Τον Εμίρ Κουστουρίτσα τον γνώρισα το 1995, όταν σπούδαζα κινηματογράφο και μόλις είχε βγει στις αίθουσες το «Underground». Είχε γίνει κάτι σαν must για κάθε σπουδαστή κινηματογραφικής σχολής εκείνου του καιρού. Θυμάμαι τους παλιότερους δασκάλους μου, τον Δήμο Θέο και τον Βασίλη Ραφαηλίδη, να στέκονται με επιφύλαξη απέναντι σ’ έναν σκηνοθέτη, που δεν ήταν ακριβώς νέος με την έννοια του πρωτοεμφανιζόμενου, αλλά σίγουρα είχε καταφέρει να μιλάνε όλοι για μια «εθνική βαλκανική κινηματογραφία». Αρκετά χρόνια αργότερα θα άκουγα τον Νίκο Κούνδουρο να λέει πως ο Κουστουρίτσα είναι ο πιο ενδιαφέρων διεθνώς σκηνοθέτης. Ήταν το ίδιο διάστημα που ανακάλυπτα και τον μουσικό – μουσικόφιλο δημιουργό, τόσο με τη δική του μπάντα, τους No Smoking Orchestra, όσο και με τις συνεργασίες του με τον Goran Bregovic και τον Iggy Pop στα σάουντρακ των ταινιών του. Βέβαια, σήμερα δεν μιλιούνται ο Κουστουρίτσα με τον Μπρέγκοβιτς και ο καθένας έχει τραβήξει το δρόμο του στη μουσική – έτσι μου εκμυστηρεύθηκε ο Ελληνοσέρβος Goran Vukcevic, που τελικά έκανε τον μεταφραστή στη συνέντευξη με τον σκηνοθέτη. Δεν ρώτησα λεπτομέρειες επ’ αυτού, άλλωστε δεν ήξερα εκ των προτέρων πόση ώρα θα μου διέθετε. Οι δύο πρώτες μέρες στο περιβόητο «ξύλινο χωριό» του, στο βουνό Mokra Gora της Σερβίας, τριάμισι ώρες έξω απ’ το Βελιγράδι, αναλώθηκαν στο να τον κυνηγάω στην κυριολεξία. Όχι μόνος μου, ευτυχώς, τις πρώτες δυο μέρες, αλλά με τη συμπαράσταση του Aleksandar Kovacevic, ενός νεαρού Σέρβου που μου έστειλε η ελληνική πρεσβεία και που ομιλεί τέλεια τα ελληνικά. Κι αφού ο Aleksandar έπρεπε τη Δευτέρα να παρουσιαστεί στη δουλειά του στο Βελιγράδι κι ακόμη ήταν αβέβαιο το αν θα γινόταν η συνάντηση με τον Κουστουρίτσα, όπου εγώ θα έμενα κάπως ξεκρέμαστος ως προς το να μπορέσω να κάνω μια κουβέντα σε βάθος, εμφανίστηκε ξαφνικά ο Goran Vukcevic. Στο εστιατόριο, για την ακρίβεια, ήρθε αυτός και με χαιρέτισε στα ελληνικά. Του ζήτησα να με βοηθήσει στη μετάφραση της συνέντευξης κι εκείνος το δέχτηκε με μεγάλη χαρά, αφού θα μετάφραζε τα λόγια του πιο διάσημου συμπατριώτη του. Κι αν ο Goran, που εργάζεται στη σερβική τηλεόραση και ζει μόνιμα στο Νόβισαντ, δεν ομιλούσε τα τέλεια ελληνικά του Aleksandar, σίγουρα με βοήθησε πολύ στην όλη διαδικασία. Η οποία όλη διαδικασία είχε γίνει σαν το…γεφύρι της Άρτας ένα πράγμα. Από Σάββατο σε Κυριακή κι από Κυριακή σε Δευτέρα κι από τις 12 το μεσημέρι στις 6 το απόγευμα και μετά στις 8 το βράδυ. Το ραντεβού τελικά ορίστηκε για την Κυριακή 9 Μαΐου στις 8 στο ξύλινο σπίτι του Κουστουρίτσα. Όταν φτάσαμε στην ώρα μας είδαμε να τον περιμένουν στο σαλονάκι κι άλλοι δημοσιογράφοι. Ο ίδιος εμφανίστηκε μισή ώρα μετά με φόρμα, χαιρετώντας μας όλους από μακριά. Λίγα λεπτά αργότερα, η Ντανιέλα, η βοηθός του, μας ενημέρωσε πως επιθυμία του ήταν να μας δει όλους μαζί για να απαντήσει στις ερωτήσεις μας. Κι εκεί εγώ πάτησα πόδι! Της απάντησα πως δεν υπάρχει περίπτωση να έχω τραβηχτεί από την Ελλάδα για μία τετ α τετ συνέντευξη με τον Κουστουρίτσα κι αυτός να μας «ξεπετάξει» μαζί με πέντε – έξι ακόμη συναδέλφους από το εξωτερικό. Ευτυχώς η Ντανιέλα το κατάλαβε, προφανώς το μετέφερε όπως έπρεπε κι έτσι, γύρω στις 10 το βράδυ, μπήκαμε πάλι στο σαλονάκι, όπου μας περίμενε ο Κουστουρίτσα. Σύντομα έγινε αντιληπτό πως ο εν λόγω καλλιτέχνης δεν έχει καμία σχέση με βεντετισμούς και σταριλίκια. Γνωρίσαμε έναν άνθρωπο εξαιρετικά ευδιάθετο, παρά την περασμένη ώρα, νορμάλ ευγενή και πολύ χιουμορίστα. Έβγαλα το χαρτί με τις ερωτήσεις κι άρχισα να τον βομβαρδίζω. Εγώ στα ελληνικά, ο Goran συνέχιζε στα σερβικά κι ο Εμίρ απαντούσε πότε στα σερβικά και πότε στα αγγλικά. Κι όταν κάποιες ερωτήσεις ήταν εύκολες σχετικά και του τις απηύθυνα κατευθείαν στα αγγλικά, εκείνος μου χτυπούσε φιλικά την πλάτη και μου έλεγε «Try in english, please! It’ s better for me». Στο τέλος της κουβέντας μας, που διήρκεσε ακριβώς 58 λεπτά, ήμασταν όλοι ευχαριστημένοι. Θα έλεγα μάλιστα ότι ο Κουστουρίτσα έδειχνε πιο ευχαριστημένος απ’ όλους μας, αφού μάλλον δεν περίμενε να μη βαρεθεί σε ακόμη μία προγραμματισμένη συνέντευξη που είχε να δώσει. Βγαίνοντας από το σπιτάκι του, συναντήθηκα με τη Maja, τη σύζυγο του, με την οποία είχαμε ανταλλάξει μερικά ηλεκτρονικά μηνύματα τις προηγούμενες μέρες. «Όλο του λέω να μη μιλάει για πολιτική κι αυτός μου κάνει ”Έχεις δίκιο, μόνο για τέχνη θα μιλάω”, αλλά τελικά πάντα μιλάει για πολιτική». Δίκιο είχε! Γελάσαμε κι εμείς λίγο κι ύστερα κατευθυνθήκαμε στο εστιατόριο, όπου ο Εμίρ θα συνέτρωγε με τον 76χρονο Πέταρ Μπόζοβιτς, έναν σπουδαίο Σέρβο ηθοποιό, γνωστό για τις ακροαριστερές απόψεις του – κάτι σαν τον δικό μας τον αείμνηστο Βασίλη Διαμαντόπουλο. «Τον είχα καλέσει κάποτε στο ραδιόφωνο» μου είπε ο Γκόραν για τον Μπόζοβιτς, «και μόνο για τους ρόλους του δεν μιλήσαμε. Όλη την ώρα έβριζε τους πολιτικούς κι όταν του ζήτησα να μην το κάνει, παρεξηγήθηκε». Τον γνώρισα κι εγώ τον Μπόζοβιτς, μου τον σύστησε ο Κουστουρίτσα την ώρα που έφευγα από το εστιατόριο. Έπρεπε να ξυπνήσω πολύ πρωί καθώς πέταγα για Αθήνα στη μία το μεσημέρι. Στον Πέταρ Μπόζοβιτς έκανα ένα νεύμα ευγένειας, κάπως σαν άτυπη υπόκλιση. Με τον Εμίρ δώσαμε τα χέρια, ανταλλάξαμε ένα χαμόγελο και συμφωνήσαμε να τα ξαναπούμε αυτό το καλοκαίρι στη Σίφνο.
– Βρίσκομαι για πρώτη φορά στο φεστιβάλ σας και διαπιστώνω ότι υπάρχει ένα οικογενειακό κλίμα, που όμοιο του δεν έχω ξανασυναντήσει σε ανάλογη αποστολή. Κάποιος θα έλεγε «Δες τι έστησε εδώ ο Βαλκάνιος»!
Αυτό το φεστιβάλ είναι αποτέλεσμα της δικής μου εμπειρίας, της επαγγελματικής και της ανθρώπινης. Δεν το υποστηρίζουν σπόνσορες και διαφημιστές, ενώ διεξάγεται σ’ ένα φανταστικό μέρος που λέγεται «ξύλινο χωριό». Όσο για το οικογενειακό κλίμα που βλέπετε, οφείλεται στο ό,τι εδώ ζω.
– Είμαστε στο σπίτι σας δηλαδή.
Ακριβώς. Ζω εδώ και στη Σίφνο.
– Ωστόσο η οικογένεια τι ρόλο παίζει στη ζωή σας; Όχι μόνο αυτή που προέρχεστε, αλλά κι αυτή που φτιάξατε.
Για μένα το μεγαλύτερο φαινόμενο είναι να φτιάξεις και να συντηρήσεις μία οικογένεια. Άλλοτε η οικογένεια πετυχαίνει και άλλοτε όχι. Εδώ και πολύ καιρό η οικογένεια έχει πεθάνει σε κινηματογράφο και λογοτεχνία, αλλά ευτυχώς ακόμα επιζεί στον πραγματικό κόσμο. Ναι μεν η σύγχρονη ζωή αγκαλιάζει άλλες δομές της οικογένειας, έχω την αίσθηση όμως ότι η κανονική οικογένεια, έτσι όπως τη μάθαμε εμείς, θα επιβιώσει.
