H ώρα της “Φόνισσας” έφτασε. Πανελλήνια πρώτη στο Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης κι από αύριο 30 Νοεμβρίου στις αίθουσες για μία πολυαναμενόμενη παραγωγή που έχει κεντρίσει το ενδιαφέρον των θεατών. Συζητήσαμε με την Εύα Νάθενα για το μεγάλο της μήκους σκηνοθετικό ντεμπούτο, τις προεκτάσεις του έργου, τον αντίκτυπο που της αφήνει ο Παπαδιαμάντης και τη νεολαία που είναι έτοιμη να την αγκαλιάσει.

– Πώς πήρατε την απόφαση να μεταφέρετε τη «Φόνισσα» στην μεγάλη οθόνη;
Η διαδρομή ήταν μεγάλη. Κράτησε για μένα 10 χρόνια μοναχικής μελέτης και περίπου 3 χρόνια ομαδικής δουλειάς. Την απόφαση να σκηνοθετήσω εγώ την τανία – και το ρίσκο μαζί – τα πήρε ο παραγωγός μας, Διονύσης Σαμιώτης.

– Ειδική μνεία κάνατε στον καταλυτικό ρόλο της Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη. Χαρακτηριστικά αναφέρατε πως χωρίς αυτήν δε θα μπορούσε να γίνει η ταινία. Πώς ήταν η συνεργασία σας;
Το είπα και το εννοώ στον απόλυτο βαθμό. Εδώ όμως, που έχω περισσότερο χώρο και χρόνο, θα συμπληρώσω, πως τον αρχέτυπο ρόλο αυτόν της κόρης, συμπλήρωσε & ολοκλήρωσε ο αρχέτυπος ρόλος της μάνας, που απέδωσε εξαιρετικά & με ένα έντονο δικό της στίγμα, η Μαρία Πρωτόπαππα. Και γύρω από αυτές βέβαια, μια σειρά εξαιρετικών ηθοποιών, που δε δίστασαν να παίξουν μικρότερους ρόλους δίνοντας ψήφο εμπιστοσύνης στην τανία.

– Μέσα από την εμβάθυνση στο έργο του Παπαδιαμάντη ποιο είναι το στίγμα που αφήνει σε εσάς εσωτερικά;
Είχα για χρόνια επιθυμία να πάρω αυτά τα κλειδιά που καταλάβαινα ότι μας δίνει αυτός ο συγγραφέας & να ξεκλειδώσω εμένα και όσους περισσότερους γινόταν. Είχαμε τη δυνατότητα οι άνθρωποι που ήρθαμε κοντά, προκειμένου να γίνει αυτή η ταινία, να το μοιραστούμε αυτό ευεργετικά. Υποθέτω, όταν συμβαίνει αυτό, κατατίθεται μια αλήθεια που δυναμοποιείται μαζί με το κείμενο.

– Φαντάζομαι πως υπάρχει μεγάλη προσμονή για την έξοδο στις αίθουσες. Ποια τα συναισθήματά σας μετά την πρεμιέρα στη Θεσσαλονίκη και πριν αυτή βγει με διανομή;
Εγώ είμαι ευγνώμων ήδη που έχω κάνει αυτήν την τανία! Και αυτό, είναι τόσο ισχυρό μέσα μου, που δεν μπορεί να το επηρεάσει ούτε αυτή η αγωνία, που φυσιολογικά υπάρχει, πριν από την έξοδο της. Στη Θεσσαλονίκη, βιώσαμε ωστόσο μεγάλη χαρά για την απήχηση που είχε στον κόσμο κι εγώ προσωπικά, την απρόσμενη έκπληξη, να δω ότι «μιλά» αυτή η ταινία σε νέα παιδιά.

– Θεωρείται ότι η προβολή της ταινίας στο ευρύ κοινό μπορεί να ξορκίσει σε μία νεολαία τον Παπαδιαμάντη και τη Φόνισσα ως ένα απλό κείμενο των Πανελληνίων Εξετάσεων και να τη φέρει πιο κοντά στην ουσία του έργου του;
Το σίγουρο είναι, ότι το κείμενο του Παπαδιαμάντη δεν είναι απλό. Κι αυτή ακριβώς ήταν η έκπληξή μου με τις μικρότερες ηλικίες. Ότι επιθυμούν να εισχωρήσουν στα δύσκολα. Να μπουν σε περιοχές, που  εγώ, ως ενήλικας, δίσταζα για χρόνια να μπω.

– Ως γυναίκα πώς αντιλαμβάνεστε τη ψυχοσύνθεση της «Φόνισσας». Είχε τα περιθώρια ευελιξίας να αλλάξει την μοίρα της;
Η ανθρώπινη βούληση αυτό μας λέει. Ακόμη και αν οι ειδικοί μας επιβεβαιώνουν ότι είμαστε οι καταγραφές μας και δύσκολα ξεφεύγουμε από αυτό. Εκείνη ένιωθε ότι ενώ δεν μπόρεσε να αλλάξει τη δική της μοίρα, θα  άλλαζε των κοριτσιών που φόνευε, ελευθερώνοντάς τα, από τη δική τους, που προδιαγράφονταν ζοφερή. Υπάρχουν φιλόλογοι στα σχολεία, που διδάσκοντας αυτό το κείμενο, κάνουν μία πλασματική δίκη και τη δικάζουν. Στο ρόλο των ενόρκων τα αγόρια  μαθητές, είναι τρομερό ότι την αθωώνουν, ενώ τα κορίτσια την καταδικάζουν. Κι αυτό ακόμη, κάτι μας λέει.

Φωτ.: Μαριλένα Αναστασιάδου

– Πείτε μας τις εντυπώσεις από το φετινό Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης.
Τα Φεστιβάλ είναι πάντα γιορτή κι άνοιγμα ορίζοντα. Μοιάζει σαν το ταξίδι να δυναμοποιείται και να γίνεται πολλά ταξίδια. Αυτής της πόλης της πάει το Φεστιβάλ και το Φεστιβάλ πάει στη Θεσσαλονίκη. Φέτος, η συμμετοχή της ταινίας μας, τα έκανε όλα ωραία. Η Θεσσαλονίκη μας χάρισε την πρώτη επαφή με το κοινό. Μας χάρισε κι έξι βραβεία, ανάμεσα σε υπέροχες και αξιόλογες ταινίες.

– Μέσα από τη συνολική διαδρομή μας διακρίνουμε ότι οι Τέχνες συμπλέκονται κι αλληλεπιδρούν στον δρόμο ζωής που περπατάτε. Θα συμφωνούσατε με αυτό;
Ναι κι αυτό είναι κάτι στο οποίο πιστεύω χρόνια τώρα, πριν ακόμη το επιχειρήσω εγώ. Θέλω να πω, ότι όταν η Τέχνη δανείζεται από την επιστήμη, όταν το θέατρο ενσωματώνει αβίαστα τον κινηματογράφο, όταν η ζωγραφική γίνεται performance, κι η μουσική, πείραμα, βρίσκω τα πράγματα συναρπαστικά. Δούλεψα σε αυτήν την ταινία με πολλές ιδιότητες. Ακόμη και σαν σοπράνο. Όλων μου των ιδιοτήτων όμως, υπερισχύει πάντα η ζωγραφική.

Η ταινία κάνει πρεμιέρα αύριο 30 Νοεμβρίου στις κινηματογραφικές αίθουσες και τη διανομή της έχει η Tanweer.