Ο Γιαν Γκαρμπάρεκ γεννήθηκε στο Mysen της Νορβηγίας το 1947. Η οικογένειά του μετακόμισε αργότερα στο Όσλο και, σε ηλικία 14 ετών, ο Garbarek άκουσε για πρώτη φορά τον John Coltrane στο ραδιόφωνο, ο οποίος τον ενέπνευσε να ασχοληθεί με το σαξόφωνο. Ο Dexter Gordon, συχνός επισκέπτης τότε στη Νορβηγία, του έκανε επίσης μια πολύ βαθιά εντύπωση. Απέκτησε διεθνή φήμη στα μέσα της δεκαετίας του 1970 παίζοντας με το European Quartet του Keith Jarrett, το οποίο κυκλοφόρησε τα άλμπουμ “Belonging”, “My Song” και τις ζωντανές ηχογραφήσεις “Personal Mountains”, “Nude Ants” και “Sleeper”. Τέτοιες συνεργασίες, σύμφωνα με τα λόγια του βιογράφου του Jarrett, Ian Carr, ανέβασαν “την τέχνη της κλασικής τζαζ στο υψηλότερο σημείο της”.
Το 1979, ο Γκαρμπάρεκ ηχογράφησε το “Photo with Blue Sky”, το πρώτο από μια σειρά άλμπουμ με το Jan Garbarek Group, μια τακτική περιοδεύουσα μπάντα της οποίας η σύνθεση θα εξελισσόταν κατά τη διάρκεια των δεκαετιών. Ωστόσο, μόλις το 2007 ηχογράφησαν ένα ζωντανό άλμπουμ, το διπλό CD, “Dresden”. Όπως έγραψε ο Guardian για το συγκρότημα κατά την περιοδεία τους το 2007: “Η αντίθεση μεταξύ ενός έντονου τζαμαρισμένου ήχου και της τραγουδιστικής απλότητας των μελωδιών είναι πάντα το μαγικό μείγμα του Garbarek, αλλά αυτή εδώ η εκδοχή του συγκροτήματος έχει μια συναρπαστική ένταση”.
Η ανήσυχη μουσική φαντασία του Γκαρμπάρεκ, τόσο εμφανής σε όλες τις συνεργασίες του και σε αμέτρητα πρότζεκτ όλα αυτά τα χρόνια, συνεχίζει να τον οδηγεί μπροστά. Για το μουσικό του ταξίδι λέει: «Ποτέ δεν μένει πραγματικά στάσιμο. Δεν μπορείς σε καμία στιγμή να πεις: “Τώρα έφτασα σε κάτι”».
– Ταξιδεύετε συχνά;
Ναι, πολύ συχνά. Ταξιδεύω συνολικά έξι μήνες το χρόνο. Όταν κάνω περιοδεία καθημερινά ή πετάω ή θα οδηγώ. Τη χρονιά που μας πέρασε έκανα 120 συναυλίες σε όλο τον κόσμο. Αν και κουράστηκα, είναι υπέροχο να ξυπνάς και να είσαι κάθε μέρα σε άλλη πόλη, ανάμεσα σε άλλους ανθρώπους.
– Τι σας συγκινεί σ’ αυτό;
Είναι σαν να ζεις κάθε μέρα σε άλλο σκηνικό… Ο ίδιος άνθρωπος, σε διαφορετικό κάθε φορά σκηνικό.
– Πόσο σας επηρεάζει το σκηνικό σαν άνθρωπο, σαν καλλιτέχνη;
Με ερεθίζει… με εμπνέει.
– Τι απολαμβάνετε περισσότερο στις περιοδείες σας;
Τη στιγμή της συναυλίας… Είναι η ωραιότερη στιγμή της ημέρας.
– Γιατί;
Είναι η ώρα που τα πάντα ησυχάζουν… τα φώτα χαμηλώνουν, ένας μόνο προβολέας φωτίζει τη σκηνή κι έχεις ένα μόνο πράγμα να σκεφτείς εκεί πάνω. Μετά από μια ολόκληρη ημέρα που ασχολείσαι με πτήσεις, ξενοδοχεία, συνεντεύξεις, ξαφνικά τα πάντα γίνονται σιωπή. Συγκεντρώνεσαι σ’ αυτό που σου αρέσει, στο λόγο που υπάρχεις…
– Η σιωπή προηγείται της μουσικής ή έπεται;
Εγώ, όταν μιλάω για σιωπή, εννοώ τη στιγμή που συγκεντρωνόμαστε στους ήχους που κατοικούν μέσα στο σώμα μας και στο μυαλό μας. Για μένα δεν υπάρχει σιωπή με
την έννοια που ως συνήθως δίνουμε στη λέξη. Η σιωπή είναι η στιγμή που μπορούμε να ακούσουμε τους εσωτερικούς ήχους μας. Η σιωπή δεν είναι κενό. Η σιωπή γεμίζει, δεν αφήνει τίποτα κενό.
– Δεν ζούμε στιγμή απουσίας των ήχων ποτέ;
Ποτέ… Ο ήχος είναι πάντα παρών! Και να μη φτάνει από έξω στα αυτιά μας, φτάνει στα αυτιά μας από μέσα. Αν βρεθούμε σε ένα εξαιρετικά μονωμένο δωμάτιο –που δεν μπορεί να εισέλθει από πουθενά ο ήχος–, τότε αρχίζουμε να ακούμε το σώμα μας, τους ήχους του, τους ρυθμούς του. Τότε συγκεντρωνόμαστε πιο εύκολα στους ήχους μας.
– Ο θάνατος είναι το πέρασμα του ανθρώπου στο σύμπαν της σιωπής;
(χαμογελάει) Πριν γεννηθούμε και μετά το θάνατό μας η έννοια της σιωπής δεν υπάρχει… Η σιωπή δεν υπάρχει αν δεν υπάρχουμε εμείς να την αντιληφθούμε.
– Άρα, με το θάνατό μας επέρχεται και ο θάνατος της σιωπής…
Δεν πιστεύω γενικότερα ότι πεθαίνοντας εξαφανιζόμαστε… Εδώ είμαστε πάλι… Ζωντανοί ή πεθαμένοι, αποτελούμε ένα είδος αστρικής σκόνης. Υπ’ αυτή την έννοια, παραμένουμε ζωντανοί και μετά θάνατον! (χαμογελάει)
– Άρα, για σας τι είναι ο θάνατος;
Μια μικρή αλλαγή ίσως.
– Ούτε καν μεγάλη δηλαδή… (γέλια)
Στην ουσία, δεν αλλάζουμε καν λειτουργία. Ο ρόλος μας είναι να συμμετέχουμε σε μια συνεχή μετάλλαξη. Αν παρατηρήσετε τα σκουλήκια στο έδαφος, θα δείτε ότι αυτό που βάζουν στο στόμα τους από μπροστά το βγάζουν στη συνέχεια από πίσω. Με κάπως διαφορετικό τρόπο ίσως, αλλά η πρώτη ύλη παραμένει η ίδια. Κι εμείς κάνουμε ακριβώς το ίδιο με τον αέρα, με την τροφή, με τα πάντα. Ίσως να μην ακούγεται και πολύ ρομαντικό, πιστεύω όμως ότι αυτή είναι η αλήθεια.
– Αν ο θάνατος για τον άνθρωπο είναι μια μικρή αλλαγή,η ζωή τι είναι;
Η περιπέτεια της γνώσης. Για μένα, με το που γεννιόμαστε, αμέσως ένα πέπλο αρχίζει να μας σκεπάζει… Το πέπλο της γνώσης, που σκεπάζει το πρόσωπο της αθωότητας. Η ώρα που πεθαίνουμε ίσως είναι η στιγμή που κάποιος τραβάει και πάλι από πάνω μας το πέπλο και τα πράγματα αρχίζουν να ξεκαθαρίζουν και πάλι.
– Αν ο θάνατος είναι η καθαρότητα, η επιστροφή στην αθωότητα, τότε γιατί μας φοβίζει;
Εμένα δεν με φοβίζει καθόλου. Γιατί ξέρω ότι πάλι ο ίδιος θα είμαι. Με το θάνατο, απλώς, γινόμαστε ένα κράμα από χώμα, αέρα, νερό… Δεν βγαίνουμε από τη φύση… Απλώς, δεν μπορούμε να την έχουμε αντίκρυ και να τη βλέπουμε.
