Με τον Γιώργο Πυρπασόπουλο δώσαμε ραντεβού στον κήπο του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου. Έφτασε με ένα ηλεκτρικό πατίνι στα χέρια. Ήταν η πρώτη φορά που τον συναντούσα αλλά η αίσθηση του ανεπιτήδευτα οικείου που αποπνέει, κάνει το συνομιλητή του να νιώθει πως συνεχίζει μια φιλική κουβέντα που είχε μείνει κάποτε στη μέση. Με αφορμή το έργο “Τέλειοι Ξένοι” που σκηνοθετεί μαζί με τον Πέτρο Λαγούτη και έκανε παγκόσμια πρεμιέρα πριν από μερικές ημέρες μιλήσαμε για το «μαύρο κουτί» που κουβαλά ο καθένας μας μέσα στις σχέσεις του δίχως να το ανοίγει.
Μεθαύριο κάνει πρεμιέρα και το έργο “Τα μάτια τέσσερα” του Γιάννη Τσίρου, στο οποίο επίσης υπογράφει τη σκηνοθεσία. Δεν είναι η πρώτη φορά που συνεργάζεται με το βραβευμένο θεατρικό συγγραφέα. Πέρυσι είχε πρωταγωνιστήσει στα “Αξύριστα Πιγούνια”. Ο Γιώργος Πυρπασόπουλος πιστεύει το σύγχρονο ελληνικό έργο που απευθύνεται στο θεατή με ευθύτητα και αμεσότητα. Ίσως γιατί μεγάλωσε σε ένα καλλιτεχνικό σπίτι ανάμεσα σε κοστούμια, αξεσουάρ από παραστάσεις, φωτογραφίες και χειρόγραφους ρόλους.
Εμφανίστηκε στην τηλεόραση ενώ ακόμα πήγαινε δημοτικό. Και έπειτα ακολούθησαν κάποιες άλλες σειρές στην κρατική τηλεόραση μέχρι τη συμμετοχή του στο “Λόγω Τιμής” που σημάδεψε μια ολόκληρη γενιά. Ο Άρης από εκείνη την παρέα που μας καθήλωνε κάθε εβδομάδα στη μικρή οθόνη, έχει ωριμάσει πολύ έκτοτε. Έχει γίνει πατέρας και έχει κάνει σπουδαίες δουλειές στο θέατρο, στο σινεμά και στην τηλεόραση. Στην όψη και στην έκφραση όμως δείχνει τόσο ίδιος που σε κάνει να πιστεύεις πως χρώμα δεν αλλάζουν τα μάτια….
– Σκηνοθετείς την παράσταση Τέλειοι Ξένοι βασισμένη στην ομώνυμη ταινία. Τι έχει να προσθέσει η θεατρική αφήγηση ενός τόσο δημοφιλούς φιλμ;
Δεν μας επηρεάζει καθόλου που προηγήθηκε η ταινία. Είναι διαφορετική η αφήγηση στο κινηματογράφο. Το θέατρο έχει το αβαντάζ του ζωντανού. Έχει βέβαια και ο κινηματογράφος τη μυσταγωγία του. Στους Τέλειους Ξένους σκηνοθετώ μαζί με τον Πέτρο Λαγούτη. Πήραμε την διασκευή από τον Πάολο Τζενοβέζε, τον Ιταλό συγγραφέα και σκηνοθέτη, ο οποίος αποφάσισε επίσης να το ανεβάσει ως θεατρικό. Εμείς κάναμε Παγκόσμια πρεμιέρα. Δεν είχε ξαναανέβει ποτέ. Ανέβηκε την Κυριακή στο Θέατρο Αθηνά. Ήταν να ανέβει λίγο νωρίτερα αλλά είχαμε ένα κρούσμα και καθυστερήσαμε λίγο. Ο Ιταλός θα το ανεβάσει τον Φλεβάρη. Ήταν ιδέα του Πέτρου. Θέλαμε να δουλέψουμε μαζί. Είμαστε φίλοι και έχουμε φτιάξει μια ωραία ομάδα. Η ταινία είχε τα χαρακτηριστικά για να ανέβει θεατρικά σε μια πράξη. Διαδραματίζεται σε ένα δωμάτιο, μέσα σε μια νύχτα. Έχει μια θεατρικότητα. Είναι δύσκολο το εγχείρημα γιατί είναι επτά άτομα επί σκηνής συνέχεια .Ήταν μια πρόκληση γιατί συμβαίνουν κωμικοτραγικά γεγονότα. Δεν το προσεγγίσαμε όμως κωμικά. Το αντιμετωπίσαμε εντελώς διαφορετικά για να αναδείξουμε τα θέματα που πραγματεύεται ουσιαστικά η ταινία όπως ειλικρινείς είμαστε, το πόσο εύθραυστοι είμαστε μέσα στις σχέσεις μας.