– Πόσο καθοριστική υπήρξε η μορφή του Μουράτ, του πατέρα σας;
Πάρα πολύ! Γνώρισα τον κόσμο, την ιστορία και την πολιτική μέσα απ’ αυτόν. Διαμόρφωσε την ανθρωπιστική μου συνείδηση. Με ένα τρόπο η πρώτη μου ταινία είναι αφιερωμένη στον πατέρα μου. Μιλάω για το 1981, όπου ένας πατέρας χορεύει με τη γυναίκα του και λέει ότι ο καλός κομμουνισμός θα έρθει μέχρι το 2000 – έπεσε έξω για καμιά εικοσαριά χρόνια…Πιστεύω ότι μέχρι το 2030 θα επέλθει η σωστή μορφή του κομμουνισμού. Εσείς στην Ελλάδα πρέπει να είστε ιδιαίτερα προσεκτικοί επειδή αυτοί που έρχονται στην εξουσία πάντα σας υποδεικνύουν τι θα κάνετε. Είστε δέσμιοι ενός δικομματισμού, πίσω απ’ τον οποίο κρύβονται οι Ηνωμένες Πολιτείες. Καλώς ή κακώς ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία από κει έχουν πάρει τα μαθήματα τους κι έτσι σας κυβέρνησαν, κλέβοντας τα χρήματα σας.
– Αναφέρεστε και στο σήμερα;
Για πάντα μιλάω (γελάει)
– Γνωρίζω τις ταινίες του περίφημου Hajrudin Krvavac, αλλά και το πόσο σας επηρέασε.
(δείχνει έκπληξη) Επρόκειτο για έναν πανέμορφο άνθρωπο που με πήρε κυριολεκτικά από το χέρι και με πήγε στη σχολή FAMU της Πράγας για να δώσω εξετάσεις και να σπουδάσω σκηνοθεσία. Ήταν φίλος του πατέρα μου και χωρίς να ξέρω ποιες ταινίες του έχετε δει, σας λέω ότι όλες τις έκανε με μια μοναδική πονηριά και μαεστρία.
– Άρα εξαιτίας του μπήκατε στον κινηματογράφο.
Όχι γιατί είχε δει κάποιο ταλέντο μου στην πραγματικότητα, αλλά επειδή δεν ήξερε τι να κάνει με μένα. Ήμουν προβληματικό παιδί.
– Ενδιαφέρον. Δηλαδή;
Ολημερίς στους δρόμους με ανθρώπους. Καμία έγνοια για το σχολείο.
– Ένας αλήτης με την καλή έννοια, ας πούμε.
Ναι, κάπως έτσι…Αυτός ανακάλυψε ότι κάτι είχα μέσα μου κι όταν κάναμε την πρώτη μου πειραματική ταινία, αμέσως πήρα βραβείο στη Βοσνία. Βήμα – βήμα βρήκα κι εγώ το ενδιαφέρον μου στο να μάθω πως θα κάνω κινηματογράφο. Ο Hrvavac, λοιπόν, με πίεσε προς αυτή την κατεύθυνση.
– Γνωρίσατε την αποδοχή σε νεαρότατη ηλικία, στα 24 χρόνια σας. Αυτό δεν διαμόρφωσε μια συγκεκριμένη καλλιτεχνική ταυτότητα;
Ισχύει. Ίσως γι’ αυτό τώρα δεν είμαι επιτυχημένος…Αστειεύομαι. Η αποδοχή στη νεαρότατη ηλικία με έκανε απλά να βρίσκω πιο εύκολα παραγωγούς, όπως και να επιλέγω πιο εύκολα τα θέματα των ταινιών μου.
– Είστε πια 67 ετών…
Ναι, είμαι. Σχεδόν 68 για την ακρίβεια…
– Πως παρατηρείτε τις αλλαγές του χρόνου, εξωτερικά και εσωτερικά;
Δεν είναι αρμονικά αυτά τα δύο. Νιώθω ακόμη νέος στην ηλικία που βρίσκομαι και μπορώ να κάνω ό,τι έκανα και στο παρελθόν: Στις 10 Ιουνίου, ας πούμε, μέχρι τα τέλη του χρόνου θα ξεκινήσω περιοδεία όπου θα τραγουδάω και θα παίζω μουσική. Έχω κλείσει γύρω στις 60 συναυλίες σαν να’μαι 25 χρονών. Ωστόσο μερικές φορές νιώθω ότι θα πρέπει να κάνω ένα διάλειμμα για λίγο από οργανικής άποψης μέχρι να ξανανιώσω νέος και άγριος.
– Είστε εύκολος ή δύσκολος άνθρωπος;
Και τα δύο, εύκολος και δύσκολος. Όσο μπορώ προσπαθώ να’μαι εύκολος, βέβαια, παρά δύσκολος.
– Πιο έντονη είναι τώρα αυτή η επιθυμία;
Όχι, πάντα έτσι ένιωθα, έτσι ήμουν. Οι υποχρεώσεις είναι αυτές που σε κάνουν συνήθως δύσκολο άνθρωπο. Όταν είσαι εύκολος δεν μπορείς να τα φέρνεις όλα εις πέρας. Και μένα τα τόσα που κάνω, τα επαγγελματικά, σίγουρα με κάνουν δύσκολο. Στην ιδιωτική μου ζωή είμαι ένας εύκολος απλός άνθρωπος.
– Ειδικά όταν παίζετε μουσική.
Ακριβώς. Όποτε παίζω μουσική είμαι ήσυχος, όποτε όμως κάνω ταινίες είμαι πολύ ανήσυχος.
– Πιθανώς να είστε μοναχικός άνθρωπος.
Μα αυτό είναι! Στη μουσική έχεις ένα καλό όργανο, μια καλή σύνθεση και μια καλή επικοινωνία με το κοινό. Είσαι μόνος και δρας άμεσα. Το να δημιουργήσεις, όμως, κινηματογράφο, να κάνεις δηλαδή αόρατη αρχιτεκτονική, είναι κάτι εξαιρετικά δύσκολο.
– Αόρατη αρχιτεκτονική;
Ναι, είναι ο ορισμός του δικού μου «cool» κινηματογράφου.
– Και πως είναι για έναν σκηνοθέτη από την πρώην Γιουγκοσλαβία να βρεθεί στην Αμερική, στη Μέκκα του παγκόσμιου κινηματογράφου;
Ξέρετε, εμείς εδώ λέμε μια πολύ αστεία πολιτική φράση: Οι Βόσνιοι μουσουλμάνοι είναι οι μοναδικοί μουσουλμάνοι που δεν πάνε στη Μέκκα πια, αλλά στις Βρυξέλλες! Εγώ πάλι ήμουν ο μοναδικός που έκανα κινηματογράφο στην Αμερική για γαλλικά φράγκα. Ποτέ δεν ανήκα στην κοινωνία του Χόλιγουντ, δεν μπορώ να μην αναγνωρίσω όμως τη μεγάλη εμπειρία του να κάνεις ταινία με τον Johnny Depp ή να δημιουργείς ασυνήθιστες αγγλόφωνες ταινίες. Η όλη εμπειρία με βοήθησε, όταν επέστρεψα εδώ, να συνεχίσω τις ταινίες μου στη σερβική γλώσσα με μεγαλύτερους φυσικά προϋπολογισμούς.
– Σας το ρώτησα αυτό, γιατί σύμφωνα με δικά σας λεγόμενα, «το σύστημα γεννάει φτώχεια και αδικία».
Όσο πάμε εμείς ανυπόμονα προς το σύστημα, αυτό θα παράγει όλο και περισσότερα δεινά. Ζούμε σ’ έναν πλανήτη που μας λένε ότι πάσχει από υπερπληθυσμό. Είναι ένα ψέμα! Οι άνθρωποι δεν μπορούν να ζήσουν πια στην Αφρική, όπως και τα λιοντάρια δεν μπορούν να ζήσουν στη Σιβηρία. Ο άνθρωπος μπορεί να ζει παντού μακριά από πολιτικά ψέματα, την καραμέλα δηλαδή των Αγγλοσαξόνων περί υπερπληθυσμού. Αυτοί ετοιμάζουν για όλους μας μία ψεύτικη οικολογική επανάσταση, την οποία όλο κρατούν στάσιμη και την αφήνουν απλά να υπάρχει σαν έννοια.
– Κάποτε ο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι δούλευε με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο…
Το γνωρίζω.
– Είπε, λοιπόν, ο Μαστρογιάνι σ’ έναν συμπρωταγωνιστή του για τον Αγγελόπουλο πως «ο σκηνοθέτης αυτός παίρνει πολύ στα σοβαρά τον εαυτό του».
(γελάει δυνατά)
– Με εσάς τι γίνεται πάλι, τι ιδέα έχετε για τον εαυτό σας;
Ποτέ δεν παίρνω στα σοβαρά τον εαυτό μου, χρησιμοποιώ απλά όση δύναμη έχω για να κάνω σοβαρά projects.
– Είδαμε στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, να σηκώνονται αεροπλάνα από ευρωπαϊκές στρατιωτικές βάσεις για να βομβαρδίσουν τη Σερβία. Στην Ελλάδα στήθηκαν ολόκληρες συναυλίες συμπαράστασης στον σερβικό λαό. Εσείς στηρίξατε το λαό σας στο πλαίσιο μιας ελεύθερης διακίνησης ιδεών.
Αυτή ήταν μια τραγωδία και αναφέρομαι στις δολοφονίες άμαχου πληθυσμού. Σήμερα, ας πούμε, στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, δεν συμβαίνει αυτό, δεν σκοτώνονται γέροι και γυναικόπαιδα. Και αν σκοτώνονται κάποιοι, δεν γίνεται σκόπιμα συγκριτικά με τους στρατιώτες που είναι ταγμένοι πολεμιστές. Στη Σερβία, όταν σκοτώνονταν γυναικόπαιδα, το έλεγαν «παράπλευρες απώλειες». Σήμερα, όταν Ρώσοι βομβαρδίζουν και σκοτώνονται κι απ’ τις δύο πλευρές, στην Αμερική τους λένε «καημένα παιδιά».
– Πόσο απέχει η ιδέα του πατριωτισμού απ’ αυτήν του εθνικισμού;
Απέχει μόνο μέσω της ειλικρινούς αγάπης για την κουλτούρα μας. Δεν το οριοθετώ χωρικά, αλλά πολιτισμικά και πολιτιστικά.
– Είναι σαν να μου λέτε ότι εγώ νιώθω Έλληνας όποτε είμαι σε μια ξένη χώρα και ακούω ένα τραγούδι του Θεοδωράκη ή του Τσιτσάνη.
