Πέρσι το καλοκαίρι ο «Προμηθέας Δεσμώτης» του Αισχύλου, σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη και με πρωταγωνιστή τον Γιάννη Στάνκογλου, ήταν από τις παραστάσεις που γνώρισε θερμή υποδοχή απ’ το κοινό και απέσπασε εξαιρετικές κριτικές απ’ τον Τύπο.
Ένα χρόνο μετά, και ενώ ο Μπινιάρης παρουσίασε κατά την σεζόν που μας πέρασε τη «Φάρμα των Ζώων» και (ξανά) το «Θείο Τραγί», ο «Προμηθέας» επιστρέφει για μια τιτάνια περιοδεία ανά την Ελλάδα και την Κύπρο που περιλαμβάνει 32 σταθμούς.
Λίγο πριν απ’ την αποψινή παράσταση στο θέατρο Πέτρας συζητάμε για τις κύριες θεματικές των έργων που επιλέγει να σκηνοθετήσει, δηλαδή την κριτική στον δογματισμό και τον ολοκληρωτισμό, και την ανάγκη να εκφραζόμαστε με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους.
– «Προμηθέας Δεσμώτης» για δεύτερο συνεχόμενο καλοκαίρι. Τι έχει αλλάξει και τι παραμένει ίδιο;
Επί της ουσίας η παράσταση παραμένει ενεργειακά εκεί που βρισκόταν και πέρσι. Καθώς είναι ελάχιστες οι αντικαταστάσεις όλο αυτό που έχει συμβεί είναι ήδη βιωμένο και ενσωματωμένο στους περισσότερου από εμάς. Απ’ την άλλη δεν μπορείς να πεις ότι δεν εξελίσσεται, κάτι που είναι φυσικό, αφού η παράσταση είναι σαν ένας ζωντανός οργανισμός, σαν ένα παιδί που μεγάλωσε κατά ένα χρόνο. Έχει μεγάλη σημασία και το σημείο που συναντηθήκαμε ξανά. Πέρσι, κλείσαμε πολύ δυναμικά με το Ηρώδειο και το Λαύριο ενώ όλα τα μέλη της ομάδας παρέμειναν ενεργά θεατρικά τον χειμώνα που πέρασε συνεπώς όλη αυτή η φόρα διατηρήθηκε τους ενδιάμεσους μήνες. Τώρα, λοιπόν, που ξανασυναντηθήκαμε μεταξύ μας και που «συναντιόμαστε» ξανά και με την παράσταση διατηρούμε το ενδιαφέρον και το κέφι μας ως ομάδα˙ γι’ αυτό με πολλή χαρά δουλέψαμε, κάποια σημεία παραπάνω, για να τα προχωρήσουμε σε ακόμη μεγαλύτερο βάθος και για να ενταχθούν τα νέα παιδιά. Μπορώ να πω ότι τώρα έχουν αποκαλυφθεί κι άλλες ποιότητες του έργου. Η δεύτερη χρονιά δεν έχει το άγχος και τη τσίτα της πρώτης καθώς παρουσιάζουμε κάτι δοκιμασμένο, που πήγε καλά. Φέτος είναι ακόμη μεγαλύτερη η απόλαυση για εμάς γιατί είμαστε ψυχολογικά πιο ξεκούραστοι.
– Είναι μεγάλη η περιοδεία του καλοκαιριού, το έργο θα παρουσιαστεί συνολικά σε 32 μεγάλα περιφερειακά θέατρα της Ελλάδας, αλλά και στην Κύπρο. Το κοινό διαφέρει από πόλη σε πόλη;
Ο κάθε τόπος έχει τη δική του ιδιομορφία και ο τρόπος που αντιδρούν οι άνθρωποι έχει τον δικό του χαρακτήρα. Μιλάω προσωπικά βέβαια, ίσως εξωτερικεύοντας κάτι που εγώ αισθάνομαι. Μου αρέσει πολύ που ταξιδεύουμε και υπάρχει κόσμος που παρακολουθεί την παράσταση σε όλη την Ελλάδα, είτε σε μεγαλύτερη είτε σε μικρότερη πόλη. Οπουδήποτε κι αν παίξεις αν η παράσταση συντονιστεί με τον κόσμο αυτό είναι που μετράει και δεν έχει σημασία αν ο κόσμος αυτός έχει δει πολύ ή λιγότερο θέατρο. Αυτή η επαφή και με τις υπόλοιπες πόλεις βοηθάει εμάς που ζούμε στα μεγάλα αστικά κέντρα παραγωγής πολιτισμού να αποφεύγουμε έναν πολιτιστικό ελιτισμό, που αποτελεί μια παγίδα στην οποία μπορεί να πέσουμε.
