Ο Ένιο Μορικόνε γεννήθηκε το 1928 στη Ρώμη. Το 1956 άρχισε να εργάζεται ως ενορχηστρωτής στον ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό RAI και ως ποπ παραγωγός στη δισκογραφική εταιρεία RCA. Το 1958 προσελήφθη ως μόνιμος υπάλληλος στη RAI και παραιτήθηκε μέσα σε μία μέρα. Το 1964 ξανάρθε σε επαφή με έναν παλιό συμμαθητή του, τον σκηνοθέτη Σέρτζιο Λεόνε, έγραψε το πασίγνωστο πια μουσικό θέμα για το γουέστερν «Για μια χούφτα δολλάρια» και η συνεργασία τους συνεχίστηκε σε όλες τις ταινίες που γυρίσε ο Λεόνε μέχρι τον θάνατό του. Στη συνέχεια εργάστηκε σε χολιγουντιανές ταινίες και δημιούργησε αξέχαστες μελωδίες. Συνολικά έγραψε μουσική για περισσότερα από 500 φιλμ, προτάθηκε για πέντε Όσκαρ πρωτότυπης μουσικής επένδυσης – για τις ταινίες «Μέρες ευτυχίας» (1978), «Η αποστολή» (1986), «Οι αδιάφθοροι» (1987), «Μπάγκσι» (1991), «Μαλένα» (2000) – και τελικά τιμήθηκε με Όσκαρ για την προσφορά του στην κινηματογραφική τέχνη (2007). Πέθανε, πλήρης ημερών και καλλιτεχνικής προσφοράς, στις 6 Ιουλίου του 2020. Τον Νοέμβριο του 2021 κυκλοφόρησε στην Ιταλία το ντοκιμαντέρ του σκηνοθέτη Τζουσέπε Τορνατόρε «Εnnio: The Glance Of Music» με θέμα την ζωή και την σπουδαία καριέρα του Μαέστρου και αυτά είναι κάποια από τα λόγια βαθιάς σοφίας και προσωπικής εμπειρίας που μας αφήνει παρακαταθήκη.
Μεγάλωσα σε μουσικό περιβάλλον. Γεννήθηκα στη Ρώμη. Ο πατέρας μου ήταν μουσικός – καθηγητής μουσικής και πολύ καλός τρομπετίστας. Αυτός με ώθησε στη μουσική, αλλά όχι και στη σύνθεση.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για έναν σύνθετη είναι να πάρει λάθος δρόμους. Να αποτύχει να ιεραρχήσει τα πράγματα, να μην καταφέρει να ενώσει σωστά τις διάφορες ψηφίδες του αντικειμένου του. Όποιος την παθαίνει έτσι κάνει μια καριέρα αδιάφορη και ευθύγραμμη, ενώ θα μπορούσε, καλλιεργώντας προσεκτικά την έφεση του στην μουσική, να κάνει μια καριέρα υψηλού επιπέδου.
Οι πρώτες σπουδές μου στην μουσική ήταν επάνω στην τρομπέτα. Αργότερα το ενδιαφέρον στράφηκε στη σύνθεση. Με το τέλος του πολέμου, ήμουν στο ίδιο μουσικό σύνολο με τον πατέρα μου – εγώ ήμουν η δεύτερη τρομπέτα. Παίζαμε μουσική για να διασκεδάζουμε τα αμερικανικά και καναδικά στρατεύματα σε ξενοδοχεία της Ρώμης. Στη στρατιωτική μου θητεία ήμουν μέλος της μπάντας του στρατού και παράλληλα μου δόθηκε η ευκαιρία να την αντιγράψω τις παρτιτούρες πολλών κλασικών έργων. Εργάστηκα μετά ως ενορχηστρωτής και διασκευαστής μουσικών κομματιών για πολλές ραδιοφωνικές αλλά και τηλεοπτικές εκπομπές – κυρίως βαριετέ. Κατάφερα μάλιστα να προσβληθώ στη RAI ως μόνιμος μουσικός παραγωγός, αλλά κατάφερα επίσης να απολυθώ την πρώτη κιόλας μέρα – βλέπετε, μου είπαν ότι η μουσική μου δεν θα παιζόταν ούτε από τα κρατικά ραδιόφωνα επειδή θα ήμουν δημόσιος υπάλληλος!
Η έμπνευση ως έννοια είναι πολύ ρομαντική. Κατά τη γνώμη μου, έμπνευση δεν υπάρχει. Υπάρχει η έρευνα για μια ιδέα, για μια σκέψη. Κι ύστερα έρχεται η επεξεργασία των ευρημάτων της έρευνας. Για όλα αυτά απαιτείται ωστόσο καθαρό μυαλό, απουσία δογματισμού.
