Ο Ντον Ρόσα είναι ίσως ο άνθρωπος που αγάπησε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο στον Πλανήτη Γη τον θείο Σκρουτζ  Μακ Ντακ. Ακόμη και να μη γνώριζε κανείς ότι είναι ο δημιουργός των ευφάνταστων ιστοριών με πρωταγωνιστές τη θρυλική οικογένεια παπιών, ο συνεχιστής του έργου του σημαντικότερου σκιτσογράφου της Disney, Καρλ Μπαρκς, συγγραφέας και σχεδιαστής της «βιογραφίας» του τσιγκούνικου καρτούν, θα μπορούσες να το υποθέσεις. Η ομοιότητά τους είναι εξωφρενική. Αν ο θείος Σκρουτζ  ήταν άνθρωπος θα ήταν ο Ντον Ρόσα. Για τον 72χρονο κομίστα όμως ο θείος Σκρουτζ  και όλη η οικογένεια Ντακ είναι άνθρωποι. Με αισθήματα, ατέλειες και καθημερινά προβλήματα. Ποτέ δεν τους αντιμετώπισε ως ομιλώντα ζώα στο χαρτί, αλλά ως ξεχωριστούς ανθρώπινους χαρακτήρες, που εξωτερικά φέρουν τα χαρακτηριστικά… πάπιας. Ως ήρωες με ελαττώματα, που δεν μεγαλώνουν ποτέ. Γι’ αυτό μπόρεσε και έζησε μαζί τους όλα αυτά τα χρόνια. Και γι’ αυτό τους αγάπησε πραγματικά. Μάλλον γι’ αυτό κατάφερε να τους μοιάσει. Λένε ότι τα ζευγάρια ύστερα από πολλά χρόνια κοινής ζωής μοιάζουν μεταξύ τους. Ότι πολλές φορές το αγαπημένο κατοικίδιο μοιάζει στον ιδιοκτήτη του. Ο Ντον Ρόσα μοιάζει στον θείο Σκρουτζ . Και δεν γίνεται να μην πειστείς ότι στ’ αλήθεια τον λατρεύει. Οι απαντήσεις του βρίσκουν πάντα τρόπο να καταλήξουν σε αυτόν. Όταν μιλάει για τον θείο Σκρουτζ  λάμπει. Δικαιολογεί ακόμη και τον «άπληστο χαρακτήρα» του. Σαν μικρό παιδί που ποτέ δεν απομυθοποίησε τον ήρωά του.

Ο Ντον Ρόσα είναι ένα μικρό παιδί. Δεν διστάζει να μετατρέψει τους επιβλητικούς, κλασικά διακοσμημένους χώρους του ξενοδοχείου Μεγάλη Βρετανία, όπου τον συνάντησα, σε… παιδική χαρά και να μοιραστεί μαζί μου λίγες στιγμές αυθεντικής καρτουνίστικης τρέλας. Βγάζει τη γλώσσα στον Αμερικανό πρόεδρο Μπους. Καταρρίπτει τον μύθο του ταλέντου. Και συμπεριφέρεται σαν παιδί, που πάνω απ’ όλα διασκεδάζει πολύ με αυτό κάνει. Ο «άνθρωπος ο οποίος γεννήθηκε για να γράφει και να σχεδιάσει μια ιστορία με τον θείο Σκρουτζ», όπως είπε κάποτε στον πρώτο εκδότη του είναι ο ήρωας της δικής του ζωής. Ένας ήρωας με ελαττώματα, που δεν μεγαλώνει ποτέ. Σαν τους δικούς του.

Κυρίες και κύριοι, απολαύστε τον!

– Χαίρομαι πολύ που σας γνωρίζω. Μεγάλωσα με τα σκίτσα σας.
Και εγώ μεγάλωσα μαζί τους, αν και τα σκίτσα με τα οποία μεγαλώσαμε και οι δύο δεν ήταν δικά μου κύριε Λάλα… (γέλια)

– Πώς είναι να μεγαλώνει κανείς με φανταστικούς ήρωες;
Κοιτάξτε, στη δική μου περίπτωση τα κόμικς υπήρχαν στο σπίτι μας πολύ προτού εγώ τα αναζητήσω. Η αδερφή μου ήταν 11 χρόνια μεγαλύτερη και συνήθιζε να φυλάει όλα όσα διάβαζε. Είχε κρατήσει όλα τα αμερικανικά κόμικς και ειδικά του Γουόλτ Ντίσνεϊ, που ήταν και εξακολουθούν να είναι τα καλύτερα στον κόσμο. Τα είχε όλα από το 1949 ως το 1960. Εγώ, γύρω στα δώδεκα άρχισα να διαβάζω “Σούπερμαν”, “Το Πνεύμα” του Γουίλ Αϊσνερ (σ.σ.: διάσημος σχεδιαστής κόμικς, που γεννήθηκε το 1917 και πέθανε τον περασμένο Ιανουάριο, δημιουργός της σειράς “The Spirit”) στα δεκατέσσερα, “Αστερίξ” γύρω στα δεκαέξι δεκαεπτά. Τον Ντόναλντ Ντακ και τον θείο Σκρουτζ όμως τους θυμάμαι από τότε που γεννήθηκα, από την πρώτη στιγμή που με πήγαν από το μαιευτήριο στο σπίτι, τους έβλεπα γύρω μου από τότε που ήμουν μες στην κούνια, δηλαδή πολύ προτού είμαι σε θέση να τους διαβάσω. Ουσιαστικά έμαθα να διαβάζω με τον Ντόναλντ Ντακ και τον θείο Σκρουτζ  του Καρλ Μπαρκς αλλά και με πολλούς άλλους ήρωές».

– Σε τι περιβάλλον μεγαλώσατε;
Ενδιαφέρουσα ερώτηση… Ο πατέρας μου ήρθε στην Αμερική, γύρω στα 1900, όταν ήταν παιδί, μαζί με τους γονείς του, από μια μικρή πόλη της Μεσογείου, βορείως της Βενετίας, που λεγόταν Μανιάγκο. Ο παππούς μου είχε τότε μια εταιρεία ειδικευμένη στις κατασκευές από μάρμαρο και πλακάκια, κάτι που είναι, απ’ ό,τι γνωρίζω, πολύ συνηθισμένο και στην Ελλάδα. Προέρχομαι λοιπόν από ευκατάστατη οικογένεια. Μικρός δεν είχα πολλούς φίλους για να παίζω. Ο ένας λόγος ήταν ότι ζούσαμε στην ύπαιθρο, μακριά από την πόλη, και έτσι ήμουν κατά κάποιον τρόπο απομονωμένος. Οπότε περνούσα τον περισσότερο χρόνο μου διαβάζοντας και βλέποντας τηλεόραση. Εκείνη βέβαια την εποχή το να παρακολουθεί ένα παιδί τηλεόραση ήταν πολύ καλύτερο απ’ ό,τι είναι σήμερα. Διότι άντε να είχαμε το πολύ δύο κανάλια. Αν αυτό που έπαιζε το ένα κανάλι δεν σου άρεσε έβαζες το άλλο. Αν και αυτό δεν σου άρεσε, τότε θα έβγαινες έξω να παίξεις ή διάβαζες κόμικς πράγμα που έκανα εγώ, αφού δεν είχα φίλους εκεί που μέναμε. Πρέπει πάντως να ομολογήσω ότι οι παλιές ταινίες που έπαιζε τότε η τηλεόραση μου άρεσαν όσο και τα κόμικς. Είμαι άνθρωπος με πολλά χόμπι. Το να συλλέγω κόμικς είναι ένα από αυτά. Εξίσου σημαντικό όμως είναι και το να συλλέγω και να παρακολουθώ παλιές ταινίες.

– Γιατί σας αρέσουν οι παλιές ταινίες;
Φαντάζομαι ότι μου αρέσουν για τον ίδιο λόγο για τον οποίο θεωρώ καλύτερα και τα παλιά αμερικανικά κόμικς. Εκείνη την εποχή στην Αμερική δεν μπορούσες να βρει κανείς τα βιβλία, τα κόμικς ή τις ταινίες που κυκλοφορούσαν στην Ευρώπη. Η αμερικανική κοινωνία ήταν κλεισμένη στον εαυτό της. Όταν  είσαι παιδί δεν μπορείς να κάνεις τίποτε γι’ αυτό. Έμαθα λοιπόν να μου αρέσουν τα πράγματα εκείνα στα οποία ήμουν εκτεθειμένος. Ο λόγος για τον οποίο και οι παλιές αμερικανικές ταινίες και τα παλιά κόμικς είναι καλύτερα από τα σημερινά είναι διότι πάνω απ’ όλα προσπαθούσαν να προσφέρουν ποιότητα. Πρώτα προσπαθούσαν να σου αφηγηθούν μια αληθινά καλή ιστορία. Ενώ οι σύγχρονες ταινίες και τα σύγχρονα κόμικς πρώτα πασχίζουν να βγάλουν χρήματα. Αυτός είναι ένας άσχημος τρόπος ψυχαγωγίας, άσχημος ως προς την ποιότητα η οποία προσφέρεται. Το να δίνει κανείς προτεραιότητα στη σκέψη να βγάλει χρήματα είναι κάτι που τελικά αποβαίνει εις βάρος της ποιότητας.