– Μικρός, έτσι φανταζόσασταν τη ζωή σας… όπως τη ζείτε τώρα;
Όχι… καθόλου. Όταν πήγαινα σχολείο, η επιθυμία μου ήταν να ασχοληθώ με τις γλώσσες. Γι’ αυτό και σπούδασα λατινικά και λίγα αρχαία ελληνικά. Ένας σπουδαίος δάσκαλός μου με μύησε στη συγκριτική μελέτη των γλωσσών… Η επιλογή μου ήταν να σπουδάσω λατινικά, αρχαία ελληνικά, αραβικά και σανσκριτικά, για να μπορέσω να συγκρίνω όλες αυτές τις γλώσσες με τη μητρική μου γλώσσα. Πήγα στο πανεπιστήμιο με σκοπό να κάνω πολωνικά – η μητρική γλώσσα του πατέρα μου. Πήγα δύο μήνες και από τότε δεν βρήκα χρόνο να ξαναγυρίσω στο πανεπιστήμιο, γιατί έπαιζα συνέχεια μουσική. Αυτή η κατάσταση συνεχίζεται μέχρι σήμερα και με κρατάει μακριά από τη μελέτη των γλωσσών αυτών. (γέλια)
– Πιστεύετε ότι ένας δάσκαλος είναι πάντα η αφορμή;
Ένας καλός δάσκαλος είναι πολύ σημαντικό στοιχείο…Αλλά η προδιάθεση είναι το σημαντικότερο. Αν υπάρχει η προδιάθεση στο μαθητή, μπορεί κάποιος να λειτουργήσει ως
δάσκαλος και εν τη απουσία του.
– Έχετε πιάσει ποτέ τον εαυτό σας να λέει «ήταν λάθος που δεν ανέπτυξα το ενδιαφέρον μου για τις γλώσσες»;
Πριν από μερικά χρόνια είπα στη γυναίκα μου ότι ποτέ δεν είχα την ευκαιρία να αναπτύξω αυτό το ενδιαφέρον μου. Κι εκείνη μου απάντησε: «Μα αυτό το ενδιαφέρον σου ανέπτυξες με τη μουσική… Προσπαθώντας να συνδυάσεις μουσικές από την Ινδία, από τη Νότια Αμερική… και διάφορες άλλες εθνικές μουσικές από όλες τις χώρες της Ευρώπης, δεν αναπτύσσεις παρά το ενδιαφέρον σου για τις γλώσσες…». Με άλλα λόγια, η μουσική είναι μια γλώσσα κι αυτή. Και μάλιστα, πιο ακριβής. Απόλυτα ακριβής… Αρκεί να χρησιμοποιείται για να εκφράσει κάτι αληθινό, δηλαδή κάτι που υπάρχει. Από μόνες τους οι νότες ή οι λέξεις δεν έχουν να πουν τίποτα. Αρχίζουν να αποκτούν σημασία όταν συλλαμβάνεις κάτι και θες να το πεις, να το εκφράσεις… Τότε και η ανάσα παίρνει άλλο νόημα. Το ενδιαφέρον βρίσκεται στο πνεύμα που κρύβεται πίσω από τις λέξεις. Ή τις νότες. Μπορεί να παίξεις χιλιάδες νότες και να μην προκαλέσεις καμιά αίσθηση… ως τη στιγμή που θα βάλεις ψυχή σ’ αυτό που κάνεις.
– Εσείς πώς ανακαλύψατε τη μουσική γλώσσα για να εκφράσετε αυτό που είχατε μέσα σας;
Ήταν ένα τυχαίο γεγονός.
– Πιστεύετε στην τύχη;
Η τύχη είναι μια έννοια που καλύπτει το ακατανόητο της μοίρας. Δηλαδή, όταν λέμε «τυχαίο γεγονός», είναι σαν να λέμε «μοιραίο γεγονός».
– Γιατί δεν το λέμε κατευθείαν «μοιραίο» να τελειώνουμε;
Γιατί είναι ευκολότερο να κατανοήσουμε το τυχαίο της στιγμής παρά να αποδεχτούμε το μοιραίο που προδικάζει την πορεία μιας ζωής.
– Ας είναι… Τι εννοείτε όταν λέτε ένα «τυχαίο γεγονός» σάς οδήγησε στη μουσική γλώσσα;
Εγώ στα 14 μου χρόνια, όταν συναντήθηκα για πρώτη φορά με τον Τζον Κόλτρεϊν, ήμουν ένα παιδί που δεν είχε καμιά σχέση με τη μουσική, δεν έπαιζα κανένα όργανο, δεν άκουγα μουσική… κανένα είδος μουσικής δεν με συγκινούσε… και ασχολιόμουν μόνο με τα μαθήματα του σχολείου και τον αθλητισμό.
– Και πώς προέκυψε αυτή η πρώτη σας –τυχαία υποθέτω– συνάντηση με τον Τζον Κόλτρεϊν;
Μια μέρα άνοιξα το ραδιόφωνο και άκουσα μια μουσική. Με άγγιξε αμέσως, με ταρακούνησε… Περίμενα ώσπου να τελειώσει το κομμάτι και άκουσα ότι αυτός που έπαιζε ήταν ο Τζον Κόλτρεϊν. Την άλλη μέρα κατέβηκα στην πόλη και έψαξα να βρω το δίσκο. Μου έδωσαν διάφορους δίσκους, που, όταν τους άκουσα, απογοητεύτηκα, γιατί ήταν μεν τζαζ, όμως κανένας δεν ήταν Κόλτρεϊν. Τέλος πάντων… Tηλεφώνησα στο σταθμό, μου είπαν ακριβώς πώς λεγόταν το κομμάτι, και έτσι το βρήκα. Αυτό ήταν… Από κει και πέρα, για δύο χρόνια το άκουγα κάθε μέρα πριν φύγω για το σχολείο. Βούρτσιζα τα δόντια μου και άκουγα το δίσκο. (γέλια)
– Τότε αλλάξατε σχέδια για το μέλλον σας;
Όχι, όχι… Στη Νορβηγία ήμουν σίγουρος ότι δεν μπορούσες να ζήσεις ως μουσικός της τζαζ. Δεν έπαψα να ελπίζω σε μια ακαδημαϊκή καριέρα. Γι’ αυτό και δεν έκανα σπουδές γύρω από τη μουσική, παρόλο που με ενδιέφερε πολύ.
– Και πώς τελικά γίνατε μουσικός;
Άρχισα να ασχολούμαι τόσο πολύ, που εκ των πραγμάτων κάποια στιγμή πλέον ήμουν μουσικός. Ποτέ όμως δεν πήρα την απόφαση να γίνω μουσικός. Απλώς, μου προέκυψε.
– Με τι όργανο ξεκινήσατε;
Με τράβηξε από την αρχή ο ήχος του Κόλτρεϊν, που έπαιζε σαξόφωνο, και από την αρχή άρχισα με σαξόφωνο… Αργότερα κατάλαβα ότι ο ήχος δεν ανήκει στο όργανο, αλ-
λά σ’ αυτόν που παίζει το όργανο… Όπως όταν διαβάζεις ένα ποίημα… Δεν μπορείς να πεις ότι αυτό που σε συγκινεί είναι η ιδέα του ποιήματος ως λογοτεχνικού είδους αλλά το μυαλό του ποιητή που έγραψε το συγκεκριμένο ποίημα. Όταν όμως κατανόησα αυτό το πράγμα, ήταν αργά… Είχα γίνει ένα με το σαξόφωνο.