– Σκεφτόμουν ότι τα δύο κείμενα που παρουσίασες στη σεζόν που μας πέρασε ήταν Όργουελ (Η Φάρμα των Ζώων) και Σκαρίμπας (Θείο Τραγί), αλλά τελικά κάπως συνδέονταν μεταξύ τους.
Στοχεύουν εναντίον του δογματισμού και του ολοκληρωτισμού και τα δύο. Το «Θείο Τραγί» το δουλεύω εδώ και 10 χρόνια και λίγο πολύ είναι αυτό που έθεσε τη βάση των θεμάτων που διαχειρίστηκα τα επόμενα χρόνια. Με αφορά το κατά πόσο είμαστε πραγματικά ανοιχτοί στο ξένο ή στο ανοίκειο κι αν θέλουμε πραγματικά να εξερευνήσουμε και να ανιχνεύσουμε περιοχές που δεν έχουμε τολμήσει να τις κοιτάξουμε. Αν παρατηρήσεις, θα δεις ότι όλα όσα έχω κάνει τριγυρίζουν γύρω απ’ αυτά τα θέματα. Και ο Όργουελ και ο Σκαρίμπας έχουν φοβερό σαρκασμό, μια λοξή ματιά στα πράγματα και χρησιμοποιούν το χιούμορ με πανέξυπνο τρόπο για να πουν αυτό που θέλουν.
– Η σημερινή εποχή ευνοεί τη συγγραφή τέτοιων κειμένων;
Κάθε εποχή την ευνοεί. Το «Θείο Τραγί» δεν είναι μόνο ένα τολμηρό έργο που επιτίθενται στον καθωσπρεπισμό και σε μια στείρα ζωή που βασίζεται μόνο στα υλικά αγαθά είναι κυρίως ένα ακραία ερωτικό κείμενο. Αυτό, δηλαδή το ότι απ’ το κείμενο αναβλύζει ένα διονυσιακός ερωτισμός, είναι από μόνο του τρομερά σημαντικό που συμβαίνει και έχει αντίκτυπο ακόμη και σήμερα. Η ελληνική κοινωνία είναι συντηρητική και υπάρχουν επιπλέον νέες μορφές συντηρητισμού, καλά κρυμμένες που θέλουν προσοχή. Ελπίζω το βαλκανικό πνεύμα, με τα πανηγύρια και τη διάθεση για γιορτές, να μην τους επιτρέψει να επικρατήσουν.
– Νομίζω ότι η ελληνική κοινωνία είναι συντηρητική όχι ως τις πράξεις αλλά ως προς την έκθεση. Δηλαδή τόσα συμβαίνουν πίσω από κλειστές πόρτες, αρκεί να μη μαθευτούν παραέξω.