– Τι σημαίνει για εσάς ποιότητα;
Σημαίνει ότι οι τότε δημιουργοί ήθελαν οι ταινίες τους να ανεβάζουν τη διάθεση του κόσμου και να τον εμπνέουν. Σήμερα τους αρκεί να δείχνουν κυνηγητό αυτοκινήτων και εκρήξεις. Υπάρχουν βέβαια σήμερα και πολλές καλές ταινίες, ταινίες χαμηλού προϋπολογισμού, που παίζονται σε μικρές αίθουσές και πηγαίνει λίγος κόσμος για να τις δει. Οι μεγαλύτερες ταινίες δράσης όμως, που απευθύνονται σε παιδιά, έχουν όσο μπορούν περισσότερες εκρήξεις, κυνηγητά και γενικώς ξεμυαλίζουν τα παιδιά δείχνοντας τους δράση που πίσω της δεν κρύβει καμία σκέψη. Προσωπικά τα έχω βαρεθεί όλα αυτά. Προτιμώ, αντί για πυροβολισμούς και κυνηγητά, να μου δείξουν μια ιστορία. Παρακολουθώντας όμως μια παλιά ταινία δεν βαριέμαι, διότι εκεί η δράση έχει λόγο ύπαρξης. Όπως θεωρώ ότι και στα παλιά κόμικς οι σκηνές δράσης είχαν λόγο ύπαρξης ενώ τα σύγχρονα κόμικς συνήθως δεν βασίζονται σε κάποια ιστορία. Δείχνουν καβγάδες άνευ λόγου και αιτίας, όπως ακριβώς και οι σημερινές ταινίες.

– Γιατί μεγαλώνουμε τα παιδιά με παραμύθια;
Σε αυτό θα διαφωνήσω μαζί σας. Αν μιλάμε, για παράδειγμα, για τον Ντόναλντ Ντακ και τον θείο Σκρουτζ  δεν θεωρώ ότι αποτελούν ήρωές παραμυθιού. Τουλάχιστον εγώ τους αντιμετωπίζω πολύ σοβαρά. Και αυτό επειδή, όπως σας είπα, δεν άρχισα να τους διαβάζω σε μεγάλη ηλικία. Μπορεί να ακούγεται αστείο ή παράξενο αλλά καθώς μεγάλωνα βλέποντας γύρω μου συνεχώς τον Σκρουτζ  και τον Ντόναλντ Ντακ του Καρλ Μπάρκς, τους έβλεπα ως καρικατούρες ανθρώπων και όχι ως ζώα. Για την ακρίβεια, όταν άρχισα να δημιουργώ τα δικά μου κόμικς, ζωγράφιζα για να πω μια ιστορία. Είχα την αίσθηση ότι αυτά τα σκίτσα ήταν κάτι ανάμεσα σε κόμικς και ταινία. Αυτά που ζωγράφιζα ωστόσο παρέπεμπαν σε ανθρώπους και ας ήταν απλές γραμμούλες. Και όταν έγραφα το σενάριο για να το στείλω oτους διευθυντές σύνταξης δεν το έγραφα σαν να επρόκειτο για σενάριο ταινίας. Ζωγράφιζα δηλαδή πρόχειρα τους χαρακτήρες, έβαζα μετά τα λόγια και αυτό το πράγμα ήταν έτοιμο να δημοσιευθεί. Το θέμα είναι ότι, όταν άρχισα να ζωγραφίζω background characters δηλαδή παπιά κομπάρσους για τις ιστορίες με τον Ντόναλντ Ντακ, ζωγράφιζα το πρόσωπο, τα μάτια, τη μαύρη μύτη. Και τότε συνειδητοποίησα ότι έτσι ζωγράφιζα και όταν ήμουν μικρός. Γι’ αυτό άρχισα να φτιάχνω τους ανθρώπους με μαύρες μύτες, διότι σε όλον τον κόσμο κατάλαβα για ποιο λόγο είναι τόσο διάσημος ο Ντόναλντ. Δεν είναι καθόλου τέλειος. Στους ανθρώπους αρέσει να βλέπουν τον Ντόναλντ Ντακ να έχει τα ίδια προβλήματα με εκείνους. Τους αρέσει να τον βλέπουν να έχει τις ίδιες ατέλειες, να γίνεται εγωιστής, δειλός, καυχησιάρης! Είναι ένας ήρωας γεμάτος ελαττώματα, στον οποίο οι άνθρωποι νιώθουν ότι βλέπουν τον εαυτό τους. Ενώ το να δεις τον εαυτό σου μέσα από τον Μίκι Μάους είναι πιο δύσκολο, ακριβώς επειδή είναι τόσο τέλειος. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Σκρουτζ . Αρέσει στους ανθρώπους να βλέπουν μέσα από αυτόν τη δική τους απληστία, τον φόβο τους μήπως χάσουν όσα κέρδισαν. Η ομορφιά αυτών των δύο ηρώων έγκειται στο ότι είναι οι ίδιοι πρωταγωνιστές της ζωής τους. Σχεδόν πάντα δημιουργούν μόνοι τους προβλήματα εξαιτίας των ατελειών τους. Στον κόσμο αρέσει να βλέπει ήρωές οι οποίοι είναι οι χειρότεροι εχθροί του εαυτού τους. Διότι πάντα έτσι νιώθουμε. Καθένας από εμάς, αν κοιτάξει πίσω του, θα δει ότι μόνος του δημιουργεί προβλήματα στον εαυτό του. Όλοι μας έχουμε πει κατά καιρούς: “Αν δεν το είχα κάνει αυτό όλα θα ήταν μια χαρά”. Ε, ο Ντόναλντ Ντακ αυτό το κάνει συνεχώς.

– Αυτό που κάνετε το αντιμετωπίζετε ως τέχνη;
Να σας πω… Υπάρχουν κόμικς τα οποία αποτελούν μορφή υψηλής τέχνης. Είναι κάτι που το πιστεύω ακράδαντα, δεδομένου ότι όλα μου τα χρόνια υπήρξα συλλέκτης κόμικς. Αυτό που κάνω εγώ όμως είναι απλώς και μόνο ψυχαγωγία. Πρώτα απ’ όλα είναι σίγουρο ότι δεν ζωγραφίζω και τόσο καλά. Ποτέ στη ζωή μου δεν διδάχτηκα σχέδιο. Η μόνη εκπαίδευσή μου ήταν του πολιτικού μηχανικού, όπου έμαθα να κάνω διαγράμματα, εγκάρσιες τομές, τέτοια πράγματα. Επίσης μπορώ να κάνω σχεδιαγράμματα. Είναι η μόνη σχεδιαστική δεινότητα που έχω και την οποία έχω μεταφέρει στον τρόπο με τον οποίο σχεδιάζω κόμικς. Σχεδιάζω κόμικς χρησιμοποιώντας τα εργαλεία του μηχανικού, πράγμα που είναι λάθος και το ξέρω. Ξέρω στα σίγουρα ότι άλλοι καρτουνίστες και γενικώς άνθρωποι από τον χώρο τους οποίους εκτιμώ, βλέποντας αυτά που φτιάχνω, καταλαβαίνουν πως δεν λειτουργώ επαγγελματικά, αλλά ως άνθρωπος που του αρέσουν πολύ τα κόμικς. Και έτσι συνεχίζω να βλέπω και εγώ τον εαυτό μου.

