιαφέρον. Όλα πια κινούνται πολύ πιο γρήγορα και πολύ πιο μαζικά και δεν το εκτιμάνε κατά βάθος αυτό. Άλλη ευχαρίστηση υπήρχε, όταν περίμεναν όλοι να βγει κάποιο βινύλιο ή το CD, να το κάνουν χρυσό ή πλατινένιο το άλμπουμ και να εκτιμήσουν κάτι που δυσκολεύτηκαν για να το βρουν.

– Το αγγλόφωνο κομμάτι σας, το «Lonely Heart», έσκισε σ’ όλες τις ψηφιακές πλατφόρμες. Ποια ήταν η επιθυμία που σας ώθησε να το βγάλετε και στα ελληνικά;
Το γεγονός ότι θέλω να προσεγγίσω και τον κόσμο που δεν καταλαβαίνει αγγλικά, είτε γιατί δεν του αρέσουν, είτε γιατί δεν μπόρεσε να τα μάθει. Καλό το αγγλικό αλλά κακά τα ψέματα ο Έλληνας για να νιώσει το κομμάτι και να ταυτιστεί μ’ αυτό, του μιλάει καλύτερα η μητρική του γλώσσα. Είναι αλλιώς να πω στον σύντροφο μου «Σ’ αγαπώ» και αλλιώς «I love you». Άλλη βαρύτητα και σημασία αποκτά στη δική σου γλώσσα.

– Ζείτε μόνη ή με τους δικούς σας;
Ζω με το αγόρι μου.

– Μπράβο. Καλλιτέχνης κι αυτός;
Όχι. Βασικά είναι κι αυτός καλλιτέχνης, τραγουδάει, παίζει πιάνο, αυτοδίδακτος, αλλά το επάγγελμα του δυστυχώς δεν έχει να κάνει μ’ αυτό.

– Σας ευχαριστεί το ισόποσο μοίρασμα μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής;
Υπάρχει μια ισορροπία, η αλήθεια είναι, επειδή ακριβώς δεν κάνουμε την ίδια δουλειά. Αν έλειπα κι εγώ, έλειπε κι αυτός και δεν συναντιόμασταν, θα μου έλειπε η σχέση και δεν ξέρω πως θα ήταν τα πράγματα. Το ότι αυτός έχει μια δουλειά Δευτέρα με Παρασκευή, 9 με 5, και σαν χόμπι κάνει τη μουσική του, είτε μόνος, είτε και μαζί, είναι πραγματικά ευλογημένη συγκυρία.

– Πως βγήκατε μπροστά αμέσως μετά το «The Voice» και το Άλσος με τον Σαββόπουλο; Με το επιτυχημένο αγγλόφωνο κομμάτι που αναφέραμε;
Αμέσως μετά το Άλσος έκανα μια συνεργασία με τον Good job Nicky, που διήρκεσε ένα χρόνο. Του έκανα backing vocals στις συναυλίες του και μετά ήρθαν το συμβόλαιο με τις εταιρείες και το «Lonely Heart».

– Μόλις όμως κυκλοφόρησε και το πρώτο σας extended play. Πόσα κομμάτια περιέχει;
Το «Χαράματα», το «Βασανίζομαι», το «Αλλού» και το «Μαγεμένο», ελληνικά κομμάτια σ’ όλες τις streaming πλατφόρμες. Είναι συνθέσεις της ομάδες Arcade Music, που αποτελείται από συνθέτες, στιχουργούς και παραγωγούς.

– Μάλιστα. Μια ομάδα δηλαδή σαν τους Stock Aitken Waterman που μεγαλούργησαν στη βρετανική ποπ σκηνή των 80s – 90s, «φτιάχνοντας» πολλά megastar.
Ακριβώς, μόνο που οι Arcade Music έγιναν και δισκογραφικό label που συνεργάζονται με την Panik αυτή τη στιγμή. Τους θεωρώ dream team!

– Λογικό, αφού κάνετε επιτυχίες μαζί.
Και όχι μόνο μαζί, αλλά έχουν δώσει κομμάτια και σ’ άλλους καλλιτέχνες που κάνουν φανταστικά νούμερα. Στην Παπαρίζου, στον Ρουβά, στον Μάστορα, φοβερές επιτυχίες σε μουσική και στίχους των παιδιών.

– Θα σκεφτόσασταν να κάνατε ένα δίσκο, π.χ., με τον Θέμη Καραμουρατίδη που γράφει τα τραγούδια της Νατάσσας Μποφίλιου;
Τη Μποφίλιου τη θαυμάζω σαν καλλιτέχνιδα και σαν γυναίκα, αλλά η έντεχνη σκηνή δεν είναι ιδιαίτερα μέσα στα ακούσματα μου. Ξέρω όμως ένα τραγούδι της Ματούλας Ζαμάνη που το’χω τραγουδήσει. Εκτιμώ τη σκηνή του έντεχνου και τους καλλιτέχνες της, αλλά εγώ δεν μπορώ να ταυτιστώ ιδιαίτερα.