Το κόστος της επιτυχίας είναι πάντα η πολλή δουλειά, η κούραση και η ανησυχία για το πώς θα γίνεις καλύτερος. Ωστόσο, δεν είναι σίγουρο ότι τα προηγούμενα οδηγούν στην οριστική αναγνώριση – ακόμη κι αν τα έχει κατά νου ένας άνθρωπος με μεγάλο ταλέντο και τεράστια εργατικότητα. Πολλοί μεγάλοι συνθέτες έγιναν γνωστοί για το έργο τους μετά τον θάνατό τους. Η επιτυχία είναι αποτέλεσμα όλων αυτών των αγωνιών, του ταλέντου βέβαια, αλλά και γερών δόσεων τύχης. Από την άλλη, από μια αποτυχία μαθαίνει κανείς σε ποια σφάλματα και σε ποιες παγίδες δεν πρέπει να ξαναπέσει. Είναι αδύνατον κάποιος να μην αποτύχει ποτέ, να μην κάνει ποτέ λάθος.
Ασχολήθηκα με την Έβδομη τέχνη γιατί μου το ζήτησαν. Μου ζητήθηκε να κάνω μουσική για ταινίες που εγώ την έκανα. Ήμουν καλός σ´αυτό και τα πράγματα μπήκαν σε έναν δρόμο. Στη συνέχεια δεν δυσανασχέτησα ποτέ με τον εφαρμοσμένο χαρακτήρα της δουλειάς μου. Από νωρίς προσπάθησα να δώσω αυτονομία στην κινηματογραφική μουσική και γρήγορα ένιωσα ευγνώμων για την αγάπη που μου έδειχναν άνθρωποι απ´όλα τα μέρη του κόσμου.
Το να συνθέτεις μουσική για τον κινηματογράφο δεν είναι εύκολη διαδικασία. Η κινηματογραφική μουσική μπορείς να την κατευθύνεις πολύ καλά όταν πρόκειται να την εφαρμόσεις σε συγκεκριμένες εικόνες. Πολλές φορές, όμως, στην ίδια ταινία πρέπει να ενταχθούν πολλές διαφορετικές μουσικές – για παράδειγμα, μοτίβα πολλών διαφορετικών συνθετών ή πολλές διαφορετικές εκδοχές ενός μουσικού θέματος. Τότε το να βρεις τη σωστή εκδοχή και να ακολουθήσεις τη σωστή κατεύθυνση είναι κάτι πολύ δύσκολο· είναι μια διαδικασία που απαιτεί συνεργασία και σεβασμό μεταξύ σκηνοθέτη και συνθέτη.
Στη μουσική οι επιλογές είναι εξίσου σημαντικές με τις επιρροές. Ο συνθέτης δεν εφευρίσκει τη μουσική. Τη στιγμή που ο συνθέτης γεννιέται ως δημιουργός συναντάει τη μουσική, η οποία έχει ήδη περάσει από εξέλιξη αιώνων. Συναντιέται λοιπόν με τη μουσική μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή και χρησιμοποιεί ό,τι βρίσκει ως αφετηρία. Από εκεί και πέρα αρχίζουν οι δικές του επιλογές.
Το κοινό είναι αυτό που ανάγει έναν καλό καλλιτέχνη σε μύθο. Το παιχνίδι παίζεται κυρίως από τον κόσμο. Ο ίδιος ο καλλιτέχνης δεν μπορεί να βάλει στόχο να γίνει μύθος. Τον σημαντικό ρόλο εδώ τον παίζει το κοινό. Εξαρτάται πώς ο κόσμος αντιλαμβάνεται και εμπεδώνει το έργο ενός καλλιτέχνη.
Η έννοια του διαχρονικού είναι κάτι που δεν μπορούμε να εξακριβώσουμε στο παρόν. Η αξία κάθε καλλιτέχνη καθορίζεται με το πέρασμα του χρόνου. Για τα πράγματα που γίνονται σήμερα είναι δύσκολο να πεις τι είναι αυτό που θα αντέξει στον χρόνο. Ο Μότσαρτ έγινε αποδεκτός από το κοινό την περίοδο που έζησε. Με το πέρασμα του χρόνου πιστοποιήθηκε το ταλέντο και η ιδιοφυΐα του και κατοχυρώθηκε η σπουδαιότητα του έργου του.
