Η επιστροφή των 1000mods μοιάζει με μια εκκωφαντική ανατολή ηλίου μετά από τέσσερα χρόνια σιωπής. Η πολυαναμενόμενη πέμπτη δισκογραφική τους κυκλοφορία, “Cheat Death”, εμφανίζεται σαν μία ηχητική έκρηξη που γεφυρώνει το heavy rock με ένα μωσαϊκό μουσικών αποχρώσεων. Τώρα διαθέσιμο σε όλα τα formats, το άλμπουμ αυτό αποκαλύπτει έναν ώριμο, τολμηρό ήχο που ακροβατεί ανάμεσα στις ρίζες και τον πειραματισμό.

Από το Sabbath-ικό σκοτάδι του “Overthrown” μέχρι την punk ενέργεια του “The One Who Keeps Me Down”, οι 1000mods δεν εξερευνούν απλώς νέα ηχητικά μονοπάτια—τα καταπατούν με θράσος. Το εμβληματικό “Gotzen Hammer”, συνοδευόμενο από το DIY horror video του, προκαλεί δονήσεις, ενώ το γλυκόπικρο “Love” φλερτάρει με το alternative rock, δείχνοντας μια πιο συναισθηματική πλευρά του γκρουπ. Το “Speedhead” αγκαλιάζει το μεταλλικό μεγαλείο, ενώ το “Misery” σκαλίζει την καρδιά του ακροατή. Από το ακουστικό ιντερλούδιο “Bluebird” μέχρι το μεγαλοπρεπές φινάλε, “Grey, Green Blues”, το τελευταίο άλμπουμ των 1000mods μοιάζει με μια δήλωση φιλοσοφικής αυτογνωσίας, ταξιδεύοντας τον ακροατή πέρα από τα σύνορα του rock.

Με την υπογραφή της δικής τους δισκογραφικής, Ouga Booga and the Mighty Oug Recordings, και τη συνεργασία με την Ripple Music για την αμερικανική αγορά, οι 1000mods επαναπροσδιορίζουν τον ήχο και την ταυτότητά τους. Το “Cheat Death” είναι η μουσική αφήγηση μιας μπάντας που δεν φοβάται να αμφισβητήσει τον ίδιο της τον εαυτό.

Αλλά η επιστροφή τους δεν περιορίζεται μόνο στα ηχεία μας. Δύο μεγάλες συναυλίες έρχονται για να επικυρώσουν τη δυναμική τους: στις 13 Δεκεμβρίου στο Principal Club Theater στη Θεσσαλονίκη και στις 21 Δεκεμβρίου στο Floyd Live Music Venue της Αθήνας. Όποιος αναζητά την αδρεναλίνη του αυθεντικού rock, ας ετοιμαστεί—η σκηνή θα πάρει φωτιά.

Με αφορμή τις δύο επερχόμενες συναυλίες της μπάντας και την ανακοίνωση της ανοιξιάτικης ευρωπαϊκής τους περιοδείας (που θα τους ταξιδέψει σε οκτώ χώρες, από την Ολλανδία και την Ισπανία μέχρι τη Γερμανία και την Ελβετία), ο Γιώργος Τσίρτσης μιλά στο OLAFAQ για όλα εκείνα που θεμελίωσαν τον ήχο τους και την θέση τους στο ευρωπαϊκό σύμπαν του heavy rock.

LINE

– Aς ξεκινήσουμε από τα βασικά, τα οποία μπορεί να τα έχετε πει αλλού, αλλά όχι σε εμάς…  Από πού εμπνευστήκατε το όνομα “1000mods”; Έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία;
Το όνομα της μπάντας προέρχεται από το χωριό Χιλιομόδι, έναν τόπο που έχει ιδιαίτερη σημασία για εμάς. Ήταν ένα σημείο αναφοράς στα πρώτα μας βήματα, τόσο για τις πρόβες όσο και για τα πρώτα μας live. Το 2005, όταν το συγκρότημα βρισκόταν ακόμα σε πρώιμο στάδιο, 3 από τα 4 μέλη προέρχονταν από το Χιλιομόδι και την Κόρινθο. Το όνομα ήρθε φυσικά, καθώς το χωριό ήταν το κέντρο της πρώτης μας δημιουργικής έκφρασης. Στην πορεία προστέθηκε και ο Δάνης, και μετά από κάποιες αλλαγές στο line-up, καταλήξαμε στη σύνθεση που μας βοήθησε να αρχίσουμε να κυκλοφορούμε EPs και singles, από το 2006 και μετά. Το χωριό δεν ήταν μόνο γεωγραφικό σημείο συνάντησης, αλλά και ένα σύμβολο των ριζών μας, ένας χώρος που συνδέθηκε με τα πρώτα μας καλλιτεχνικά βήματα. Ακόμα και σήμερα, το όνομα κουβαλάει μέσα του αυτή τη σύνδεση – είναι κάτι που μας θυμίζει από πού ξεκινήσαμε.