– Μπορείτε σήμερα να μου πείτε τι ήταν αυτό που σας ταρακούνησε τότε και σας ώθησε στη μουσική;
Δεν ξέρω ακριβώς…Απλώς, μου φάνηκε μεγαλειώδες ένας άνθρωπος πολύ μεγαλύτερος από μένα σε ηλικία, που ζει κάπου στην Αμερική μια ζωή τελείως διαφορετική από τη δική μου, το χρώμα του είναι διαφορετικό, να κλείνεται σε ένα δωμάτιο κάπου στις ΗΠΑ και να παίζει το όργανό του, του οποίου ο ήχος αποτυπώνεται στο δίσκο, ο δίσκος να φτάνει στη Νορβηγία, να παίζεται στο ραδιόφωνο, να τον ακούω εγώ και να νιώθω τη ζωή μου ολόκληρη να αλλάζει… Δεν είναι μεγαλειώδες; Δεν αποδεικνύει τη δύναμη της μουσικής αυτό; Ίσως αυτό να με τρέλανε… Ίσως αυτό που με τρέλανε να ήταν η δύναμη της τέχνης και η σημασία τού να είσαι καλλιτέχνης. Δεν ξέρω…
– Ποια είναι η δύναμη της τέχνης σήμερα, για σας;
Δεν ξέρω… Το μόνο που ξέρω είναι ότι ένας άνθρωπος μπορεί μέσα από τη μουσική να εκφράσει την ψυχή του με έναν τρόπο που αντανακλά και την ψυχή ενός άλλου ανθρώπου χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. Η τέχνη έχει, με λίγα λόγια, τη δύναμη να μας κρατάει παρέα, να μη νιώθουν μοναξιά τα αισθήματά μας, οι σκέψεις μας… Εγώ, ακούγοντας Κόλτρεϊν, ένιωσα ότι ένας άνθρωπος άγνωστος σ’ εμένα είχε καταλάβει τι αισθανόμουν μέσα μου… και ας μη με ήξερε, ας μη με είχε δει ποτέ. Ένιωθα ότι εγώ κρατούσα το σαξόφωνο και εγώ έπαιζα αυτήν τη μουσική… Ένιωθα ότι αυτή η μουσική είναι δική μου, μου ανήκει, εγώ την παίζω μέσω του Κόλτρεϊν. Αν ήξερα σαξόφωνο εκείνη τη στιγμή, αυτήν τη μουσική θα έπαιζα αν άφηνα ελεύθερη την ψυχή μου! Δεν ήξερα κανένα όργανο… Άρα, έπρεπε γρήγορα να μάθω. Έτσι, ξεκίνησα… Και ο Κόλτρεϊν ήταν για μένα ένας μεγάλος δάσκαλος εν τη απουσία του, χωρίς να το θέλει. Γι’ αυτό και πριν είπα: απαραίτητος δεν είναι ο δάσκαλος αλλά η προδιάθεση του μαθητή!
– Μέσα από τον ήχο ενός μουσικού μπορείτε να διακρίνετε τώρα πια το χαρακτήρα του;
Σήμερα ναι… μπορώ.
– Ακούγοντας δέκα μεγάλους σαξοφωνίστες, μπορείτε –χωρίς να σας πουν ποιος παίζει, αν παίζουν το ίδιο μουσικό κομμάτι…– να καταλάβετε ποιος παίζει;
Απολύτως.
– Τι είναι αυτό που κάνει πίσω από την ίδια παρτιτούρα να διακρίνουμε τους διαφορετικούς ερμηνευτές;
Από ένα σημείο και μετά, ο μεγάλος ερμηνευτής κουβαλάει τον ήχο της ψυχής του σε ό,τι και αν παίζει. Με λίγα λόγια, από ένα σημείο και μετά, ο μεγάλος ερμηνευτής μεταμορφώνεται σε συνθέτη. Μπορεί να παίζει μια συγκεκριμένη παρτιτούρα, αλλά την παίζει με το δικό του ήχο. Γι’ αυτό, ακούμε την ίδια σύνθεση από διαφορετικό ερμηνευτή και είναι άλλο πράγμα… χωρίς να αλλοιωθεί στο ελάχιστο η αρχική σύνθεση. Η κάθε σύνθεση είναι ένας δρόμος… Όλοι οι ερμηνευτές κινούνται πάνω σ’ αυτό τον δρόμο. Μόνο που εμείς, κάθε φορά που ακούμε τη «διήγηση» κάθε ερμηνευτή για το τι είδε στη διαδρομή, βλέπουμε άλλα πράγματα· αυτά που συγκράτησε ή πρόσεξε ή έδωσε σημασία μεγαλύτερη ο ανάλογος ερμηνευτής. Ο δρόμος παραμένει ο ίδιος. (γέλια)
– Ποια είναι η πιο γοητευτική περίοδος στην ενασχόληση ενός μουσικού με τη μουσική γλώσσα;
Κάθε στιγμή έχει τη γοητεία της. Όταν ξεκινάς την επαφή σου με τη μουσική, μαθαίνεις να δημιουργείς τους ήχους.
– Πώς το μαθαίνεις αυτό;
Κυρίως, ακούγοντας τους άλλους. Όπως τα παιδιά, τα νήπια τις λέξεις. Στην αρχή παίζεις τους ήχους όπως τους ακούς ή, αλλιώτικα, παίζεις ό,τι ακούς. Εγώ το μόνο που άκουγα στην αρχή ήταν Κόλτρεϊν. Ήταν φυσικό ο ήχος που έβγαζα στο σαξόφωνο να θύμιζε Κόλτρεϊν. Δηλαδή, αν έχεις μια κάποια αντίληψη για την αρχιτεκτονική και ζεις κοντά στην Ακρόπολη και αυτή είναι το μόνο αρχιτεκτόνημα που βλέπεις, θα αρχίσεις να φτιάχνεις κτήρια με… κολόνες και τέτοια.
– Έχετε έρθει στην Αθήνα και βλέπετε όμως ότι δεν είναι έτσι… (γέλια)
Ναι… Γιατί οι αρχιτέκτονες που ζουν και σχεδιάζουν κτήρια στην Αθήνα δεν βλέπουν την Ακρόπολη, αλλά τηλεόραση και αρχιτεκτονικά περιοδικά. Αυτό συμβαίνει και στη μουσική… Γι’ αυτό και γεμίσαμε τερατουργήματα. Γιατί οι άνθρωποι –οι «μουσικοί»– δεν κοιτάνε τι θέλει η ψυχή τους, αλλά τι θέλουν να ακούσουν τα αυτιά των παραγωγών τους.
– Αυτό που αισθανθήκατε εκείνη την πρώτη φορά ακούγοντας Κόλτρεϊν το αισθανθήκατε ξανά με κάποιον άλλο μουσικό αργότερα;
Όχι… δεν θα το ’λεγα. Τίποτε δεν συγκρίνεται με την πρώτη φορά… Γενικότερα στη ζωή ισχύει αυτό. Το επόμενο είναι πολύ διαφορετικό. Μετά από εκείνη την πρώτη «συνάντηση», ακολούθησαν πάρα πολλές πολύ έντονες με άλλους μουσικούς, με άλλους συνθέτες, με άλλα μουσικά είδη… Η πρώτη εμπειρία όμως, όπως σας είπα, ήταν σαν να μου άνοιξε μια πόρτα…
– Μήπως η γνώση στερεί από τους ανθρώπους την ένταση του αισθήματος που νιώθουν όταν ανακαλύπτουν το νέο;
Η αλήθεια είναι ότι η γνώση, όταν αρχίζεις να αποκτάς γνώσεις στο αντικείμενο με το οποίο ασχολείσαι, είναι σαν να φοράς ένα βέλο, που κάποια στιγμή χρειάζεται να αποτινάξεις από πάνω σου για να ξαναβρείς τον αυθορμητισμό σου. Σε ανθρώπους με σημαντικές μουσικές γνώσεις, πολλές φορές, το βέλο αυτό συσκοτίζει τα πράγματα… Πιστεύω όμως ότι η πραγματική γνώση οδηγεί κάποια στιγμή στον αυθορμητισμό… Η γνώση δηλαδή είναι ένα σκαλοπάτι, αλλά δεν είναι το τελευταίο, σίγουρα.
– Όταν σας συγκινεί πολύ ένας μουσικός, θέλετε να μάθετε τα πάντα γι’ αυτόν;
Όχι.
– Σκέφτεστε «Tι καλά θα ήταν να παίξω κάποτε με αυτόν»;
Ούτε…
– Δεν θα θέλατε –αν μπορούσε να γίνει– να παίζατε έστω και μία φορά με τον Κόλτρεϊν;
Ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό κάτι τέτοιο. Ούτε θέλησα ποτέ να πάω να τον γνωρίσω. Είμαι πλήρης ευτυχίας που άκουσα τη μουσική του. Ξέρω, άλλωστε, πολλούς μουσικούς που η μουσική τους με αγγίζει συναισθηματικά και με εμπνέει, αλλά οι ίδιοι δεν μου αρέσουν καθόλου ως άνθρωποι.
– Πώς φαντάζεστε ότι ήταν ο Κόλτρεϊν ως άνθρωπος;
Αν και δεν προσπάθησα ποτέ να τον συναντήσω ή να μάθω πώς ήταν ως άνθρωπος, εντούτοις τον έχω φανταστεί… Τον έχω, βέβαια, δει μια φορά να παίζει και τον άκουσα να μιλάει σε μια συνέντευξη. Έχω, επίσης, διαβάσει τα πάντα γύρω από αυτόν… Αλλά δεν μπορώ να πω τι σόι άνθρωπος είναι… Μπορώ να πω πώς θα ήθελα να είναι.