– Πότε αυτό που κάνουμε για το κέφι μας γίνεται δουλειά;
Στη δική μου περίπτωση κάθε σελίδα δεν φτιάχνεται με στόχο να είναι ευχάριστη στο μάτι. Έχω ακούσει ανθρώπους να λένε ότι με το που θα πέσει το μάτι στη σελίδα θα εστιάσεις ένα συγκεκριμένο σημείο, όπως συμβαίνει και με ένα έργο ζωγραφικής. Τα στοιχεία ενός σπουδαίου πίνακα κάνουν τον θεατή να εστιάζει σε κάτι συγκεκριμένο το οποίο μπορεί να είναι μια μικρολεπτομέρεια, τα χρώματα ή η γλώσσα του σώματος του ήρωα. Στα κόμικς που μπορεί να θεωρηθούν έργα τέχνης μία σελίδα αποτελεί ολόκληρη ένα έργο τέχνης. Το σχήμα που έχει η κάθε εικόνα ή η θέση των ηρώων σε αυτή έχουν τη δύναμη να καθοδηγούν το μάτι με συγκεκριμένο τρόπο. Τίποτε από όλα αυτά δεν ισχύει στα δικά μου σχέδια. Αυτό που προσπαθώ να κάνω είναι να διασκεδάσω τους ανθρώπους όσο περισσότερο μπορώ. Αρκεί να σας πω ότι πληρώνομαι ένα συγκεκριμένο ποσόν για κάθε σελίδα. Παίρνω περίπου όσα και οι υπόλοιποι σχεδιαστές κόμικς. Βλέποντας τις ιστορίες των ανθρώπων που προσπαθούν να κάνουν τέχνη, σε κάθε σελίδα δεν αντιστοιχούν περισσότερες από επτά εικόνες. Αυτό κάνει το τελικό αποτέλεσμα ευχάριστο στο μάτι. Στην κάθε εικόνα δεν υπάρχουν πολλές φιγούρες, αυτό που βλέπεις σε ικανοποιεί οπτικά, είναι χαριτωμένο. Αν δείτε τις δικές μου ιστορίες, σε κάθε σελίδα αντιστοιχούν δέκα εικόνες και μισή. Διότι δεν προσπαθώ μέσα από αυτό που κάνω να βγάλω χρήματα. Το κάνω επειδή αγαπάω τα κόμικς. Η μόνη πρόθεσή μου είναι να στριμώξω στην κάθε σελίδα όσο περισσότερα πράγματα μπορώ, να διασκεδάσω τους ανθρώπους όσο μπορώ. Ακόμη δεν μπορώ να πιστέψω ότι άλλοι άνθρωποι που αγαπούν τα κόμικς διαβάζουν τις δικές μου ιστορίες. Αυτό με κάνει να θέλω να τους το ανταποδώσω. Όχι μόνο βάζω σε κάθε σελίδα δέκα εικονίδια και μισό ακόμη, αλλά σε κάθε εικονίδιο δεν αναφέρομαι μόνο στη βασική ιστορία. Αν κοιτάζετε πίσω από τους βασικούς ήρωές θα δείτε ότι πολλές φορές εκτυλίσσεται και μια άλλη ιστορία η οποία βγαίνει μέσα από μικρολεπτομέριες. Μου βγαίνει τη στιγμή που σχεδιάζω.

– Γυρνώντας σήμερα πίσω, θα λέγατε ότι το να ασχοληθείτε με τα κόμικς που από μικρός αγαπούσατε, ήταν μοιραίο να συμβεί ή επρόκειτο απλώς για σύμπτωση; Έχετε καταλάβει πώς βρίσκει κανείς τον δρόμο του στη ζωή;
Κατ’ αρχάς, να σας πω ότι η εταιρεία που έφερε ξανά στην Αμερική τα κόμικς του Γουόλτ Ντίσνεϊ, η Gladstone, το έκανε με καταπληκτικό τρόπο. Όχι μόνο παρουσίασε σπουδαίες ιστορίες αλλά μέσα από άρθρα αναφέρθηκε στα ονόματα του Καρλ Μπαρκς, του Πολ Μέρι, του Φλόιντ Γκόντφερσον και όλων αυτών των σπουδαίων δημιουργών, στους οποίους ποτέ πριν δεν είχε αναφερθεί κάποιος. Όταν  λοιπόν πρωτοείδα αυτά τα κόμικς κατάλαβα ότι ήταν αυτό που περίμενα σε όλη μου τη ζωή και ας μην το φανταζόμουν ποτέ. Διότι είχα την εντύπωση ότι αυτή η ιστορία με τα κόμικς είχε πλέον τελειώσει. Ο επικεφαλής εκδόσεων της Gladstone όμως με έκανε να αντιμετωπίσω το θέμα πιο αισιόδοξα. Θυμάμαι, την πρώτη φορά που είχα δει τα κόμικς του είχα τηλεφωνήσει και του είχα πει πως ένιωθα ότι γεννήθηκα για να γράψω και να σχεδιάσω μια ιστορία με τον θείο Σκρουτζ! Μέσα μου το ήξερα σε όλη μου τη ζωή ότι μια ημέρα θα το κάνω. Με τη μόνη διαφορά πως νόμιζα ότι θα το έκανα μόνο μία φορά, έτσι, μόνο και μόνο για να ανταποκριθώ στο κάλεσμα της μοίρας. Δεν ήξερα ότι η μοίρα μού επεφύλασσε να κάνω και δεύτερη και τρίτη ιστορία και εν συνεχεία να πουλήσω την οικογενειακή μας επιχείρηση. Αυτή είναι μια μεγάλη ιστορία, όπου δεν πήγαν όλα κατ’ ευχή, αλλά το θέμα είναι ότι εγώ κόλλησα με αυτό που αποτελούσε παιδικό μου όνειρο. Τότε ανακάλυψα ότι για διάφορους λόγους έπρεπε να σταματήσω να το κάνω στην Αμερική, διότι η Disney άρχισε να ανακατεύεται λέγοντας στους εκδότες, ενώ δουλεύαμε ως free lancers, να μη μας επιστρέφουν τις δουλειές μας, πράγμα που δεν είχαν το δικαίωμα να το κάνουν. Ασκούσαν όμως πίεση στους εκδότες, οπότε έπρεπε να σταματήσω, διότι υπό αυτές τις συνθήκες δεν μπορούσα να δουλέψω. Σε εκείνη τη φάση πίστεψα ότι είχα καταστρέψει τη ζωή μου ή μάλλον ότι η Disney μου την είχε καταστρέψει. Όσο και αν αγαπούσα αυτούς τους ήρωές, οι οποίοι της ανήκαν, είχα παρατήσει την εταιρεία που είχε ιδρύσει ο παππούς μου και η οποία ανήκε στην οικογένεια περίπου έναν αιώνα. Επειδή την είχα ρευστοποιήσει δεν είχα το δικαίωμα να την επανασυστήσω. Έτσι είχα μείνει χωρίς δουλειά. Εν τω μεταξύ όμως μάθαινα ότι τα κόμικς του Ντίσνεϊ την εποχή που σταμάτησαν να κυκλοφορούν στην Αμερική δεν είχαν σταματήσει να κυκλοφορούν και στα υπόλοιπα μέρη του κόσμου. Θυμάμαι ότι, αφού είχα μείνει άνεργος για έναν χρόνο, κατά τη διάρκεια του οποίου με συντηρούσε η σύζυγός μου ήταν δασκάλα και έτσι είχε σταθερή δουλειά , ήρθα σε επαφή με τον Εγκμοντ, τον εκδότη με τον οποίο έχω κάνει τις περισσότερες συνεργασίες. Παρ’ όλο που ακόμη δουλεύω ως free lancer, δεν είμαι μισθωτός κανενός, τις περισσότερες δουλειές μου τις έκανα σε συνεργασία με τον συγκεκριμένο εκδότη, στη Βόρεια Ευρώπη. Του έστειλα λοιπόν ένα τηλεγράφημα στο οποίο τον ρωτούσα αν μπορούσα να δουλέψω μαζί του. Δεν ήξερα πώς ακριβώς λειτουργεί το σύστημα. Δεν ήξερα ότι, αν κάνω μία ιστορία για έναν εκδότη, για μια μικρή αμερικανική εκδοτική εταιρεία με κυκλοφορία, οποιοσδήποτε εκδότης σε όλον τον κόσμο μπορεί να δημοσιεύσει την ιστορία μου χωρίς να με ενημερώσει και χωρίς να με πληρώσει. Προφανώς ο Εγκμοντ χρησιμοποιούσε τις ιστορίες μου σε όλη την Ευρώπη και άρεσαν στους αναγνώστες. Οπότε, όταν εγώ επικοινώνησα μαζί τους, εκείνοι ήξεραν ήδη ποιος είμαι και δέχτηκαν αμέσως να δουλέψω γι’ αυτούς.

– Πώς νιώθετε με την εξέλιξη των πραγμάτων;
Ανατριχιάζω και μόνο που το σκέφτομαι. Πώς είναι να μεγαλώνεις αγαπώντας έναν ήρωα τόσο πολύ και μια σειρά από ευτυχείς συμπτώσεις, που ποτέ δεν περίμενες να συμβούν, σε οδηγούν στο να γράφεις και να σχεδιάζεις ιστορίες με αυτόν πρωταγωνιστή… Και κατόπιν να γίνεσαι ο πιο αγαπημένος σχεδιαστής στον κόσμο, των πιο διάσημων κόμικς που υπάρχουν… Εξακολουθώ βεβαίως να μη βγάζω πολλά χρήματα, διότι οι εκδότες εξακολουθούν να μην πληρώνουν όταν χρησιμοποιούν τις ιστορίες μου, αλλά και μόνο που σκέφτομαι ότι όλοι όσοι αγαπούν τα κόμικς νιώθουν περήφανοι για μένα μού είναι αρκετό. Και θέλω να νιώθουν περήφανοι, διότι και εγώ συνεχίζω να βλέπω τον εαυτό μου ως άνθρωπο που αγαπάει πολύ αυτό το πράγμα.

