Ο Τζέφρι Ευγενίδης γεννήθηκε το 1960 στο Ντιτρόιτ των ΗΠΑ. Το 1983 αποφοίτησε από το τμήμα Αγγλικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Μπράουν και στη συνέχεια πήρε μάστερ στην Δημιουργική Γραφή από το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ. Το 1986 κέρδισε υποτροφία από την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου για το διήγημα του «Καταφθάνει ο Γουίνστον, γεμάτος Άγιο Πνεύμα». Το 1993 ολοκλήρωσε το πρώτο του μυθιστόρημα «Αυτόχειρες Παρθένοι». Το 1999 κέρδισε υποτροφία από την Αμερικανική Ακαδημία Βερολίνου και έτσι έζησε για πέντε χρόνια εκεί. Το 2002 εξέδωσε το δεύτερο μυθιστόρημα του «Middlesex» και την επόμενη χρονιά τιμήθηκε γι ´αυτό με το σημαντικό αμερικανικό βραβείο Πούλιτζερ. Το 2007 άρχισε να διδάσκει Δημιουργική Γραφή στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον και την επόμενη χρονιά επιμελήθηκε την έκδοση της ανθολογίας ερωτικών διηγημάτων «Της αγάπης μου ο σπουργίτης πέταξε».
Ήθελα να γίνω συγγραφέας από τα 15 μου. Στη συνέχεια αντιμετώπισα το ζήτημα πιο μεθοδικά. Αποφάσισα ότι έπρεπε να αποκτήσω έναν όγκο γνώσης που θα με βοηθούσε να γίνω πιο εύκολα συγγραφέας.
Αναζήτησα κάτι άλλο στη ζωή μου. Ο πατέρας μου ήταν επιχειρηματίας και ασχολιόταν με τον τραπεζικό τομέα -ιδιαίτερα με τα στεγαστικά δάνεια. Νομίζω ότι είναι συχνό φαινόμενο τα παιδιά ανθρώπων που τα πηγαίνουν καλά στις επιχειρήσεις να αναζητούν κάτι άλλο στη ζωή τους.
Πιστεύω ότι για να γίνει κάποιος συγγραφέας πρέπει να διαθέτει ένα καλά ταξινομημένο και αναλυτικό μυαλό. Χρειάζεται να έχει ένα ικανοποιητικό απόθεμα γνώσεων -επιστημονικών, ιστορικών και λογοτεχνικών- και ένα είδος διανοητικής ικανότητας που να του επιτρέπει να βάζει σε τάξη σκόρπια γεγονότα.
Η πρώτη παράγραφος κάθε μυθιστορήματος είναι το DNA του. Επειδή συνήθως είναι αυτή που υποδεικνύει το στυλ του βιβλίου, το είδος της αφήγησης, πώς θα είναι οι χαρακτήρες. Μερικές φορές σε αφήνει να πάρεις μία γεύση ακόμη και από την πλοκή.
Οι περισσότεροι άνθρωποι διαβάζουν επειδή τους ενδιαφέρει η πλοκή και η ιστορία. Διαβάζουν για να νιώσουν αγκιστρωμένοι από το ενδιαφέρον που μπορεί να προκαλέσει μια αφήγηση.
Το βιβλίο είναι εμπειρία. Όταν γράφω, ποτέ δεν έχω στο μυαλό μου έναν σκοπό που θέλω να πετύχω ή ένα μήνυμα που θέλω να περάσω. Για μένα ένα βιβλίο περικλείει τεράστια εμπειρία.
Τα μυθιστορήματα είναι ευρύχωρα. Σου αφήνουν πολύ χώρο για να ενσωματώσεις όποια καινούργια ιδέα μπορεί να σου έρθει στο μυαλό. Από τη μία μένεις πιστός και από την άλλη κάνεις απιστίες στο αρχικό ερέθισμα που σε έκανε να θέλεις να ασχοληθείς με μία συγκεκριμένη ιστορία. Αν τα πράγματα στη γραφή ενός μεγάλου κειμένου εξελιχθούν άσχημα, το καλύτερο που έχει να κάνει ο συγγραφέας είναι να πετάξει αυτό που έγραψε στα σκουπίδια.
Προφανώς η ανθρώπινη ύπαρξη είναι ένα φως στο σκοτάδι που μας περιβάλλει. Ευτυχώς που τις περισσότερες φορές αυτό το φως είναι παρόν. Ευτυχώς τα πράγματα που μας αναγκάζουν να σκεφτούμε για να μπορέσουμε να τα αποκρυπτογραφήσουμε είναι πάρα πολλά.
Προβληματική επανάσταση. Μια επανάσταση η οποία βασίζεται στη βεβαιότητα που μας παρέχουν τα λόγια του Θεού είναι για μένα προβληματική και δεν στηρίζεται στη λογική.