(γελάει δυνατά) Ναι, ναι, ακριβώς αυτό! Χωρίς σημαίες και σύμβολα. Αυτό είναι ο πολιτισμός. Κι εγώ έτσι νιώθω παρότι κοσμοπολίτης φύσει και θέσει.
– Σας βασανίζουν θεμελιώδη φιλοσοφικά ερωτήματα; «Ποιος είμαι, γιατί ζω, που πάει ο κόσμος;»
Εγώ σκέφτομαι συνέχεια το εξής: Η ζωή είναι μια κούρσα, ένας αγώνας δρόμου, στην οποία οι άνθρωποι δεν θέλουν να βγουν πρώτοι.
– Μήπως σας κουράζουν οι ερωτήσεις μου;
Όχι, καθόλου. Απεναντίας!
– Συνεχίστε.
Οι άνθρωποι πεθαίνουν και δεν έχουν θελήσει ποτέ να βγουν νικητές στην κούρσα της ζωής. Κι όταν το αντιλαμβάνονται αυτό, είναι πια αργά, η ζωή έχει περάσει.
– Μπορεί, όμως, ένας άνθρωπος να έχει μια γαμημένη ζωή και να κοιτάει απλά την επιβίωση.
Η ζωή η ίδια έχει σημασία. Σας είπα κάτι πολύ συγκεκριμένο: Σε κανέναν δεν χαρίζεται, πρέπει να τη δεις ως αγώνισμα, ως κούρσα, να τρέξεις και να της παραβγείς. Όπως δεν με κουράζουν οι ερωτήσεις σας, δεν με κουράζουν κι αυτές οι σκέψεις. Αντιθέτως με κάνουν να νιώθω πολύ καλά, γιατί είμαι ένας άνθρωπος που συνδιαλέγεται με τον εαυτό του.
– Καθημερινά, φαντάζομαι.
Καθημερινά. Και τώρα είναι υπό έκδοση το νέο βιβλίο μου, στο οποίο αντανακλώνται σκέψεις μου απ’ την κοινωνία, τους φίλους μου και τα όσα έχω περάσει κι εγώ για να κάθομαι δίπλα σας και να μιλάμε.
– Πως βλέπετε τον κινηματογράφο σήμερα; Όχι τόσο τον αμερικανικό, όσο τον ευρωπαϊκό. Ναι μεν την εξουσία όλη έχουν οι παραγωγοί, τι γίνεται όμως με τη θεματική του;
Σκεφτείτε απλά ότι τη δεκαετία του 1980 ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο ήταν το κυρίαρχο πρόσωπο στη Νέα Υόρκη, σήμερα όμως είναι ο Elon Musk. Έχει εξαφανιστεί η δύναμη ή και η ταυτότητα του «auteur», του δημιουργού. Δεν υπάρχει κανονικά, αλλά περιστασιακά. Η κατάσταση σήμερα για τον κινηματογράφο είναι διεθνώς καταστροφική, αφού αντλεί δύναμη απ’ τους διαφημιστές. Φαίνεται απ’ το πόσο προμοτάρεται κάτι για να «πιάσει» το κοινό κι αν δεν το κάνεις καλά, σου λένε ότι γι’ αυτό ο κόσμος δεν πάει πια σινεμά και δεν θέλει τα έργα σου. Ακόμη χειρότερα, σου λένε ότι ανεξάρτητο σινεμά δεν θα υπάρχει μέχρι το 2024. Θα κυριαρχήσουν οι πλατφόρμες και το Χόλιγουντ.
– Λίγο απαίσιο ακούγεται.
Απαίσιο, ναι. Τα πάντα είναι απαίσια.
– Τόση απαισιοδοξία, κύριε Κουστουρίτσα;
Εντάξει, εκτός απ’ τον καιρό στην Ελλάδα (γέλια)
– Μακαβέγιεφ, Πασκάλιεβιτς, Κουστουρίτσα: Υπάρχει φυσική συνέχεια, «συνομιλία»;
Θα έλεγα ότι το δικό μου έργο «συνομιλεί» περισσότερο μ’ αυτό του Ζίβαν Πάβλοβιτς και μ’ άλλων που ασχολήθηκαν πιο πολύ με τους ανθρώπους του περιθωρίου. Όπως ειπώθηκε κάποτε, εγώ φύτεψα την κουλτούρα του περιθωρίου. Αυτό με ενδιέφερε.
– Στις δικές σας ταινίες ενυπάρχει η μουσική δυτική ποπ κουλτούρα μέσα από επιτυχίες μιας συγκεκριμένης χρονικής περιόδου. Πως προκύπτουν κάθε φορά αυτές οι μουσικές επιλογές;
Όταν διδάσκω τους πρωταγωνιστές μου, πάντα δίνω σημασία στο παρεΐστικο κλίμα, την κοινωνικότητα εντός της δουλειάς, αν θέλετε, κάτι που επιτυγχάνεται σε μεγάλο βαθμό μέσω της μουσικής. Δεν έχει να κάνει με τις δικές μου μουσικές επιρροές ή αναφορές, απλά βουτάω από εποχή σε εποχή και διαλέγω κάτι που να αντανακλά την ψυχολογία των ηρώων μου και το σενάριο. Απολύτως το σενάριο δηλαδή.
– Ας θυμηθούμε και τον συνεργάτη σας, τον περίφημο διευθυντή φωτογραφίας Βίλκο Φίλατς. Κάνατε πέντε μεγάλου μήκους ταινίες μαζί. Τι έχει μείνει απ’ αυτή τη σχέση;
Η σύνθεση. Ποτέ δεν κατάφερα να φέρω μια ταινία εις πέρας τόσο καλά όσο ήμουν μαζί του. Κάναμε πράγματι πέντε ταινίες μαζί, από το «Do you remember Dolly Bell?» μέχρι το «Underground». Έφυγε πολύ νέος, μόλις 58 ετών, στην πατρίδα του τη Σλοβενία.
– Το 2003 διατελέσατε πρόεδρος της κριτικής επιτροπής στο επίσημο διαγωνιστικό τμήμα των ταινιών μικρού μήκους στις Κάννες. Υπήρχε και μία ελληνική ταινία, στην οποία είχα εργαστεί ως βοηθός σκηνοθέτη, που μάλλον δεν ήταν στις προτιμήσεις σας. Όταν η Ελληνίδα σκηνοθέτις σας ζήτησε τη γνώμη σας, της απαντήσατε: «Κάνατε μια ταινία για να προμοτάρετε τη χώρα σας».
Ελπίζω να μην το θεώρησε κακό, εφόσον μόνο καλό είναι να προμοτάρεις κινηματογραφικά τη χώρα σου. Κι εγώ το ίδιο κάνω. Καταρχάς το είπα σίγουρα με θετικό πρόσημο, απ’ την άλλη ποτέ δεν λέω στους ανθρώπους τη γνώμη μου ειδικά αφού έχω δει μόλις την ταινία τους.
– Το κάνετε αυτό με κάθε συνάδελφο σας που θα συναντήσετε;
Συνήθως πάντα λέω συγχαρητήρια. Ειδικά όταν ξέρω πόσο επίπονο είναι να’χεις κάνει μια ταινία. Δεν μπορείς να στρέφεσαι με μια κριτική εναντίον των άλλων ειδικά όταν έχεις το δικό μου status στον χώρο. Να της το πεις αυτό της Ελληνίδας σκηνοθέτιδας να νιώσει χαρούμενη, δεν της είπα τίποτα κακό τότε!
– Παίξατε τον εαυτό σας σε μια σπονδυλωτή ταινία, το «Seven days in Habana». Έχω την αίσθηση πως ήταν ο πιο κοντινός προς εσάς ρόλος.
Είναι αλήθεια. Ήταν ο ρόλος ο πιο κοντινός στα χαρακτηριστικά μου και το ταμπεραμέντο μου. Όταν σε καλούν να παίξεις αυτό που είσαι, μπορεί να φαίνεται εύκολο, αλλά δεν είναι καθόλου. Εκτός από μένα κι άλλοι έπαιξαν τους εαυτούς τους, σαν τον Παλαιστίνιο Ελία Σουλεϊμάν. Ήταν μια διεθνής συμπαραγωγή και το δικό μου κομμάτι, το «Jam Session», σκηνοθετήθηκε από τον Πάμπλο Τραπέρο. Και πάλι μουσική, άρα ήταν μια καλή εμπειρία για μένα.
– Πείτε μου κάτι άλλο: Όσων χρόνων είμαι ακούω ότι ο κομμουνισμός είναι κακό πράγμα…
Σήμερα τι γίνεται; Το ακούτε και σήμερα αυτό, έτσι δεν είναι;
– Σήμερα ειδικά, πολύ. Γιατί αυτή η δαιμονοποίηση του κομμουνισμού;
Γιατί έρχεται κατευθείαν απ’ τον Λευκό Οίκο, κατάλοιπο ή φυσική συνέχεια του ψυχρού πολέμου. Έχει ο Λευκός Οίκος το CNN και τα άλλα μεγάφωνα του, που κάνουν καλά τη δουλειά τους εδώ και δεκαετίες. Στην Ελλάδα υπάρχουν κάποιοι με υψηλό επίπεδο και με ταμπεραμέντο, σαν τον Γιάνη Βαρουφάκη. Αυτός εκφράζει μια πολύ ήπια, πατερναλιστική και αποδεκτή όψη της Αριστεράς, την οποία θεωρώ πολύ αδύναμη για να αντισταθεί στην παγκόσμια παντοκρατορία των ΜΜΕ και των μεγαλοκαρχαριών. Ευτυχώς έχουμε αυτή τη στιγμή την Κίνα και τη Ρωσία που αντιστέκονται σ’ όλο αυτό.
– Κι εκεί δεν υπάρχουν μεγαλοκαρχαρίες, ολιγάρχες; Στην Ελλάδα, π.χ., το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας έχει αγοραστεί από τους Κινέζους.
Στο πλαίσιο εμπορικών συναλλαγών, μοιραίων, που εκεί οδήγησαν όλοι οι άλλοι. Είναι ένας σαφής πόλεμος καπιταλισμού μεταξύ καπιταλιστών και κάποιων άλλων που μοιραία δρουν ως καπιταλιστές με εντελώς διαφορετικό σκοπό όμως.