– Η ιδέα για την μπάντα πώς γεννήθηκε; Ποιο ήταν το όραμά σας όταν ξεκινούσατε;
Η μπάντα ξεκίνησε αυθόρμητα, από το πάθος μας για τη μουσική. Ήμασταν παιδιά που μεγαλώσαμε με πολλές μουσικές επιρροές, και είχαμε θαυμάσει μπάντες και μουσικούς που δημιούργησαν από το μηδέν κάτι δικό τους. Αυτή η ιδέα της αυτοδημιουργίας και της ανεξαρτησίας ήταν πάντα πηγή έμπνευσης για εμάς. Η μουσική που ακούμε έχει κάτι το απελευθερωτικό. Είναι άμεση, μιλάει στην ψυχή και σου δίνει τη δυνατότητα να περάσεις από τον ρόλο του ακροατή στον ρόλο του δημιουργού. Αυτός ο μετασχηματισμός ήταν για εμάς το σημείο εκκίνησης. Δεν ξεκινήσαμε με στόχο να γίνουμε «επιτυχημένοι» ή «διάσημοι». Ξεκινήσαμε επειδή νιώθαμε ότι η μουσική είναι ο πιο φυσικός τρόπος να εκφραστούμε. Για εμένα, η επιτυχία ενός καλλιτέχνη δεν είναι να τον θαυμάζουν σαν να είναι σε βάθρο, αλλά να εμπνέει άλλους να δημιουργούν. Αυτό το αίσθημα ελευθερίας και δημιουργικότητας ήταν το όραμά μας από την αρχή, και εξακολουθεί να είναι η βάση για ό,τι κάνουμε.

– Σε εκείνα τα πρώτα βήματα, θυμάστε ποιες ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις που έπρεπε να αντιμετωπίσετε;
Οι προκλήσεις ήταν πολλές και σε διαφορετικά επίπεδα. Σίγουρα, το οικονομικό ήταν ένα τεράστιο εμπόδιο. Ξεκινήσαμε την μπάντα σε μια περίοδο όπου η Ελλάδα βυθιζόταν στην οικονομική κρίση. Ήταν δύσκολο να ονειρεύεσαι ή να σχεδιάζεις το μέλλον σου, όταν όλα γύρω σου ήταν αβέβαια. Ζούσαμε σε μια χώρα χωρίς ουσιαστική υποδομή για την τέχνη, χωρίς πόρους και χωρίς την κουλτούρα να στηρίξει ανεξάρτητες προσπάθειες. Παρ’ όλα αυτά, βρήκαμε καταφύγιο στη μουσική. Ήταν ο τρόπος μας να εκφράσουμε τον θυμό, τη θλίψη, την ελπίδα – όλα αυτά τα έντονα συναισθήματα που γεννούσε η εποχή. Ανακαλύψαμε έναν υπόγειο κόσμο γεμάτο κοινότητες, δίκτυα και ανθρώπους που μοιράζονταν την ίδια ανάγκη για δημιουργία. Αυτός ο κόσμος μας έδειξε ότι η μουσική μπορεί να είναι μια μορφή αντίστασης, ένα μέσο να ενωθούμε με άλλους και να κάνουμε κάτι όμορφο μέσα στη δυσκολία. Παράλληλα, υπήρχαν και κοινωνικές προκλήσεις. Στην Ελλάδα, ακόμα και σήμερα, το να δηλώνεις ότι παίζεις σε αγγλόφωνη μπάντα ροκ ή μέταλ αντιμετωπίζεται συχνά με δυσπιστία ή χλευασμό. Υπήρχαν στιγμές που μας έκαναν να αμφιβάλλουμε για τον εαυτό μας, αλλά αυτό ήταν μέρος της διαδικασίας. Μάθαμε να αντέχουμε την κριτική και να συνεχίζουμε, ανακαλύπτοντας μέσα από τη μουσική όχι μόνο τον κόσμο, αλλά και τον ίδιο μας τον εαυτό.