– Έχετε δημιουργήσει ποτέ δικούς σας ήρωές;
Όλοι μου λένε ότι αν θέλω να βγάλω χρήματα από αυτή τη δουλειά θα πρέπει να δημιουργήσω δικούς μου ήρωες. Οποιονδήποτε ήρωα και να δημιουργήσω όμως δεν θα έχω μεγαλώσει μαζί του. Οπότε, δεν θα υπάρχει κάτι που να με συνδέσει μαζί του. Θα είναι απλώς ένας τρόπος για να βγάζω χρήματα, ίσως περισσότερα από όσα βγάζω σήμερα. Δεν ξέρω. Πιστεύω όμως ότι δεν αξίζει τον κόπο να προσπαθήσω. Διότι αυτό που αγαπώ είναι να σχεδιάζω και να γράφω ιστορίες με τον θείο Σκρουτζ . Χάρη σε αυτό μπορώ και περνάω καλά, μπορώ να έχω φίλους σε όλον τον κόσμο, μπορώ να έχω ένα σωρό ανθρώπους με τους οποίους μοιράζομαι την ίδια αγάπη και οι οποίοι μου δείχνουν ότι νιώθουν περήφανοι για μένα και με τιμούν. Θα το θεωρούσα πρόστυχό αν, μαζί με όλα αυτά, έβγαζα πολλά χρήματα. Νομίζω ότι κανένας άνθρωπος δεν αξίζει τόση ευτυχία, (γέλια) Αυτά που έχω μου αρκούν.

– Ποιος είναι για εσάς ο αληθινά πλούσιος;
Ο Μπιλ Γκέιτς, ας πούμε, είναι πλούσιος άνθρωπος. Όταν όμως ο Μπιλ Γκέιτς έρχεται στην Ελλάδα δεν βρίσκει εδώ ανθρώπους που περιμένουν να τον γνωρίσουν, να του μιλήσουν ή να του ζητήσουν αυτόγραφο. Και το πιο σημαντικό είναι ότι δεν έχει ανθρώπους οι οποίοι με το που θα τον δουν θα τον νιώσουν φίλο τους. Μπορεί να υπάρχουν άνθρωποι που ξέρουν ποιος είναι, που μπορεί να τον ζηλεύουν για όσα έχει, αλλά καλούς φίλους οι οποίοι θα του ανοίξουν το σπίτι τους δεν έχει. Όταν  εγώ ταξιδεύω στην Ελλάδα, στην Ιταλία, στη Σκανδιναβία ή στη Γαλλία οι άνθρωποι με καλούν να επισκεφθώ τα σπίτια τους. Αυτό οι πλουσιότεροι άνθρωποι στον κόσμο δεν μπορούν να το έχουν. Ενώ εμένα με καλούν για να φάμε μαζί ή για να με φιλοξενήσουν. Υπάρχει ένας παλιός καλός Έλληνας φίλος ο οποίος είχε έρθει κάποτε να με δει στο σπίτι μου και τον είχα φιλοξενήσει στο δωμάτιο για τους ξένους. Ξέρετε, στην Αμερική η γη είναι φθηνή, γι’ αυτό όλοι έχουμε μεγάλα σπίτια. Όταν  λοιπόν με κάλεσε στη Θεσσαλονίκη το πρώτο πράγμα που του είπα ήταν ότι θα μείνω στο σπίτι του μόνον αν έχει δωμάτιο για τους ξένους, διότι δεν ήθελα με τίποτα να βγάλω τα παιδιά του από το κρεβάτι τους για να κοιμηθώ εγώ. «Έλα», μου είπε. «Υπάρχει χώρος να μείνεις, μην ανησυχείς». Ψέματα. Ο άνθρωπος κοιμήθηκε στον καναπέ κι εγώ και η σύζυγός μου κοιμηθήκαμε στην κρεβατοκάμαρά του. Ε, αυτό δεν επρόκειτο ποτέ να το κάνουν για τον Μπιλ Γκέιτς. Αυτό με κάνει και νιώθω πολύ πιο πλούσιος από τον Μπιλ Γκέιτς.

– Άρα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτός που έχει πολλά χρήματα είναι εκτός ζωής ενώ αληθινά πλούσιος είναι εκείνος που ζει τη ζωή από μέσα.
Εγώ θα σας το πω αλλιώς… Ποιος μπορεί να είναι πιο πλούσιος από έναν άνθρωπο ο οποίος κατάφερε να πραγματοποιήσει το πιο τρελό παιδικό του όνειρο, αλλά με τόσο υπέροχο τρόπο που δεν θα μπορούσε με τίποτε να το περιμένει; Εμένα το όνειρό μου ήταν αυτό: να μπορέσω μια μέρα να γράψω και να σχεδιάσω ιστορίες με τον θείο Σκρουτζ . Όταν ξεκίνησα να κάνω αυτή τη δουλειά, προτού ακόμη μάθω πόσο δημοφιλείς ήταν οι ιστορίες μου στην Ευρώπη, φανταζόμουν τον εαυτό μου σε μία δεξίωση, να με πλησιάζει κάποιος και να μου λέει: «Είμαι ο προσωπικός γιατρός της βασίλισσας της Αγγλίας». Και εγώ να του απαντώ: «Χα! Αυτό δεν είναι τίποτε. Εγώ γράφω και σχεδιάζω κόμικς με τον Σκρουτζ». (γέλια)

– Ο Σκρουτζ  κάνει ποτέ τέτοιου είδους σκέψεις; Τον απασχολεί, ας πούμε, ποιος είναι ο αληθινά πλούσιος σε αυτή τη ζωή;
Ναι, και ο Ντόναλντ τα σκέφτεται και ο Σκρουτζ . Τουλάχιστον στις δικές μου ιστορίες. Σε κάποιες από αυτές οι αναγνώστες θα δουν κατά καιρούς τον Ντόναλντ να σκέφτεται πόσο πλούσιος είναι ο θείος Σκρουτζ , Όπως θα δουν και τον ίδιο τον Σκρουτζ  να το σκέφτεται. Σε μερικές ιστορίες δείχνω τον Ντόναλντ να ζηλεύει τον θείο Σκρουτζ  που έχει τόσο πολλά χρήματα και τόση δύναμη. Από την άλλη όμως δείχνω και τον θείο Σκρουτζ  να ζηλεύει τον Ντόναλντ, ο οποίος δεν νιώθει όλους αυτούς τους φόβους που νιώθει ο ίδιος, δεν έχει όλα αυτά τα μπλεξίματα και επιπλέον έχει οικογένεια. Μέσα από τις ιστορίες μου προσπαθώ πάντα να δείξω ότι ο Σκρουτζ  δεν είναι άπληστος, δεν αντιμετωπίζει το χρήμα με απληστία. Όσο και αν ήθελα να γράψω κόμικς με ήρωα τον Σκρουτζ δεν θα μπορούσα ποτέ να γράψω και να σχεδιάσω αστείες, χαρούμενες περιπέτειες για έναν ήρωα ο οποίος είναι άπληστος και φιλοχρήματος. Υπήρξε μια περίοδος που πίστευα ότι η απληστία είναι η ρίζα όλων των προβλημάτων που μαστίζουν τον κόσμο. Σήμερα νομίζω ότι είναι εύκολο να πει κανείς πως η ρίζα όλων των προβλημάτων που μαστίζουν τον κόσμο είναι η απληστία και οι φονταμενταλιστικές θρησκείες. Σύμφωνα με τη δική μου εκδοχή ή ερμηνεία, ο θείος Σκρουτζ  είναι ένας εραστής της περιπέτειας ο οποίος βλέπει τα χρήματα ως τρόπαια από τις νίκες του. Ειδικά τα πρώτα χρόνια της ζωής του, στις αρχές του 20ού αιώνα. Αν ήταν ένας τυπικός εκατομμυριούχος, όπως αυτοί που συναντάει κανείς στην Αμερική, ο μόνος λόγος για τον οποίο θα ήθελε να έχει χρήματα θα ήταν για να τα ξοδεύει, για να έχει πολλά παιχνίδια, γιοτ, καράβια ή θα τα ήθελε για να αγοράσει εξουσία, να γίνει πολιτικός, να μπει στο κοινοβούλιο και διάφορα άλλα τέτοια. Εκείνος όμως δεν λειτουργεί έτσι. Φυλάει τα χρήματά του, που σημαίνει ότι για άλλο λόγο θέλει να τα έχει. Τον βλέπουμε να παίζει με τα λεφτά, να κάνει βουτιές σε αυτά, να παίρνει στα χέρια του ένα κέρμα και με ευκολία να θυμάται πού και πώς το απέκτησε. Τα χρήματά του είναι οι αναμνήσεις του. Λειτουργεί ως συλλέκτης. Συλλέγει τρόπαια που του θυμίζουν τις περιπέτειες τις οποίες έζησε στο Γιούκον, στην Αφρική ή στην Αυστραλία. Το κάθε κέρμα ξυπνάει μέσα του αναμνήσεις από μάχες που έδωσε στη ζωή του. Μέσα από τα 12 κεφάλαια του βιβλίου μου “Ο βίος και η πολιτεία του Σκρουτζ  Μακ Ντακ” μπορεί κανείς να παρακολουθήσει τον τρόπο με τον οποίο εξελίχθηκε ο ήρωας.