– Μάλιστα. Τον Βαρουφάκη τον έχετε γνωρίσει;
Όχι, έχω διαβάσει όμως ένα απ’ τα βιβλία του.
– Αυτό που έκανε ταινία ο Κώστας Γαβράς;
Ναι, αυτό ήταν νομίζω, ναι.
– Πολύ πρόσφατα είπατε δημόσια να μη συνδράμει η Σερβία την Ουκρανία γιατί οι καλές σχέσεις μεταξύ Σερβίας – Ρωσίας είναι η μοναδική εγγύηση για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας σας.
Και δεν μου λέτε εσείς τώρα, που είναι οι πασιφιστές; Δεν υπάρχουν πασιφιστές πια στη Δύση, αφού δίνουν όπλα στην Ουκρανία για να πολεμήσει τη Ρωσία. 90% του δυτικού κόσμου είναι υπέρ της Ουκρανίας και ένα 10% υπέρ της Ρωσίας. Δίνουν αβέρτα όπλα! Δεν είναι οι χίπις του παρελθόντος που έλεγαν «Όχι στον πόλεμο»! Αυτοί λένε «Ναι στον πόλεμο»! Εσείς πως το κρίνετε αυτό που ζείτε σε μια χώρα, η οποία έχει προβλήματα με την Τουρκία και αργά ή γρήγορα θα κινδυνεύσετε από κάτι παρόμοιο; Ποια θα είναι η στάση της Δύσης απέναντι σας; Η Ευρώπη η πασιφιστική δεν υπάρχει! Τα ΜΜΕ τους στην ουσία προμοτάρουν τον πόλεμο και όλοι έχουν πιστέψει πως ο Πούτιν είναι ο διάβολος. Ξεχάσαμε τους πολέμους στο Ιράκ, στη Συρία, στη Λιβύη, στη Σερβία, που ποτέ δεν είδαμε τέτοια ανάλογη προπαγάνδα; Η δική σας τηλεόραση τι δείχνει;
– Στο ειδησεογραφικό κρατικό κανάλι συνήθως βλέπαμε έναν μουσικό να παίζει βιολοντσέλο κι από πίσω τραγικές εικόνες δίχως άλλο ήχο.
Αυτά δείχνουν παντού! Ο πόλεμος αυτός ξεκίνησε το 2014, όταν οι Αμερικανοί θέλησαν να επηρεάσουν τις εκλογές. Ο λαός στο Ντονμπάς ήθελε να μιλάει ρωσικά και να ανήκει στη Μεγάλη Ρωσία κι έτσι άρχισαν όλα. Περίπου 60.000 άνθρωποι πέθαναν στο Ντονμπάς προτού ξεκινήσει ο πόλεμος του φετινού Φεβρουαρίου. Λυπάμαι, αλλά η αντίληψη για τον πόλεμο έχει καταντήσει διαφήμιση, μόδα. Το βλέπουν σαν μόδα και όχι σαν αλήθεια. Δεν νοιάζονται για το πώς άρχισε κι από ποιους αυτός ο πόλεμος. Τι έγινε και μια Δύση ολόκληρη έπαψε να είναι πασιφιστική; Μισούν τους Σλάβους, είναι πολύ απλό, όλοι μισούν τους Σλάβους.
– Το λέτε με την έννοια της εθνοκάθαρσης;
Ακριβώς, θέλουν να μας εξαφανίσουν. Ξεπατίκωσαν την ιδέα του Χίτλερ και τη συνεχίζουν.
– Στην Ελλάδα…
Στην Ελλάδα, ξέρω, δεν μιλάω για σας, αλλά υπάρχουν κι άλλοι σωστοί άνθρωποι.
– Ήθελα να πω πώς θεωρήσαμε έως και αστείο- αν όχι τραγικό- να σας αφαιρούνται τιμές και βραβεία επειδή κάνατε κάποιες φιλοπουτινικές δηλώσεις.
Δεν ξέρω πόσο θα επιζήσει η ιδέα της ενωμένης Ευρώπης. Το έχω οριοθετήσει χρονικά, μα δεν θα ήθελα να σας το πω για να το γράψετε. Το μπούλινγκ απέναντι μου, όπως σχολιάσατε, ήταν μεγάλο. Μπορώ να πω μόνο ότι η Ευρώπη αυτοκτονεί αυτή τη στιγμή. Δεν θέλει το ρωσικό αέριο, δεν θέλει το ρωσικό πετρέλαιο, πώς θα επιβιώσει τα επόμενα τρία χρόνια; Νομίζουν πως θα κατακτήσουν τη Ρωσία, αλλά αυτό είναι παράλογο. Προσπάθησαν ο Ναπολέων, ο Χίτλερ και τόσοι άλλοι, μα δεν τα κατάφεραν.
– Τώρα που το σκέφτομαι, η συνάντηση μας σήμερα γίνεται στην επέτειο της εισόδου του Κόκκινου Στρατού στο Βερολίνο.
Ναι, το έβλεπα προηγουμένως στην τηλεόραση και δεν φαντάζεστε πόσο χαρούμενος ένιωθα που ιδεολογικά ανήκα κι εγώ εκεί, ήμουν κι εγώ ανάμεσα τους. Και πως αλλιώς όταν ο πατέρας μου συμμετείχε στην απελευθέρωση του Βελιγραδίου μαζί με τους Ρώσους;
– Αν δεν ήσασταν αυτός που είστε, τι θα θέλατε να είστε;
Σε εσάς θα αποκαλύψω ένα μεγάλο μυστικό: Όταν ήμουν έφηβος ανερμάτιστος, είχα ενθουσιαστεί με την ιδέα να οδηγάω μια μεγάλη σκουπιδιάρα.
– Πάντως, οι Έλληνες σκουπιδιάρηδες παίρνουν έναν αξιοπρεπέστατο μισθό. Δεν ξέρω τι γίνεται εδώ βέβαια.
(γελάει) Ναι, αλλά εμένα αυτό ήταν το νεανικό μου όνειρο και το λέω για πρώτη φορά δημόσια.
– Θέλατε να καθαρίσετε την κοινωνία;
Ίσως, αλλά όχι με την έννοια του «pure», του αγνού. Το τι θεωρεί σκουπίδια ένας άνθρωπος στα νιάτα του πάντα έχει τη μεγαλύτερη σημασία.
– Συμφωνούμε. Θα μπορούσατε να ζήσετε μόνιμα στην Ελλάδα, στη Γαλλία, της οποίας είστε και υπήκοος, και στην Αμερική;
Προσπαθώ να μετακινούμαι συνέχεια γιατί μεγαλώνω και τα κόκαλα μου βαραίνουν, γι’ αυτό ίσως θέλω να περνάω χρόνο στη Σίφνο. Στη Γαλλία πάλι όχι και στην Αμερική με τίποτα! No more America!
– Νιώθετε τυχερός άνθρωπος, ευλογημένος;
Νιώθω ευλογημένος από τον Θεό και πιστεύω σ’ Αυτόν. Είμαι βαθιά ριζωμένος με την Ορθόδοξη κουλτούρα και πιστεύω ότι οι σύγχρονες κοινωνίες έχουν απωλέσει τον ανθρωπιστικό χριστιανικό χαρακτήρα τους, εξαντλούμενες μόνο στον Ερυθρό Σταυρό και σε άλλες τέτοιες δράσεις.
– Το λέει αυτό ένας φαν του Κόκκινου Στρατού που μόνο καλά με την Εκκλησία δεν τα’χε;
Μόνο η Ορθοδοξία, όμως, ενώνει τους ανθρώπους ουσιαστικά μεταξύ τους. Δεν χρειάζεται να το αναλύουμε πολιτικά, αλλά φιλοσοφικά. Η χριστιανορθόδοξη κουλτούρα σχετίζεται με τη φιλοσοφική θεώρηση των πραγμάτων τη σήμερον ημέρα, όχι με τη στείρα πολιτική. Μουσουλμάνοι, χριστιανοί και Βουδιστές ενώνονται μεταξύ τους, φιλοσοφικά, όχι θρησκειολογικά.
– Πείτε μου μια σκέψη που κάνετε προτού πέσετε για ύπνο.
Πριν πέσω για ύπνο, παίρνω ένα χάπι (σκάμε στα γέλια). Διαβάζω πολύ, πιθανώς ένα βιβλίο κάθε εβδομάδα. Το πρόβλημα είναι ότι χάνω την όραση μου λόγω ηλικίας και δεν βοηθάει το πολύ διάβασμα. Αλλάζω γυαλιά συνέχεια. Γενικώς, όμως, για να σας απαντήσω, διαβάζω, παίρνω ένα χάπι και κοιμάμαι.
– Καλός συνδυασμός.
(γελάει)
– Πως φαντάζεστε να είστε στα βαθιά γεράματα, σε δέκα ή σε είκοσι χρόνια;
Αν είμαι ζωντανός πάνω απ’ όλα, μάλλον θα συντομεύσουν τα βήματα μου. Δεν ξέρω κατά πόσο θα’μαι ικανός να έχω ελευθερία στο να περπατάω ή να στέκομαι όρθιος. Σίγουρα κάθε βράδυ θα μπαίνω στη σάουνα και θα προσπαθώ να ασκώ το μυαλό μου διαβάζοντας.
– Κάνετε σάουνα, λοιπόν.
Πολύ συχνά, καθημερινά σχεδόν.
– Να που οφείλεται το νεανικό σας δέρμα. Είστε 67, είπαμε, αλλά δεν φαίνεται σε κάποιον που σας έχει τετ α τετ απέναντι του.
Σάουνα, λοιπόν! Να ποια είναι η λύση για το μέλλον της ανθρωπότητας!
– Κύριε Κουστουρίτσα, σας ευχαριστώ πολύ για το χρόνο σας. Ξέροντας ότι έχετε βαρεθεί τις συνεντεύξεις, αυτή πως σας φάνηκε;
Ειλικρινά μου άρεσε! Σας συμπάθησα πάρα πολύ, γιατί με πήγατε απ’ τό’να θέμα στο άλλο με δεξιοτεχνία και ειπώθηκαν, πιστεύω, σημαντικά πράγματα μέσα σε μία ώρα.
*Θερμές ευχαριστίες στους Ελένη Τζατζιμάκη, Aleksandar Kovacevic, Goran Vukcevic, Maja Mandic, Danijela Rakic και στον Χάρη Γαργαλίδη από την Ελληνική Πρεσβεία στο Βελιγράδι.