– Πώς θα θέλατε;
Όπως τον φαντάστηκα… Eσωστρεφής, πολύ ειλικρινής και αρκετά σοβαρός.
– Πιστεύετε ότι υπάρχει, συχνά, απόσταση μεταξύ του καλλιτέχνη ως ανθρώπου και του έργου του;
Το έχω δει αυτό… Άρα, το πιστεύω από μια άποψη. Μόνο που δεν υπάρχει απόσταση μέσα στον καλλιτέχνη αλλά στα μάτια των ανθρώπων που τον βλέπουν. Ως συνήθως κρίνουμε τον καλλιτέχνη με τα δικά μας κριτήρια… αγνοώντας τον.
– Πρέπει να αποδέχεστε ένα μουσικό και ως άνθρωπο για να παίξετε μαζί του;
Όχι απαραίτητα. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι τι μου προκαλεί όταν παίζουμε.
– Τι κάνει μια συνεργασία στη σκηνή σημαντική;
Ο ανταγωνισμός. Η διαφορά μου με τους άλλους μουσικούς με κάνει και τους κάνει στη σκηνή μάχιμους… Μάχεται ο ένας τον άλλον! (γέλια)
– Έχει τύχει ποτέ να τελειώσει μια τέτοια μάχη με απώλειες;
Η απώλεια είναι να μη συνεργαστούμε ξανά. Αλλά η μάχη είναι απαραίτητη, γιατί μόνο έτσι μπορεί να βγει κάτι δημιουργικό. Για να δημιουργήσεις μια ενδιαφέρουσα ομάδα μουσικών, χρειάζεσαι διαφορετικούς χαρακτήρες, διαφορετικές αποχρώσεις παιξίματος… Ακόμη και η δυσλειτουργία μπορεί να φανεί χρήσιμη σε αυτές τις περιπτώσεις. Ένα γκρουπ αναζητάει την αρμονία. Δεν ξεκινάει αρμονικά, γιατί τότε δεν έχει στόχο… Αυτό συμβαίνει και στη ζωή, στις σχέσεις των ανθρώπων. Φαντάζεστε να παντρεύονταν άνθρωποι που συμφωνούσαν σε όλα; Ο γάμος θα ήταν ο θάνατός τους.
– Έχετε καταλάβει τι είναι η επιτυχία; Πώς καταφέρνει κάποιος να κάνει επιτυχία;
Ακούγοντας Κόλτρεϊν, καταλάβαινες γρήγορα ότι πρόκειται για κάτι πολύ σύνθετο, πολύ δύσκολο να κατανοηθεί. Και όμως, ακούγοντάς τον, μη γνωρίζοντας τίποτε, νιώθεις ότι σε αφορά… Η επιτυχία είναι άμεσα συνδεδεμένη με την αλήθεια· άλλο αν συχνά τη συνδέουν με την εμπορικότητα. Για μένα, πετυχαίνεις αν καταφέρεις να πεις αυτό που αισθάνεσαι… Εμπορικός είσαι αν σε αγοράσει έστω και ένας γιατί κάτι αισθάνθηκε… Η εμπορικότητα είναι πολύ σχετικό πράγμα.
– Και όμως, τα μεγάλα ονόματα της μουσικής είναι και αυτά που έχουν πουλήσει χιλιάδες δίσκους.
Το σημαντικό κάποτε θα πουλήσει, θα γίνει κλασικό. Αλλά είμαι σίγουρος ότι κανένας μεγάλος συνθέτης, σημαντικός μουσικός δεν είχε στο μυαλό του να πουλήσει εκατομμύρια δίσκους όταν συνέθετε κάτι… Ο Κιθ Τζάρετ στην Πολωνία έπαιξε ένα σόλο πιάνο που έγινε δίσκος και πούλησε 1,5 εκατομμύριο αντίτυπα… Είμαι σίγουρος πως, όταν έπαιζε, ούτε που το φανταζόταν… Άλλωστε, συνέχισε να παίζει, να κάνει δίσκους, αλλά να μην πουλάει αντίστοιχα νούμερα. Η επιτυχία κρύβεται στην ειλικρίνεια μόνο. Η επιτυχία είναι να δραπετεύσει το αίσθημα και να βρει τις άλλες ψυχές να τα πούνε.
– Υπάρχουν παγίδες για το μουσικό;
Στη μουσική υπάρχουν τόσες παγίδες όσοι είναι και οι μουσικοί. Η κυριότερη παγίδα του μουσικού είναι ο εαυτός του. Οι παγίδες έχουν άμεση σχέση με το χώρο και το χρόνο. Για να τις αποφύγεις, πρέπει να τις ανακαλύψεις την κατάλληλη στιγμή, αλλιώς πέφτεις μέσα. Στο δάσος της μουσικής πίσω από το επόμενο δέντρο κρύβεται μια νέα παγίδα. Ποτέ δεν ξέρεις… Γι’ αυτό, η μουσική, αλλά και η ζωή, θέλει συνεχή εγρήγορση… Αυτή η εγρήγορση, όσο κουραστική και αν είναι, σε διατηρεί δημιουργικό. Γινόμαστε δημιουργικοί στην προσπάθεια να αποφύγουμε τις παγίδες.
– Τι είναι αυτό που κάνει τον Μπετόβεν, τον Μπαχ τόσο μεγάλους στη συνείδησή μας;
Η απόσταση από το κοινό μέτρο. Για όλους εμάς υπάρχει ένα μέτρο που πρέπει να μην ξεχνάμε, αν θέλουμε να συνεχίσουμε να δημιουργούμε… Γι’ αυτούς δεν υπάρχει μέτρο. Δημιούργησαν το δικό τους μέτρο. Και είναι σε μεγάλη απόσταση από το μέτρο το δικό μας… Αυτοί οι άνθρωποι κατάφεραν να ζήσουν ανάμεσα στον άνθρωπο και στο Θεό.
– Άγγιξαν κάποιες στιγμές το Θεό;
Ίσως… Ίσως είναι άτομα που κατάφεραν να ανοίξουν μια τρύπα στον τοίχο και να δουν πολύ περισσότερα πράγματα από αυτά που βλέπουμε όλοι εμείς. Αυτό που τους κάνει
εξαιρετικούς είναι ότι κατάφεραν να μας μεταδώσουν αυτά που είδαν. Ίσως αυτός να είναι ο ορισμός του καλλιτέχνη: αυτός που έχει το χάρισμα να μας κάνει να βλέπουμε αυτό που είδε.
– Τι είναι ο Θεός; Μια που τον αναφέρατε πριν, ρωτώ…(γέλια)
Νιώθω πολύ ευτυχής που δηλώνω ότι δεν μου είναι απαραίτητο να ξέρω τι είναι ο Θεός για να ζήσω… Δηλώνω ότι ιδέα δεν έχω γι’ αυτά τα πράγματα… Για μένα, ο Θεός κρύβεται πίσω από τους τοίχους που μας περιβάλλουν… Γι’ αυτό ρίχνουμε τοίχους. Για να τον δούμε. Μπορεί και να μην τον δούμε ποτέ… Σημασία έχει ότι οι τοίχοι πέσανε, μπορούμε να τρέξουμε στο λιβάδι ελεύθεροι.
– Πιστεύετε πως ό,τι θέλουμε πολύ στη ζωή το πετυχαίνουμε;
Νομίζω ότι πρόκειται για ένα μεγάλο λάθος, πάνω στο οποίο έχει στηριχτεί όλο το οικοδόμημα της αμερικανικής κοινωνίας. Όλοι στην Αμερική θέλουν να γίνουν πλούσιοι, πολύ λίγοι όμως το καταφέρνουν. Γιατί; Γιατί το «θέλω μετά μανίας» δεν είναι το παν.
– Τι είναι το παν;
Να ζήσεις όσο το δυνατόν καλύτερα τη μοίρα σου.
– Τι ωραίο θα θέλατε να δείτε ανοίγοντας τώρα ένα παράθυρο;
Το ωραίο υπάρχει στα μάτια μου προτού ανοίξω το παράθυρο… Αν δεν υπάρχει από πριν, δεν μπορεί να έρθει ανοίγοντας ένα παράθυρο. Κάθε εικόνα είναι ωραία αρκεί να μπορείς να δεις την ωραιότητά της. Η φαντασία κάνει τα πράγματα ωραία. Το ενδιαφέρον…
– Πείτε μου το πιο ενδιαφέρον πράγμα που είδαν τα μάτια σας.
Να πετυχαίνουν οι επιλογές μου.
– Σας ευχαριστώ.
Κι εγώ.