– Πιστεύετε στο ταλέντο;
Όχι. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει ταλέντο. Οποιοσδήποτε μπορεί να κάνει οτιδήποτε. Είναι καθαρά θέμα έμπνευσης. Εγώ άντλησα έμπνευση από την ανάγνωση των κόμικς που είχε κρατήσει αδερφή μου, από αυτές τις αστείες, συναρπαστικές περιπέτειες του Καρλ Μπαρκς. Μεγάλωσα επίσης βλέποντας ταινίες. Οπότε, εμπνεύστηκα και από τις παλιές καλές αμερικανικές ταινίες. Άλλα παιδιά αντλούν έμπνευση από φιγούρες του αθλητισμού και περνούν τα παιδικά τους χρόνια ασχολούμενα με τον αθλητισμό. Οι άνθρωποι πάντα λένε ότι δεν μπορεί να μην υπάρχει αυτό που ονομάζουμε “ταλέντο”. Πάρτε για παράδειγμα τον Μότσαρτ. Ο πατέρας του ήταν δάσκαλος μουσικής και από έξι μηνών έδωσε τέτοια ανατροφή στο καημένο το παιδί που δεν θα μπορούσε να γίνει τίποτε άλλο από μουσικός. Άρα, είναι θέμα έμπνευσης και κινήτρου. Ο καθένας μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Χρειάζεται όμως εξάσκηση. Πολλή εξάσκηση. Αυτό πρέπει να το πούμε. Για παράδειγμα, όταν σχεδιάζω υπάρχουν άνθρωποι που μου λένε: «Μακάρι να μπορούσα να σχεδιάσω και εγώ έτσι». Η απάντηση που τους δίνω συνήθως είναι ότι θα μπορούσα να ζωγραφίσω πολύ καλύτερα αν είχα σκοπό από την αρχή να κάνω αυτήν τη δουλειά. Δεν ασχολήθηκα όμως πάρα πολύ. Ειδικά μεταξύ 10 και 35 χρόνων σχεδίαζα πού και πού από χόμπι. Και ακούω να μου λένε: «Εγώ είχα προσπαθήσει όταν ήμουν 7 χρόνων, αλλά δεν μου βγήκε καλό και τα παράτησα». Τους απαντώ ότι και εγώ προσπάθησα στα επτά και δεν μου βγήκε καλό, αλλά δεν τα παράτησα. Επειδή μου άρεσε να το κάνω. Δεν προσπαθούσα να λειτουργήσω ως επαγγελματίας καρτουνίστας. Απλώς μου άρεσε να σχεδιάζω και αφιέρωνα χρόνο στο σχέδιο. Υποθέτω ότι ένα παιδί που ζωγραφίζει μεμονωμένες εικόνες μπορεί στο μέλλον να γίνει ζωγράφος ή να ασχοληθεί με τις εικονογραφήσεις. Εμένα, επειδή μου άρεσαν τα κόμικς και οι ταινίες, ζωγράφιζα ιστορίες ολόκληρες. Έτσι ανέπτυξα την ικανότητα να μπορώ να πω μια ιστορία με την κατάλληλη χρονική συνέχεια, με τον κατάλληλο ρυθμό και με το κατάλληλο χιούμορ αν υποτεθεί ότι έτσι όπως το κάνω το κάνω σωστά. Άλλα παιδιά, πάλι, ακολούθησαν τις συμβουλές των γονιών τους και έγιναν επιχειρηματίες, που δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να βγάζουν χρήματα.

– Καθοριστικότερο ρόλο στη ζωή πιστεύετε ότι παίζουν οι επιρροές ή οι επιλογές;
Μα στη ζωή δεν υπάρχουν μόνον αυτά τα δύο. Υπάρχουν και τα πράγματα τα οποία μας συμβαίνουν τυχαία. Εξαρτάται και από την ηλικία στην οποία βρίσκεται ένας άνθρωπος. Τα δώδεκα, ας πούμε, πιστεύω ότι είναι ηλικία κλειδί για τον άνθρωπο. Τουλάχιστον για μένα ήταν ηλικία κλειδί. Κοιτάζοντας πίσω βλέπω ότι τα πράγματα τα οποία μου αρέσουν περισσότερο είναι τα ίδια που μου άρεσαν και σε εκείνη την ηλικία. Σε άλλα παιδιά μπορεί αυτό να φανεί στα έντεκα και σε άλλα στα δεκατρία. Κάπου εκεί, τέλος πάντων. Δεν το έχω διαβάσει σε κάποιο βιβλίο παιδικής ψυχολογίας. Έχω παρατηρήσει ότι η προσωπικότητα και οι προτιμήσεις του ανθρώπου διαμορφώνονται εκεί γύρω στα δώδεκα. Δεν λέω ότι αργότερα δεν θα υπάρξουν πράγματα τα οποία θα μας ωθήσουν προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Εμένα, ας πούμε, με ώθησαν να ασχοληθώ με την κατασκευαστική εταιρεία που ανήκε στην οικογένεια. Δεν χρειάστηκε καν να με πιέσουν από το σπίτι μου. Από τότε που γεννήθηκα ήξερα ότι αυτό θα έκανα στη ζωή μου. Ποτέ δεν το ήθελα πραγματικά αλλά και ποτέ δεν το σκέφτηκα. Απλώς δεν πίστευα ότι είχα άλλη επιλογή. Αν όμως με ρωτήσετε τι πραγματικά ήθελα να κάνω στα δώδεκα μου, τότε θα σας πω ότι ήθελα να γράφω και να σχεδιάζω ιστορίες με τον θείο Σκρουτζ . Όσο τώρα για τις επιλογές, που με ρωτήσατε, μπορεί κάποιος να κάνει μία λάθος επιλογή. Έκανα και εγώ λάθος επιλογές, αλλά συνέβη κάτι που με επανέφερε στον ίσιο δρόμο. Ήταν ένα τυχαίο γεγονός… Να κάνω εδώ μια παρένθεση για να σας πω ότι ειλικρινά την απολαμβάνω αυτή τη συνέντευξη. Νομίζω ότι όσα συζητάμε είναι πράγματα τα οποία σε κανέναν γονιό δεν θα έκανε καλό να τα ξέρει. Εγώ έτυχε να έχω χάλια γονείς, γονείς οι οποίοι με αγνοούσαν. Αυτοί οι άνθρωποι δεν είχαν κανέναν λόγο να κάνουν παιδιά. Τώρα, που έχουν πεθάνει και οι δύο, μπορώ να το πω. Σε όλη μου τη ζωή αδιαφορούσαν για μένα. Ενώ υπάρχουν άλλοι γονείς οι οποίοι προσπαθούν πολύ με τα παιδιά τους. Έχω έναν φίλο ο οποίος είναι καταπληκτικός άνθρωπος. Θρησκευόμενος, ηθικός, έξυπνος, γενναιόδωρος, έτοιμος ανά πάσα στιγμή να σε βοηθήσει. Και ο άνθρωπος αυτός έχει τρομερά προβλήματα με τα παιδιά του. Δεν έχω παιδιά, αλλά νομίζω ότι είναι πολύ δύσκολο για έναν γονιό σήμερα να ελέγξει την κατάσταση. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο δεν θέλω να έχω παιδιά. Δεν βλέπω με ποιο τρόπο θα μπορούσε κανείς να ελέγξει όλες τις κακές επιρροές στις οποίες είναι εκτεθειμένο σήμερα ένα παιδί.

– Συνειδητά, δηλαδή, πήρατε την απόφαση να μην κάνετε παιδιά;
Ναι. Σε αντίθεση με άλλους ανθρώπους που θέλουν πολύ να κάνουν παιδιά, εγώ σε όλη μου τη ζωή σκεφτόμουν πώς είναι δυνατόν να θέλει κανείς να κάνει παιδιά; Είναι και μπελάς και επικίνδυνο και πολύ μεγαλύτερη ευθύνη από αυτήν που θα ήμουν διατεθειμένος να αναλάβω. Πιστεύω λοιπόν ότι ο καθένας από εμάς διαμορφώνεται από τις επιρροές που δέχεται ως παιδί, αλλά δεν θα μου άρεσε με τίποτε να είμαι γονιός, διότι πιστεύω ότι ένας γονιός ελάχιστα μπορεί να τα ελέγξει αυτά τα πράγματα. Από τη στιγμή που στέλνεις τα παιδιά σου σε δημόσιο σχολείο τα εκθέτεις σε διάφορους κινδύνους. Και μόνο που σκέφτομαι ότι στην τηλεόραση υπάρχουν 600 σταθμοί και 2 δισεκατομμύρια site στο Internet, τα οποία τις περισσότερες φορές ο γονιός δεν τα γνωρίζει καν δεν θα ‘θελα με τίποτε να είμαι γονιός.