Τον Εμίρ Κουστουρίτσα τον γνώρισα το 1995, όταν σπούδαζα κινηματογράφο και μόλις είχε βγει στις αίθουσες το «Underground». Είχε γίνει κάτι σαν must για κάθε σπουδαστή κινηματογραφικής σχολής εκείνου του καιρού. Θυμάμαι τους παλιότερους δασκάλους μου, τον Δήμο Θέο και τον Βασίλη Ραφαηλίδη, να στέκονται με επιφύλαξη απέναντι σ’ έναν σκηνοθέτη, που δεν ήταν ακριβώς νέος με την έννοια του πρωτοεμφανιζόμενου, αλλά σίγουρα είχε καταφέρει να μιλάνε όλοι για μια «εθνική βαλκανική κινηματογραφία». Αρκετά χρόνια αργότερα θα άκουγα τον Νίκο Κούνδουρο να λέει πως ο Κουστουρίτσα είναι ο πιο ενδιαφέρων διεθνώς σκηνοθέτης. Ήταν το ίδιο διάστημα που ανακάλυπτα και τον μουσικό – μουσικόφιλο δημιουργό, τόσο με τη δική του μπάντα, τους No Smoking Orchestra, όσο και με τις συνεργασίες του με τον Goran Bregovic και τον Iggy Pop στα σάουντρακ των ταινιών του. Βέβαια, σήμερα δεν μιλιούνται ο Κουστουρίτσα με τον Μπρέγκοβιτς και ο καθένας έχει τραβήξει το δρόμο του στη μουσική – έτσι μου εκμυστηρεύθηκε ο Ελληνοσέρβος Goran Vukcevic, που τελικά έκανε τον μεταφραστή στη συνέντευξη με τον σκηνοθέτη. Δεν ρώτησα λεπτομέρειες επ’ αυτού, άλλωστε δεν ήξερα εκ των προτέρων πόση ώρα θα μου διέθετε. Οι δύο πρώτες μέρες στο περιβόητο «ξύλινο χωριό» του, στο βουνό Mokra Gora της Σερβίας, τριάμισι ώρες έξω απ’ το Βελιγράδι, αναλώθηκαν στο να τον κυνηγάω στην κυριολεξία. Όχι μόνος μου, ευτυχώς, τις πρώτες δυο μέρες, αλλά με τη συμπαράσταση του Aleksandar Kovacevic, ενός νεαρού Σέρβου που μου έστειλε η ελληνική πρεσβεία και που ομιλεί τέλεια τα ελληνικά. Κι αφού ο Aleksandar έπρεπε τη Δευτέρα να παρουσιαστεί στη δουλειά του στο Βελιγράδι κι ακόμη ήταν αβέβαιο το αν θα γινόταν η συνάντηση με τον Κουστουρίτσα, όπου εγώ θα έμενα κάπως ξεκρέμαστος ως προς το να μπορέσω να κάνω μια κουβέντα σε βάθος, εμφανίστηκε ξαφνικά ο Goran Vukcevic. Στο εστιατόριο, για την ακρίβεια, ήρθε αυτός και με χαιρέτισε στα ελληνικά. Του ζήτησα να με βοηθήσει στη μετάφραση της συνέντευξης κι εκείνος το δέχτηκε με μεγάλη χαρά, αφού θα μετάφραζε τα λόγια του πιο διάσημου συμπατριώτη του. Κι αν ο Goran, που εργάζεται στη σερβική τηλεόραση και ζει μόνιμα στο Νόβισαντ, δεν ομιλούσε τα τέλεια ελληνικά του Aleksandar, σίγουρα με βοήθησε πολύ στην όλη διαδικασία. Η οποία όλη διαδικασία είχε γίνει σαν το…γεφύρι της Άρτας ένα πράγμα. Από Σάββατο σε Κυριακή κι από Κυριακή σε Δευτέρα κι από τις 12 το μεσημέρι στις 6 το απόγευμα και μετά στις 8 το βράδυ. Το ραντεβού τελικά ορίστηκε για την Κυριακή 9 Μαΐου στις 8 στο ξύλινο σπίτι του Κουστουρίτσα. Όταν φτάσαμε στην ώρα μας είδαμε να τον περιμένουν στο σαλονάκι κι άλλοι δημοσιογράφοι. Ο ίδιος εμφανίστηκε μισή ώρα μετά με φόρμα, χαιρετώντας μας όλους από μακριά. Λίγα λεπτά αργότερα, η Ντανιέλα, η βοηθός του, μας ενημέρωσε πως επιθυμία του ήταν να μας δει όλους μαζί για να απαντήσει στις ερωτήσεις μας. Κι εκεί εγώ πάτησα πόδι! Της απάντησα πως δεν υπάρχει περίπτωση να έχω τραβηχτεί από την Ελλάδα για μία τετ α τετ συνέντευξη με τον Κουστουρίτσα κι αυτός να μας «ξεπετάξει» μαζί με πέντε – έξι ακόμη συναδέλφους από το εξωτερικό. Ευτυχώς η Ντανιέλα το κατάλαβε, προφανώς το μετέφερε όπως έπρεπε κι έτσι, γύρω στις 10 το βράδυ, μπήκαμε πάλι στο σαλονάκι, όπου μας περίμενε ο Κουστουρίτσα. Σύντομα έγινε αντιληπτό πως ο εν λόγω καλλιτέχνης δεν έχει καμία σχέση με βεντετισμούς και σταριλίκια. Γνωρίσαμε έναν άνθρωπο εξαιρετικά ευδιάθετο, παρά την περασμένη ώρα, νορμάλ ευγενή και πολύ χιουμορίστα. Έβγαλα το χαρτί με τις ερωτήσεις κι άρχισα να τον βομβαρδίζω. Εγώ στα ελληνικά, ο Goran συνέχιζε στα σερβικά κι ο Εμίρ απαντούσε πότε στα σερβικά και πότε στα αγγλικά. Κι όταν κάποιες ερωτήσεις ήταν εύκολες σχετικά και του τις απηύθυνα κατευθείαν στα αγγλικά, εκείνος μου χτυπούσε φιλικά την πλάτη και μου έλεγε «Try in english, please! It’ s better for me». Στο τέλος της κουβέντας μας, που διήρκεσε ακριβώς 58 λεπτά, ήμασταν όλοι ευχαριστημένοι. Θα έλεγα μάλιστα ότι ο Κουστουρίτσα έδειχνε πιο ευχαριστημένος απ’ όλους μας, αφού μάλλον δεν περίμενε να μη βαρεθεί σε ακόμη μία προγραμματισμένη συνέντευξη που είχε να δώσει. Βγαίνοντας από το σπιτάκι του, συναντήθηκα με τη Maja, τη σύζυγο του, με την οποία είχαμε ανταλλάξει μερικά ηλεκτρονικά μηνύματα τις προηγούμενες μέρες. «Όλο του λέω να μη μιλάει για πολιτική κι αυτός μου κάνει ”Έχεις δίκιο, μόνο για τέχνη θα μιλάω”, αλλά τελικά πάντα μιλάει για πολιτική». Δίκιο είχε! Γελάσαμε κι εμείς λίγο κι ύστερα κατευθυνθήκαμε στο εστιατόριο, όπου ο Εμίρ θα συνέτρωγε με τον 76χρονο Πέταρ Μπόζοβιτς, έναν σπουδαίο Σέρβο ηθοποιό, γνωστό για τις ακροαριστερές απόψεις του – κάτι σαν τον δικό μας τον αείμνηστο Βασίλη Διαμαντόπουλο. «Τον είχα καλέσει κάποτε στο ραδιόφωνο» μου είπε ο Γκόραν για τον Μπόζοβιτς, «και μόνο για τους ρόλους του δεν μιλήσαμε. Όλη την ώρα έβριζε τους πολιτικούς κι όταν του ζήτησα να μην το κάνει, παρεξηγήθηκε». Τον γνώρισα κι εγώ τον Μπόζοβιτς, μου τον σύστησε ο Κουστουρίτσα την ώρα που έφευγα από το εστιατόριο. Έπρεπε να ξυπνήσω πολύ πρωί καθώς πέταγα για Αθήνα στη μία το μεσημέρι. Στον Πέταρ Μπόζοβιτς έκανα ένα νεύμα ευγένειας, κάπως σαν άτυπη υπόκλιση. Με τον Εμίρ δώσαμε τα χέρια, ανταλλάξαμε ένα χαμόγελο και συμφωνήσαμε να τα ξαναπούμε αυτό το καλοκαίρι στη Σίφνο.
– Βρίσκομαι για πρώτη φορά στο φεστιβάλ σας και διαπιστώνω ότι υπάρχει ένα οικογενειακό κλίμα, που όμοιο του δεν έχω ξανασυναντήσει σε ανάλογη αποστολή. Κάποιος θα έλεγε «Δες τι έστησε εδώ ο Βαλκάνιος»!
Αυτό το φεστιβάλ είναι αποτέλεσμα της δικής μου εμπειρίας, της επαγγελματικής και της ανθρώπινης. Δεν το υποστηρίζουν σπόνσορες και διαφημιστές, ενώ διεξάγεται σ’ ένα φανταστικό μέρος που λέγεται «ξύλινο χωριό». Όσο για το οικογενειακό κλίμα που βλέπετε, οφείλεται στο ό,τι εδώ ζω.
– Είμαστε στο σπίτι σας δηλαδή.
Ακριβώς. Ζω εδώ και στη Σίφνο.
– Ωστόσο η οικογένεια τι ρόλο παίζει στη ζωή σας; Όχι μόνο αυτή που προέρχεστε, αλλά κι αυτή που φτιάξατε.
Για μένα το μεγαλύτερο φαινόμενο είναι να φτιάξεις και να συντηρήσεις μία οικογένεια. Άλλοτε η οικογένεια πετυχαίνει και άλλοτε όχι. Εδώ και πολύ καιρό η οικογένεια έχει πεθάνει σε κινηματογράφο και λογοτεχνία, αλλά ευτυχώς ακόμα επιζεί στον πραγματικό κόσμο. Ναι μεν η σύγχρονη ζωή αγκαλιάζει άλλες δομές της οικογένειας, έχω την αίσθηση όμως ότι η κανονική οικογένεια, έτσι όπως τη μάθαμε εμείς, θα επιβιώσει.