– Τι μας κάνει να γινόμαστε ξένοι μέσα σε μια σχέση;
Ο εγωισμός και το ψέμα.
– Υπάρχει σχέση χωρίς μυστικά;
Νομίζω δεν υπάρχει. Γιατί όλοι μας έχουμε ένα προσωπικό κομμάτι που δεν μπορούμε να το μοιραστούμε με τους άλλους.
Μιλάς για το μαύρο κουτί στο οποίο μόνο εμείς έχουμε πρόσβαση και κανένας άλλος όσο κι αν είναι οικείος και αγαπημένος;
Ναι… Αν και υπάρχουν άνθρωποι που τα έχουν καταφέρει να είναι απόλυτα ειλικρινείς μεταξύ τους. Δεν είναι υποχρεωτικό βέβαια να λέγονται τα πάντα για να είναι μια σχέση καλή… Τα πράγματα που αφορούν όμως και τους δυο θα πρέπει να τα μοιράζονται. Στο έργο υπάρχει και ένας ήρωας που δεν μπορεί να αποκαλύψει στο στενό του περιβάλλον τις επιλογές που έχει κάνει στη ζωή του σε σχέση με τη σεξουαλικότητα του γιατί υπάρχει κλισέ αντιμετώπιση. Το έργο θίγει επίσης πως χρησιμοποιούμε το δεκανίκι της θρησκείας για να νιώσουμε ευτυχισμένοι ή κάνουμε οικογένεια κα παιδιά για να νιώσουμε ευτυχισμένοι.
– Έγινες πρόσφατα πατέρας. Εσένα τι σε οδήγησε στην πατρότητα;
Νομίζω πως η πατρότητα και η οικογένεια είναι η συνέχεια της σχέσης. Όλη αυτή η αγάπη που μπορεί να μοιράζονται δυο άνθρωποι μετουσιώνεται στο να φέρεις στον κόσμο ένα παιδί, κάτι που δίνει μια άλλη υπόσταση στην αγάπη. Όχι ότι η σχέση δεν μπορεί να έχει υπόσταση και χωρίς παιδί. Εμείς θέλαμε να μοιραστούμε την αγάπη που έχουμε ο ένας για τον άλλο με ένα παιδί.
– Και πως βιώνεις το ρόλο του πατέρα στην πράξη;
Είναι κάτι μοναδικό. Και παρόλο που έχω μπλέξει με πολλά επαγγελματικά γιατί ήταν απροσδόκητα αυτά που συνέβησαν, θέλω τώρα να πάρω απόσταση από δουλειές γιατί θέλω να είμαι κοντά στο παιδί μου. Είναι επτά μηνών και θέλω να ζήσω και να χαρώ το μεγάλωμα του και να είμαι εκεί στις πρώτες του εικόνες και στις πρώτες του αντιδράσεις.