Ο Γιαν Γκαρμπάρεκ γεννήθηκε στο Mysen της Νορβηγίας το 1947. Η οικογένειά του μετακόμισε αργότερα στο Όσλο και, σε ηλικία 14 ετών, ο Garbarek άκουσε για πρώτη φορά τον John Coltrane στο ραδιόφωνο, ο οποίος τον ενέπνευσε να ασχοληθεί με το σαξόφωνο. Ο Dexter Gordon, συχνός επισκέπτης τότε στη Νορβηγία, του έκανε επίσης μια πολύ βαθιά εντύπωση. Απέκτησε διεθνή φήμη στα μέσα της δεκαετίας του 1970 παίζοντας με το European Quartet του Keith Jarrett, το οποίο κυκλοφόρησε τα άλμπουμ “Belonging”, “My Song” και τις ζωντανές ηχογραφήσεις “Personal Mountains”, “Nude Ants” και “Sleeper”. Τέτοιες συνεργασίες, σύμφωνα με τα λόγια του βιογράφου του Jarrett, Ian Carr, ανέβασαν “την τέχνη της κλασικής τζαζ στο υψηλότερο σημείο της”.
Το 1979, ο Γκαρμπάρεκ ηχογράφησε το “Photo with Blue Sky”, το πρώτο από μια σειρά άλμπουμ με το Jan Garbarek Group, μια τακτική περιοδεύουσα μπάντα της οποίας η σύνθεση θα εξελισσόταν κατά τη διάρκεια των δεκαετιών. Ωστόσο, μόλις το 2007 ηχογράφησαν ένα ζωντανό άλμπουμ, το διπλό CD, “Dresden”. Όπως έγραψε ο Guardian για το συγκρότημα κατά την περιοδεία τους το 2007: “Η αντίθεση μεταξύ ενός έντονου τζαμαρισμένου ήχου και της τραγουδιστικής απλότητας των μελωδιών είναι πάντα το μαγικό μείγμα του Garbarek, αλλά αυτή εδώ η εκδοχή του συγκροτήματος έχει μια συναρπαστική ένταση”.
Η ανήσυχη μουσική φαντασία του Γκαρμπάρεκ, τόσο εμφανής σε όλες τις συνεργασίες του και σε αμέτρητα πρότζεκτ όλα αυτά τα χρόνια, συνεχίζει να τον οδηγεί μπροστά. Για το μουσικό του ταξίδι λέει: «Ποτέ δεν μένει πραγματικά στάσιμο. Δεν μπορείς σε καμία στιγμή να πεις: “Τώρα έφτασα σε κάτι”».
– Ταξιδεύετε συχνά;
Ναι, πολύ συχνά. Ταξιδεύω συνολικά έξι μήνες το χρόνο. Όταν κάνω περιοδεία καθημερινά ή πετάω ή θα οδηγώ. Τη χρονιά που μας πέρασε έκανα 120 συναυλίες σε όλο τον κόσμο. Αν και κουράστηκα, είναι υπέροχο να ξυπνάς και να είσαι κάθε μέρα σε άλλη πόλη, ανάμεσα σε άλλους ανθρώπους.
– Τι σας συγκινεί σ’ αυτό;
Είναι σαν να ζεις κάθε μέρα σε άλλο σκηνικό… Ο ίδιος άνθρωπος, σε διαφορετικό κάθε φορά σκηνικό.
– Πόσο σας επηρεάζει το σκηνικό σαν άνθρωπο, σαν καλλιτέχνη;
Με ερεθίζει… με εμπνέει.
– Τι απολαμβάνετε περισσότερο στις περιοδείες σας;
Τη στιγμή της συναυλίας… Είναι η ωραιότερη στιγμή της ημέρας.
– Γιατί;
Είναι η ώρα που τα πάντα ησυχάζουν… τα φώτα χαμηλώνουν, ένας μόνο προβολέας φωτίζει τη σκηνή κι έχεις ένα μόνο πράγμα να σκεφτείς εκεί πάνω. Μετά από μια ολόκληρη ημέρα που ασχολείσαι με πτήσεις, ξενοδοχεία, συνεντεύξεις, ξαφνικά τα πάντα γίνονται σιωπή. Συγκεντρώνεσαι σ’ αυτό που σου αρέσει, στο λόγο που υπάρχεις…
– Η σιωπή προηγείται της μουσικής ή έπεται;
Εγώ, όταν μιλάω για σιωπή, εννοώ τη στιγμή που συγκεντρωνόμαστε στους ήχους που κατοικούν μέσα στο σώμα μας και στο μυαλό μας. Για μένα δεν υπάρχει σιωπή με
την έννοια που ως συνήθως δίνουμε στη λέξη. Η σιωπή είναι η στιγμή που μπορούμε να ακούσουμε τους εσωτερικούς ήχους μας. Η σιωπή δεν είναι κενό. Η σιωπή γεμίζει, δεν αφήνει τίποτα κενό.
– Δεν ζούμε στιγμή απουσίας των ήχων ποτέ;
Ποτέ… Ο ήχος είναι πάντα παρών! Και να μη φτάνει από έξω στα αυτιά μας, φτάνει στα αυτιά μας από μέσα. Αν βρεθούμε σε ένα εξαιρετικά μονωμένο δωμάτιο –που δεν μπορεί να εισέλθει από πουθενά ο ήχος–, τότε αρχίζουμε να ακούμε το σώμα μας, τους ήχους του, τους ρυθμούς του. Τότε συγκεντρωνόμαστε πιο εύκολα στους ήχους μας.
– Ο θάνατος είναι το πέρασμα του ανθρώπου στο σύμπαν της σιωπής;
(χαμογελάει) Πριν γεννηθούμε και μετά το θάνατό μας η έννοια της σιωπής δεν υπάρχει… Η σιωπή δεν υπάρχει αν δεν υπάρχουμε εμείς να την αντιληφθούμε.
– Άρα, με το θάνατό μας επέρχεται και ο θάνατος της σιωπής…
Δεν πιστεύω γενικότερα ότι πεθαίνοντας εξαφανιζόμαστε… Εδώ είμαστε πάλι… Ζωντανοί ή πεθαμένοι, αποτελούμε ένα είδος αστρικής σκόνης. Υπ’ αυτή την έννοια, παραμένουμε ζωντανοί και μετά θάνατον! (χαμογελάει)
– Άρα, για σας τι είναι ο θάνατος;
Μια μικρή αλλαγή ίσως.
– Ούτε καν μεγάλη δηλαδή… (γέλια)
Στην ουσία, δεν αλλάζουμε καν λειτουργία. Ο ρόλος μας είναι να συμμετέχουμε σε μια συνεχή μετάλλαξη. Αν παρατηρήσετε τα σκουλήκια στο έδαφος, θα δείτε ότι αυτό που βάζουν στο στόμα τους από μπροστά το βγάζουν στη συνέχεια από πίσω. Με κάπως διαφορετικό τρόπο ίσως, αλλά η πρώτη ύλη παραμένει η ίδια. Κι εμείς κάνουμε ακριβώς το ίδιο με τον αέρα, με την τροφή, με τα πάντα. Ίσως να μην ακούγεται και πολύ ρομαντικό, πιστεύω όμως ότι αυτή είναι η αλήθεια.
– Αν ο θάνατος για τον άνθρωπο είναι μια μικρή αλλαγή,η ζωή τι είναι;
Η περιπέτεια της γνώσης. Για μένα, με το που γεννιόμαστε, αμέσως ένα πέπλο αρχίζει να μας σκεπάζει… Το πέπλο της γνώσης, που σκεπάζει το πρόσωπο της αθωότητας. Η ώρα που πεθαίνουμε ίσως είναι η στιγμή που κάποιος τραβάει και πάλι από πάνω μας το πέπλο και τα πράγματα αρχίζουν να ξεκαθαρίζουν και πάλι.
– Αν ο θάνατος είναι η καθαρότητα, η επιστροφή στην αθωότητα, τότε γιατί μας φοβίζει;
Εμένα δεν με φοβίζει καθόλου. Γιατί ξέρω ότι πάλι ο ίδιος θα είμαι. Με το θάνατο, απλώς, γινόμαστε ένα κράμα από χώμα, αέρα, νερό… Δεν βγαίνουμε από τη φύση… Απλώς, δεν μπορούμε να την έχουμε αντίκρυ και να τη βλέπουμε.