– Πόσο καθοριστική υπήρξε η μορφή του Μουράτ, του πατέρα σας;
Πάρα πολύ! Γνώρισα τον κόσμο, την ιστορία και την πολιτική μέσα απ’ αυτόν. Διαμόρφωσε την ανθρωπιστική μου συνείδηση. Με ένα τρόπο η πρώτη μου ταινία είναι αφιερωμένη στον πατέρα μου. Μιλάω για το 1981, όπου ένας πατέρας χορεύει με τη γυναίκα του και λέει ότι ο καλός κομμουνισμός θα έρθει μέχρι το 2000 – έπεσε έξω για καμιά εικοσαριά χρόνια…Πιστεύω ότι μέχρι το 2030 θα επέλθει η σωστή μορφή του κομμουνισμού. Εσείς στην Ελλάδα πρέπει να είστε ιδιαίτερα προσεκτικοί επειδή αυτοί που έρχονται στην εξουσία πάντα σας υποδεικνύουν τι θα κάνετε. Είστε δέσμιοι ενός δικομματισμού, πίσω απ’ τον οποίο κρύβονται οι Ηνωμένες Πολιτείες. Καλώς ή κακώς ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία από κει έχουν πάρει τα μαθήματα τους κι έτσι σας κυβέρνησαν, κλέβοντας τα χρήματα σας.
– Αναφέρεστε και στο σήμερα;
Για πάντα μιλάω (γελάει)
– Γνωρίζω τις ταινίες του περίφημου Hajrudin Krvavac, αλλά και το πόσο σας επηρέασε.
(δείχνει έκπληξη) Επρόκειτο για έναν πανέμορφο άνθρωπο που με πήρε κυριολεκτικά από το χέρι και με πήγε στη σχολή FAMU της Πράγας για να δώσω εξετάσεις και να σπουδάσω σκηνοθεσία. Ήταν φίλος του πατέρα μου και χωρίς να ξέρω ποιες ταινίες του έχετε δει, σας λέω ότι όλες τις έκανε με μια μοναδική πονηριά και μαεστρία.
– Άρα εξαιτίας του μπήκατε στον κινηματογράφο.
Όχι γιατί είχε δει κάποιο ταλέντο μου στην πραγματικότητα, αλλά επειδή δεν ήξερε τι να κάνει με μένα. Ήμουν προβληματικό παιδί.
– Ενδιαφέρον. Δηλαδή;
Ολημερίς στους δρόμους με ανθρώπους. Καμία έγνοια για το σχολείο.
– Ένας αλήτης με την καλή έννοια, ας πούμε.
Ναι, κάπως έτσι…Αυτός ανακάλυψε ότι κάτι είχα μέσα μου κι όταν κάναμε την πρώτη μου πειραματική ταινία, αμέσως πήρα βραβείο στη Βοσνία. Βήμα – βήμα βρήκα κι εγώ το ενδιαφέρον μου στο να μάθω πως θα κάνω κινηματογράφο. Ο Hrvavac, λοιπόν, με πίεσε προς αυτή την κατεύθυνση.
– Γνωρίσατε την αποδοχή σε νεαρότατη ηλικία, στα 24 χρόνια σας. Αυτό δεν διαμόρφωσε μια συγκεκριμένη καλλιτεχνική ταυτότητα;
Ισχύει. Ίσως γι’ αυτό τώρα δεν είμαι επιτυχημένος…Αστειεύομαι. Η αποδοχή στη νεαρότατη ηλικία με έκανε απλά να βρίσκω πιο εύκολα παραγωγούς, όπως και να επιλέγω πιο εύκολα τα θέματα των ταινιών μου.
– Είστε πια 67 ετών…
Ναι, είμαι. Σχεδόν 68 για την ακρίβεια…
– Πως παρατηρείτε τις αλλαγές του χρόνου, εξωτερικά και εσωτερικά;
Δεν είναι αρμονικά αυτά τα δύο. Νιώθω ακόμη νέος στην ηλικία που βρίσκομαι και μπορώ να κάνω ό,τι έκανα και στο παρελθόν: Στις 10 Ιουνίου, ας πούμε, μέχρι τα τέλη του χρόνου θα ξεκινήσω περιοδεία όπου θα τραγουδάω και θα παίζω μουσική. Έχω κλείσει γύρω στις 60 συναυλίες σαν να’μαι 25 χρονών. Ωστόσο μερικές φορές νιώθω ότι θα πρέπει να κάνω ένα διάλειμμα για λίγο από οργανικής άποψης μέχρι να ξανανιώσω νέος και άγριος.
– Είστε εύκολος ή δύσκολος άνθρωπος;
Και τα δύο, εύκολος και δύσκολος. Όσο μπορώ προσπαθώ να’μαι εύκολος, βέβαια, παρά δύσκολος.
– Πιο έντονη είναι τώρα αυτή η επιθυμία;
Όχι, πάντα έτσι ένιωθα, έτσι ήμουν. Οι υποχρεώσεις είναι αυτές που σε κάνουν συνήθως δύσκολο άνθρωπο. Όταν είσαι εύκολος δεν μπορείς να τα φέρνεις όλα εις πέρας. Και μένα τα τόσα που κάνω, τα επαγγελματικά, σίγουρα με κάνουν δύσκολο. Στην ιδιωτική μου ζωή είμαι ένας εύκολος απλός άνθρωπος.
– Ειδικά όταν παίζετε μουσική.
Ακριβώς. Όποτε παίζω μουσική είμαι ήσυχος, όποτε όμως κάνω ταινίες είμαι πολύ ανήσυχος.
– Πιθανώς να είστε μοναχικός άνθρωπος.
Μα αυτό είναι! Στη μουσική έχεις ένα καλό όργανο, μια καλή σύνθεση και μια καλή επικοινωνία με το κοινό. Είσαι μόνος και δρας άμεσα. Το να δημιουργήσεις, όμως, κινηματογράφο, να κάνεις δηλαδή αόρατη αρχιτεκτονική, είναι κάτι εξαιρετικά δύσκολο.
– Αόρατη αρχιτεκτονική;
Ναι, είναι ο ορισμός του δικού μου «cool» κινηματογράφου.
– Και πως είναι για έναν σκηνοθέτη από την πρώην Γιουγκοσλαβία να βρεθεί στην Αμερική, στη Μέκκα του παγκόσμιου κινηματογράφου;
Ξέρετε, εμείς εδώ λέμε μια πολύ αστεία πολιτική φράση: Οι Βόσνιοι μουσουλμάνοι είναι οι μοναδικοί μουσουλμάνοι που δεν πάνε στη Μέκκα πια, αλλά στις Βρυξέλλες! Εγώ πάλι ήμουν ο μοναδικός που έκανα κινηματογράφο στην Αμερική για γαλλικά φράγκα. Ποτέ δεν ανήκα στην κοινωνία του Χόλιγουντ, δεν μπορώ να μην αναγνωρίσω όμως τη μεγάλη εμπειρία του να κάνεις ταινία με τον Johnny Depp ή να δημιουργείς ασυνήθιστες αγγλόφωνες ταινίες. Η όλη εμπειρία με βοήθησε, όταν επέστρεψα εδώ, να συνεχίσω τις ταινίες μου στη σερβική γλώσσα με μεγαλύτερους φυσικά προϋπολογισμούς.
– Σας το ρώτησα αυτό, γιατί σύμφωνα με δικά σας λεγόμενα, «το σύστημα γεννάει φτώχεια και αδικία».
Όσο πάμε εμείς ανυπόμονα προς το σύστημα, αυτό θα παράγει όλο και περισσότερα δεινά. Ζούμε σ’ έναν πλανήτη που μας λένε ότι πάσχει από υπερπληθυσμό. Είναι ένα ψέμα! Οι άνθρωποι δεν μπορούν να ζήσουν πια στην Αφρική, όπως και τα λιοντάρια δεν μπορούν να ζήσουν στη Σιβηρία. Ο άνθρωπος μπορεί να ζει παντού μακριά από πολιτικά ψέματα, την καραμέλα δηλαδή των Αγγλοσαξόνων περί υπερπληθυσμού. Αυτοί ετοιμάζουν για όλους μας μία ψεύτικη οικολογική επανάσταση, την οποία όλο κρατούν στάσιμη και την αφήνουν απλά να υπάρχει σαν έννοια.
– Κάποτε ο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι δούλευε με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο…
Το γνωρίζω.
– Είπε, λοιπόν, ο Μαστρογιάνι σ’ έναν συμπρωταγωνιστή του για τον Αγγελόπουλο πως «ο σκηνοθέτης αυτός παίρνει πολύ στα σοβαρά τον εαυτό του».
(γελάει δυνατά)
– Με εσάς τι γίνεται πάλι, τι ιδέα έχετε για τον εαυτό σας;
Ποτέ δεν παίρνω στα σοβαρά τον εαυτό μου, χρησιμοποιώ απλά όση δύναμη έχω για να κάνω σοβαρά projects.
– Είδαμε στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, να σηκώνονται αεροπλάνα από ευρωπαϊκές στρατιωτικές βάσεις για να βομβαρδίσουν τη Σερβία. Στην Ελλάδα στήθηκαν ολόκληρες συναυλίες συμπαράστασης στον σερβικό λαό. Εσείς στηρίξατε το λαό σας στο πλαίσιο μιας ελεύθερης διακίνησης ιδεών.
Αυτή ήταν μια τραγωδία και αναφέρομαι στις δολοφονίες άμαχου πληθυσμού. Σήμερα, ας πούμε, στον ρωσο-ουκρανικό πόλεμο, δεν συμβαίνει αυτό, δεν σκοτώνονται γέροι και γυναικόπαιδα. Και αν σκοτώνονται κάποιοι, δεν γίνεται σκόπιμα συγκριτικά με τους στρατιώτες που είναι ταγμένοι πολεμιστές. Στη Σερβία, όταν σκοτώνονταν γυναικόπαιδα, το έλεγαν «παράπλευρες απώλειες». Σήμερα, όταν Ρώσοι βομβαρδίζουν και σκοτώνονται κι απ’ τις δύο πλευρές, στην Αμερική τους λένε «καημένα παιδιά».
– Πόσο απέχει η ιδέα του πατριωτισμού απ’ αυτήν του εθνικισμού;
Απέχει μόνο μέσω της ειλικρινούς αγάπης για την κουλτούρα μας. Δεν το οριοθετώ χωρικά, αλλά πολιτισμικά και πολιτιστικά.
– Είναι σαν να μου λέτε ότι εγώ νιώθω Έλληνας όποτε είμαι σε μια ξένη χώρα και ακούω ένα τραγούδι του Θεοδωράκη ή του Τσιτσάνη.