– Ποια είναι, λέτε, η μεγαλύτερη απειλή σήμερα για τον άνθρωπο;
Οι Ρεπουμπλικάνοι. (γέλια) Υπάρχουν τόσο πολλοί ανόητοι άνθρωποι στην Αμερική που ψηφίζουν Μπους επειδή φοβούνται…

– Πιστεύετε, δηλαδή, ότι η ηλιθιότητα έχει κάνει με τον φόβο;
Ασφαλώς. Το μεγαλύτερο ποσοστό των ανθρώπων που ψηφίζουν Ρεπουμπλικάνους είναι άπληστοι λεφτάδες. Αυτοί ξέρουν πολύ καλά τι θέλουν, αλλά ο μόνος τρόπος για να αποκτήσουν εξουσία είναι με το να ελέγχουν τους ψηφοφόρους με το χαμηλότερο επίπεδο, με το να απευθύνονται στην απληστία και στον φόβο που χαρακτηρίζει αυτό το κομμάτι των ψηφοφόρων. Ξέρουν ότι οι μορφωμένοι, η μεσαία τάξη δεν πρόκειται να τους ψηφίσει. Οπότε θα πρέπει να φοβίσουν τις μάζες κάνοντάς τες να πιστεύουν ότι σε κάθε εμπορικό κέντρο υπάρχουν τρομοκράτες. Θα πρέπει να τους πουν ότι, έστω και αν κάτι κόστισε 10 τρισ. δολάρια και μεγάλωσε το έλλειμμα, εκείνοι θα μειώσουν τους φόρους. Δεν βγάζει κανείς άκρη. Κάθε ημέρα βυθίζονται πιο βαθιά στο  έλλειμμα αλλά, παρ’ όλα αυτά, θα μειώσουν τους φόρους και άλλο! Οι Αμερικανοί δεν θέλουν να πληρώνουν ενάμισι δολάριο για κάθε γαλόνι βενζίνη. Είναι πάρα πολύ. Γι’ αυτό οι Ρεπουμπλικάνοι δεν απευθύνονται σε ανθρώπους οι οποίοι σκέφτονται, αλλά σε ανθρώπους χαζούς, που φοβούνται και η απληστία τους δεν έχει όρια.

– Στην Ευρώπη ωστόσο υπάρχει η τάση να πιστεύουμε ότι δεν υπάρχουν διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στις δύο μεγάλες παρατάξεις.
Οι Δημοκρατικοί σκέφτονται το γενικό συμφέρον και επιδιώκουν να το εξυπηρετήσουν.  Τους ενδιαφέρει το περιβάλλον, τους ενδιαφέρουν και οι άλλοι άνθρωποι. Όχι μόνον ο εαυτός τους. Τους λαμβάνουν όλους υπόψη. Αν κάτι είναι καλό γι’ αυτούς αλλά δεν είναι καλό για τους άλλους, τότε προσπαθούν να βρουν μια μέση λύση, κοιτάζουν αυτό που θα κάνουν να είναι καλό για όλους. Αν κόψουν όλα τα δέντρα που υπάρχουν στα δάση αυτό μπορεί να είναι καλό για τις ξυλουργικές επιχειρήσεις αλλά θα είναι κακό για όλους τους άλλους. Οι Δημοκρατικοί απευθύνονται στα καλύτερα χαρακτηριστικά των ανθρώπων ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι στα χειρότερα. Υπάρχει μία φράση που λέει ότι «ποτέ δεν χάνεις λεφτά ή εκλογές υποτιμώντας το κοινό της Αμερικής».

– Πιστεύετε ότι το δωμάτιο της εξουσίας είναι αυτό που κάνει παράξενους τους ανθρώπους ή οι άνθρωποι που μπαίνουν εκεί διαμορφώνουν αυτό το δωμάτιο;
Αν κατάλαβα καλά την ερώτηση, οι Ρεπουμπλικάνοι ήθελαν να μπουν σε αυτό το δωμάτιο επειδή οι περισσότεροι είναι επιχειρηματίες και ήθελαν να βρουν έναν τρόπο να ελέγχουν τον κόσμο για να βγάλουν περισσότερα χρήματα. Εισβάλλουν σε άλλες χώρες μόνο και μόνο για να καρπωθούν τα οφέλη από τις πολεμικές και τις πετρελαϊκές επιχειρήσεις και από την ανοικοδόμηση που πραγματοποιούν μετά στις χώρες που έχουν καταστρέφει. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι αυτό. Είναι τόση η κακία η οποία κρύβεται πίσω από αυτή τη νοοτροπία, που δεν μπορεί να τη συλλάβει ο ανθρώπινος νους. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι οι Ρεπουμπλικάνοι είναι τόσο κακοί. Αν όμως είναι αλήθεια; Τρομάζω και μόνο που το σκέφτομαι….

– Πως γίνεται να μην μπορούν κάποιοι άνθρωποι να αντιληφθούν το καλό, αυτό που είναι καλύτερο για εκείνους;
Νομίζω ότι όλοι οι άνθρωποι μπορούν να αντιληφθούν ποιο είναι το καλύτερο γι’ αυτούς. Απλώς είναι άπληστοι. Ποιος δεν καταλαβαίνει τι είναι καλύτερο γι’ αυτόν; Όπως σας είπα, οι Δημοκρατικοί γνωρίζουν πολύ καλά ποιο είναι το καλύτερο, τους απασχολεί όμως τι είναι καλό και για τους άλλους. Οπότε, προσπαθούν να ζυγίζουν τα πράγματα, να κρατούν ισορροπίες. Οι Ρεπουμπλικάνοι ξέρουν μόνον τι είναι καλό για τον εαυτό τους. Απευθύνονται στους ψηφοφόρους προσπαθώντας να τους κάνουν να ψηφίσουν εγωιστικά, να νοιάζονται μόνο για την Αμερική και μόνο για ό,τι είναι καλό για τους ίδιους. Γιατί όμως να μη συνεχίσουμε να μιλάμε για κόμικς;.

– Έχει γίνει ποτέ «φυλακή» για εσάς το γεγονός ότι η επιτυχία σας ως καρτουνίστα σας υποχρεώνει να σχεδιάζετε μόνον αυτούς τους ήρωες; Σας έχει έρθει ποτέ, ας πούμε, να σχεδιάσετε έναν άλλον ηρώα, αλλά να μην μπορείτε να βγείτε από αυτή τη «φυλακή»;
Είναι μία από τις καλύτερες ερωτήσεις που μου έχουν κάνει ποτέ! Το νιώθω απολύτως αυτό που λέτε, νιώθω σαν να βρίσκομαι στη φυλακή. Δεν γίνεται να τα παρατήσω. Και ξέρω ότι ακούγεται τετριμμένο. Αν καθόμουν τώρα απέναντι και μας άκουγα να συζητάμε θα έλεγα: «Θεέ μου, αυτός ο τύπος είναι πολύ ηλίθιος!», (γέλια) Ακούγεται απίστευτο! Πρέπει να παραδεχτώ ότι οι δικές μου ιστορίες μοιάζουν να είναι παράξενα δημοφιλείς, αλλά γενικά νομίζω ότι είμαι απλώς ο αποδέκτης όλης αυτής της εκτίμησης την οποία ο κόσμος που αγαπάει αυτούς τους ήρωές επί 50-60 χρόνια δεν είχε ποτέ άλλοτε την ευκαιρία να εκφράσει. Αυτό ακριβώς με κάνει και νιώθω φυλακισμένος. Νιώθω αυτό που λέμε “κλεισμένος σε χρυσό κλουβί” και δεν μπορώ να σταματήσω. Από 15 χρόνων δουλεύω πολύ σκληρά. Ποτέ δεν έχω λείψει για διακοπές περισσότερο από δύο εβδομάδες τον χρόνο. Από το περασμένο καλοκαίρι η επαγγελματική μου ζωή φάνηκε να φτάνει σε μια κορύφωση, αποτέλεσμα της δουλειάς μου τα τελευταία 18 χρόνια. Πήρα τόσο πολλά email από θαυμαστές από όλον τον κόσμο και υπάρχουν τόσοι εκδότες που βγάζουν το βιβλίο μου, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ιταλία, στην Πορτογαλία… Έχω γίνει τόσο διάσημος και τόσο αγαπητός χάρη σε αυτή τη δουλειά, που πλέον δεν μου μένει χρόνος για να μπορώ να την κάνω. (γέλια) Οι άνθρωποι μου στέλνουν email νομίζοντας ότι θα τα διαβάσει γραμματέας μου. Τα χρήματα που παίρνω όμως δεν μου φθάνουν για να μπορώ να πληρώνω και γραμματέα. Γι’ αυτό σε όλα τα email απαντώ μόνος μου. Διότι πρώτα απ’ όλα είμαι fan και μετά επαγγελματίας. Και για μένα οι fans μετρούν περισσότερο από τους εκδότες. Πολλοί μου λένε: “Γιατί δεν τους αγνοείς, αφού δεν πρόκειται να βγάλεις δεκάρα από όλη αυτή την ιστορία;”. Δεν γίνεται όμως να τους αγνοήσω. Από τη στιγμή που σε όλα αυτά τα μέρη υπάρχουν θαυμαστές του Ντόναλντ Ντακ λειτουργώ κάπως εγωιστικά, από την άποψη ότι θέλω οι ιστορίες μου να δείχνουν ωραίες, διότι νιώθω πολύ περήφανος γι’ αυτή τη δουλειά. Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο… Και όχι επειδή πιστεύω ότι είναι καλή, αλλά διότι έχω το προνόμιο να μπορώ να την κάνω. Προσωπικώς δεν πιστεύω ότι κάνω κάτι σπουδαίο. Απλώς, επειδή εγώ το διασκεδάζω, πιστεύω ότι γι’ αυτό αρέσει και στον κόσμο. Οπότε είμαι όντως φυλακισμένος. Νιώθω ότι τουλάχιστον για όσο ακόμη θα είμαι ο πιο δημοφιλής σχεδιαστής κόμικς δεν μπορώ να τα παρατήσω. Νιώθω σαν να εξαρτώνται κάποιοι από μένα. Νιώθω όπως κάποιος που με έναν μαγικό τρόπο έχει βρεθεί σε μια συγκεκριμένη θέση και οφείλει να παραμείνει σε αυτή ώσπου να τον αντικαταστήσει ένας άλλος. Αν τα παρατήσω θα είναι σαν γυρίζω την πλάτη στους θαυμαστές ενός ήρωα που και εγώ ο ίδιος αγαπώ πάρα πολύ. Και εγώ αυτό το πράγμα δεν μπορώ να το κάνω.