– Τι έχει το έντεχνο; Σας κουράζει; Είναι πομπώδεις οι στίχοι του;
Είναι πολύ ποιητικό για μένα και ψιλογκριτζάρω, να πω την αλήθεια (γέλια). Δεν είναι απλά εγκεφαλικός ο στίχος του έντεχνου, αλλά το όλο ύφος του, υπερβολικά ποιητικό και αφηγηματικό.

– Χαίρομαι, γιατί παρά το νεαρό της ηλικίας σας, έχετε άποψη γι’ αυτά που ακούτε γύρω σας και γι’ αυτά που τραγουδάτε. Ποιους καλλιτέχνες θεωρείτε συγγενείς σας αισθητικά;
Ρεπερτοριακά θα έλεγα πολλούς, αλλά είναι καινούργια η τάση της μουσικής που κάνουμε τώρα. Λαϊκά στοιχεία στη μελωδία και πολύ μοντέρνα στοιχεία στην παραγωγή από πίσω. Δεν υπάρχουν καλλιτέχνες παλιότερης γενιάς, με τους οποίους θα έλεγα ότι κάνουμε κάτι παρεμφερές. Ούτε με της Παπαρίζου τα τραγούδια ταιριάζουν τα δικά μου. Η Παπαρίζου έχει μια πάρα πολύ πιο ποπ προσέγγιση και μελωδικά και ενορχηστρωτικά.

– Παρόλο το νεαρό της ηλικίας σας, που σας προανάφερα, έχετε εισπράξει ανταγωνισμό;
Όχι, δεν τον έχω νιώσει…

– Σας αντιμετωπίζουν κάπως σαν το μικρό μας το παιδί;
Όχι γι’ αυτό, αλλά επειδή γενικά είμαι πάρα πολύ cool τύπος και δεν το βλέπω σαν διαγωνισμό αυτό που κάνουμε. Δεν βγάζω τραγούδια για να ξεπεράσω την άλλη σε νούμερα και σε κλικ. Ο χώρος είναι πολύ μικρός και δεν καταλαβαίνουν οι άνθρωποι. Όταν ήμουν έξω απ’ το χώρο και απ’ το χορό, έλεγα «Πω, πω, Παναγία μου, είναι αυτός κι ο ένας κι η άλλη», αλλά διαπίστωσα σύντομα πως όλοι είμαστε μία οικογένεια. Όλοι συνεργάζονται με όλους και γνωρίζονται μεταξύ τους. Επειδή λοιπόν κάνουμε από κοινού κάτι δημιουργικό, δε βλέπω το λόγο εγώ προσωπικά να ανταγωνιστώ κάποιον ή κάποια απ’ το χώρο. Το βλέπω συναγωνιστικά, όχι ανταγωνιστικά. Εδώ κάνουμε κι ωραίο καμαρίνι με τα κορίτσια, κάνουμε και λάιβ στο Tik Tok.

– Ναι, το έχετε αξιοποιήσει πετυχημένα το Tik Tok.
Δεν γίνεται στις μέρες μας να μη χρησιμοποιείς το Tik Tok, όχι μόνο αν είσαι καλλιτέχνης, αλλά και σε οτιδήποτε κάνεις. Είτε είσαι μάγειρας, είτε είσαι YouTuber. Το Tik Tok σου δίνει μια μεγάλη ευκαιρία να σε ανακαλύψει ο κόσμος. Θεωρώ ότι δεν γίνεται διαφορετικά στη γενιά μας, επειδή ακριβώς υπάρχει η υπερπληροφόρηση που λέγαμε. Θα χαθείς αν δεν είσαι μ’ ένα τρόπο στα social media.

– Μα δεν σας είχε βρει στο Tik Tok μέχρι και η Κριστίνα Αγκιλέρα;
Ναι, βέβαια, μου έχει πατήσει λάικ. Αυτές είναι οι ευκαιρίες που σου παρουσιάζονται.

– Διαβάζετε καθόλου;
Βιβλία εννοείτε; Ή αν διαβάζω, αν μελετώ γενικά; Είμαι περισσότερο οπτικοακουστικός τύπος. Θα δω ταινίες, μου αρέσουν πάρα πολύ τα ντοκιμαντέρ και έτσι εμπλουτίζω τις γνώσεις μου. Από παλιά ήμουν έτσι, μελετούσα ό,τι έπρεπε να μελετήσω για το σχολείο, αλλά πάντα προτιμούσα τα βιβλία με εικόνες.

– Τη χαίρεστε τη ζωή σας;
Πάρα πολύ! Τη χαίρομαι και την απολαμβάνω. Έχουν έρθει όλα πολύ ωραία και ομαλά, δεν έχει γίνει κάτι ξαφνικό ή απρόβλεπτο. Πραγματοποιήθηκαν όλα όσα ονειρευόμουν να μου συμβούν.

– Είστε 22 ετών.
Τον Άυγουστο θα κλείσω τα 22, άρα είμαι 21, μη με μεγαλώνετε (γέλια).