– Σε κάποιον που δεν σας έχει ακούσει ποτέ πώς θα περιγράφατε, με πολύ δικές σας λέξεις, και όχι με δημοσιογραφικές ταμπέλες, τον ήχο σας;
Ο ήχος μας είναι ένα ταξίδι που ξεκινά από το μπλουζ, τον θεμέλιο λίθο της σύγχρονης μουσικής, και περνάει μέσα από πολλές δεκαετίες και είδη, συνδυάζοντας τις προσωπικές μας επιρροές με τη δική μας ταυτότητα. Οι ρίζες μας βρίσκονται στα μπλουζ του 20ού αιώνα, που στη συνέχεια έγιναν ηλεκτρικά και συνδυάστηκαν με την τζαζ και άλλα ιδιώματα. Αυτό το μείγμα πέρασε στην Ευρώπη και άνθισε στη δεκαετία του ’60, όταν η ροκ μουσική πήρε νέες διαστάσεις και άρχισε να εξερευνά άγνωστα μονοπάτια. Αυτό που μας εμπνέει ιδιαίτερα είναι η μουσική επανάσταση που έγινε στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και στις αρχές του ’70, μια εποχή που η τεχνολογία (μουσική και μη) άρχισε να αλλάζει τον τρόπο που δημιουργούνταν οι ήχοι. Τότε εμφανίστηκαν μπάντες που πειραματίστηκαν με την ηλεκτρική κιθάρα, τα τύμπανα και τα synthesizers, οδηγώντας σε νέα ρεύματα όπως το space rock, το progressive, το krautrock στη Γερμανία, και φυσικά το heavy rock που μας επηρεάζει άμεσα. Ο ήχος μας ενσωματώνει αυτήν τη νοσταλγική αλλά και διαχρονική διάσταση του heavy και του ψυχεδελικού ήχου. Μας επηρεάζει έντονα η ταχύτητα και η ένταση του punk και του proto-punk των Stooges και MC5, όπως και η ωμή δύναμη των Black Sabbath, που είναι από τις αγαπημένες μας μπάντες. Από εκεί περνάμε στη δεκαετία του ’90, όπου οι Melvins και η σκηνή του Seattle μάς έδωσαν έναν πιο ωμό και βαρύ ήχο, ενώ παράλληλα μπάντες όπως οι Kyuss και Sleep από την έρημο της Καλιφόρνια έβαλαν τις βάσεις για το stoner / desert rock. Το progressive στοιχείο συνδυάζεται με τη δομή του heavy rock και τη μονότονη, σχεδόν διαλογιστική επαναληπτικότητα των riffs, κάτι που μας βοηθά να δημιουργούμε ένα είδος ηχητικού ταξιδιού. Δεν λείπει, βέβαια, και η επιρροή από πιο πειραματικές και σύγχρονες μπάντες, όπως οι Neurosis και οι Isis, που μας έβαλαν σε πιο σκοτεινά μονοπάτια. Αυτό που έχει σημασία για εμάς είναι να μην περιορίζουμε τον ήχο μας. Θέλουμε ο ακροατής να μας ερμηνεύσει μέσα από τη δική του οπτική γωνία. Είτε κάποιος είναι εξοικειωμένος με αυτά τα μουσικά είδη είτε όχι, το ζητούμενο είναι να νιώσει τη δόνηση, την ενέργεια και το πάθος που προσπαθούμε να μεταδώσουμε. Ο ήχος μας είναι ένα συνονθύλευμα όλων αυτών – του παρελθόντος, του παρόντος και της προσωπικής μας προσέγγισης. Είναι ένα ταξίδι με αφετηρία τη μουσική, που οδηγεί σε έναν κόσμο όπου η ένταση και η ατμόσφαιρα συνυπάρχουν και αλληλοσυμπληρώνονται.