(γελάει δυνατά) Ναι, ναι, ακριβώς αυτό! Χωρίς σημαίες και σύμβολα. Αυτό είναι ο πολιτισμός. Κι εγώ έτσι νιώθω παρότι κοσμοπολίτης φύσει και θέσει.
– Σας βασανίζουν θεμελιώδη φιλοσοφικά ερωτήματα; «Ποιος είμαι, γιατί ζω, που πάει ο κόσμος;»
Εγώ σκέφτομαι συνέχεια το εξής: Η ζωή είναι μια κούρσα, ένας αγώνας δρόμου, στην οποία οι άνθρωποι δεν θέλουν να βγουν πρώτοι.
– Μήπως σας κουράζουν οι ερωτήσεις μου;
Όχι, καθόλου. Απεναντίας!
– Συνεχίστε.
Οι άνθρωποι πεθαίνουν και δεν έχουν θελήσει ποτέ να βγουν νικητές στην κούρσα της ζωής. Κι όταν το αντιλαμβάνονται αυτό, είναι πια αργά, η ζωή έχει περάσει.
– Μπορεί, όμως, ένας άνθρωπος να έχει μια γαμημένη ζωή και να κοιτάει απλά την επιβίωση.
Η ζωή η ίδια έχει σημασία. Σας είπα κάτι πολύ συγκεκριμένο: Σε κανέναν δεν χαρίζεται, πρέπει να τη δεις ως αγώνισμα, ως κούρσα, να τρέξεις και να της παραβγείς. Όπως δεν με κουράζουν οι ερωτήσεις σας, δεν με κουράζουν κι αυτές οι σκέψεις. Αντιθέτως με κάνουν να νιώθω πολύ καλά, γιατί είμαι ένας άνθρωπος που συνδιαλέγεται με τον εαυτό του.
– Καθημερινά, φαντάζομαι.
Καθημερινά. Και τώρα είναι υπό έκδοση το νέο βιβλίο μου, στο οποίο αντανακλώνται σκέψεις μου απ’ την κοινωνία, τους φίλους μου και τα όσα έχω περάσει κι εγώ για να κάθομαι δίπλα σας και να μιλάμε.
– Πως βλέπετε τον κινηματογράφο σήμερα; Όχι τόσο τον αμερικανικό, όσο τον ευρωπαϊκό. Ναι μεν την εξουσία όλη έχουν οι παραγωγοί, τι γίνεται όμως με τη θεματική του;
Σκεφτείτε απλά ότι τη δεκαετία του 1980 ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο ήταν το κυρίαρχο πρόσωπο στη Νέα Υόρκη, σήμερα όμως είναι ο Elon Musk. Έχει εξαφανιστεί η δύναμη ή και η ταυτότητα του «auteur», του δημιουργού. Δεν υπάρχει κανονικά, αλλά περιστασιακά. Η κατάσταση σήμερα για τον κινηματογράφο είναι διεθνώς καταστροφική, αφού αντλεί δύναμη απ’ τους διαφημιστές. Φαίνεται απ’ το πόσο προμοτάρεται κάτι για να «πιάσει» το κοινό κι αν δεν το κάνεις καλά, σου λένε ότι γι’ αυτό ο κόσμος δεν πάει πια σινεμά και δεν θέλει τα έργα σου. Ακόμη χειρότερα, σου λένε ότι ανεξάρτητο σινεμά δεν θα υπάρχει μέχρι το 2024. Θα κυριαρχήσουν οι πλατφόρμες και το Χόλιγουντ.
– Λίγο απαίσιο ακούγεται.
Απαίσιο, ναι. Τα πάντα είναι απαίσια.
– Τόση απαισιοδοξία, κύριε Κουστουρίτσα;
Εντάξει, εκτός απ’ τον καιρό στην Ελλάδα (γέλια)
– Μακαβέγιεφ, Πασκάλιεβιτς, Κουστουρίτσα: Υπάρχει φυσική συνέχεια, «συνομιλία»;
Θα έλεγα ότι το δικό μου έργο «συνομιλεί» περισσότερο μ’ αυτό του Ζίβαν Πάβλοβιτς και μ’ άλλων που ασχολήθηκαν πιο πολύ με τους ανθρώπους του περιθωρίου. Όπως ειπώθηκε κάποτε, εγώ φύτεψα την κουλτούρα του περιθωρίου. Αυτό με ενδιέφερε.
– Στις δικές σας ταινίες ενυπάρχει η μουσική δυτική ποπ κουλτούρα μέσα από επιτυχίες μιας συγκεκριμένης χρονικής περιόδου. Πως προκύπτουν κάθε φορά αυτές οι μουσικές επιλογές;
Όταν διδάσκω τους πρωταγωνιστές μου, πάντα δίνω σημασία στο παρεΐστικο κλίμα, την κοινωνικότητα εντός της δουλειάς, αν θέλετε, κάτι που επιτυγχάνεται σε μεγάλο βαθμό μέσω της μουσικής. Δεν έχει να κάνει με τις δικές μου μουσικές επιρροές ή αναφορές, απλά βουτάω από εποχή σε εποχή και διαλέγω κάτι που να αντανακλά την ψυχολογία των ηρώων μου και το σενάριο. Απολύτως το σενάριο δηλαδή.
– Ας θυμηθούμε και τον συνεργάτη σας, τον περίφημο διευθυντή φωτογραφίας Βίλκο Φίλατς. Κάνατε πέντε μεγάλου μήκους ταινίες μαζί. Τι έχει μείνει απ’ αυτή τη σχέση;
Η σύνθεση. Ποτέ δεν κατάφερα να φέρω μια ταινία εις πέρας τόσο καλά όσο ήμουν μαζί του. Κάναμε πράγματι πέντε ταινίες μαζί, από το «Do you remember Dolly Bell?» μέχρι το «Underground». Έφυγε πολύ νέος, μόλις 58 ετών, στην πατρίδα του τη Σλοβενία.
– Το 2003 διατελέσατε πρόεδρος της κριτικής επιτροπής στο επίσημο διαγωνιστικό τμήμα των ταινιών μικρού μήκους στις Κάννες. Υπήρχε και μία ελληνική ταινία, στην οποία είχα εργαστεί ως βοηθός σκηνοθέτη, που μάλλον δεν ήταν στις προτιμήσεις σας. Όταν η Ελληνίδα σκηνοθέτις σας ζήτησε τη γνώμη σας, της απαντήσατε: «Κάνατε μια ταινία για να προμοτάρετε τη χώρα σας».
Ελπίζω να μην το θεώρησε κακό, εφόσον μόνο καλό είναι να προμοτάρεις κινηματογραφικά τη χώρα σου. Κι εγώ το ίδιο κάνω. Καταρχάς το είπα σίγουρα με θετικό πρόσημο, απ’ την άλλη ποτέ δεν λέω στους ανθρώπους τη γνώμη μου ειδικά αφού έχω δει μόλις την ταινία τους.
– Το κάνετε αυτό με κάθε συνάδελφο σας που θα συναντήσετε;
Συνήθως πάντα λέω συγχαρητήρια. Ειδικά όταν ξέρω πόσο επίπονο είναι να’χεις κάνει μια ταινία. Δεν μπορείς να στρέφεσαι με μια κριτική εναντίον των άλλων ειδικά όταν έχεις το δικό μου status στον χώρο. Να της το πεις αυτό της Ελληνίδας σκηνοθέτιδας να νιώσει χαρούμενη, δεν της είπα τίποτα κακό τότε!
– Παίξατε τον εαυτό σας σε μια σπονδυλωτή ταινία, το «Seven days in Habana». Έχω την αίσθηση πως ήταν ο πιο κοντινός προς εσάς ρόλος.
Είναι αλήθεια. Ήταν ο ρόλος ο πιο κοντινός στα χαρακτηριστικά μου και το ταμπεραμέντο μου. Όταν σε καλούν να παίξεις αυτό που είσαι, μπορεί να φαίνεται εύκολο, αλλά δεν είναι καθόλου. Εκτός από μένα κι άλλοι έπαιξαν τους εαυτούς τους, σαν τον Παλαιστίνιο Ελία Σουλεϊμάν. Ήταν μια διεθνής συμπαραγωγή και το δικό μου κομμάτι, το «Jam Session», σκηνοθετήθηκε από τον Πάμπλο Τραπέρο. Και πάλι μουσική, άρα ήταν μια καλή εμπειρία για μένα.
– Πείτε μου κάτι άλλο: Όσων χρόνων είμαι ακούω ότι ο κομμουνισμός είναι κακό πράγμα…
Σήμερα τι γίνεται; Το ακούτε και σήμερα αυτό, έτσι δεν είναι;
– Σήμερα ειδικά, πολύ. Γιατί αυτή η δαιμονοποίηση του κομμουνισμού;
Γιατί έρχεται κατευθείαν απ’ τον Λευκό Οίκο, κατάλοιπο ή φυσική συνέχεια του ψυχρού πολέμου. Έχει ο Λευκός Οίκος το CNN και τα άλλα μεγάφωνα του, που κάνουν καλά τη δουλειά τους εδώ και δεκαετίες. Στην Ελλάδα υπάρχουν κάποιοι με υψηλό επίπεδο και με ταμπεραμέντο, σαν τον Γιάνη Βαρουφάκη. Αυτός εκφράζει μια πολύ ήπια, πατερναλιστική και αποδεκτή όψη της Αριστεράς, την οποία θεωρώ πολύ αδύναμη για να αντισταθεί στην παγκόσμια παντοκρατορία των ΜΜΕ και των μεγαλοκαρχαριών. Ευτυχώς έχουμε αυτή τη στιγμή την Κίνα και τη Ρωσία που αντιστέκονται σ’ όλο αυτό.
– Κι εκεί δεν υπάρχουν μεγαλοκαρχαρίες, ολιγάρχες; Στην Ελλάδα, π.χ., το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας έχει αγοραστεί από τους Κινέζους.
Στο πλαίσιο εμπορικών συναλλαγών, μοιραίων, που εκεί οδήγησαν όλοι οι άλλοι. Είναι ένας σαφής πόλεμος καπιταλισμού μεταξύ καπιταλιστών και κάποιων άλλων που μοιραία δρουν ως καπιταλιστές με εντελώς διαφορετικό σκοπό όμως.