– Ωραία, είστε στα 21. Πως θα είσαστε στα 31 ή στα 41 σας;
Το φαντάζομαι κι εγώ πάρα πολύ αυτό και λέω «Θα έχω καταφέρει να είμαι το όνομα που θα ήθελα να γίνω; Θα έχω καταφέρει να διευρύνω τους ορίζοντες μου και στο εξωτερικό, που το έχω όνειρο; Θα έχω πάει μία Eurovision να την κερδίσω άμα λάχει; Θα πάω στην Αμερική ή σ’ ένα «The Voice» εξωτερικού; Σκέφτομαι καμιά φορά αν θα μπορέσω να κάνω έστω ένα παιδί αφού για την ώρα δεν είναι μέσα στα πλάνα μου. Θα θέλω τότε; Θα μπορέσω; Θα τα καταφέρω; Ελπίζω στα 41 μου να μην έχω απωθημένα.

– Με πολιτική δεν ασχολείστε, είπατε. Δεν σας απασχολεί, ωστόσο, ο κόσμος που ζείτε και που πάει από το κακό στο χειρότερο;
Με απασχολεί πάρα πολύ. Παρατηρώ ότι με τον καιρό ο κόσμος είναι πολύ πιο δυστυχισμένος. Το βλέπω ακόμη και στο δρόμο. Πολλά νεύρα μέχρι και στην οδήγηση.

– Οδηγείτε;
Ναι. Εκεί παρατηρώ πως οι άνθρωποι δεν είναι πολύ καλά και το κατανοώ. Ίσως γιατί όλοι κάνουν μηχανικά μια δουλειά και όχι αυτό που αγαπάνε και που ονειρεύονταν. Όπως εγώ, π.χ., που ονειρευόμουν να γίνω τραγουδίστρια και το κάνω. Υπάρχει κι η ακρίβεια, η φτώχεια που οδηγεί σε μια εθνική κατάθλιψη. Υπάρχει όμως και μία απάθεια εκεί που τα παλιά χρόνια θα’χε ξεσηκωθεί ο λαός. Διαβάζουμε στην ιστορία για συνεχόμενες επαναστάσεις του ελληνικού λαού, αλλά τώρα πια σε πράγματα που συμβαίνουν και που θα «σήκωναν» μια επανάσταση, βλέπεις απάθεια και να κοιτάει ο καθένας τον εαυτό του και το πώς θα τη βγάλει.

– Θα σας ενδιέφερε μέσα από το τραγούδι σας να κινήσετε έστω την επαναστατική χαμένη διάθεση των ανθρώπων;
Τι ωραία ερώτηση! Θα με ενδιέφερε σίγουρα κάποια στιγμή να μη μιλάνε τα τραγούδια μου μόνο για έρωτες και για αγάπες, όπως όλα τα λαϊκοπόπ τραγούδια, αλλά να περνάνε και κοινωνικά μηνύματα.

– Πως θα γίνει αυτό; Θα γίνετε…έντεχνη κι εσείς.
Μα αυτό αναρωτιέμαι, αλλά δεν χρειάζεται να’ναι κάτι τόσο ποιητικοφανές και πομπώδες. Θα ήθελα με τη δική μου μελωδία, μ’ αυτό που ταυτίζομαι, να βγάλω κι εγώ ένα κοινωνικό τραγούδι.

– Μπορείτε να το κάνετε λίγο αργότερα.
Σαφώς, γιατί όχι;

– Για το τέλος, θα σας αναφέρω μερικά ονόματα και θέλω να τα σχολιάσετε. Μάνος Χατζιδάκις.
Τον εκτιμώ, αλλά δεν θα κάτσω να ακούσω τα τραγούδια του στην καθημερινότητα μου. Απ’ το σχολείο ακόμη τον θεωρώ θεμέλιο στο ελληνικό τραγούδι.

– Μίκης Θεοδωράκης.
Επίσης την ίδια ακριβώς άποψη έχω. Είναι ιστορικά πρόσωπα αυτοί.

– Αλκίνοος Ιωαννίδης.
Ακουστά τον έχω.

– Madonna.
Δεν άκουγα ιδιαίτερα Madonna, αλλά αναγνωρίζω ότι είναι η βασίλισσα της ποπ και τη βαρύτητα που έχει. Περισσότερο προτιμώ vocalists με πολύ ισχυρά skills. Σ’ αυτούς θέλω να μοιάσω και η Madonna δεν ανήκει ανάμεσά τους.

– Έχετε αναλογιστεί ποτέ πως μπορεί κάποιοι συνάδελφοί σας να έκαναν καριέρες μεγάλες χωρίς να είναι vocalists, δηλαδή χωρίς να είναι ιδιαίτερα καλλίφωνοι;
Υπάρχουν πολλοί τέτοιοι καλλιτέχνες, αλλά και η προσωπικότητα παίζει μεγάλο ρόλο, αν είσαι καλή show – woman και καλός show – man. Μπορεί να μην το’χουν με το τραγούδι, αλλά βγαίνουν, λάμπουν και λιώνει το κοινό από κάτω. Θα σε διασκεδάσουν.

– Τα είπαμε όλα και σας ευχαριστώ.
Εγώ σας ευχαριστώ και, πραγματικά, ήταν πολύ ωραία η συνέντευξη αυτή.