– Μικρός, έτσι φανταζόσασταν τη ζωή σας… όπως τη ζείτε τώρα;
Όχι… καθόλου. Όταν πήγαινα σχολείο, η επιθυμία μου ήταν να ασχοληθώ με τις γλώσσες. Γι’ αυτό και σπούδασα λατινικά και λίγα αρχαία ελληνικά. Ένας σπουδαίος δάσκαλός μου με μύησε στη συγκριτική μελέτη των γλωσσών… Η επιλογή μου ήταν να σπουδάσω λατινικά, αρχαία ελληνικά, αραβικά και σανσκριτικά, για να μπορέσω να συγκρίνω όλες αυτές τις γλώσσες με τη μητρική μου γλώσσα. Πήγα στο πανεπιστήμιο με σκοπό να κάνω πολωνικά – η μητρική γλώσσα του πατέρα μου. Πήγα δύο μήνες και από τότε δεν βρήκα χρόνο να ξαναγυρίσω στο πανεπιστήμιο, γιατί έπαιζα συνέχεια μουσική. Αυτή η κατάσταση συνεχίζεται μέχρι σήμερα και με κρατάει μακριά από τη μελέτη των γλωσσών αυτών. (γέλια)
– Πιστεύετε ότι ένας δάσκαλος είναι πάντα η αφορμή;
Ένας καλός δάσκαλος είναι πολύ σημαντικό στοιχείο…Αλλά η προδιάθεση είναι το σημαντικότερο. Αν υπάρχει η προδιάθεση στο μαθητή, μπορεί κάποιος να λειτουργήσει ως
δάσκαλος και εν τη απουσία του.
– Έχετε πιάσει ποτέ τον εαυτό σας να λέει «ήταν λάθος που δεν ανέπτυξα το ενδιαφέρον μου για τις γλώσσες»;
Πριν από μερικά χρόνια είπα στη γυναίκα μου ότι ποτέ δεν είχα την ευκαιρία να αναπτύξω αυτό το ενδιαφέρον μου. Κι εκείνη μου απάντησε: «Μα αυτό το ενδιαφέρον σου ανέπτυξες με τη μουσική… Προσπαθώντας να συνδυάσεις μουσικές από την Ινδία, από τη Νότια Αμερική… και διάφορες άλλες εθνικές μουσικές από όλες τις χώρες της Ευρώπης, δεν αναπτύσσεις παρά το ενδιαφέρον σου για τις γλώσσες…». Με άλλα λόγια, η μουσική είναι μια γλώσσα κι αυτή. Και μάλιστα, πιο ακριβής. Απόλυτα ακριβής… Αρκεί να χρησιμοποιείται για να εκφράσει κάτι αληθινό, δηλαδή κάτι που υπάρχει. Από μόνες τους οι νότες ή οι λέξεις δεν έχουν να πουν τίποτα. Αρχίζουν να αποκτούν σημασία όταν συλλαμβάνεις κάτι και θες να το πεις, να το εκφράσεις… Τότε και η ανάσα παίρνει άλλο νόημα. Το ενδιαφέρον βρίσκεται στο πνεύμα που κρύβεται πίσω από τις λέξεις. Ή τις νότες. Μπορεί να παίξεις χιλιάδες νότες και να μην προκαλέσεις καμιά αίσθηση… ως τη στιγμή που θα βάλεις ψυχή σ’ αυτό που κάνεις.
– Εσείς πώς ανακαλύψατε τη μουσική γλώσσα για να εκφράσετε αυτό που είχατε μέσα σας;
Ήταν ένα τυχαίο γεγονός.
– Πιστεύετε στην τύχη;
Η τύχη είναι μια έννοια που καλύπτει το ακατανόητο της μοίρας. Δηλαδή, όταν λέμε «τυχαίο γεγονός», είναι σαν να λέμε «μοιραίο γεγονός».
– Γιατί δεν το λέμε κατευθείαν «μοιραίο» να τελειώνουμε;
Γιατί είναι ευκολότερο να κατανοήσουμε το τυχαίο της στιγμής παρά να αποδεχτούμε το μοιραίο που προδικάζει την πορεία μιας ζωής.
– Ας είναι… Τι εννοείτε όταν λέτε ένα «τυχαίο γεγονός» σάς οδήγησε στη μουσική γλώσσα;
Εγώ στα 14 μου χρόνια, όταν συναντήθηκα για πρώτη φορά με τον Τζον Κόλτρεϊν, ήμουν ένα παιδί που δεν είχε καμιά σχέση με τη μουσική, δεν έπαιζα κανένα όργανο, δεν άκουγα μουσική… κανένα είδος μουσικής δεν με συγκινούσε… και ασχολιόμουν μόνο με τα μαθήματα του σχολείου και τον αθλητισμό.
– Και πώς προέκυψε αυτή η πρώτη σας –τυχαία υποθέτω– συνάντηση με τον Τζον Κόλτρεϊν;
Μια μέρα άνοιξα το ραδιόφωνο και άκουσα μια μουσική. Με άγγιξε αμέσως, με ταρακούνησε… Περίμενα ώσπου να τελειώσει το κομμάτι και άκουσα ότι αυτός που έπαιζε ήταν ο Τζον Κόλτρεϊν. Την άλλη μέρα κατέβηκα στην πόλη και έψαξα να βρω το δίσκο. Μου έδωσαν διάφορους δίσκους, που, όταν τους άκουσα, απογοητεύτηκα, γιατί ήταν μεν τζαζ, όμως κανένας δεν ήταν Κόλτρεϊν. Τέλος πάντων… Tηλεφώνησα στο σταθμό, μου είπαν ακριβώς πώς λεγόταν το κομμάτι, και έτσι το βρήκα. Αυτό ήταν… Από κει και πέρα, για δύο χρόνια το άκουγα κάθε μέρα πριν φύγω για το σχολείο. Βούρτσιζα τα δόντια μου και άκουγα το δίσκο. (γέλια)
– Τότε αλλάξατε σχέδια για το μέλλον σας;
Όχι, όχι… Στη Νορβηγία ήμουν σίγουρος ότι δεν μπορούσες να ζήσεις ως μουσικός της τζαζ. Δεν έπαψα να ελπίζω σε μια ακαδημαϊκή καριέρα. Γι’ αυτό και δεν έκανα σπουδές γύρω από τη μουσική, παρόλο που με ενδιέφερε πολύ.
– Και πώς τελικά γίνατε μουσικός;
Άρχισα να ασχολούμαι τόσο πολύ, που εκ των πραγμάτων κάποια στιγμή πλέον ήμουν μουσικός. Ποτέ όμως δεν πήρα την απόφαση να γίνω μουσικός. Απλώς, μου προέκυψε.
– Με τι όργανο ξεκινήσατε;
Με τράβηξε από την αρχή ο ήχος του Κόλτρεϊν, που έπαιζε σαξόφωνο, και από την αρχή άρχισα με σαξόφωνο… Αργότερα κατάλαβα ότι ο ήχος δεν ανήκει στο όργανο, αλ-
λά σ’ αυτόν που παίζει το όργανο… Όπως όταν διαβάζεις ένα ποίημα… Δεν μπορείς να πεις ότι αυτό που σε συγκινεί είναι η ιδέα του ποιήματος ως λογοτεχνικού είδους αλλά το μυαλό του ποιητή που έγραψε το συγκεκριμένο ποίημα. Όταν όμως κατανόησα αυτό το πράγμα, ήταν αργά… Είχα γίνει ένα με το σαξόφωνο.