Ο Ένιο Μορικόνε γεννήθηκε το 1928 στη Ρώμη. Το 1956 άρχισε να εργάζεται ως ενορχηστρωτής στον ραδιοτηλεοπτικό οργανισμό RAI και ως ποπ παραγωγός στη δισκογραφική εταιρεία RCA. Το 1958 προσελήφθη ως μόνιμος υπάλληλος στη RAI και παραιτήθηκε μέσα σε μία μέρα. Το 1964 ξανάρθε σε επαφή με έναν παλιό συμμαθητή του, τον σκηνοθέτη Σέρτζιο Λεόνε, έγραψε το πασίγνωστο πια μουσικό θέμα για το γουέστερν «Για μια χούφτα δολλάρια» και η συνεργασία τους συνεχίστηκε σε όλες τις ταινίες που γυρίσε ο Λεόνε μέχρι τον θάνατό του. Στη συνέχεια εργάστηκε σε χολιγουντιανές ταινίες και δημιούργησε αξέχαστες μελωδίες. Συνολικά έγραψε μουσική για περισσότερα από 500 φιλμ, προτάθηκε για πέντε Όσκαρ πρωτότυπης μουσικής επένδυσης – για τις ταινίες «Μέρες ευτυχίας» (1978), «Η αποστολή» (1986), «Οι αδιάφθοροι» (1987), «Μπάγκσι» (1991), «Μαλένα» (2000) – και τελικά τιμήθηκε με Όσκαρ για την προσφορά του στην κινηματογραφική τέχνη (2007). Πέθανε, πλήρης ημερών και καλλιτεχνικής προσφοράς, στις 6 Ιουλίου του 2020. Τον Νοέμβριο του 2021 κυκλοφόρησε στην Ιταλία το ντοκιμαντέρ του σκηνοθέτη Τζουσέπε Τορνατόρε «Εnnio: The Glance Of Music» με θέμα την ζωή και την σπουδαία καριέρα του Μαέστρου και αυτά είναι κάποια από τα λόγια βαθιάς σοφίας και προσωπικής εμπειρίας που μας αφήνει παρακαταθήκη.
Μεγάλωσα σε μουσικό περιβάλλον. Γεννήθηκα στη Ρώμη. Ο πατέρας μου ήταν μουσικός – καθηγητής μουσικής και πολύ καλός τρομπετίστας. Αυτός με ώθησε στη μουσική, αλλά όχι και στη σύνθεση.
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για έναν σύνθετη είναι να πάρει λάθος δρόμους. Να αποτύχει να ιεραρχήσει τα πράγματα, να μην καταφέρει να ενώσει σωστά τις διάφορες ψηφίδες του αντικειμένου του. Όποιος την παθαίνει έτσι κάνει μια καριέρα αδιάφορη και ευθύγραμμη, ενώ θα μπορούσε, καλλιεργώντας προσεκτικά την έφεση του στην μουσική, να κάνει μια καριέρα υψηλού επιπέδου.
Οι πρώτες σπουδές μου στην μουσική ήταν επάνω στην τρομπέτα. Αργότερα το ενδιαφέρον στράφηκε στη σύνθεση. Με το τέλος του πολέμου, ήμουν στο ίδιο μουσικό σύνολο με τον πατέρα μου – εγώ ήμουν η δεύτερη τρομπέτα. Παίζαμε μουσική για να διασκεδάζουμε τα αμερικανικά και καναδικά στρατεύματα σε ξενοδοχεία της Ρώμης. Στη στρατιωτική μου θητεία ήμουν μέλος της μπάντας του στρατού και παράλληλα μου δόθηκε η ευκαιρία να την αντιγράψω τις παρτιτούρες πολλών κλασικών έργων. Εργάστηκα μετά ως ενορχηστρωτής και διασκευαστής μουσικών κομματιών για πολλές ραδιοφωνικές αλλά και τηλεοπτικές εκπομπές – κυρίως βαριετέ. Κατάφερα μάλιστα να προσβληθώ στη RAI ως μόνιμος μουσικός παραγωγός, αλλά κατάφερα επίσης να απολυθώ την πρώτη κιόλας μέρα – βλέπετε, μου είπαν ότι η μουσική μου δεν θα παιζόταν ούτε από τα κρατικά ραδιόφωνα επειδή θα ήμουν δημόσιος υπάλληλος!