– Ποια είναι η διαδικασία όταν γράφετε μουσική; Ξεκινάτε από μια ιδέα, ένα riff ή απλώς αφήνετε τον αυθορμητισμό ή κάποιο τζαμάρισμα να σας οδηγήσει;
Η  δημιουργία της μουσικής εξαρτάται από την περίοδο και τη φάση που περνάμε ως μπάντα. Στα πρώτα μας βήματα, ήμασταν αμιγώς μια “τζαμ μπάντα”. Όλα ξεκινούσαν αυθόρμητα – μαζευόμασταν στον χώρο της πρόβας, ξεκινούσαμε να παίζουμε χωρίς συγκεκριμένο πλάνο, και μέσα από αυτήν τη χαοτική αλλά δημιουργική διαδικασία προέκυπταν ιδέες, riffs και τελικά τραγούδια. Ήταν η «μήτρα» μας, ο τρόπος που γεννούσαμε τη μουσική. Σήμερα, η διαδικασία έχει εξελιχθεί. Συνήθως ξεκινάμε από μια κεντρική ιδέα – ένα riff, μια μελωδία ή ακόμα και έναν ρυθμό – που μπορεί να φέρει ο καθένας μας από το σπίτι του. Αυτές οι ιδέες καταγράφονται οπουδήποτε: στο κινητό, στο μυαλό μας, ακόμα και σε τυχαίες στιγμές έμπνευσης. Όταν μαζευόμαστε, δουλεύουμε πάνω σε αυτές τις ιδέες, τις επεξεργαζόμαστε, τις «τζαμάρουμε» και τις αφήνουμε να μας οδηγήσουν. Υπάρχει κάτι απελευθερωτικό στο τζαμάρισμα, γιατί όλοι μπαίνουμε στη διαδικασία «γυμνοί», χωρίς να ξέρουμε πού θα καταλήξουμε. Από την άλλη, η ύπαρξη μιας βασικής ιδέας ή μιας «δομής» βοηθάει να δίνουμε σχήμα στη μουσική και να αποφεύγουμε τον χαοτικό κατακερματισμό (όπου καμιά φορά έλκεται κάποιος από αυτό). Είναι σαν να ισορροπείς ανάμεσα σε δύο κόσμους: τον αυθορμητισμό και την οργάνωση. Αν καταφέρεις να βρεις τη χρυσή τομή ανάμεσα σε αυτά τα δύο, τότε έχεις μια συνταγή που μπορεί να οδηγήσει σε κάτι πραγματικά μοναδικό. Επιπλέον, η τεχνολογία έχει αλλάξει τον τρόπο που δουλεύουμε. Σήμερα μπορείς να γράψεις ένα ολόκληρο κομμάτι στο σπίτι σου χρησιμοποιώντας έναν υπολογιστή, αλλά αυτή η διαδικασία συχνά χάνει την οργανική δυναμική που προσφέρει το ζωντανό τζαμάρισμα. Για εμάς, είναι σημαντικό να συνδυάζουμε αυτές τις δύο προσεγγίσεις – τη δυνατότητα για λεπτομέρεια και δομή που σου δίνει το studio, με την ενέργεια και τη ροή που έρχεται μόνο όταν παίζεις μαζί με τους άλλους.

– Αυτή την ισορροπία μεταξύ των ψυχεδελικών στοιχείων και του πιο heavy χαρακτήρα σας είναι δύσκολο να την κρατάτε;
Όπως είπα και πριν, η ψυχεδέλεια για μένα είναι κάτι πολύ συγκεκριμένο. Δεν είμαι σίγουρος αν μπορεί να αποδοθεί μέσω ενός PC ή αν απλά εγώ δεν την έχω ανακαλύψει με αυτόν τον τρόπο. Για μένα, ψυχεδέλεια σημαίνει χαός, απελευθέρωση, ροή, βάθος και μια υπέρβαση που οδηγεί σε αναγέννηση. Όλα αυτά συνδέονται άμεσα με το τζαμάρισμα, το οποίο σου επιτρέπει να χάσεις τον έλεγχο και να ανακαλύψεις κάτι ανώτερο και υπερβατικό. Δεν μου αρέσει να διαχωρίζω την ψυχεδέλεια από το heavy στοιχείο, γιατί πιστεύω ότι και αυτό μπορεί να είναι ψυχεδελικό. Ένα αργόσυρτο heavy riff ή ρυθμός, με την κατάλληλη ατμόσφαιρα και εσωτερική προσέγγιση, μπορεί να αποκτήσει μια ψυχεδελική διάσταση. Είναι ένας τρόπος να δώσεις στην ένταση και την επανάληψη μια σχεδόν «διαλογιστική», υπνωτική και μεταφυσική  ιδιότητα, κάτι που είναι καθαρά ψυχεδελικό στη βάση του.