Στα βιβλία δεν υπάρχουν χαρακτήρες που είναι ή ήταν υπαρκτά πρόσωπα. Απλώς ορισμένοι μοιάζουν περισσότερο με τους ανθρώπους που πιστεύουμε ότι υπάρχουν στην αληθινή ζωή.
Όταν διαβάζω έναν πολύ καλό συγγραφέα, τις περισσότερες φορές νιώθω σαν να με ξυπνάει από μια κατάσταση ύπνωσης. Τουλάχιστον μισή ώρα αφού διαβάσω Ναμπόκοφ ή άλλο συγγραφέα τέτοιο διαμετρήματος, νιώθω συνήθως ότι το πνεύμα μου βρίσκεται σε μεγαλύτερη εγρήγορση. Ίσως αυτή είναι η χρησιμότητα της λογοτεχνίας.
Πιστεύω ότι ο Φίλιπ Ροθ ζει μια περίοδο δεύτερης άνθησης. Διότι ποτέ δεν έμεινε προσκολλημένος σε έναν τομέα. Δοκίμασε να περάσει από πολλά συγγραφικά μονοπάτια, τα οποία τον οδήγησαν σε εκείνο που υπήρξε τελικά το πιο καρπερό.
Η έμπνευση είναι υπερεκτιμημένη έννοια. Το καλύτερο για κάποιον δημιουργό είναι να διατηρεί σταθερή και συστηματική επαφή με το αντικείμενο της δουλειάς του.
Μερικοί άνθρωποι γράφουν επιθυμώντας διακαώς την αθανασία. Αυτό δεν υπήρξε ποτέ για μένα κίνητρο. Μου φαίνεται θρασύ και αλαζονικό να πιστεύει κάποιος ότι η δουλειά του θα συνεχίσει να ζει ακόμη και όταν εκείνος δεν θα υπάρχει.
Συγγραφή και μαθηματικά. Η συγγραφή απαιτεί ένα είδος δόμησης και ανάλυσης των πραγμάτων, το οποίο βρίσκεται πολύ πιο κοντά στην επιστήμη και στα μαθηματικά απ’ όσο πολλοί άνθρωποι φαντάζονται.
Ο μοντερνισμός. Οι λογοτέχνες που εκπροσώπησαν τον μοντερνισμό ένιωθαν σαν αρχιερείς του πολιτισμού. Κάποιες από τις μεγαλεπήβολες ιδέες αυτών των ανθρώπων τις υιοθέτησα και εγώ.
Ο Τζέφρι Ευγενίδης γεννήθηκε το 1960 στο Ντιτρόιτ των ΗΠΑ. Το 1983 αποφοίτησε από το τμήμα Αγγλικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Μπράουν και στη συνέχεια πήρε μάστερ στην Δημιουργική Γραφή από το Πανεπιστήμιο Στάνφορντ. Το 1986 κέρδισε υποτροφία από την Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου για το διήγημα του «Καταφθάνει ο Γουίνστον, γεμάτος Άγιο Πνεύμα». Το 1993 ολοκλήρωσε το πρώτο του μυθιστόρημα «Αυτόχειρες Παρθένοι». Το 1999 κέρδισε υποτροφία από την Αμερικανική Ακαδημία Βερολίνου και έτσι έζησε για πέντε χρόνια εκεί. Το 2002 εξέδωσε το δεύτερο μυθιστόρημα του «Middlesex» και την επόμενη χρονιά τιμήθηκε γι ´αυτό με το σημαντικό αμερικανικό βραβείο Πούλιτζερ. Το 2007 άρχισε να διδάσκει Δημιουργική Γραφή στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον και την επόμενη χρονιά επιμελήθηκε την έκδοση της ανθολογίας ερωτικών διηγημάτων «Της αγάπης μου ο σπουργίτης πέταξε».
Ήθελα να γίνω συγγραφέας από τα 15 μου. Στη συνέχεια αντιμετώπισα το ζήτημα πιο μεθοδικά. Αποφάσισα ότι έπρεπε να αποκτήσω έναν όγκο γνώσης που θα με βοηθούσε να γίνω πιο εύκολα συγγραφέας.
Αναζήτησα κάτι άλλο στη ζωή μου. Ο πατέρας μου ήταν επιχειρηματίας και ασχολιόταν με τον τραπεζικό τομέα -ιδιαίτερα με τα στεγαστικά δάνεια. Νομίζω ότι είναι συχνό φαινόμενο τα παιδιά ανθρώπων που τα πηγαίνουν καλά στις επιχειρήσεις να αναζητούν κάτι άλλο στη ζωή τους.
Πιστεύω ότι για να γίνει κάποιος συγγραφέας πρέπει να διαθέτει ένα καλά ταξινομημένο και αναλυτικό μυαλό. Χρειάζεται να έχει ένα ικανοποιητικό απόθεμα γνώσεων -επιστημονικών, ιστορικών και λογοτεχνικών- και ένα είδος διανοητικής ικανότητας που να του επιτρέπει να βάζει σε τάξη σκόρπια γεγονότα.