Έτσι είναι και δυστυχώς δεν βοηθούν να ξεφύγουμε οι νέες βαθιά πουριτανικές νοοτροπίες που έχουν προκύψει. Ο νέο-πουριτανισμός δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Είναι αδιανόητο το 2022 στις ΗΠΑ να μην κατοχυρώνεται συνταγματικά το δικαίωμα στην άμβλωση, δικαίωμα που υπάρχει εδώ και πενήντα χρόνια. Μιλάμε για το αυτονόητο δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Ο πουριτανισμός θέλει να είμαστε διαρκώς ένοχοι για κάτι. Είμαστε ένοχοι για τον ερωτισμό μας και είμαστε ένοχοι λόγω της διάθεσής μας για χαρά. Μας σπρώχνουν σε μια εμμονική προσήλωση στο πένθος, στη μιζέρια, στο «δε βαριέσαι, έχει ο Θεός». Αυτή η εμμονή με την ενοχή κάπως πρέπει να αντιμετωπιστεί. Σίγουρα βοηθάει η ψυχοθεραπεία, σίγουρα βοηθάει στο να φροντίσει κάποιος τον εαυτό του αλλά αν δούμε τη μεγάλη εικόνα είναι σίγουρο ότι αυτή η χώρα έχει τα θέματά της. Σκέψου επίσης τον ρόλο της ελληνικής οικογένειας σε όλα αυτά που συζητάμε. Γιατί τελικά όλη αυτή η προσήλωση στην ενοχή και το πένθος; Δεν καταλαβαίνω γιατί όταν γελάμε να λέμε «σε καλό να μας βγει». Πρέπει να τιμωρείται η χαρά;
– Έχεις σκεφτεί να κάνεις ένα δρώμενο που να έχει θέμα τα πανηγύρια ή να γίνει στο πλαίσιο ενός πανηγυριού;
Μα έχω ξεκινήσει απ΄ το θέατρο δρόμου. Πολλές φορές είχαμε πάρει μέρος σε λαϊκά δρώμενα, σε πλατείες. Ναι, φυσικά και με ενδιαφέρει. Αν προκύψει κάτι με δομημένο τρόπο θα το κάνω. Το θέατρο μέσα από τις διονυσιακές γιορτές ξεκίνησε.
– Σε πιάνει ποτέ πείσμα ότι αυτό ακριβώς που σε περιορίζουν να κάνεις, στο πλαίσιο της Τέχνης εννοώ, αυτό ίσως θες να κάνεις πιο πολύ;
Θέλω να κάνω αυτό που θέλω να κάνω. Για παράδειγμα τον χειμώνα θα ανεβάσουμε, με πρωταγωνιστή τον Γιώργο Χρυσοστόμου, Μπρεχτ, το έργο του «Η άνοδος του Αρτούρο Ούι». Αυτό το έργο θέλω να κάνω, όχι από αντίδραση αλλά επειδ΄γ θεωρώ ότι είναι πολύ σημαντικό να ανέβει τώρα. Αν με πιάνει πείσμα; Θυμώνω με όλα αυτά. Προσωπικά θέλω να συνεχίσω να κάνω αυτό που πιστεύω και νομίζω ότι αυτό είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να κάνει ο καθένας μας. Να προσπαθήσει, δηλαδή, να μην επηρεάζεται αλλά να μένει στον στόχο του.
– Οι αντιδράσεις του κόσμου σε επηρεάζουν;
Από την πρώτη στιγμή που ανέβασα το «Θείο Τραγί», πριν 10 χρόνια, υπάρχουν άνθρωποι που κατά τη διάρκεια της παράστασης φεύγουν˙ τώρα πια ελάχιστοι, όταν ξεκίνησε πολλοί περισσότεροι. Υπάρχουν θέματα που μπορεί να σε πετάξουν «έξω», θέματα με τα οποία ίσως δεν μπορέσεις να συνδεθείς αλλά είναι αυτά που είναι. Μέσα απ’ τον ερωτισμό και το πάθος που ξεχειλίζει το «Θείο Τραγί» τελικά αναβλύζει ένα καθαρό νερό που σε ξεπλένει. Εγώ εκεί στέκομαι και στο ότι συνεχώς ανακαλύπτω καινούρια βάθη σε αυτό το κείμενο.
– Το συναυλιακό στοιχείο μπαίνει στα θεατρικά σου. Το θεατρικό στοιχείο, μπαίνει στις συναυλίες σου; Κάνατε πρόσφατα με τους “Orgasma”, την μπάντα σου, ένα live στο 6 d.o.g.s.
Ήταν ένα πολύ ωραίο live. Ξεπέρασε τις προσδοκίες μας και με τον κόσμο που ήρθε, και γνωστός και άγνωστος, κατορθώσαμε στο τέλος να έχουμε μια αλληλεπίδραση πάρα πολύ δυνατή. Απλώσαμε τα ορχηστρικά μέρη των κομματιών ώστε να μπορέσει ο κόσμος να χορέψει. Θα το επαναλάβουμε σίγουρα. Τώρα φαντάζομαι ότι το θεατρικό στοιχείο μπαίνει μέσα στο performative κομμάτι της συναυλίας.