– Το σκοτάδι και το φως. Υπάρχουν επειδή είναι αλληλένδετα. Στην τέχνη σας, ποιο από τα δύο στοιχεία είναι πιο κυρίαρχο;
Θα έλεγα το σκοτάδι. Το φως συχνά είναι μια παραμόρφωση, μια διάθλαση που μπορεί να σε τυφλώσει ή να σε μπερδέψει. Το σκοτάδι, από την άλλη, είναι κάτι βαθύ, απύθμενο. Έχει το στοιχείο της αβύσσου, της αχαρτογράφητης περιοχής που σε προκαλεί να βουτήξεις μέσα της. Εκεί γεννιούνται οι πιο απρόσμενες ιδέες, τα πιο ενδιαφέροντα ηχοτοπία και συναισθήματα. Το σκοτάδι είναι για εμάς ο καμβάς πάνω στον οποίο πειραματιζόμαστε. Είναι η βάση για να χτίσουμε και να εξερευνήσουμε, κάτι που μας επιτρέπει να δημιουργούμε με ειλικρίνεια και βάθος.

– Έχετε παίξει σε πολλά διαφορετικά εγχώρια μέρη αλλά και σε πολλές χώρες στο εξωτερικό. Αν ο καθένας σας έπρεπε να διαλέξει μια μόνο αξέχαστη στιγμή, ποια θα ήταν αυτή;
Είναι πραγματικά δύσκολο να διαλέξεις μία στιγμή. Έχουμε παίξει τόσα πολλά live, και το καθένα έχει το δικό του βάρος και τη δική του θέση μέσα μας. Κάποια live είναι συγκινητικά, κάποια είναι σουρεαλιστικά, ενώ άλλα σε κάνουν να αμφισβητείς τα πάντα – από το γιατί βρίσκεσαι εκεί μέχρι το τι κάνεις γενικά στη ζωή σου. Είναι εκείνες οι στιγμές που σε πιάνουν τα υπαρξιακά σου, που αναρωτιέσαι: «Γιατί το κάνω αυτό; Τι προσπαθώ να αποδείξω;». Αυτά τα live, που συνδυάζουν το κωμικό με το τραγικό, μένουν ανεξίτηλα στη μνήμη μου. Είναι στιγμές που δοκιμάζεσαι, τόσο ως καλλιτέχνης όσο και ως άνθρωπος.

– Studio παραγωγή ή live; Ποια διαδικασία σας συναρπάζει περισσότερο;
Είναι δύσκολο να συγκρίνεις τη διαδικασία του studio με τη ζωντανή εμφάνιση, γιατί είναι δύο τελείως διαφορετικοί κόσμοι, με τη δική τους μοναδική γοητεία και πρόκληση. Το studio είναι ένας χώρος δημιουργίας και πειραματισμού. Είναι η στιγμή που παίρνεις μια αρχική ιδέα, ένα riff ή έναν στίχο, και το μεταμορφώνεις σε κάτι ολοκληρωμένο, αυτό δηλαδή που έχει γεννηθεί από τον χώρο που προβάρεις. Η διαδικασία αυτή μοιάζει με τη συγγραφή ενός βιβλίου ή τη δημιουργία ενός πίνακα: ξεκινάς με κάτι μικρό και δουλεύεις πάνω του, προσθέτοντας στρώματα, δοκιμάζοντας νέες ιδέες, διορθώνοντας και τελειοποιώντας. Στο studio, έχεις την ευκαιρία να πειραματιστείς με τον ήχο, να προσθέσεις νέες διαστάσεις στα κομμάτια σου και να τα εξελίξεις πέρα από την αρχική τους μορφή. Υπάρχει κάτι μαγικό σε αυτή τη διαδικασία μεταμόρφωσης, γιατί ποτέ δεν ξέρεις πώς θα καταλήξει ένα κομμάτι όταν ξεκινάς να το ηχογραφείς. Το live, από την άλλη, είναι μια εντελώς διαφορετική εμπειρία. Εκεί δεν υπάρχει χώρος για πειραματισμούς ή διορθώσεις – υπάρχει μόνο η στιγμή. Είναι η πιο ωμή, άμεση μορφή έκφρασης, όπου ο καλλιτέχνης και το κοινό συνδέονται μέσα από τη μουσική. Κάθε live είναι μοναδικό, γιατί εξαρτάται από το κοινό, τον χώρο, τη διάθεση και την ενέργεια της στιγμής. Είναι μια διαδικασία έντονα ενστικτώδης και αρχέγονη, όπου νιώθεις την ένταση, την αδρεναλίνη και τη σύνδεση σε πραγματικό χρόνο. Για εμάς, και οι δύο διαδικασίες είναι εξίσου σημαντικές, γιατί συμπληρώνουν η μία την άλλη. Το studio είναι ο χώρος που γεννιούνται οι ιδέες και εξελίσσονται, ενώ το live είναι η στιγμή που αυτές οι ιδέες παίρνουν σάρκα και οστά μπροστά σε ένα κοινό. Αν έπρεπε να επιλέξω, θα έλεγα ότι το live ίσως μου προσφέρει μια πιο έντονη, ενστικτώδη ικανοποίηση, αλλά το studio είναι αυτό που δίνει βάθος και διάρκεια στη δημιουργία μας.