– Μάλιστα. Τον Βαρουφάκη τον έχετε γνωρίσει;
Όχι, έχω διαβάσει όμως ένα απ’ τα βιβλία του.
– Αυτό που έκανε ταινία ο Κώστας Γαβράς;
Ναι, αυτό ήταν νομίζω, ναι.
– Πολύ πρόσφατα είπατε δημόσια να μη συνδράμει η Σερβία την Ουκρανία γιατί οι καλές σχέσεις μεταξύ Σερβίας – Ρωσίας είναι η μοναδική εγγύηση για την εδαφική ακεραιότητα της χώρας σας.
Και δεν μου λέτε εσείς τώρα, που είναι οι πασιφιστές; Δεν υπάρχουν πασιφιστές πια στη Δύση, αφού δίνουν όπλα στην Ουκρανία για να πολεμήσει τη Ρωσία. 90% του δυτικού κόσμου είναι υπέρ της Ουκρανίας και ένα 10% υπέρ της Ρωσίας. Δίνουν αβέρτα όπλα! Δεν είναι οι χίπις του παρελθόντος που έλεγαν «Όχι στον πόλεμο»! Αυτοί λένε «Ναι στον πόλεμο»! Εσείς πως το κρίνετε αυτό που ζείτε σε μια χώρα, η οποία έχει προβλήματα με την Τουρκία και αργά ή γρήγορα θα κινδυνεύσετε από κάτι παρόμοιο; Ποια θα είναι η στάση της Δύσης απέναντι σας; Η Ευρώπη η πασιφιστική δεν υπάρχει! Τα ΜΜΕ τους στην ουσία προμοτάρουν τον πόλεμο και όλοι έχουν πιστέψει πως ο Πούτιν είναι ο διάβολος. Ξεχάσαμε τους πολέμους στο Ιράκ, στη Συρία, στη Λιβύη, στη Σερβία, που ποτέ δεν είδαμε τέτοια ανάλογη προπαγάνδα; Η δική σας τηλεόραση τι δείχνει;
– Στο ειδησεογραφικό κρατικό κανάλι συνήθως βλέπαμε έναν μουσικό να παίζει βιολοντσέλο κι από πίσω τραγικές εικόνες δίχως άλλο ήχο.
Αυτά δείχνουν παντού! Ο πόλεμος αυτός ξεκίνησε το 2014, όταν οι Αμερικανοί θέλησαν να επηρεάσουν τις εκλογές. Ο λαός στο Ντονμπάς ήθελε να μιλάει ρωσικά και να ανήκει στη Μεγάλη Ρωσία κι έτσι άρχισαν όλα. Περίπου 60.000 άνθρωποι πέθαναν στο Ντονμπάς προτού ξεκινήσει ο πόλεμος του φετινού Φεβρουαρίου. Λυπάμαι, αλλά η αντίληψη για τον πόλεμο έχει καταντήσει διαφήμιση, μόδα. Το βλέπουν σαν μόδα και όχι σαν αλήθεια. Δεν νοιάζονται για το πώς άρχισε κι από ποιους αυτός ο πόλεμος. Τι έγινε και μια Δύση ολόκληρη έπαψε να είναι πασιφιστική; Μισούν τους Σλάβους, είναι πολύ απλό, όλοι μισούν τους Σλάβους.
– Το λέτε με την έννοια της εθνοκάθαρσης;
Ακριβώς, θέλουν να μας εξαφανίσουν. Ξεπατίκωσαν την ιδέα του Χίτλερ και τη συνεχίζουν.
– Στην Ελλάδα…
Στην Ελλάδα, ξέρω, δεν μιλάω για σας, αλλά υπάρχουν κι άλλοι σωστοί άνθρωποι.
– Ήθελα να πω πώς θεωρήσαμε έως και αστείο- αν όχι τραγικό- να σας αφαιρούνται τιμές και βραβεία επειδή κάνατε κάποιες φιλοπουτινικές δηλώσεις.
Δεν ξέρω πόσο θα επιζήσει η ιδέα της ενωμένης Ευρώπης. Το έχω οριοθετήσει χρονικά, μα δεν θα ήθελα να σας το πω για να το γράψετε. Το μπούλινγκ απέναντι μου, όπως σχολιάσατε, ήταν μεγάλο. Μπορώ να πω μόνο ότι η Ευρώπη αυτοκτονεί αυτή τη στιγμή. Δεν θέλει το ρωσικό αέριο, δεν θέλει το ρωσικό πετρέλαιο, πώς θα επιβιώσει τα επόμενα τρία χρόνια; Νομίζουν πως θα κατακτήσουν τη Ρωσία, αλλά αυτό είναι παράλογο. Προσπάθησαν ο Ναπολέων, ο Χίτλερ και τόσοι άλλοι, μα δεν τα κατάφεραν.
– Τώρα που το σκέφτομαι, η συνάντηση μας σήμερα γίνεται στην επέτειο της εισόδου του Κόκκινου Στρατού στο Βερολίνο.
Ναι, το έβλεπα προηγουμένως στην τηλεόραση και δεν φαντάζεστε πόσο χαρούμενος ένιωθα που ιδεολογικά ανήκα κι εγώ εκεί, ήμουν κι εγώ ανάμεσα τους. Και πως αλλιώς όταν ο πατέρας μου συμμετείχε στην απελευθέρωση του Βελιγραδίου μαζί με τους Ρώσους;
– Αν δεν ήσασταν αυτός που είστε, τι θα θέλατε να είστε;
Σε εσάς θα αποκαλύψω ένα μεγάλο μυστικό: Όταν ήμουν έφηβος ανερμάτιστος, είχα ενθουσιαστεί με την ιδέα να οδηγάω μια μεγάλη σκουπιδιάρα.
– Πάντως, οι Έλληνες σκουπιδιάρηδες παίρνουν έναν αξιοπρεπέστατο μισθό. Δεν ξέρω τι γίνεται εδώ βέβαια.
(γελάει) Ναι, αλλά εμένα αυτό ήταν το νεανικό μου όνειρο και το λέω για πρώτη φορά δημόσια.
– Θέλατε να καθαρίσετε την κοινωνία;
Ίσως, αλλά όχι με την έννοια του «pure», του αγνού. Το τι θεωρεί σκουπίδια ένας άνθρωπος στα νιάτα του πάντα έχει τη μεγαλύτερη σημασία.
– Συμφωνούμε. Θα μπορούσατε να ζήσετε μόνιμα στην Ελλάδα, στη Γαλλία, της οποίας είστε και υπήκοος, και στην Αμερική;
Προσπαθώ να μετακινούμαι συνέχεια γιατί μεγαλώνω και τα κόκαλα μου βαραίνουν, γι’ αυτό ίσως θέλω να περνάω χρόνο στη Σίφνο. Στη Γαλλία πάλι όχι και στην Αμερική με τίποτα! No more America!
– Νιώθετε τυχερός άνθρωπος, ευλογημένος;
Νιώθω ευλογημένος από τον Θεό και πιστεύω σ’ Αυτόν. Είμαι βαθιά ριζωμένος με την Ορθόδοξη κουλτούρα και πιστεύω ότι οι σύγχρονες κοινωνίες έχουν απωλέσει τον ανθρωπιστικό χριστιανικό χαρακτήρα τους, εξαντλούμενες μόνο στον Ερυθρό Σταυρό και σε άλλες τέτοιες δράσεις.
– Το λέει αυτό ένας φαν του Κόκκινου Στρατού που μόνο καλά με την Εκκλησία δεν τα’χε;
Μόνο η Ορθοδοξία, όμως, ενώνει τους ανθρώπους ουσιαστικά μεταξύ τους. Δεν χρειάζεται να το αναλύουμε πολιτικά, αλλά φιλοσοφικά. Η χριστιανορθόδοξη κουλτούρα σχετίζεται με τη φιλοσοφική θεώρηση των πραγμάτων τη σήμερον ημέρα, όχι με τη στείρα πολιτική. Μουσουλμάνοι, χριστιανοί και Βουδιστές ενώνονται μεταξύ τους, φιλοσοφικά, όχι θρησκειολογικά.
– Πείτε μου μια σκέψη που κάνετε προτού πέσετε για ύπνο.
Πριν πέσω για ύπνο, παίρνω ένα χάπι (σκάμε στα γέλια). Διαβάζω πολύ, πιθανώς ένα βιβλίο κάθε εβδομάδα. Το πρόβλημα είναι ότι χάνω την όραση μου λόγω ηλικίας και δεν βοηθάει το πολύ διάβασμα. Αλλάζω γυαλιά συνέχεια. Γενικώς, όμως, για να σας απαντήσω, διαβάζω, παίρνω ένα χάπι και κοιμάμαι.
– Καλός συνδυασμός.
(γελάει)
– Πως φαντάζεστε να είστε στα βαθιά γεράματα, σε δέκα ή σε είκοσι χρόνια;
Αν είμαι ζωντανός πάνω απ’ όλα, μάλλον θα συντομεύσουν τα βήματα μου. Δεν ξέρω κατά πόσο θα’μαι ικανός να έχω ελευθερία στο να περπατάω ή να στέκομαι όρθιος. Σίγουρα κάθε βράδυ θα μπαίνω στη σάουνα και θα προσπαθώ να ασκώ το μυαλό μου διαβάζοντας.
– Κάνετε σάουνα, λοιπόν.
Πολύ συχνά, καθημερινά σχεδόν.
– Να που οφείλεται το νεανικό σας δέρμα. Είστε 67, είπαμε, αλλά δεν φαίνεται σε κάποιον που σας έχει τετ α τετ απέναντι του.
Σάουνα, λοιπόν! Να ποια είναι η λύση για το μέλλον της ανθρωπότητας!
– Κύριε Κουστουρίτσα, σας ευχαριστώ πολύ για το χρόνο σας. Ξέροντας ότι έχετε βαρεθεί τις συνεντεύξεις, αυτή πως σας φάνηκε;
Ειλικρινά μου άρεσε! Σας συμπάθησα πάρα πολύ, γιατί με πήγατε απ’ τό’να θέμα στο άλλο με δεξιοτεχνία και ειπώθηκαν, πιστεύω, σημαντικά πράγματα μέσα σε μία ώρα.
*Θερμές ευχαριστίες στους Ελένη Τζατζιμάκη, Aleksandar Kovacevic, Goran Vukcevic, Maja Mandic, Danijela Rakic και στον Χάρη Γαργαλίδη από την Ελληνική Πρεσβεία στο Βελιγράδι.