– Μπορείτε σήμερα να μου πείτε τι ήταν αυτό που σας ταρακούνησε τότε και σας ώθησε στη μουσική;
Δεν ξέρω ακριβώς…Απλώς, μου φάνηκε μεγαλειώδες ένας άνθρωπος πολύ μεγαλύτερος από μένα σε ηλικία, που ζει κάπου στην Αμερική μια ζωή τελείως διαφορετική από τη δική μου, το χρώμα του είναι διαφορετικό, να κλείνεται σε ένα δωμάτιο κάπου στις ΗΠΑ και να παίζει το όργανό του, του οποίου ο ήχος αποτυπώνεται στο δίσκο, ο δίσκος να φτάνει στη Νορβηγία, να παίζεται στο ραδιόφωνο, να τον ακούω εγώ και να νιώθω τη ζωή μου ολόκληρη να αλλάζει… Δεν είναι μεγαλειώδες; Δεν αποδεικνύει τη δύναμη της μουσικής αυτό; Ίσως αυτό να με τρέλανε… Ίσως αυτό που με τρέλανε να ήταν η δύναμη της τέχνης και η σημασία τού να είσαι καλλιτέχνης. Δεν ξέρω…
– Ποια είναι η δύναμη της τέχνης σήμερα, για σας;
Δεν ξέρω… Το μόνο που ξέρω είναι ότι ένας άνθρωπος μπορεί μέσα από τη μουσική να εκφράσει την ψυχή του με έναν τρόπο που αντανακλά και την ψυχή ενός άλλου ανθρώπου χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. Η τέχνη έχει, με λίγα λόγια, τη δύναμη να μας κρατάει παρέα, να μη νιώθουν μοναξιά τα αισθήματά μας, οι σκέψεις μας… Εγώ, ακούγοντας Κόλτρεϊν, ένιωσα ότι ένας άνθρωπος άγνωστος σ’ εμένα είχε καταλάβει τι αισθανόμουν μέσα μου… και ας μη με ήξερε, ας μη με είχε δει ποτέ. Ένιωθα ότι εγώ κρατούσα το σαξόφωνο και εγώ έπαιζα αυτήν τη μουσική… Ένιωθα ότι αυτή η μουσική είναι δική μου, μου ανήκει, εγώ την παίζω μέσω του Κόλτρεϊν. Αν ήξερα σαξόφωνο εκείνη τη στιγμή, αυτήν τη μουσική θα έπαιζα αν άφηνα ελεύθερη την ψυχή μου! Δεν ήξερα κανένα όργανο… Άρα, έπρεπε γρήγορα να μάθω. Έτσι, ξεκίνησα… Και ο Κόλτρεϊν ήταν για μένα ένας μεγάλος δάσκαλος εν τη απουσία του, χωρίς να το θέλει. Γι’ αυτό και πριν είπα: απαραίτητος δεν είναι ο δάσκαλος αλλά η προδιάθεση του μαθητή!
– Μέσα από τον ήχο ενός μουσικού μπορείτε να διακρίνετε τώρα πια το χαρακτήρα του;
Σήμερα ναι… μπορώ.
– Ακούγοντας δέκα μεγάλους σαξοφωνίστες, μπορείτε –χωρίς να σας πουν ποιος παίζει, αν παίζουν το ίδιο μουσικό κομμάτι…– να καταλάβετε ποιος παίζει;
Απολύτως.
– Τι είναι αυτό που κάνει πίσω από την ίδια παρτιτούρα να διακρίνουμε τους διαφορετικούς ερμηνευτές;
Από ένα σημείο και μετά, ο μεγάλος ερμηνευτής κουβαλάει τον ήχο της ψυχής του σε ό,τι και αν παίζει. Με λίγα λόγια, από ένα σημείο και μετά, ο μεγάλος ερμηνευτής μεταμορφώνεται σε συνθέτη. Μπορεί να παίζει μια συγκεκριμένη παρτιτούρα, αλλά την παίζει με το δικό του ήχο. Γι’ αυτό, ακούμε την ίδια σύνθεση από διαφορετικό ερμηνευτή και είναι άλλο πράγμα… χωρίς να αλλοιωθεί στο ελάχιστο η αρχική σύνθεση. Η κάθε σύνθεση είναι ένας δρόμος… Όλοι οι ερμηνευτές κινούνται πάνω σ’ αυτό τον δρόμο. Μόνο που εμείς, κάθε φορά που ακούμε τη «διήγηση» κάθε ερμηνευτή για το τι είδε στη διαδρομή, βλέπουμε άλλα πράγματα· αυτά που συγκράτησε ή πρόσεξε ή έδωσε σημασία μεγαλύτερη ο ανάλογος ερμηνευτής. Ο δρόμος παραμένει ο ίδιος. (γέλια)
– Ποια είναι η πιο γοητευτική περίοδος στην ενασχόληση ενός μουσικού με τη μουσική γλώσσα;
Κάθε στιγμή έχει τη γοητεία της. Όταν ξεκινάς την επαφή σου με τη μουσική, μαθαίνεις να δημιουργείς τους ήχους.
– Πώς το μαθαίνεις αυτό;
Κυρίως, ακούγοντας τους άλλους. Όπως τα παιδιά, τα νήπια τις λέξεις. Στην αρχή παίζεις τους ήχους όπως τους ακούς ή, αλλιώτικα, παίζεις ό,τι ακούς. Εγώ το μόνο που άκουγα στην αρχή ήταν Κόλτρεϊν. Ήταν φυσικό ο ήχος που έβγαζα στο σαξόφωνο να θύμιζε Κόλτρεϊν. Δηλαδή, αν έχεις μια κάποια αντίληψη για την αρχιτεκτονική και ζεις κοντά στην Ακρόπολη και αυτή είναι το μόνο αρχιτεκτόνημα που βλέπεις, θα αρχίσεις να φτιάχνεις κτήρια με… κολόνες και τέτοια.
– Έχετε έρθει στην Αθήνα και βλέπετε όμως ότι δεν είναι έτσι… (γέλια)
Ναι… Γιατί οι αρχιτέκτονες που ζουν και σχεδιάζουν κτήρια στην Αθήνα δεν βλέπουν την Ακρόπολη, αλλά τηλεόραση και αρχιτεκτονικά περιοδικά. Αυτό συμβαίνει και στη μουσική… Γι’ αυτό και γεμίσαμε τερατουργήματα. Γιατί οι άνθρωποι –οι «μουσικοί»– δεν κοιτάνε τι θέλει η ψυχή τους, αλλά τι θέλουν να ακούσουν τα αυτιά των παραγωγών τους.
– Αυτό που αισθανθήκατε εκείνη την πρώτη φορά ακούγοντας Κόλτρεϊν το αισθανθήκατε ξανά με κάποιον άλλο μουσικό αργότερα;
Όχι… δεν θα το ’λεγα. Τίποτε δεν συγκρίνεται με την πρώτη φορά… Γενικότερα στη ζωή ισχύει αυτό. Το επόμενο είναι πολύ διαφορετικό. Μετά από εκείνη την πρώτη «συνάντηση», ακολούθησαν πάρα πολλές πολύ έντονες με άλλους μουσικούς, με άλλους συνθέτες, με άλλα μουσικά είδη… Η πρώτη εμπειρία όμως, όπως σας είπα, ήταν σαν να μου άνοιξε μια πόρτα…
– Μήπως η γνώση στερεί από τους ανθρώπους την ένταση του αισθήματος που νιώθουν όταν ανακαλύπτουν το νέο;
Η αλήθεια είναι ότι η γνώση, όταν αρχίζεις να αποκτάς γνώσεις στο αντικείμενο με το οποίο ασχολείσαι, είναι σαν να φοράς ένα βέλο, που κάποια στιγμή χρειάζεται να αποτινάξεις από πάνω σου για να ξαναβρείς τον αυθορμητισμό σου. Σε ανθρώπους με σημαντικές μουσικές γνώσεις, πολλές φορές, το βέλο αυτό συσκοτίζει τα πράγματα… Πιστεύω όμως ότι η πραγματική γνώση οδηγεί κάποια στιγμή στον αυθορμητισμό… Η γνώση δηλαδή είναι ένα σκαλοπάτι, αλλά δεν είναι το τελευταίο, σίγουρα.
– Όταν σας συγκινεί πολύ ένας μουσικός, θέλετε να μάθετε τα πάντα γι’ αυτόν;
Όχι.
– Σκέφτεστε «Tι καλά θα ήταν να παίξω κάποτε με αυτόν»;
Ούτε…
– Δεν θα θέλατε –αν μπορούσε να γίνει– να παίζατε έστω και μία φορά με τον Κόλτρεϊν;
Ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό κάτι τέτοιο. Ούτε θέλησα ποτέ να πάω να τον γνωρίσω. Είμαι πλήρης ευτυχίας που άκουσα τη μουσική του. Ξέρω, άλλωστε, πολλούς μουσικούς που η μουσική τους με αγγίζει συναισθηματικά και με εμπνέει, αλλά οι ίδιοι δεν μου αρέσουν καθόλου ως άνθρωποι.
– Πώς φαντάζεστε ότι ήταν ο Κόλτρεϊν ως άνθρωπος;
Αν και δεν προσπάθησα ποτέ να τον συναντήσω ή να μάθω πώς ήταν ως άνθρωπος, εντούτοις τον έχω φανταστεί… Τον έχω, βέβαια, δει μια φορά να παίζει και τον άκουσα να μιλάει σε μια συνέντευξη. Έχω, επίσης, διαβάσει τα πάντα γύρω από αυτόν… Αλλά δεν μπορώ να πω τι σόι άνθρωπος είναι… Μπορώ να πω πώς θα ήθελα να είναι.