– Η μουσική σας συχνά εκφράζει ένταση, πάθος αλλά και μια μορφή εξερεύνησης. Πόσο επηρεάζονται οι στίχοι και η ατμόσφαιρα από τη δική σας εσωτερική αναζήτηση;
Η μουσική μας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την εσωτερική μας αναζήτηση. Κάθε κομμάτι που δημιουργούμε αποτελεί αντανάκλαση των συναισθημάτων, των εμπειριών και των σκέψεών μας. Οι στίχοι μας είναι σαν προσωπικά ημερολόγια, που μέσα τους αποτυπώνονται όλα όσα μας απασχολούν, από τις εσωτερικές μας συγκρούσεις μέχρι τα εξωτερικά ερεθίσματα που βιώνουμε καθημερινά. Η ένταση και το πάθος που χαρακτηρίζουν τη μουσική μας έρχονται συχνά από στιγμές αβεβαιότητας, ανησυχίας ή ακόμα και λύτρωσης. Είναι σαν μια διαδικασία κάθαρσης, όπου κάθε riff, κάθε στίχος και κάθε μελωδία είναι ένα βήμα προς την έκφραση του τι πραγματικά νιώθουμε. Η ατμόσφαιρα, από την άλλη, χτίζεται γύρω από αυτές τις εσωτερικές αναζητήσεις. Μας αρέσει να δημιουργούμε ηχητικά τοπία που προκαλούν συναισθήματα, είτε αυτά είναι σκοτεινά και βαριά, είτε πιο αιθέρια και «spacy». Συχνά, αυτή η αναζήτηση είναι ένας συνδυασμός προσωπικών βιωμάτων και μιας πιο αφηρημένης, υπαρξιακής εξερεύνησης. Η μουσική μάς δίνει τη δυνατότητα να εξετάσουμε πτυχές του εαυτού μας που ίσως δεν θα μπορούσαμε να εκφράσουμε διαφορετικά. Οι στίχοι και η ατμόσφαιρα είναι το αποτέλεσμα αυτής της διεργασίας – είναι σαν να αφήνουμε τον εσωτερικό μας κόσμο να ξεχειλίσει και να βρει τη θέση του στον ήχο. Είναι σημαντικό για εμάς η μουσική μας να μην είναι απλώς «ωραία» ή «δυνατή». Θέλουμε να αφηγείται ιστορίες, να προκαλεί ερωτήματα και να προσκαλεί τον ακροατή σε ένα ταξίδι μέσα του, όπως ακριβώς συμβαίνει και με εμάς όταν τη δημιουργούμε. Η μουσική μας, λοιπόν, είναι ο καθρέφτης της εσωτερικής μας αναζήτησης, αλλά ταυτόχρονα και ένα μέσο για να εξερευνήσουμε ακόμα περισσότερα.