– Αν το σκίτσο ουσιαστικά είναι η υπογραφή ενός σκιτσογράφου, δεν σας ενοχλεί το γεγονός ότι είναι σαν να έχετε δανειστεί  την υπογραφή ενός άλλου δημιουργού;
Μα αυτό που δεν συμβαίνει μόνο με μένα. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που το κάνουν. Εγώ είμαι απλώς ένας από αυτούς. Ξέρετε, η εταιρεία  Disney σχεδίασε μόνο τον Ντόναλντ Ντακ . Ούτε τον Σκρουτζ  ούτε κανέναν από τους υπόλοιπους ήρωές. Δεν είχε καμία σχέση με όλα αυτά. Αυτά φέρουν την υπογραφή του Καρλ Μπαρκς και άλλων καλλιτεχνών οι οποίοι δούλευαν ως καρτουνίστες σε συνεργασία με διάφορους εκδότες.

– Κάνετε ποτέ φανταστικούς διαλόγους με τον Καρλ Μπαρκς;
Όχι. Μόνο μία φορά έτυχε να τον συναντήσω από κοντά. Εννοείτε αν στον Καρλ Μπαρκς θα άρεσαν οι ιστορίες μου ή οι καταστάσεις τις οποίες περιγράφω μέσα από αυτές;.

– Ακριβώς. Ή αν τη στιγμή που σχεδιάζετε μια ιστορία κάνετε κάτι και αναρωτιέστε πώς θα αντιδρούσε σε αυτή την περίπτωση ο Καρλ Μπαρκς. Γενικώς τον έχετε στο μυαλό σας όταν ζωγραφίζετε;
Όχι. Αυτό που έχω στο μυαλό μου είναι πώς εγώ ερμηνεύω τον ήρωα που εκείνος δημιούργησε, δηλαδή τον Σκρουτζ . Ενδεχομένως να λέμε το ίδιο πράγμα. Για παράδειγμα, υποψιάζομαι ότι ο Καρλ Mπαρκς  θα πρέπει να ήταν Ρεπουμπλικανός. Οπότε, αν κάποια στιγμή μέσα από μια ιστορία περνάω μια πολιτική φιλοσοφία η οποία εκφράζει περισσότερο το πνεύμα των Δημοκρατικών, τότε ενδέχεται να μου περάσει από το μυαλό ότι ο Καρλ Μπαρκς μπορεί να μη συμφωνούσε.

– Ο Ντόναλντ ψηφίζει Δημοκρατικούς;
Α, δεν ξέρω. Ειλικρινά, δεν προσπαθώ να περάσω πολιτικά μηνύματα μέσα από τα κόμικς μου. Διότι δεν πιστεύω ότι είναι αυτός ο στόχος. Και νομίζω ότι δεν έχω αυτό το δικαίωμα.

– Τι χάνει και τι κερδίζει κάνεις μεγαλώνοντας;
Δεν είμαι σίγουρος πότε ένας άνθρωπος αποφασίζει να μεγαλώσει. Δεν νιώθω καν σίγουρος για το αν υπάρχει κάποια στιγμή που οι άνθρωποι νιώθουν ότι μεγάλωσαν. Ίσως όταν αποκτούν παιδιά. Δεν μπορώ να σας δώσω απάντηση σε αυτό. Από τότε που ήμουν 10-12 ετών δεν νιώθω να έχω αλλάξει. Νιώθω ότι είμαι ο ίδιος. Προσπαθώ βεβαίως να βρίσκω τρόπους να πληρώνω μόνος μου τους λογαριασμούς μου αλλά κατά βάθος νιώθω ότι παραμένω ίδιος. Μου αρέσει ακόμη να κάνω τα ίδια πράγματα. Μου αρέσει ακόμη να διαβάζω κόμικς, να παίζω βιντεοπαιχνίδια, να βλέπω ταινίες, να βγαίνω έξω, να παίζω, να κάνω βόλτες. Δεν νιώθω μεγάλος. Κάθε φορά που πάω στο μπάνιο και κοιτάζομαι στον καθρέφτη δεν μπορώ να πιστέψω αυτό που βλέπω. Διότι η εικόνα που έχω για τον εαυτό μου είναι εκείνη ενός 12χρονου αγοριού. Μόνο που τώρα έχω περισσότερες τρίχες. (γέλια) Πιθανόν στη ζωή άλλων ανθρώπων να συμβαίνει κάτι που τους κάνει ξαφνικά να νιώθουν ότι γέρασαν. Προς το παρόν εγώ δεν έχω νιώσει καμία διαφορά. Θα μπορούσατε κάλλιστα να με ρωτήσετε: «Δηλαδή, νιώθεις σαν να μην έχεις μεγαλώσει καθόλου;». Όχι ακριβώς. Απλώς μέσα μου νιώθω ο ίδιος. Και λυπάμαι τους ανθρώπους που ξαφνικά νιώθουν γέροι.

– Τι σας ενοχλεί περισσότερο στην Αμερική;
Ο Τζορτζ Μπους φυσικά… (γέλια) Παλιά υπήρχαν πρόεδροι προερχόμενοι από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, τους οποίους μπορεί να μην είχα ψηφίσει, αλλά δεν είχα και πρόβλημα μαζί τους. Ο Ρόναλντ Ρίγκαν, για παράδειγμα. Καλός ήταν, δεν ήταν κακός. Όπως δεν ήταν κακός και ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος. Αλλά αυτός ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος… Όποιος τον βλέπει μπορεί μέσα σε ένα λεπτό να καταλάβει ότι ο άνθρωπος είναι βλάκας! Είναι ντροπή όλος ο κόσμος να βλέπει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιπροσωπεύονται από έναν βλάκα! Εγώ ντρέπομαι… Γι’ αυτό, κύριε Λάλα, λέω να μιλήσουμε καλύτερα για κόμικς. Έχει περισσότερη πλάκα από το να μιλάμε για τον Τζορτζ Μπους. Αυτή τη στιγμή φοβάμαι μέχρι θανάτου γι’ αυτό που συμβαίνει στη χώρα μου. Μία λύση βεβαίως είναι να μείνω στην Ελλάδα. Να πάω πάλι σε αυτόν τον φίλο μου στη Θεσσαλονίκη και να μείνω στο δωμάτιό του.

– Ποιο είναι, κατά τη γνώμη σας, το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του ανθρώπου;
Πολύ καλή ερώτηση. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο…

– Εγώ, ας πούμε, θα απαντούσα : η περιέργεια.
Ναι, η περιέργεια, Όπως λέτε και εσείς, η φαντασία, η επιθυμία να κάνεις καλό στους άλλους, συμπεριλαμβανομένου του εαυτού σου… Η έννοια της αυτοθυσίας για εμένα είναι εντελώς βλακώδης. Η επιθυμία όμως να εντοπίζεις το κοινό καλό, να σκέφτεσαι πάντα τους άλλους, συμπεριλαμβανομένου του εαυτού σου, και να προσπαθείς να βρίσκεις χρυσές τομές, αυτό το βρίσκω πολύ καλό. Επίσης το χιούμορ το οποίο αποτελεί ίδιον του ανθρώπου. Θα έχετε διαβάσει, φαντάζομαι, ότι τα ζώα δεν έχουν αίσθηση του χιούμορ. Όπως οι άνθρωποι. Εγώ βεβαίως, επειδή αγαπάω τα σκυλιά, έχω προσέξει ότι έχουν χιούμορ. Το βλέπω στη φάτσα τους.