– Αυτή η επιθυμία προκύπτει από το βίωμα που είχες ή που δεν είχες εσύ ως παιδί;
Εγώ δεν έχω βιώσει την οικογένεια με τον τρόπο που θέλω να το κάνω εγώ. Δεν είχα κοντά τους δικούς μου στο σπίτι. Η μητέρα μου ήταν καθηγήτρια και δούλευε μέχρι αργά. Ο πατέρας μου έλειπε συνέχεια και επέστρεφε αργά το βράδυ. Δεν είχαμε τη συνοχή της οικογένειας, να φάμε όλοι μαζί το μεσημέρι, να πάμε μια βόλτα όλοι μαζί. .
Μεγάλωσες σε μια καλλιτεχνική οικογένεια. Με γιαγιά και πατέρα ηθοποιό. Αποκτάς αναγνωσιμότητα από πολύ μικρός. Θυμάσαι ποτέ να θέλεις να γίνεις κάτι άλλο;
Μεγάλωσα σε ένα σπίτι όπου υπήρχαν κοστούμια, αξεσουάρ από παραστάσεις, φωτογραφίες, χειρόγραφοι ρόλοι. Δεν θυμάμαι ποτέ να θέλω να γίνω κάτι άλλο. Όταν συμμετείχα σε μια σειρά στη ΕΡΤ1, πήγαινα ακόμα στο δημοτικό. Και ήμουν ήδη σε μια θεατρική ομάδα στο σχολείο. Το παρελθόν της οικογένειας ήταν το ερέθισμα για να γίνω ηθοποιός.
– To “Λόγω Τιμής” σημάδεψε τους millennials. Τι είχε να προσθέσει όμως 20 χρόνια μετά, όταν η παρέα των 90s επέστρεψε το 2020;
Το πως ήταν οι άνθρωποι τότε και το πως εξελίχθηκαν τόσο μετά οι ίδιοι άνθρωποι. Το πως επιδρά ο χρόνος και το πόσο αλλάζουμε
– Πως ένιωσες;
Ήταν συγκινητικό που ξαναβρεθήκαμε με αυτό τον τρόπο.
– Τι έχει μείνει ίδιο και τι έχει αλλάξει έκτοτε;
Η σχέση που χτίσαμε εκείνη την περίοδο έχει παραμείνει. Έχει αλλάξει ο κόσμος γύρω μας.
– Τελικά ποτέ αλλάζουν χρώμα τα μάτια;
Όταν αποξενωνόμαστε από εγωισμό.
– Είσαι από τους καλλιτέχνες που στηρίζουν το σύγχρονο ελληνικό έργο. Πέρσι έπαιζες στα “Αξύριστα Πιγούνια” και φέτος σκηνοθετείς “Τα μάτια τέσσερα”. Και τα δυο έργα είναι του Γιάννη Τσίρου. Τι σε έκανε να τα επιλέξεις ;
Υπάρχει πολύ καλό υλικό όσον αφορά στα κείμενα των νέων συγγραφέων στο θέατρο. Και πάνε και καλά. Γνωρίζω τον Τσίρο από παλιά και μ’ αρέσει πολύ. Έχει έναν πολύ αληθινό και ευθύ λόγο. Είχα παίξει στην παράσταση “Στα μάτια Τέσσερα” που είχε ανέβει λίγο πριν τα γεγονότα του Γρηγορόπουλου και θα μπορούσε κάποιος να πει πως ήταν προφητικό το έργο. Αφορά ένα νεαρό κορίτσι που το πυροβολεί ένας αστυνομικός. Από τότε είχα μια πολύ καλή σχέση μαζί του και η πρόταση ήταν από εκείνον. Το θεωρώ μεγάλη μου τιμή. Με αφορούν τα θέματα τα οποία πραγματεύεται στα έργα του.