– Πιστεύετε ότι η μουσική μπορεί να λειτουργήσει ως πολιτική ή κοινωνική δήλωση; Αν ναι, πώς το ενσωματώνετε στο έργο σας;
Η μουσική είναι κάτι πολύ βαθύτερο από μια πολιτική ή κοινωνική δήλωση. Είναι μια αρχέγονη μορφή επικοινωνίας που υπήρχε πριν ακόμα οι άνθρωποι δημιουργήσουν οργανωμένες κοινωνίες ή πολιτικά συστήματα. Είναι ο τρόπος που εκφράζουμε τα συναισθήματά μας όταν οι λέξεις δεν αρκούν. Από αυτή την άποψη, η μουσική ξεπερνά την πολιτική – είναι κάτι πιο ανθρώπινο, πιο αυθεντικό. Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι η μουσική αντικατοπτρίζει την κοινωνία και την εποχή της. Είναι μια αντανάκλαση των εμπειριών, των προβλημάτων και των αγώνων που ζούμε. Για εμάς, η μουσική δεν είναι ένα εργαλείο προπαγάνδας ή ένα μέσο για να περάσουμε συγκεκριμένα μηνύματα. Είναι μια αυθεντική έκφραση της αλήθειας μας, κάτι που βγαίνει από την καρδιά και την ψυχή μας. Αν αυτή η αλήθεια εμπνεύσει κάποιον, αν τον κάνει να δει τον κόσμο λίγο διαφορετικά, τότε έχει πετύχει τον σκοπό της. Η πολιτική και η κοινωνική διάσταση της μουσικής δεν είναι πάντα προφανής, αλλά είναι εκεί. Βρίσκεται στις επιλογές που κάνεις ως καλλιτέχνης – το πώς δημιουργείς, πώς μοιράζεσαι τη δουλειά σου, πώς αλληλεπιδράς με τον κόσμο γύρω σου. Ακόμα και το γεγονός ότι παίζουμε μουσική με τον τρόπο που το κάνουμε είναι, κατά κάποιον τρόπο, μια δήλωση.

– Η μουσική μπορεί να αποτελέσει μια αντίσταση ή ενδεχομένως μια απάντηση στην παρακμή των καιρών μας και με ποιον τρόπο;
Η μουσική και οι τέχνες στο σύνολό τους έχουν διττή φύση. Από τη μία, μπορεί να αποτελέσει ένα ισχυρό εργαλείο αντίστασης, να εμπνεύσει, να αφυπνίσει συνειδήσεις και να προκαλέσει κοινωνικές αλλαγές. Από την άλλη, υπάρχει ο κίνδυνος να εργαλειοποιηθεί από συστήματα εξουσίας, να γίνει προϊόν κατανάλωσης που αποσπά και αποχαυνώνει. Στη σημερινή εποχή, η μουσική συχνά χρησιμοποιείται ως μέσο διασκέδασης και γρήγορης κατανάλωσης, κάτι που την απομακρύνει από τη βαθύτερη ουσία της. Παρ’ όλα αυτά, εξακολουθεί να έχει τη δύναμη να φέρει ανθρώπους κοντά, να δημιουργήσει κοινότητες και να δώσει φωνή σε όσους δεν την έχουν. Για εμάς, η μουσική είναι τρόπος έκφρασης και αλήθειας, όχι κάτι που μπορεί να «καλουπωθεί» ή να χρησιμοποιηθεί για εύκολη κατανάλωση.

Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει ένας καλλιτέχνης στην Ελλάδα σήμερα;
Η μεγαλύτερη πρόκληση για έναν καλλιτέχνη στην Ελλάδα είναι να παραμείνει αυθεντικός σε έναν κόσμο που συνεχώς τον πιέζει να προσαρμοστεί στις τάσεις και τις εμπορικές απαιτήσεις. Υπάρχει μια τεράστια πίεση να κυνηγήσεις views, likes και viral περιεχόμενο, κάτι που συχνά απομακρύνει τον καλλιτέχνη από την πραγματική του τέχνη. Ειδικά για όσους δημιουργούν σε πιο «δύσκολα» ή «ακραία» ιδιώματα, τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο περίπλοκα. Στην Ελλάδα, η ανεξάρτητη μουσική σκηνή αγωνίζεται να βρει υποδομές και στήριξη. Η οικονομική κατάσταση, η έλλειψη χώρων για live και προβών, καθώς και η γενικότερη αδιαφορία για την τέχνη, δημιουργούν ένα περιβάλλον όπου η επιβίωση του καλλιτέχνη γίνεται τεράστια πρόκληση. Παρά τα εμπόδια, όμως, υπάρχουν φανταστικά παραδείγματα ανθρώπων που συνεχίζουν να δημιουργούν και να καινοτομούν. Αυτό που κάνει τη διαφορά είναι η κοινότητα – οι ανεξάρτητοι καλλιτέχνες που στηρίζουν ο ένας τον άλλον, τα μικροδίκτυα που δημιουργούνται και οι φαν που επιλέγουν να υποστηρίξουν τη μουσική με αυθεντικούς τρόπους.