– Πώς θα θέλατε;
Όπως τον φαντάστηκα… Eσωστρεφής, πολύ ειλικρινής και αρκετά σοβαρός.
– Πιστεύετε ότι υπάρχει, συχνά, απόσταση μεταξύ του καλλιτέχνη ως ανθρώπου και του έργου του;
Το έχω δει αυτό… Άρα, το πιστεύω από μια άποψη. Μόνο που δεν υπάρχει απόσταση μέσα στον καλλιτέχνη αλλά στα μάτια των ανθρώπων που τον βλέπουν. Ως συνήθως κρίνουμε τον καλλιτέχνη με τα δικά μας κριτήρια… αγνοώντας τον.
– Πρέπει να αποδέχεστε ένα μουσικό και ως άνθρωπο για να παίξετε μαζί του;
Όχι απαραίτητα. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι τι μου προκαλεί όταν παίζουμε.
– Τι κάνει μια συνεργασία στη σκηνή σημαντική;
Ο ανταγωνισμός. Η διαφορά μου με τους άλλους μουσικούς με κάνει και τους κάνει στη σκηνή μάχιμους… Μάχεται ο ένας τον άλλον! (γέλια)
– Έχει τύχει ποτέ να τελειώσει μια τέτοια μάχη με απώλειες;
Η απώλεια είναι να μη συνεργαστούμε ξανά. Αλλά η μάχη είναι απαραίτητη, γιατί μόνο έτσι μπορεί να βγει κάτι δημιουργικό. Για να δημιουργήσεις μια ενδιαφέρουσα ομάδα μουσικών, χρειάζεσαι διαφορετικούς χαρακτήρες, διαφορετικές αποχρώσεις παιξίματος… Ακόμη και η δυσλειτουργία μπορεί να φανεί χρήσιμη σε αυτές τις περιπτώσεις. Ένα γκρουπ αναζητάει την αρμονία. Δεν ξεκινάει αρμονικά, γιατί τότε δεν έχει στόχο… Αυτό συμβαίνει και στη ζωή, στις σχέσεις των ανθρώπων. Φαντάζεστε να παντρεύονταν άνθρωποι που συμφωνούσαν σε όλα; Ο γάμος θα ήταν ο θάνατός τους.
– Έχετε καταλάβει τι είναι η επιτυχία; Πώς καταφέρνει κάποιος να κάνει επιτυχία;
Ακούγοντας Κόλτρεϊν, καταλάβαινες γρήγορα ότι πρόκειται για κάτι πολύ σύνθετο, πολύ δύσκολο να κατανοηθεί. Και όμως, ακούγοντάς τον, μη γνωρίζοντας τίποτε, νιώθεις ότι σε αφορά… Η επιτυχία είναι άμεσα συνδεδεμένη με την αλήθεια· άλλο αν συχνά τη συνδέουν με την εμπορικότητα. Για μένα, πετυχαίνεις αν καταφέρεις να πεις αυτό που αισθάνεσαι… Εμπορικός είσαι αν σε αγοράσει έστω και ένας γιατί κάτι αισθάνθηκε… Η εμπορικότητα είναι πολύ σχετικό πράγμα.
– Και όμως, τα μεγάλα ονόματα της μουσικής είναι και αυτά που έχουν πουλήσει χιλιάδες δίσκους.
Το σημαντικό κάποτε θα πουλήσει, θα γίνει κλασικό. Αλλά είμαι σίγουρος ότι κανένας μεγάλος συνθέτης, σημαντικός μουσικός δεν είχε στο μυαλό του να πουλήσει εκατομμύρια δίσκους όταν συνέθετε κάτι… Ο Κιθ Τζάρετ στην Πολωνία έπαιξε ένα σόλο πιάνο που έγινε δίσκος και πούλησε 1,5 εκατομμύριο αντίτυπα… Είμαι σίγουρος πως, όταν έπαιζε, ούτε που το φανταζόταν… Άλλωστε, συνέχισε να παίζει, να κάνει δίσκους, αλλά να μην πουλάει αντίστοιχα νούμερα. Η επιτυχία κρύβεται στην ειλικρίνεια μόνο. Η επιτυχία είναι να δραπετεύσει το αίσθημα και να βρει τις άλλες ψυχές να τα πούνε.
– Υπάρχουν παγίδες για το μουσικό;
Στη μουσική υπάρχουν τόσες παγίδες όσοι είναι και οι μουσικοί. Η κυριότερη παγίδα του μουσικού είναι ο εαυτός του. Οι παγίδες έχουν άμεση σχέση με το χώρο και το χρόνο. Για να τις αποφύγεις, πρέπει να τις ανακαλύψεις την κατάλληλη στιγμή, αλλιώς πέφτεις μέσα. Στο δάσος της μουσικής πίσω από το επόμενο δέντρο κρύβεται μια νέα παγίδα. Ποτέ δεν ξέρεις… Γι’ αυτό, η μουσική, αλλά και η ζωή, θέλει συνεχή εγρήγορση… Αυτή η εγρήγορση, όσο κουραστική και αν είναι, σε διατηρεί δημιουργικό. Γινόμαστε δημιουργικοί στην προσπάθεια να αποφύγουμε τις παγίδες.
– Τι είναι αυτό που κάνει τον Μπετόβεν, τον Μπαχ τόσο μεγάλους στη συνείδησή μας;
Η απόσταση από το κοινό μέτρο. Για όλους εμάς υπάρχει ένα μέτρο που πρέπει να μην ξεχνάμε, αν θέλουμε να συνεχίσουμε να δημιουργούμε… Γι’ αυτούς δεν υπάρχει μέτρο. Δημιούργησαν το δικό τους μέτρο. Και είναι σε μεγάλη απόσταση από το μέτρο το δικό μας… Αυτοί οι άνθρωποι κατάφεραν να ζήσουν ανάμεσα στον άνθρωπο και στο Θεό.
– Άγγιξαν κάποιες στιγμές το Θεό;
Ίσως… Ίσως είναι άτομα που κατάφεραν να ανοίξουν μια τρύπα στον τοίχο και να δουν πολύ περισσότερα πράγματα από αυτά που βλέπουμε όλοι εμείς. Αυτό που τους κάνει
εξαιρετικούς είναι ότι κατάφεραν να μας μεταδώσουν αυτά που είδαν. Ίσως αυτός να είναι ο ορισμός του καλλιτέχνη: αυτός που έχει το χάρισμα να μας κάνει να βλέπουμε αυτό που είδε.
– Τι είναι ο Θεός; Μια που τον αναφέρατε πριν, ρωτώ…(γέλια)
Νιώθω πολύ ευτυχής που δηλώνω ότι δεν μου είναι απαραίτητο να ξέρω τι είναι ο Θεός για να ζήσω… Δηλώνω ότι ιδέα δεν έχω γι’ αυτά τα πράγματα… Για μένα, ο Θεός κρύβεται πίσω από τους τοίχους που μας περιβάλλουν… Γι’ αυτό ρίχνουμε τοίχους. Για να τον δούμε. Μπορεί και να μην τον δούμε ποτέ… Σημασία έχει ότι οι τοίχοι πέσανε, μπορούμε να τρέξουμε στο λιβάδι ελεύθεροι.
– Πιστεύετε πως ό,τι θέλουμε πολύ στη ζωή το πετυχαίνουμε;
Νομίζω ότι πρόκειται για ένα μεγάλο λάθος, πάνω στο οποίο έχει στηριχτεί όλο το οικοδόμημα της αμερικανικής κοινωνίας. Όλοι στην Αμερική θέλουν να γίνουν πλούσιοι, πολύ λίγοι όμως το καταφέρνουν. Γιατί; Γιατί το «θέλω μετά μανίας» δεν είναι το παν.
– Τι είναι το παν;
Να ζήσεις όσο το δυνατόν καλύτερα τη μοίρα σου.
– Τι ωραίο θα θέλατε να δείτε ανοίγοντας τώρα ένα παράθυρο;
Το ωραίο υπάρχει στα μάτια μου προτού ανοίξω το παράθυρο… Αν δεν υπάρχει από πριν, δεν μπορεί να έρθει ανοίγοντας ένα παράθυρο. Κάθε εικόνα είναι ωραία αρκεί να μπορείς να δεις την ωραιότητά της. Η φαντασία κάνει τα πράγματα ωραία. Το ενδιαφέρον…
– Πείτε μου το πιο ενδιαφέρον πράγμα που είδαν τα μάτια σας.
Να πετυχαίνουν οι επιλογές μου.
– Σας ευχαριστώ.
Κι εγώ.