– Η φαντασία είναι μια άλλη χώρα την οποία ορισμένοι άνθρωποι έχουν την δυνατότητα να επισκέπτονται και άλλοι όχι;
Ναι, έτσι είναι. Ξέρετε, συνεχώς με ρωτάνε κάτι που μέχρι στιγμής δεν με έχετε ρωτήσει και ελπίζω να μη με ρωτήσετε: από πού αντλώ τις ιδέες μου. Εσείς μάλλον  πρέπει να ξέρετε ότι σε αυτό δεν υπάρχει απάντηση. Και ότι το μυαλό μερικοί ανθρώπων δουλεύει με τέτοιο τρόπο ώστε με τη  βοήθεια της φαντασίας τους να βρίσκουν ιδέες. Το ότι ορισμένοι άνθρωποι διαθέτουν αχαλίνωτη φαντασία έχει να κάνει με το ότι ο εγκέφαλος χωρίζεται σε αριστερό και δεξί ημισφαίριο. Υπάρχουν άνθρωποι που γράφουν ιστορίες επιστημονικής φαντασίας. Εμένα όσα γεννάει η φαντασία μου, δεν θυμίζουν σε τίποτε ιστορίες επιστημονικής φαντασίας. Εγώ μπορώ να πάρω ένα ιστορικό βιβλίο και να φανταστώ μια πραγματική  ιστορία  που να βασίζεται σε γεγονότα. Δεν μπορώ όμως να φανταστώ πώς θα είναι ένα ταξίδι σε άλλον πλανήτη. Το μυαλό μου δεν είναι ικανό να λειτουργήσει σε αυτό το επίπεδο φαντασίας.

– Με τη φαντασία πιστεύετε ότι δημιουργούμε μια νέα πραγματικότητα ή η φαντασία έρχεται να φωτίσει τα σκοτάδια της ήδη υπάρχουσας πραγματικότητας;
Θα σας πω και πάλι ότι αυτό που κάνω δεν είναι τέχνη· είναι περισσότερο διασκέδαση. Και τι άλλο σημαίνει διασκέδαση αν όχι να περνάς καλά φωτίζοντας τις σκοτεινές γωνίες της ζωής σου; Αν βεβαίως έχεις σκοτεινές γωνίες, διότι μπορεί και να μην έχεις. Θα έλεγα ότι η φαντασία μας βοηθάει περισσότερο να δημιουργήσουμε μια νέα πραγματικότητα.

– Απ’ όλους τους ανθρώπου που σχεδιάζουν κόμικς υπάρχει κάποιος που θα θέλατε πραγματική να συναντήσετε, πέρα από το να διαβάζετε τα κόμικς του;
Ποτέ δεν σκέφτηκα ότι υπάρχει κάποιος που θα ήθελα να γνωρίσω από κοντά, εκτός από τον Καρλ Μπαρκς. Το μόνο που με ενδιαφέρει είναι το να μπορώ να διαβάζω τις ιστορίες. Οπότε, με αυτή την έννοια, δεν νιώθω και την ανάγκη να γνωρίσω τους ανθρώπους που τις δημιουργούν προσωπικά. Φαντάζομαι ότι όσα θέλουν να γνωρίζουν οι άλλοι γι’ αυτούς τα έχουν βάλει ήδη στις ιστορίες τους, είτε πρόκειται για κόμικς με τον Ντόναλντ Ντακ είτε με τον Σούπερμαν είτε με τον Σπάιντερμαν. Με την ίδια λογική, απορώ πώς κάποιοι άνθρωποι θέλουν να μαθαίνουν για την προσωπική ζωή ηθοποιών. Εγώ το μόνο που θέλω από έναν ηθοποιό είναι αυτό που βάζει σε μια ταινία. Αφού, έτσι και αλλιώς, είναι απλώς ένας ερμηνευτής, που κάνει ό,τι του είπαν να κάνει. Κανένας ηθοποιός δεν γράφει μόνος του τα λόγια που θα πει ούτε κανένας λέει στον οπερατέρ πώς να τον κινηματογραφήσει. Οι ηθοποιοί είναι απλώς υπάλληλοι οι οποίοι δέχονται οδηγίες από τους παραγωγούς, τον σκηνοθέτη και τον φωτιστή μιας ταινίας. Προσπαθώ τώρα να σκεφτώ μήπως υπάρχει κάποιος άλλος από τον χώρο των κόμικς που θα ήθελα να έχω γνωρίσει. Ίσως ο Κερτ Σουάν, τον οποίο επίσης συνάντησα μία φορά από κοντά. Ήταν ο αγαπημένος μου καλλιτέχνης ιστοριών με ήρωα τον Σούπερμαν στις δεκαετίες του 1950 και του 1960. Επίσης ο Γουίλ Αϊσνερ, δημιουργός του “Πνεύματος”. Αυτόν τον συνάντησα αρκετές φορές. Κάποτε είχα παραλάβει για λογαριασμό του ένα βραβείο που του είχαν απονείμει στη Σουηδία. Αντιθέτως, δεν συνάντησα ποτέ τον Γουόλτ Κέλι, παρ’ όλο που θα το ήθελα πολύ. Ένα όνομα που μου ήρθε στο μυαλό πριν από λίγο είναι αυτό του Αλφρεντ Χίτσκοκ. Θα ήθελα πολύ να τον είχα γνωρίσει.

– Γιατί;
Επειδή αγαπάω τις ταινίες του. Ήταν καταπληκτικός αφηγητής. Έχω διαβάσει τόσο πολλές συνεντεύξεις του, που ξέρω ακριβώς πως ένιωθε. Ο άνθρωπος ήταν ιδιοφυία. Ένα από τα πράγματα που συνήθιζε να λέει είναι ότι έστηνε μόνος του την πλοκή των ταινιών του, με τη βοήθεια της συζύγου του, η οποία τον βοηθούσε στη συγγραφή των σεναρίων. Υπήρξε ένας από τους πρώτους σκηνοθέτες που οι ιστορίες τις οποίες διηγούνταν οι ταινίες του βασίζονταν σε δικές του ιδέες. Ότι κάνει, δηλαδή, και ένας σχεδιαστής κόμικς. Ο Χίτσκοκ ήταν καλλιτέχνης. Αποφάσιζε μόνος του πως θα εξελιχθεί κάθε ταινία, σκηνή σκηνή. Και αφού ξόδευε μήνες ολόκληρους για να το κάνει, μετά ερχόταν η στιγμή που έπρεπε να αρχίσει να κινηματογραφεί, όταν πια αισθανόταν πως η δουλειά του είχε ολοκληρωθεί. Ότι η ιστορία, δηλαδή, είχε πια ολοκληρωθεί και πλέον έπρεπε να έρθει αντιμέτωπος με τα προβλήματα της κινηματογράφησής της. Νιώθω να έχω πολλά κοινά σημεία με αυτόν τον τρόπο σκέψης. Ήταν και αυτός άνθρωπος που του άρεσε να αφηγείται μια ιστορία.

– Κατά την άποψή σας, όλα τα καλά πράγματα πρέπει να έχουν τέλος;
Έτσι φαίνεται. Όλες οι εκπομπές που έβλεπα στην τηλεόραση έκλεισαν τον κύκλο τους σε τέσσερα πέντε χρόνια. Όλα τα κόμικς που λάτρεψα σταμάτησαν και αυτά. Ο Καρλ Μπάρκς σταμάτησε να δημιουργεί κόμικς και έκτοτε κανένας άλλος δεν δημιούργησε κόμικς τόσο καλά όσο αυτός. Ο Γουόλτ Κέλι πέθανε και ο Μπόμπο σταμάτησε. Προσπάθησαν βεβαίως να τον φέρουν πίσω, αλλά δεν ήταν τόσο καλός. Δεν γυρίζονται πλέον ταινίες τόσο καλές όσο πριν από μερικά χρόνια. Μάλλον είναι φυσιολογικό όλα τα πράγματα κάποια στιγμή να τελειώνουν.

– Πως νιώθετε που μπορεί κάποια στιγμή να μην είστε παρών σε αυτό το διασκεδαστικό παιχνίδι της ζωής;
Μάλλον προσπαθώ να μην το σκέφτομαι. Απλώς προσπαθώ όσο βρίσκομαι ακόμη εδώ να κάνω το καλύτερο που μπορώ. Να φτιάχνω ιστορίες, οι οποίες θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Γιατί ακόμη και όταν πεθάνω θα υπάρχουν άνθρωποι που θα έχουν κρατήσει τα τεύχη ή άνθρωποι οι οποίοι θα συνεχίσουν να τα δημοσιεύουν… Μπορεί να μην άφησα πίσω μου παιδιά. Και παιδιά να κάνεις άλλωστε μπορεί να εξελιχθούν σε εγκληματίες. Να γίνουν, ας πούμε, Ρεπουμπλικανοί, που για μένα είναι σχεδόν το ίδιο, (γέλια). Έχω αφήσει όμως πίσω μου όλα αυτά τα κόμικς και αυτό με κάνει να νιώθω πολύ όμορφα.

– Σας ευχαριστώ πολύ.
Κι εγώ. Ειλικρινά απόλαυσα αυτή την κουβέντα, κύριε Λάλα.