– Πόσο σημαντικές είναι για εσάς οι καλλιτεχνικές συνεργασίες; Υπάρχει αίσθηση κοινότητας μεταξύ των δημιουργών στην Ελλάδα;
Εξαιρετικά σημαντικές… Είναι ένας τρόπος να εξερευνήσουμε νέες ιδέες, να μάθουμε ο ένας από τον άλλον και να δημιουργήσουμε κάτι που υπερβαίνει τις ατομικές μας δυνατότητες. Υπάρχει αίσθηση κοινότητας μεταξύ των δημιουργών στην Ελλάδα, αλλά συχνά δεν είναι εύκολα ορατή. Πρέπει να ψάξεις βαθύτερα για να βρεις ανθρώπους με τους οποίους μοιράζεσαι ένα κοινό όραμα, ανησυχίες και δημιουργικό πάθος. Ένα καλό παράδειγμα αυτής της συνεργατικής προσέγγισης είναι το βίντεοκλιπ του “Gotzen Hammer”. Η συνεργασία μας με τον Τάσο και τους συντελεστές έφερε στη ζωή μια ατμόσφαιρα που έμοιαζε με τελετή – μια εμπειρία που μας έκανε να νιώσουμε τη μουσική με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο. Το ίδιο ισχύει και για την Εύα Μούρτζη, που σχεδίασε το εξώφυλλο του δίσκου μας. Το έργο της πρόσθεσε μια άλλη διάσταση στη μουσική μας, ενώ άλλες συνεργασίες, όπως αυτές με τον Νίκο Βελιώτη στο “Bluebird” ή τις Άμι και Άπι στις φωνές, έφεραν μοναδικές στιγμές στη δημιουργική μας διαδικασία. Αυτές οι συνεργασίες δεν είναι μόνο μέσο για να δημιουργούμε, αλλά και ένας τρόπος να εξελισσόμαστε ως καλλιτέχνες και ως άνθρωποι.

– Τι θα θέλατε να αλλάξει στην υποστήριξη των καλλιτεχνών; Ποια είναι η “ιδανική” Ελλάδα για έναν δημιουργό;
Δεν μου αρέσει να εξιδανικεύω καταστάσεις, γιατί αυτόματα περιορίζεις τη σκέψη και τη δημιουργία σου. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν πολλά πράγματα που θα έπρεπε να αλλάξουν για να στηριχθούν οι καλλιτέχνες στην Ελλάδα. Η χώρα μας διαθέτει απίστευτη φυσική ομορφιά, ιστορία και πολιτισμό, αλλά συχνά αυτά θυσιάζονται στο βωμό της «ανάπτυξης» και του κέρδους. Η πανδημία ανέδειξε τις ελλείψεις και τα προβλήματα που υπάρχουν στον τομέα της τέχνης. Πολλοί καλλιτέχνες και τεχνικοί έχασαν τις δουλειές τους, μπάντες διαλύθηκαν, και άνθρωποι αναγκάστηκαν να αλλάξουν επαγγελματική πορεία. Αυτή η κρίση ήταν μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Η έλλειψη υποστήριξης είναι χρόνιο πρόβλημα. Στο εξωτερικό, έχουμε δει δομές και κοινότητες που στηρίζουν τους καλλιτέχνες, παρέχοντάς τους οικονομική βοήθεια, εξοπλισμό ή χώρους για πρόβες και ηχογραφήσεις. Στην Ελλάδα, δυστυχώς, τέτοιες πρωτοβουλίες είναι λιγοστές. Παρόλα αυτά, μέσα από ανεξάρτητα δίκτυα, πολλές μπάντες έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν μικρές κοινότητες που βασίζονται στη συνεργασία, την αλληλοϋποστήριξη και την άμεση σύνδεση με τους φαν.

 

➪ ΙΝΦΟ για το σκονάκι σου: Bandcamp | Instagram | Facebook | Website