Η έμπνευση ως έννοια είναι πολύ ρομαντική. Κατά τη γνώμη μου, έμπνευση δεν υπάρχει. Υπάρχει η έρευνα για μια ιδέα, για μια σκέψη. Κι ύστερα έρχεται η επεξεργασία των ευρημάτων της έρευνας. Για όλα αυτά απαιτείται ωστόσο καθαρό μυαλό, απουσία δογματισμού.
Το κόστος της επιτυχίας είναι πάντα η πολλή δουλειά, η κούραση και η ανησυχία για το πώς θα γίνεις καλύτερος. Ωστόσο, δεν είναι σίγουρο ότι τα προηγούμενα οδηγούν στην οριστική αναγνώριση – ακόμη κι αν τα έχει κατά νου ένας άνθρωπος με μεγάλο ταλέντο και τεράστια εργατικότητα. Πολλοί μεγάλοι συνθέτες έγιναν γνωστοί για το έργο τους μετά τον θάνατό τους. Η επιτυχία είναι αποτέλεσμα όλων αυτών των αγωνιών, του ταλέντου βέβαια, αλλά και γερών δόσεων τύχης. Από την άλλη, από μια αποτυχία μαθαίνει κανείς σε ποια σφάλματα και σε ποιες παγίδες δεν πρέπει να ξαναπέσει. Είναι αδύνατον κάποιος να μην αποτύχει ποτέ, να μην κάνει ποτέ λάθος.
Ασχολήθηκα με την Έβδομη τέχνη γιατί μου το ζήτησαν. Μου ζητήθηκε να κάνω μουσική για ταινίες που εγώ την έκανα. Ήμουν καλός σ´αυτό και τα πράγματα μπήκαν σε έναν δρόμο. Στη συνέχεια δεν δυσανασχέτησα ποτέ με τον εφαρμοσμένο χαρακτήρα της δουλειάς μου. Από νωρίς προσπάθησα να δώσω αυτονομία στην κινηματογραφική μουσική και γρήγορα ένιωσα ευγνώμων για την αγάπη που μου έδειχναν άνθρωποι απ´όλα τα μέρη του κόσμου.
Το να συνθέτεις μουσική για τον κινηματογράφο δεν είναι εύκολη διαδικασία. Η κινηματογραφική μουσική μπορείς να την κατευθύνεις πολύ καλά όταν πρόκειται να την εφαρμόσεις σε συγκεκριμένες εικόνες. Πολλές φορές, όμως, στην ίδια ταινία πρέπει να ενταχθούν πολλές διαφορετικές μουσικές – για παράδειγμα, μοτίβα πολλών διαφορετικών συνθετών ή πολλές διαφορετικές εκδοχές ενός μουσικού θέματος. Τότε το να βρεις τη σωστή εκδοχή και να ακολουθήσεις τη σωστή κατεύθυνση είναι κάτι πολύ δύσκολο· είναι μια διαδικασία που απαιτεί συνεργασία και σεβασμό μεταξύ σκηνοθέτη και συνθέτη.
Στη μουσική οι επιλογές είναι εξίσου σημαντικές με τις επιρροές. Ο συνθέτης δεν εφευρίσκει τη μουσική. Τη στιγμή που ο συνθέτης γεννιέται ως δημιουργός συναντάει τη μουσική, η οποία έχει ήδη περάσει από εξέλιξη αιώνων. Συναντιέται λοιπόν με τη μουσική μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή και χρησιμοποιεί ό,τι βρίσκει ως αφετηρία. Από εκεί και πέρα αρχίζουν οι δικές του επιλογές.
Το κοινό είναι αυτό που ανάγει έναν καλό καλλιτέχνη σε μύθο. Το παιχνίδι παίζεται κυρίως από τον κόσμο. Ο ίδιος ο καλλιτέχνης δεν μπορεί να βάλει στόχο να γίνει μύθος. Τον σημαντικό ρόλο εδώ τον παίζει το κοινό. Εξαρτάται πώς ο κόσμος αντιλαμβάνεται και εμπεδώνει το έργο ενός καλλιτέχνη.
Η έννοια του διαχρονικού είναι κάτι που δεν μπορούμε να εξακριβώσουμε στο παρόν. Η αξία κάθε καλλιτέχνη καθορίζεται με το πέρασμα του χρόνου. Για τα πράγματα που γίνονται σήμερα είναι δύσκολο να πεις τι είναι αυτό που θα αντέξει στον χρόνο. Ο Μότσαρτ έγινε αποδεκτός από το κοινό την περίοδο που έζησε. Με το πέρασμα του χρόνου πιστοποιήθηκε το ταλέντο και η ιδιοφυΐα του και κατοχυρώθηκε η σπουδαιότητα του έργου του.