– Το έργο “Τα μάτια Τέσσερα” πραγματεύεται την έννοια της δικαιοσύνης. Το πως δεν είμαστε τελικά όλοι ίσοι απέναντι στο νόμο…Έχεις αισθανθεί την αδικία στο πετσί σου;
– Σαφώς και έχω αισθανθεί την αδικία και τη βλέπω και γύρω μου. Η έννοια της δικαιοσύνης στην Ελλάδα είναι πολύ υποτιμημένη και απαξιωμένη.Το σύστημα που έχουμε φτιάξει εξαντλεί όλη του τη λειτουργικότητα στους αδύναμους.
– Πως νιώθεις να βρίσκεσαι στο ίδιο έργο αλλά αυτή τη φορά να κάθεσαι στην καρέκλα του σκηνοθέτη;
Όταν ξεκινά μια παράσταση οι παλμοί είναι πάντα πολύ ανεβασμένοi. Επειδή όμως είχα συμμετάσχει στο ανέβασμα του συγκεκριμένου έργου παλιότερα, ένιωσα πολύ άνετα. Ο Τσίρος είναι πολύ κοντά σε μένα στον τρόπο που θέλω να εκφράζω τα πράγματα. Μπορώ να υπερασπιστώ το κείμενο σαν κάτι πολύ γνώριμο.
– Ένας άνθρωπος σαν και σένα- που αποπνέει αυτή την ευγένεια- δεν απέχει πολύ από το σύνηθες προφίλ του σκηνοθέτη που κάνει χρήση της εξουσίας του για να επιβληθεί;
Θεωρώ πως σκηνοθεσία είναι να μαζέψεις μια καλή ομάδα από ανθρώπους που εκτιμάς και να μπορέσεις να τους εμπνεύσεις να δώσουν ότι καλύτερο έχουν στο εκάστοτε πρότζεκτ. Και έπειτα να συνθέσεις αυτά τα υλικά για να βγει ένα αποτέλεσμα που θα αντιπροσωπεύει το κείμενο και τους συντελεστές. Η τελευταία επιλογή βαραίνει το σκηνοθέτη αλλά θεωρώ πως είναι μια ομαδική δουλειά. Υπάρχουν σκηνοθέτες που δεν γνωρίζουν καθόλου τη διαδικασία του ηθοποιού και έχουν μια συγκεκριμένη άποψη. Άλλοι που δεν γνωρίζουν αλλά είναι ανοιχτοί στο να μάθουν σε ένα αποτέλεσμα. Υπάρχουν κάποιοι που είναι άγαρμποι και αντιμετωπίζουν τους ηθοποιούς με έλλειψη ευαισθησίας. Είναι θέμα προσωπικότητας και πως αντιμετωπίζει τη δουλειά αυτή. Είτε επιβάλεις χωρίς διάλογο την εξουσία που σου δίνει η θέση του σκηνοθέτη ή μπαίνεις στη θέση του άλλου για να λύσεις την εξίσωση.
– Υπήρξες Πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών. Πρόλαβες να έρθεις να έρθεις αντιμέτωπος με τα προβλήματα του χώρου σου;
Έμεινα μόνο δυο μήνες γιατί η πλειοψηφία των ανθρώπων που συμμετέχουν σε αυτό είναι πολύ κομματοποιημένοι. Χρησιμοποιούν το σωματείο ως εφαλτήριο για να χτίσουν μια πολιτική καριέρα. Όλοι είχαν πολιτική ατζέντα και όχι ατζέντα προβλημάτων του χώρου. Δεν άντεξα την παράνοια και τον παραλογισμό να ασχολούμαι με τις πορείες των εργατών της Χαλυβουργικής. Καλά κάνουν οι άνθρωποι και κάνουν πορείες. Αλλά δεν αφορά αυτό το σωματείο μας. Εμείς πρέπει να λύσουμε τα προβλήματα του κλάδου μας.
– Έχεις επιστρέψει στην τηλεόραση ως ηθοποιός μετά από μια παρένθεση που είχες κάνει ως παρουσιαστής. Πως βιώνεις τους μετασχηματισμούς της ελληνικής τηλεόρασης.