Η πρώτη παράγραφος κάθε μυθιστορήματος είναι το DNA του. Επειδή συνήθως είναι αυτή που υποδεικνύει το στυλ του βιβλίου, το είδος της αφήγησης, πώς θα είναι οι χαρακτήρες. Μερικές φορές σε αφήνει να πάρεις μία γεύση ακόμη και από την πλοκή.
Οι περισσότεροι άνθρωποι διαβάζουν επειδή τους ενδιαφέρει η πλοκή και η ιστορία. Διαβάζουν για να νιώσουν αγκιστρωμένοι από το ενδιαφέρον που μπορεί να προκαλέσει μια αφήγηση.
Το βιβλίο είναι εμπειρία. Όταν γράφω, ποτέ δεν έχω στο μυαλό μου έναν σκοπό που θέλω να πετύχω ή ένα μήνυμα που θέλω να περάσω. Για μένα ένα βιβλίο περικλείει τεράστια εμπειρία.
Τα μυθιστορήματα είναι ευρύχωρα. Σου αφήνουν πολύ χώρο για να ενσωματώσεις όποια καινούργια ιδέα μπορεί να σου έρθει στο μυαλό. Από τη μία μένεις πιστός και από την άλλη κάνεις απιστίες στο αρχικό ερέθισμα που σε έκανε να θέλεις να ασχοληθείς με μία συγκεκριμένη ιστορία. Αν τα πράγματα στη γραφή ενός μεγάλου κειμένου εξελιχθούν άσχημα, το καλύτερο που έχει να κάνει ο συγγραφέας είναι να πετάξει αυτό που έγραψε στα σκουπίδια.
Προφανώς η ανθρώπινη ύπαρξη είναι ένα φως στο σκοτάδι που μας περιβάλλει. Ευτυχώς που τις περισσότερες φορές αυτό το φως είναι παρόν. Ευτυχώς τα πράγματα που μας αναγκάζουν να σκεφτούμε για να μπορέσουμε να τα αποκρυπτογραφήσουμε είναι πάρα πολλά.
Προβληματική επανάσταση. Μια επανάσταση η οποία βασίζεται στη βεβαιότητα που μας παρέχουν τα λόγια του Θεού είναι για μένα προβληματική και δεν στηρίζεται στη λογική.
Στα βιβλία δεν υπάρχουν χαρακτήρες που είναι ή ήταν υπαρκτά πρόσωπα. Απλώς ορισμένοι μοιάζουν περισσότερο με τους ανθρώπους που πιστεύουμε ότι υπάρχουν στην αληθινή ζωή.
Όταν διαβάζω έναν πολύ καλό συγγραφέα, τις περισσότερες φορές νιώθω σαν να με ξυπνάει από μια κατάσταση ύπνωσης. Τουλάχιστον μισή ώρα αφού διαβάσω Ναμπόκοφ ή άλλο συγγραφέα τέτοιο διαμετρήματος, νιώθω συνήθως ότι το πνεύμα μου βρίσκεται σε μεγαλύτερη εγρήγορση. Ίσως αυτή είναι η χρησιμότητα της λογοτεχνίας.
Πιστεύω ότι ο Φίλιπ Ροθ ζει μια περίοδο δεύτερης άνθησης. Διότι ποτέ δεν έμεινε προσκολλημένος σε έναν τομέα. Δοκίμασε να περάσει από πολλά συγγραφικά μονοπάτια, τα οποία τον οδήγησαν σε εκείνο που υπήρξε τελικά το πιο καρπερό.
Η έμπνευση είναι υπερεκτιμημένη έννοια. Το καλύτερο για κάποιον δημιουργό είναι να διατηρεί σταθερή και συστηματική επαφή με το αντικείμενο της δουλειάς του.
Μερικοί άνθρωποι γράφουν επιθυμώντας διακαώς την αθανασία. Αυτό δεν υπήρξε ποτέ για μένα κίνητρο. Μου φαίνεται θρασύ και αλαζονικό να πιστεύει κάποιος ότι η δουλειά του θα συνεχίσει να ζει ακόμη και όταν εκείνος δεν θα υπάρχει.
Συγγραφή και μαθηματικά. Η συγγραφή απαιτεί ένα είδος δόμησης και ανάλυσης των πραγμάτων, το οποίο βρίσκεται πολύ πιο κοντά στην επιστήμη και στα μαθηματικά απ’ όσο πολλοί άνθρωποι φαντάζονται.
Ο μοντερνισμός. Οι λογοτέχνες που εκπροσώπησαν τον μοντερνισμό ένιωθαν σαν αρχιερείς του πολιτισμού. Κάποιες από τις μεγαλεπήβολες ιδέες αυτών των ανθρώπων τις υιοθέτησα και εγώ.