– Ζούμε σε μια εποχή εξειδίκευσης, σαν να αρνούμαστε στους καλλιτέχνες,και όχι μόνο, να εκφράζονται με διαφορετικά μέσα και τρόπους.
Ισχύει και διαφωνώ με αυτή την τάση γιατί είμαστε πολυσύνθετοι. Όπως έχει πει ένας φίλος «έχουμε μέσα μας όλα τα ζώα του δάσους», σημασία όμως έχει ποιο θρέφεις κάθε φορά και αυτό να το κάνεις συνειδητά.
– Έχω την εντύπωση ότι περιγράφεις την αυτογνωσία.
Η αλήθεια είναι ότι χρειάζεται ενδοσκόπηση για να φτάσουμε εκεί. Οφείλουμε όμως να τιθασεύουμε κάποια πράγματα για να μπορούμε να συνυπάρχουμε και για να μπορούμε να κάνουμε καλά ότι καλούμαστε να κάνουμε.
– Υπάρχει όμως και το ένστικτο.
Φυσικά αλλά κι αυτό δεν μπορούμε να το αφήνουμε αχαλίνωτο. Χρειαζόμαστε ένα πλαίσιο για παράδειγμα τα πανηγύρια που συζητούσαμε πριν, ένα πλαίσιο που με ασφαλή τρόπο μπορεί να ικανοποιήσει και να θρέψει το ένστικτο. Και η Τέχνη αυτό δεν κάνει;
– Μπορούμε να θεραπεύσουμε τα πάντα; Και τι σημαίνει υγιές;
Θυμάμαι το τραγούδι απ’ τις Τρύπες «Πες μου τι γίνεται μ’ εκείνα τα παιδιά που αν και γεννιούνται κανονικά, δε μεγαλώνουν κανονικά, δεν ονειρεύονται κανονικά, ούτ’ ερωτεύονται κανονικά»
– Το περσινό καλοκαίρι συζητώντας μου είχες πει ότι με αφορμή τον covid πρέπει να εφεύρουμε ένα νέο είδος ψυχραιμίας. Ένα χρόνο μετά πόσο κοντά ή μακριά βρισκόμαστε σε αυτό ως κοινωνία;
Δεν είμαστε κοντά. Έχει ξεφύγει το πράγμα. Είμαι απ’ τους ανθρώπους που δεν πιστεύουν στη μεταθανάτια ζωή. Ο καθένας μας έχει περιορισμένο χρόνο στον πλανήτη Γη, κάποια στιγμή θα σταματήσουμε να υπάρχουμε, θα ζήσουν οι άνθρωποι μετά από εμάς. Αυτή η σκέψη με βοηθάει, ως ένα σημείο, να είμαι πιο ψύχραιμος.
– Γιατί;
Γιατί σημαίνει ότι πρέπει να διαχειριζόμαστε τα πράγματα κα να τα διαχειριζόμαστε άμεσα γιατί δεν έχουμε τον άπειρο χρόνο. Εάν δεν κάνουμε τώρα πράγματα δεν θα τα κάνουμε ποτέ. Δεν σημαίνει βέβαια ότι πάντα θα πιάνουμε τους στόχους μας. Όταν σκέφτομαι ότι δεν έχουμε τον ατελείωτο χρόνο να κάνουμε όσα θέλουμε ή να τα διορθώσουμε παίρνω μια ανάσα ώστε να βάλω τα πράγματα σε μια σειρά. Αυτό για εμένα είναι η ψυχραιμία. Είναι πολύ απλό, η ιστορία μας έχει τέλος άρα πάμε να δούμε τώρα τι κάνουμε. Αυτή η σκέψη με βοηθάει να βάλω ένα πλαίσιο και να αντιμετωπίζω την πραγματικότητα.
❈ Info: Θέατρο Πέτρας 11 Ιουλίου, 21:30. Το υπόλοιπο πρόγραμμα της περιοδείας εδώ