Φέτος είμαι στο “Αυτή η νύχτα μένει”. Υποδύομαι έναν δημοσιογράφο (γελά). Κάποια στιγμή μπήκαν τα ριάλιτι και σταμάτησαν να επενδύουν στη μυθοπλασία. Άρχισε να πουλά η κλειδαρότρυπα, αυτό έκανε τον κύκλο του και τελείωσε. Είδαν τα κανάλια πως αυτό το προϊόν δεν είναι πια πρόσφορο. Έτσι η μυθοπλασία βρήκε ξανά τη θέση της στην ελληνική τηλεόραση. Ο ΕΚΟΜΕ βοήθησε πολύ σε αυτό. Ευτυχώς έχουν αλλάξει πολύ τα πράγματα προς το καλύτερο σε ότι αφορά την ποιότητα παραγωγής, τα σενάρια και την αφήγηση.Πλησιάζουμε μια κινηματογραφική γραφή στις τηλεοπτικές σειρές. .Όταν μου προτάθηκε η παρουσίαση της εκπομπής “Συν γυναιξί” δεν είχα άλλες προτάσεις. Δεν είχαμε σειρές και αν είχαμε, δεν μου είχε γίνει κάποια προσέγγιση.
– Τι έμαθες για τις γυναίκες που δεν ήξερες μέσα από την εκπομπή «Συν γυναιξί»;
Δεν έμαθα κάτι περισσότερο για τις γυναίκες. Για τους ανθρώπους έμαθα πως αν έχεις αγάπη, πίστη και αξίες που υπερασπίζεσαι, πας μπροστά.
– Πόσο σε αφορά σε αυτή τη φάση το σινεμά;
Είναι η βασική μου επιδίωξη.
– Αν μπορούσες να κάνεις μόνο ένα πράγμα, θα ήταν αυτό;
Ναι, εάν μπορούσα να κάνω σινεμά, δεν θα έκανα τίποτα άλλο.
– Εννοείς κυριως ως ηθοποιός ;
Ναι, πρωτίστως ως ηθοποιός. Αλλά έχω κάνει και τη σκηνοθεσίας μιας μεγάλου μήκους ταινίας που λέγεται “For ever”. Έκανα και την παραγωγή. Ήταν μια ξεχωριστή εμπειρία που θα την επαναλάμβανα. Αλλά προέκυψε κατ’ ανάγκη. Γιατί ήθελα να κάνω σινεμά αλλά δεν μου δινόταν η ευκαιρία. Έτσι δημιούργησα εγώ τη συνθήκη.
– Τι λείπει από το ελληνικό σινεμά;
Λείπει ένα καλό κομμάτι mainstream κινηματογράφου που θα είναι ανοιχτό στο ευρύ κοινό. Οι περισσότερες ταινίες που πάνε στα φεστιβάλ είτε έχουν ένα προφίλ πιο abstract, είτε arthouse, είτε πειραματισμού . Το arthouse προσεγγίζει ένα πολύ συγκεκριμένο κοινό. Αν είχαμε ένα πιο δυνατό κομμάτι mainstream το ελληνικό σινεμά θα έφερνε περισσότερο κόσμο στις αίθουσες. Όπως για παράδειγμα η ταινία “Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου”.
– Έχεις εντοπίσει άλλους συγγραφείς ή κείμενα που σε ιντριγκάρουν να σκηνοθετήσεις;
Δεν έχω μπει ακόμα σε αυτή τη διαδικασία. Η ιδιότητα του σκηνοθέτη είναι κάτι που έτυχε τώρα. Μ’ αρέσει να κινούμαι σε πράγματα που μου είναι γνώριμα.
❈ Κάποιες από τις φωτογραφίες τραβήχτηκαν στον προαύλιο χώρο του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου.